Αθήνα 29.6.2006 Η proslipsis παρουσιάζει τον Κώδικα του Προσωπικού των ΟΤΑ, ένα απαραίτητο "εργαλείο" για όσους εργάζονται σε Δήμο ή Κοινότητα ή προσανατολίζονται επαγγελματικά προς αυτούς, αφού σε αυτόν περιγράφονται τόσο τα δικαιώματα όσο και οι υποχρεώσεις των εργαζομένων στους ΟΤΑ.
Όταν λέμε "Κώδικας του Προσωπικού των ΟΤΑ" εννοούμε τον Νόμο 1188/1981 "Περί κυρώσεως του Κώδικος περί καταστάσεως προσωπικού οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως", ο οποίος δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α' αρ. 204/30-7-1981 της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, και τις τροποποιήσεις του. Το παρακάτω κείμενο περιλαμβάνει τις αλλαγές που έγιναν μέχρι και το 1996.
Μεταξύ άλλων, στον Κώδικα μπορείτε να δείτε θέματα που αφορούν: - Τα προσόντα και τα κωλύματα διορισμού. - Τους κλάδους και τους βαθμούς των υπαλλήλων. - Τα καθήκοντα, τα δικαιώματα, τους περιορισμούς και τις ευθύνες τους. - Τις άδειες και τα νοσήλεια που δικαιούνται. - Τα πειθαρχικά παραπτώματα και τις προβλεπόμενες ποινές, κ.λπ.
Όπως θα διαπιστώσετε, ο Κώδικας είναι γραμμένος στην καθαρεύουσα, κάτι που ίσως σας δημιουργήσει μικρά προβλήματα κατά την ανάγνωση.
*** *** ***
Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α
'Αρθρον μόνον 'Αρθρον 1: 'Εννοια όρων 'Αρθρον 2: 'Εκτασις εφαρμογής - Διαίρεσις ύλης 'Αρθρον 3: Προϋποθέσεις υπαγωγής προσωπικού ΟΤΑ εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους 'Αρθρον 4: 'Ενταξις προσωπικού υπαγομένου εις το Α' Μέρος
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΜΟΝΙΜΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ - ΥΓΙΕΙΟΝΟΜΙΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΑΙ - ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ Α' ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΑΙ 'Αρθρα 5-6: Υπηρεσιακόν συμβούλιον παρ' έκάστη νομαρχία Υπηρεσιακόν συμβούλιον παρά τοις Δήμοις Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης 'Αρθρον 7: Υπηρεσιακόν συμβούλιον παρά τω Υπουργείω Εσωτερικών 'Αρθρον 8: Συγκρότησις υπηρεσιακών συμβουλίων 'Αρθρον 9: Λειτουργία υπηρεσιακών συμβουλίων 'Αρθρον 10: Τήρησις πρακτικών 'Αρθρον 11: Υγειονομικαί επιτροπαί
Β' ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ - ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ 'Αρθρον 12: Οργανισμοί εσωτερικής υπηρεσίας- Συγκρότηση υπηρεσιών
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β' ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΚΑΙ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ 'Αρθρον 13: Προσόντα διορισμού 'Αρθρον 14: Ελληνική Ιθαγένεια 'Αρθρον 15: Ηλικία 'Αρθρον 16: Κωλύματα διορισμού 'Αρθρον 17: Δήλωσις υποψηφίου προς διορισμόν 'Αρθρον 18: Διαγωνισμός 'Αρθρον 19: Διενέργεια διαγωνισμού. Πίναξ επιτυχόντων 'Αρθρον 20: Διορισμός άνευ διαγωνισμού 'Αρθρον 21: Διορισμός επιτυχόντων 'Αρθρον 22: Πράξις διορισμού 'Αρθρον 23: Δημοσίευση διορισμού 'Αρθρον 24: Κοινοποίησις διορισμού 'Αρθρον 25: Ορκωμοσία 'Αρθρον 26: Τύπος όρκου 'Αρθρον 27: Ανάκλησις διορισμού λόγω μη αποδοχής 'Αρθρον 28: Ανάκλησις παρανόμου διορισμού 'Αρθρον 29: Αναδιορισμός
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ' ΚΛΑΔΟΙ ΚΑΙ ΒΑΘΜΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ 'Αρθρον 30: Κατάταξις των θέσεων εις κλάδους (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37). 'Αρθρον 31: Διάκρισις προσωπικού 'Αρθρον 32: Κλάδοι διοικητικού προσωπικού 'Αρθρον 33: Κλάδοι τεχνικού προσωπικού 'Αρθρο 34: Κλάδοι υγειονομικού προσωπικού 'Αρθρο 35: Κλάδοι γεωπονικού προσωπικού 'Αρθρον 36: Κλάδοι εκπαιδευτικού προσωπικού 'Αρθρο 37: Διαβάθμισις θέσεων 'Αρθρο 38: Η διαβάθμισις των θέσεων εκάστου κλάδου ενεργείται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας υπό τους όρους των διατάξεων των άρθρων 37 και 41 έως και 85 του παρόντος κώδικος. 'Αρθρο 39: Βαθμός υπαλλήλου 'Αρθρα 40 - 85: (Καταργήθηκαν από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37).
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε' ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ, ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Α' ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ 'Αρθρον 86: Πίστις εις το Σύνταγμα και την Πατρίδα 'Αρθρον 87: Νομιμότης υπηρεσιακών ενεργειών 'Αρθρον 88: Εχεμύθεια 'Αρθρον 89: 'Ωραι εργασίας και ημέραι αργίας 'Αρθρον 90: Απαγόρευσις πολιτικών εκδηλώσεων 'Αρθρον 91: Συμμετοχή εις συνεταιρισμούς 'Αρθρον 92: Διαγωγή 'Αρθρον 93: Περιουσιακή κατάστασις
Β' ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ 'Αρθρον 94: 'Ασκησις ιδιωτικού έργου έπ' αμοιβή 'Αρθρον 95: Συμμετοχή εις διοίκησιν ανωνύμου εταιρείας 'Αρθρον 96: 'Ασυμβίβαστα 'Αρθρον 97:Απαγόρευσις ασκήσεως δικηγορίας 'Αρθρον 98:Απαγόρευσις κατοχής ετέρας θέσεως 'Αρθρον 99: Κώλυμα εκ συμφέροντος
Γ' ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ 'Αρθρον 100: Αστική ευθύνη των υπαλλήλων του ΟΤΑ 'Αρθρον 101: 'Εφαρμογή διατάξεων υπολόγων εκ διαχειρίσεως 'Αρθρον 102: Παραγραφή
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ' ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Α. ΜΟΝΙΜΟΤΗΣ - ΜΙΣΘΟΣ - ΑΠΟΔΟΧΑΙ 'Αρθρον 103: Δοκιμαστική υπηρεσία - Μονιμοποίησις 'Αρθρον 104: Μισθός 'Αρθρον 105: Εναρξις μισθοδοσίας 'Αρθρον 106: 'Αποδοχαί-υπερωριακή εργασία - οδοιπορικά έξοδα - επιδόματα 'Αρθρον 107: Περικοπή αποδοχών 'Αρθρον 108: Παύσις αξιώσεως επί του μισθού 'Αρθρον 109: Αποζημίωσις υπαλλήλων εκτελούντων πρόσθετον υπηρεσίαν 'Αρθρον 110: Αποζημίωσις εισπρακτόρων λόγω απασχολήσεως εκτός έδρας ή γραφείου
Β' ΑΔΕΙΑΙ - ΝΟΣΗΛΕΙΑ 'Αρθρον 111: Δικαίωμα κανονικής αδείας 'Αρθρον 112: Υποχρέωσις χορηγήσεως κανονικής αδείας 'Αρθρον 113: Προσαύξησις κανονικής αδείας υπηρετούντων εις παραμεθορίους περιοχάς 'Αρθρον 114: Κανονική άδεια λόγω επιμορφώσεως 'Αρθρον 115: 'Αδεια κυήσεως και λοχείας 'Αρθρον 116: Αρμοδιότης χορηγήσεως κανονικής αδείας 'Αρθρον 117: Αναρρωτικαί άδειαι 'Αρθρον 118: Αναρρωτικαί άδειαι επί δυσιάτων νοσημάτων 'Αρθρον 119: Βραχυχρόνιοι αναρρωτικαί άδειαι 'Αρθρον 120: Αναρρωτικαί άδειαι τακτικών υπαλλήλων μη εχόντων τριετή υπηρεσίαν 'Αρθρον 122: Νοσηλεία 'Αρθρον 122: 'Εξοδα κηδείας 'Αρθρον 123: Εκπαιδευτικαί άδειαι προς υπηρεσιακήν μετεκπαίδευσιν εν τη αλλοδαπή 'Αρθρον 124: Δικαιώματα και υποχρεώσεις αδειούχων διαρκούσης της εκπαιδευτικής αδείας 'Αρθρον 125: Υποχρεώσεις υπαλλήλων ληξάσης της εκπαιδευτικής αδείας 'Αρθρον 126: Εκπαιδευτικαί άδειαι χάριν ανωτέρων εν τη αλλοδαπή σπουδών 'Αρθρον 127: Μετεκπαίδευσις και επιμόρφωσις εν τη ημεδαπή
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ' ΜΕΤΑΒΟΛΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ 'Αρθρον 128: Ατομικοί φάκελλοι υπαλλήλων 'Αρθρον 129: Πίνακες αρχαιότητος (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37). 'Αρθρον 130: 'Εκθεσις ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων 'Αρθρον 131: Τοποθέτησις - Μετακίνησις 'Αρθρον 132: Μετάταξις εις άλλον δήμον ή κοινότητα 'Αρθρον 133: Απόσπασις 'Αρθρον 134: Μετάταξις εντός του αυτού γενικωτέρου κλάδου 'Αρθρον 135: Μετάταξις εις ανώτερον κλάδον 'Αρθρον 136: Προαγωγή Προυποθέσεις προς προαγωγήν 'Αρθρον 137: Μετάταξις εντός του αυτού γενικωτέρου κλάδου 'Αρθρον 138: Τρόπος προαγωγών (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37). 'Αρθρον 139: Ενέργεια προαγωγών 'Αρθρα 140 - 143 (Καταργήθηκαν από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37). 'Αρθρο 144: Δημοσίευση πράξεων υπηρεσιακών μεταβολών 'Αρθρον 145: Αρμοδιότητες νομάρχου επί μεταβολών (Καταργήθηκε από την παρ. 28 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 'Αρθρον 146: Μισθολογικαί προαγωγαί εις τον 5ον και 4ον βαθμόν 'Αρθρον 147: Μισθολογική προαγωγή εις τον 3ον βαθμόν 'Αρθρον 148: Μισθολογική προαγωγή υπαλλήλων κλάδων ΣΕ εις τον 6ον βαθμόν 'Αρθρον 149: 'Ενταξις υπαλλήλων 'Αρθρον 150: Διαθεσιμότης Περιπτώσεις διαθεσιμότητος 'Αρθρον 151: Διαθεσιμότης ένεκα νόσου 'Αρθρον 152: Διαθεσιμότης ένεκα καταργήσεως θέσεως 'Αρθρον 153: Αποδοχαί των τεθέντων εις διαθεσιμότητα 'Αρθρον 154: Αργία. Αυτοδικαία θέσις εις αργίαν 'Αρθρον 155: Δυνητική θέσις εις αργίαν 'Αρθρον 156: Αποδοχαί του εν αργία υπαλλήλου 'Αρθρον 157: Παρεπόμενα λειτουργήματα 'Αρθρο 158: Περιορισμοί των εις αργίαν ή διαθεσιμότητα λόγω νόσου 'Αρθρον 159: Αρχαιότης 'Αρθρον 160: Προβάδισμα (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37). 'Αρθρον 161: Ηθικαί αμοιβαί 'Αρθρον 162: Επίτιμοι τίτλοι 'Αρθρον 163: Βράβευσις προτάσεων ή μελετών
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η' ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΑΙ Α. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ 'Αρθρον 164: Ορισμός πειθαρχικού αδικήματος 'Αρθρον 165: Πειθαρχικά αδικήματα 'Αρθρον 166: Πειθαρχικαί ποιναί
Β. ΕΞΑΛΕΙΨΙΣ ΤΟΥ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΥ 'Αρθρον 167: Παραγραφή πειθαρχικών αδικημάτων - Διαγραφή πειθαρχικών ποινών 'Αρθρον 168: Αυτοτέλεια κολασίμου του πειθαρχικού αδικήματος 'Αρθρον 169: Σχέσις προαγωγής προς πειθαρχικόν αδίκημα
Γ. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΣ ΚΟΛΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΡΟ ΤΟΥ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ 'Αρθρον 170: Πειθαρχικός κολασμός δια πράξεις προ του διορισμού
Δ. ΣΧΕΣΙΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΠΡΟΣ ΠΟΙΝΙΚΗΝ ΔΙΚΗΝ 'Αρθρον 171: Σχέσις πειθαρχικής προς ποινικήν δίκην
Ε. ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΝ ΜΗ ΣΥΡΡΟΗ ΠΟΙΝΩΝ 'Αρθρον 172: Δεδικασμένον - Μη συρροή ποινών
ΣΤ. ΛΗΞΙΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ 'Αρθρον 173: Λήξις πειθαρχικής ευθύνης
Ζ. ΔΙΩΞΙΣ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΗΣΙΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ 'Αρθρον 174: Δίωξις και τιμώρησις πειθαρχικών αδικημάτων
Η. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΙ 'Αρθρον 175: Πειθαρχικαί δικαιοδοσίαι 'Αρθρον 176: Πειθαρχικώς προιστάμενοι 'Αρθρον 177: Αρμοδιότης πειθαρχικώς προισταμένων 'Αρθρον 178: Αμεταβίβαστον αρμοδιότητος πειθαρχικώς προισταμένων, αυτεπάγγελτος δίωξις 'Αρθρον 179: Συλλογικά πειθαρχικά όργανα ΟΤΑ 'Αρθρον 180: Υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον 'Αρθρον 181: Συμβούλιον της Επικρατεία 'Αρθρον 182: Συνεκδίκασις πειθαρχικών αδικημάτων
Θ. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ 'Αρθρο 183: Παραπομπή εις υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον 'Αρθρον 184: Συνέπειαι παραπομπής 'Αρθρον 185: Προανάκρισις 'Αρθρον 186: Ανάκρισις 'Αρθρον 187: Ανακριτικαί πράξεις 'Αρθρον 188: Αυτοψία εγγράφων 'Αρθρον 189: Μάρτυρες 'Αρθρον 190: Πραγματογνώμονες 'Αρθρον 191: Εξέτασις διωκομένου 'Αρθρο 192: Εκτίμηση βαρύτητας του αδικήματος 'Αρθρον 193: Ενέργειαι μετά την ανάκρισιν
Ι. ΑΠΟΛΟΓΙΑ 'Αρθρον 194: Κλήσις διωκομένου εις απολογίαν 'Αρθρον 195: Απολογία
ΙΑ'. ΕΚΔΙΚΑΣΙΣ 'Αρθρον 196: Προσδιορισμός δικασίμουΑυτοπρόσωπος παράστασις 'Αρθρον 197: Κοινοποίησις εις διωκόμενον 'Αρθρον 198: Εξαίρεσις και κωλύματα μελών υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου 'Αρθρον 199: Εκτίμησις αποδείξεων 'Αρθρον 200: Τέλη σημάνσεως εγγράφων πειθαρχικής διαδικασίας 'Αρθρον 201: Πειθαρχική απόφασις
ΙΒ. ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ 'Αρθρον 202: 'Εφεσις 'Αρθρον 203: Προσφυγή 'Αρθρον 204: 'Επανάληψις πειθαρχικής δίκης
ΙΓ. ΕΚΤΕΛΕΣΙΣ 'Αρθρον 205: 'Εκτέλεσις
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ' ΛΥΣΙΣ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ ΤΜΗΜΑ Α' ΛΟΓΟΙ ΛΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ 'Αρθρον 206: Λόγοι λύσεως υπαλληλικής σχέσεως
Α. ΕΚΠΤΩΣΙΣ 'Αρθρον 207: Αυτοδικαία έκπτωσις συνεπεία ποινικής καταδίκης 'Αρθρον 208: 'Εκπτωσις λόγω απωλείας της Ελληνικής Ιθαγενείας
Β. ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ 'Αρθρον 209: Παραίτησις 'Αρθρον 210: Ανάκλησις παραιτήσεως
Γ. ΑΠΟΛΥΣΙΣ 'Αρθρον 211: Απόλυσις 'Αρθρον 212: Απόλυσις λόγω πειθαρχικής ποινής 'Αρθρον 213: Απόλυσις λόγω ελλείψεως ηθικών προσόντων 'Αρθρον 214: Απόλυσις λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητος 'Αρθρον 215: Απόλυσις ή ύποβιβασμός, λόγω αναιτίου υπηρεσιακής ανεπαρκείας 'Αρθρον 216: Απόλυσις δι' ανυποταξίαν ή λιποταξίαν 'Αρθρον 217: Απόλυσις λόγω καταργήσεως υπηρεσίας, κλάδου ή θέσεως 'Αρθρον 218: Απόλυσις λόγω συμπληρώσεως ορίου ηλικίας 'Αρθρον 219: Απόλυσις λόγω συμπληρώσεως τριακονταπενταετίας
ΤΜΗΜΑ Β' ΠΡΑΞΙΣ ΛΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ 'Αρθρον 220: Πράξις λύσεως υπαλληλικής σχέσεως
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι' ΕΛΕΓΚΤΑΙ ΕΣΟΔΩΝ - ΕΞΟΔΩΝ Ο.Τ.Α. 'Αρθρον 221: Σύστασις θέσεων 'Αρθρον 222: Διορισμός 'Αρθρον 223: Καθήκοντα 'Αρθρον 224: Ορκωμοσία - Μονιμοποίησις 'Αρθρον 225: Μετάταξη 'Αρθρον 226: Αρμοδιότης νομάρχου 'Αρθρο 227: Δαπάνη μισθοδοσίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΑ' ΕΙΣΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΕΣΟΔΩΝ Ο.Τ.Α. 'Αρθρον 228: Σύστασις θέσεων 'Αρθρον 229: Ανάλογος εφαρμογή διατάξεων
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΒ' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΕΠΙ ΘΗΤΕΙΑ 'Αρθρον 230: Θέσεις ιατρικού προσωπικού επί θητεία και τρόπος πληρώσεως αυτών 'Αρθρον 231: Πειθαρχικόν δίκαιον 'Αρθρον 232: Απόλυσις
ΜΕΡΟΣ Β' ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α' ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΕΩΣ 'Αρθρον 233: Θέσεις και ειδικά τυπικά προσόντα 'Αρθρον 234: Διορισμός 'Αρθρον 235: Υπηρεσιακαί μεταβολαί
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β' ΑΔΙΑΒΑΘΜΙΣΤΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΕΔΣΜΩΝ Ο.Τ.Α. 'Αρθρον 236: Θέσεις 'Αρθρον 237: Προσόντα διορισμού 'Αρθρον 238: Διορισμός 'Αρθρον 239: Υπηρεσιακαί μεταβολαί 'Αρθρον 240: Αποδοχαί
ΜΕΡΟΣ Γ' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α' ΕΙΔΙΚΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 'Αρθρον 241: Γενικοί γραμματείς δήμων 'Αρθρον 242: Ιδιαίτεροι γραμματείς δημάρχων 'Αρθρον 243: Προσωπικόν δημοτικών κοιμητηρίων 'Αρθρον 244: Πρόσθετοι χωροφύλακες και αστυφύλακες 'Αρθρον 245: Δικηγόροι δήμων και ιδρυμάτων 'Αρθρον 246: Αντιμισθία 'Αρθρον 247: Χρόνος εργασίας 'Αρθρον 248: Λύσις σχέσεως 'Αρθρον 249: Κωλύματα διορισμού
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΕΠΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Α' ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 'Αρθρον 250: Περιπτώσεις προσλήψεως προσωπικού 'Αρθρον 251: Παραπομπή εις τον Υπαλληλικόν Κώδικα ΤΜΗΜΑ Β ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΠΡΟΣ ΚΑΛΥΨΙΝ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΙΓΟΥΣΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ 'Αρθρον 252: Απρόβλεπτοι και επείγουσαι ανάγκαι 'Αρθρον 253: Διάρκεια απασχολήσεως 'Αρθρον 254: Διαδικασία προσλήψεως 'Αρθρον 255: Χρόνος εργασίας 'Αρθρον 256: Αποδοχαί 'Αρθρον 257: Λύσις της συμβάσεως
ΤΜΗΜΑ Β' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΠΡΟΣ ΠΛΗΡΩΣΙΝ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΩΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΟΥ Η ΒΟΗΘΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 'Αρθρον 258: Υπηρεσιακή κατάστασις 'Αρθρον 259: Σύστασις οργανικών θέσεων 'Αρθρον 260: Προσόντα Προσλήψεως 'Αρθρον 261: Τρόπος πληρώσεως Θέσεων 'Αρθρον 262: Διαδικασία προσλήψεως 'Αρθρον 263: Πράξις προσλήψεως 'Αρθρον 264: Ανάκλησις προσλήψεως 'Αρθρον 265: Δοκιμαστική υπηρεσία 'Αρθρον 266: Καθήκοντα, περιορισμοί και αστική ευθύνη 'Αρθρον 267: Υπερωριακή απασχόλησις 'Αρθρον 268: Αποδοχαί 'Αρθρον 269: Κωλύμματα παροχής εργασίας 'Αρθρον 270: Αναγγελία κωλύμματος 'Αρθρον 271: Διαδικασία περικοπής αποδοχών 'Αρθρον 272: Κανονική άδεια 'Αρθρον 273: Διάρκεια κανονικής αδείας 'Αρθρον 274: 'Αδειαι ανευ αποδοχών 'Αρθρον 275: Εκπαιδευτική άδεια 'Αρθρον 276: Τοποθέτησις 'Αρθρον 277: Απόσπασις 'Αρθρον 278: Μετακίνησις 'Αρθρον 279: Μετάταξις 'Αρθρον 280: Ατομικοί φάκελλοι - 'Εκθέσεις 'Αρθρον 281: Υπηρεσιακά συμβούλια 'Αρθρον 282: 'Εννοια πειθαρχικού αδικήματος 'Αρθρον 283: Πειθαρχικά αδικήματα 'Αρθρον 284: Πειθαρχικαί ποιναί 'Αρθρον 285: Πειθαρχικαί δικαιοδοσίαι 'Αρθρον 286: Πειθαρχικώς προιστάμενοι 'Αρθρον 287: Αρμοδιότης πειθαρχικώς προισταμένων 'Αρθρον 288: Πειθαρχικά συμβούλια 'Αρθρον 289: Εφέσεις 'Αρθρον 290: Λοιπαί πειθαρχικαί διατάξεις 'Αρθρον 291: Περιπττώσεις λύσεως της συμβάσεως εργασίας 'Αρθρον 292: 'Εκπτωσις 'Αρθρο 293: Απόλυσις 'Αρθρον 294: Απόλυσις λόγω ορίου ηλικίας 'Αρθρον 295: Απόλυσις δι' υπηρεσιακήν ανεπάρκειαν 'Αρθρον 296: Απόλυσις δια σωματικήν ή πνευματικήν ανικανότητα 'Αρθρο 297: Απόλυσις λόγω καταργήσεως θέσεως 'Αρθρον 298: Καταγγελία της συμβάσεως εργασίας υπό της υπηρεσίας 'Αρθρον 299: Καταγγελία της συμβάσεως εργασίας υπό του απασχολουμένου 'Αρθρον 300: Αποζημίωσις
ΤΜΗΜΑ Δ' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΠΡΟΣ ΚΑΛΥΨΙΝ ΕΠΟΧΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΑΙΡΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ 'Αρθρον 301: Πρόσληψις 'Αρθρον 302: Διαδικασία προσλήψεως 'Αρθρον 303: Χρόνος εργασίας 'Αρθρον 304: Αποδοχαί 'Αρθρον 305: Λύσις της συμβάσεως 'Αρθρον 306: Τοποθέτησις - Μετακίνησις 'Αρθρον 307: Μη δημοσίευσις εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αποφάσεων 'Αρθρον 308: Κωλύμματα διορισμού λόγω συγγενείας 'Αρθρον 309: Κυρώσεις κατά παραβατών διατάξεων
ΜΕΡΟΣ Δ' ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α' ΤΕΛΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 'Αρθρον 310: Παραπομπαί 'Αρθρον 311: Αποδείξις ηλικίας 'Αρθρον 312: Σύστασις λογαριασμού πληρωμής αποδοχών κοινοτικών υπαλλήλων 'Αρθρον 313: Κρατική οικονομική ενίσχυσις δια την μισθοδοσίαν κοινοτικών γραμματέων του δευτέρου μέρους 'Αρθρον 314: Καταβολή αποδοχών και τρόπος κινήσεως λογαριασμού 'Αρθρον 315: Διατάξεις μη ισχύουσαι επί υπαλλήλων ΟΤΑ 'Αρθρον 316: Εισφοραί λόγω ασφαλίσεως υπαλλήλων ΟΤΑ 'Αρθρον 317: Υπάλληλοι αναγνωριζομένης εις δήμον κοινότητος και καταργουμένων ή ενουμένων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως 'Αρθρον 318: 'Ενταξις υπαλλήλων ειδικών ταμείων και άλλων νομικών προσώπων 'Αρθρον 319: Προαγωγαί ή εντάξεις μη τελειωθείσαι 'Αρθρον 320: Ανάλογος εφαρμογή διατάξεων ισχυουσών επί δημοσίων υπαλλήλων 'Αρθρον 321: Δικαίωμα στεγάσεως 'Αρθρον 322: Ρύθμισις λεπτομερειών 'Αρθρον 323: Παραπεμπτικαί Διατάξεις 'Αρθρον 324: Κατάταξις υπηρετούντος προσωπικού 'Αρθρον 325: Υπηρεσιακή κατάστασις υπηρετούντος μη ειδικού επιστημονικού και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β' ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 'Αρθρον 326: Ισχύς εκδοθέντων διαταγμάτων ή αποφάσεων 'Αρθρον 327: Συγκρότησις υπηρεσιακών συμβουλίων 'Αρθρον 328: Διατήρησις ωφελημάτων 'Αρθρον 329: Κλάδοι προσωρινών θέσεων, κατεχομένων υπό τακτικών μονίμων υπαλλήλων 'Αρθρον 330: Γενική κατάταξις μονίμων υπαλλήλων εις κλάδους 'Αρθρον 331: Ειδική κατάταξις ενίων μονίμων υπαλλήλων εις κλάδους 'Αρθρον 332: Αυτοδικαία κατάταξις εισπρακτόρων και ρύθμισις ενίων περί αυτών θεμάτων 'Αρθρον 333: 'Ενταξις προσωρινών εισπρακτόρων 'Αρθρον 334: Σύστασις θέσεων 'Αρθρον 335: Κατάργησις κενουμένων θέσεων προσωρινών εισπρακτόρων 'Αρθρον 336: Μετάταξις υπαλλήλων 'Αρθρο 337: Μισθολογική προαγωγή των μισθολογικώς εξελισσομένων υπαλλήλων ΟΤΑ 'Αρθρον 338: Κώλυμα προαγωγής ενταγέντων ή επανενταγέντων υπαλλήλων ΟΤΑ 'Αρθρο 339: Προβάδισμα Υπαλλήλων 'Αρθρο 340: Πειθαρχικαί διατάξεις 'Αρθρον 341: Κατάργησις θέσεων νομικών συμβούλων Δήμου Θεσσαλονίκης 'Αρθρον 342: Μισθολογική προαγωγή υπαλλήλων κλάδων ΣΕ εις τον 6ον βαθμόν 'Αρθρον 343: Χρονος προαγωγής εις τον 9ον βαθμόν υπαλλήλων περιωρισμένης διαβαθμίσεως κατά την έναρξιν ισχύος του κώδικος 'Αρθρον 344: 'Ενταξις τεχνολόγων υπαλλήλων 'Αρθρον 345: 'Ενταξις γραμματέων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου κοινοτήτων, ών το προσωπικό υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του κώδικος 'Αρθρον 346: 'Ενταξις γραμματέων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου κοινοτήτων, ών το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του δευτέρου μέρους του κώδικος 'Αρθρον 347: Υπηρεσιακή κατάστασις κλητήρωνθυρωρών-γενικών καθηκόντων κοινοτήτων πληθυσμού κάτω των 2.000 κατοίκων 'Αρθρον 348: Υπολογισμός πλεονάζοντος χρόνου εις ενταγέντας υπαλλήλους βάσει του νόμου 292/1976 'Αρθρον 349: 'Ενταξις δημοτικών υπαλλήλων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου εις θέσεις κλάδου ΜΕ 15 'Αρθρον 350: Καταργούμενοι διατάξεις
*** *** ***
ΝΟΜΟΣ 1188/1981 Περί κυρώσεως του Κώδικος "περί καταστάσεως προσωπικού οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως (Κώδικας Προσωπικού των ΟΤΑ) (ΦΕΚ Α' αρ. 204/30-7-81)
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Ο ουσιαστικός έλεγχος (έγκριση) από το Νομάρχη των πράξεων των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρ. 234 παρ. 4, 317 παρ.6, 318 παρ. 2 και 334 παρ. 2 του Ν. 1188/1981, καταργήθηκε από το άρθρο μόνο Π.Δ. 222/4-8 Ιαν 1982, (ΦΕΚ Α'3). Ψηφίσαμε ομόφωνα και αποφασίσαμε:
'Αρθρον μόνον 1. Κυρούται ο υπό της Ειδικής Επιτροπής του Νόμου 421/1976 καταρτισθείς κώδιξ καταστάσεως προσωπικού οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, έχων ούτω, πλήν τών διατάξεων τών άρθρων α. 89 παρ. 10, εδάφιον τρίτον, 12 εδάφιον δεύτερον και 13, β. 106, παρ. 3, ως πρός την διαδικασίαν καθορισμού υπερωριακής εργασίας, γ. 106, παρ. 5, ως πρός τον ορισμόν των ημερών εκτός έδρας και δ. 256. 2. Τα θέματα περί ων αι μη κυρούμεναι διατάξεις των μεν περ. α' καί β' της προηγουμένης παραγράφου ρυθμίζονται κατά τας διατάξεις των άρθρων 7 και 8 του Ν. 754/1978 της δε περιπτώσεως γ' υπό των διατάξεων του Ν.Δ. 65/1973. Η ωριαία αποζημίωσις υπερωριακής εργασίας περί ής αι διατάξεις του άρθρου 109 είναι ίση προς την εκάστοτε καταβαλλομένην εις τους δημοσίους υπαλλήλους. 3. Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από l5ης Ιουλίου 1981.
ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 'Αρθρον 1 'Εννοια όρων 1. 'Οπου εις τον παρόντα κώδικα αναφέρονται "οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως" (ΟΤΑ) νοούνται οι δήμοι, αι κοινότητες, τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα και νομικά πρόσωπα και οι σύνδεσμοι δήμων, κοινοτήτων και δήμων και κοινοτήτων. 2. 'Οπου δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος κώδικος λαμβάνεται υπ' όψιν ο πληθυσμός, ως τοιούτος νοείται ο πραγματικός πληθυσμός ο εμφαινόμενος εις τους δημοσιευθέντας επισήμους πίνακας της τελευταίας απογραφής του πληθυσμού.
'Αρθρον 2 'Εκτασις εφαρμογής - Διαίρεσις ύλης 1. Εις τας διατάξεις του παρόντος κώδικος ο οποίος διαιρείται εις τέσσαρα μέρη υπάγεται το πάσης φύσεως προσωπικόν των ΟΤΑ, ως κάτωθι: α. Εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους υπάγεται τό μόνιμον προσωπικόν των δήμων, των κοινοτήτων πληθυσμού ανω των δύο χιλιάδων (2000) κατοίκων των δημοτικών και κοινοτικών ιδρυμάτων και των λοιπών ΟΤΑ επί του οποίου μέχρι της ενάρξεως ισχύος του παρόντος εφαρμόζονται αι διατάξεις περί προσωπικού των κοινοτήτων πληθυσμού ανω των δύο χιλιάδων κατοίκων. β. Εις τας διατάξεις του δευτέρου μέρους υπάγονται οι μόνιμοι κοινοτικοί γραμματείς ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως και oι μόνιμοι αδιαβάθμιστοι υπάλληλοι των κοινοτήτων και των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων και των συνδέσμων εν γένει, γ) εις τας διατάξεις του τρίτου μέρους, υπάγεται το προσωπικόν ειδικών θέσεων και το επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσλαμβανόμενον προσωπικόν. 2. Το τέταρτον μέρος περιλαμβάνει τας τελικάς και μεταβατικάς διατάξεις.
'Αρθρον 3 Προϋποθέσεις υπαγωγής προσωπικού ΟΤΑ εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους 1. Εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους δύναται να υπαχθούν: α. οι μόνιμοι κοινοτικοί γραμματείς ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως και το αδιαβάθμιστον μόνιμον προσωπικόν των κοινοτήτων, αι οποίαι κατά τα δύο τελευταία οικονομικά έτη επραγματοποίησαν μέσον όρον τακτικών εσόδων ποσόν τουλάχιστον τριπλάσιον του ποσού εις το οποίον ανέρχεται η ετήσια δαπάνη του "εισαγωγικού μισθολογικού κλιμακίου δύο υπαλλήλων κατηγορίας ΔΕ" (αντικ. από την παρ. 1 άρθρου 30 Π.Δ. 37α/1987 ΦΕΚ Α'11), β. το προσωπικόν δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων, τα οποία ως εκ του σκοπού της συστάσεώς των και της εν γένει δράσεως αυτών προώρισται να έχουν μακρόν βίον, συντρεχούσης και της οικονομικής προυποθέσεως της επομένης περιπτώσεως, γ. το προσωπικόν συνδέσμων δήμων, κοινοτήτων ή δήμων και κοινοτήτων οι οποίοι καλύπτουν διαρκούς φύσεως ανάγκας. Η υπαγωγή του προσωπικού των συνδέσμων επιτρέπεται μόνον έφ' όσον, εις την απόφασιν του διοικητικού συμβουλίου του συνδέσμου, καθορίζονται ο αριθμός και η διαβάθμισις των συνιστωμένων θέσεων μονίμου προσωπικού και ο σύνδεσμος κατά τα δύο τελευταία οικονομικά έτη, επραγματοποίησε μέσον όρον πάσης φύσεως τακτικών εσόδων ποσόν τουλάχιστον διπλάσιον του ποσού εις το οποίον ανέρχεται η ετησία δαπάνη του βασικού μισθού μετά του χρονοεπιδόματος του καταληκτικού βαθμού των προτεινομένων θέσεων. Δια τον υπολογισμόν του μέσου όρου αφαιρούνται από τα πάσης φύσεως ετήσια τακτικά έσοδα αι αντίστοιχοι υποχρεωτικαί δαπάναι και δαπάναι διοικήσεως τα τοκοχρεωλύσια δανείων και αι εν γένει δαπάναι μισθοδοσίας του απασχολουμένου επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού, εφ' όσον αι θέσεις αυταί δεν μετατρέπονται εις τοιαύτας μονίμου προσωπικού. 2. "Η υπαγωγή του προσωπικού της παραγράφου 1 ενεργείται με απόφαση του κοινοτικού συμβουλίου ή διοικητικού συμβουλίου του νομικού προσώπου ή συνδέσμου, ύστερα από σύμφωνη γνωμοδότηση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το υπηρεσιακό συμβούλιο γνωμοδοτεί κατόπιν εγγράφου ερωτήματος που απευθύνει προς αυτό ο εκπροσωπών τον οικείο οργανισμό ή κατόπιν αίτησης των ενδιαφερομένων υπαλλήλων. Προκειμένου περί συνδέσμων που έχουν την έδρα τους στην περιφέρεια του Ν. Αττικής και οι μετέχοντες δήμοι και κοινότητες ανήκουν σε διαφορετικούς νομούς ή νομαρχίες, αρμόδιο για την έκδοση της γνωμοδότησης είναι το υπηρεσιακό συμβούλιο της Νομαρχίας Αθηνών" (αντικ. της παρ. 2 από την παρ. 1 του άρθρου 3 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 3. Το υπηρεσιακόν συμβούλιον γνωμοδοτεί ητιολογημένως περί της συνδρομής ή μη των προυποθέσεων της κατά τη παράγρ. 1 του παρόντος υπαγωγής. 4. Κατά την εν τη παραγράφω 2 διαδικασίαν επιτρέπεται άρσις της υπαγωγής του προσωπικού των ΟΤΑ του παρόντος άρθρου, ως και του προσωπικού των κοινοτήτων της περιπτώσεως α' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 έφ' όσον άπασαι αι υπό του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας προβλεπόμεναι θέσεις μονίμου προσωπικού είναι κεναί και διαπιστούται έλλειψις των υπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου οριζομένων οικονομικών προυποθέσεων. Ειδικώς επί κοινοτήτων πληθυσμού άνω των δύο χιλιάδων κατοίκων απαιτείται και μείωσις του πληθυσμού κάτω του ορίου τούτου. Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου εφαρμόζονται και επί του προσωπικού των λοιπών ΟΤΑ, πλήν των ιδρυμάτων επί του οποίου μέχρι της ενάρξεως ισχύος του παρόντος εφηρμόζοντο αι διατάξεις περί του προσωπικού των κοινοτήτων πληθυσμού άνω των δύο χιλιάδων κατοίκων.
'Αρθρον 4 'Ενταξις προσωπικού υπαγομένου εις το Α' Μέρος 1. Εντός τριμήνου από της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της κατά το άρθρον 3 παρ. 2 αποφάσεως του νομάρχου, δι' αποφάσεως του οικείου ΟΤΑ καταρτίζεται ο οργανισμός εσωτερικής υπηρεσίας κατά τας διατάξεις του άρθρου 12. Εις τας δι' αυτού συνιστωμένας θέσεις εντάσσεται το κατά τον χρόνον δημοσιεύσεως της κατά τα ανωτέρω αποφάσεως του νομάρχου υπηρετούν εις τον οικείον ΟΤΑ μόνιμον προσωπικόν. Το επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικόν κατατάσσεται εις αντιστοίχου ειδικότητος θέσεις επί τη αυτή, σχέσει συνιστωμένας κατά τα ανωτέρω. 2. Η ένταξις ενεργείται δια πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου του οικείου ΟΤΑ, εκδιδομένης μετά προηγουμένην σύμφωνον γνωμοδότησιν του, αρμοδίου υπηρεσιακού συμβουλίου και δημοσιευομένης, εν περιλήψει εις τήν Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. H πράξις της εντάξεως εκδίδεται εντός διμήνου από της περιελεύσεως εις την υπηρεσίαν του οικείου ΟΤΑ της γνωμοδοτήσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου, ήτις προκαλείται δι' έγγράφου του απευθυνομένου υποχρεωτικώς προς το υπηρεσιακόν συμβούλιον εντός μηνός από της δημοσιεύσεως του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. (Καταργήθηκε το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 από την παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 3. Η ένταξις ενεργείται επί τη βάσει των τυπικών, πλήν της ηλικίας, προσόντων του υπαλλήλου εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της αντιστοίχου θέσεως, δύναται, όμως μετ' έκτίμησιν των ουσιαστικών προσόντων αυτού, να γίνη και εις ανώτερον βαθμόν, εάν ο εντασσόμενος έχη χρόνον πραγματικής υπηρεσίας εν τη εννοία της παρ. 2 του άρθρου 219 ίσον ή ανώτερον προς τον κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος απαιτούμενον προς προαγωγήν εις τον ανώτερον τούτον βαθμόν και διανυθέντα μετά των τυπικών προσόντων της θέσεως. (Δεν επιτρέπεται ένταξις εις βαθμόν ανώτερον του 6ου). [Η φράση μέσα σε () διαγράφηκε από την παρ. 2 άρθρου 30 Π.Δ. 37α/1987 (ΦΕΚ Α' 11)]. Ο τυχόν πλεονάζων χρόνος μετά την κατά τα ανωτέρω ένταξιν των υπαλλήλων, λογίζεται ως διανυθείς εις τον βαθμόν εις τον οποίον θα ενταχθή, έκαστος, υπολογιζόμενος δια την προαγωγήν εις τον επόμενον βαθμόν. 4. Κατ' έξαίρεσιν των οριζομένων υπό των διατάξεων των άρθρων 41 εως και 85 οι στερούμενοι των απαιτουμένων δια τας θέσεις γραμματικών προσόντων δύνανται να ενταχθούν ή να προαχθούν, άλλ' εις βαθμόν ουχί ανώτερον του μεθεπομένου του εισαγωγικού της θέσεως. 5. Οι εντασσόμενοι εις βαθμόν ανώτερον του εισαγωγικού καθίστανται αυτοδικαίως μόνιμοι από της δημοσιεύσεως της εντάξεώς των, οι δε λοιποί μονιμοποιούνται κατά τας διατάξεις του άρθρου 103 του παρόντος. 6. Η κατά τας προηγουμένας παραγράφου ένταξις δεν ενεργείται, έφ' όσον κατ' αίτησιν του ενδιαφερομένου υπαλλήλου αύτη καθιστά χείρονα την θέσιν αυτού. "Η αίτηση αυτή πρέπει να υποβληθεί μέσα σε ένα δίμηνο από τη δημοσίευση της απόφασης της παρ. 2 του άρθρου 3 του παρόντος" (αντικ. του β' εδαφ. της παρ. 2 από την παρ. 3 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 7. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί του μονίμου προσωπικού των κοινοτήτων των οποίων ο πληθυσμός ήθελεν υπερβή τους δύο χιλιάδας κατοίκους.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΜΟΝΙΜΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' : ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ - ΥΓΙΕΙΟΝΟΜΙΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΑΙ - ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ Α' ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΑΙ 'Αρθρα 5-6 : Υπηρεσιακόν συμβούλιον παρ' έκάστη νομαρχία Υπηρεσιακόν συμβούλιον παρά τοις Δήμοις Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης 1. Συνιστάται σε κάθε νομό και νομαρχία υπηρεσιακό συμβούλιο συγκροτούμενο με απόφαση του Περιφερειακού Δ/ντή το οποίο αποτελείται από: α. τρεις (3) δημοτικούς ή κοινοτικούς υπαλλήλους που ορίζονται από τον Περιφερειακό Δ/ντή, ύστερα από υπόδειξη της διοικούσας επιτροπής της τοπικής ένωσης δήμων και κοινοτήτων. β. δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων, που εκλέγονται με άμεση, καθολική και μυστική ψηφορορία. Ο τρόπος, η διαδικασία και οι λοιπές προυποθέσεις της εκλογής καθορίζονται με απόφαση τους Υπουργού Εσωτερικών μετά γνώμη της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Π.Ο.Ε. - Ο.Τ.Α.). Η γνώμη της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης παρέχεται μέσα σε προθεσμία που τάσσεται από τον Υπουργό Εσωτερικών και δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δέκα πέντε (15) ημέρες. Μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής η απόφαση εκδίδεται χωρίς τη γνώμη της Π.Ο.Ε. - Ο.Τ.Α. 2. Καθήκοντα γραμματέα του συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος του δήμου της έδρας του νομού, με εξαίρεση τα συμβούλια νομαρχιών Νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης που καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του πολυπληθέστερου δήμου, πλην των Δήμων Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης. Ο γραμματέας του συμβουλίου πρέπει να είναι κλάδου ΠΕ1 διοικητικού ή ΤΕ17 διοικητικών - λογιστικών ή ΔΕ1 διοικητικών με βαθμό τουλάχιστον Γ'. 3. Ως τόπος συνεδρίασης του συμβουλίου ορίζεται το κατάστημα του δήμου της έδρας του νομού και το κατάστημα του πολυπληθέστερου δήμου για τα συμβούλια των νομαρχιών του Νομού Αττικής και του Νομού Θεσσαλονίκης, πλην των Δήμων Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης. 4. Στη διοικητική περιφέρεια της Νομαρχίας Αθηνών συνιστώνται τρια (3) υπηρεσιακά συμβούλια με αρμοδιότητα τους κατωτέρω Ο.Τ.Α.: Α' Υπηρεσιακό Συμβούλιο. Ταύρου, Μοσχάτου, Καλλιθέας, Ν. Σμύρνης, Π. Φαλήρου, Αγ.Δημητρίου, Δάφνης, Υμηττού, Βύρωνα, Ηλιούπολης, Αλίμου, Αργυρούπολης, Ελληνικού και Γλυφάδας. Β' Υπηρεσιακό Συμβούλιο. Αιγάλεω, Αγ. Βαρβάρας, Χαιδαρίου, Περιστερίου, Πετρούπολης, Ν.Λιοσίων, Αγ. Αναργύρων και Καματερού. Γ' Υπηρεσιακό Συμβούλιο. Νέας Χαλκηδόνας, Ν. Φιλαδέλφειας, Μεταμόρφωσης, Ν. Ιωνίας, Ηρακλείου, Λυκόβρυσης, Πεύκης, Γαλατσίου, Φιλοθέης, Ψυχικού, Ν. Ψυχικού, Χολαργού, Παπάγου, Ζωγράφου, Καισαριανής, Αγ. Παρασκευής, Χαλανδρίου, Βριλησσίων, Μελισσίων, Πεντέλης, Ν. Πεντέλης, Εκάλης, Νέας Ερυθραίας, Αμαρουσίου και Κηφισιάς. 5. Τα ανωτέρω υπηρεσιακά συμβούλια της Νομαρχίας Αθηνών συγκροτούνται με απόφαση του ΠεριφερειακούΔ/ντή και αποτελούνται από: α. τρεις (3) δημοτικούς ή κοινοτικούς υπαλλήλους, που ορίζονται από τον Περιφερειακό Δ/ντή, ύστερα από υπόδειξη της διοικούσας επιτροπής της τοπικής ένωσης δήμων και κοινοτήτων. β. δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων των οικείων ΟΤΑ, που εκλέγονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση β' της υποπαραγράφου (1) αυτού του άρθρου. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του πολυπληθεστέρου δήμου Ως τόπος συνεδρίασης των ανωτέρω συμβουλίων ορίζεται το κατάστημα του πολυπληθέστερου δήμου. 6. Σε καθέναν από τους Δήμους Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης συνιστάται υπηρεσιακό συμβούλιο που συγκροτείται με απόφαση του Περιφερειακού Δ/ντή και αποτελείτα από : α. τρεις (3) δημοτικούς υπαλλήλους που ορίζονται από το δημοτικό συμβούλιο, σύμφωνα με τους όρους και τις προυποθέσεις της περ. α' της υποπαραγράφου (1) αυτού του άρθρου. β. δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων του οικείου δήμου, που εκλέγονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση β' της υποπαραγράφου (1) αυτού του άρθρου. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος κλάδου ΠΕ1 διοικητικού ή ΤΕ17 διοικητικών - λογιστικών ή ΔΕ1 διοικητικών του οικείου δήμου με βαθμό τουλάχιστον Γ', που προτείνεται από το δήμαρχο. 7. Για τα υπηρεσιακά συμβούλια των υποπαραγράφων (1), (4) και (6) της παρ. 3 αυτού του άρθρου ισχύουν τα ακόλουθα : α. Τα μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου ορίζονται ή εκλέγονται με ισάριθμους αναπληρωτές. Αν λυθεί η υπαλληλική σχέση αιρετού μέλους του συμβουλίου , τακτικό μέλος ορίζεται ο επόμενος στη σειρά εκλογής για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα της θητείας. β. Με την απόφαση συγκρότησης του υπηρεσιακού συμβουλίου ορίζεται ο πρόεδρος και ο αναπληρωτής του μεταξύ των τακτικών μελών του υπηρεσιακού συμβουλίου. γ. 'Οταν το υπηρεσιακό συμβούλιο λειτουργεί ως πειθαρχικό, ο πρόεδρος αντικαθίσταται από δικαστικό λειτουργό ή σύμβουλο ή πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στις διατάξεις της παρ. Β1 του αρθρου 40 του Ν. 1884/90 (ΦΕΚ-81 Α'). δ. Αν τα αιρετά μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου περιλαμβάνονται μεταξύ αυτών που κρίνονται για προιστάμενοι οργανικής μονάδας, αυτά κρίνονται κατά την πρώτη συνεδρίαση και δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτή για την κρίση που τους αφορά. Αν και τα αναπληρωματικά μέλη έχουν το ίδιο κώλυμα, το υπηρεσιακό συμβούλιο συνεδριάζει με τα υπόλοιπα μέλη. ε. Κατά τα λοιπά για τη συγκρότηση, λειτουγία και τήρηση πρακτικών των υπηρεσιακών συμβουλίων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 8,9 και 10 του Ν. 1188/81, όπως ισχύουν και κατά το μέρος που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος. 8. 'Εως τη συγκρότηση των υπηρεσιακών συμβουλίων του άρθρου αυτού εξακολουθούν να λειτουργούν τα υπάρχοντα. 9. Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου αυτού, τα αιρετά μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων των υποπαραγράφων (1) και (6) του παρόντος, καθώς και οι αναπληρωτές τους, είναι αυτά που έχουν εκλεγεί σύμφωνα με την 27581/94 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών (ΦΕΚ-486 Β') με την επιφύλαξη της υποπαραγράφου (4) του άρθρου αυτού" (αντικ. των παρ. 5 και 6 από την παρ. 4 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 7 Υπηρεσιακόν συμβούλιον παρά τω Υπουργείω Εσωτερικών 1. Παρά τω Υπουργείω Εσωτερικών, συνιστάται υπηρεσιακόν συμβούλιον προσωπικού των εν άρθρω 2 του παρόντος ΟΤΑ, συγκροτούμενον δι' αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών και αποτελούμενον: α. εκ του γενικού διευθυντού τοπικής αυτοδιοικήσεως, ως προέδρου, β. εκ του αναπληρωτού γενικού διευθυντού τοπικής αυτοδιοικήσεως, γ. εκ του διευθυντού της διευθύνσεως προσωπικού οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, δ. εξ ενός υπαλλήλου κλάδου ΑΤ επί βαθμού 3ω ή 2ω της γενικής διευθύνσεως τοπικής αυτοδιοικήσεως και ε. εκ τριών δημοτικών υπαλλήλων των δήμων τέως διοικήσεως πρωτευούσης κλάδου ΑΤ1 επί βαθμοίς 1ω έως 3ω, οριζομένων υπό του Υπουργού Εσωτερικών. 2. Καθήκοντα γραμματέως εκτελεί διοικητικός υπάλληλος κλάδου ΑΤ1 της διευθύνσεως ΠΟΤΑ του Υπουργείου Εσωτερικών επί 8ω βαθμώ τουλάχιστον. 3. Το κατά το παρόν άρθρον υπηρεσιακόν συμβούλιον είναι αρμόδιον δια την κρίσιν των υπαλλήλων, περί ών το άρθρον 2 του παρόντος ΟΤΑ επί βαθμώ 3ω και άνω, προκειμένου δε περί προαγωγών επί βαθμώ 4ω και άνω.
'Αρθρον 8 Συγκρότησις υπηρεσιακών συμβουλίων 1. Τά μέλη εκάστου υπηρεσιακού συμβουλίου μετά ισαρίθμων αναπληρωματικών ορίζονται επί διετεί θητεία αρχομένην απο 1ης Ιανουαρίου δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς συγκρότησιν αυτών οργάνου, εκδιδομένης εντός του μηνός Δεκεμβρίου του δευτέρου έτους της θητείας των. 2. Διαρκούσης της θητείας δεν επιτρέπεται η αντικατάστασις των προέδρων, μελών και γραμματέων των υπηρεσιακών συμβουλίων τακτικών τε και αναπληρωματικών ει μη κατά την αυτήν διαδικασίαν έφ' όσον συντρέχουν σοβαροί υπηρεσιακοί λόγοι βεβαιούμενοι δια της σχετικής αποφάσεως. 3. Δια της περί συγκροτήσεως των συμβουλίων αποφάσεως ορίζονται οι γραμματείς αυτών μετά των αναπληρωτών των. 4. Εάν τα δημοτικά Συμβούλια δεν ήθελον ορίσει τα μέλη και οι δήμαρχοι τα μέλη ή τους γραμματείς των υπηρεσιακών συμβουλίων μέχρι και της εικοστής Δεκεμβρίου, ούτοι ορίζονται υπό του αρμοδίου προς συγκρότησιν του συμβουλίου οργάνου.
'Αρθρον 9 Λειτουργία υπηρεσιακών συμβουλίων 1. 'Εκαστον υπηρεσιακόν συμβούλιον αποτελεί ιδίαν αρχήν. 2. Τα υπηρεσιακά συμβούλια γνωμοδοτούν ή αποφασίζουν εις τας υπό του νόμου οριζομένας περιπτώσεις, κατόπιν εγγράφου ερωτήματος απευθυνομένου προς αυτά υπό του κατά περίπτωσιν αρμοδίου οργάνου. 3. Τα υπηρεσιακά συμβούλια συνεδριάζουν του άρθρου 5 εν τω καταστήματι της οικείας νομαρχίας, του άρθρου 6 εν τη καταστήματι του οικείου δήμου και του άρθρου 7 εκ τω καταστήματι του Υπουργείου Εσωτερικών. 4. Το συμβούλιον συνέρχεται τή προσκλήσει καί υπό την προεδρίαν του προέδρου τούτου, όστις καταρτίζει την ημερησίαν διάταξιν των προς συζήτησιν θεμάτων και ορίζει εισηγητάς εκ των μελών του συμβουλίου. Εν τή προσκλήσει αναγράφονται τα προς συζήτησιν θέματα και οι εισηγηταί τούτων. Η πρόσκλησις επιδίδεται εις τα μέλη τρείς τουλάχιστον πλήρεις ημέρας προ της συνεδριάσεως. Ωσαύτως, ο Πρόεδρος μεριμνά εγκαίρως, προ της εις το συμβούλιον εισαγωγής θέματος, δια την συγκέντρωσιν πάντων των στοιχείων, των αναγκαιούντων, προς μόρφωσιν ασφαλούς γνώμης των οικείων οργανισμών υποχρεουμένων να υποβάλλουν εγκαίρως πλήρη φάκελλον της υποθέσεως. 5. Τα θέματα της ημερησίας διατάξεως καταχωρίζονται εις τα πρακτικά της συνεδριάσεως και συζητούνται κατά την εν αυτή οριζομένην σειράν αυτών. Μεταβολή της σειράς ή προσθήκη ετέρου θέματος επιτρέπεται κατόπιν αποφάσεως του Συμβουλίου αναφερομένης εις τα πρακτικά. 6. Η εις το συμβούλιον συμμετοχή αναπληρωματικού μέλους επιτρέπεται μόνον εν περιπτώσει απουσίας ή κωλύματος του τακτικού, γενομένης ρητής μνείας εις τα πρακτικά. 7. Εν περιπτώσει απουσίας του προέδρου ή του αναπληρωτού αυτού του Συμβουλίου προεδρεύει του μεν άρθρου 7 ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής τοπικής αυτοδιοικήσεως του Υπουργείου Εσωτερικών και τούτου απόντος ή κωλυομένου, ο κατά βαθμόν ανώτερος και επί ισοβάθμων ο αρχαιότερος, των δε άρθρων 5 και 6 ο κατά βαθμόν ανώτερος και επί ισοβάθμων ο αρχαιότερος. Εις πάσαν περίπτωσιν τηρείται το προβάδισμα των κλάδων. 8. Τα συμβούλια συνεδριάζουν τα μεν επταμελή παρόντων πέντε τουλάχιστον μελών, τα δε πενταμελή παρόντων τριών τουλάχιστον μελών. Δια την λήψιν αποφάσεων η έκδοσιν γνωμοδοτήσεως απαιτείται δια πάσαν περίπτωσιν απόλυτος πλειοψηφία των παρόντων. Εν ισοψηφία επικρατεί η ψήφος του προέδρου. 9. Του συμβουλίου δεν δύναται να μετάσχουν νεώτεροι ή κατώτεροι του κρινομένου, έφ' όσον υπηρετούν εις τον αυτόν οργανισμόν μετά του κρινομένου. Εις την περίπτωσιν ταύτην ως και εις την περίπτωσιν κωλύματος, κατά το άρθρον 99 μελών του συμβουλίου, τούτο συνεδριάζει νομίμως δια των υπολοίπων μελών αυτού κατά τα λοιπά εφαρμοζομένων των εις την προηγουμένην παράγραφον οριζομένων.
'Αρθρον 10 Τήρησις πρακτικών 1. Τα πρακτικά εκάστης συνεδριάσεως τηρούνται επιμελεία του γραμματέως τη εποπτεία του προέδρου. Εν αρχή των πρακτικών εκάστης συνεδριάσεως γίνεται μνεία του προέδρου ή του αναπληρωτού αυτού, των λοιπών κληθέντων και παρασάντων τακτικών μελών του συμβουλίου, των εκ τούτων απόντων καίτοι κληθέντων ή δηλωσάντων κώλυμα των εις αναπλήρωσιν αυτών κατά σειρά κληθέντων μελών και του γραμματέως του συμβουλίου καταχωρίζονται υπό του γραμματέως τα καθ' εκάστην συνεδρίασιν τούτου συζητηθέντα και αποφασισθέντα, ως και η γνώμη των τυχών μειοψηφησάντων. Τα πρακτικά εκάστης συνεδριάσεως υπογράφονται υπό του προέδρου και του γραμματέως και καταχωρίζονται εις ειδικόν βιβλίον αριθμημένον και μονογραφημένον υπό του προέδρου. Αντί ειδικού βιβλίου δύναται να χρησιμοποιούνται φύλλα χάρτου τα οποία βιβλιοδετούνται κατ' έτος μερίμνη της οικείας υπηρεσίας. 2. Ο πρόεδρος του συμβουλίου αποστέλει εις τον οικείον οργανισμόν κεκυρωμένον αντίγραφον των πρακτικών εκάστης συνεδριάσεως μετά του σχετικού φακέλλου. 3. Ο γραμματεύς του συμβουλίου τηρεί το πρωτόκολλον, αρχείον και το βιβλίον πρακτικών και διεκπεραιεί τα έγγραφα του συμβουλίου κατά τας εντολάς και οδηγίας του προέδρου.
'Αρθρον 11 Υγειονομικαί επιτροπαί 1. Αι κατά τας διατάξεις του κώδικος καταστάσεως δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων υγειονομικαί επιτροπαί γνωματεύουν και προκειμένου περί των υπαλλήλων των ΟΤΑ, εις ας περιπτώσεις απαιτείται τοιαύτη γνωμάτευσις, κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος. 2. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις των άρθρων 10, 11, 12, 13, 14 καί 111 του Π.Δ. 611/1977 "περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον, υπό τίτλον "Υπαλληλικός Κώδιξ", των ισχυουσών διατάξεων των αναφερομένων εις την κατάστασιν των υπαλλήλων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ." ως αύται εκάστοτε ισχύουν.
Β' ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ - ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ 'Αρθρον 12 Οργανισμοί εσωτερικής υπηρεσίας- Συγκρότηση υπηρεσιών 1. Με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας, καθορίζονται η εσωτερική διάρθρωση των υπηρεσιών σε διευθύνσεις, τμήματα και γραφεία, οι αρμοδιότητές τους και οι θέσεις κατά κατηγορίες και κλάδους προσωπικού. 2. Με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού ή διοικητικού συμβουλίου ψηφίζονται οι οργανισμοί εσωτερικής υπηρεσίας των δήμων, κοινοτήτων, δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων, ιδρυμάτων και συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, αντίστοιχα, και εκδίδεται πράξη του Περιφερειακού Δ/ντή, ύστερα από γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3. Η σύσταση θέσεων προσωπικού με τους οργανισμούς εσωτερικής υπηρεσίας των ΟΤΑ γίνεται μετά από εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών και με την προυπόθεση ότι για τη σύσταση κάθε νέας τακτικής θέσης θα πρέπει ο μέσος όρος των τακτικών εσόδων των δύο τελευταίων χρόνων, κάθε ΟΤΑ, να είναι διπλάσιος του ποσού στο οποίο ανέρχεται η ετήσια δαπάνη του βασικού μισθού μετά της ΑΤΑ του καταληκτικού μισθολογικού κλιμακίου των προτεινόμενων θέσεων, πολλαπλασιαζομένης της δαπάνης αυτής επί δύο (2). 4. Τροποποίηση των οργανισμών εσωτερικής υπηρεσίας των ΟΤΑ γίνεται με την ανωτέρω διαδικασία. Με επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 317, 318 και 320 δεν επιτρέπεται η τροποποίηση των οργανισμών κατά το τελευταίο έτος της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου. 5. Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή όταν πρόκειται για τη σύσταση θέσεων προσωπικού των συμβουλίων περιοχής. Για τη σύσταση θέσεων προσωπικού με τους οργανισμούς εσωτερικής υπηρεσίας των συμβουλίων περιοχής λαμβάνονται ιδίως υπόψη ο αριθμός των ΟΤΑ που απαρτίζουν το συμβούλιο περιοχής, η εδαφική έκτασή τους, ο πληθυσμός τους, τα προσδοκώμενα έσοδά τους, η έκταση του οδικού, ηλεκτρικού, υδρευτικού και αποχετευτικού δικτύου τους, καθώς και κάθε άλλος παράγοντας που αναδεικνύει την αναπτυξιακή τους δραστηριότητα" (αντικ. του άρθρου 12 από την παρ. 5 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-118 Α').
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β' ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΚΑΙ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ 'Αρθρον 13 Προσόντα διορισμού 1. Τα κατά τα επόμενα άρθρα προσόντα δέον νά έχη ο υποψήφιος και κατά τον χρόνον του διαγωνισμού ή επί επιλογής κατά την ημέραν της λήξεως της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων των υποψηφίων και κατά τον χρόνον του διορισμού. 2. Κατ' εξαίρεσιν το κατά το άρθρον 15 όριον της ηλικίας, δέον να έχη ο υποψήφιος κατά τον χρόνον του διαγωνισμού.
'Αρθρον 14 Ελληνική Ιθαγένεια 1. Ουδείς διορίζεται αν δεν κέκτηται την Ελληνικήν Ιθαγένειαν. 2. Αλλογενής αποκτήσας την Ελληνικήν Ιθαγένειαν, δια πολιτογραφήσεως, δεν δύναται να διορισθή προ της συμπληρώσεως πενταετίας από ταύτης. 3. Διορισμός αλλοδαπών επιτρέπεται μόνον εις τας υπό ειδικών νόμων προβλεπομένας περιπτώσεις.
'Αρθρον 15 Ηλικία 1. Ουδείς διορίζεται προ της συμπληρώσεως του 21ου ή μετά την συμπλήρωσιν του 35ου έτους της ηλικίας του. Επιτρέπονται εξαιρέσεις καθοριζόμεναι δια διαταγμάτων εκδιδομένων επί τη προτάσει του Υπουργού Εσωτερικών. 2. Δια την εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου ως ημέρα γεννήσεως λαμβάνεται η 1η Ιανουαρίου του έτους γεννήσεως.
'Αρθρον 16 Κωλύματα διορισμού 1. Δέν διορίζεται υπάλληλος: α. ο μη εγεγγραμμένος, προκειμένου μεν περί αρρένων εις το μητρώον αρρένων προκειμένου δε περί θηλέων εις το γενικόν μητρώον των δημοτών. β. ο μη εκπληρώσας τας στρατιωτικάς αυτού υποχρεώσεις ή μή απαλλαγείς τούτων νομίμως. γ. ο ανυπότακτος ή ο τελεσιδίκως καταδικασθείς επί λιποταξία, δ. ο λόγω καταδίκας στερηθείς των πολιτικών δικαιωμάτων και μετά την λήξιν του ορισθέντος δια την στέρησιν χρόνου, ε. ο καταδικασθείς εις οιανδήποτε ποινήν επί κλοπή, υπεξαιρέσει, απάτη, εκβιάσει, πλαστογραφία, απιστία, δωροδοκία, καταπιέσει, παραβάσει καθήκοντος, εγκλήματι κατά των ηθών και συκοφαντική δυσφημήσει, στ. ο υπόδικος ο δια τελεσιδίκου βουλεύματος παραπεμφθείς επί κακουργήματι ή επί τινι των εν τη προηγουμένη περιπτώσει αναφερομένων πλημμελημάτων, ζ. ο τελών υπό απαγόρευσιν ή δικαστικήν αντίληψιν, η. ο μή κεκτημένος το προσήκον ήθος. Εις το ήθος περιλαμβάνεται και η αφοσίωσις εις την Πατρίδα και την Δημοκρατίαν κατά το Σύνταγμα, θ. ο δι' αποφάσεως υπηρεσιακού συμβουλίου διά πειθαρχικούς λόγους απολυθείς εκ θέσεως δημοσίου υπαλλήλου, υπαλλήλου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, και ι. ο μη ων υγιής. 2. Η παραγραφή αδικήματος, έφ' ώ διετάχθη παραπομπή διά τελεσιδίκου βουλεύματος, η αποκατάστασις, η αμνηστία και η χάρις δεν αίρουν την κατά την προηγουμένην παράγραφον ανικανότητα. Η χάρις μετ' άρσεως των συνεπειών αίρει την ανικανότητα προς διορισμόν. 3. Η περί της υγείας και αρτιμελείας πιστοποίησις γίνεται υπό της οικείας υγειονομικής επιτροπής, κατά τας διατάξεις του άρθρου 11, είναι δε ανίσχυρος μετά πάροδον εξαμήνου από της εκδόσεως της ως και εις περίπτωσιν καθ' ήν δέν στηρίζεται επί ακτινογραφίας θώρακος. 4. Η πιστοποίησις ότι ο ενδιαφερόμενος δεν παρουσιάζει υγείαν και αρτιμέλειαν επιτρέπουσαν τον διορισμόν, υπόκειται εις ένστασιν ενώπιον της οικείας δευτεροβαθμίου υγιεονομικής επιτροπής. Δια τους εξαιρεθέντας της στρατιωτικής υπηρεσίας εκ λόγων υγείας, δέον να πιστοποιήται προσθέτως παρά της υγειονομικής επιτροπής ότι αποκατεστάθη πλήρως η υγεία αυτών και ότι δεν θεωρείται ως πιθανή η υποτροπή της νόσου, ως εκ της αναλήψεως της δι' ήν προορίζονται υπηρεσίας. 5. Οι κατά το άρθρον 25 του ν. 232/1975 "περί επιμορφώσεως δημοσίων υπαλλήλων, υπότροφοι του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, αθετούντες τας κατά το άρθρον τούτο υποχρεώσεις, κωλύονται επί πενταετίαν να διορισθούν έφ' οιαδήποτε σχέσει, εις ετέραν θέσιν ΟΤΑ.
'Αρθρον 17 Δήλωσις υποψηφίου προς διορισμόν Ο υποψήφιος προς διορισμόν υποβάλλει δήλωσιν, εν α αναφέρει εάν τυχόν έχη καταδικασθή λόγω ποινικού αδικήματος ή απολυθή, εκ θέσεως δημοσίου υπαλλήλου ή υπαλλήλου άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου δια πειθαρχικούς λόγους, ως και πάν έτερον στοιχείον περί του βίου του, ζητουμένου παρ' αυτού. Ο υποβαλών ψευδή δήλωσιν υπέχει τας εκ του νόμου συνεπείας.
'Αρθρον 18 Διαγωνισμός 1. Ουδείς, εξαιρέσει των εν άρθρω 20 περιπτώσεων, διορίζεται υπάλληλος αν μη επιτύχη εις διαγωνισμόν ενώπιον τριμελούς επιτροπής συγκροτουμένης α) εξ ενός ανωτέρου μονίμου δημοσίου υπαλλήλου και "β) από δύο μόνιμους δημοτικούς υπαλλήλους. Για την πλήρωση θέσεων κοινοτήτων, αντί των δημοτικών υπαλλήλων ορίζονται δύο μόνιμοι κοινοτικοί υπάλληλοι. 'Ολα τα μέλη της επιτροπής πρέπει να είναι υπάλληλοι των κλάδων ΑΤ, με εξαίρεση τις περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων κλάδου ΑΡ καί ΜΕ, κατά τις οποίες όταν λείπουν υπάλληλοι κλάδων ΑΤ, τα μέλη της επιτροπής ορίζονται από τους κλάδους αυτούς". (αντικ. από την παρ. 4 άρθρου 65 Ν. 1416/1984 (ΦΕΚ Α' 18). 2. Εν ελλείψει των κατά την προηγουμένην παράγραφον δημοτικών ή κοινοτικών υπαλλήλων, η επιτροπή συγκροτείται κατά το ελλείπον μέρος εξ ανωτέρων μονίμων δημοσίων υπαλλήλων κλάδων ΑΤ. Η επιτροπή συντίθεται εκάστοτε δια πράξεως του νoμάρχου. 3. Εις περιπτώσεις καθ' ας δέον νά γίνη εξέτασις εις ειδικά μαθήματα, επιτρέπεται να ορισθή, αντί ενός των εκ δημοτικών ή κοινοτικών υπαλλήλων μελών μη μόνιμος υπάλληλος ή ιδιώτης. 4. Δια την πλήρωσιν θέσεων πλειόνων δήμων ή κοινοτήτων ή δήμων και κοινοτήτων, δι' άς απαιτούνται τα αυτά προσόντα διορισμού, δύναται να διεξάγωνται κοινοί κατά νομόν διαγωνισμοί, εκάστου υποψηφίου μετέχοντες δια την κατάληψιν θέσεως ενός μόνου δήμου ή μιάς μόνον δήμου ή μιας μόνον κοινότητας. 5. Οι διαγωνισμοί προκηρύσσονται δημοσία τεσσαράκοντα τουλάχιστον ημέρας προ της ημερομηνίας διεξαγωγής αυτών.
'Αρθρον 19 Διενέργεια διαγωνισμού. Πίναξ επιτυχόντων 1. Τα της προκηρύξεως των διαγωνισμών, τα των υποβλητέων υπό των υποψηφίων δικαιολογητικών και του χρόνου υποβολής αυτών, τα του ελέγχου των προσόντων των υποψηφίων, τα των εξεταστέων μαθημάτων και του τρόπου εξετάσεως (γραπτώς, προφορικώς ή πρακτικώς), τά της βαθμολογίας, τα της καταρτίσεως των πινάκων επιτυχίας και της εν γένει διαδικασίας των διαγωνισμών, ως και πάσα συναφής λεπτομέ ρεια ορίζονται δια διαταγμάτων εκδιδομένων επί τη προτάσει του Υπουργού Εσωτερικών. 2. Εάν μεταξύ των επιτυχόντων είναι συνταξιοδοτούμενοι ανάπηροι πολέμου και τέκνα τούτων, θύματα πολέμου συνταξιοδοτούμενα ή μή, επί τετράμηνον τουλάχιστον πολεμισταί της ζώνης των πρόσω και τέκνα τούτων, ή αγωνισταί της εθνικής αντιστάσεως και τέκνα τούτων ή μετασχόντες υπό στρατιωτικήν ιδιότητα εις τον αγώνα κατά της ανταρσίας, πολύτεκνοι και τέκνα τούτων, πρός καθορισμόν της σειράς μόνον της επιτυχίας των εις τους οικείους πίνακας, προστίθενται εις τον συνολικόν βαθμόν, τον οποίον έλαβον 10/100 αυτού. "Το ίδιο ποσοστό δέκα στα εκατό προστίθεται στο συνολικό βαθμό και αυτών που πετυχαίνουν σε διαγωνισμό που γίνεται για δήμο ή κοινότητα και ίδρυμα ή νομικό πρόσωπο αυτών εφόσον είναι δημότες αυτού του δήμου ή της κοινότητας". (προσθ. από την παρ. 2 άρθρου 65 Ν. 1416/1984 (ΦΕΚ Α' 18). 3. Οι πίνακες επιτυχίας δημοσιεύονται δια τοιχοκολλήσεως εις το κατάστημα της νομαρχίας ή του διαμερίσματος προκειμένου περί κοινών διαγωνισμών, εις το κατάστημα δε του οικείου οργανισμόν προκειμένου περί των λοιπών διαγωνισμών και ισχύουν επί δύο έτη απο της δημοσιεύσεως, ή δε πλήρωσις των θέσεων ενεργείται κατά σειράν επιτυχίας.
'Αρθρον 20 Διορισμός άνευ διαγωνισμού 1. Διαγωνισμός δεν απαιτείται δια τον διορισμόν του κατωτέρω προσωπικού: α. των τεχνικών, υγειονομικών, εκπαιδευτικών και γεωπονικών κλάδων, β. των κλητήρων - θυρωρών, κοινωνικών λειτουργών, τηλεφωνητών, εποπτών καθαριότητος και επιστατών καθαριότητος. 2. Δια την πλήρωσιν των θέσεων της προηγουμένης παραγράφου ο εκπροσωπών τον οικείον οργανισμόν, παρ' ώ υφίστανται κεναί τοιαύται, εκδίδει προκήρυξιν δι' ής καλεί τους επιθυμούντας να διορισθούν, όπως υποβάλουν εντός προθεσμίας είκοσιν ημερών απο της δημοσιεύσεως αυτής σχετικάς αιτήσεις μετά των νομίμων δικαιολογητικών. Η προκήρυξις δημοσιεύεται δια τοιχοκολλήσεως εις το κατάστημα του οικείου οργανισμού και της νομαρχίας ή του διαμερίσματος και καταχωρίσεως άπαξ εις μιαν τοπικήν ή της πρωτευούσης του νομού εφημερίδα, έφ' όσον εκδίδεται τοιαύτη. Επιτροπή συγκροτουμένη κατά τας παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 18 του παρόντος συντάσσει βάσει των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων των υποψηφίων, ητιολογημένην γνωμάτευσιν περί των κατά σειράν καταλληλοτέρων διοριστέων. Δι' άς θέσεις απαιτείται ως τυπικόν προσόν διορισμού τίτλος σπουδών επι υποψηφίων συγκεντρωτικών τα απαιτούμενα ουσιαστικά προσόντα, τη σειρά διορισμού προσδιορίζεται εκ του έτους αποφοιτήσεως, προτασσομένον του υποψηφίου του κατέχοντος τον αρχαιότερον τίτλον σπουδών και επι των τίτλων του αυτού έτους εκ του βαθμού του τίτλου. H αρμοδία αρχή διορίζει τους υπό της επιτροπής επιλεγέντας και κατά την οικείαν σειράν. Η περί των διοριστέων γνωμάτευσις ισχύει μόνον διά την πλήρωσιν των κατά την χρονολογίαν συγκροτήσεως της επιτροπής κενών θέσεων υπαλλήλων.
'Αρθρον 21 Διορισμός επιτυχόντων Ο διορισμός των επιτυχόντων εις τον διαγωνισμόν είναι υποχρεωτικός και ενεργείται εντός δέκα ημερών από της δημοσιεύσεως του πίνακος επιτυχίας ή από της κενώσεως των θέσεων.
'Αρθρον 22 Πράξις διορισμού Ο διορισμός, εάν δεν ορίζεται άλλως υπό των διατάξεων του παρόντος κώδικος, ενεργείται δι' αποφάσεως: α) του δημάρχου, προκειμένου περί δημοτικών υπαλλήλων, β) του προέδρου του αδελφάτου, προκειμένου περί υπαλλήλων δημοτικών ή κοινοτικών ιδρυμάτων, γ) του προέδρου του κοινοτικού συμβουλίου, προκειμένου περί κοινοτικών υπαλλήλων, δ) του προέδρου του διοικούντος τον σύνδεσμον ή το δημοτικόν ή κοινοτικόν νομικόν πρόσωπον συλλογικού οργάνου, προκειμένου περί υπαλλήλων συνδέσμων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ή υπαλλήλων δημοτικών ή κοινοτικών νομικών προσώπων.
'Αρθρον 23 Δημοσίευση διορισμού Η πράξη διορισμού δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με επιμέλεια του Περιφεριακού Δ/ντή, πριν να κοινοποιηθεί στον διοριζόμενο" (αντικ. του άρθρου 23 από την παρ. 6 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 24 Κοινοποίησις διορισμού 1. Ο διορισμός κοινοποιείται, εντός τριάκοντα ημερών το βραδύτερον από της δημοσιεύσεώς του, δι' εγγράφον του κατά νόμον εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, επιδιδόμενον εις τον διοριζόμενον ή εις την κατοικίαν αυτού επί αποδείξει. Το έγραφον της κοινοποιήσεως μνημονεύει απαραιτήτως το φύλλον της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως είς ο εδημοσιεύθη περίληψις της πράξεως διορισμού. 2. Δια του εγγράφου τάσσεται εύλογος προθεσμία, μή δυναμένη να υπερβή τας τριάκοντα ημέρας, προς ορκωμοσίαν του διορισμένου και ανάληψιν υπηρεσίας. Εν παραλείψει καθορισμού τοιαύτης προθεσμίας θεωρείται ταχθείσα προθεσμία τριάκοντα ημερών. 3. Παρελθούσης απράκτου της προθεσμίας της παρ. 1, ο διορισμός θεωρείται κοινοποιηθείς την τριακοστήν ημέραν απο της δημοσιεύσεως, αφ' ής άρχεται τριακονθήμερος προθεσμία προς ορκωμοσίαν του διοριζομένου και ανάληψιν υπηρεσίας.
'Αρθρον 25 Ορκωμοσία 1. Η υπαλληλική σχέσις καταρτίζεται δια του διορισμού και της αποδοχής αυτού, υπό του διοριζομένου. 2. Η αποδοχή δηλούται δια της ορκωμοσίας. 3. Ανάληψις υπηρεσίας δεν επιτρέπεται προ της δόσεως του όρκου, ουδέ προ της εκπληρώσεως των υπο ειδικών διατάξεων προβλεπομένων προσθέτων υποχρεώσεων ωρισμένων κατηγοριών υπαλλήλων. 4. Ο όρκος δίδεται ενώπιον του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν. "Αν αυτός που διορίστηκε δεν γίνει δεκτός για ορκωμοσία από το αρμόδιο όργανο, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από τις παρ. 2 και 3 του προηγούμενου άρθρου, θεωρείται για όλες τις συνέπειες ότι ανέλαβε υπηρεσία μετά παρέλευση τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της πράξης του διορισμού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σε περίπτωση άρνησης καταβολής των αποδοχών από τον εκπροσωπούντα τον οικείο ΟΤΑ αυτές καταβάλλονται με εντολή του προισταμένου της οικονομικής υπηρεσίας του οικείου οργανισμού ή του προισταμένου της οικείας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) σε βάρος των πιστώσεων του προυπολογισμού του οικείου ΟΤΑ" (αντικ. του β' εδαφ. της παρ. 4 από την παρ. 7 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 5. Η ορκωμοσία βεβαιούται δια πράξεως υπογραφομένης υπό του ορκιζομένου και του οργάνου ενώπιον του οποίου δίδεται ο όρκος και πρωτοκολλουμένης αυθημερόν εις το οικείον βιβλίον του οργανισμού. 6. Ο διοριζόμενος δεν δύναται να ορκισθή, εαν δέν υποβάλη προηγουμένως είτε δήλωσιν περί μη κατoχής, παρ' αυτού εμμίσθου θέσεως δημοσίας υπηρεσίας ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως ή ετέρου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου η δημοσίας επιχειρήσεως ή οργανισμού κοινής ωφελείας, είτε δήλωσιν περί του νόμου της κατοχής τοιαύτης θέσεως.
'Αρθρον 26 Τύπος όρκου 1. Ο τύπος του όρκου έχει ούτω: "'Ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις την Πατρίδα, υπακοήν εις το Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώ ευσυνειδήτως τα καθήκοντά μου". 2. Οι αλλοδαποί ομνύουν τον επόμενον όρκον: "'Ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις την Ελλάδα, υπακοήν εις το Σύνταγμα και τους νόμους αυτής και να διαχειρίζωμαι τιμίως και ευσυνειδήτως την ανατιθεμένην μοι υπηρεσίαν".
'Αρθρον 27 Ανάκλησις διορισμού λόγω μη αποδοχής Ο δημοσιευθείς διορισμός ανακαλείται, εάν ο διορισθείς δεν απεδέχθη αυτόν, είτε ρητώς είτε σιωπηρώς δια της παρελεύσεως τής ύπό των παρ. 2 καί 3 του άρθρου 24 οριζομένης προθεσμίας ή δεν εξεπλήρωσεν άλλας κατά νόμον προσθέτους υποχρεώσεις προς της εγκαταστάσεώς του.
'Αρθρον 28 Ανάκλησις παρανόμου διορισμού 1. Διορισμός γενόμενος κατά παράβασιν του νόμου ανακαλείται εντός ευλόγου χρονικού, διαστήματος μη δυναμένου, προκειμένου περί υπαλλήλου διορισθέντος κατόπιν διαγωνισμού, να υπερβή την διετίαν από της δημοσιεύσεώς του. Ανακαλείται όμως και μετά την παρέλευσιν της προθεσμίας ταύτης, εάν ο διορισθείς προεκάλεσεν ή υπεβοήβησε την παρανομίαν ή εάν ο διορισμός εγένετο κατά παράβασιν του άρθρου 14 και των περιπτώσεων δ', ε', στ' και ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 16. 2. Εάν ησκήθη πειθαρχική δίωξις κατά τας διατάξεις του άρθρου 170 δεν επιτρέπεται η ανάκλησις του διορισμού διά τον αυτόν λόγον. 3. Ο διορισθείς, του οποίου ο διορισμός ανεκλήθη κατά την παρ. 1 υπέχει, δι' ον χρόνον εξετέλεοε τα καθήκοντα του υπαλλήλου, τας ευθύνας τούτου, αι πράξεις δε αυτού είναι έγκυροι.
'Αρθρον 29 Αναδιορισμός 1. Αναδιορισμός επιτρέπεται μόνον προκειμένου περί απολυθέντος υπαλλήλου λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητος, εφ' όσον ούτος είχε πενταετή τουλάχιστον υπηρεσίαν. 2. Ο αναδιορισμός ενεργείται άνευ διαγωνισμού εις ομοιόβαθμον και εν τω αυτώ κλάδω κενήν θέσιν, εντός πενταετίας από της απολύσεως του υπαλλήλου μετά προηγουμένην διαπίστωσιν υπό της οικείας υγειονομικής επιτροπής, ότι απεκατεστάθη πλήρως η σωματική ή πνευματική αυτού ικανότης πρός ακώλυτον εν τω μέλλοντι άσκησιν των καθηκόντων του και εφ' όσον κέκτηται τα κατά τον αναδιορισμόν απαιτούμενα πρός κατάληψιν της εξ ής απελύθη θέσεως τυπικά προσόντα, πλήν της ηλικίας. 3. Περί του αναδιορισμού αποφασίζει το αρμόδιον προς διορισμόν όργανον μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του υπηρεσιακού συμβουλίου εκτιμώντος τα ουσιαστικά προσόντα του υπό αναδιορισμόν. 4. Αναδιορισμός επιτρέπεται μόνον εις τον αυτόν οργανισμόν, εξ ού απελύθη ο αναδιοριζόμενος. Ούτος κατατάσσεται μεταξύ των υπηρετούντων ομοιοβάθμων του και κατά την προσήκουσαν σειράν, μη συνυπολογιζομένου του εκτός υπηρεσίας χρόνου. 5. Αι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, και 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί των παραιτηθέντων συμφώνως προς τας διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 56 του Συντάγματος. Δια τους υπαγομένους εις τας διατάξεις της παρούσης παραγράφου η οικεία υγειονομική επιτροπή πιστοποιει την ύπαρξιν υγείας. Δια τους εκ τούτων παραιτηθέντας ο αναδιορισμός επιτρέπεται εντός διετίας από της παραιτήσεώς των, επιφυλλασσομένης της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 56 του Συντάγματος. 6. Τα άρθρα 23, 24, 25, 26, 27 και 28 του παρόντος ισχύουν και επί αναδιορισμού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ' ΚΛΑΔΟΙ ΚΑΙ ΒΑΘΜΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ 'Αρθρον 30 Κατάταξις των θέσεων εις κλάδους (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37).
'Αρθρον 31 Διάκρισις προσωπικού 1. Το κατά το άρθρον 30 προσωπικόν διακρίνεται είς: α. διοικητικόν, β. τεχνικόν, γ. υγειονομικόν, δ. γεωπονικόν και ε. εκπαιδευτικόν και αι θέσεις αυτού κατατάσσονται εις κλάδους ως εν τοις επομένοις άρθροις 32 έως και 36. 2. Με Π.Δ./τα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εσωτερικών, μπορεί να ορίζονται και άλλοι κλάδοι και να καθορίζονται οι θέσεις και τα προσόντα που απαιτούνται γι' αυτές, ανάλογα με τους κλάδους, τις θέσεις και τα προσόντα του διορισμού που ισχύουν κάθε φορά για το προσωπικό των δημοσίων υπηρεσιών". (προσθ. από την παρ. 6 άρθρου 65 Ν. 1416/1984 ΦΕΚ Α' 18).
'Αρθρον 32 Κλάδοι διοικητικού προσωπικού 1. Κλάδοι ΑΤ α) Κλάδος ΑΤ1 - Διοικητικός β) Κλάδος ΑΤ2 - Εφόρων Βιβλιοθηκών καί Εφόρων Πινακοθηκών. 2. Κλάδοι ΑΡ α) Κλάδος ΑΡ 1 - Βιβλιοθηκονόμων β) Κλάδος ΑΡ2 - Κοινωνικών Λειτουργών. 3. Κλάδοι ΜΕ α) Κλάδος ΜΕ1 - Διοικητικός β) Κλάδος ΜΕ2 - Εποπτών Καθαριότητος γ) Κλάδος ΜΕ3 - Τηλεφωνητών δ) Κλάδος ΜΕ14 - Ελεγκτών Εσόδων και Εξόδων ΟΤΑ ε) Κλάδος ΜΕ15 - Εισπρακτόρων. 4. Κλάδοι ΣΕ α) Κλάδος ΣΕ 1 - Κλητήρων - Θυρωρών Γενικών καθηκόντων β) Κλάδος ΣΕ2 - Επιστατών Καθαριότητος.
'Αρθρον 33 Κλάδοι τεχνικού προσωπικού 1. Κλάδοι ΑΤ α. Γενικός κλάδος ΑΤ - Τεχνικού προσωπικού β. Κλάδος ΑΤ3 - Πολιτικών Μηχανικών γ. Κλάδος ΑΤ4 - Αρχιτεκτόνων δ. Κλάδος ΑΤ5 - Μηχανολόγων, Ηλεκτρολόγων, ΜηχανολόγωνΗλεκτρολόγων ε. Κλάδος ΑΤ6 - Τοπογράφων στ. Κλάδος ΑΤ7 - Χημικών Μηχανικών 2. Κλάδοι ΑΡ α. Κλάδος ΑΡ3 - Τεχνολόγων Πολιτικών Μηχανικών β. Κλάδος ΑΡ4 - Τεχνολόγων Μηχανολόγων ή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών γ. Κλάδος ΑΤ5 - Τεχνολόγων Τοπογράφων Μηχανικών 3. Κλάδοι ΜΕ α. Κλάδος ΜΕ4 - Μηχανοστασιαρχών β. Κλάδος ΜΕ5 - Εργοδηγών γ. Κλάδος ΜΕ6 - Σχεδιαστών
'Αρθρο 34 Κλάδοι υγειονομικού προσωπικού 1. Κλάδος ΑΤ Κλάδος ΑΤ8 - Φαρμακοποιών 2. Κλάδοι ΑΡ α. Κλάδος ΑΡ6 - Επισκεπτριών Αδελφών β. Κλάδος ΑΡ7 - Μαιών γ. Κλάδος ΑΡ8 - Αδελφών Νοσοκόμων δ. Κλάδος ΑΡ9 - Βρεφοκόμων ε. Κλάδος ΑΡ10 - Φυσικοθεραπευτών στ. Κλάδος ΑΡ11 - Εποπτών Δημοσίας Υγείας ζ. Κλάδος ΑΡ12 - Τεχνολόγων Ραδιολογίας και Ακτινολογίας 3. Κλάδοι ΜΕ α. Κλάδος ΜΕ7 - Αδελφών Νοσοκόμων β. Κλάδος ΜΕ8 - Αδελφών Βρεφοκόμων γ. Κλάδος ΜΕ9 - Βοηθών Φαρμακείου δ. Κλάδος ΜΕ10 - Ιματιοφυλάκων
'Αρθρο 35 Κλάδοι γεωπονικού προσωπικού 1. Κλάδοι ΑΤ Κλάδος ΑΤ9 - Γεωπόνων 2. Κλάδος ΑΡ Κλάδος ΑΡ13 - Βοηθών Γεωπόνων 3. Κλάδοι ΜΕ α. Κλάδος ΜΕ11 - Γεωργοτεχνιτών β. Κλάδος ΜΕ12 - Δασοφυλάκων (προσωρινός) 4. Κλάδος ΣΕ Κλάδος ΣΕ - Δασοφυλάκων
'Αρθρον 36 Κλάδοι εκπαιδευτικού προσωπικού 1. Κλάδος ΑΤ Κλάδος ΑΤ10 - Καθηγητών 2. Κλάδοι ΑΡ α. Κλάδος ΑΡ14 - Καθηγητών β. Κλάδος ΑΡ15 - Διδασκάλων γ. Κλάδος ΑΡ16 – Νηπιαγωγών 3. Κλάδος ΜΕ Κλάδος ΜΕ13 - Επιμελητών Επαγγελματικών Σχολών.
'Αρθρο 37 Διαβάθμισις θέσεων 1. Αι θέσεις του κατά το άρθρον 2 παρ. 1 περ. α' του παρόντος προσωπικού κατατάσσονται εις δέκα τρείς (13) εν όλω βαθμούς ως έπεται: 1ος Αναπληρωτού Γενικού Διευθυντού 2ος 3ος 4ος 5ος 6ος 7ος 8ος 9ος 10ος 11ος 12ος 2. Αι θέσεις εκάστου των κατά την παρ. 1 του άρθρου 30 του κλάδου προσωπικού κατατάσσονται εις ιδίαν βαθμολογικήν κλίμακα κατά τα εις τας επομένας παραγράφους 3 – 6 οριζόμενα. 3. Αι θέσεις των Κλάδων ΑΤ κατατάσσονται εις τους βαθμούς από του 1ου μέχρι του 1ου μέχρι του 8ου, εξ' ών ανώτατος είναι ο 1ος και κατώτατος ο 8ος. 4. Αι θέσεις των κλάδων ΑΡ κατατάσσονται εις τους βαθμούς από 2ου μέχρι του 9ου, εξ ών ανώτατος είναι ο 2ος και κατώτατος ο 9ος. 5. Αι θέσεις των κλάδων ΜΕ κατατάσσονται εις τους βαθμούς από του 4ου μέχρι του 10ου εξ' ών ο ανώτατος είναι ο 4ος και κατώτατος ο 10ος. 6. Αι θέσεις των κλάδων ΣΕ κατατάσσονται εις τους βαθμούς από του 7ου μέχρι του 12ου, εξ ών ανώτατος είναι ο 7ος και κατώτατος ο 12ος. 7. Δύναται να είναι οργανικώς ενιαίαι μόνον αι θέσεις των επομένων βαθμών και εφ' όσον προβλέπονται τοιαύται εν εκάστη υπηρεσία. Εις τους κλάδους ΑΤ και ΑΡ: α. του 3ου και του 2ου, β. του 5ου και 4ου και γ. του 9ου, 8ου, 7ου και 6ου. Εις τους κλάδους ΜΕ: α. του 5ου και 4ου και β. του 10ου, 9ου, 8ου, 7ου και 6ου. Εις τους κλάδους ΣΕ του 12ου, 11ου, 10ου, 9ου, 8ου και 7ου. Ειδικαί εξαιρέσεις ως προς τον ενιαίον της διαβαθμίσεως των θέσεων επιτρέπεται να καθορίζωνται όταν εις τινα κλάδον υφίσταται μία μόνον θέσις. 8. Οι υπάλληλοι των κλάδων ΑΤ 1ου βαθμού και βαθμού αναπληρωτού γενικού διευθυντού είναι ανώτατοι. Οι υπάλληλοι των κλάδων ΑΤ και ΑΡ από του 2ου έως και του 5ου βαθμού είναι ανώτεροι. 9. Η εν εκάστω κλάδω δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας κατάταξις των θέσεων των υπαλλήλων δύναται, αναλόγως των κατ' ιδίαν υπηρεσιακών αναγκών και των οικονομικών δυνατοτήτων του οικείου οργανισμού, να μην εξαντλή την υπό του παρόντος άρθρου προβλεπομένην βαθμολογική κλίμακα ήτις επί ενιαίων θέσεων άρχεται από του κατωτέρω βαθμού αυτών.
'Αρθρο 38 Η διαβάθμισις των θέσεων εκάστου κλάδου ενεργείται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας υπό τους όρους των διατάξεων των άρθρων 37 και 41 έως και 85 του παρόντος κώδικος.
'Αρθρο 39 Βαθμός υπαλλήλου 1. 'Εκαστος υπάλληλος φέρει τον βαθμόν της θέσεως αυτού. 2. Απαγορεύεται η απονομή βαθμού ανωτέρου της κατεχομένης οργανικής θέσεως.
'Αρθρα 40 - 85 (Καταργήθηκαν από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37).
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε' ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ, ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Α' ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ 'Αρθρον 86 Πίστις εις το Σύνταγμα και την Πατρίδα 1. Ο υπάλληλος είναι εκτελεστής της θελήσεως του Κράτους και υπηρετεί τον Λαόν, οφείλει δε πίστιν εις το Σύνταγμα και αφοσίωσιν εις την Πατρίδα. 2. Ιδεολογίαι, σκοπούσαι την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του υφισταμένου πολιτειακού ή κοινωνικού καθεστώτος αντίκεινται απολύτως προς την ιδιότητα του υπαλλήλου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως.
'Αρθρον 87 Νομιμότης υπηρεσιακών ενεργειών 1. Ο υπάλληλος είναι υπεύθυνος δια την εκτέλεσιν των καθηκόντων αυτού και την νομιμότητα των υπηρεσιακών του ενεργειών. 2. Ο υπάλληλος οφείλει υπακουήν εις τας διαταγάς των προισταμένων του, αλλά λαμβάνων διαταγήν την οποίαν θεωρεί παράνομον, οφείλει προς πάσης εκτελέσεως να αναφέρη εγγράφως την αντίθετον γνώμιν την οποίαν έχειν και να εκτελέσει την διαταγήν αμελλητί. Η διαταγή δεν προσκτάται νομιμότητα εκ του ότι ο υπάλληλος οφείλει να υπακούση εις αυτήν. 3. Εις την περίπτωσιν κατά την οποίαν η διαταγή είναι προδήλως παράνομος, ο υπάλληλος οφείλει να μη εκτελέση ταύτην και να αναφέρη εγγράφως άνευ αναβολής εις τον διατάξαντα. 'Οταν εις την διαταγήν η οποία προδήλως, αντίκεινται εις σαφείς και ρητάς διατάξεις του Συντάγματος νόμων ή διαταγμάτων, διατυπώνται επείγοντες λόγοι γενικώτερου συμφέροντος ή όταν κατόπιν αρνήσεως υπακοής εις πρώτην διαταγήν αντικειμένην ως άνω προδήλως εις τοιαύτας διατάξεις ακολουθήση δευτέρα διαταγή εκθέτουσα επείγοντας λόγους γενικωτέρου συμφέροντος, ο υπάλληλος οφείλει να εκτελέση την διαταγήν και να αναφέρη συγχρόνως εις τον προιστάμενον του διατάξαντος. 4. Υπάλληλος έχων αντίθετον γνώμην επί τινός εντελλομένης ενεργείας δια την οποίαν είναι αναγκαία η προσυπογραφή ή θεώρησίς του, οφείλει προς απαλλαγήν από της ευθύνης να διατυπώση ταύτην εγγράφως. 5. Η απλή παράλειψις επιβαλλομένης προσυπογραφής ή θεωρήσεως ενεργείας τινός, δεν απαλάσσει τον παραλείποντα της ευθύνης δια την ενέργειαν ταύτην. 6. Τα σχέδια των εγγράφων τα οποία εκδίδονται υπό των μη συλλογικών οργάνων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, δέον να φέρουν και τας μονογραφάς των καθ' υπηρεσίαν αρμοδίων υπαλλήλων.
'Αρθρον 88 Εχεμύθεια 1. Ο υπάλληλος οφείλει να τηρή εχεμύθειαν επί γεγονότων ή πληροφοριών των οποίων λαμβάνει γνώσιν ένεκεν της εκτελέσεως των καθηκόντων του. 2. Ιδιαιτέρως οφείλει να τηρή εχεμύθειαν επί των κατά τας κειμένας διατάξεις ή διαταγάς ή ως εκ της φύσεως της ενεργείας απορρήτων, όσα ενεπιστεύθησαν εις αυτόν οι προιστάμενοί του εκ της ασκήσεως της αρμοδιότητος αυτού ή εξ ακριτομυθίας των συναδέλφων του.
'Αρθρον 89 'Ωραι εργασίας και ημέραι αργίας 1. Ο υπάλληλος οφείλει να εργάζεται ανελλιπώς κατά τον καθορισμένον χρόνον και πέραν αυτού, εφ' όσον εξαιρετικαί υπηρεσιακαί ανάγκαι απαιτούν τούτο. 2. Αι ημέραι εργασίας ορίζονται εις πέντε από Δευτέρας μέχρι και Παρασκευής, άνευ μειώσεως του κατά περίπτωσιν ισχύοντος ή εφαρμοζομένου συνολικού αριθμού ωρών εβδομαδιαίας εργασίας, επιφυλασσομένων των διατάξεων των επομένων παραγράφων. 3. Δι' αποφάσεως του οικείου νομάρχου, μετά πρότασιν των οικείων δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων ή της οικείας διοικήσεως των δημοτικών και κοινοτικών ιδρυμάτων και νομικών προσώπων, αμιγών δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων και συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων δύναται οποτεδήποτε: α) να καθιερούνται εξαιρέσεις από της εφαρμογής πενθημέρου εργασίας κατά υπηρεσίαν, κλάδον, ειδικότητα και αριθμό υπαλλήλων, χρόνον ή περιοχήν, εφ' όσον τούτο επιβάλλεται λόγω της ιδιοτυπίας των συνθηκών λειτουργίας ή του είδους και της μορφής της υπηρεσίας ή εργασίας και β) να καθορίζεται η πενθήμερος εβδομάς εργασίας δι' ωρισμένας υπηρεσίας, κλάδους, ειδικότητας ή αριθμόν υπαλλήλων από της Τρίτης μέχρι και του Σαββάτου, εφ' όσον τούτο επιβάλλεται λόγω της φύσεως της λειτουργίας ή εργασίας των, καθιερουμένης ως μη εργασίμου ημέρας της Δευτέρας. (ΟΠΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΡ. 3 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 89 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 4. Αι καθ' εβδομάδα ώραι εργασίας ορίζονται εις τριάκοντα επτά και ημίσειας (37, 1/2). "Ειδικά για τους εργαζόμενους αποκλειστικά : α) στις χωματερές (υγειονομικής ταφής απορριμμάτων - σταθμός μεταφόρτωσης απορριμμάτων κλπ.), β) στην αποκομιδή απορριμμάτων και γ) στην ταφή και εκταφή νεκρών, οι εβδομαδιαίες ώρες απασχόλησης ορίζονται σε τριάντα δύο (32)" (προσθ. εδαφ. στην παρ. 4 από την παρ. 9 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 5. Το καθημερινό ωράριο εργασίας ορίζεται με απόφαση του Περιφερειακου Δ/ντή. 6. Οι καθημερινές ώρες εργασίας είναι συνεχείς, μπορεί δε κατ' εξαίρεση να ορίζονται διακειμομμένες με απόφαση του Περιφερειακού Δ/ντή, μετά από πρόταση των οικείων συμβουλίων ή διοικήσεων της παρ. 3 του παρόντος, κάθε φορά που αυτό επιβάλλεται λόγω ιδιοτυπίας των συνθηκών λειτουργίας ή του είδους και της μορφής της υπηρεσίας ή έργασίας" (αντικ. των παρ. 5 και 6 από την παρ. 8 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 7. Ειδικαί διατάξεις, αναφερόμεναι εις τον καθορισμόν του καθ' εβδομάδα ή καθ' ημέραν χρόνου εργασίας κατηγοριών τινων προσωπικού, πλην αντιθέτου δια της παρούσας ρυθμίσεως εξακολουθούν ισχύουσαι. "Προκειμένου για το προσωπικό ή μέρος του προσωπικού των μηχανογραφικών υπηρεσιών, οι κατά την παρ. 5 του παρόντος άρθρου οριζόμενες εβδομαδιαίες ώρες εργασίας μπορούν κατ' εξαίρεση, λόγω ειδικών δυσμενών συνθηκών εργασίας του ως άνω προσωπικού, να μειώνονται κατά τρεις (3) ώρες με απόφαση των οργάνων της παρ. 3 " (αντικ. του β' εδαφ. της παρ. 7 από την παρ. 10 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 8. Προκειμένου περί μητέρων υπαλλήλων, αι οριζόμεναι κατά τας διατάξεις της παρ. 5 καθ' ημέραν ώραι εργασίας περιορίζονται κατά δύο μεν ώρας, εφ' όσον έχουν τέκνα ηλικίας μέχρι δύο ετών, κατά μίαν δε ώραν εφ' όσον έχουν τέκνα ηλικίας από δύο ως και τεσσάρων ετών. 9. Σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία, με απόφαση των οργάνων της παρ. 3 μπορεί να ορίζονται κατά υπηρεσία, κλάδο, ειδικότητα και αριθμό υπαλλήλων, χρόνο ή περιοχή οι περιπτώσεις απασχόλησης προσωπικού κατά το Σάββατο ή τη Δευτέρα, εφόσον αυτό επιβάλλεται λόγω της ιδιοτυπίας των συνθηκών λειτουργίας ή του είδους και της μορφής της υπηρεσίας ή εργασίας. Το κατά τα ανωτέρω απασχολούμενο ειδικότερα στις υπηρεσίες αυτές προσωπικό κατά το Σάββατο ή τη Δευτέρα, καθώς και υποχρεωτικά παρεχόμενη σε αυτό αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης καθορίζονται με απόφαση των ανωτέρω οργάνων" (αντικ. της παρ. 9 από την παρ. 11 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 10. Κατά την ημέραν της αναπαύσεως ο εργαζόμενος οφείλει να απασχοληθή εάν κληθή υπό της υπηρεσίας λόγω εξαιρετικής υπηρεσιακής ανάγκης μη δυναμένης να αναβληθή. Εις την περίπτωσιν ταύτην χορηγείται ετέρα ημέρα αναπαύσεως, καθοριζομένη υπό της υπηρεσίας, κατ' άλλην εργάσιμον ημέραν εντός της προσεχούς εβδομάδας. Εάν το μέτρο τούτο δεν είναι εφαρμόσιμον λόγω αδυναμίας αναπληρώσεως καταβάλλεται εις αυτόν το 1/30 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του δι' εκάστην ημέραν, κατά την οποίαν ειργάσθη, προσαυξημένον κατά 75%. Κατά το χρόνον της ημέρας αναπαύσεως δεν επιτρέπεται απασχόλησις υπό μορφήν υπερωριακής, υπερεργασιακής ή άλλης μορφής προσθέτου εργασίας εκτός αν πρόκειται προς συμπλήρωσιν φυλακών εργασίας (βάρδιας). 11. Το Σάββατον ή η Δευτέρα, κατά περίπτωσιν, δεν θεωρούνται ως ημέραι αργίας (εξαιρέσιμοι) και δεν καταβάλλονται εις τους απασχολούμενους κατά τας ημέρας ταύτας αι υπό της κειμένης νομοθεσίας προβλεπόμεναι προσαυξήσεις. 12. Ημέραι αργίας και ημιαργίας είναι αι των δημοσίων υπηρεσιών. Εις τους εργαζομένους κατά τας ημέρας αργίας και ημιαργίας καταβάλλεται προσαύξησις 75% επί του 1/30 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών των. 13. Εις περίπτωσιν νυκτερινής εργασίας καταβάλλεται προσαύξησις 25% επί του 1/30 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών.
'Αρθρον 90 Απαγόρευσις πολιτικών εκδηλώσεων Απαγορεύεται απολύτως εις τους υπαλλήλους ή ενεργός υπέρ κόμματος δράσις αυτών. Επίσης απαγορεύεται εις τους υπαλλήλους η δημοσία άσκησις κριτικής των πράξεων της Κυβερνήσεως ή των προισταμένων των ή εποπτευουσών αρχών κατά τρόπον προδίδοντα έλλειψιν αντικειμενικότητος, δια σκοπίμου χρήσεως αβασίμων επιχειρημάτων ή του οφειλόμενου σεβασμού.
'Αρθρον 91 Συμμετοχή εις συνεταιρισμούς Το δικαίωμα των υπαλλήλων όπως συνεταιρίζωνται, τελεί υπό τους περιορισμούς του ειδικού νόμου, του προβλεπομένου υπό του άρθρου 12 του Συντάγματος.
'Αρθρον 92 Διαγωγή 1. Ο υπάλληλος οφείλει να διάγη εντός και εκτός της υπηρεσίας κατά τρόπον, ώστε να καθίσταται αξιος της κοινής εμπιστοσύνης και εκτιμήσεως. 2. Ο υπάλληλος οφείλει να συμπεριφέρεται καλώς προς τους πολίτας.
'Αρθρον 93 Περιουσιακή κατάστασις 1. Ο υπάλληλος οφείλει αμα τή, είσοδω αυτού είς την υπηρεσίαν οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως να δηλώση εγγράφως εις τούτον την περιουσιακήν του κατάστασιν και των μετ' αυτού συνοικούντων συζύγου και τέκνων των ως και πάσαν ουσιώδη μεταβολήν της περιουσιακής του καταστάσεως και των ανωτέρων συνουκούντων μετ' αυτού, επερχομένην κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας του υπαλλήλου. 2. Εν περιπτώσει συνάψεως γάμου μετά την εις την υπηρεσίαν είσοδον, ο σύζυγος οφείλει να δηλώση την περιουσιακήν του κατάστασιν και της συζύγου του, εντός τριμήνου από της τελέσεως του γάμου. 3. Εάν ο υπάλληλος επικαλήται ότι συντηρήται και εκ των προσόδων ετέρων συνοικούντων προσώπων οφείλει να δηλώση και την περιουσιακήν αυτών κατάστασιν. 4. Εάν ο υπάλληλος, ως εκ της διαβιώσεώς του ή λόγω απροσδοκήτου και δυσαναλόγου προς τας αποδοχάς και την εν γένει περιουσιακήν κατάστασιν αυτού, κτήσεως κινητών ή ακινήτων προκαλεί υπονοίας περί της προελεύσεως των χρηματικών αυτού πόρων, αι προιστάμενοι αυτού αρχαί οφείλουν να επιληφθούν ερεύνης προς εξακρίβωσιν της πηγής των τοιούτων πόρων. 5. Εάν προκύψουν επαρκείς ενδείξεις ότι ο υπάλληλος απέκτησε τους πόρους τούτους υπό συνθήκας συνιστώσας ποινικόν ή πειθαρχικόν αδίκημα, ο εκπροσωπών τον οργανισμόν ενεργεί τά δέοντα διά τήν ποινικήν ή πειθαρχικήν δίωξιν. 6. Οι επί βαθμώ 1ω ή αντιστοίχω υπάλληλοι υποχρεούνται όπως υποβάλλουν εις τον Πρόεδρον της Βουλής δήλωσιν της περιουσιακής καταστάσεως αυτών, των συζύγων και των ανηλίκων τέκνων των, συμφώνως πρός τας εκάστοτε ισχύουσας διατάξεις, περί προστασίας της τιμής του πολιτικού κόσμου της χώρας.
Β' ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ 'Αρθρον 94 'Ασκησις ιδιωτικού έργου έπ' αμοιβή 1. Απαγορεύεται υπό των υπαλλήλων άσκησις ιδιωτικού έργου ή εργασίας επ' αμοιβή. "2. Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η άσκηση με αμοιβή έργου ή εργασίας που συμβιβάζεται με τα καθήκοντα της θέσης του υπαλλήλου και δεν παρεμποδίζει την ομαλή εκτέλεση της υπηρεσίας του, με απόφαση του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου, ύστερα από σύμφωνη γνωμοδότηση του υπηρεσιακού συμβουλίου, η οποία μπορεί να ανακληθεί με τον ίδιο τρόπο" (αντικ. της παρ. 2 από την παρ. 13 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 3. Απαγορεύεται εις τον υπάλληλον η κατ' επάγγελμα άσκησις εμπορίας, η σύστασις συνεταιρισμών επιδιωκόντων κερδοσκοπικούς σκοπούς και η συμμετοχή του εις τοιούτους. 4. Αι κείμεναι ειδικαί απαγορευτικαί διατάξεις διατηρούνται εν ισχύι.
'Αρθρον 95 Συμμετοχή εις διοίκησιν ανωνύμου εταιρείας 1. 'Απαγορεύεται η συμμετοχή υπαλλήλου εις την διοίκησιν ανωνύμου εταιρείας, ανευ αδείας χορηγουμένης κατά τους όρους της παραγράφου 2 του προηγουμένου άρθρου. 2. Απαγορεύεται η υπό του υπαλλήλου, συζύγου και τέκνων αυτού απόκτησις μετοχών ανωνύμων εταιρειών, αι οποίαι υπάγονται εις τον ειδικόν έλεγχον της υπηρεσίας εις την οποίαν υπηρετεί ο υπάλληλος ή οπωσδήποτε συνεργάζονται ή συναλλάσσονται μετ' αυτής. 3. Αι κείμεναι ειδικαί διατάξεις, αι οποίαι θεσπίζουν δια τους υπαλλήλους περιορισμούς αναφερομένους εις ανωνύμους ή περιωρισμένης ευθύνης εταιρείας, διατηρούνται έν ισχύι. 4. Προκειμένου περί ανωνύμων εταιρειών, αναδόχων εταιρειών, αναδόχων υπηρεσιών του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου διατηρούνται εν ισχύι, αι κείμεναι διατάξεις, αι οποίαι θεσπίζουν τήν συμμετοχήν υπαλλήλων εις την διοίκησιν αυτών.
'Αρθρον 96 'Ασυμβίβαστα 1. Απαγορεύεται εις τον υπάλληλον η άσκησις έργων ασυμβιβάστων κατά ταας κειμένας διατάξεις προς το βουλευτικόν αξίωμα. 2. H υπηρεσία του υπαλλήλου είναι ασυμβίβαστος προς το βουλευτικόν αξίωμα. 3. Ο υπάλληλος δεν δύναται να εκλεγή, διορισθή, ή διατελή δήμαρχος, δημοτικός ή κοινοτικός σύμβουλος ή πρόεδρος κοινότητος ή μέλος αδελφάτου ιδρύματος ή διοικήσεως ιδίου παρά τω δήμω ή κοινότητι νομικού προσώπου, εκτός αντιθέτου διατάξεως.
'Αρθρον 97 Απαγόρευσις ασκήσεως δικηγορίας Απαγορεύεται εις τον υπάλληλον η άσκησις της δικηγορίας. Αντίθετοι ειδικαί διατάξεις καταργούνται τηρούνται δε εν ισχύι μόνον αι υπό του Κώδικος δικηγόρων προβλεπόμεναι ειδικαί εξαιρέσεις.
'Αρθρον 98 Απαγόρευσις κατοχής ετέρας θέσεως 1. Ουδείς υπάλληλος δύναται να διορισθή, εις ετέραν θέσιν του αυτού ή άλλου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως ή θέσιν δημοσίαν ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή δημοσίας ή δημοτικής ή κοινοτικής επιχειρήσεως ή οργανισμού κοινής ωφελείας. 2. Υπάλληλος, διορισθείς εις τοιαύτην θέσιν και αποδεχθείς τον διορισμόν, θεωρείται αυτοδικαίως παραιτηθείς της παλαιάς θέσεως. 3. Κατ' εξαίρεσιν δύναται να επιτραπή, ο διορισμός και εις δευτέραν θέσιν, επί τη βάσει ειδικού νόμου προβλεπομένου υπό του άρθρου 104 του Συντάγματος. Η ιδιότης του κληρικού δεν αποτελεί κώλυμα διορισμού εις θέσιν γραμματέως κοινότητος.
'Αρθρον 99 Κώλυμα εκ συμφέροντος 1. Ο υπάλληλος δεν δύναται είτε ατομικώς είτε μετέχων συλλογικού οργάνου να επιληφθή της επιλύσεως ζητήματος, δια το οποίον έχει πρόδηλον συμφέρον αυτός ή ο συγγενής αυτού εξ αίματος ή αγχιστείας μέχρι και του τρίτου βαθμού. 2. Η παράβασις της ως άνω διατάξεως αποτελεί λόγον ακυρότητος της σχετικής διοικητικής πράξεως, εάν η αποσωπηθείσα κατά τα άνω σχέσις του υπαλλήλου επέδρασεν εις την διαμόρφωσιν της πράξεως ταύτης. 3. Υπάλληλοι, συγγενείς προς αλλήλους μέχρι και του τρίτου βαθμού συγγένειας, δεν δύνανται να μετέχονν εις την αυτήν συνεδρίαν συλλογικού οργάνου.
Γ' ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ 'Αρθρον 100 Αστική ευθύνη των υπαλλήλων του ΟΤΑ 1. Ο υπάλληλος ευθύνεται έναντι του οργανσιμού τοπικής αυτοδιοικήσεως εις τον οποίον υπηρετεί, δια πάσαν ζημίαν, την οποίαν επροξένησεν εις αυτόν εκ δόλου ή βαρείας αμελείας κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων αυτού, ώς και δια τας αποζημιώσεως, εις τας οποίας υπεβλήθη ο οργανισμός έναντι τρίτων ένεκα παρανόμων πράξεων ή παραλείψεων αυτού κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων του, γενομένων επίσης εκ δόλου ή βαρείας αμελείας. 2. Δεν ευθύνεται ο υπάλληλος έναντι τρίτων διά τοιαύτας πράξεις ή παραλείψεις αυτού. 3. Το Ελεγκτικόν Συνέδριον δύναται εις την περίπτωσιν της αμελείας, εκτιμών τας ειδικάς εκάστοτε περιστάσεις, να καταλογίση τον υπάλληλον και εις μέρος μόνον της επελθούσης εις τον οργανισμόν ζημίας ή της αποζημιώσεως εις την οποίαν ούτος υπεβλήθη. 4. Εάν πλείονες υπάλληλου επροξένησαν από κοινού ζημίαν εις τον οργανισμόν, ισχύουν αι διατάξεις του αστικού δικαίου. 5. Επί της αστικής ευθύνης των υπαλλήλων έναντι, του διαγωνισμού εις τον οποίον υπηρετούν δικάζει το Ελεγκτικόν Συνέδριον, τή, αιτήσει του εκπροσωπούντος τον οργανισμόν.
'Αρθρον 101 'Εφαρμογή διατάξεων υπολόγων εκ διαχειρίσεως Τα της αστικής ευθύνης των υπαλλήλων, υπολόγων εκ της διαχειρίσεως αυτών, διέπονται υπό των κειμένων περί αυτών διατάξεων, εφαρμοζομένων κατ' αναλογίαν και των περί δημοσίων υπολόγων διατάξεων.
'Αρθρον 102 Παραγραφή Το δικαίωμα του οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως προς αποζημίωσιν έναντι των υπαλλήλων αυτού κατά τας περιπτώσεις του άρθρου 100 παραγράφεται μετά τριετίαν, αρχομένην, εις μεν την πρώτην περίπτωσιν της παραγράφου 1 αφ' ής επήλθεν η ζημία, εις δε την δευτέραν περίπτωσιν της αυτής παραγράφον, αφ' ής ο οργανισμός κατέβαλε την αποζημίωσιν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ' ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Α. ΜΟΝΙΜΟΤΗΣ - ΜΙΣΘΟΣ - ΑΠΟΔΟΧΑΙ 'Αρθρον 103 Δοκιμαστική υπηρεσία - Μονιμοποίησις 1. Ο εις οργανικήν θέσιν διοριζόμενος υπάλληλος διανύει διετή δοκιμαστικήν υπηρεσίαν, κατά την διάρκειαν της οποίας δύναται να απολυθή παρά του αρμοδίου πρός διορισμόν οργάνου, μετ' απόφασιν του υπηρεσιακού συμβουλίου, δια λόγονς αναγομένους εις την υπηρεσίαν του. 2. 'Αμα τη, συμπληρώσει της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας του υπαλλήλου, το αρμόδιον προς διορισμόν όργανον υποχρεούται αμελλητί όπως απευθύνη ερώτημα, περί μονιμοποιήσεως η μη τούτου, εις το οικείον υπηρεσιακόν συμβούλιον, το οποίον υποχρεούται να αποφανθή, σχετικώς, εντός τριών μηνών από της περιελεύσεως εις αυτό του ερωτήματος. 3. Ο κρινόμενος ως μονιμοποιητέος μονιμοποιείται διά πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, εκδιδομένης εντός μηνός από της κοινοποιήσεως εις αυτό της αποφάσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου. "Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δηλωτική πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας" (αντικ. του β' εδαφ. της παρ. 3 από την παρ. 1 του άρθρου 12 του Ν. 2503/97, ΦΕΚ-107 Α' όπως αυτή είχε αντικατασταθεί από την παρ. 14 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Κατά πάσαν περίπτωσιν η μονιμοποίησις θεωρείται συντελεσθείσα από της συμπληρώσεως της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας. 4. Κατά της περί μονιμοποιήσεως αποφάσεις του υπηρεσιακού συμβουλίου, ως και κατά της περί απολύσεως αποφάσεως, κατά την παράγραφον 1, επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. 5. Η περί μονιμοποιήσεως πράξις, δημοσιεύεται καθ' όν τρόπον και η πράξις διορισμού. 6. Ο κριθείς ως μη μονιμοποιητέος απολύεται υποχρεωτικώς, δια πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου.
'Αρθρον 104 Μισθός 1. Ο υπάλληλος λαμβάνει τον μισθόν τον αντιστοιχούντα εις τον βαθμόν της οργανικής θέσεως αυτού. 2. Απαγορεύεται, αποτελούσα πειθαρχικόν αδίκημα, η μη είσπραξις των αποδοχών εκ μέρους του υπαλλήλου.
'Αρθρον 105 Εναρξις μισθοδοσίας 1. Η επί του μισθού αξίωσις του υπαλλήλου γεννάται: α. του διορισθέντος, απο της εγκαταστάσεως εις την θέσιν μου, προσηκόντως βεβαιουμένης και β. του προαχθέντος ή υποβιβασθέντος, από της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της περί προαγωγής ή υποβιβασμού πράξεως, επιφυλασσομένων των διατάξεων των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 139 του παρόντος κώδικος. 'Οπου είναι απαραίτητος δια τον διορισμόν ή την προαγωγήν ή καταβολή ή συμπλήρωσις εγγυήσεως, ή μισθοδοσία άρχεται από της πληρώσεως του όρου τούτου. 2. Η επί του πλήρως μισθού αξίωσις του ανακληθέντος εκ της διαθεσιμότητας ή της αργίας, γεννάται από της εγκαταστάσεως εις τήν θέσιν αυτού, προσηκόντως βεβαιουμένης.
'Αρθρον 106 'Αποδοχαί-υπερωριακή εργασίαοδοιπορικά έξοδαεπιδόματα 1. Ο μισθός, τα πάγια παρακολουθήματα αυτού (προσαύξησις, επιδόματα κλπ.), ορίζονται οία τα εκάστοτε παρεχόμενα εις τους δημοσίους υπαλλήλους αντιστοίχων βαθμών ή μισθών, καταβάλλονται δε υποχρεωτικώς και κατά τας δια τους δημοσίους υπαλλήλους οριζομένας εκάστοτε χρονολογίας. 2. H όλως εξαιρετική ή απρόβλεπτη ή έκτακτη υπηρεσιακή ανάγκη για την καθιέρωση υπερωριακής εργασίας διαπιστώνεται με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου με τους όρους, τους περιορισμούς και τη διαδικασία των γενικών διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά για τους δημόσιου υπαλλήλους και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 109. Με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου επιτρέπεται η καθιέρωση εργασίας με αμοιβή στους υπαλλήλους των ΟΤΑ, οι οποίοι πέραν από το υποχρεωτικό ωράριο εργασίας τους τηρούν τα πρακτικά συνεδριάσεων του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και των συμβουλίων των συνδέσμων, νομικών προσώπων και ιδρυμάτων των ΟΤΑ Η υπερωριακή εργασίας των πιο πάνω υπαλλήλων είναι μέσα στα όρια που καθορίζονται κάθε χρόνο με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών. Η ωριαία αμοιβή είναι ίση με εκείνη που καταβάλλεται κάθε φορά στους δημόσιους υπαλλήλους" (αντικ. της παρ. 2 από την παρ. 10 του άρθρου 12 του Ν. 2503/97, ΦΕΚ-107 Α'). 3. Επίσης επιτρέπεται η καθιέρωσις έπ' αμοιβή, εργασία πέραν των ωρών υποχρεωτικής τοιαύτης δι' αποφάσεως του οικείου συλλογικού οργάνου και μέχρις είκοσι τεσσάρων (24) ωρών μηνιαίως κατά τα ειδικώτερον δι' αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών δημοσιευομένης δια ης Εφημερίδος της Κυβερνήσεως οριζόμενα, δια τους υπαλλήλους των ΟΤΑ, οίτινες επί τη, βάσει αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου τηρούν τα πρακτικά των συνεδριάσεων του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου ως και των συμβουλίων των συνδέσμων, νομικών προσώπων και ιδρυμάτων. Η ωριαία αποζημίωσις καθορίζεται κατά τα περί δημοσίων υπαλλήλων ισχύοντα. 4. Αι διατάξεις περί οδοιπορικών εξόδων και ημερησίας εκτός έδρας αποζημιώσεως των δημοσίων υπαλλήλων έχουν ανάλογον εφαρμογήν και εν προκειμένω. 5. Η εκτός έδρας κίνησις πραγματοποιείται κατόπιν αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου του οικείου ΟΤΑ, δι' ής ορίζεται και ο αριθμός των εκτός έδρας ημερησίων. Η απόφασις αύτη υπόκειται εις την έγκρισιν του νομάρχου. 6. Το επίδομα διαχειριστικών λαθών χορηγείται στους υπαλλήλους των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που απασχολούνται αποκλειστικά με τη διαχείριση χρημάτων ή ενσήμων καθώς και στους ελεγκτές εσόδων εξόδων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης σε ποσοστό ίσο με εκείνο που χορηγείται στους ελεγκτές και εκδότες των δημοσίων ταμείων". (αντικ. από την παρ. 3 άρθρου 65 Ν. 1416/1984 (ΦΕΚ Α' 18). 7. Εις τακτικούς υπαλλήλους των ΟΤΑ απασχολουμένους αποκλειστικώς με την συλλογήν και μεταφοράν των απορριμμάτων δι' αυτοκινήτων οχημάτων ή ιππηλάτων μέσων (συνοδούς) ως και εις τους εργαζομένους εις τους χώρους σταθμεύσεως και συντηρήσεως των οχημάτων ή εις χώρους διαλογής, επεξεργασίας και διαθέσεως των απορριμμάτων χορηγείται επίδομα ανθυγιεινής εργασίας εις ποσοστόν l2% επί του εκάστοτε βασικού μηνιαίου μισθού: α) του 4ου βαθμού της κλίμακος της διοικητικής ιεραρχίας δια τους απο του 5ου βαθμού και άνω και β) του 8ου βαθμού της κλίμακος της διοικητικής ιεραρχίας δια τους απο 6ου βαθμού και κάτω. Το επίδομα τούτο χορηγείται και εις τους εργάτας τους απασχολουμένους με την ταφήν ή εκταφήν εις νεκροταφειακούς χώρους.
'Αρθρον 107 Περικοπή αποδοχών 1. Μισθός δεν οφείλεται δια μη παρασχεθείσαν εξ υπαιτιότητος του υπαλλήλου υπηρεσίαν καθόλου ή εν μέρει. 2. Η περικοπή ενεργείται δια πράξεως του εντεταλμένου την εκκαθάρισιν και πληρωμήν των αποδοχών, τον οποίον οφείλει να ειδοποιήση περί τούτου ο προιστάμενος της υπηρεσίας, εις την οποίαν υπηρετεί ο υπάλληλος. Κατά της πράξεως ταύτης, η οποία ανακοινούται επί αποδείξει εις τον υπάλληλον, επιτρέπεται προσφυγή εντός δέκα ημερών απο της ανακοινώσεως, άνευ ανασταλτικής δυνάμεως, ενώπιον του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου το οποίον αποφαίνεται τελειωτικώς. 3. Διαρκούσης της διαδικασίας απολύσεως του τακτικού υπαλλήλου ένεκα νόσον μη δεκτικής ιάσεως, συνεχίζεται καταβαλλόμενος ο μισθός ενεργείας ή διαθεσιμότητος μέχρι λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως και πάντως ουχί πέραν των δύο μηνών από της λήξεως της αναρρωτικής αδείας ή διαθεσιμότητος.
'Αρθρον 108 Παύσις αξιώσεως επί του μισθού 1. Η αξίωσις επι του μισθού παύει απο της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως. 2. Αι μετά την λύσιν της υπαλληλικής σχέσεως παρεχόμεναι κατα την συνταξιοδοτικήν νομοθεσίαν αντί συντάξεως αποδοχών, δεν επηρεάζονται εκ της ως ανω διατάξεως.
'Αρθρον 109 Αποζημίωσις υπαλλήλων εκτελούντων πρόσθετον υπηρεσίαν 1. Υπάλληλοι, οίτινες, προσθέτως προς τα καθήκοντα της θέσεώς των και πέραν του υποχρεωτικού ωραρίου εργασίας εκτελούν και την υπηρεσίαν των παρά τοις δήμοις και ταις κοινότησι ληξιαρχείων ή την υπηρεσίαν των στερουμένων ιδίου προσωπικού κοινοτήτων, δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων και συνδέσμων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, δικαιούται αποζημιώσεως αναλόγου προς τας ώρας απασχολήσεώς των. 2. Αι ώραι απασχολήσεως, κατά μήνα, καθορίζονται αναλόγως του πληθυσμού και κατ' ανώτατον όριον μέχρι τεσσαράκοντα, δι' αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών, δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 3. Δεν επιτρέπεται απασχόλησις επι αποζημιώσει, πλέον του ενός υπαλλήλου, δι' έκάστην των εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένων υπηρεσιών.
'Αρθρον 110 Αποζημίωσις εισπρακτόρων λόγω απασχολήσεως εκτός έδρας ή γραφείου 1. Τακτικοί δημοτικοί ή κοινοτικοί εισπράκτορες, μετακινούμενοι εκτός έδρας ή του γραφείου των δι' εκτέλεσιν υπηρεσίας, αντί οδοιπορικών έξόδων και ημερησίας εκτός έδρας αποζημιώσεως, δικαιούνται αποζημιώσεως καθοριζομένης, εις ποσοστόν 2% μέχρι 4%, επί των εκτός έδρας και 1% επι των εκτός γραφείου, δι' ειδικών χρηματικών καταλόγων, εισπραττομένων δημοτικών και κοινοτικών εσόδων. 2. Το ύψος του ποσοστού της αποζημιώσεως καθορίζεται υπό του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, προκειμένου δε περί τακτικών εισπρακτόρων, ασχολουμένων με την είσπραξιν εσόδων πλειόνων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, υπό του διευθυντού του οικείου ταμείου. "Η ετησία αποζημίωση δεν δύναται να είναι μεγαλύτερη των 2/3 του ετήσιου βασιμού μισθού του δικαιούχου, δυναμένης να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών" (αντικ. του β' εδαφ. από την παρ. 7 του άρθρου τρίτου του Ν. 2347/95, ΦΕΚ-221 Α'). Η εκκαθάρισις της αποζημιώσεως ενεργείται επί τη βάσει πίνακος, θεωρουμένον υπό του προισταμένου του οικείου δημοσίου ταμεύου ή της ειδικής ταμειακής υπηρεσίας του οικείου δήμου και εμφαίνοντος το ύψος των εκτός έδρας ή γραφείου πραγματοποιηθεισών εισπράξεων. Ως έδρα των εισπρακτόρων θεωρείται ή τοιαύτη του παρ' ω υπηρετούν ταμείου.
Β' ΑΔΕΙΑΙ - ΝΟΣΗΛΕΙΑ 'Αρθρον 111 Δικαίωμα κανονικής αδείας 1. Οι υπάλληλοι, οι συμπληρώσαντες πραγματικήν υπηρεσίαν τριών ετών, δικαιούνται καθ' εκαστον ημερολογιακόν έτος κανονικήν απουσίας άδειαν μετά πλήρων αποδοχών είκοσι εξ εργασίμων ημερών. Επί πενθημέρου εργασίας αι ημέραι αδείας διορίζονται εις είκοσι δύο εργασίμους μη συνυπολογιζομένης και της ημέρας του Σαββάτου ή της Δευτέρας κατά τας διακρίσεις των οικείων παραγράφων του άρθρου 89 του παρόντος κώδικος. Εκ ταύτης δέον να χορηγήται υποχρεωτικώς η άδεια δέκα επτά εργασίμων ημερών, και επί πενθημέρου εργασίας δέκα πέντε εργασίμων ημερών έφ' όσον ζητήσει τούτο ο υπάλληλος, εντός της από 15ης Μαίου μέχρι 15ης Οκτωβρίου περιόδου. 2. Οι κατά την προηγουμένην παράγραφον υπάλληλοι, οι έχοντες πραγματικήν υπηρεσίαν ελάσσονα των τριών ετών, αλλά μείζονα του ενός, δικαιούνται κανονικήν άσειαν δέκα τριών εργασίμων ημερών, μετά πλήρων αποδοχών, καθ' έκαστον ημερολογιακόν έτος και επί πενθημέρου εργασίας ένδεκα εργασίμων ημερών. 3. Εκ τού χρόνου της κατά τας παραγράφους 1 και 2 κανονικής αδείας αφαιρείται ο χρόνος πάσης, εντός του αυτού ημερολογιακού έτους, αδικαιολογήτου απουσίας. 4. Εις εξαιρετικάς περιπτώσεις και έφ' όσον αι ανάγκες της υπηρεσίας επιτρέπουν, δύναται να χορηγήται εις πάντα τακτικόν υπάλληλον, κατόπιν αιτήσεώς του, καθ' έκαστον ημερολογιακόν έτος κανονική άδεια άνευ αποδοχών μέχρι δέκα τριών εργασίμων ημερών και μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του υπηρεσιακού συμ βουλίου μέχρις είκοσιν εξ εργασίμων ημερών εν σύνολα. Επί πενθημέρου εργασίας τα ανωτέρω όρια ορίζονται εις ένδεκα και είκοσι δύο εργασίμους ημέρας αντιστοίχως. 5. Διατηρούνται εν ισχύι αι περί αδειών διατάξεις των εκλογικών νόμων, ως και αι τοιαύται του Π.Δ. 561/1980 "περί χορηγήσεως αδείας εις τους υφ' οιανδήποτε σχέσιν υπηρετούντας εις το Δημόσιον και τα ΝΠΔΔ φοιτητάς κατά την περίοδον των εξετάσεων". 6. α. Για τους εργαζόμενους αποκλειστικά στις χωματερές, στην υγειονομική ταφή - καύση κλπ/, για όσους εργάζονται επί πενθήμερο εβδομαδιαίως οι ημέρες άδειας ορίζονται σε είκοσι επτά (27) μη συνυπολογιζομένης της ημέρας του Σαββάτου ή της Δευτέρας, κατά τις διακρίσεις του άρθρου 89, για όσους δε εργάζονται επί εξαήμερο εβδομαδιαίως οι ημέρες ορίζονται σε τριάντα δύο (32). β. Για τους εργαζόμενου αποκλειστικά στην αποκομιδή των απορριμμάτων, καθώς και στην ταφή και εκταφή νεκρών μετά τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών πραγματικής υπηρεσίας οι ημέρες άδειας αυξάνονται κατά τρεις (3)" (προσθ. της παρ. 6 από την παρ. 16 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 112 Υποχρέωσις χορηγήσεως κανονικής αδείας 1. Η υπηρεσία εις την οποία ανήκει ο υπάλληλος, εντός του δευτέρου εξαμήνου εκάστου έτους χορηγεί υποχρεωτικώς δια τον υπάλληλον την κανονικήν άδειαν την οποίαν δικαιούται και εις περίπτωσιν κατά την οποίαν ούτος δεν ητήσατο ταύτην. 2. Η μη χορήγησις, ο περιορισμός η ανάκλησις χορηγηθείσης κανονικής αδείας επιτρέπεται προς αντιμετώπισιν εκτάκτων και εξαιρετικών υπηρεσιακών αναγκών και ενεργείται δια πράξεως του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, εκδιδομένης μετ' ητιολογημένην γνώμην του αμέσως προισταμένου του υπαλλήλου και του υπερτέρου αυτού προισταμένου, έφ' όσον υφίσταται τοιούται, άλλως υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν. 3. (Καταργήθηκε από άρθρο 12 παρ. 3 Ν. 2130/93, ΦΕΚ-62 Α'). 4. Μη χορήγησις εις τον υπάλληλον της κανονικής αδείας, την οποίαν δικαιούται κατ' έτος καίτοι δεν συντρέχουν έκτακτοι και εξαιρετικαί υπηρεσιακαί ανάγκαι, ελεγχομένη και διαπιστουμένη κατ' εντολήν του οικείου νομάρχου, συνεπάγεται υποχρεωτικώς την πειθαρχική δίωξιν του μη χορηγήσαντος τήν άδειαν οργάνου, ως και των συμφωνησάντων δια την μη χορήγησιν προισταμένων του υπαλλήλου.
'Αρθρον 113 Προσαύξησις κανονικής αδείας υπηρετούντων εις παραμεθορίους περιοχάς 1. Αι χορηγούμεναι κανονικαί άδειαι απουσίας εις υπαλλήλους υπηρετούντας, εις παραμεθορίους περιοχάς του Νόμου 287/1976 "περί μέτρων τινών αφορώντων εις τους υπηρετούντας εις παραμεθορίους περιοχάς δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους" προσαυξάνονται κατά τας ημέρας κινήσεως, αι οποίαι απαιτούνται δια την μετάβασιν εις τον τόπον εγκαταστάσεως της οικογένείας των και δια την επιστροφήν εις την υπηρεσίαν των. Η τοιαύτη προσαύξησις χωρεί δίς κατ' έτος και δεν δύναται να υπερβή, εκάστην φοράν τας τρείς εν συνόλω εργασίμους ημέρας. Ως οικογένεια νοείται και η πατρική τοιαύτη εκατέρου των συζύγων. 2. Δι' αποφάσεων των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Εσωτερικών ρυθμίζονται αι λεπτομέρειαι της εφαρμογής των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου και καθορίζονται αι ημέραι προσαυξήσεως αναλόγως της χιλιομετρικής αποστάσεως.
'Αρθρον 114 Κανονική άδεια λόγω επιμορφώσεως 1. Εις μονίμους υπαλλήλους, μετέχοντας εις διαγωνισμούς, είτε δια την λήψιν υποτροφίας, είτε δια την επιλογήν των προς φοίτησιν εις κύκλους μεταπτυχιακών σπουδών, κατά τας περί επιμορφώσεως των υπαλλήλων κειμένας διατάξεις, χορηγείται υποχρεωτικώς κανονική άδεια μετά πλήρων αποδοχών διά χρόνον ίσον προς τον της διαρκείας του διαγωνισμού, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν απαιτουμένων ημερών μεταβάσεως τούτων εις τον τόπον διεξαγωγής του διαγωνισμού και επιστροφής των εις την έδραν της υπηρεσίας εις την οποίαν υπηρετούν. 2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κανονική άδεια δεν δύναται να υπερβή εν συνόλω τας εννέα εργασίμους ημέρας και επί πενθημέρου τας επτά εργασίμους ημέρας, χορηγείται δέ πέραν της κατά τας διατάξεις του άρθρου 111 οριζομένης αδείας εντός του αυτού έτους.
'Αρθρον 115 'Αδεια κυήσεως και λοχείας 1. Αι κυοφορούσαι υπάλληλοι, μετά βεβαίωσιν του θεράποντος ιατρού της οικείας ειδικότητος, απέχουν υποχρεωτικώς της υπηρεσίας από του όγδοου μηνός της κυήσεως, θεωρούμεναι ως εν κανονική, διμήνω αδεία μετά πλήρων αποδοχών. 2. Η άδεια αύτη παρατείνεται επί δύο μήνας μετά τον τοκετό και εφ' όσον το τεχθέν ζή. 3. Η τυχούσα αδείας κυοφορίας και λοχείας υπάλληλος, δεν στερείται του δικαιώματος λήψεως κανονικών ή αναρρωτικών αδειών κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος.
'Αρθρον 116 Αρμοδιότης χορηγήσεως κανονικής αδείας 1. Η κανονική άδεια απουσίας χορηγείται υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, ή του υπό τούτου εξουσιοδοτημένου οργάνου, μετά γνώμιν των αμέσως προισταμένων του υπαλλήλου. 2. Εις το έγγραφον χορηγήσεως της αδείας ορίζεται η χρονολογία της ενάρξεως ταύτης. 3. Λόγω εξαιρετικής υπηρεσιακής ανάγκης ή τη αιτήσει του υπαλλήλου επιτρέπεται εις τον άμεσον προιστάμενο αυτού όπως αναβάλη την έναρξιν της αδείας επί δέκα το πολύ ημέρας. 4. Εις περίπτωσιν αδικαιολογήτου υπερβάσεως της χορηγηθείσης κανονικής αδείας ο υπάλληλος στερείται των αποδοχών αυτού δια τας ημέρας της υπερβάσεως, διώκεται δε και πειθαρχικώς.
'Αρθρον 117 Αναρρωτικαί άδειαι 1. Εις τον υπάλληλον τον συμπληρώσαντα τριετή πραγματικήν υπηρεσίαν ασθενούντα ή χρήζοντα αναρώσεως, χορηγείται κατόπιν αιτήσεώς του ή και αυτεπαγγέλτως υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, επί τη βάσει γνωματεύσεως της οικείας υγειονομικής επιτροπής, αναρρωτική άδεια απουσίας μετά πλήρων αποδοχών. 2. Η ως άνω άδεια δεν δύναται να υπερβή τον αριθμόν τόσων μηνών, όσα τα έτη της πραγματικής του υπαλλήλου υπηρεσίας, αφαιρουμένης εκάστοτε της εντός της προγενεστέρας πενταετίας χορηγηθείσης τυχόν τοιαύτης. Δεν δύναται όμως εν συνεχεία χορηγουμένη να υπερβή τους δώδεκα μήνας. Χρόνος υπηρεσίας ουχί ελάσσων των εξ μηνών θεωρείται ως πλήρες έτος. 3. Εις την αναρρωτικήν άδειαν συνυπολογίζονται και αι ημέραι απουσίας λόγω της ασθενείας, της προηγηθείσης της αδείας. 4. Ο τυχών αναρρωτικής αδείας μετ' αποδοχών δικαιούνται κατά το αυτό ημερολογιακόν έτος και της κατά το άρθρον 111 προβλεπομένης κανονικής αυτούς αδείας εφ' όσον υφίσταται χρονικόν περιθώριον προς λήψιν ταύτης.
'Αρθρον 118 Αναρρωτικαί άδειαι επί δυσιάτων νοσημάτων Εις τους προσβεβλημένους υπό δυσιάτων νοσημάτων υπαλλήλους, χορηγούνται αναρρωτικαί άδειαι των οποίων το κατά το άρθρον 117 όρια ορίζονται εις το διπλάσιον. Δυσίατα νοσήματα είναι τα εκάστοτε οριζόμενα δια τους δημοσίους υπαλλήλους.
'Αρθρον 119 Βραχυχρόνιοι αναρρωτικαί άδειαι Βραχυχρόνιοι αναρρωτικαί άδειαι απουσίας μέχρι και τριών ημερών κατά περίπτωσιν και πάντως ουχί πλέον των δέκα πέντε ημερών εν συνόλω κατ' έτος, χορηγούνται εις ασθενούντας ή χρήζοντας αναρρώσεως τακτικούς υπαλλήλους, βάσει γνωματεύσεως του θεράποντος ιατρού. Η υπηρεσία του υπαλλήλου διατηρεί πάντοτε το δικαίωμα της παραπομπής αυτού ενώπιον της οικείας πρωτοβαθμίου υγειονομικής επιτροπής.
'Αρθρον 120 Αναρρωτικαί άδειαι τακτικών υπαλλήλων μη εχόντων τριετή υπηρεσίαν 1. Τακτικός υπάλληλος, ο οποίος δεν έχει συμπληρώσει τριετή πραγματικήν υπηρεσίαν, δικαιούται κατά την διαδικασίαν των άρθρων 117 και 118 αναρρωτικής αδείας μετά πλήρων μεν αποδοχών ίσης προς τόσους μήνας, όσα τα έτη της υπηρεσίας του, άνευ δε αποδοχών μέχρι συμπληρώσεως διαστήματος εξ μηνών και προκειμένου περί παθήσεως του άρθρου 118 μέχρι δώδεκα μηνών. Χρόνος υπηρεσίας ουχί ελάσσων των εξ μηνών θεωρείται ως πλήρες έτος. 2. Παρατεινομένης της ασθενείας πέραν των ορίων της προηγουμένης παραγράφου και εξαντλουμένου του χρόνου της παρ. 3 του άρθρου 151 ή εις περίπτωσιν ιατρικής γνωματεύσεως της αρμοδίας υγειονομικής επιτροπής περί ανεπιδέκτου της ιάσεως, ο υπάλληλος απολύεται κατά τά εν άρθρω 214 οριζόμενα.
'Αρθρον 122 Νοσηλεία 1. Η ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψις των υπαλλήλων παρέχεται, κατά τας εκάστοτε ισχύουσας σχετικάς διατάξεις, υπό μεν του κλάδου ασφαλίσεως κατά της ασθενείας των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων (ΚΑΔΚΥ), είς ας περιφερείας έχει επεκταθή η εις αυτόν ασφάλισις, υπό δε του ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) εις τας ασφαλιστικάς περιοχάς αυτού εφ' όσον έχει επεκταθή εις αυτας η ασφάλισις του ΚΑΔΚΥ. 2. Εις ας περιπτώσεις δεν έχει επεκταθή η ασφάλισις του ΚΑΔΚΥ ή του ΙΚΑ, ή των κατά την παρ. 1 περίθαλψις παρέχεται υποχρεωτικώς υπό των παρ' οις υπηρετούν οι υπάλληλοι οργανισμών. Τα του τρόπου παροχής της περιθάλψεως και καταβολής των νοσηλίων ορίζονται διά Π.Δ., εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Εσωτερικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών. 3. Από της επεκτάσεως της ασφαλίσεως του ΚΑΔΚΥ παύει αυτοδικαίως η κατά την παρ. 1 είς το ΙΚΑ ασφάλισις κατά της ασθενείας καί η κατά την παρ. 2 υποχρέωσις των οικείων οργανισμών. 4. Υφιστάμενα δικαιώματα εκλογής φορέως ασφαλίσεως κατά της ασθενείας δεν θίγονται υπό των διατάξεων του παρόντος, του οικείου ΟΤΑ υποχρεουμένων εις καταβολήν ασφαλιστικών εισφορών.
'Αρθρον 122 'Εξοδα κηδείας Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως υποχρεούνται εις την καταβολήν των εξόδων κηδείας των αποθνησκόντων τακτικών υπαλλήλων των, της συζύγου και των τέκνων αυτών, εφ' όσον ταύτα προστατεύονται και συντηρούνται υπό του υπαλλήλου. Τα έξοδα ταύτα ορίζονται δια μεν τον υπάλληλον εις τας αποδοχάς τριών μηνών, δια δε την σύζυγον και τα τέκνα εις τας αποδοχάς δύο μηνών, μη δυνάμενα να υπερβαίνουν τας τεσσαράκοντα χιλιάδας δραχμάς. Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών επιτρέπεται η αύξησις του χρηματικού τούτου ποσού.
'Αρθρον 123 Εκπαιδευτικαί άδειαι προς υπηρεσιακήν μετεκπαίδευσιν εν τη αλλοδαπή 1. Εις τακτικούς υπαλλήλους των κλάδων ΑΤ και ΑΡ έχοντας πενταετή τουλάχιστον πραγματικήν υπηρεσίαν και μη υπερβάντας το 40ον έτος της ηλικίας των, επιδείξαντας δε εξαιρετικήν επίδοσιν, δύναται να χορηγηθή επί τη αιτήσει των, υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, εκπαιδευτική άδεια δια την αλλοδαπήν, κατόπιν συμφώνου γνωμοδοτήσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου, εν ή δέον να καθορίζεται η χώρα της εκπαιδεύσεως, ής τήν γλώσσαν οφείλει να κατέχη αποδεδειγμένως και αρτίως ο αιτών υπάλληλος και το πρόγραμμα της επιστημονικής ή τεχνικής εκπαιδεύσεως ή καταρτίσεως αυτού. 2. Κατ' έξαίρεσιν δύνανται να τύχουν τοιαύτης αδείας και υπάλληλοι των κλάδων ΜΕ μόνον προς εξειδίκευσιν ή τελειοποίησιν αυτών. 3. Δεν μπορεί να χορηγηθεί σε υπάλληλο εκπαιδευτική άδεια, διάρκειας μεγαλύτερης των τριών (3) ετών συνολικά" (αντικ. της παρ. 3 από την παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 2503/97, ΦΕΚ-107 Α').
'Αρθρον 124 Δικαιώματα και υποχρεώσεις αδειούχων διαρκούσης της εκπαιδευτικής αδείας 1. Εις τους επί εκπαιδευτική αδεία αποστελλομένους εις την αλλοδαπήν παρέχονται πλήρεις αι αποδοχαί, ηυξημέναι εις το διπλάσιον και τα οδοιπορικά έξοδα μεταβάσεως και επιστροφής, κατά τα ειδικώτερον διά κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών ορισθησόμενα. 2. Ο εν εκπαιδευτική αδεία υποχρεούται επί ποινή ανακλήσεως, όπως κατά εξάμηνον δι' αναφοράς του, άπ ευθείας υποβαλλομένης, μετά των σχετικών αποδεικτικών σπουδών, καθιστά ενήμερον τον εις ον ανήκει οργανισμόν, περί της πορείας της εκπαιδεύσεως του. 3. Οι εν εκπαιδευτική, αδεία υπάλληλοι τελούν υπό την εποπτείαν των κατά τόπους διπλωματικών ή προξενικών αρχών, αίτινες και υποχρεούνται να αναφέρουν καθ' εξάμηνον εις το Υπουργείον Εσωτερικών, περί της εν γένει πορείας της εκπαιδεύσεως και της καθόλου συμπεριφοράς των. 4. Ο εν εκπαιδευτική αδεία υπάλληλος δεν ανακαλείται προ της παρόδου του χρόνου της χορηγηθείσης αδείας, είμή μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του υπηρεσιακού συμβουλίου. 5. Ο εκπαιδευόμενος υπάλληλος οφείλει, επανερχόμενος εκ της αδείας, να υποβάλη βεβαιώσεις και έκθεσιν περί της εκπαιδεύσεώς του.
'Αρθρον 125 Υποχρεώσεις υπαλλήλων ληξάσης της εκπαιδευτικής αδείας 1. Οι κατά το άρθρον 123 εκπαιδευόμενοι υποχρεούνται μετά την επάνοδόν των να υπηρετήσουν εις τον παρ' ώ ανήκουν οργανισμόν επί χρόνον τριπλάσιον του χρόνου της εκπαιδεύσεώς των εις την αλλοδαπήν. Την αυτήν αναλόγως υποχρέωσιν υπέχουν και οι προ της αποκτήσεως της υπαλληλικής ιδιότητος εκπαιδευθέντες χάριν αναλήψεως υπηρεσίας παρ' οργανισμώ τοπικής αυτοδιοικήσεως, ως και οι μετά την απόκτησιν αυτής μετεκπαιδευθέντες δαπάναις του Κράτους, ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως καθ' οιονδήποτε τρόπον και αν κατεβλήθησαν αύται. 2. Εν περιπτώσει αθετήσεως της κατά την προηγούμενην παράγραφον υποχρεώσεώς των, αφ' ενός μεν υποχρεούνται να επιστρέψουν εντός τριμήνου εις τον οργανισμόν τοπικής αυτοδιοικήσεως τας ληφθείσης κατά τον χρόνον της αδείας των αποδοχάς και τα έξοδα μεταβάσεως και επανόδου, εφαρμοζομένων, εν αρνήσει των διατάξεων περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, αφ' ετέρου δε κωλύονται επί πενταετίαν να διορισθούν εις άλλην θέσιν παρά τω Δημοσίω ή οργανισμώ τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλω νομικώ προσώπω δημοσίου δικαίου ή παρ' ειδικώ λογαριασμώ ή ιδρύματι επιχορηγούμενω υπό του Δημοσίου ή παρά τινι των Τραπεζών Ελλάδος, Εθνικής, Αγροτικής, Κτηματικής ή άλλη επιχειρήσει κοινής ωφελείας.
'Αρθρον 126 Εκπαιδευτικαί άδειαι χάριν ανωτέρων εν τη αλλοδαπή σπουδών 1. Εις τακτικούς υπαλλήλους, τυχόντας υποτροφίας δια την παρακολούθησιν ανωτέρων εν τη, αλλοδαπή, σπουδών, δύναται να παρέχηται υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του υπηρεσιακού συμβουλίου, εκπαιδευτική άδεια μετ' αποδοχών, δι' ίσον προς τον της υποτροφίας χρόνον πάντως δε ουχί πέραν των τριών ετών. Υπό τους αυτούς όρους δύναται να παρέχηται εκπαιδευτική άδεια μετ' αποδοχών και εις μη τυχόντας υποτροφίας υπαλλήλους. Αι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 123 και των παρ. 3, 4 και 5 του άρθρου 124 έχουν εφαρμογήν και εν προκειμένω. 2. Οι τυχόντες εκπαιδευτικής αδείας κατά το παρόν άρθρον αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν υπηρεσίας παρά τω εις ον ανήκουν οργανισμώ επί χρόνον ίσον προς τον της αδείας ταύτης. Εν περιπτώσει αθετήσεως της τοιαύτης υποχρεώσεως των, ο χρόνος της εκπαιδευτικής ταύτης αδείας δεν λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας, οι δε αθετήσαντες την υποχρέωσιν των κωλύονται επί πενταετίαν να διορισθούν εις τας εν άρθρω 125 παρ. 2 αναφερομένας θέσεις. 3. Αι διατάξεις των άρθρων 123, 124, 125 δεν εφαρμόζονται προκειμένου περί υποτροφιών παρεχομένων εις την Κυβέρνησιν υπό αλλοδαπών ή διεθνών οργανισμών δια μετεκπαίδευσιν υπαλλήλων. Εις την περίπττωσιν αθετήσεως των αναληφθεισών υποχρεώσεων έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 125.
'Αρθρον 127 Μετεκπαίδευσις και επιμόρφωσις εν τη ημεδαπή Αι προβλέπουσαι την μετεκπαίδευσιν και επιμόρφωσιν εν τη, ημεδαπή ειδικαί διατάξεις δέν θίγονται υπό του παρόντος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ' ΜΕΤΑΒΟΛΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ 'Αρθρον 128 Ατομικοί φάκελλοι υπαλλήλων 1. Δια την ορθήν και ενιαίαν εφαρμογήν των οικείω διατάξεων, περί καταστάσεως του εις τον παρόντα κώδικα υπαγομένου προσωπικού, η αρμοδία επί θεμάτων προσωπικού υπηρεσιακή μονάς υποχρεούται, όπως τηρή, δι' έκαστον υπάλληλον ίδιον ατομικόν φάκελλον. 2. Ο ατομικός φάκελλος του υπαλλήλου περιλαμβάνει εν πρωτοτύπω άπαντα τα ατομικώς αφορώντα ει τον υπάλληλον έγγραφα τα αναφερόμενα εις την εν γένει υπηρεσιακήν, οικογενειακήν και περιουσιακήν κατάστασιν τούτου. 3. Πάντα τα έγγραφα ταύτα ταξινομούνται εις υποφακέλλους τοποθετουμένους εις τον ατομικόν φάκελλον υπό τα εξής στοιχεία και τίτλους: Α'. Τυπικά προσόντα. Β'. 'Ηθος. Γ'. Οικογενειακή - περιουσιακή κατάστασις. Δ'. Υπαλληλική σταδιοδρομία. Ε'. Ηθικαί αμοιβαί - ποιναί. ΣΤ'.'Εκθεσις ουσιαστικών προσόντων. Ζ'. 'Αδειαι - νοσηλεία. Η'. Διάφορα. 4. Τα εν εκάστω υποφακέλλω περιεχόμενα έγγραφα καταχωρίζονται εις την ανω αριστεράν σελίδα του περιβλήματος αυτού, άμα τη, τοποθετήσει των εν τω υποφακέλλω. 5. Εις περιπτώσεις καθ' άς συντρέχει εφαρμογή του άρθρου 167 του παρόντος, τα εν τω υποφακέλλω "Ε" έγγραφα τα σχετικά προς τας διαγραφομένας ποινάς αποσύρονται, τοποθετούμενα εις το γενικόν αρχείον. Αποσύρεται ωσαύτως το περίβλημα του υποφακέλλου τούτου, τοποθετουμένου εις το αυτό αρχείον. Το αποσυρόμενον περίβλημα αντικαθίσταται δια νέου, εις ό καταχωρίζονται, κατά τα εν παρ. 3 του παρόντος άρθρου οριζόμενα, τα εναπομείναντα εν τω υποφακέλλω έγγραφα. 6. Τα εκάστοτε αναγκαία εκ των στοιχείων τούτων τίθενται, μερίμνη του προισταμένου των κατά την παρ. 1 υπηρεσιακών μονάδων, ύπ' όψιν των υπηρεσιακών και πειθαρχικών συμβουλίων, ως και παντός ετέρου αρμοδίου οργάνου, δια την διενέργεια των προαγωγικών κατά το άρθρον 139 του παρόντος, ως και δια διενέργειαν την οιασδήποτε ετέρας πράξεως μεταβολής της υπηρεσιακής καταστάσεως του υπαλλήλου. 7. Οι προιστάμενοι των υπηρεσιών προσωπικού φέρουν την ευθύνην της τηρήσεως, ασφαλούς φυλάξεως και συνεχούς ενημερώσεως των συγκροτούντων το σύστημα στοιχείων, η δε παράλειψις των υποχρέων συνιστά το κατά το άρθρον 165 παρ. 1 περ. ιβ' του παρόντος πειθαρχικόν αδίκημα.
'Αρθρον 129 Πίνακες αρχαιότητος (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37).
'Αρθρον 130 'Εκθεσις ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων 1. Τα περί ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων στοιχεία καταχωρούνται εις την έκθεσιν ουσιαστικών προσόντων συντασσομένην, κατ' έτος και μέχρι τέλους Ιανουαρίου το αργότερον, βάσει ενιαίου υποδείγματος κατά κλάδους τακτικών υπαλλήλων, ως και μη τακτικών τοιούτων, κατά τα εκάστοτε ισχύοντα επί δημοσίων υπαλλήλων. Δι' αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών, καθορίζεται η διαδικασία γνωστοποιήσεως του περιεχομένου των εκθέσεων. 2. Αι κατά την παρ. 1 εκθέσεις ουσιαστικών προσόντων χρησιμοποιούνται δια την κατά το άρθρον 139 παρ. 3 του παρόντος συναγωγήν της κρίσεως των προσακτέων και μη, ως και δια πάσαν ετέραν περίπτωσιν υπηρεσιακής αξιολογήσεως των ικανοτήτων του υπαλλήλου. 3. Εντός δεκαημέρου από της κατά την παρ. 1 γνωστοποιήσεως του περιεχομένου της εκθέσεως δύναται ο υπάλληλος να ζητήση την διαγραφήν ή την τροποποίησιν αυτής ως προς τα τυχόν διαλαμβανόμενα εν αυτή αντικειμενικώς εις βάρος αυτού ανακριβή γεγονότα δι' αιτήσεως υποβαλλομένης εις το οικείον υπηρεσιακόν συμβούλιον.
'Αρθρον 131 Τοποθέτησις - Μετακίνησις 1. Η τοποθέτησις των το πρώτον διοριζομένων ενεργείται δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. 2. Επιτρέπεται η μετακίνησις του υπαλλήλου εκ της υπηρεσίας, εις ην ετοποθετήθη, εις ετέραν εν τω αυτώ οργανισμώ, εφ' όσον αύτη ενεργείται εις ισόβαθμον θέσιν και εφ' όσον δια την κατάληψιν της εις ην ο υπάλληλος μετακινείται θέσεως απαιτούνται τα αυτά τυπικά προσόντα, άτινα απαιτούνται και δια την κατάληψιν της θέσεως, αφ' ης ούτος μετακινείται. Η μετακίνησις ενεργείται δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου.
'Αρθρον 132 Μετάταξις εις άλλον δήμον ή κοινότητα 1. Επιτρέπεται η μετάταξις υπαλλήλων (μέχρι και του 6ου βαθμού) από δήμον εις δήμον, η εις ίδρυμα ή εις νομικόν πρόσωπον του αυτού δήμου και τανάπαλιν. Η μετάταξη ενεργείται με αίτηση του υπαλλήλου σε αντίστοιχη κενή οργανική θέση, με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου του Ο.Τ.Α. υποδοχής, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως" (αντικ. του β' εδαφ. της παρ. 1 από την παρ. 20 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). (Η φράση μέσα σε () διαγράφηκε από την παρ. 3 άρθρου 30 Π.Δ. 37α/1987 ΦΕΚ Α' 11). 2. "Η απόφαση για τη μετάταξη εκδίδεται από το αρμόδιο για διορισμό όργανο του ΟΤΑ στον οποίο μετατάσσεται ο υπάλληλος, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου για διορισμό οργάνου του ΟΤΑ από τον οποίο μετατάσσεται ο υπάλληλος και των οικείων υπηρεσιακών συμβουλίων" (αντικ. της παρ. 2 από την παρ. 3 του άρθρου 13 του Ν. 2503/97, ΦΕΚ-107 Α'). 3. Κατά τη διαδικασία καιτις προυποθέσεις των παρ. 1 και 2 επιτρέπεται η μετάταξη με αίτηση του υπαλλήλου από κοινότητα σε κοινότητα" (αντικ. των παρ. 2 και 3 από την παρ. 21 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 4. Ο μετατασσόμενος δέον να κέκτηται τα προσόντα της θέσεως εις την οποίαν μετατάσσεται. 5. Υπό τας προυποθέσεις και την διαδικασίαν των προηγουμένων παραγράφων επιτρέπεται και η αμοιβαία μετάταξις. Εν τη περιπτώσει ταύτη αι υπό των μετατασσομένων κατεχόμεναι θέσεις λογίζονται, δια την εφαρμογήν της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, κεναί. "6. Κατεξαίρεση αυτών που ορίζονται στην παρ. 3 επιτρέπεται μετάταξη υπαλλήλου χωρίς αιτησή του από κοινότητα σε κοινότητα του ίδιου νομού αν κατά την έναρξιν ισχύος αυτού του νόμου υπηρετούν δύο ή περισσότεροι υπάλληλοι ύστερα από συγχώνευση κοινοτήτων ή λόγω επαναφοράς είτε κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 76/1974 (ΦΕΚ Α' 266) του Ν. 193/75 (ΦΕΚ Α' 223) και του άρθρου 12 του Ν. 1232/82 είτε σε εκτέλεση απόφασης διοικητικού δικαστηρίου. Η μετάταξη αυτή γίνεται όταν οι οικονομικές δυνατότητες, σε συνδυασμό με τις υπηρεσιακές ανάγκες της κοινότητας στην οποία υπηρετεί, δεν δικαιολογούν να υπηρετούν όλοι σε αυτή. Η θέση που κατείχε αυτός που μετατάσσεται καταργείται αυτοδικαίως με τη μετάταξή του. Κατά τα λοιπά για την μετάταξη εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπουν οι διατάξεις των παρ. 1 μέχρι και 3 αυτού του άρθρου". (προσθ. από την παρ. 5 του άρθρου 65 Ν. 1416/1984 ΦΕΚ Α' 18). 7. Με τις προυποθέσεις και τη διαδικασία των παρ. 1 - 4 του παρόντος άρθρου επιτρέπεται η μετάταξη υπαλλήλου στο δήμο σε κοινότητα και αντίστροφα. 8. Σε περίπτωση μετάταξης υπαλλήλου από δήμο ή κοινότητα του Α' μέρους, σε κοινότητα του Β' μέρους του παρόντος, η βαθμολογική του εξέλιξη δεν μπορεί να είναι ανώτερη του καταληκτικού βαθμού στον οποίο εξελίσσεται το προσωπικό των κοινοτήτων του Β' μέρους. 9. "Μετάταξη υπαλλήλου δήμου ή κοινότητα ή ιδρύματος ή νομικού προσώπου ή συνδέσμου ή συμβουλίου περιοχής σε άλλο δήμο ή κοινότητα ή νομικό πρόσωπο ή σύνδεσμο ή συμβούλιο περιοχής, επιτρέπεται, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των προηγουμένων παραγράφων του άρθρου αυτού και εφόσον υφίσταται αντιστοιχία των διατάξεων συνταξιοδότησης του μετατασσόμενου υπαλλήλου προς τις διατάξεις του προσωπικού του φορέα στον οποίο γίνεται η μετάταξη, επιφυλασσομένων των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου αυτού. "Κατ' εξαίρεση των ανωτέρω, μπορεί, με απόφαση των αρμόδιων προς διορισμό οργάνων, υπάλληλος δήμου ή κοινότητας ή ιδρύματος ή δημοτικού ή κοινοτικού νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, ή συνδέσμου να μεταταγεί σε άλλο δήμο ή κοινότητα ή σε ίδρυμα ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου του ίδιου ή αλλου δήμου ή κοινότητας με της μεταφορά της θέσης" (αντικ. του β' εδαφ. της παρ. 9 από την παρ. 4 του άρθρου 12 του Ν. 2503/97, ΦΕΚ-107 Α'). Ο μετατασσόμενος διατηρεί το συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό καθεστώς που κατείχε πριν τη μετάταξή του" (αντικ. της παρ. 9 από την παρ. 22 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). "10. Με τις προυποθέσεις και τη διαδικασία των παρ. 1,2,4 και 5 του άρθρου αυτού επιτρέπεται η μετάταξη υπαλλήλων κατηγορίας ΔΕ23 ειδικού προσωπικού από δήμο σε δήμο, από δήμο σε κοινότητα και αντίστροφα" (προσθ. της παρ. 10 από την παρ. 23 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 133 Απόσπασις 1. Ειδικές διατάξεις νόμων που επιτρέπουν την απόσπαση υπαλλήλων σε κρατικές υπηρεσίες ή σε άλλον οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε υπηρεσίες νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή οργανισμών κοινής ωφέλειας εξακολουθούν να ισχύουν. Η απόσπαση γίνεται πάντοτε ύστερα και από γνώμη του αρμοδίου για διορισμό οργάνου του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης από τον οποίο αποσπάται ο υπάλληλος. Απαγορεύεται η απόσπαση υπαλλήλου αν ένας μόνο υπηρετεί στον κλάδο στον οποίο αυτός ανήκει. 2. Αν υπάρει έκτακτη υπηρεσιακή ανάγκη με απόφαση του Δημάρχου ή Προέδρου της Κοινότητας μπορεί να αποσπαστεί έως ένα έτος υπάλληλος δήμου ή κοινοτικό πρόσωπο του ιδίου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε σύνδεσμο δήμων ή κοινοτήτων ή σε αναπτυξιακό σύνδεσμο στον οποίο συμμετέχει ο δήμος ή η κοινότητα από τον οποίο γίνεται η απόσπαση και αντίστροφα. Η απόσπαση μπορεί να παρατείνεται με την ίδια διαδικασία για ένα ακόμη έτος. Η κάθε φύσης αποδοχές και οι ασφαλιστικές εισφορές των αποσπωμένων κατά τα ανωτέρω βαρύνουν το νομικό πρόσωπο ή ίδρυμα ή σύνδεσμο στον οποίο αποσπωνται" (αντικ. από άρθρ. 26 παρ.3 του Ν. 2130/93, ΦΕΚ-62 Α'). 3. Επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης σε άλλον οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, με αίτηση του υπαλλήλου, για συνυπηρέτηση με σύζυγο δημόσιο υπάλληλο ή υπάλληλο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου του ΟΤΑ υποδοχής, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του αρμόδιου για το διορισμό οργάμου του ΟΤΑ εκ του οποίου ζητείται η απόσπαση. Η απόσπαση γίνεται για ένα (1) έτος και μπορεί να παραταθεί για ένα (1) ακόμη. Μετά τη λήξη του χρόνου απόσπασης ο υπάλληλος υποχρεούται να επανέλθει στον ΟΤΑ από τον οποίο αποσπάσθηκε" (αντικ. της παρ. 3 από την παρ. 26 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 4. Στις περιπτώσεις των παρ. 2 και 3 αυτού του άρθρου οι αποδοχές και αποζημιώσεις του υπαλλήλου που αποσπάστηκε και οι ασφαλιστικές εισφορές βαρύνουν τον φορέα στον οποίο έγινε η απόσπαση. 5. Με Π.Δ./γμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, ορίζονται οι πρόσθετες αμοιβές και αποζημιώσεις στους υπαλλήλους που αποσπώνται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του άρθρου". (αντικ. από το άρθρο 66 Ν. 1416/1984,ΦΕΚ Α' 18).
'Αρθρον 134 Μετάταξις εντός του αυτού γενικωτέρου κλάδου 1. Επιτρέπεται μετάταξις υπαλλήλων (μέχρι και του 6ου βαθμού) εις κενήν ομοιόβαθμον θέσιν ετέρου κλάδου του αυτού γενικωτέρου κλάδου του ιδίου ΟΤΑ, τη αιτήσει των, εφ' όσον ούτοι έχουν τα προσόντα της εις ήν μετατάσσονται θέσεως και συντρέχουν εξαιρετικαί υπερεσιακαί ανάγκαι. {Η μέσα σε () φράση διαγράφηκε από την παρ. 4 άρθρου 30 Π.Δ. 37α/1987 (ΦΕΚ Α' 11)}. 2. Η μετάταξις ενεργείται δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.
'Αρθρον 135 Μετάταξις εις ανώτερον κλάδον 1. Επιτρέπεται μετάταξις υπαλλήλων εις κενάς ομοιοβάθμους θέσεις ή εις θέσεις εισαγωγικού βαβμού ετέρου ανωτέρου κλάδου, του ιδίου ΟΤΑ κατά την έννοιαν της παρ. 1 του άρθρου 160 του παρόντος, εφ' όσον ούτοι: α. (καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37). β. κέκτηνται το τυπικόν προσόν του κλάδου εις ον μετατάσσονται, γ. απέκτησαν το κατά το ανωτέρω τυπικόν προσόν κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας των ή εφ' όσον κατείχον τούτο κατά τον χρόνον του διορισμού των, έχει παρέλθει έκτοτε τετραετία, δ. έχουν μονιμοποιηθή, ε. μετατάσσονται εις θέσιν του αμέσως, ανωτέρου κλάδου. Κατ' εξαίρεσιν επιτρέπεται η μετάταξις εκ κλάδου ΜΕ εις τους ΑΤ τοιούτους. 2. Η μετάταξις ενεργείται κατά τας διατάξεις της παρ. 2 του προηγουμένου άρθρου. 3. (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37). 4. Δια τους, εκ των μετατασσομένων, κεκτημένους τον βαθμόν της θέσεως εις ην μετατάσσονται, ως χρόνος διανυθείς εις τήν θέσιν ταύτην, λογίζεται μόνον ο διανυθείς εν τω αντιστοίχω βαθμώ του εις ον ανήκε προ της μετατάξεως κλάδου χρόνος, μετά την απόκτησιν των τυπικών προσόντων των προβλεπομένων υπό των οικείων διατάξεων δια την θέσιν εις ην ούτοι μετατάσσονται. Κατά πάσαν πάντως περίπτωσιν οι μετατασσόμενοι τίθενται εις το αριστερόν των, κατά τον χρόνον της μετατάξεώς των, υπηρετούντων ομοιοβάθμων των και δεν δύναται να κρίνουν δια τον αμέσως ανώτερον βαθμόν πρίν ή συμπληρώσουν τον πρός προαγωγήν εις τον βαθμόν τούτον χρόνον οι κατά τα ανωτέρω αρχαιότεροί των, μη κωλυομένης πάντως της κατά τας διατάξεις του άρθρου 149 του παρόντος, εντάξεώς των εις ανώτερον βαθμόν. (Σημείωση : Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 38 του Ν. 2190/94, έχουν εφαρμογή και στις μεταβολές που γίνονται σύμφωνα με το άρθρο 135 του Ν. 1188/81 - από παρ. 7 άρθρου 12 Ν. 2503/97, ΦΕΚ-107 Α').
'Αρθρον 136 Προαγωγή Προυποθέσεις προς προαγωγήν Ουδείς υπάλληλος προάγεται από βαθμού εις βαθμόν: α. (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37). β. εάν δεν έχη συμπληρώσει καθωρισμένον χρόνον υπηρεσίας εις τον κατώτερον βαθμόν και δεν έχη τα λοιπά απαιτούμενα τυπικά προσόντα, και γ. εάν δεν κέκτηται τα δια τον ανώτερον βαθμόν απαιτούμενα ουσιαστικά προσόντα, κατά την κρίσιν του υπηρεσιακού συμβουλίου.
'Αρθρον 137 Μη υπολογιζόμενος προς προαγωγήν χρόνος Εις τον προς προαγωγήν απαιτούμενον χρόνον υπηρεσίας δεν υπολογίζεται: α. ο της διαθεσιμότητος, β. ο της αργίας, της επελθούσης ένεκα ποινικής διώξεως, αποληξάσης, εις οιανδήποτε καταδίκην η πειθαρχικής διώξεως, αποληξάσης εις πειθαρχικήν ποινήν τουλάχιστον προστίμου αποδοχών τριών μηνών, και γ. ο της αδικαιολογήτου αποχής εκ των καθηκόντων.
'Αρθρον 138 Τρόπος προαγωγών (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37).
'Αρθρον 139 Ενέργεια προαγωγών 1. Αι προαγωγαί ενεργούνται δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 2. Το υπηρεσιακόν συμβούλιον γνωμοδοτεί κατόπιν εγγράφου ερωτήματος απευθυνομένου προς αυτό εντός μηνός από της κενώσεως της θέσεως υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν και περιλαμβάνοντος πάντας τους έχοντας τον απαιτούμενον χρόνον υπηρεσίας εν τω κατεχομένω βαθμώ. Προκειμένου περί προαγωγής εις βαθμούς ενιαίων θέσεων, το ερώτημα απευθύνεται εντός της αυτής προθεσμίας από της συμπληρώσεως του χρόνου προαγωγής. Εν παραλείψει ή αρνήσει υποβολής του ερωτήματος εντός της ως άνω προθεσμίας το υπερησιακόν συμβούλιον γνωμοδοτεί τη αιτήσει του ενδιαφερομένου ή προτάσει του νομάρχου ο δε υπαίτιος διώκεται πειθαρχικώς δια βαρείαν παράβασιν καθήκοντος. 3. (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37). 4. Η περί προαγωγής απόφασις εκδίδεται εντός μηνός από της περιελεύσεως της γνωμοδοτήσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου εις τον οικείον οργανισμόν. 5. Παρερχομένης απράκτου της κατά την προηγουμένην παράγραφον προθεσμίας, η πρααγωγή ενεργείται δια της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως περιλήψεως της ως άνω γνωμοδοτήσεως μερίμνη του νομάρχου. 6-7 (Καταργήθηκαν από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37).
'Αρθρα 140 - 143 (Καταργήθηκαν από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37).
'Αρθρο 144 Δημοσίευση πράξεων υπηρεσιακών μεταβολών 'Οπου κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου απαιτείται δημοσίευση της περίληψης των πράξεων των οργάνων των ΟΤΑ που αφορούν υπηρεσιακές μεταβολές των υπαλλήλων τους, αυτή ενεργείται με μέριμνα του Περιφερειακού Δ/ντή" (αντικ. του άρθρου 144 από την παρ. 27 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 145 Αρμοδιότητες νομάρχου επί μεταβολών (Καταργήθηκε από την παρ. 28 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 146 Μισθολογικαί προαγωγαί εις τον 5ον και 4ον βαθμόν 1. Εις υπαλλήλους 6ου βαθμού των κλάδων ΑΤ, ΑΡ και ΜΕ, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει τον κατά τας κειμένας διατάξεις απαιτούμενον χρόνον εις τον βαθμόν τούτον προς προαγωγήν εις τον 5ον βαθμον και κρίνονται προακτέοι, παρέχεται ο βασικός μισθός του 5ου βαθμού, προσαυξανόμενος δια των πάσης φύσεως επιδομάτων και λοιπών παροχών, ως εάν οι υπάλληλοι ούτοι είχον προαχθεί βαθμολογικώς εις τον βαθμόν τούτον. 2. Εις τους κατά την προηγουμένην παράγραφον λαβόντας την μισθολογικήν προαγωγήν του 5ου βαθμού υπαλλήλους κλάδων ΑΤ και ΑΡ, μετά την συμπλήρωσιν από ταύτης του κατά τας κειμένας διατάξεις απαιτουμένου προς προαγωγήν χρόνον εκ του 5ου εις τον 4ον βαθμόν, και κρίνονται προακτέοι, παρέχεται, έστω και αν εν τω μεταξύ προήχθησαν βαθμολογικώς εις τον 5ον βαθμόν, ο βασικός μισθός του 4ου βαθμού προσαυξανόμενος δια των πάσης φύσεως επιδομάτων και λοιπών παροχών, ως εάν οι υπάλληλοι ούτοι είχον προαχθή βαθμολογικώς εις τον βαθμόν τούτον. 3. Οι κατά τας παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου λαβόντες τας αποδοχάς των ανωτέρω βαθμών υπάλληλοι, κατά την αποχώρησήν των εκ της υπηρεσίας καθ' οιονδήποτε τρόπον και εφ' όσον κρίνονται ως προακτέοι προάγονται αυτοδικαίως εις τον βαθμόν του οποίου ο μισθός απενεμήθη εις αυτούς, πλήν της περιπτώσεως λύσεως της υπαλληλικής σχέσης λόγω εκπτώσεως ή απολύσεως συνεπεία επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως. 4. Δια την χορήγησιν των κατά τας παραγράφους 1 και 2 μισθολογικών προαγωγών ή την αυτοδικαίαν, κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου βαθμολογικήν προαγωγήν υπαλλήλων, ή κρίσις αυτών ως προακτέων, ενεργείται υπό του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου κατόπιν ερωτήματος του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. Η κατά το προηγούμενον εδάφιον κρίσις δεν εμποδίζεται συνεπεία κωλύματος κρίσεως των λόγω εντάξεως ή μετατάξεώς των. Αι κατά τας παραγράφους 1-3 του παρόντος άρθρου προαγωγαί υπαλλήλων ενεργούνται δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. 5. Υπάλληλοι ΟΤΑ κλάδων ΜΕ, των οποίων η θέσις δεν διαβαθμίζεται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας πέραν του 7ου βαθμού, προάγονται μισθολογικώς εις τον αμέσως επόμενον του κατεχομένου καταληκτικού κατά τον οργανισμόν βαθμού εφαρμοζομένων αναλόγως κατά τα λοιπά των διατάξεων των παρ. 1, 3 και 4.
'Αρθρον 147 Μισθολογική προαγωγή εις τον 3ον βαθμόν 1. Οπου αι θέσεις 3ου - 2ου βαθμού των κλάδων ΑΤ και ΑΡ εν συγκρίσει προς το σύνολον των θέσεων του οικείου κλάδου υπολείπονται του ποσοστού 25% και 15% αντιστοίχως, παρέχεται εις υπαλλήλους 4ου βαθμού των κλάδων τούτων και εις αριθμόν αντιστοιχούντα προς το υπολειπόμενον ποσοστόν του 25% και 15% αντιστοίχως, μετά την συμπλήρωσιν του κατά τας κειμένας διατάξεις απαιτουμένου προς προαγωγήν χρόνου εκ του 4ου εις τον 3ον βαθμόν, εφ' όσον κρίνονται ως προακτέοι κατ' εκλογήν, ο βασικός μισθός του 3ου βαθμού, προσαυξανόμενος δια των πάσης φύσεως επιδομάτων και λοιπών παροχών, ως εάν οι υπάλληλοι ούτοι είχον προαχθή βαθμολογικώς εις τον βαθμόν τούτον. Δια την εφαρμογήν των διατάξεων του προηγουμένου εδαφίου, το τυχόν προκύπτον κλάσμα μονάδος ημίσεος και άνω λογίζεται ως ακεραία μονάς. Εις ας περιπτώσεις το ανωτέρω ποσοστόν δεν επαρκεί δια την μισθολογικήν προαγωγήν τουλάχιστον ενός εκ των επί 4ω βαθμώ υπαλλήλων τούτο προσαυξάνεται μέχρι 5%. 2. Εις όσους κλάδους ΑΤ και ΑΡ προβλέπεται διαβάθμισις των θέσεων μέχρι του 3ου βαθμού, το κατά την παράγραφον 1 ποσοστόν εξευρίσκεται δια εγκρίσεως του αριθμού των θέσεων 3ου βαθμού, προς το σύνολον των θέσεων του οικείου κλάδου, όπου δε αι θέσεις 3ου και 2ου βαθμού δεν είναι οργανικώς ενιαίαι, δια την εξεύρεσιν του οικείου ποσοστού, λαμβάνεται το άθροισμα τούτων. 3. Οι κατά την παράγραφον 1 λαβόντες τας αποδοχάς του 3ου βαθμού υπάλληλοι, κατά την αποχώρησίν των εκ της υπηρεσίας, καθ' οιονδήποτε τρόπον και εφ' όσον κρίνονται ως προακτέοι κατ' εκλογήν, κατά τα εις την παράγραφον 4 οριζόμενα, προάγονται αυτοδικαίως εις τον 3ον βαθμόν, πλήν της περιπτώσεως λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως λόγω εκπτώσεως ή σπολύσεως συνεπεία επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως. 4. Η κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου μισθολογική προαγωγή υπαλλήλων παρέχεται δι' αποφάσεως του αρμοδίου πρός διορισμόν οργάνου μετά προηγουμένην κρίσιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η μισθολογική προαγωγή χωρεί κατά την σειράν αρχαιότητος των κρινομένων ως κατ' εκλογήν προακτέων. 5. Προκειμένου περί μισθολογικής κατά τα ανωτέρω προαγωγής υπαλλήλων κλάδων ΑΤ και ΑΡ προερχομένων εκ του αυτού κλάδου της τέως Α' κατηγορίας, το κατά την παράγραφον 1 ποσοστόν ορίζεται εις 25%, υπολογιζόμενον επί του συνόλου των θέσεων του οικείου κλάδου της τέως Α' κατηγορίας. Η μισθολογική προαγωγή των ως άνω υπαλλήλων χωρεί κατά την σειράν αρχαιότητος, την οποίαν είχον μεταξύ των εις την τέως Α' κατηγορίαν, κατά την έναρξιν της ισχύος του Ν. 697/77 "περί ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων εις την κατάστασιν των υπαλλήλων των ΟΤΑ..." υπό την προυπόθεσιν ότι κρίνονται προακτέοι κατ' εκλογήν. Αι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 εφαρμόζονται και εν προκειμένω.
'Αρθρον 148 Μισθολογική προαγωγή υπαλλήλων κλάδων ΣΕ εις τον 6ον βαθμόν 1. Εις υπαλλήλους 7ου βαθμού κλάδων ΣΕ και εις αριθμόν μη υπερβαίνοντα κατά κλάδον το 5% του συνολικού αριθμού των θέσεων του οικείου κλάδου, παρέχεται ο μισθός του 6ου βαθμού, μετά εξαετή υπηρεσίαν εις τον 7ον βαθμόν, προσαυξανόμενος δια των πάσης φύσεως επιδομάτων και λοιπών παροχών, ως εάν οι υπάλληλοι ούτοι είχον προαχθή βαθμολογικώς εις τον βαθμόν τούτον, εφ' όσον κρίνονται προακτέοι κατ' εκλογήν. 2. Οι λαβόντες τας αποδοχάς του 6ου βαθμού υπάλληλοι κατά την αποχώρησίν των εκ της υπηρεσίας καθ' οιονδήποτε τρόπον και εφ' όσον κατά τα ανωτέρω κρίνονται ως προακτέοι κατ' εκλογήν, προάγονται αυτοδικαίως εις τον 6ον βαθμόν, πλήν της περιπτώσεως λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως, λόγω εκπτώσεως ή απολύσεως συνεπεία επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως. 3. Δια την χορήγησιν της κατά την παράγραφον 1 μισθολογικής προαγωγής ή των αυτοδικαίαν, κατά την παράγραφον 2 του παρόντος άρθρου, βαθμολογικήν προαγωγήν η κρίσις αυτών ως προακτέων κατ' εκλογήν ενεργείται υπό του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου κατόπιν ερωτήματος του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. Αι κατά τας παραγράφους 1 - 2 του παρόντος άρθρου προαγωγαί ενεργούνται δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου.
'Αρθρον 149 'Ενταξις υπαλλήλων 1. Υπάλληλοι κεκτημένοι χρόνον πραγματικής υπηρεσίας ανώτερον του υπό των οικείων διατάξεων προβλεπομένου δια την μέχρι και του κατεχομένου βαθμού προαγωγικήν αυτών εξέλιξιν, εντάσσονται δια πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένης εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως μετά κρίσιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου εις ανάλογον προς τον συνολικόν χρόνον της υπηρεσίας αυτών βαθμόν, εφ' όσον προβλέπεται εν τω οικείω κλάδω περαιτέρω εξέλιξις και πάντως ουχί πέραν του "B" (τροπ.από άρθρο 34 παρ. 14 Ν. 2190/94, ΦΕΚ-28 Α') βαθμού οι των κλάδων ΑΤ, ΑΡ και ΜΕ και του "Δ" (τροποπ. από άρθρο 34 παρ. 14 Ν. 2190/94, ΦΕΚ-28 Α') βαθμού οι του κλάδου ΣΕ. 2. Δια την κατά την προηγουμένην παράγραφον ένταξιν λαμβάνεται υπ' όψιν μόνο η μετά των τυπικών προσόντων του αντιστοίχου κλάδου διανυθείσα υπηρεσία των υπαλλήλων προ του διορισμού των εις τον εις όν ανήκουν κλάδον. 3. Ο τυχόν πλεονάζων χρόνος μετά την κατά τα ανωτέρω ένταξιν λογίζεται ως διανυθείς εις όν εντάσσεται έκαστος βαθμόν δια την προαγωγήν εις ανώτερον τούτου βαθμόν. (επαναφορά σε ισχύ από το άρθρο 33 παρ. 14 Ν. 2190/94, ΦΕΚ-28 Α'). 4. (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37).
'Αρθρον 150 Διαθεσιμότης Περιπτώσεις διαθεσιμότητος 1. Ο μόνιμος υπάλληλος τίθεται εις διαθεσιμότητα: α. ένεκα νόσου και β. ένεκα καταργήσεως θέσεως, υπηρεσίας ή κλάδου. 2. Η περί θέσεως εις διαθεσιμότητα, ως και η περί επαναφοράς εις την ενέργειαν πράξις εκδίδεται υπό του αρμοδίου πρός διορισμόν οργάνου μετ' απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου και δημοσιεύεται εν περιλήψει εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
'Αρθρον 151 Διαθεσιμότης ένεκα νόσου 1. Ο μόνιμος υπάλληλος ο έχων τουλάχιστον τριετή πραγματικήν υπηρεσίαν τίθεται αυτεπαγγέλτως ή επί τη αιτήσει αυτού είς διαθεσιμότητα ένεκα νόσου παρατεινομένης πέραν του εν άρθροις 117, 118 οριζομένου χρόνου αναρρωτικής αδείας δεκτικής όμως ιάσεως κατά την γνώμην της υγειονομικής επιτροπής. 2. Η διάρκεια της διαθεσιμότητος ένεκα νόσου δεν δύναται να υπερβή, το έν έτος και επί δυσιάτων νοσημάτων τα δύο έτη, άρχεται δε αφ' ής έληξεν η αναρρωτική άδεια. Κατά το τελευταίον δεκαπενθήμερον προ της λήξεως της διαθεσιμότητος, η υγειονομική επιτροπή αποφαίνεται υποχρεωτικώς περί της ικανότητος ή μη του υπαλλήλου πρός άμεσον επανάληψιν των καθηκόντων του. Εις περίπτωσιν αρνητικής γνωματεύσεως ο υπάλληλος απολύεται κατά τα εν άρθρω 214 οριζόμενα. Επί τη αιτήσει του υπαλλήλου ή και αυτεπαγγέλτως δύναται ούτος να παραπεμφθή, προς εξέτασιν εις την υγειονομικήν επιτροπήν και πρό της λήξεως του ορισθέντος ήδη χρόνου διαθεσιμότητος, αλλά εις περίπτωσιν αρνητικής γνωματεύσεως διατηρείται η διαθεσιμότης μέχρι της λήξεως αυτού. Η επιτροπή δύναται να εξετάση και εκτός της έδρας αυτής διαμένοντα υπάλληλον δια της πλησιεστέρας υγειονομικής επιτροπής. 3. Υπάλληλοι μη έχοντες τριετή υπηρεσίαν και εξαντλήσαντες τον δικαιούμενον χρόνον αναρρωτικής αδείας τίθενται εις διαθεσιμότητα ένεκα νόσου δεκτικής ιάσεως, μετά γνωμάτευσιν της υγειονομικής επιτροπής επί εξάμηνον, επί εν έτος δε προκειμένου περί δυσιάτου νοσήματος, άνευ αποδοχών.
'Αρθρον 152 Διαθεσιμότης ένεκα καταργήσεως θέσεως 1. Η ένεκα καταργήσεως θέσεως, υπηρεσίας ή κλάδου διαθεσιμότης δύναται να αποφασισθή, υπό του υπηρεσιακού συμβουλίου υπέρ του υπαλλήλου εκείνου, όστις εκρίθη απολυτέος δια κατάργησιν θέσεως κατά τους όρους του άρθρου 217 μόνον εφ' όσον ούτος έχει συμπληρώσει πενταετή μόνιμον υπηρεσίαν μετά λίαν ικανοποιητικής επιδόσεως. 2. Η διαθεσιμότης αύτη διαρκεί επί εν έτος, μετά την πάροδον του οποίου ο υπάλληλος απολύεται. 3. Εάν διαρκούσης της δια την κατάργησιν θέσεως διαθεσιμότητος ή εντός έτους από της κατά την προηγουμένην παράγραφον απολύσεως, κενωθή ή συσταθή, εν τω αυτώ οργανισμώ θέσις του αυτού κλάδου και βαθμού προς την τέως κατεχομένην, ο εν διαθεσιμότητι τελών ή απολυθείς δέον να προτιμηθή διά την κατάληψιν αυτής, εφ' όσον κέκτηται τα δια την θέσιν τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, πλήν του της ηλικίας, άνευ συμμετοχής εις τον τυχόν απαιτούμενον διαγωνισμόν. Περί της υπάρξεως των προσόντων και της σειράς προτιμήσεως μεταξύ πλειόνων αποφασίζει το υπηρεσιακόν συμβούλιον. 4. Η κατά τα ανωτέρω θέσις εις διαθεσιμότητα επάγεται την παύσιν παντός παρεπομένου λειτουργήματος, το οποίον τυχόν κατέχει ο υπάλληλος εν δημοσία υπηρεσία ή αλλαχού.
'Αρθρον 153 Αποδοχαί των τεθέντων εις διαθεσιμότητα 1. Ο ένεκα νόσου τεθείς εις διαθεσιμότητα λαμβάνει το ήμισυ των αποδοχών του. 2. Ο ένεκα καταργήσεως θέσεως τεθείς εις διαθεσιμότητα λαμβάνει κατά μέν το πρώτον εξάμηνον τά 75% κατά δε τον υπόλοιπον χρόνον τα 50% των αποδοχών του.
'Αρθρον 154 Αργία. Αυτοδικαία θέσις εις αργίαν 1. Τίθεται αυτοδικαίως εις αργίαν ο στερηθείς της προσωπικής ελευθερίας συνεπεία εντάλματος φυλακίσεως ή δικαστικής αποφάσεως υπάλληλος, έστω και αν απελύθη επί εγγυήσει. 2. Εκλιπόντος του λόγου, δι' ον η αργία, ο υπάλληλος επανέρχεται αυτοδικαίως εις ενέργειαν. 3. Τίθεται ωσαύτως αυτοδικαίως εις αργίαν, ο υπάλληλος, καθ' ου εξεδόθη πειθαρχική περί απολύσεως απόφασις, απο της κοινοποιήσεως αυτής μέχρι λήξεως της δια την προσβολήν αυτής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας τεταγμένης προθεσμίας μέχρι της εκδόσεως της οριστικής αποφάσεως επί της τυχόν ασκηθείσης κατ' αυτής προσφυγής. Εξαφανιζομένης ή μεταρρυθμιζομένης της περί απολύσεως αποφάσεως, επανέρχεται ο υπάλληλος αυτοδικαίως εις ενέργειαν. 4. Εις τας περιπτώσεις των προηγουμένων παραγράφων εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
'Αρθρον 155 Δυνητική θέσις εις αργίαν 1. Δύναται να τεθή εις αργίαν ο υπάλληλος κατά του οποίου υφίσταται: α. εκκρεμής ποινική δίωξις δι' αδίκημα δυνάμενον να επισύρη την έκπτωσιν από του λειτουργήματος αυτού, β. εκκρεμής πειθαρχική δίωξις δι' αδίκημα δυνάμενον να επιφέρη την απόλυσιν αυτού και γ. βάσιμος υπόνοια ατάκτου διαχειρίσεως, στηριζομένη εις έκθεσιν της προισταμένης του αρχής ή αρμοδίου επιθεωρητού. 2. Η περί θέσεως εις αργίαν ή επαναφοράς εκ ταύτης εις ενέργειαν πράξις εκδίδεται υπό του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου μετ' απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου και δημοσιεύεται εν περιλήψει εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Μετά την πάροδον έτους από της θέσεως εις αργίαν δια τας υπό στοιχεία β' και γ' περιπτώσεις της παρ. 1, το υπηρεσιακόν συμβούλιον υποχρεούται να αποφανθή περί της συνεχίσεως της αργίας ή της επαναφοράς. 3. Η δυνητική αργία άρχεται από της κοινοποιήσεως της πράξεως, δυναμένης να ενεργηθή, και προ της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Επίσης από της κοινοποιήσεως της περί επαναφοράς πράξεως επανέρχεται ο υπάλληλος εις ενέργειαν, πλήν αν εξεδόθη εν τω μεταξύ, εις μεν την περίπτωσιν α' της παραγράφου 1 οριστική ποινική απόφασις μη επαγομένη έκπτωσιν, εις δε την περίπτωσιν β' της αυτής παραγράφου πειθαρχική απόφασις μη επαγομένη οριστικήν παύσιν, ότε από της τελειδικίας αυτών επανέρχεται αυτοδικαίως ο υπάλληλος εις ενέργειαν.
'Αρθρον 156 Αποδοχαί του εν αργία υπαλλήλου Εκ των αποδοχών του εν αργία υπαλλήλου παρακρατείται το εν τέταρτον, δυνάμενον ν' αποδοθή αυτώ κατόπιν αποφάσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου, εάν απαλλαγή, δυνάμει τελεσιδίκου αποφάσεως ή τιμωρηθή διά πειθαρχικής ποινής κατωτέρας της οριστικής παύσεως, είτε τέλος αποδειχθή, αβάσιμος η περί ατάκτου διαχειρίσεως υπόνοια.
'Αρθρον 157 Παρεπόμενα λειτουργήματα Η εις αργίαν θέσις εκτείνεται, αυτοδικαίως και εις τα παρεπόμενα λειτουργήματα.
'Αρθρο 158 Περιορισμοί των εις αργίαν ή διαθεσιμότητα λόγω νόσου Οι περιορισμοί των άρθρων 94 - 98 ισχύουν και δια τους εν αργία ή διαθεσιμότητι λόγω νόσου τελούντες υπαλλήλους.
'Αρθρον 159 Αρχαιότης 1. Η αρχαιότης καθορίζεται: α. εκ της χρονολογίας της δημοσιεύσεως της πράξεως του διορισμού ή της προαγωγής εις τον κατεχόμενον βαθμόν. β. επί της συγκρόνου προαγωγής, εκ της σειράς προαγωγής, γ. επί συγχρόνων αρχικών διορισμών εκ της σειράς επιτυχίας εις τον διενεργηθέντα διαγωνισμόν, δ. εν ελλείψει διαγωνισμού εκ του βαθμού του πτυχίου ή άλλου τίτλου σπουδών και επί των αυτών βαθμών εκ της χρονολογίας κτήσεως του πτυχίου ή άλλου τίτλου σπουδών. ε. εν ελλείψει πτυχίου ή άλλου τίτλου σπουδών, εκ της σειράς αναγραφής των ονομάτων εν τη, κοινή, πράξει του διορισμού 2. Εις τον χρόνον της αρχαιότητος δεν υπολογίζεται, κατά το άρθρον 137 του παρόντος χρόνος.
'Αρθρον 160 Προβάδισμα (Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Ν. 1586/1986 ΦΕΚ Α' 37).
'Αρθρον 161 Ηθικαί αμοιβαί 1. Δι' εξαιρετικάς πράξεις εν τη, εκτελέσει της υπηρεσίας των ή δι' εξαίρετον επίδοσιν, πέραν της εκ των καθηκόντων των επιβαλλομένης, δύναται να απονέμωνται εις τους υπαλλήλους, αναλόγως της προσφερθείσης υπηρεσίας, αι κάτωθι ηθικαί αμοιβαί, α. εύφημος μνεία, β. ευαρέσκεια, γ. έπαινος, δ. μετάλλιον διακεκριμένων πράξεων μετά διπλώματος. 2. Η ευαρέσκεια δύναται να απονέμηται και κατά την αποχώρησιν εκ της υπηρεσίας μετά μακράν και ευδόκιμον τοιαύτην. 3. Η εύφημος μνεία, η ευαρέσκεια και ο έπαινος απονέμονται δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, μετά σύμφωνον ειδικώς ητιολογημένην γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 4. Αι περί απονομής ηθικής αμοιβής πράξεις ανακοινούνται δι' έγκυκλίου εις απάσας τας υπηρεσίας του οργανισμού εις τον οποίον ανήκουν οι υπάλληλοι υπέρ των οποίων εκδίδονται αι πράξεις αύται. 5. Το μετάλλιον διακεκριμένων πράξεων απονέμεται δια Προεδρικού Διατάγματος εκδιδομένου επί τη προτάσει του αρμοδίου Υπουργού, μετά ητιολογημένην γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.
'Αρθρον 162 Επίτιμοι τίτλοι 1. Υπάλληλος συμπληρώσας 35ετή πραγματικήν τακτικού υπαλλήλου υπηρεσίαν, διατηρεί επί τιμή και μετά την λύσιν της υπαλληλικής σχέσεως τον τίτλον της θέσεως, ήν τελευταίως κατείχε. 2. Η διατήρησις του επιτίμου τίτλου μνημονεύεται έν τη πράξει της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως και δημοσιεύεται μετ' αυτής εις τήν Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3. Ο εκπεσών της θέσεως αυτού, ως και ο οριστικώς παυθείς δυνάμει πειθαρχικής αποφάσεως, στερείται της ως άνω τιμής.
'Αρθρον 163 Βράβευσις προτάσεων ή μελετών Εις υπαλλήλους οι οποίοι εξ ιδίας πρωτοβουλίας ήθελον συντάξει και υποβάλλει αξιόλογον πρωτότυπον πρότασιν ή μελέτην αφορώσαν είς τα αντικείμενα των αρμοδιοτήτων του οργανισμού εις, τον οποίον ανήκουν ή εις την καλυτέραν οργάνωσιν ή βελτίωσιν της αποδοτικότητος της όλης υπηρεσίας αυτού παρέχονται ηθικαί και υλικαί αμοιβαί (βραβεία) κατά τα εκάστοτε επί δημοσίων υπαλλήλων ισχύοντα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η' ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΑΙ Α. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ 'Αρθρον 164 Ορισμός πειθαρχικού αδικήματος 1. Πάσα δι' υπαιτίου πράξεως ή παραλείψεως παράβασις υπαλληλικού καθήκοντος, δυναμένη να καταλογισθή, αποτελεί πειθαρχικόν αδίκημα. 2. Το υπαλληλικόν καθήκον προσδιορίζεται τόσον εκ των υπό των κειμένων διατάξεων, εγκυκλίων, οδηγιών και διαταγών επιβαλλομένων εις τον υπάλληλον υποχρεώσεων, όσον και εκ της καθόλου εντός και εκτός της υπηρεσίας εκάστοτε τηρητέας εν γένει διαγωγής αυτού.
'Αρθρον 165 Πειθαρχικά αδικήματα 1. Μεταξύ των πειθαρχικών αδικημάτων καταλέγονται ιδίως: α. η έλλειψις πίστεως εις το Σύνταγμα και αφοσιώσεως προς την Πατρίδα, β. η εκτός υπηρεσίας αναξία υπαλλήλου διαγωγή, γ. επί χρήμασι χαρτοπαιξία και ιδίως εις δημόσιον κέντρον, δ. η σύναψις στενών κοινωνικών σχέσεων μετά προσώπων των οποίων ουσιώδη συμφέροντα εξαρτώνται εκ του τρόπου της ασκήσεως της ανατιθεμένης εις τον υπάλληλον υπηρεσίας, ε. η ενεργός υπέρ κόμματος δράσις, στ. η δημοσία, προφορικώς ή έγγράφως, άσκησις κριτικής των πράξεων της προισταμένης αρχής, δι' εκφράσεων, αι οποίαι αποδεικνύουν έλλειψιν σεβασμού ή δια σκοπίμου χρήσεως αβασίμων επιχειρημάτων, ζ. η αποσιώπησις συμμετοχής εις έργα επ' αμοιβή, ξένα προς την υπηρεσίαν και εις τας περιπτώσεις ακόμη εκείνας εις τας οποίας επιτρέπεται η συμμετοχή αύτη η. η χρησιμοποίησις τρίτων προσώπων πρός απόκτησιν υπηρεσιακής ευνοίας ή πρόκλησιν ή ματαίωσιν διαταγής της υπηρεσίας, θ. η άμεσος ή δια μέσου τρίτου προσώπου συμμετοχή εις δημοπρασίαν, διενεργουμένην υπο του ΟΤΑ εις ον ανήκει ο υπάλληλος. ι. η εν υπηρεσία αναξιοπρεπής ή αναξία υπαλλήλου διαγωγή, ια. η βραδεία εις την υπηρεσίαν προσέλευσις ή η πρόωρος εξ αυτής αποχώρησις, ιβ. η ραθυμία, η αμέλεια, ως και η ατελής ή μη έγκαιρος εκπλήρωσις του καθήκοντος η αδικαιολόγητος άρνησις προσελεύσεως προς ιατρικήν εξέτασιν, ιγ. η μη προσήκουσα συμπεριφορά προς τους πολίτας, τους προισταμένους και λοιπούς υπαλλήλους, ιδ. η μη έγκαιρος απάντησις εις αναφοράς πολιτών, ιε. η υπό προισταμένου - κριτού σύνταξις εκθέσεως ουσιαστικών προσόντων, περί των υπ' αυτών υπαλλήλων άνευ της επιβαλλομένης αμεροληψίας και αντικειμενικότητος με αποτέλεσμα η έκθεσις να μη αποδίδη την πραγματικήν υπηρεσιακήν συμπεριφοράν και ποιότητα του κρινομένου υπαλλήλου ως και η μη έγκαιρος κατάρτισις των εκθέσεων, ιστ. η αναρμοδία παρέμβασις υπέρ ή κατά τρίτου τινός, ιζ. η αδικαιολόγητος προτίμησις υποθέσεων νεωτέρων επί παραμελήσει παλαιοτέρων, ιη. η αδικαιολόγητος αποχή από της εκτελέσεως των καθηκόντων, ιθ. η άρνησις ή παρέλκυσις εκτελέσεως υπηρεσίας, κ. η συμμετοχή εις απεργίαν, κατά παράβασιν του άρθρου 23 παρ. 2 του Συντάγματος και του εις εκτέλεσιν αυτού νόμου, κα. η παράβασις της εκ της υπηρεσίας επιβαλλομένης εις τον υπάλληλον εχεμύθειας, κβ. η χρησιμοποίησις της υπαλληλικής ιδιότητος προς εξυπηρέτησιν ιδιωτικών συμφερόντων αυτού ή προσκειμένων εις αυτόν προσώπων, κγ. η χρησιμοποίησις πληροφοριών, τας οποίας κατέχει ο εκ της υπηρεσίας του, προς αποκόμισιν ιδίου οφέλους, κδ. η υπό του υπαλλήλου μη είσπραξις του μισθού τον οποίον δικαιούται ή άλλων αποδοχών ή εξόδων, κε. η αποδοχή υπό του υπαλλήλου οιασδήποτε υλικής ευνοίας, η οποία δεν συνιστά δωροληψίαν, αλλά προέρχεται από πρόσωπα των οποίων τας υποθέσεις διαχειρίζεται ή πρόκειται να διαχειρισθή, κστ. η λόγω ασυνήθους χρήσεως φθορά ή εγκατάλειψις ή παράνομος χρήσις πράγματος ανήκοντος εις ΟΤΑ, το Δημόσιον ή εις νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου, κζ. πασα εκ δόλου ή βαρείας αμελείας πράξις ή παράλειψις η οποία αν και είναι τυπικώς νόμιμος, δύναται οπωσδήποτε νά βλάψη ή να θέση εις κίνδυνον τα συμφέροντα της πολιτείας, καί κη. η παράβασις καθήκοντος κατά τον ποινικόν ή άλλους ειδικούς νόμους. 2. Διατάξεις ορίζονται ειδικά πειθαρχικά αδικήματα διατηρούνται εν ισχύι.
'Αρθρον 166 Πειθαρχικαί ποιναί 1. Πειθαρχικαί ποιναί είναι: α. έγγραφος επίπληξις, β. πρόστιμον μέχρις αποδοχών τριών μηνών, γ. διακοπή του προς προαγωγήν δικαιώματος από ενός μέχρι πέντε ετών, δ. υποβιβασμός, ε. οριστική παύσις. 2. Το πρόστιμον, υπολογιζόμενον επί των κατά τον χρόνον της εκδόσεως της καταγνωστικής εις τον πρώτον βαθμόν πειθαρχικής αποφάσεως αποδοχών, παρακρατείται από του πρώτου μετά την τελεσιδικίαν της αποφάσεως μηνός, εις μηνιαίας δόσεις εκάστης τούτων οριζομένης δια της αυτής αποφάσεως, εις ποσόν ουχί ανώτερον του ενός τετάρτου των αποδοχών. Το πρόστιμον αποτελεί έσοδον του προυπολογισμού του Ταμείου Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΤΑΔΚΥ). 3. Δια την διακοπήν του προς προαγωγήν δικαιώματος υπολογίζεται μόνον ο χρόνος, κατά τον οποίον ο τιμωρούμενος έχει τα προς προαγωγήν τυπικά προσόντα. Ο υποβιβασθείς δεν δύναται να επαναπροαχθή, προ της παρελεύσεως απο του υποβιβασμού του χρονικού διαστήματος ίσου προς το ήμισυ του απαιτουμένου προς προαγωγήν χρόνου. 4. Την ποινήν της οριστικής παύσεως δύναται να επιβάλη ο πειθαρχικός δικαστής μόνου δια τα εξής αδικήματα : α. παράβασιν του άρθρου 165 παρ. 1 εδάφ. α', β. παράβασιν καθήκοντος κατά τον ποινικόν ή άλλους ειδικούς νόμους, γ. αδικαιολόγητον αποχήν υπό της εκτελέσεως των καθηκόντων επί τριάκοντα τουλάχιστον ημέρας, δ. παράβασιν απορρήτων της υπηρεσίας κατά το άρθρον 88 παρ. 2, ε. χαρακτηριστικώς αναξιοπρεπή ή αναξίαν υπαλλήλου διαγωγήν εντός ή εκτός της υπηρεσίας, στ. συμμετοχήν εις απεργίαν, κατά παράβασιν του άρθρου 23 παρ. 2 του Συντάγματος και του εις εκτέλεσιν αυτού νόμου, ζ. διάπραξιν εντός έτους, αφ' ής ετελέσθη αδίκημα τιμωρηθέν τουλάχιστον δια προστίμου ίσου προς τας αποδοχάς ενός μηνός, ετέρου αδικήματος δυναμένου να επισύρη την αυτήν ή βαρυτέραν ποινήν, η. διάπραξιν εντός διετίας, μετά επιβολήν τριών πειθαρχικών ποινών βαρυτέρων του προστίμου αποδοχών ενός μηνός, του αυτού αδικήματος, θ. εκ συστήματος κακήν συμπεριφοράν προς τους πολίτας, ι. σοβαράν απείθειαν, ια. παν πειθαρχικόν αδίκημα δυνάμενον ως εκ της φύσεως αυτού να προκαλέση δημόσιον σκάνδαλον και προκαλέσαν τούτο, ιβ. αδικαιολόγητον εμμονήν εις άρνησιν προσελεύσεως δι' ιατρικήν, εξέτασιν, ιγ. παράβασιν των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 170 του παρόντος, ιδ. χρησιμοποίησιν πλαγίων μέσων προς αποφυγήν ή ματαίωσιν ή πρόκλησιν υπηρεσιακών εν γένει μεταβολών.
Β. ΕΞΑΛΕΙΨΙΣ ΤΟΥ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΥ 'Αρθρον 167 Παραγραφή πειθαρχικών αδικημάτων Διαγραφή πειθαρχικών ποινών 1. Τα πειθαρχικά αδικήματα παραγράφονται μετά από δύο έτη αφ' ής ημέρας διεπράχθησαν πλήν αν πρόκειται περί των αδικημάτων της παραγρ. 4 του προηγουμένου άρθρου, τα οποία παραγράφονται μετά πενταετίαν. 2. Αι κατά του υπαλλήλου απευθυνόμεναι πράξεις προς δίωξιν του αδικήματος διακόπτουν την παραγραφήν, ο χρόνος όμως ταύτης δεν δύναται να υπερβή την τριετίαν εν συνόλω μέχρι της εκδόσεως της καταγνωστικής αποφάσεως, επί δε αδικημάτων της παραγρ. 4 του προηγουμένου άρθρου την επταετίαν. 3. Πειθαρχικόν αδίκημα, το οποίον αποτελεί και ποινικόν τοιούτον, δεν παραγράφεται προ της παρελεύσεως του προς παραγραφήν τούτου οριζομένου χρόνου. Επί τοιούτων αδικημάτων αι πράξεις της ποινικής διαδικασίας αποτελούν λόγον διακοπής της παραγραφής του πειθαρχικού αδικήματος. | 4. Η παραγραφή πειθαρχικού αδικήματος διακόπτεται δια της τελέσεως πειθαρχικού αδικήματος σκοπούντος την απόκρυψιν αυτού ή την ματαίωσιν της ένεκα τούτου παραπομπής, εις υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον. 5. Παραγραφέν πειθαρχικόν αδίκημα δύναται να ληφθή, υπ' όψιν κατά την τιμωρίαν ετέρου πειθαρχικού αδικήματος, το οποίον διεπράχθη προ της παραγραφής εκείνου. 6. Η τελεσίδικος πειθαρχική απόφασις δεν υπόκειται εις παραγραφήν. 7. Αι ποιναί της επιπλήξεως μετά εν έτος, του προστίμου μέχρις αποδοχών ενός μηνός μετά διετίαν, του προστίμου μέχρις αποδοχών δύο μηνών μετά τετραετίαν, του προστίμου μέχρις αποδοχών τριών μηνών μετά πενταετίαν και αι λοιπαί βαρύτεραι τοιαύται πλήν της οριστικής παύσεως, μετά δεκαετίαν από της επιβολής αυτών, διαγράφονται εκ του ατομικού δελτίου στοιχείων του τιμωρηθέντος υπαλλήλου και δεν λαμβάνονται υπ' όψιν δια την κρίσιν αυτού, αν κατά το διάστημα των ως άνω χρονικών ορίων δεν ετιμωρήθη δι' οιασδήποτε ποινής.
'Αρθρον 168 Αυτοτέλεια κολασίμου του πειθαρχικού αδικήματος Εν περιπτώσει αμνηστίας, αποκαταστάσεως χάριτος ή καθ' οιονδήποτε άλλον τρόπον άρσεως του κολασίμου ή άρσεως ή μεταβολής των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, δεν αίρεται το πειθαρχικώς κολάσιμον της πράξεως.
'Αρθρον 169 Σχέσις προαγωγής προς πειθαρχικόν αδίκημα Η προαγωγή του υπαλλήλου δεν αίρει το πειθαρχικώς κολάσιμον αυτού δι' αδίκημα προγενέστερον της προαγωγής. Γ. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΣ ΚΟΛΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΡΟ ΤΟΥ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ
'Αρθρον 170 Πειθαρχικός κολασμός δια πράξεις προ του διορισμού 1. Πράξεις, τελεσθείσαι κατά την διάρκειαν προγενεστέρας του υπαλλήλου εις τον αυτόν ή εις έτερον ΟΤΑ ή το δημόσιον ή εις άλλο νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου υπηρεσίας, τιμωρούνται πειθαρχικώς, εάν υπάγωνται εις τινα των περιπτώσεων της παραγράφρυ 4 του άρθρου 166, δεν παρήλθεν δε δι' αυτάς οριζόμενος κατά το άρθρον 167 χρόνος παραγραφής. Εις την περίπτωσιν ταύτην ο τυχόν εκτός υπηρεσίας χρόνος δεν υπολογίζεται. 2. Τιμωρείται πειθαρχικώς και δύναται να επισύρη και την ποινήν της οριστικής παύσεως ή παρά του υπαλλήλου χρήσις, προς επίτευξιν του διορισμού του βίας, δόλου ή δωροδοκίας. Ο χρόνος της παραγραφής αρχίζει από του διορισμού.
Δ. ΣΧΕΣΙΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΠΡΟΣ ΠΟΙΝΙΚΗΝ ΔΙΚΗΝ 'Αρθρον 171 Σχέσις πειθαρχικής προς ποινικήν δίκην 1. Η πειθαρχική δίκη είναι αυτοτελής και ανεξάρτητος πάσης άλλης δίκης. 2. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχικήν, δύναται όμως ο πειθαρχικός δικαστής δι' αποφάσεώς του, δυναμένης ελευθέρως να ανακληθή, να διατάξη δι' εξαιρετικούς λόγους την αναστολήν. 3. Οσάκις εν ποινική, αποφάσει, καταστάση αμετακλήτω βεβαιούται ρητώς η ύπαρξις ή η ανυπαρξία πραγματικών γεγονότων, γίνονται ταύτα δεκτά εν τη πειθαρχική δίκη ως εν τη ποινική. Ουδόλως όμως κωλύεται εντεύθεν το πειθαρχικόν οργάνου να εκδώση αντιθέτως προς την ποινικήν, απόφασιν απαλλακτικήν ή καταγνωστικήν. 4. Εκδιδομένης αμετακλήτου ποινικής καταδικαστικής αποφάσεως μετά την πειθαρχικήν, επαναλαμβάνεται η ένεκα της αυτής πράξεως πειθαρχική δίωξις, εάν δικαιολογήται κατά την παράγραφον 4 του άρθρου 166 η οριστική παύσις του υπαλλήλου, εκδιδομένης δε αμετακλήτου αθωωτικής ποινικής αποφάσεως, επαναλαμβάνεται η πειθαρχική δίκη. Το προς επανάληψιν της πειθαρχικής δίκης δικαίωμα παραγράφεται μετά διετίαν, αφ' ης καταστή αμετάκλητος η ποινική απόφασις.
Ε. ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΝ ΜΗ ΣΥΡΡΟΗ ΠΟΙΝΩΝ 'Αρθρον 172 Δεδικασμένον - Μη συρροή ποινών 1. Ουδείς διώκεται εκ δευτέρου δια το αυτό πειθαρχικόν αδίκημα. 2. 'Ενεκα του αυτού πειθαρχικού αδικήματος μία ποινή επιβάλλεται. 3. Δια της αυτής πειθαρχικής αποφάσεως μία ποινή επιβάλλεται.
ΣΤ. ΛΗΞΙΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ 'Αρθρον 173 Λήξις πειθαρχικής ευθύνης 1. Ο εξ οιουδήποτε λόγου αποβαλών την ιδιότητα του υπαλλήλου δεν διώκεται πειθαρχικώς, η τυχόν όμως αρξαμένη πειθαρχική δίκη συνεχίζεται και μετά την λύσιν της υπαλληλικής σχέσεως, εξαιρουμένης της περιπτώσεως του θανάτου. 2. Η κατά την ανωτέρω παράγραφον εκδιδομένη τυχόν καταγνωστική απόφασις παραμένει ανεκτέλεστος, επιφυλασσομένης της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 205.
Ζ. ΔΙΩΞΙΣ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΗΣΙΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ 'Αρθρον 174 Δίωξις και τιμώρησις πειθαρχικών αδικημάτων 1. Η δίωξις και τιμώρησις του πειθαρχικού αδικήματος είναι καθήκον του πειθαρχικού δικαστού, παράλειψις του οποίου συνιστά μόνον πειθαρχικόν αδίκημα αυτού. 2. Κατ' εξαίρεσιν, επι αδικημάτων δικαιολογούντων την ποινήν της επιπλήξεως, η δίωξις απόκειται εις την διακριτικήν εξουσίαν των τεταγμένων προς τούτο οργάνων, τα οποία λαμβάνουν υπ' όψιν, αφ' ενός μεν το συμφέρον της υπηρεσίας, αφ' ετέρου δε την καθόλου εις την υπηρεσίαν και εκτός αυτής διαγωγήν του κρινομένου υπαλλήλου. 3. Ο πειθαρχικός δικαστής έχει διακριτικήν εξουσίαν ως προς την επιμέτρησιν της ποινής, λαμβάνων υπ' όψιν τα εις την προηγουμένην παράγραφον κριτήρια. Κατ' εξαίρεσιν, οσάκις το πειθαρχικόν αδίκημα δικαιολογεί ποινήν ανωτέραν της επιπλήξεως, δεν δύναται ο πειθαρχικός δικαστής να μην επιβάλη ποινήν.
Η. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΙ 'Αρθρον 175 Πειθαρχικαί δικαιοδοσίαι Πειθαρχικήν δικαιοδοσίαν ασκούν: α. οι πειθαρχικώς προιστάμενοι του υπαλλήλου, β. η δημαρχιακή επιτροπή, γ. το κοινοτικόν συμβούλιον, δ. η εκτελεστική επιτροπή του ιδρύματος και το διοικητικόν συμβούλιον του νομικού προσώπου, ε. η διοικούσα επιτροπή των συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, στ. το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον και ζ. το Συμβούλιον της Επικρατείας.
'Αρθρον 176 Πειθαρχικώς προιστάμενοι Πειθαρχικώς προιστάμενοι είναι: α. ο δήμαρχος επι πάντων των εις την αρμοδιότητα αυτού υπαγομένων υπαλλήλων, β. ο γενικός διευθυντής και ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής δήμου επί των υπαγομένων εις την αρμοδιότητα αυτών υπαλλήλων από του 4ου βαθμού και κάτω, γ. ο προιστάμενος διευθύνσεως ή αυτοτελούς τμήματος ή υπηρεσίας του ΟΤΑ τακτικός ή επί θητεία υπάλληλος αυτού επί των υπ' αυτών υπαλλήλων, δ. ο πρόεδρος της κοινότητος, ε. ο πρόεδρος του αδελφάτου του ιδρύματος, στ. ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του δημοτικού ή κοινοτικού νομικού προσώπου, ζ. ο πρόεδρος του συνδέσμου δήμων και κοινοτήτων η. (Καταργήθηκε από την παρ. 29 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 2. Η πειθαρχική εξουσία ασκείται επί υπαλλήλων κατωτέρου βαθμού εκείνου του οποίου φέρει ο πειθαρχικώς διώκων.
'Αρθρον 177 Αρμοδιότης πειθαρχικώς προισταμένων Οι πειθαρχικώς προιστάμενοι δύναται να επιβάλλουν την μεν ποινήν της επιπλήξεως πάντες, την δε του προστίμου οι κάτωθι υπό τας εξής διακρίσεις : α. ο δήμαρχος, ο πρόεδρος της κοινότητος, ο πρόεδρος του αδελφάτου του ιδρύματος, ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του δημοτικού ή κοινοτικού νομικού προσώπου και ο πρόεδρος του συνδέσμου δήμων και κοινοτήτων, μέχρι και του ημίσεος των αποδοχών ενός μηνός. β. ο γενικός διευθυντής και ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής του δήμου μέχρι και του ενός τρίτου των αποδοχών ενός μηνός, γ. (Καταργήθηκε από την παρ. 30 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). δ. ο προιστάμενος διευθύνσεως ή αυτοτελούς τμήματος ή υπηρεσίας του ΟΤΑ μέχρι και του ενός έκτου των αποδοχών ενός μηνός.
'Αρθρον 178 Αμεταβίβαστον αρμοδιότητος πειθαρχικώς προισταμένων, αυτεπάγγελτος δίωξις 1. Η αρμοδιότης των πειθαρχιχώς προισταμένων είναι αμεταβίβαστος. 2. Οι πειθαρχικώς προιστάμενοι επιλαμβάνονται αυτεπαγγέλτως. 3. Αρμόδιος πειθαρχικώς προιστάμενος είναι εκείνος εις τον οποίον υπήγετο, υφ' οιανδήποτε υπηρεσιακήν σχέσιν ή κατάστασιν, ο υπάλληλος κατά τον χρόνον της τελέσεως του αδικήματος. 4. Δια της κλήσεως εις απολογίαν, άρχεται η αυτεπάγγελτος δίκη. 5. Μεταξύ πλειόνων αρμοδίως επιληφθέντων πειθαρχικώς προισταμένων, προτιμάται ο πρότερον καλέσας εις απολογίαν. Ούτος υποχρεούται εν πάση περιπτώσει, όπως παραπέμψη την υπόθεσιν εις ανώτερον πειθαρχικώς προιστάμενον, έφ' όσον ήθελε ζητηθή παρ' αυτού, προ της εκδόσεως υπό τούτου πειθαρχικής αποφάσεως. Παραπομπή εις αμέσως ανώτερον πειθαρχικώς προιστάμενον, δύναται να γίνη και εις ήν περίπτωσιν ο επιληφθείς πειθαρχικώς προιστάμενος ήθελε κρίνει ότι το αδίκημα επισύρει ποινήν ανωτέραν της αρμοδιότητός του. Ελλείποντος, απόντος ή κωλυομένου του αμέσως ανωτέρου πειθαρχικώς προισταμένου, η παραπομπή δύναται να γίνη εις υπέρτερον αυτού πειθαρχικώς προιστάμενον. 6. (Καταργήθηκε από την παρ. 31 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 179 Συλλογικά πειθαρχικά όργανα ΟΤΑ 1. Η δημαρχιακή επιτροπή, το κοινοτικόν συμβούλιον η εκτελεστική επιτροπή του, ιδρύματος, το διοικητικόν συμβούλιον του νομικού προσώπου και η διοικούσα επιτροπή των συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, δύναται να επιβάλλουν την ποινήν της επιπλήξεως και του προστίμου μέχρι και των αποδοχών ενός μηνός. 2. Τα κατά την προηγουμένην παράγραφον πειθαρχικά όργανα κρίνουν μόνον εις πρώτον βαθμόν κατόπιν παραπομπής της υποθέσεως υπό των πειθαρχικώς προισταμένων του υπαλλήλου. Η παραπομπή εις την πειθαρχικήν διαδικασίαν της προηγουμένης παραγράφου επιτρέπεται μόνον υπό των πειθαρχικώς προισταμένων της παρ. 1 περ. α', δ', ε', στ' και ζ' του άρθρου 176 του παρόντος.
'Αρθρον 180 Υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον 1. Το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον δύναται να επιβάλη οιανδήποτε ποινήν. 2. Τούτο κρίνει εις πρώτον μεν βαθμόν κατόπιν παραπομπής της υποθέσεως, εις δεύτερον δε βαθμόν κατόπιν εφέσεως.
'Αρθρον 181 Συμβούλιον της Επικρατεία Το Συμβούλιον της Επικρατείας κρίνει επί προσφυγών κατ' αποφάσεων υπηρεσιακών πειθαρχικών συμβουλίων, επιβαλλουσών εις πρώτον και τελευταίον βαθμόν οιανδήποτε πειθαρχικήν ποινήν, εις δεύτερον δε βαθμόν τας πειθαρχικάς ποινάς της διακοπής του προς προαγωγήν δικαιώματος, του υποβιβασμού και της οριστικής παύσεως.
'Αρθρον 182 Συνεκδίκασις πειθαρχικών αδικημάτων 1. Πλείονα πειθαρχικά αδικήματα του αυτού υπαλλήλου, διωκόμενα προ της επί τινι τούτων εκδόσεως οριστικής αποφάσεως, δύναται, κατά την κρίσιν του πειθαρχικού δικαστού, να συνεκδικάζωνται, εφ' όσον ανάγονται εις καθήκοντα υπηρεσιών του αυτού ΟΤΑ. 2. Πλείονες υπάλληλοι διωκόμενοι δια το αυτό αδίκημα ή δια συναφή τοιαύτα δύναται να συνεκδικάζωνται υπό τας προυποθέσεις της προηγουμένης παραγράφου. 3. Αρμόδιον προς συνεκδίκασιν μεταξύ πλειόνων οργάνων είναι : α. μεταξύ πλειόνων πειθαρχικώς προισταμένων ο κατά βαθμόν ανώτερος, επί δε ομοιοβάβμων ο πρότερον επιληφθείς, β. μεταξύ πειθαρχικώς προισταμένου και υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον.
Θ. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ 'Αρθρο 183 Παραπομπή εις υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον 1. Αν τα πειθαρχικά όργανα της παρ. 1 του άρθρου 179 κρίνουν ότι το αδίκημα είναι τιμωρητέο με ποινή μεγαλύτερη της αρμοδιότητας τους, παραπέμπουν την υπόθεση στο υπηρεσιακό πειθαρχικό συμβούλιο" (αντικ. της παρ. 1 από την παρ. 32 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 2. Το κατ' εφαρμογήν των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 155 διατυπούμενον ερώτημα προς το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον, περί θέσεως υπαλλήλου εις αργίαν, επέχει θέσιν παραπεμπτηρίου εγγράφου, κατά την παράγραφον 5 του άρθρου 184, δια το πειθαρχικόν αδίκημα εις το οποίον αναφέρεται η αργία. Καθ' υπαλλήλου τεθέντος εις αργίαν κατά το άρθρον 154, λόγω ποινικής διώξεως ή καταδίκης και μη επανερχομένου είτα εις ενέργειαν, γίνεται υποχρεωτικώς ή παραπομπή δια τας πράξεις ένεκα των οποίων ποινικώς εδιώχθη ή κατεδικάσθη έφ' όσον τούτο δεν είχε γίνει προ ή μετά την διάρκειαν της εις αργίαν θέσεώς του.
'Αρθρον 184 Συνέπειαι παραπομπής 1. Η εκδοσις του κατά το άρθρον 183 παραπεμπτηρίου εγγράφως καταργεί την μήπω περατωθείσαν δι' οριστικής αποφάσεως αυτεπάγγελτον δίκην. 2. Η έκδοσις οριστικής αποφάσεως επί τινι αδικήματος είτε υπό μονομελούς είτε υπό πολυμελούς δικαιοδοσίας, καθιστά απαράδεκτον την κατά το άρθρον 183 παραπομπήν. 3. Γενομένη παραπομπή δεν ανακαλείται. 4. Εν τώ παραπεμπτηρίω εγγράφω δέον να μνημονεύωνται τα συνιστώντα το διωκόμενον παράπτωμα πραγματικά περιστατικά, ως και τα υπάρχοντα στοιχεία, άτινα πιθανολογούν την ενοχήν του υπαλλήλου. 5. Το παραπεμπτήριον έγγραφον κοινοποιείται εις τον διωκόμενον και αποστέλλεται μετά του φακέλλου της υποθέσεως ως και ολοκλήρου του ατομικού φακέλλου του υπαλλήλου, εις τον γραμματέα του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου.
'Αρθρον 185 Προανάκρισις 1. Η προανάκρισις συνίσταται εις προκαταρκτική άτυπον συλλογήν και καταγραφήν πληροφοριών και στοιχείων περί του εικαζομένου πειθαρχικού αδικήματος και των συνθηκών, υπό τας οποίας ετελέσθη τούτο. 2. Προανάκρισιν δύναται να ενεργήση πας πειθαρχικώς προιστάμενος του υπαλλήλου. 3. Εάν εκ των συγκεντρωθέντων στοιχείων κρίνη ο ενεργών την προανάκρισιν, ότι δεν συντρέχει περίπτωσις πειθαρχικής διώξεως, τερματίζει ταύτην δι' ήτιολογημένης εκθέσεως. Τούτο δεν κωλύει την υπό άλλου πειθαρχικώς προισταμένου ενέργειαν προανακρίσεως. Εάν εκ των συγκεντρωθέντων στοιχείων κρίνη ο ενεργών την πρανάκρισιν ότι προκύπτει πειθαρχικώς αδίκημα τιμωρητέον δια των ποινών της αρμοδιότητός του, καλεί τον υπάλληλον εις απολογίαν κατά το άρθρον 194, εάν δε κρίνη, ότι δικαιολογείται η επιβολή ποινής βαρυτέρας, ενεργεί κατά τα εν άρθρω 192 οριζόμενα. Εάν τέλος κρίνη ότι το αδίκημα χρήζει περαιτέρω ερεύνης, προβαίνει εις την ενέργειαν ανακρίσεως.
'Αρθρον 186 Ανάκρισις 1. Την ανάκρισιν διεξάγει: α. επί μονομελούς δικαιοδοσίας αυτός ο επιληφθείς πειθαρχικώς προιστάμενος ή άλλος τις υπ' αυτού οριζόμενος υπάλληλος, β. επί υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου ο υπό τούτου οριζόμενος υπάλληλος είτε μέλος αυτού είτε άλλος τις. Εις πάσαν περίπτωσιν εκείνος ο οποίος θα ενεργήση την ανάκρισιν, πρέπει να είναι τουλάχιστον ομοιόβαθμος άλλ' αρχαιότερος του διωκομένου, εκτός εάν την ανάκρισιν ενεργή υπάλληλος ετέρου κλάδου. 2. Δεν δύναται να διεξάγουν ανάκρισιν: α. εκείνοι κατά των οποίων τυχόν εστρέφετο το αδίκημα, β. οι ασκήσαντες την πειθαρχικήν αρμοδιότητά των δια το υπό κρίσιν αδίκημα πειθαρχικώς προιστάμενοι και γ. οι κατ' ευθείαν γραμμήν εξ αίματος συγγενείς του διωκομένου υπαλλήλου ή εκ πλαγίου μέχρι και του τετάρτου βαθμού και ο σύζυγος ή εξ αγχιστείας συγγενής μέχρι και του δευτέρου βαθμού. Ο εγκαλούμενος δικαιούται εφ' άπαξ και το βραδύτερον εντός διημέρου από της κλήσεως προς εξέτασιν υπό του ανακριτού να ζητήση την εξαίρεσιν αυτού από του έργου της ανακρίσεως δι' εγγράφου αιτήσεως, εις την οποίαν πρέπει να εκτίθενται οι λόγοι της εξαιρέσεως, επισυνάπτονται δε και τα τυχόν υπάρχοντα αποδεικτικά στοιχεία. Επί της αιτήσεως αποφαίνεται οριστικώς και τελεσιδίκως το υπηρεσιακό πειθαρχικόν συμβούλιον άνευ συμμετοχής του μέλους εις το οποίον τυχόν είχον ανατεθή, τα ανακριτικά καθήκοντα. Το μέλος τούτο αναπληρούται νομίμως. Εάν η αίτησις γίνη δεκτή, αι υπό του εξαιρεθέντος ενεργηθείσαι ανακριτικαί πράξεις είναι άκυροι και δεν δύναται να τεθούν εις τον φάκελλον της υποθέσεως. 3. Ο διεξάγων την ανάκρισιν ενεργεί τας εις την έδραν του ανακριτικάς πράξεις αυτοπροσώπως ή δι' υφισταμένου υπαλλήλου, κατά ανάλογον εφαρμογήν της περ. β' της παραγράφου 1, δικαιούται δέ να ζητήση από πάσαν διοικητικήν αρχήν ή ειρηνοδίκην ή ειδικόν πταισματοδίκην την εις την έδραν αυτού ενέργειαν ανακριτικής τινος πράξεως. Ενέργειαν ανακριτικών πράξεων εκτός έδρας δύναται να ζητήση και παρά τινος των αρμοδίων κατά τόπον διοικητικών αρχών, των δικαιουμένων να μετακινηθούν ή να διατάξουν μετακίνησιν υπαλλήλου λόγω υπηρεσίας. 4. Κατά την διαδικασίαν ενώπιον του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου κρίνοντος εις πρώτον βαθμόν και επί εφέσει, η ανάκρισις είναι υποχρεωτική, πλην εάν η τυχόν προηγηθείσα κρίνεται ως επαρκής. 5. Η ανάκρισις είναι μυστική. 6. Η ανάκρισις δύναται να επεκταθή, εις την έρευναν και άλλων αδικημάτων του αυτού υπαλλήλου, δια τα οποία προκύπτουν στοιχεία κατά την πορείαν αυτής. 7. Καθήκοντα γραμματέως της ανακρίσεως εκτελεί ο υπό του διεξάγοντος ταύτην οριζόμενος υπάλληλος.
'Αρθρον 187 Ανακριτικαί πράξεις 1. Ανακριτικαί πράξεις είναι: α. αυτοψία, β. εξέτασις μαρτύρων, γ. πραγματογνωμοσύνη, καί δ. εξέτασις του διωκομένου. 2. Δεν δύναται να είναι αντικείμενον ανακριτικής πράξεως: α. απόρρητον της υπηρεσίας, έφ' όσον δεν συναινεί η αρμοδία αρχή και β. νόμω επαγγελματικόν απόρρητον. 3. Περί της ανακριτικής πράξεως συντάσσεται έκθεσις υπογραφομένη υπό πάντων των συμπραξάντων ή μνημονεύουσα την τυχόν άγνοιαν γραμμάτων ή άρνησιν υπογραφής τινος.
'Αρθρον 188 Αυτοψία εγγράφων 1. Η αυτοψία δημοσίων εγγράφων ή ιδιωτικών κατατεθειμένων εις δημόσιαν αρχήν ενεργείται εις το γραφείον όπου ταύτα φυλάσσονται. 2. 'Εγγραφα κατεχόμενα υπό ιδιώτου παραδίδονται εις τον ενεργούντα την ανάκρισιν, αποδίδονται δε υποχρεωτικώς ευθύς μετά το πέρας της πειθαρχικής δίκης. 3. Ο ενεργών την ανάκρισιν υποχρεούται κατόπιν αιτήσεως του ιδιώτου να χορηγήση ατελώς πλην της αποδείξεως, επίσημον αντίγραφον, των παραληφθέντων εγγράφων ή αποσπασμάτων. Εάν πρόκειται περί εγγράφων αναγκαιούντων εις τον ιδιώτην προς εξυπηρέτησιν ιδίου συμφέροντος ταύτα ανακοινούνται εις τον ενεργούντα την σνάκρισιν εις τον τόπον όπου ταύτα ευρίσκονται. Η άρνησις της παραδόσεως ή σνακοινώσεως συνιστά πλημέλημα.
'Αρθρον 189 Μάρτυρες 1. Οι μάρτυρες εξετάζονται ενόρκως κατά τσς οικείας διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας εις τον τόπον της κατοικίας ή διαμονής των. 2. Η μή εμφάνισις ή άρνησις καταθέσεως του μάρτυρος άνευ ευλόγου αιτίας σποτελεί πλημμέλημα. Εύλογος αιτία θεωρείται και η μετά του διωκομένου συγγένεια του μάρτυρος εις ευθείαν γραμμήν ή μέχρι και του δευτέρου εκ πλαγίου βαθμού. 3. Η εξέτασις των παρά του διωκομένου υπαλλήλου προσαγομένων μαρτύρων πέραν των πέντε, απόκειται εις την κρίσιν της δικαιολογούσης αρχής.
'Αρθρον 190 Πραγματογνώμονες Πραγματογνώμονες ορίζονται υπάλληλοι ΟΤΑ, δημόσιοι υπάλληλοι και αξιωματικοί του, κατά ξηράν, θάλασσαν και αέρα στρατού, της χωροφυλακής ή της αστυνομίας, ορκίζονται δε προ της εκτελέσεως πραγματογνωμοσύνης κατά τας οικείας διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας.
'Αρθρον 191 Εξέτασις διωκομένου 1. Κατά την ανάκρισιν, δέον να καλείται οπωσδήποτε προς εξέτασιν ο διωκόμενος. Η μη προσέλευσις τούτου ή άρνησις προς εξέτασιν δεν κωλύει την πρόοδον της ανακρίσεως. 2. Παράστασις ή συμπαράστασις πληρεξουσίου απαγορεύεται.
'Αρθρο 192 Εκτίμηση βαρύτητας του αδικήματος Σε αυτεπάγγελτη δίωξη τα πειθαρχικά όργανα της παρ. 1 του άρθρου 179 μετά το τέλος της προανάκρισης ή της ανάκρισης ενεργούν σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 183 του νόμου αυτού. Ο πειθαρχικός προιστάμενος, που έχει επιληφθεί της υπόθεσης σε οποιοδήποτε στάδιο των ανακρίσεων ενεργεί σύμφωνα με όσα ορίζονται στο εδάφιο β' της παρ. 5 του άρθρου 178, αν κατά την κρίση του το εικαζόμενο αδίκημα επιφέρει ποινή μεταλύτερη της αρμοδιότητάς του" (αντικ. του άρθρου 192 από την παρ. 33 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 193 Ενέργειαι μετά την ανάκρισιν 1. Ο κατά το άρθρον 185 διεξάγων την ανάκρισιν πειθαρχικώς προιστάμενος, έφ' όσον δεν συντρέχει η περίπτωσις του προηγουμένου άρθρου, προβαίνει μετά το πέρας της ανακρίσεως, είτε εις την κλήσιν προς απολογίαν του διωκομένου, είτε εις την άνευ ταύτης έκδοσιν απαλλακτικής αποφάσεως. Ο ενεργήσας ανάκρισιν κατ' εντολήν πειθαρχικώς προισταμένου υποβάλλει εις τούτον, μετά το πέρας της ανακρίσεως, τον φάκελλον αυτής μετά του πορίσματός του. 2. Ο ενεργήσας ανάκρισιν κατ' εντολήν υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, υποβάλλει εις τούτο μετά το πέρας της ανακρίσεως, τον φάκελλον αυτής μετά του πορίσματος του. 3. Ο πρόεδρος του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, μετά την υποβολήν του πορίσματος, δύναται να ορίση ώς εισηγητήν της υποθέσεως εν εκ των μελών του συμβουλίου, εις τον οποίον διαβιβάζει τον σχηματισθέντα φάκελλον. 4. Εισηγητήν κατά την προηγονμένην παράγραφον ο πρόεδρος και άμα τη λήψει τα άρθρα 183 και 184 παραπεμπτηρίου εγγράφου. 5. Εάν ο πρόεδρος κρίνη ότι η υπόθεσις είναι ώριμος προς συζήτησιν, εισάγει ταύτην ενώπιον του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, ινα τούτο αποφασίση είτε την κλήσιν εις απολογίαν του διωκομένου, είτε την άνευ ταύτης απαλλαγήν αυτού.
Ι. ΑΠΟΛΟΓΙΑ 'Αρθρον 194 Κλήσις διωκομένου εις απολογίαν 1. Αι πρωτόδικαι καταγνωστικαί αποφάσεις εκδίδονται μετά κλήσιν του υπαλλήλου εις απολογίαν. Η μη εμπρόθεσμος υποβολή της απολογίας, δια την οποίαν η κλήσις επεδόθη αποδεδειγμένως, δεν κωλύει την έκδοσιν της αποφάσεως, αλλά και η εκπροθέσμως υποβληθείσα προ της εκδόσεως της αποφάσεως λαμβάνεται υπ' όψιν. Επί παραπομπής, κατά την παράγραφον 5 του άρθρου 178 μετά την κλήσιν εις απολογίαν του διωκομένου υπαλλήλου, δεν απαιτείται νέα κλήσις εις απολογίαν. 2. Η εξέτασις του διωκομένου κατά το στάδιον της ανακρίσεως δεν αναπληρώνει την κλήσιν εις απολογίαν. 3. Η ενώπιον του δικαιοδοτούντος οργάνου προσέλευσις και απολογίαν αυτού δύναται κατά την κρίσιν του οργάνου να καλύψη την παράλειψιν της κλήσεως εις απολογίαν. 4. Μετά την κλήσιν εις απολογίαν η υπόθεσις δέον να περατωθή δι' αποφάσεως. 5. Η κλήσις εις απολογίαν καθορίζει σαφώς αποδιδόμενον πειθαρχικόν αδίκημα και τάσσει εύλογον προθεσμίαν προς απολογίαν, πάντως όχι βραχυτέραν του 48ώρου, εάν καλή, πειθαρχικώς προιστάμενος, πέντε δε ημερών, εάν καλή, πολυμελής δικαιοδοσία. Κατόπιν ητιολογημένης εγγράφου αιτήσεως του καλουμένου δύναται να παραταθή η προς απολογίαν προθεσμία εφ' άπαξ μέχρι του τριπλασίου της ταχθείσης. 6. Η κλήσις εις αιτιολογίαν επιδίδεται δια οργάνου ΟΤΑ ή δημοσίου εις χείρας ή την κατοικίαν του υπαλλήλου. Περί της επιδόσεως ταύτης συντάσσεται αποδεικτικόν. Εις περίπτωσιν αρνήσεως παραλαβής ο επιδίδων συντάσσει πράξιν βεβαιούσαν την άρνησιν. Αγνοουμένης της διαμονής, η κλήσις τοιχολλάται εις το κατάστημα της υπηρεσίας του υπαλλήλου, συντασσομένου πρωτοκόλλου το οποίον υπογράφεται υπό δύο μαρτύρων.
'Αρθρον 195 Απολογία 1. Η απολογία υποβάλλεται εγγράφως. Κατ' εξαίρεσιν δι' εύλογον αιτίαν δύναται να επιτραπή υπό του καλούντος προφορική τοιαύτη κατόπιν αιτήσεως του υπαλλήλου, οπότε συντάσσεται πρωτόκολλον ενώπιον του καλούντος ή του ύπ' αυτού οριζομένου υπαλλήλου. 2. Η έγγραφος απολογία παραδίδεται επί αποδείξει εις χείρας του καλούντος ή διαβιβάζεται εις αυτόν δια δημοσίας αρχής ή ταχυδρομικώς επί συστάσει. Εις την περίπτωσιν ταύτην το εμπρόθεσμον της υποβολής κρίνεται εκ του χρόνου της καταθέσεως εις την δημοσίαν αρχήν ή της ταχυδρομήσεως. 3. Προ πάσης απολογίας δικαιούται ο υπάλληλος να λάβη γνώσιν της σχηματισθείσης δικογραφίας. Περί τούτου συντάσσεται πράξις, η οποία υπογράφεται υπό του υπαλλήλου του τηρούντος τον φάκελλον και υπό του λαβόντος γνώσιν αυτού, ή εν αρνήσει του δευτέρου, υπό μόνον του πρώτου. Ο εδρεύων εκτός έδρας του καλούντος υπάλληλος δικαιούται να λάβη γνώσιν της δικογραφίας, είτε δι' αποστολής του φακέλλου εις δημοσίαν αρχήν ή εις αρχήν ΟΤΑ, εφ' όσον τούτο θεωρείται σκόπιμον υπό της διωκούσης αρχής, είτε δια χορηγήσεως αδείας εις τον διωκόμενον υπάλληλον, εάν αι υπηρεσιακαί ανάγκαι επιτρέπουν τούτο είτε εν αδυναμία των δύο τούτων λύσεων, δι' εκπροσώπου δημοσίου υπαλλήλου ή υπαλλήλου ΟΤΑ εξουσιοδοτουμένου εγγράφως προς τούτο υπό του διωκομένου ή κατ' αίτησιν αυτού υπό της διωκούσης αρχής. 4. Ο καλούμενος εις απολογίαν δικαιούται να ζητήση διά της απολογίαν του εύλογου προθεσμίαν δια την υποβολήν εγγράφων στοιχείων, η παροχή της οποίας απόκειται εις την κρίσιν του καλούντος.
ΙΑ'. ΕΚΔΙΚΑΣΙΣ 'Αρθρον 196 Προσδιορισμός δικασίμουΑυτοπρόσωπος παράστασις 1. Μετά την υποβολήν της απολογίας ή την παρέλευσιν της προς τούτο προθεσμίας ο πρόεδρος του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, δια πράξεως του προσδιορίζει την ημέραν της δίκης, αναικοινουμένην εγκαίρως, πάντως όμως τουλάχιστον προ 48 ωρών, εις τον εγκαλούμενον δι' εγγράφου. 2. Το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον δικαιούται να απαιτήση την ενώπιον αυτού αυτοπρόσωπον παράστασιν του διωκομένου υπαλλήλου. Το αυτό δικαίωμα έχει και ο διωκόμενος υπάλληλος. 3. Εις ην περίπτωσιν το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον κρίνει αναγκαίαν την συμπλήρωσιν της αναγκρίσεως ή την προφορικήν υποστήριξιν της απολογίας, δύναται να αποφασίση την αναβολήν της δίκης. 4. Αναβληθείσης της δίκης, ο πρόεδρος προσδιορίζει άλλην δικάσιμον, η οποία ανακρινούται εγκαίρως, ως άνω εις τον εγκαλούμενον δι' εγγράφου. 5. Η παράστασις ή συμπαράστασις πληρεξουσίου απαγορεύεται: 6. Η εις την δίκην προσέλεσις του εγκαλουμένου αποτελεί νόμιμον λόγον χορηγήσεως εις αυτόν ανάλογον αδείας απουσίας.
'Αρθρον 197 Κοινοποίησις εις διωκόμενον Πάσα πρόσκλησις ή ειδοποίησις του εγκαλουμένου κοινοποιείται εις αυτόν κατά την διάταξιν της παραγράφου 6 του άρθρου 194.
'Αρθρον 198 Εξαίρεσις και κωλύματα μελών υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου 1. Του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου εξαιρούνται οι κατά το άρθρον 186 παρ. 2 μη δικαιούμενοι να διεξαγάγουν ανάκρισιν. 2. Ο εγκαλούμενος δύναται να ζητήση έφ' άπαξ την εξαίρεσιν δύο κατ' ανώτατον όριον μελών του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου. Επί της αιτήσεως ταύτη, η οποία πρέπει να υποβάλλεται εγγράφως εις τον πρόεδρον του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου δύο τουλάχιστον ημέρας προ της συζητήσεως της υποθέσεως, να είναι ητιολογημένη και να συνοδεύεται υπό των υπαρχόντων τυχόν δικαιολογητικών, αποφαίνεται κατά πλειοψηφίαν οριστικώς και τελεσιδίκως το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον, συντιθέμενον εκ εκ των λοιπών μελών αυτού, δι' ητιολογημένης αποφάσεως καταχωριζομένης εις τα πρακτικά. Τα μέλη υπέρ της εξαιρέσεως των οποίων απεφάνθη το συμβούλιον αντικαθίστανται υπό των αναπληρωτών των. 3. Η ενέργεια της ανακρίσεως κωλύει την συμμετοχή του ενεργήσαντος αυτήν εις την σύνθεσιν του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου. 4. Εις την περίπτωσιν της παραγράφου 4 του άρθρου 171 αποκλείεται του έργου της ανακρίσεως ή της συμμετοχής εις το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον ο ενεργήσας την ανάκρισιν ή συμμετοχήν εις το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον κατά την πρώτην δίκην.
'Αρθρον 199 Εκτίμησις αποδείξεων 1. Ο πειθαρχικός δικαστής εκτιμά τας προσαχθείσας αποδείξεις κατ' ελευθέραν κρίσιν. 2. Ο πειθαρχικός δικαστής δύναται προς μόρφωσιν της κρισεώς του να λάβη ύπ' όψιν και αποδεικτικά στοιχεία μη προκύπτοντα εκ της πειθαρχικής διαδικασίας, αλλ' εξ άλλης διαδικασίας νομίμως συνεστημένης, εφ' όσον έλαβε γνώσιν τούτων ο διωκόμενας. 3. Αδικήματα, δια τα οποία ο διωκόμενος δεν εκλήθη εις απολογίαν, δεν δύναται να αποτελέσονν αντικείμενον της δίκης. 4. Η απόφασις, δέον να στηρίζεται επι αποδεδειγμένων πραγματικών γεγονότων και όχι απλών υπονοιών και να είναι ητιολογημένη τόσον διά την διαπίστωσιν της ενοχής, όσον και δια την επιβολήν ή επιμέτρησιν της ποινής. 5. Εις την περίπτωσιν της επαναλήψεως της δίκης κατά την παράγρ. 4 του άρθρου 171 δύναται, αλλά δεν υποχρεούται, το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον να προβή εις νέαν εξέτασιν του πραγματικού μέρους της υποθέσεως να διατάξη ανάκρισιν και νέαν, κλήσιν εις απολογίαν, ως και να λάβη υπ' όψιν νέους πραγματικούς ισχυρισμούς και νέας αποδείξεις.
'Αρθρον 200 Τέλη σημάνσεως εγγράφων πειθαρχικής διαδικασίας 1. Τα τέλη σημάνσεως καταλογίζονται εις βάρος του τιμωρηθέντος υπαλλήλου δια της οριστικής αποφάσεως. 2. Εις περίπτωσιν μερικής απορρίψεως της εφέσεως του πρωτοδίκως τιμωρηθέντως υπαλλήλου, το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον καταλογίζει εις βάρος αυτού μέρος μόνον των τελών της δίκης. 3. Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν διετάχθη πραγματογνωμοσύνη, αι αμοιβαί των πραγματογνωμόνων εκκαθαρίζονται υπό του πειθαρχικού οργάνου και καταβάλλονται παρά του οικείου ΟΤΑ κατά τας διατάξεις περί λογιστικού των ΟΤΑ, καταλογίζονται δε εις βάρος του τιμωρηθέντος υπαλλήλου, εν όλω ή εν μέρει, κατά την κρίσιν του συμβουλίου, δια της οριστικής αποφάσεως.
'Αρθρον 201 Πειθαρχική απόφασις 1. Πάσα πειθαρχική απόφαστς εκδίδεται εγγράφως. 2. Εις την απόφασιν μνημονεύεται : α. Ο τόπος και ο χρόνος της εκδόσεωc, β. το όνομα, ο τίτλος και ο βαθμός των δικασάντων, γ. το όνομα, ο τίτλος και ο βαθμός του κριθέντος, δ. το αποδιδόμενον πειθαρχικόν αδίκημα, ο χρόνος και ο τόπος της τελέσεως αυτού, ε. η απολογία και η τυχόν προφορική ταύτης υποστήριξης ή η μή υποβολή απολογίας και η κλήσις ή μή κλήσις εις προφορικήν ανάπτυξιν της απολογίας, στ. η αιτιολογία της αποφάσεως, ζ. αν ελήφθη ομοφώνως ή κατά πλειοψηφίαν, προκειμένου περί πολυμελούς δικαιοδοσίας και η. η αθώωσις του κριθέντος ή η επιβαλλομένη ποινή. Το υπό στοιχείον ε' μέρος της αποφάσεως μνημονεύεται περιληπτικώς. 3. Η πειθαρχική απόφασις, εάν μέν εκδίδεται υπό πειθαρχικώς προισταμένου, υπογράφεται υπό τούτου, άλλως υπό του προέδρου και του γραμματέως του συμβουλίου. 4. Η πειθαρχική απόφασις κοινοποιείται εν αντιγράφω εις τον κριθέντα προσέτι δε, αι μεν των πειθαρχικώς προισταμένων και των πειθαρχικών οργάνων της παρ. 1 του άρθρου 176 εις τους δικαιουμένους προς άσκησιν ενδίκου μέσου υπέρ των ΟΤΑ, αι δε των υπηρεσιακών πειθαρχικών συμβουλίων εις τον εκδόσαντα το παραπεμπτήριον έγγραφον. 5. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κοινοποίησις της αποφάσεως εις τον κριθέντα ενεργείται κατά τα εν άρθρω 194 παρ. 6 οριζόμενα. 6. Ανάκλησις εκδοθείσης πειθαρχικής αποφάσεως δεν επιτρέπεται.
ΙΒ. ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ 'Αρθρον 202 'Εφεσις 1. Εις έφεσιν υπόκεινται αι πειθαρχικαί αποφάσεις: α. των πειθαρχικώς προισταμένων, και β. των πειθαρχικών οργάνων της παρ. 1 του άρθρου 179. 2. Εις άσκησιν εφέσεως δικαιούται : α. ο τιμωρηθείς υπάλληλος, και β. το αρμόδιο για το διορισμό όργανο του οικείου ΟΤΑ στο οποίο κοινοποιείται υποχρεωτικά η απόφαση. Στην περίπτωση αυτή η έφεση γίνεται και κατά των απαλλακτικών πειθαρχικών αποφάσεων" (αντικ. της περ. β' της παρ. 2 από την παρ. 34 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 3. Η έφεσις ασκείται εις πάσαν περίπτωσιν ενώπιον του οικείου υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου. (Καταργήθηκε το β' εδαφ. από την παρ. 35 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 4. Η έφεση ασκείται από τον τιμωρηθέντα μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέρες από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτόν και από το αρμόδιο για το διορισμό όργανο από την περιέλευση της απόφασης σε αυτό" (αντικ. της παρ. 4 από την παρ. 36 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 5. Η προς έφεσιν προθεσμία παρατείνεται, λόγω μεν αποστάσεως κατά δέκα έτι ημέρας δια τους εις την ημεδαπήν και κατά εξήκοντα δια τους εις την αλλοδαπήν εδρεύοντας ή διαμένοντας, λόγω δε κωλύματος εξ ανωτέρας βίας κατά την κρίσιν του πειθαρχικού οργάνου, προς το οποίον απευθύνεται η έφεσις και πάντως ουχί πέραν των δέκα πέντε ημερών αφ' ής παρήλθε το κώλυμα. 6. Το υπηρεσιακό πειθαρχικό συμβούλιο, όταν κρίνει την έφεση : α. του υπαλλήλου που τιμωρήθηκε, δεν μπορεί να καταστήσει χειρότερη τη θέση του και β. του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου του οικείου ΟΤΑ, δεν μπορεί να επιβάλει ποινή ελαφρύτερη από εκείνη που επιβλήθηκε. Σε περίπτωση που ασκηθούν εφέσεις και από τους δύο ανωτέρω, το υπηρεσιακό συμβούλι συνεκδικάζει και τις δύο εφέσεις χωρίς να δεσμεύεται για την επιβολή της ποινής" (αντικ. της παρ. 6 από την παρ. 37 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 7. Η έφεσις και η προς άσκησιν αυτής προθεσμία αναστέλλουν την εκτέλεσιν. 8. Πλείονες εφέσεις κατά της αυτής αποφάσεως ασκηθείσαι προς της επί τινι τούτων εκδόσεως οριστικής αποφάσεως συνεκδικάζονται. 9. Η κατόπιν εφέσεως έκδοσις οριστικής αποφάσεως καθιστά απαράδεκτον πάσαν άλλην έφεσιν.
'Αρθρον 203 Προσφυγή 1. Εις άσκησιν, κατά το άρθρον 181 προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της 'Επικρατείας δικαιούνται μόνον ο τιμωρηθείς υπάλληλος. 2. Τα των προθεσμιών και διαδικασίας των ενώπιον του Συμβουλίου της επικρατείας προσφυγών διέπονται υπό των περί τούτου κειμένων διατάξεων. 3. Η προσφυγή και η προς άσκησιν αυτής προθεσμία αναστέλλουν την εκτέλεσιν της πειθαρχικής αποφάσεως. 4. Το Συμβούλιον της 'Επικρατείας, κρίνον επί προσφυγής, δεν δύναται να καταστήση χείρονα την θέσιν του προσφυγόντος υπαλλήλου.
'Αρθρον 204 'Επανάληψις πειθαρχικής δίκης 1. Στην περίπτωση έκδοσης καταδικαστικής ποινικής απόφασης την κατά την παρ. 4 του άρθρου 171 επανάληψη της πειθαρχικής δίκης ζητούν τα πειθαρχικά όργανα της παρ. 1 του άρθρου 179, σε περίπτωση δε έκδοσης αθωωτικής ποινικής απόφασης, αυτός που αθωώθηκε" (αντικ. της παρ. 1 από την παρ. 38 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 2. Η αίτησις επαναλήψεως άπευθύνεται προς το πειθαρχικόν όργανον, εις το οποίον υπήγετο ο υπάλληλος κατά τον χρόνον της τελέσεως του αδικήματος. 3. Κατά την επανάληψιν της πειθαρχικής δίκης, εις μεν την περίπτωσιν εκδόσεως καταδικαστικής ποινικής αποφάσεως, δύναται να επιβληθή ποινή ανωτέρα της επιβληθείσης, εις δε την περίπτωσιν εκδόσεως αθωωτικής ποινικής αποφάσεως, δύναται νά αποφασισθή απαλλαγή η επιβολή ελαφροτέρας ποινής. 4. Εις τας περιπτώσεις της οριστικής παύσεως ή του υποβιβασμού, δύναται κατά την επανάληψιν της πειθαρχικής δίκης να αποφασισθή και η αποκατάστασις του υπαλλήλου, οπότε ούτος καταλαμβάνει την τυχόν υπάρχουσαν κενήν θέσιν του βαθμού είς τον οποίον αποκαθίσταται, ή εν ελλείψει τοιαύτης παραμένει υπεράριθμος και καταλαμβάνει την πρώτην κενωθησομένην τοιαύτην.
ΙΓ. ΕΚΤΕΛΕΣΙΣ 'Αρθρον 205 'Εκτέλεσις 1. Η πειθαρχική απόφασις καταστάσα τελεσίδικος είναι υποχρεωτικώς εκτελεστή. 2. Η εκτελεστή πειθαρχική απόφασις εκτελείται, ως προς το πρόστιμον υπό του προισταμένου της υπηρεσίας του εντελλομένου την πληρωμήν των αποδοχών του τιμωρηθέντος, προς τον οποίον αποστέλλεται υπό της εκδούσης αρχής υποχρεωτικώς και αμέσως άμα τη, τελεσιδικία της αποφάσεως αντίγραφον αυτής. "Οι υπόλοιπες ποινές εκτελούνται από το αρμόδιο για διορισμό όργανο του οικείου οργανισμού" (αντικ. του β' εδαφ. της παρ. 2 από την παρ. 39 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Εις περίπτωσιν λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως το πρόστιμον εισπράττεται κατά τας διατάξεις περί εισπράξεως δημοτικών και κοινοτικών εσόδων, ουδέποτε όμως εκ των κληρονόμων του τιμωρηθέντος. 3. Η εκτελεστή πειθαρχική απόφασις καταχωρίζεται εις "το ατομικόν δελτίον στοιχείων υπαλλήλου" και τίθεται εις τον ατομικόν φάκελλον του κριθέντος. 4. Αρμόδιος δια την βεβαίωσιν των τελών της δίκης είναι ο εκδώσας την καταγνωστικήν απόφασιν πειθαρχικώς προϊστάμενος ή ο πρόεδρος του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ' ΛΥΣΙΣ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ ΤΜΗΜΑ Α' ΛΟΓΟΙ ΛΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ 'Αρθρον 206 Λόγοι λύσεως υπαλληλικής σχέσεως Η υπαλληλική σχέσις λύεται δια του θανάτου, της εκπτώσεως, της αποδοχής της παραιτήσεως και της απολύσεως του υπαλλήλου.
Α. ΕΚΠΤΩΣΙΣ 'Αρθρον 207 Αυτοδικαία έκπτωσις συνεπεία ποινικής καταδίκης 1. Ο υπάλληλος εκπίπτει αυτοδικαίως της υπηρεσίας, εάν κατεδικάσθη δι' αμετακλήτου αποφάσεως : α. εις ποινήν τουλάχιστον προσκαίρου καθείρξεως, β. επί πλημμελήματι εκ των εν άρθρω 16 αναφερομένων, γ. εις στέρησιν των πολιτικών δικαιωμάτων και δ. επί ανυπαρξία ή λιποταξία. 2. Περί της εκπτώσεως ταύτης εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιεύεται δε περίληψις ταύτης επιμελεία του νομάρχου εις την 'Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (ΟΠΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΡ. 2 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 207 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 3. Ο εκπεσών δεν επιτρέπεται να επανέλθη εις την υπηρεσίαν εν περιπτώσει αμνηστίας, αποκαταστήσεως, χάριτος η καθ' οιονδήποτε άλλον τρόπον άρσεως του κολασίμου ή άρσεως ή μεταβολής των συνεπειών της καταδίκης.
'Αρθρον 208 'Εκπτωσις λόγω απωλείας της Ελληνικής Ιθαγενείας Η απώλεια της ελληνικής ιθαγενείας υπαλλήλου, βεβαιουμένη υπό της οικείας αρχής, επάγεται την από την υπηρεσίας έκπτωσιν, απαγγελλομένην δια πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου δημοσιευομένης εν περιλήψει εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, επιμελεία του νομάρχου. (ΟΠΟΥ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΔΑΦΙΟ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 208 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Η έκπτωσις λογίζεται επελθούσα αφ' ής απωλέσθη η ελληνική Ιθαγένεια.
Β. ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ 'Αρθρον 209 Παραίτησις 1. Ο υπάλληλος δικαιούται να παραιτηθή. 2. Η παραίτησις υποβάλλεται εγγράφως, η δε λύσις της υπαλληλικής σχέσεως, επέρχεται δια της αποδοχής της παραιτήσεως υπό του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. 3. Αίρεσις, όρος ή προθεσμία εν τη, παραιτήσει θεωρούνται, ως μη γεγραμμέναι. 4. Λογίζεται ως μη υποβληθείσα η παραίτησις, εάν κατά την υποβολήν της ήτο εκκρεμής, ποινική δίκη εις βαθμόν πλημμελήματος εκ των εν άρθρω 16 ή κακουργήματος ή πειθαρχική δίωξις ενώπιον των πολυμελών πειθαρχικών οργάνων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ήρξατο τοιαύτη δίκη η πειθαρχική δίωξις εντός τριμήνου από της υποβολής και προ της αποδοχής της. 5. Ο υπέχων τας εν άρθροις 124 καί 125 υποχρεώσεις υπάλληλος δεν δικαιούται να παραιτηθή προ της εκπνοής του εις τα άρθρα ταύτα οριζομένου χρόνου.
'Αρθρον 210 Ανάκλησις παραιτήσεως 1. Εντός μηνός από της υποβολής της παραιτήσεως και προ της αποδοχής της ο υπάλληλος δύναται ν' ανακαλέση ταύτην εγγράφως 2. Παρελθούσης απράκτου τριμήνου προθεσμίας, από της υποβολής της, η παραίτησις θεωρείται ως γενομένη δεκτή και λύεται αυτοδικαίως η υπαλληλική σχέσις. 3. Τηρούνται εν ισχύι αι εις τους νόμους περί εκλογής βουλευτών και οργάνων τοπικής αυτοδικοιήσεως διατάξεις αι σχετικαί προς την παραίτησιν των ως υποψηφίων προτεινομένων υπαλλήλων.
Γ. ΑΠΟΛΥΣΙΣ 'Αρθρον 211 Απόλυσις Ο μόνιμος υπάλληλος απολύεται μόνον: α. επιβληθείσης πειθαρχικής ποινής οριστικής παύσεως κατά τα εν άρθρω 164 και επόμενα του παρόντος οριζόμενα, β. δια πράξεις τελεσθείσας υπ' αυτού εντός της προ του διορισμού του πενταετίας. γ. δια σωματικήν ή πνευματικήν ανικανότητα, δ. δι' αναίτιον υπηρεσιακήν ανεπάρκειαν, ε. δι' ανυποταξίαν ή λιποταξίαν, στ. δια κατάργησιν της υπηρεσίας, του κλάδου ή της θέσεως εις ην υπηρετεί, ζ. δια συμπλήρωσιν του υπό του νόμου οριζομένου ορίου ηλικίας και η. δια συμπλήρωσιν τριακονταπενταετούς πραγματικής και συνταξίμου υπηρεσίας.
'Αρθρον 212 Απόλυσις λόγω πειθαρχικής ποινής Ο υπάλληλος απολύεται επιβληθείσης πειθαρχικής ποινής οριστικής παύσεως κατά τα εν άρθρω 174 και επόμενα του παρόντος
'Αρθρον 213 Απόλυσις λόγω ελλείψεως ηθικών προσόντων 1. Ο υπάλληλος απολύεται δια πράξεις τελεσθείσας υπ' αυτού εντός της προ του διορισμού του πενταετίας, συνιστώσας έλλειψιν των εις τον υπάλληλον προσηκόντων ηθικών προσόντων εφ' όσον δεν παρήλθεν διετία από του διορισμού του μετ' απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 2. Κατά της αποφάσεως περί απολύσεως επιτρέπεται εις τον υπάλληλον να ασκήσει προσφυγήν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
'Αρθρον 214 Απόλυσις λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητος Διαπιστωθείσης σωματικής ή πνευματικής άνικανότητος του υπαλλήλου κατά τα αρθρα 11, 120 παρ. 2 και 151 παρ. 2 του παρόντος ούτος απολύεται μετ' απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.
'Αρθρον 215 Απόλυσις ή ύποβιβασμός, λόγω αναιτίου υπηρεσιακής ανεπαρκείας 1. Επιτρέπεται η απόλυσις ή ο υποβιβασμός κατά ένα βαθμόν παντός υπαλλήλου, επιδείξαντο άνευ υπαιτιότητος του ανεπάρκειαν εν τη εκτελέσει των καθηκόντων του, μετά ητιολογημένην απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου και προηγουμένην κλήσιν του υπαλλήλου, όπως παράσχη εγγράφως ή προφορικώς τας αναγκαίας διασαφήσεις. 2. Υπάλληλος κρινόμενος, κατά συνέχειαν ή μη, δις ως μη προακτέος εκ του αυτού βαθμού, εισάγεται υποχρεωτικώς προς κρίσιν κατά την πρηγουμένην παράγραφον ενώπιον του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου εντός δυο μηνών από της περιελεύσεως της σχετικής πράξεως του υπηρεσιακού συμβουλίου εις τον ΟΤΑ, δι' της ούτος εκρίθη μη προακτέος.
'Αρθρον 216 Απόλυσις δι' ανυποταξίαν ή λιποταξίαν Εις περίπτωσιν ανυποταξίας ή λιποταξίας, εφ' όσον δεν εξεδόθη καταδικαστική απόφασις κατά το άρθρον 207, ο υπάλληλος απολύεται μετ' απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.
'Αρθρον 217 Απόλυσις λόγω καταργήσεως υπηρεσίας, κλάδου ή θέσεως 1. Ο υπάλληλος απολύεται ένεκα καταργήσεως της υπηρεσίας, του κλάδου ή της θέσεως εις ήν υπηρετεί. 2. Είς περίπτωσιν καταργήσεως μέρους εκ πλειόνων εις τον αυτόν κλάδον ομοιοβάθμων θέσεων υπαλλήλων, απολύονται οι συγκεντρούντες τα ολιγώτερα ουσιαστικά προσόντα, μετ' απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου κατά της οποίας επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της 'Επικρατείας. Το αυτό ισχύει και επί συγχωνεύσεως κλάδων ή υπηρεσιών. 3. Οι κατά το παρόν άρθρον απολυόμενοι, εφ' όσον δεν δικαιούνται συντάξεως ουδέ ήθελον τεθή εις διαθεσιμότητα, λαμβάνουν αποζημίωσιν ίσην προς τας αποδοχάς τόσων μηνών όσα τα έτη της υπηρεσίας των.
'Αρθρον 218 Απόλυσις λόγω συμπληρώσεως ορίου ηλικίας 1. Οι μόνιμοι υπάλληλοι απολύονται αυτοδικαίως της υπηρεσίας άμα τη, συμπληρώσει του 65ου έτους της ηλικίας των. 2. Δια την εφαρμογήν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου ως ημέρα γεννήσεως λαμβάνεται πάντοτε η 31 Δεκεμβρίου του έτους γεννήσεως τον υπαλλήλου. Η ηλικία αποδεικνύεται κατά τα εν άρθρω 311 του παρόντος οριζόμενα. 3. Περί της κατά το παρόν άρθρον απολύσεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένη εν περιλήψει, επιμελεία του νομάρχου εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (ΟΠΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΡ. 3 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 218 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 219 Απόλυσις λόγω συμπληρώσεως τριακονταπενταετίας 1. Οι μόνιμοι υπάλληλοι απολύονται αυτοδικαίως της υπηρεσίας άμα τη, συμπληρώσει τριακονταπενταετίας πραγματικής και συνταξίμου υπηρεσίας και πάντως ουχί προ της συμπληρώσεως του 56 έτους της ηλικίας των. Περί της απολύσεως ταύτης εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου περίληψις της οποίας δημοσιεύεται επιμελεία του νομάρχου εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (ΟΠΟΥ ΣΤΗΝ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΔΑΦΙΟ ΤΗΣ ΠΑΡ. 1 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 219 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Δι' αυτής βεβαιούται ητιολογημένως ο διανυθείς υπό του υπαλλήλου χρόνος υπηρεσίας. 2. Ως πραγματική υπηρεσία του υπαλλήλου νοείται πάσα υπηρεσία παρασχεθείσα εις τον παρ' ώ υπηρετεί η παρ' άλλον οργανισμόν τοπικής αυτοδιοικήσεως ή είς το δημόσιον ή άλλα νομικά πρόσωπα, δημοσίου δικαίου, επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικου δικαίου, εφ' όσον προκειμένου περί της επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου παρασχεθείσης, αύτη ελήφβη υπ' όψιν ή προσεμετρήθη κατά τον διορισμόν, την ένταξιν, μονιμοποίησιν, απόκτησιν βαθμού ή την καθ' οιονδήποτε τρόπον μισθολογικήν εξέλιξιν του υπαλλήλου επί πλέον δεν αναγνωρίζεται ως συντάξιμος κατά τας περί συντάξεως των υπαλλήλων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως διατάξεις.
ΤΜΗΜΑ Β' ΠΡΑΞΙΣ ΛΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ 'Αρθρον 220 Πράξις λύσεως υπαλληλικής σχέσεως 1. Η περί αποδοχής παραιτήσεως ή απολύσεως πράξις δημοσιεύεται επιμελεία του νομάρχου εν περιλήψει εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μνημονενούσης και την αιτίαν της απολύσεως. (ΟΠΟΥ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΔΑΦΙΟ ΤΗΣ ΠΑΡ. 1 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 220 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως τα επί του διορισμού εν άρθροις 23 και 24 οριζόμενα. 2. Η λύσις της υπαλληλικής σχέσεως, όπου δεν ορίζεται άλλως, επέρχεται από της κοινοποιήσεως εις τον απολυόμενον της κατά την προηγουμένην παράγραφον πράξεως. 3. Η κατά τ' ανωτέρω πράξις λογίζεται κατ' αμάχητον τεκμήριον κοινοποιηθείσα την εικοστήν ημέραν από της δημοσιεύσεώς της, εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ' όσον μέχρι της ημέρας ταύτης δεν ήθελε κοινοποιηθή. 4. Η κατά την παράγραφον 3 προθεσμία δύναται δια πράξεως, εκδιδομένης υπό του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, προ της λήξεως αυτής και δια λόγου υπηρεσιακής ανάγκης, να αυξηθή, ή είς τεσσαράκοντα ημέρας το πολύ και προκειμένου περί υπολόγων εις εξήκοντα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι' ΕΛΕΓΚΤΑΙ ΕΣΟΔΩΝ - ΕΞΟΔΩΝ Ο.Τ.Α. 'Αρθρον 221 Σύστασις θέσεων 1. Δια τας ανάγκας των δημοσίων ταμείων των ενεργούντων την ταμειακήν υπηρεσίαν δήμων και κοινοτήτων συνιστάται, δι' αποφάσεως του νομάρχου μια θέσις κλάδου "ΔΕ 15" (αντικ. από παρ. 5 άρθρου 30 του Π.Δ. 37α/87, ΦΕΚ-11 Α'), ελεγκτού εσόδων και εξόδων. 2. Δια της αυτής αποφάσεως του νομάρχου ή θέσις συνιστάται εις τον εν τη περιφερεία του ταμείου πολυπληθέστερον δήμον, εάν υπό του ταμείου δεν διεξάγεται η ταμειακή υπηρεσία κοινότητος τινός. Εάν υπό του ταμείου διεξάγεται η ταμειακή υπηρεσία δήμων και κοινοτήτων ή μόνον κοινοτήτων η θέσις συνιστάται είς την πολυπληθεστέραν κοινότητα της οποίας το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος και τοιαύτης μη υπαρχούσης εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα της περιφερείας του ταμείου, της θέσεως του ρλεγκτού εσόδων και εξόδων διεπομένης εις την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν υπό των διατάξεων του Α' μέρους. Μεταβολαί πληθυσμού των δήμων και κοινοτήτων κατά τας επισήμους απογραφάς, λαμβάνονται ύπ' όψιν μόνον προκειμένου περί νέου διορισμού. Οι διοριζόμενοι εξακολουθούν να είναι υπάλληλοι του δήμου ή της κοινότητος εις ήν διωρίσθησαν, έστω και αν επήλθεν μεταγενεστέρως μεταβολή του πληθυσμού. (ΟΠΟΥ ΣΤΑ ΠΡΩΤΑ ΕΔΑΦΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡ. 1 ΚΑΙ 2 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 221 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 3. Εξαιρετικώς, επιτρέπεται σύστασις κατά τον αυτόν ως άνω τρόπον, δευτέρας ή και τρίτης θέσεως ελεγκτού εσόδων και εξόδων, παρά τω αυτώ δημοσίω ταμείω, εάν η ταμειακή υπηρεσία των εξυπηρετουμένων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, λόγω του αριθμού των φορολογουμένων δημοτών, των επιβαλλομένων φόρων, τελών και δικαιωμάτων, ως και του ύψους των πραγματοποιουμένων δημοτικών και κοινοτικών δαπανών, δεν δύναται να διεξαχθή υφ' ενός ελεγκτού εσόδων και εξόδων. 4. Θέσεις ελεγκτών εσόδων και εξόδων συσταθείσαι μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κατά τρόπον διάφορον των υπό των διατάξεων της παρ. 2 οριζομένων καθ' οιονδήποτε τρόπον κενούμεναι καταργούνται.
'Αρθρον 222 Διορισμός Οι ελεγκταί εσόδων και εξόδων διορίζονται δι' αποφάσεως του νομάρχου, κατόπιν διαγωνισμού ενεργουμένου κατά τας διατάξεις των άρθρων 18 και 19 του παρόντος καθιστάμενοι από του διορισμού των δημοτικοί ή κοινοτικοί υπάλληλοι. (ΟΠΟΥ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 222 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρον 223 Καθήκοντα Οι ελεγκταί εσόδων και εξόδων ασχολούνται αποκλειστικώς με την διεξαγωγήν της ταμειακής υπηρεσίας των δήμων και κοινοτήτων υπό καθοδήγησιν, εποπτείαν και έλεγχον των διευθυντών των ταμείων και των λοιπών εν τω ταμείω προϊσταμένων αυτών, κατά τα δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών οριζόμενα.
'Αρθρον 224 Ορκωμοσία - Μονιμοποίησις Οι ελεγκταί εσόδων και εξόδων πριν αναλάβουν τα καθήκοντά των δίδουν τον κατ' άρθρον 26 όρκον ενώπιον του διευθυντού του ταμείου και μονιμοποιούνται κατά τας διατάξεις του άρθρου 103.
'Αρθρον 225 Μετάταξη Επιτρέπεται η μετάταξη ελεγκτή εσόδων και εξόδων με αίτησή του σε αντίστοικη κενή οργανική θέση δήμου ή κοινότητας που υπάγεται στην περιφέρεια άλλης δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας με απόφαση του Περιφερειακού Δ/ντή. Η απόφαση για τη μετάταξη εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμοδότηση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου στο οποίο υπάγεται το προσωπικό του δήμου ή της κοινότητας υποδοχής" (αντικ. του άρθρου 225 από την παρ. 40 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ- 113 Α').
'Αρθρον 226 Αρμοδιότης νομάρχου Επί παντός εν γένει θέματος υπηρεσιακής καταστάσεως και του πειθαρχικού δικαίου των ελεγκτών εσόδων και εξόδων, τας κατά τας κειμένας διατάξεις αρμοδιότητας του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητος, της δημαρχιακής επιτροπής ή του κοινοτικού συμβουλίου ασκεί ο νομάρχης κατόπιν συμφώνου γνωμοδοτήσεως του κατά το άρθρον 5 υπηρεσιακού συμβουλίου εφ' όσον τοιαύτη γνωμοδότησις απαιτείται κατά τας διατάξεις του παρόντος, δια την άσκησιν των αρμοδιοτήτων τούτων και υπό των ως άνω οργάνων. Ειδικώς προκειμένου περί των εκθέσεων υπηρεσιακής ικανότητος αύται συντάσσονται υπό του διευθυντού του δημοσίου ταμείου ως Α' κριτού και του νομάρχου ως Β' κριτού. (ΟΠΟΥ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 226 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
'Αρθρο 227 Δαπάνη μισθοδοσίας 1. Η δια την καταβολήν των αποδοχών των ελεγτών εσόδων και εξόδων των συναφών εισφορών εις ασφαλιστικούς οργανισμούς απαιτουμένη δαπάνη κατανέμεται εις βάρος των δήμων και κοινοτήτων αρμοδιότητος του οικείου ταμείου δι' αποφάσεως του νομάρχου αναλόγως των ετησίως πραγματοποιουμένων τακτικών εσόδων των. (ΟΠΟΥ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΔΑΦΙΟ ΤΗΣ ΠΑΡ. 1 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 227 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Οι υπόχρεοι δήμοι και κοινότητες αναγράφουν εις τον προυπολογισμόν των την αναλογούσα αυτοίς δαπάνην την οποίαν μεταβιβάζουν εις τον οικείον δήμον ή την κοινότητα του οποίου υπάλληλος τυγχάνει ο ελεγκτής εσόδων και εξόδων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΑ' ΕΙΣΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΕΣΟΔΩΝ Ο.Τ.Α. 'Αρθρον 228 Σύστασις θέσεων 1. Δια την είσπραξιν των εσόδων των δήμων των μη εχόντων ιδίαν ταμειακήν υπηρεσίαν και των κοινοτήτων συνιστώνται δι' αποφάσεως του νομάρχου θέσεις "ΔΕ 15" (αντικ. από την παρ. 6 άρθρου 30 Π.Δ. 37α/1987 ΦΕΚ Α' 11). 2. Δια της αυτής αποφάσεως του νομάρχου αι θέσεις συνιστώνται: α. των προοριζομένων δια την είσπραξιν των εσόδων ωρισμένου δήμου ή ωρισμένης κοινότητος εις τον οικείον οργανισμόν, β. των προοριζομένων δια την είσπραξιν των εσόδων πλειόνων δήμων ή δήμων και κοινοτήτων εις τον πολυπληθέστερον δήμον, γ. των προοριζομένων δια την είσπραξιν των εσόδων πλειόνων κοινοτήτων εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα ής το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του Α' μέρους και εν ελλείψει τοιαύτης εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα της περιφερείας του ταμείου διεπομένην εις την περίπτωσιν ταύτην, ως προς τους εισπράκτορας, υπό των διατάξεων του Α' μέρους. (ΟΠΟΥ ΣΤΑ ΠΡΩΤΑ ΕΔΑΦΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡ. 1 ΚΑΙ 2 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ -113 Α'). 3. Δια την σύστασιν των ανωτέρω θέσεων απαιτείται όπως τα προς είσπραξιν δια χρηματικών καταλόγων ετήσια έσοδα του οικείου ή των οικείων οργανισμών δι' εισπράκτορος, ανέρχονται εις ποσόν 10πλάσιον του βασικού μισθού του εισαγωγικού βαθμού, της θέσεως κλάδου ΜΕ 15, δι' εκάστην δε περαιτέρω θέσιν αύξησις του άνω ποσού κατά πεντήκοντα επί τοις εκατόν. Εν πάση περιπτώσει συνιστάται κατά τα διακρίσεις της προηγουμένης παραγράφου μια θέσις εισπράκτορος ανεξαρτήτως του ύψους, των προς είσπραξιν εσόδων. 4. Θέσεις κοινοτικών εισπρακτόρων συσταθείσαι μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κατά τρόπον διάφορον των υπό των διατάξεων της παραγράφου 2 οριζομένων καθ' οιονδήποτε τρόπον κενούμεναι καταργούνται.
'Αρθρον 229 Ανάλογος εφαρμογή διατάξεων 1. Τα περί διορισμού, καθηκόντων, ορκωμοσίας, μονιμοποιήσεως, μετατάξεως, αρμοδιοτήτων νομάρχου συντάξεως εκθέσεων υπηρεσιακής ικανότητος και δαπανών μισθοδοσίας ελεγκτών εσόδων και εξόδων εφαρμόζονται αναλόγως και επί των εισπρακτόρων. 2. Η πλήρωσις των καθ' οιονδήποτε τρόπον κενουμένων θέσεων της παραγράφον 1 του προηγουμένου άρθρου, γίνεται μόνον εάν συντρέχουν αι οικονομικαί προυποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 228 του παρόντος, εκδιδομένης προς τούτο σχετικής πράξεως του οικείου νομάρχου. (ΟΠΟΥ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 229 ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ "ΝΟΜΑΡΧΗΣ" ΕΦΕΞΗΣ ΝΟΕΙΤΑΙ Ο "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ Δ/ΝΤΗΣ" - ΤΡΟΠΟΠ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡ. 61 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΟΥ Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α').
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΒ' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΕΠΙ ΘΗΤΕΙΑ 'Αρθρον 230 Θέσεις ιατρικού προσωπικού επί θητεία και τρόπος πληρώσεως αυτών 1. Αι θέσεις του ιατρικού προσωπικού είναι επί θητεία, συνιστώνται δέ μόνον εις δημοτικά ή κοινοτικά νοσοκομεία και βρεφοκομεία. Ο αριθμός των θέσεων και η διαβάθμισις τούτων ορίζονται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. 2. Τα προσόντα διορισμού εις τας κατά την προηγουμένην παράγραφον θέσεις είναι τα απαιτούμενα κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις, δια την πλήρωσιν των αντιστοίχων θέσεων ιατρικού προσωπικού των κρατικών νοσηλευτικών ιδρυμάτων του Ν.Δ. 2592/1953. Αι αυταί διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως δια την διάκρισιν των δημοτικών και κοινοτικών νοσοκομείων εις κατηγορίας, τον τρόπον και διαδικασίαν πληρώσεως των παρ' αυτοίς θέσεων ιατρικού προσωπικού, τα υποβλητέα δικαιολογητικά και τον χρόνου υποβολής τούτων, τα αρμόδια πρός κρίσιν των υποψηφίων και επιλογήν των διοριστέων όργανα, την διάρκειαν, ανανέωσιν και παράτασιν της θητείας, ως και τας αποδοχάς των διοριζομένων. Τας υπό των διατάξεων τούτων προβλεπομένας αρμοδιότητας του μεν Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών και των διοικητικών συμβουλίων, προκειμένου περί δημοτικού και κοινοτικών ιδρυμάτων ασκούν τα αδελφάτα, τας δε των προέδρων των διοικητικών συμβουλίων οι πρόεδροι των αδελφάτων.
'Αρθρον 231 Πειθαρχικόν δίκαιον Εις τας πειθαρχικάς διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος υπάγεται και το επί θητεία ιατρικόν προσωπικόν των δημοτικών ή κοινοτικών νοσοκομείων και βρεφοκομείων.
'Αρθρον 232 Απόλυσις Οι επί θητεία ιατροί απολύονται δια τους εις το άρθρον 211 αναφερομένους λόγους, αυτοδικαίως δε άμα τη λήξει της θητείας των.
ΜΕΡΟΣ Β' ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α' ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΕΩΣ 'Αρθρον 233 Θέσεις και ειδικά τυπικά προσόντα 1. "Το προσωπικό του κλάδου ΔΕ1 Διοικητικού των κοινοτήτων που υπάγεται στις διατάξεις του Β' μέρους του παρόντος, διαβαθμίζεται με βαθμούς Γ - Α. 2. Η πλήρωση μοναδικών οργανικών θέσεων γραμματέων κοινοτήτων κλάδου ΔΕ1 - Διοικητικού που το προσωπικό τους υπάγεται είτε στις διατάξεις του Α' μέρους είτε σ' αυτές του Β' μέρους του Ν. 1188/1981 ως και των μοναδικών θέσεων ελεγκτών εσόδων - εξόδων Ο.Τ.Α. είναι υποχρεωτική. 3. Σε περίπτωση άρνησης του προέδρου της κοινότητας να εκδόσει προκήρυξη κατά την κείμενη νομοθεσία για το διορισμό γραμμάτεα σε μοναδική οργανική θέση, η προκήρυξη εκδίδεται από το νομάρχη και ο διορισμός του επιτυχόντος ενεργείται με πράξη του αρμοδίου προς διορισμό οργάνου σε περίπτωση δε αρνήσεώς του με πράξη του νομάρχη μετά την πάροδο τριακονθήμερης προθεσμίας. 4. Πριν από την έκδοση προκήρυξης πλήρωσης μοναδικής θέσης γραμματέα κοινότητας από το νομάρχη ή άρνηση του προέδρου της κοινότητας διαπιστώνεται με πρόσκληση που επιδίδεται με αποδεικτικό σ' αυτόν και τάσσεται προθεσμία μη δυναμένη να υπερβεί τις τριάντα ημέρες. 5. Παρελθούσης απράκτου της κατά τα ανωτέρω τασσομένης προθεσμίας ο νομάρχης με προκήρυξή του κινεί τη διαδικασία πλήρωσης της μοναδικής οργανικής θέσης γραμματέα της κοινότητος". (αντικ. από άρθρο 26 παρ. 5 Ν. 2130/93,ΦΕΚ-62 Α'). (6)2. Τυπικόν προσόν διορισμού εις τον εισαγωγικόν βαθμόν 12ον ορίζεται το απολυτήριον λυκείου ή εξαταξίου γυμνασίου ή άλλου ισοτίμου σχολείου εν ελλείψει, δε υποψηφίων κεκτημένων τα ως άνω προσόντα, ενδεικτικόν τουλάχιστον τρίτης τάξεως εξαταξίου γυμνασίου ή ισοτίμου τοιούτου.
'Αρθρον 234 Διορισμός 1. Ο διορισμός εις τας θέσεις του άρθρου 233 ενεργείται κατά τας διατάξεις των άρθρων 18 και 19 του παρόντος. Επί ενός μόνον υποψηφίου ο διαγωνισμός δεν ενεργείται και ο διορισμός αποφασίζεται υπό του κοινοτικού συμβουλίου. 2. Ουδείς διορίζεται προ της συμπληρώσεως του 21ου έτους της ηλικίας του και μετά την συμπλήρωσιν του 40ου έτους. Δια την εφαρμογήν της διατάξεως έως λογίζεται η 1η Ιανουαρίου του έτους γεννήσεως. 3. Αι περί κωλυμάτων διορισμού διατάξεις του άρθρου 16 του παρόντος εφαρμόζονται και επι των κατά το παρόν άρθρον διορισμόν. "4. Αν λείπουν τελείως πρόσωπα κατάλληλα για τη θέση του γραμματέα επιτρέπεται προσωρινή ανάθεση των καθηκόντων τους, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 28 του Ν. 1832/89 (ΦΕΚ-54 Α')" (αντικ. της παρ. 4 απο την παρ. 42 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 5. Υπάλληλος ΟΤΑ δεν επιτρέπεται, πλήν εις όλως εξαιρετικάς περιπτώσεις, να εκτελή προσθέτως προς τα κύρια καθήκοντα της θέσεως του, την υπηρεσίαν πλειόνων του ενός ΟΤΑ.
'Αρθρον 235 Υπηρεσιακαί μεταβολαί 1. Τα των δικαιολογητικών διορισμού και του χρόνου υποβολής αυτών, της δημοσιεύσεως, κοινοποιήσεως και ανακλήσεως του διορισμού, της ορκωμοσίας, της δοκιμαστικής υπηρεσίας και μονιμοποιήσεως, της τηρήσεως ατομικών φακέλλων και μητρώου της συντάξεως εκθέσεων υπηρεσιακής ικανότητος της μεταθέσεως των καθηκόντων, των περιορισμών και της αστικής ευθύνης, των αποδοχών, των αδειών, της νοσηλείας, των εξόδων κηδείας, των απαγορεύσεων και ασυμβιβάστων των ωρών εργασίας και των ημερών αργίας, της αποζημίωσεως δια πρόσθετον και πέραν του υποχρεωτικού ωραρίου εργασίαν των προαγωγών, της διαθεσιμότητος, της αργίας, της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως, των ποινών και του πειθαρχικού εν γένει δικαίου, της εκπτώσεως και της εν γένει απολύσεως των περί ων το άρθρον 233 υπαλλήλων, διέπονται υπό των διατάξεων των εφαρμοζομένων επί του προσωπικού του υπαγομένου εις το Α' Μέρος του παρόντος, επιφυλασσομένων των διατάξεων των επομένων παραγράφων. 2. Δια την προαγωγήν κοινοτικών γραμματέων, ειδικής περιορισμένης διαβαθμίσεως, απαιτείται πενταετής υπηρεσία εις έκαστον βαθμόν. 3. Εν περιπτώσει μετατάξεως των εν άρθρω 233 υπαλλήλων εις κοινότητα της οποίας το προσωπικόν διέπεται υπό των διατάξεων του Α' Μέρους του παρόντος, ούτοι εντάσσονται αυτοδικαίως εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της οικείας θέσεως και πάντως ουχί κατώτερον του υπ' αυτού κατεχομένου μη κωλυομένης πάντως της κατά τας διατάξεις του άρθρου 149 του παρόντος εντάξεώς των εις ανώτερον βαθμόν. 4. Η ιδιότης του κληρικού δεν αποτελεί κώλυμα διορισμού εις θέσιν γραμματέως κοινότητος ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως. 5. (Καταργήθηκε από άρθρο 12 παρ. 3 Ν. 2130/93, ΦΕΚ-62 Α').
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β' ΑΔΙΑΒΑΘΜΙΣΤΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΕΔΣΜΩΝ Ο.Τ.Α. 'Αρθρον 236 Θέσεις "Με αιτιολογημένη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων και των συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών τους, συνιστώνται θέσεις προσωπικού οποιασδήποτε κατηγορίας (ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ, ΥΕ). Για τη σύσταση των θέσεων λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των υπηρεσιών τους και η οικονομική δυνατότητά τους" (αντικ. του α' εδαφ. του άρθρου 236 από την παρ. 42 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Για τον καθορισμό των αποδοχών των υπαλλήλων που προσλαμβάνονται εφαρμόζεται το άρθρο 240 σε συνδυασμό με τις διατάξεις της απόφασης 12256/1988 του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών (ΦΕΚ 142 Β'). Ο μισθός του προσωπικού πανεπιστημιακής και τεχνολογικής εκπαίδευσης δεν μπορεί να είναι κατώτερος από το βασικό μισθό του 19ου ούτε ανώτερος από το βασικό μισθό του 4ου μισθολογικού κλιμακίου". (αντικ. από την παρ. 2 άρθρου 26 Ν. 1832/1989 ΦΕΚ Α' 54).
'Αρθρον 237 Προσόντα διορισμού Τυπικόν προσόν διορισμού εις τάς περί ων το προηγούμενον άρθρον θέσεις, ορίζεται το προσόν του άρθρου 233.
'Αρθρον 238 Διορισμός 1. Ο διορισμός εις τας περί ών το άρθρον 236 θέσεις ενεργείται δι' αποφάσεως του οικείου συμβουλίου του νομικού προσώπου ή του συνδέσμου και κατά την διαδικασίαν του άρθρου 234. 2. Ουδείς διορίζεται προ της συμπληρώσεως του 21ου έτους της ηλικίας του και μετά την συμπλήρωσιν του 40ου έτους. Δια την εφαρμογήν της διατάξεως αυτής ως ημέρα γεννήσεως λογίζεται η 1η Ιανουαρίου του έτους γεννήσεως. 3. Αι περί κωλυμάτων διατάξεις του άρθρου 16 εφαρμόζονται και επί των κατά το παρόν άρθρον διορισμών.
'Αρθρον 239 Υπηρεσιακαί μεταβολαί 1. Τα των δικαιολογητικών διορισμού και του χρόνου υποβολής αυτών, της κοινοποιήσεως και ανακλήσεως του διορισμού, της ορκωμοσίας, της τηρήσεως ατομικών φακέλλων, της συντάξεως εκθέσεων υπηρεσιακής ικανότητος, των καθηκόντων, περιορισμών και της αστικής ευθύνης, των αδειών της νοσηλείας, των εξόδων κηδείας, των απαγορεύσεων και ασυμβιβάστων, των ωρών εργασίας και των ημερών αργίας, της διαθεσιμότητος, της αργίας, της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως, της εκπτώσεως και της εν γένει απολύσεως των περί ών το άρθρον 236 υπαλλήλων διέπονται αναλόγως υπό των εφαρμοζομένων επί του προσωπικού του υπαγομένου εις το Α' Μέρος του παρόντος. 2. Τα του πειθαρχικού εν γένει δικαίου κατά τας ουσιαστικάς και διαδικαστικάς διατάξεις, των περί ων τό άρθρον 236 υπαλλήλων, διέπονται αναλόγως υπό των διατάξεων των εφαρμοζομένων επί του προσωπικού του υπαγομένου εις το Α' Μέρος του παρόντος.
'Αρθρον 240 Αποδοχαί 1. Ο μισθός των υπαλλήλων του παρόντος κεφαλαίου ορίζεται κατά έτος δι' αποφάσεως του οικείου συμβουλίου, αναλόγως πρός την οικονομικήν δυνατότητα τούτου και εν πάση περιπτώσει ουχί κατώτερος του εκάστοτε μηνιαίου βασικού μισθού του 12ου βαθμού γραμματέως ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως. (Καταργήθηκε το β' εδαφ. της παρ. 1 από την παρ. 43 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 2. Ο μισθός των υπαλλήλων της προηγουμένης παραγράφου καταβάλλεται ανά δεκαπενθήμερον και εις την αρχήν εκάστου δεκαπενθημέρου. 3. Αι διατάξεις της παραγράφου 1 και κατά την υπό ταύτης οριζομένην διαδικασίαν εφαρμόζονται και επί των υπηρετούντων υπαλλήλων του παρόντος κεφαλαίου κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος κώδικος, μόνον εάν υφίσταται οικονομική δυνατότης. Εις πάσαν περίπτωσιν ο μηνιαίος μισθός δέν δύναται να ορισθή ανώτερος του εκάστοτε μηνιαίου βασικού μισθού του 9ου βαθμού γραμματέως ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως. 4. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται και επί των αδιαβαθμίστων υπαλλήλων των κοινοτήτων.
ΜΕΡΟΣ Γ' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α' ΕΙΔΙΚΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 'Αρθρον 241 Γενικοί γραμματείς δήμων 1. Δήμοι με πληθυσμό πάνω από 20.000 κατοίκους, εφ' όσον έχουν ανάλογη οικονομική δυνατότητα, μπορούν με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας τους να συνιστούν θέση μετακλητού γενικού γραμματέα. "Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Συνδέσμου Δήμων και Κοινοτήτων Ιαματικών Πηγών Ελλάδος, δεν μπορεί να συσταθεί θέση μετακλητού γενικού γραμματέα στο σύνδεσμο αυτόν" (αντικ. του β' εδαφ. της παρ. 1 από την παρ. 44 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Οι αποδοχές του γενικού γραμματέα καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών σε ποσοστό των αποδοχών των υπαλλήλων ειδικών θέσεων α' βαθμού, χωρίς να θίγονται οι διατάξεις του Ν. 1256/1982" (αντικ. απο την παρ. 3 άρθρου 26 Ν. 1832/1989 ΦΕΚ Α' 54). "Δυνατότητα σύστασης θέσης μετακλητού γενικού γραμματέα έχουν και οι δήμοι που είναι πρωτεύουσες νομών" (προσθ. από άρθρο 34 Ν.2130/93, ΦΕΚ-62 Α'). 2. Ο γενικός γραμματεύς διορίζεται και απολύεται δι' αποφάσεως του δημάρχου, δημοσιευομένης εν περιλήψει δια της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως. Ο γενικός γραμματεύς παύει να ασκή τα καθήκοντά του απολυόμενος αυτοδικαίως ευθύς ως ο προσλαβών τούτον δήμαρχος αποβάλη την ιδιότητα αυτού εκ οιουδήποτε λόγου. 3. Ο γενικός γραμματεύς προίσταται αμέσως μετά τον δήμαρχον όλων των υπηρεσιών του οικείου δήμου και προσυπογράφει τα υπό του δημάρχου υπογραφόμενα έγγραφα. 4. Υφιστάμεναι θέσεις γενικού γραμματέως μετά την έναρξιν ισχύος του παρόντος εις δήμους πληθυσμού κάτω των 100.000 καταργούνται άμα τη καθ' οιονδήποτε τρόπον εξόδω των κατεχόντων ταύτας.
'Αρθρον 242 Ιδιαίτεροι γραμματείς δημάρχων 1. Σε δήμο που είναι πρωτεύουσα νομου ή έχει πληθυσμό πάνω από 20.000 κατοίκους μπορεί με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας του να συνιστάσται θέση μετακλητού ιδιαιτέρου γραμματέα του δημάρχου. Σε αυτόν καταβάλλονται οι αποδοχές ειδικού συνεργάτη δήμου χωρίς να θίγονται οι διατάξεις του Νόμου 1256/82 όπως ισχύει κάθε φορά" (αντικ.από άρθρ. 26 παρ. 4 του Ν.2130/93,ΦΕΚ-62 Α'). 2. Ο ιδιαίτερος γραμματεύς διορίζεται και απολύεται δι' αποφάσεως του δημάρχου, δημοσιευομένης εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. O ιδιαίτερος γραμματεύς παύει να ασκή τα καθήκοντά του απολυόμενος αυτοδικαίως ευθύς ώς ο προσλαβών τούτον δήμαρχος αποβάλη την ιδιότητα αυτού εξ οιουδήποτε λόγου.
'Αρθρον 243 Προσωπικόν δημοτικών κοιμητηρίων 1. "Ο αριθμός των εφημερίων και των ιεροδιακόνων που προσλαμβάνονται στους μη ενοριακούς ναούς των κοιμητηρίων που τελούν υπό την διοίκηση και διαχείριση των δήμων και κοινοτήτων καθορίζεται με απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου" (αντικ. του α' εδαφ. της παρ. 1 από την παρ. 45 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Ο διορισμός αυτών ενεργείται δι' αποφάσεως του οικείου μητροπολίτου. 2. "Ο αριθμός των θέσεων και τα προσόντα των ιεροψαλτών και νεωκόρων των ιερών ναών της προηγούμενης παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου" (αντικ. του α' εδαφ. της παρ. 2 από την παρ. 46 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Η πλήρωσις των θέσεων τούτων ενεργείται δι' αποφάσεως του οικείου δημάρχου ή προέδρου κοινότητος. Το προσωπικόν της παρούσης παραγράφου συνδέεται μετά του οικείου οργανισμού δια σχέσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου τυχόν δε υφιστάμενοι μόνιμοι θέσεις ιεροψαλτών και νεωκόρων καταργούνται αμα τη καθ' οιονδήποτε τρόπο κενώσει αυτών. 3. Ο βασικός μισθός μετά των προσαυξήσεων και επιδομάτων του κατά το παρόν άρθρον προσωπικού ορίζεται κατά τας εκάστοτε περί μισθοδοσίας εφημερίων, ιεροδιακόνων, ιεροψαλτών και νεωκόρων των ενοριακών ναών, ισχυούσας διατάξεις και καταβάλλεται εις βάρος του προυπολογισμού του οικείου δήμου ή κοινότητος.
'Αρθρον 244 Πρόσθετοι χωροφύλακες και αστυφύλακες 1. Αι θέσεις των προσθέτων χωροφυλάκων και αστυφυλάκων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των παρ' αυτοίς ιδρυμάτων ορίζονται δι' αποφάσεως του οικείου συμβουλίου ή αδελφάτου υποκειμένης εις την έγκρισιν του νομάρχου. 2. Δια την πλήρωσιν των θέσεων της προηγουμένης παραγράφου και άπαντα τα αφορώντα εις τους υπηρετούντας και εφεξής προσλαμβανομένους προσθέτους χωροφύλακας και αστυφύλακας, εφαρμόζονται αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί προσθέτων χωροφυλάκων και αστυφυλάκων εν γένει.
'Αρθρον 245 Δικηγόροι δήμων και ιδρυμάτων 1. Αι θέσεις των επί μηνιαία αντιμισθία δικηγόρων των δήμων και ιδρυμάτων αυτών συνιστώνται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. Η πρόσληψις ενεργείται δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου του οικείου ΟΤΑ, οι δε προσλαμβανόμενοι συνδέονται μετά του οικείου οργανισμού δια σχέσεως εντολής. 2. Εις τους Δήμους Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης δύναται να συσταθούν θέσεις δικηγόρων μέχρι εξ δια του Δήμου Aθηναίων, μέχρι τέσσαρες δια τον Δήμον Πειραιώς και μέχρι τέσσαρες δια τον Δήμον Θεσσαλονίκης, συμπεριλαμβανομένων και των υπηρετούντων εις τούτον νομικού συμβούλου και βοηθών αυτού. "Με τη διαδικασία της παρ. 1 δύναται να συνιστώνται μέχρι 2 θέσεις δικηγόρων σε δήμους με πληθυσμό πάνω από 35.000 κατοίκους και στα ιδρύματά τους και στους λοιπούς δήμους και ιδρύματα μία μόνον θέση, εφ' όσον συντρέχει υπηρεσιακή ανάγκη και το επιτρέπει η οικονομική τους κατάσταση". Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες πέρα του ανωτέρω αριθμού θέσεων διατηρούνται μέχρι της καθ' οιονδήποτε τρόπον εξόδου των εκ της υπηρεσίας" (αντικ. από την παρ. 4 άρθρου 26 Ν. 1832/1989 ΦΕΚ Α' 54). "3. Οι δικηγόροι που προσλαμβάνονται σε δήμους, ιδρύματα αυτών, παρέχουν τις νομικές τους υπηρεσίες συγχρόνως στους δήμους, στα νομικά πρόσωπα και σε άλλα ιδρύματα των ίδιων δήμων χωρίς να δικαιούνται ιδιαίτερη αμοιβή". (προσθ. από την παρ. 2 άρθρου 67 Ν. 1416/1984 ΦΕΚ Α' 18).
'Αρθρον 246 Αντιμισθία Αι διατάξεις του Νόμου 1093/1980 "περί τροποποιήσεως διατάξεων του Κώδικος περί Δικηγόρων (Ν.Δ. 3026/1954) και άλλων τινών διατάξεων", εφαρμόζονται και επί μηνιαία αντιμισθία δικηγόρων των ΟΤΑ.
'Αρθρον 247 Χρόνος εργασίας Οι επί μηνιαία αντιμισθία δικηγόροι υποχρεούνται εις παροχήν υπηρεσιών, εις το κατάστημα του οικείου ΟΤΑ, τας εργασίμους ημέρας και ώρας, καθ' ας δεν παρίσταται ανάγκη παραστάσεώς των δι' υποθέσεις αυτού ενώπιον δικαστικών ή διοικητικών αρχών.
'Αρθρον 248 Λύσις σχέσεως 1. Δια την λύσιν της σχέσεως εμμίσθου εντολής δικηγόρου απαιτείται ητιολογημένη απόφασις του δημοτικού συμβουλίου ή αδελφάτου. Προκειμένου περί των υπηρετούντων κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος απαιτείται και σύμφωνος γνωμοδότησις κατά το άρθρον 7 του παρόντος κώδικος του υπηρεσιακού συμβουλίου. 2. Οι δικηγόροι δικαιούνται να απέχουν της ασκήσεως των καθηκόντων των λόγω νόσου κατά τα εκάστοτε ισχύοντα επί μονίμων υπαλλήλων των ΟΤΑ. Η κατά τα ανωτέρω αποχή εφ' όσον δεν υπερβαίνει τα χρονικά όρια τα ισχύοντα επί μονίμων υπαλλήλων των ΟΤΑ δεν αποτελεί λόγον λύσεως της συμβάσεως.
'Αρθρον 249 Κωλύματα διορισμού Δια τον διορισμόν εις τας θέσεις περί ών αι διατάξεις των άρθρων 241 και 242 ο διοριζόμενος δέον να έχη την ελληνικήν ιθαγένειαν και να μη συντρέχουν τα κωλύματα του άρθρου 16 του παρόντος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΕΠΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Α' ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 'Αρθρον 250 Περιπτώσεις προσλήψεως προσωπικού 1. Η πρόσληψις προσωπικού δια συμβάσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου υπό των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως επιτρέπεται: α. προς κάλυψιν απροβλέπτων και επειγουσών αναγκών, β. προς κάλυψιν οργανικών θέσεων ειδικού επιστημονικού, ως και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού και γ. προς κάλυψιν παροδικών αναγκών μη περιλαμβανομένων εις την υπό στοιχείον α' περίπτωσιν.
'Αρθρον 251 Παραπομπή εις τον Υπαλληλικόν Κώδικα 'Oπου εις το παρόν κεφάλαιον αναφέρεται ο όρος "Υπαλληλικός Κώδιξ" νοείται ο νόμος 1811/1951 "περί Κώδικος Καταστάσεως των δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων" ως ούτος εκάστοτε ισχύει.
ΤΜΗΜΑ Β ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΠΡΟΣ ΚΑΛΥΨΙΝ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΙΓΟΥΣΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ 'Αρθρον 252 Απρόβλεπτοι και επείγουσαι ανάγκαι Απρόβλεπτοι και επείγουσαι ανάγκαι είναι ιδία αι προκαλούμεναι συνεπεία σεισμών, πλημμυρών, παγετών, πυρκαϊών, λοιμωδών ή μεταδοτικών εν γένει νόσων ή άλλων γεγονότων εκ των οποίων προκύπτει άμεσος κίνδυνος ζωής ή περιουσίας.
'Αρθρον 253 Διάρκεια απασχολήσεως Η διάρκεια απασχολήσεως των προσλαμβανομένων προς κάλυψιν απροβλέπτων και επειγουσών αναγκών δεν δύναται να υπερβή τους δώδεκα μήνας από της εμφανίσεως της ανάγκης.
'Αρθρον 254 Διαδικασία προσλήψεως 1. Δι' αποφάσεως του οικείου νομάρχου, διαπιστούσης το απρόβλεπτον και επείγον της ανάγκης, οριζεται ο αριθμός του αναγκαιούντος προσωπικού, η ειδικότης αυτού, ως και η διάρκεια της απασχολήσεως εντός του υπό του προηγουμένου άρθρου καθοριζομένου ανωτάτου ορίου. Η απόφασις του νομάρχου εκδί δεται μετά σύμφωνον γνώμην του συμβουλίου του οικείου ΟΤΑ. 2. Η πρόσληψις ενεργείται δι' αποφάσεως του αρμοδίου οργάνου δια τον διορισμόν του μονίμου προσωπικού του οικείου ΟΤΑ. Η απόφασις προσλήψεως ορίζει το ονοματεπώνυμον του προσλαμβανομένου, το είδος της εργασίας και τον χρόνον διαρκείας της συμβάσεως εργασίας εντός του κατά την παράγραφον 1, ανωτάτου ορίου. Δια της κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου, αποφάσεως δύναται να εγκρίνεται και πρόσληψις γενομένη προ της εκδόσεως ταύτης, έφ' όσον η φύσις της ανάγκης επέβαλε τούτο. 3. Η επιλογή ενεργείται ελευθέρως κατά την κρίσιν του έχοντος το δικαίωμα της προσλήψεως οργάνου, άνευ διαδικασίας. 4. Η σύμβασις εργασίας μετά του αναφερομένου εις την κατά την παράγραφον 2 απόφασιν προσλήψεως λογίζεται ότι κατηρτίσθη δια της αναλήψεως υπηρεαίας, βεβαιουμένης προσηκόντως παρά της υπηρεσίας. 5. Η απασχόλησις του προσλαμβανομένου προσωπικού εις έργα άσχετα προς εκείνα δια τα οποία προσελήφθη απαγορεύεται.
'Αρθρον 255 Χρόνος εργασίας 1. Αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις, περί του χρόνου έβδομαδιαίας εργασίας των δημοσίων πολιτικών διοικητικών υπαλλήλων, εφαρμόζονται και επί του προσλαμβανομένου κατά τας διατάξεις του παρόντος τμήματος προσωπικού. Κατ' εξαίρεσιν, επί του προσωπικού τούτου, του απασχολουμένου εις υπηρεσίας λειτουργούσας επί 24 ώρον βάσεως ή υπό την μορφήν εργοστασίου ή εργοταξίου ή συνεργείου ή εις εργασίας υπαίθρου, ο χρόνος εργασίας ορίζεται εις τριάκοντα εννέα (39) ώρας εβδομαδιαίως. Αι ώραι ενάρξεως και λήξεως της εργασίας ορίζονται αναλόγως των συνθηκών και του τόπου απασχολήσεως υπό του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου. 2. Δι' εργασίαι, κατά Κυριακάς ή νόμω εξαιρεσίμους ημέρας ως και δι' εργασίαν κατά την νύκτα καταβάλλονται αι υπό της κειμένης εργατικής νομοθεσίας, προβλεπόμεναι προσαυξήσεις. Δια την παροχήν τοιαύτης εργασίας αποφασίζει το αρμόδιον δια την πρόσληψιν οργάνου, μη απαιτουμένης οιασδήποτε αδείας ετέρας αρχής. Ως εξαιρέσιμοι ημέραι νοούνται αι οριζόμεναι υπό της εργατικής νομοθεσίας. 3. Η Υπέρβασις του ανωτάτου ορίου ημερησίας εργασίας δύναται να επιτραπή, υπό του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου κατόπιν ητιολογημένης αποφάσεώς του, αποκλειομένης της εφαρμογής οιασδήποτε ετέρας συναφούς διατάξεως. 4. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον απασχάλησις δεν δύναται να υπερβή, κατά μήνα, δι' έκαστον προσλαμβανόμενον, τας εκατόν είκοσι ώρας, το δε ωρομίσθιον εκ της εργασίας ταύτης καταβάλλεται ηυξημένον κατά πεντήκοντα επί τοις εκατόν (50%).
'Αρθρον 256 Αποδοχαί Το ημερομίσθιον ή ωρομίσθιον του προσλαμβανομένου κατά τάς διατάξεις του παρόντος τμήματος προσωπικού καθορίζεται δι' αποφάσεως του συμβουλίου του οικείου ΟΤΑ λαμβανομένης το βραδύτερον εντός δεκαημέρου από της προσλήψεως.
'Αρθρον 257 Λύσις της συμβάσεως 1. Η σύμβασις εργασίας λύεται αυτοδικαίως ευθύς ως αντιμετωπισθούν αι απρόβλεπτοι και επείγουσαι ανάγκαι, η λήξη ο χρόνος διάρκειάς της, κατά πάσαν δε περίπτωσιν ευθύς ως συμπληρωθούν δώδεκα μήνες από της εμφανίσεως της επιβαλλούσης την πρόσληψιν ανάγκης. Περί της αυτοδικαίας λύσεως της συμβάσεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου. 2. Διαρκούσης της απασχολήσεως επιτρέπεται η καταγγελία της συμβάσεως δια σπουδαίον λόγον. Αδικαιολόγητος αποχή εκ της εργασίας επί τρεις τουλάχιστον συνεχείς ημέρας λογίζεται ως καταγγελία της συμβάσεως εργασίας εκ μέρους του προσλαμβανομένου. 3. Το προσωπικόν του οποίου η σύμβασις εργασίας λύεται κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου ουδεμιάς αποζημιώσεως δικαιούνται εκ της αιτίας ταύτης.
ΤΜΗΜΑ Β' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΠΡΟΣ ΠΛΗΡΩΣΙΝ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΩΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΟΥ Η ΒΟΗΘΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 'Αρθρον 258 Υπηρεσιακή κατάστασις 1. Η πρόσληψις ειδικού επιστημονικού, ως και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού δια συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου εις οργανικάς θέσεις ειδικώς προς τούτο συνιστωμένας κατά τας διατάξεις του παρόντος και η υπηρεσιακή κατάστασις των εκ ταύτης απροσλαμβανομένων διέπεται υπό των διατάξεων του παρόντος τμήματος. 2. Επιτρέπεται η σύστασις οργανικών θέσεων μερικής απασχολήσεως εφ' όσον η μερική απασχόλησις δεν υπερβαίνει τας τρείς ώρας ημερησίως. 3. Δια προεδρικών διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Εσωτερικών ορίζονται αι ειδικότητες των κατηγοριών προσωπικού της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
'Αρθρον 259 Σύστασις οργανικών θέσεων Αι οργανικαί θέσεις του προηγουμένου άρθρου συνιστώνται διά του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας των ΟΤΑ. 'Οπου υπό των κειμένων διατάξεων δεν προβλέπεται συγκρότησις των υπηρεσιών δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας αι θέσεις αύται συνι στώνται δι' αποφάσεως του συμβουλίου του οικείου ΟΤΑ, εγκρινομένης υπό του νομάρχου, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν αρμοδίου υπηρεσιακού συμβουλίου.
'Αρθρον 260 Προσόντα Προσλήψεως 1. Δια την πλήρωσιν των θέσεων του άρθρου 258 του παρόντος απαιτούνται τα εκάστοτε δια τους μονίμους δημοσίους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους προβλεπόμενα γενικά προσόντα. Διατάξεις ειδικών νόμων προβλέπτουσαι την πρόσληψιν αλλοδαπών δεν θίγονται δια του παρόντος. 2. Δια προεδρικών διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Εσωτερικών, ορίζονται τα απαιτούμενα ειδικά τυπικά προσόντα. Δι' ομοίων προεδρικών διαταγμάτων δύνανται να ορίζωνται ειδικαί εξαιρέσεις ως προς το ανώτατον και κατώτατον όριον ηλικίας των προσλαμβανομένων. Εάν επιτραπή, πρόσληψις τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού προ της συμπληρώσεως του 21ου έτους, δεν απαιτείται ή υπό του προσλαμβανομένου εκπλήρωσις των στρατιωτικών του υποχρεώσεων.
'Αρθρον 261 Τρόπος πληρώσεως Θέσεων Δι' αποφάσεως των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Εσωτερικών καθορίζεται αν η πρόσληψις προσωπικού εις τας θέσεις του άρθρου 258 του παρόντος θά γίνεται δια διαγωνισμού ή δι' επιλογής.
'Αρθρον 262 Διαδικασία προσλήψεως Δι' αποφάσεως των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Εσωτερικών ρυθμίζονται : α. το αρμόδιον όργανον δια την έκδοσιν της πρoκηρύξεως, τα του περιεχομένου και τα της δημοσιεύσεως αυτής. β. τα των απαιτουμένων δικαιολογητικών, τα του χρόνου και του τρόπου υποβολής των, γ. τα της συγκροτήσεως τριμελούς επιτροπής επιλογής εκ μονίμων υπαλλήλων ή μισθωτών επί συμβάσει ιδιωτικού δικαίου ή ιδιωτών, τα του γραμματέως αυτής, τα της λειτουργίας και λήψεως των αποφάσεων αυτής, δ. τα της πρακτικής δοκιμασίας, ε. τα της καταρτίσεως πίνακος, τα της δημοσιεύσεως και του χρόνου ισχύος αυτού και στ. πάσα ετέρα αναγκαία λεπτομέρεια.
'Αρθρον 263 Πράξις προσλήψεως 1. Η πρόσληψις ενεργείται δι' αποφάσεως του αρμοδίου δια την πρόσληψιν του μονίμου προσωπικού οργανισμού οικείου ΟΤΑ. Εις την απόφασιν περί προσλήψεως αναφέρεται το ονοματεπώνυμον του προσλαμβανομένου και το είδος της εργασίας. 2. Η περί προσλήψεως απόφασις κοινοποιείται ταχυδρομικώς, επί αποδείξει, εις την διεύθυνσιν κατοικίας του προσλαμβανομένου ή του τυχόν υπ' αυτού οριζομένου αντιπροσώπου, καλουμένου όπως εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάκοντα ημερών αναλάβη υπηρεσίαν. 3. Η σύμβασις εργασίας μετά του αναφερομένου εις την κατά την παράγραφον 1 απόφασιν λογίζεται ότι κατηρτήσθη δια της αναλήψεως υπηρεσίας, βεβαιουμένης προσηκόντως παρά της υπηρεσίας.
'Αρθρον 264 Ανάκλησις προσλήψεως Η απόφασις προσλήψεως ανακαλείται, εάν ο προσληφθείς δεν απεδέχθη αυτήν είτε ρητώς είτε σιωπηρώς δια της παραμελήσεως της κατά τήν παράγραφον 2 του προηγουμένου άρθρου προθεσμίας.
'Αρθρον 265 Δοκιμαστική υπηρεσία 1. Ο προσλαμβανόμενος δια συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνον διανύει ετησίαν δοκιμαστικήν υπηρεσίαν κατά την διάρκειαν της οποίας δύναται να απολυθή, ή μετ' ητιολογημένην απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου, δια λόγους αναγομένους εις την υπηρεσίαν του. 2. Εντός μηνός από της συμπληρώσεως της δοκιμαστικής υπηρεσίας το οικείον υπηρεσιακόν συμβούλιον υποχρεούται να αποφανθή, αν ο προσληφθείς είναι κατάλληλος πρός συνέχισιν της παροχής των υπηρεσιών του. 3. Ο κατά τας παραγράφους 1 και 2 του παρόντος κριθείς απολυτέος ή ακατάλληλος προς συνέχισιν της παροχής των υπηρεσιών του, απολύεται υποχρεωτικώς δι' αποφάσεως του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου.
'Αρθρον 266 Καθήκοντα, περιορισμοί και αστική ευθύνη 1. Αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί των θεμελιωδών καθηκόντων του χρόνου εργασίας, των περιορισμών και της αστικής ευθύνης των δημοσίων πολιτικών διοικητικών υπαλλήλων εφαρμόζονται αναλόγως και επί του προσωπικού του παρόντος τμήματος εξαιρέσει των περί εντοπιότητος διατάξεων. 2. Χρόνος εργασίας του διεπομένου υπό των διατάξεων του παρόντος τμήματος προσωπικού του απασχολουμένου εις υπηρεσίας λειτουργούσας επί 24ωρου βάσεως ή υπό μορφήν εργοστασίου ή εργοταξίου ή συνεργείου ή εις εργασίας υπαίθρου, ορίζεται εις τριάκοντα εννέα ώρας εβδομαδιαίως. 3. Εις τους προσλαμβανομένους εις θέσεις μερικής απασχολήσεως επιτρέπεται ή κατοχή και δευτέρας θέσεως. 4. Αι διατάξεις του Ν. 330/76 "περί επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων και διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής, ελευθερίας, ως αύται εκάστοτε τροποποιούμεναι ή συμπληρούμεναι ισχύουν εφαρμόζονται και επί του προσωπικού του παρόντος τμήματος.
'Αρθρον 267 Υπερωριακή απασχόλησις Η υπερωριακή απασχόλησις επιτρέπεται προς αντιμετώπισιν εκτάκτων και επειγόντων αναγκών, εφαρμοζομένων των εκάστοτε ισχουσών διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας.
'Αρθρον 268 Αποδοχαί 1. Αι αποδοχαί του προσωπικού του παρόντος τμήματος καθορίζονται κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 1198/1972. 2. Η αξίωσις προς λήψιν αποδοχών γεννάται από της αναλήψεως υπηρεσίας κατά τα προβλεπόμενα υπό της παραγράφου 3, του άρθρου 263 του παρόντος. 3. Αι αποδοχαί καταβάλλονται δεδουλευμέναι κατά τα δι' αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών, ειδικώτερον οριζόμενα. Διατάξεις προβλέπουσαι την καταβολήν αποδοχών ανά δεκαπενθήμερου και εις την αρχήν εκάστου δεκαπενθημέρου δεν θίγονται δια του παρόντος. 4. Οι ημερομίσθιοι, οι οποίοι δεν απασχολήθηκαν κατά τας εξαιρεσίμους ημέρας, εφ' όσον ή μη απασχόλησις δεν οφείλεται εις τούτους, λαμβάνουν δι' εκάστην εξαιρέσιμον ημέραν ποσόν ίσον πρός το ημερομίσθιων των, άνευ άλλης προσαυξήσεως. Το προηγούμενον άρθρον δεν εφαρμόζεται, εις τας περιπτώσεις των Κυριακών. 5. Η αξίωσις προς λήψιν αποδοχών παύει από της λύσεως της συμβάσεως εργασίας.
'Αρθρον 269 Κωλύμματα παροχής εργασίας 1. Αποδοχαί δεν οφείλονται εις τον προσληφθέντα δια μη παρασχεθείσαν υπηρεσίαν καθόλου ή εν μέρει έξ υπαιτιότητός του. 2. Ο προσληφθείς διατηρεί την αξίωσιν επί των αποδοχών εάν κωλύεται να εργασθή, ένεκα σπουδαίου λόγου, μη οφειλομένου εις υπαιτιότητα αυτού. 3. Ο χρόνος διά τον οποίον κατά την προηγουμένην παράγραφον διατηρείται ή επί των αποδοχών αξίωσις δεν δύναται να υπερβή, τον μήνα καθ' εκάστου ημερολογιακού έτους, εάν το κώλυμα επήλθεν εν τουλάχιστον έτος μετά την πρόσληψιν, το ήμισυ δέ μήνα εις πάσαν άλλην περίπτωσιν. 4. Ο χρόνος διαρκείας του κωλύματος υπολογίζεται είτε έφ' άπαξ, είτε κατά πλείονα, βραχυτέρας χρονικής διαρκείας, διαστήματα. 5. Οιονδήποτε ποσόν το οποίον ο προσληφθείς δικαιούται να λάβη διαρκούντος του κωλύμματος, λόγω υποχρεωτικής εκ του νόμου ασφαλίσεως, εκπίπτεται εκ των οφειλομένων αποδοχών. 6. Η κατά τας παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου αξίωσις υφίσταται και αν ακόμη η υπηρεσία κατήγγειλε την σύμβασιν εργασίας διαρκούντος του κωλύματος.
'Αρθρον 270 Αναγγελία κωλύμματος 1. Ο προσληφθείς υποχρεούται να αναγγείλη αμελλητί εις την υπηρεσίαν πάν κώλυμμα προς παροχήν εργασίας. 2. Εάν το κώλυμμα συνίσταται εις νόσον αυτού υποχρεούται να προσκομίση εις την υπηρεσίαν βεβαίωσιν εκδιδομένην παρ' ιατρού του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού κατά τας περί τούτου κειμένας διατάξεις, εις την οποίαν θα πιστοποιήται η ανικα νότης προς εργασίαν, ως και η πιθανή διάρκεια αυτής. 3. Η μη αναγγελία του κωλύματος προς παροχήν εργασίας εντός είκοσι τεσσάρων ωρών ως και ή μή προσκόμισις των δικαιολογητικών αποχής εκ της εργασίας άμα τη αναλήψει αυτής αποτελούν πειθαρχικά αδικήματα.
'Αρθρον 271 Διαδικασία περικοπής αποδοχών Οσάκις κατά τας διατάξεις του άρθρου 269 του παρόντος δεν οφείλονται αποδοχαί ή περικοπή αυτών ενεργείται δια πράξεως του εντεταλμένου την εκκαθάρισιν και πληρωμήν των δαπανών, είδοποιουμένου προς υπό του προισταμένου της υπηρεσίας, ανακοινούται δε επί αποδείξει εις τον ενδιαφερόμενον.
'Αρθρον 272 Κανονική άδεια Ο προσλαμβανόμενος δικαιούται καθ' έκαστον ημερολογιακόν έτος κανονικής αδείας απουσίας μετά πλήρων αποδοχών, εφ' όσον η σύμβασις η ή σχέσις εργασίας διήρκεσεν επί δώδεκα μήνας.
'Αρθρον 273 Διάρκεια κανονικής αδείας 1. Ο χρόνος της αδείας ορίζεται εις δέκα τρεις εργασίμους ημέρας, μετά δε την συμπλήρωσιν τριετίας εις είκοσιν έξ εργασίμους ημέρας. Επί πενθημέρου εργασίας τα ανωτέρω όρια ορίζονται εις είκοσι έξ εργασίμους ημέρας αντιστοίχως. 2. Αι διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικος περί κανονικών αδειών, συμπεριλαμβανομένων και των αδειών κυήσεως και τοκετού, ισχύουν και επί του προσωπικού του παρόντος τμήματος.
'Αρθρον 274 'Αδειαι ανευ αποδοχών Εις εξαιρετικάς περιπτώσεις και εφ' όσον αι ανάγκαι της υπηρεσίας επιτρέπουν, δύναται να χορηγήται εις το προσωπικόν του παρόντος τμήματος κατόπιν αιτήσεώς του άδεια άνευ αποδοχών μέχρι δέκα τριών εργασίμων ημερών καθ' εκαστον ημερολογιακόν έτος και επί πενθημέρου εργασίας ένδεκα εργασίμων ημερών. Διατάξεις προβλέπουσαι την χορήγησιν αδείας ανευ αποδοχών πέραν του δια του προηγουμένου εδαφίου οριζομένου αριθμού ημερών δεν θίγονται δια του παρόντος.
'Αρθρον 275 Εκπαιδευτική άδεια Εις το προσωπικόν του παρόντος τμήματος επιτρέπεται η χορήγησις εκπαιδευτικής αδείας, διαρκείας μέχρις ενός έτους. Διατάξεις προβλέπουσαι τήν χορήγησιν εκπαιδευτικής αδείας διαρκείας άνω του έτους δεν θίγονται δια του παρόντος. Η κατά τα προηγούμενα εδάφια εκπαιδευτική άδεια χορηγείται υπό τους όρους και περιορισμούς τους ισχύοντας εκάστοτε δια τους μονίμους διοικητικούς πολιτικούς υπαλλήλους.
'Αρθρον 276 Τοποθέτησις Η τοποθέτησις του προσωπικού εις τας προς πλήρωσιν κενάς οργανικάς θέσεις ενεργείται δι' αποφάσεως του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου.
'Αρθρον 277 Απόσπασις Απόσπασις του προσωπικού επιτρέπεται μόνον προς κάλυψιν εξαιρετικής υπηρεσιακής ανάγκης και εις αντίστοιχον ειδικότητα δι' εν το πολύ εξάμηνον, αποκλειομένης της επαναλήψεως προ της παρόδου ενός έτους. Η απόσπασις ενεργείται δι' ητιολογημένης αποφάσεως του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου.
'Αρθρον 278 Μετακίνησις Απλή μετακίνησις του προσωπικού εις θέσιν της αυτής υπηρεσίας ενεργείται δι' αποφάσεως του προισταμένου της αρχής.
'Αρθρον 279 Μετάταξις 1. Επιτρέπεται η μετάταξις τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού εις ειδικότητα τινα της αυτής ή ετέρας υπηρεσίας του ιδίου ΟΤΑ, εφ' όσον ο μετατασσόμενος έχη τα ειδικά προσόντα δια την κατάληψιν της θέσεως εις την οποίαν μετατάσσεται. 2. Η μετάταξις ενεργείται δι' αποφάσεως του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 3. Επίσης επιτρέπεται μετάταξις υπό τους ίδίους όρους τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού δήμου ή κοινότητος εις συνιστώμενα υπ' αυτών νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τανάπαλιν ως και μεταξύ νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου του αυτού δήμου ή κοινότητος. Η μετάταξις αυτή ενεργείται δι' αποφάσεως του οικείου νομάρχου μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου της ειδικότητος εις ήν μετατάσσεται.
'Αρθρον 280 Ατομικοί φάκελλοι - 'Εκθέσεις 1. Δι' έκαστον προσλαμβανόμενον τηρείται ίδιος φάκελλος περιλαμβάνων πάντα τ' αναγκαία στοιχεία τα αφορώντα εις την εν γένει υπηρεσιακήν κατάστασιν αυτού και τας εκθέσεις ουσιαστικών προσόντων. 2. Δι' αποφάσεως των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Εσωτερικών καθορίζεται το περιεχόμενον των ατομικών φακέλλων και τα της τηρήσεως αυτών, ως και ο τύπος και το περιεχόμενον των εκθέσεων ουσιαστικών προσόντων και oι αρμόδιοι προς σύνταξιν αυτών.
'Αρθρον 281 Υπηρεσιακά συμβούλια 1. 'Οπου κατά τας διατάξεις του παρόντος τμήματος προβλέπεται κρίσις συμβουλίων, αρμόδια είναι τα υπηρεσιακά συμβούλια του μονίμου προσωπικού των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. 2. Αρμόδια δια την κρίσιν του προσωπικού του μεν κεκτημένον πτυχίου ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος ή ανωτέρας σχολής είναι τα έχοντα αρμοδιότητα δια την κρίσιν των μονίμων ανωτέρων υπαλλήλων των ΟΤΑ, του δε λοιπού προσωπικού τα έχοντα αρμοδιότητα δια την κρίσιν των μονίμων κατωτέρων υπαλλήλων των ΟΤΑ. Εις όσας υπηρεσίας δεν υφίσταται ή κατά το προηγούμενον εδάφιον διάκρισις των υπηρεσιακών συμβουλίων, αρμόδιον είναι το υφιστάμενον συμβούλιον. 3. Κατ' εξαίρεσιν των προηγουμένων παραγράφων χρέη υπηρεσιακών συμβουλίων, ασκούν προκειμένου περί βοηθητικού μόνον προσωπικού, των δήμων, αι δημαρχιακαί επιτροπαί, των κοινοτήτων τα κοινοτικά συμβούλια, των νομικών προσώπων και ιδρυμάτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως τα οικεία διοικητικά συμβούλια και των συνδέσμων ή εκτελεστική επιτροπή.
'Αρθρον 282 'Εννοια πειθαρχικού αδικήματος 1. Πάσα δι' υπαιτίου πράξεως ή παραλείψεως παράβασις των καθηκόντων του προσληφθέντος δυναμένη να καταλογισθή αποτελεί πειθαρχικόν αδίκημα. 2. Το κατά την έννοιαν της προηγουμένης παραγράφοι καθήκον προσδιορίζεται τόσον εκ των αφορωσών εις την υπηρεσίαν του προσλαμβανομένου διατάξεων, εγκυκλίων, οδηγιών και διαταγών, όσον και εκ της εντός και εκτός υπηρεσίας, ως εκ της θέσεως του προσλαμβανομένου τηρητέας υπό τούτον διαγωγής.
'Αρθρον 283 Πειθαρχικά αδικήματα 1. Μεταξύ των πειθαρχικών αδικημάτων καταλέγονται ιδίως: α. η έλλειψις πίστεως και αφοσιώσεως προς την Πατρίδα και τα Εθνικά ιδεώδη, ως και τη επιδίωξις δι' έργων ή λόγων της δια βιαίων μέσων ανατροπής του υφισταμένου πολιτειακού ή κοινωνικού καθεστώτος, β. η επί χρήμασι χαρτοπαιξία και ιδίως εις δημόσιον κέντρον, γ. η σύναψις στενών κοινωνικών σχέσεων μετά προσώπων, των οποίων ουσιώδη συμφέροντα εξαρτώνται εκ του τρόπου της ασκήσεως της ανατιθεμένης εις τον προσλαμβανόμενον υπηρεσίας, δ. αι οιασδήποτε μορφής εκδηλώσεις υπέρ πολιτικών κομμάτων, ε. η δημοσία, προφορικώς ή εγγράφως, άσκησις κριτικής των πράξεων της προισταμένης αρχής δι' εκφράσεων, αι οποίαι αποδεικνύουν έλλειψιν σεβασμού ή δια σκοπίμου χρήσεως αβασίμων επιχειρημάτων, στ. η αποσιώπησις συμμετοχής εις έργα έπ' αμοιβή, ξένα προς την υπηρεσίαν και εις τας περιπτώσεις ακόμη εκείνας εις τας οποίας επιτρέπεται η συμμετοχή αύτη, ζ. η χρησιμοποίησις τρίτων προσώπων προς απόκτησιν υπηρεσιακής ευνοίας ή πρόκλησιν ή ματαίωσιν διαταγής της υπηρεσίας, η. η άμεσος ή διά μέσου τρίτου προσώπου συμμετοχή εις δημοπρασίαν, της επί της οποίας επιτροπής αποτελεί μέλος ο απασχολούμενος ή η αρχή εις την οποίαν ανήκει ούτος, θ. η εν υπηρεσία ή εκτός αυτής αναξιοπρεπής διαγωγή, ι. η βραδεία εις την υπηρεσίαν προσέλευσις ή η πρόωρος εξ αυτής αποχώρησις, ια. η ραθυμία, η αμέλεια, ως και η ατελής ή μη έγκαιροι εκπλήρωσις του καθήκοντος, ιβ. ή μη προσήκουσα συμπεριφορά προς τους πολίτας, τους προισταμένους και λοιπούς υπαλλήλους, ιγ. η αναρμοδία παρέμβασις υπέρ ή κατά τρίτου τινός, ιδ. η αδικαιολόγητος προτίμησις υποθέσεων νεωτέρων επί παραμελήσει παλαιοτέρων, ιε. η αδικαιολόγητος αποχή από της εκτελέσεως των καθηκόντων, ιστ. η άρνησις ή παρέλκυσις εκτελέσεως υπηρεσίας, ιζ. η παράβασις της εκ της υπηρεσίας επιβαλλομένης εχεμυθείας, ιη. η χρησιμοποίησις της θέσεώς του προς εξυπηρέτησιν ιδιωτικών συμφερόντων αυτού ή προσκειμένων εις αυτόν προσώπων. ιθ. η χρησιμοποίησις πληροφοριών τας οποίας κατέχει ως εκ της υπηρεσίας του, προς αποκόμισιν ιδίου οφέλους, κ. η αποδοχή οιασδήποτε υλικής ευνοίας, η οποία δεν συνιστά δωροληψίαν, αλλά προέρχεται από πρόσωπα των οποίων τας υποθέσεις διαχειρίζεται ή πρόκειται να διαχειρισθή κα) η λόγω ασυνήθους χρήσεως φθορά ή εγκατάλειψις ή παράνομος χρήσις πράγματος ανήκοντος εις την υπηρεσίαν, κβ. πάσα εκ δόλου ή βαρείας αμελείας πράξις ή παράλειψις, η οποία, αν και είναι κατά τύποις νόμιμος, δύναται οπωσδήποτε να βλάψη ή νά θέση εις κίνδυνον τα συμφέροντα της πολιτείας. 2. Διατάξεις ορίζουσαι ειδικά πειθαρχικά αδικήματα διατηρούνται εν ισχύι.
'Αρθρον 284 Πειθαρχικαί ποιναί 1. Πειθαρχικαί ποιναί είναι: α. έγγραφος επίπληξις. β. πρόστιμον μέχρις, αποδοχών ενός μηνός. 2. Το πρόστιμον αποτελεί έσοδον του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως. 3. Πειθαρχική ποινή επιβάλλεται εφ' όσον δεν δικαιολογείται καταγγελία της συμβάσεως εργασίας δια σπουδαίον λόγον.
'Αρθρον 285 Πειθαρχικαί δικαιοδοσίαι Πειθαρχικήν δικαιοδοσίαν άσκούν α. οι πειθαρχικώς προιστάμενοι και β. τα πειθαρχικά συμβούλια.
'Αρθρον 286 Πειθαρχικώς προιστάμενοι Πειθαρχικώς προιστάμενοι είναι: Ο δήμαρχος, ο πρόεδρος κοινότητος και αδελφάτου ως και ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου δημοτικού ή κοινοτικού νομικού προσώπου και συνδέσμου, επί των εις αυτούς υπαγομένων. Επίσης ο γενικός διευθυντής, αναπληρωτής γενικός διευθυντής, και ο προιστάμενος διευθύνσεως ή αυτοτελούς τμήματος ή υπηρεσίας ΟΤΑ, επί βαθμώ 5ω τουλάχιστον, επί των εις αυτούς υπαγομένων.
'Αρθρον 287 Αρμοδιότης πειθαρχικώς προισταμένων 1. Την ποινήν της επιπλήξεως δύναται να επιβάλλουν πάντες οι πειθαρχικώς προιστάμενοι. Την ποινήν του προστίμου μέχρις αποδοχών ενός μηνός δύναται να επιβάλλουν ο δήμαρχος, ο πρόεδρος της κοινότητος, ο πρόεδρος του αδελφάτου δημοτικού ή κοινοτικού ιδρύματος, ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του δημοτικού ή κοινοτικού νομικού προσώπου και ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του συνδέσμου. Την ποινήν του προστίμου μέχρις αποδοχών δέκα πέντε ημερών δύνανται να επιβάλλουν, ο γενικός διευθυντής, ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής, ο διευθυντής υπηρεσίας και ο προιστάμενος αυτοτελούς τμήματος. 2. Μεταξύ πλειόνων αρμοδίως επιληφθέντων πειθαρχικώς προισταμένων, προτιμάται ο πρότερον καλέσας εις απολογίαν.
'Αρθρον 288 Πειθαρχικά συμβούλια Αρμόδια προς εκδίκασιν εφέσεων ασκουμένων υπό του προσωπικού του παρόντος τμήματος είναι τα κατά το άρθρον 281 υπηρεσιακά συμβούλια κατά τα εις αυτό διακρίσεις.
'Αρθρον 289 Εφέσεις 1. Αι πειθαρχικαί αποφάσεις των μονομελών πειθαρχικών οργάνων, υπόκεινται εις έφεσιν. 2. Η έφεσις ασκείται μόνον υπό του τιμωρηθέντος εντός προθεσμίας πέντε ημερών από της κοινοποιήσεως της πειθαρχικής αποφάσεως. Η έφεσις και προς άσκησιν αυτής προθεσμία αναστέλλουν την εκτέλεσιν της αποφάσεως. 3. Αρμόδια προς εκδίκασιν της εφέσεως είναι τα εις τό άρθρον 288 πειθαρχικά συμβούλια.
'Αρθρον 290 Λοιπαί πειθαρχικαί διατάξεις Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως, έφ' όσον συμβιβάζονται προς την ρύθμισιν του παρόντος τμήματος αι διατάξεις του Προεδρικού Διατάγματος 760/1976 "περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των ισχυουσών διατάξεων του πειθαρχικού δικαίου των υπαλλήλων του Δημοσίου και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου εξαιρέσει των άρθρων αυτού 3 παρ. 1, 3 και 4, 7 παρ. 1, 12, 13, 14, 16, 17 παρ. 1, 2 και 5, 18, 20 παρ. 3, 39, 40, 43, 45 στοιχ. ε' και 46 έως 48.
'Αρθρον 291 Περιπττώσεις λύσεως της συμβάσεως εργασίας Η σύμβασις εργασίας λύεται: α. δια του θανάτου του προσληφθέντος, β. δια της εκπτώσεως, γ. δια της απολύσεως και δ. δια της καταγγελίας.
'Αρθρον 292 'Εκπτωσις 1. Ο προσληφθείς εκπίπτει αυτοδικαίως της υπηρεσίας, εάν απώλεσε την Ελληνικήν Ιθαγένειαν, ή εάν κατεδικάσθη δι' αμετακλήτου αποφάσεως: α. εις ποινήν τουλάχιστον προσκαίρου καθείρξεως β. εις στέρησιν των πολιτικών δικαιωμάτων, γ. δια πλημμέλημα εκ των αναφερομένων εις το άρθρον 18 του υπαλληλικού κώδικος (Ν. 1811/1951) και δ. δι' ανυποταξίαν ή λιποταξίαν. Η έκπτωσις άρχεται και αν η ποινή ανεστάλη υπό όρον. 2. Περί της λύσεως της συμβάσεως εργασίας συνεπεία εκπτώσεως, εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου. 3. Αι διατάξεις του άρθρου 178 (Ν. 1811/51) του Υπαλληλικού Κώδικος εφαρμόζονται και εν προκειμένω.
'Αρθρο 293 Απόλυσις Oι προσλαμβανόμενοι κατά τας διατάξεις του παρόντος τμήματος απολύονται: α. ένεκα συμπληρώσεως του υπό του επομένου άρθρου οριζομένου ορίου ηλικίας, β. δι' υπηρεσιακήν ανεπάρκειαν, γ. δι' ανικανότητα σωματικήν ή πνευματικήν και δ. λόγω καταργήσεως θέσεως.
'Αρθρον 294 Απόλυσις λόγω ορίου ηλικίας 1. Το προσωπικόν του παρόντος τμήματος εκτός άν άλλως ο νόμος ορίζει, απολύεται αυτοδικαίως της υπηρεσίας άμα τή, συμπληρώσει του 65ου έτους της ηλικίας του. Δια την εφαρμογήν της διατάξεως του προηγουμένου εδαφίου ως ημέρα γεννήσεως λαμβάνεται πάντοτε η 31 Δεκεμβρίου του έτους γεννήσεως. 2. Κατ' εξαίρεσιν της παραγράφου 1 το προσωπικόν το οποίον δεν αποκτά δικαίωμα συντάξεως διατηρείται εν υπηρεσία μέχρι συμπληρώσεως τοιούτου δικαιώματος και πάντως ουχί πέραν του 70ου έτους της ηλικίας του. Δια την κατά το προηγούμενον εδά φιον διατήρησιν του προσωπικού εκδίδεται πράξις του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου. 3. Η διάταξις της προηγουμένης παραγράφου δεν έχει εφαρμογήν προκειμένου περί των εχόντων την: την ιδιότητα του συνταξιούχου, εξ ιδίας υπηρεσίας, του Δημοσίου ή οργανισμού κοινωνικής ασφαλίσεως. 4. Περί της κατά το παρόν άρθρον λύσεως της εργατικής σχέσεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου.
'Αρθρον 295 Απόλυσις δι' υπηρεσιακήν ανεπάρκειαν 1. Η ένεκα υπηρεσιακής ανεπαρκείας απόλυσις αποφασίζεται ητιολογημένως υπό του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου μετά προηγουμένην κλήσιν του απασχολουμένου όπως παράσχη εγγράφως ή προφορικώς τας αναγκαίας διασαφήσεις. 2. Η λύσις της συμβάσεως εργασίας επέρχεται από της κοινοποιήσεως εις τον ενδιαφερόμενον της αποφάσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου.
'Αρθρον 296 Απόλυσις δια σωματικήν ή πνευματικήν ανικανότητα 1. Η ένεκεν σωματικής ή πνευματικής ανικανότητος απόλυσις αποφασίζεται υπό του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου μετά προηγουμένην διαπίστωσιν αυτής υπό του πρωτοβαθμίου υγειονομικής επιτροπής εις την οποίαν παραπέμπεται ο απασχολούμενος υπό της υπηρεσίας του ή τη αιτήσει ή εν περιπτώσει ασκήσεως εφέσεως κατ' αυτής, υπό του υπαλλήλου ή της υπηρεσίας του, υπό της δευτεροβαθμίου υγειονομικής επιτροπής του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού. 2. Η ενώπιον της δευτεροβαθμίου υγειονομικής επιτροπής έφεσις ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δέκα πέντε ημερών από της κοινοποιήσεως εις τον υπάλληλον της πράξεως διαπιστώσεως της πρωτοβαθμίου υγειονομικής επιτροπής. 3. Η λύσις της συμβάσεως εργασίας επέρχεται από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου.
'Αρθρο 297 Απόλυσις λόγω καταργήσεως θέσεως 1. Η σύμβασις εργασίας λύεται αυτοδικαίως δια της καταργήσεως της θέσεως του απασχολουμένου. Εάν εντός έτους από της τοιαύτης απολύσεως συσταθή εκ νέου ή καταργηθείσα θέσις, ο απολυθείς προτιμάται δια την κατάληψιν αυτής. 2. Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν αι καταργούμεναι θέσεις δεν εξειδικεύονται ή εκ του συνόλου των θέσεων ειδικότητος τινος ωρισμέναι μόνον καταργούνται το οικείον υπηρεσιακόν συμβούλιον μετ' εισήγησιν της αρμοδίας υπηρεσίας αποφαίνεται ητιολογημένως περί ποίων εκ των απασχολουμένων λύεται η σύμβασις εργασίας. Εις την περίπτωσιν αυτήν η λύσις της συμβάσεως εργασίας επέρχεται από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου. 3. Κατά τας περιπτώσεις της προηγουμένης παραγράφου αφού η αρμοδία υπηρεσία υποχρεούται να εισαγάγη την υπόθεσιν εις το οικείον υπηρεσιακόν συμβούλιον το βραδύτερον εντός δέκα πέντε (15) ημερών από της καταργήσεως των θέσεων, το δε συμβούλιον να αποφασίση εντός δέκα πέντε (15) ημερών από της εις αυτό περιελεύσεως της υποθέσεως.
'Αρθρον 298 Καταγγελία της συμβάσεως εργασίας υπό της υπηρεσίας 1. Η σύμβασις εργασίας δύναται να καταγγελθή υπό της υπηρεσίας οποτεδήποτε δια σπουδαίον λόγον. Σπουδαίον λόγον συνιστά ιδίως: α. η παράβασις του άρθρου 283 παρ. 1 περ. α' β. η παράβασις καθήκοντος κατά τον Ποινικόν Κώδικα ή άλλον ειδικόν ποινικόν νόμον, γ. η αδικαιολόγητος αποχή από της εκτελέσεως των καθηκόντων επί δέκα πέντε τουλάχιστον κατά συνέχειαν ημέρας, δ. η παραβίασις απορρήτων της υπηρεσίας, ε. η διάπραξις εντός έτους, αφ' ής ετελέσθη αδίκημα τιμωρηθέν τουλάχιστον δια προστίμου ίσου προς τας αποδοχάς ενός μηνός ετέρου αδικήματος δυναμένου να επισύρη την αυτήν ποινήν, στ. η εκ συστήματος ανάρμοστος συμπεριφορά κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων, ζ. η σοβαρά απείθεια εις τας νομίμους εντολάς των προισταμένων. 2. Η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου γίνεται δι' αποφάσεως του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου μετά σύμφωνον ητιολογημένην γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου, η δε λύσις της συμβάσεως εργασίας επέρχεται από της ανακοινώσεως της αποφάσεως εις τον απασχολούμενον.
'Αρθρον 299 Καταγγελία της συμβάσεως εργασίας υπό του απασχολουμένου 1. Ο απασχολούμενος δικαιούται να καταγγέλλη την σύμβασιν εργασίας κατά πάντα χρόνον. 2. Η καταγγελία γίνεται δι' εγγράφου δηλώσεώς του υποβαλλομένης εις την υπηρεσίαν. 3. Ο καταγγέλλων υποχρεούται να παρέχη τας υπηρεσίας του επί δέκα πέντε ημέρας από της υποβολής του κατά την προηγουμένην παράγραφον εγγράφου εκτός αν η υπηρεσία ήθελεν απαλλάξει αυτόν έν όλω ή εν μέρει της υποχρεώσεως ταύτης.
'Αρθρον 300 Αποζημίωσις 1. Επιφυλασσομένων των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου η αποζημίωσις λόγω απολύσεως ή καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας υπό της υπηρεσίας καθορίζεται, ως ακολούθως: α. δια το προσωπικόν το οποίον έχει συνεχή υπηρεσίαν από ενός έτους μέχρι τριών ετών αι αποδοχαί ενός μηνός, άνω των τριών ετών και μέχρι εξ ετών, αι αποδοχαί δύο μηνών, άνω των έξ και μέχρις οκτώ ετών, αι αποδοχαί τριών μηνών και άνω των οκτώ και μέχρι δέκα ετών αι αποδοχαί τεσσάρων μηνών. β. η αποζημίωσις της ανωτέρω περιπτώσεως προσαυξάνεται κατά το ποσόν των αποδοχών ενός μηνός δι' έκαστον συμπεπληρωμένον έτος υπηρεσίας πέραν των δέκα και μέχρις τριάκοντα ετών. 2. Ο υπολογισμός της αποζημιώσεως γίνεται βάσει των τακτικών αποδοχών του τελευταίου μηνός υπό καθεστώς πλήρους απασχολήσεως. Κατά τον υπολογισμόν της αποζημιώσεως αι μηνιαίαι αποδοχαί δεν λαμβάνονται υπ' όψιν κατά το ποσόν το οποίον υπερβαίνουν το δεκαπλάσιον του ημερομισθίου ανειδικεύτου εργάτου, πολλαπλασιαζόμενον επί τον αριθμόν τριάκοντα. 3. Το προσωπικόν του παρόντος τμήματος συμπληρούν τας προς λήψιν πλήρους συντάξεως γήρατος προϋποθέσεις, δύναται να αποχωρή, εκ της υπηρεσίας λαμβάνον το μεν επικουρικώς ησφαλισμένον το 40% το δε μη ησφαλισμένον επικουρικώς το 50% της υπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου οριζομένης αποζημιώσεως. Εις το προσωπικόν τούτο απολυόμενον κατά τας διατάξεις των άρθρων 293, 294, 295, 296 και 297 του παρόντος κώδικος, εφ' όσον κατά τον χρόνον της απολύσεως δικαιούται συντάξεως υπό ΟΤΑ εξ ιδίας υπηρεσίας, καταβάλλεται αποζημίωση ίση προς το ήμισυ της υπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου οριζομένης εξαιρέσει των περιπτώσεων α, β, και γ, της παραγράφου 1 του άρθρου 298 δι' άς ουδεμία αποζημίωσις οφείλε ται. Της αυτής αποζημιώσεως και υπό τας αυτάς πρoυποθέσεις δικαιούται και το κατά το άρθρον 265 απολυόμενον προσωπικόν. 4. Εάν η αορίστου χρόνου σύμβασις εργασίας διήρκησεν υπέρ το εν έτος και λυθή δια θανάτου του προσληφθέντος καταβάλλεται εις τους κατά τας διατάξεις του Αστικού Κώδικος αναγκαίους κληρονόμους τούτου, εξαιρέσει των ενηλίκων τέκνων, το ήμισυ της ως άνω οριζομένης αποζημιώσεως. Της αποζημιώσεως ταύτης δικαιούνται και τα ενήλικα τέκνα εφ' όσον φοιτούν εις δημοσίαν ή ανεγνωρισμένην σχολήν ή ανώτατον εκπαιδευτικήν ίδρυμα και δεν έχουν υπερβή το 25ο έτος της ηλικίας των. Τα θήλεα τέκνα δικαιούνται της κατά τα άνω αποζημιώσεως ανεξαρτήτως ηλικίας εφ' όσον είναι άγαμα και δεν εργάζονται. 5. Οι παράγραφοι 1 - 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και επί σχέσεως εργασίας. 6. Αι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων έχουν ανάλογον εφαρμογήν και επί των κατά την δημοσίευσιν του παρόντος υπηρετούντων μισθωτών επί σχέσει εργασίας αορίστου χρόνου, οι οποίοι δεν ανήκουν εις το ειδικόν επιστημονικόν, τεχνικόν ή βοηθητικόν προσωπικόν, περί του οποίου το άρθρον 258 του παρόντος.
ΤΜΗΜΑ Δ' ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΠΡΟΣ ΚΑΛΥΨΙΝ ΕΠΟΧΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΑΙΡΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ 'Αρθρον 301 Πρόσληψις 1. Επιτρέπεται η πρόσληψις προσωπικού οιασδήποτε ειδικότητος δια συμβάσεως εργασίας ορισμένου χρόνου υπό των ΟΤΑ: α. δια την αντιμετώπισιν κατεπειγουσών υπηρεσιακών, εμφανιζομένων εν περιπτώσει κενώσεως θέσεων και μέχρι πληρώσεως αυτών και εφ' όσον εκινήθη η νόμιμος διαδικασία πληρώσεως, β. δια την αντιμετώπισιν κατεπειγουσών υπηρεσιακών αναγκών, εμφανιζομένων εν περιπτώσει απουσείας τακτικού υπαλλήλου λόγω αναρρωτικής αδείας ή τοιαύτης κυήσεως και τοκετού, αργίας ή διαθεσιμότητος ή κανονικής αδείας μοναδικού υπαλλήλου και επί χρονικόν διάστημα διαρκείας του κωλύματος, γ. δια την αντιμετώπισιν εκτάκτων ή κατεπειγουσών αναγκών, υδρεύσεως, καθαριότητος, κινήσεως, ηλεκτροφωτισμού, κέντρων παιδικής χαράς, παιδικών κατασκηνώσεων, λουτρικών εγκαταστάσεων, κολυμβητηρίων, γυμναστηρίων, τοπικών εορτών, καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και εμποροπανηγύσεων, επί χρονικόν διάστημα κατ' ανώτατον όριον πέντε μηνών κατ' έτος, 2. Αι διατάξεις των περιπτώσεων α και β της παραγράφου 1 δεν έχουν εφαρμογήν επί δήμων πληθυσμού άνω των 10.000 κατοίκων. (ΤΑ ΑΡΘΡΑ 250 - 301 ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟ Π.Δ. 410/88, ΦΕΚ-191 Α').
'Αρθρον 302 Διαδικασία προσλήψεως 1. Δι' αποφάσεως του συμβουλίου του οικείου οργανισμού ορίζονται, κατά περίπτωσιν: α. η συγκεκριμένη υπηρεσία ή εργασία δια την διεξαγωγήν της οποίας επιβάλλεται η πρόσληψις, β. ο απαιτούμενος προς τούτο αριθμός των προσλαμβανομένων κατά ειδικότητα, γ. τα προσόντα άτινα δέον να κέκτηνται οι προσλαμβανόμενοι, δ. την χρονικήν διάρκειαν της προσλήψεως εντός των ορίων του προηγουμένου άρθρου, ε. τον κωδικόν αριθμόν του προυπολογισμού τον οποίον θά βαρύνη η δαπάνη αμοιβής των προσλαμβανομένων, 2. Η πρόσληψις ενεργείται δι' αποφάσεως του αρμοδίου δια διορισμόν του μονίμου προσωπικού οργάνου. Η απόφασις προσλήψεως ορίζει το ονοματεπώνυμον του προσλαμβανομένου το είδος της εργασίας, τον χρόνον διαρκείας της συμβάσεως εργασίας του κατά το άρθρον 301 του παρόντος τμήματος ανωτάτου ορίου και την απόφασιν του συμβουλίου περί ής η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου. 3. Η σύμβασις εργασίας λογίζεται ότι κατηρτίσθη δια της αναλήψεως υπηρεσίας, βεβαιουμένης προσηκόντως παρά της υπηρεσίας. 4. Η απασχόλησις του προσλαμβανομένου προσωπικού εις έργα άσχετα προς εκείνα δια τα οποία πρεσελήφθη απαγορεύεται. (ΤΑ ΑΡΘΡΑ 303-309 ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟ Π.Δ.410/88,ΦΕΚ-191 Α').
'Αρθρον 303 Χρόνος εργασίας 1. Αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις, περί του χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας των δημοσίων πολιτικών διοικητικών υπαλλήλων, εφαρμόζονται και επί του προσλαμβανομένου κατά τας διατάξεις του παρόντος τμήματος προσωπικού. Κατ' εξαίρεσιν, επί του προσωπικού τοιούτου του απασχολουμένου εις υπηρεσίας λειτουργούσας επί 24ώρου βάσεως ή υπό την μορφήν εργοστασίου ή εργοταξίου ή συνεργείου ή εις εργασίας υπαίθρου, ο χρόνος εργασίας ορίζεται εις τριάκοντα εννέα (39) ώρας εβδομαδιαίως. Ο προσλαμβανόμενος εις αναπλήρωσιν υπηρετούντος προσωπικού ακολουθεί τον χρόνον εργασίας αυτού. Αι ήται ενάρξεως και λήξεως της εργασίας συνεχούς ή διακεκομμένης ορίζονται αναλόγως των συνθηκών και του τόπου απασχολήσεως υπό του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου. 2. Δι' εργασίαν κατά Κυριακάς ή νόμω εξαιρεσίμους ημέρας, ως και δι' εργασίαν κατά την νύκτα καταβάλλονται αι υπό της κειμένης εργατικής νομοθεσίας προβλεπόμεναι προσαυξήσεις. Ως εξαιρέσιμοι ημέραι νοούνται αι οριζόμεναι υπό της εργατικής νομοθεσίας. 3. Υπερωριακή απασχόλησις επιτρέπεται εφαρμοζομένων των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας.
'Αρθρον 304 Αποδοχαί Αι αποδοχαί του προσωπικού του παρόντος τμήματος καθορίζονται κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 1198/1972.
'Αρθρον 305 Λύσις της συμβάσεως 1. Η σύμβασις εργασίας λύεται αυτοδικαίως ευθύς ως λήξη ο χρόνος διαρκείας της. 2. Διαρκούσης της απασχολήσεως επιτρέπεται η καταγγελία της συμβάσεως δια σπουδαίον λόγον. Αδικαιολόγητος αποχή εκ της εργασίας επί τρείς τουλάχιστον συνεχείς ημέρας λογίζεται ως καταγγελία της συμβάσεως εργασίας εκ μέρους του προσλαμβανομένου. 3. Το προσωπικόν του οποίου η σύμβασις εργασίας λύεται κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου ουδεμιάς αποζημιώσεως δικαιούται εκ της αιτίας ταύτης.
'Αρθρον 306 Τοποθέτησις - Μετακίνησις Αι διατάξεις των άρθρων 276 και 279 του παρόντος κώδικος εφαρμόζονται και επί του προσωπικού του προσλαμβανομένου προς κάλυψιν των αναγκών του παρόντος τμήματος.
'Αρθρον 307 Μη δημοσίευσις εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αποφάσεων 'Οπου εις το παρόν κεφάλαιον προβλέπεται έκδοσις αποφάσεων ή πράξεων προσλήψεως, ανακλήσεως προσλήψεως, υπερωριακής απασχολήσεως, λύσεως συμβάσεως εργασίας, μετατάξεως κλπ., δεν δημοσιεύονται δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
'Αρθρον 308 Κωλύμματα διορισμού λόγω συγγενείας 1. Εις δήμους ή κοινότητας πληθυσμού άνω των δύο χιλιάδων δεν δύναται να διορισθή, ή προσληφθή, υπάλληλος εκ των εις το παρόν κεφάλαιον υπαγομένων, εάν είναι συγγενής εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τρίτου βαθμού συμπεριλαμβανομένου, προς τον δήμαρχον ή πρόεδρον κοινότητος ή μέλος αδελφάτου ιδρύματος ή πρόεδρον ή μέλος διοικητικού συμβουλίου συνδέσμου δήμων ή κοινοτήτων ή δήμων και κοινοτήτων και δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων. 2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου δεν έχουν εφαρμογήν προκειμένου περί τεχνικών και γεωπόνων.
'Αρθρον 309 Κυρώσεις κατά παραβατών διατάξεων 1. Δήμαρχοι, πρόεδροι κοινοτήτων, πρόεδροι άδελφάτων, δημοτικών ή κοινοτικών ιδρυμάτων, πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων δημοτικών ή κοινοτικών νομικών προσώπων ή συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, προσλαμβάνοντες ή διατηρούντες εν τή υπηρεσία ή προβαίνοντες εις απόστασιν ή τοποθέτησιν προσωπικού του παρόντος κεφαλαίου, δια τας ανάγκας υπηρεσιών εξυπηρετουμένων υπό μονίμου προσωπικού, παρά τας διατάξεις αυτού τιμωρούνται με φυλάκισιν μέχρις εξ μηνών και χρηματικήν ποινήν ίσην προς τας καταβληθείσας εις τον απασχοληθέντα παρανόμως πάσης φύσεως αποδοχάς, εάν κατ' άλλας διατάξεις δεν τιμωρούνται με μεγαλυτέραν ποινήν. 2. Με τας αυτάς ως άνω ποινάς τιμωρούνται και οι υπάλληλοι των οικείων υπηρεσιών υπογράφοντες ή θεωρούντες χρηματικά εντάλματα ή καταστάσεις πληρωμής μισθών, αποζημιώσεων ή ήμερομισθίων εις τους ως άνω προσλαμβανομένους ή διατηρουμένους εν τη υπηρεσία υπαλλήλους ή εργάτας.
ΜΕΡΟΣ Δ' ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α' ΤΕΛΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 'Αρθρον 310 Παραπομπαί 'Οπου εις το πρώτον και δεύτερον μέρος του παρόντος κώδικος γίνεται παραπομπή εις τον Υπαλληλικόν Κώδικα νοείται και ως παραπομπή α. εις τας διατάξεις τας εμμέσως συμπληρούσας ή τροποποιούσας εκάστοτε αυτόν και β. εις τα εις εκτέλεσιν αυτού διατάγματα και αποφάσεις.
'Αρθρον 311 Αποδείξις ηλικίας 1. Η ηλικία αποδεικνύεται εκ της εντός ενενήκοντα ημερών από της γεννήσεως συντεταγμένης ληξιαρχικής πράξεως και εν ελλείψει τοιαύτης, προκειμένου μεν περί αρρένων εκ του μητρώου αρρένων, προκειμένου δε περί θηλέων εκ του γενικού μητρώου δημοτών. Ληξιαρχικαί πράξεις γεννήσεως (νοφούς) υπαλλήλων οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως γεννηθέντων εν νέαις χώραις υπό τουρκικόν καθεστώς αποδεικνύουν την ηλικία των υπαλλήλων τούτων δια την εφαρμογήν του παρόντος κώδικος εφ' όσον αύται εξεδόθησαν κατά τας διατυπώσεις του Οθωμανικού νόμου, υπάρχουν δε ή ήθελον εκδοθή προ του κύρους τούτων, γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. 2. Επί πλειόνων εν τοις μητρώοις αρρένων και δημοτολογίοις εγγράφων επικρατεί η πρώτη. 3. Δικαστικαί αποφάσεις βεβαιούσαι την ηλικίαν ή διορθούσαι την εγγραφήν αυτής ή διοικητικαί πράξεις διορθούσαι την εγγραφήν ουδέποτε λαμβάνονται υπ' αριθμόν.
'Αρθρον 312 Σύστασις λογαριασμού πληρωμής αποδοχών κοινοτικών υπαλλήλων 1. Παρά τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων συνιστάται ίδιος χρηματικός λογαριασμός υπό τον τίτλον "πληρωμαί αποδοχών κοινοτικών υπαλλήλω" παρά του οποίου καταβάλλονται αι αποδοχαί των τακτικών υπαλλήλων των κοινοτήτων. 2. Εις πίστωσιν του κατά την παράγραφον 1 λογαριασμού κατατίθενται: α. τα υποχρεωτικώς εις τους εγκεκριμένους προυπολογισμούς των κοινοτήτων των οποίων το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος, δια την πληρωμήν των αποδοχών των τακτικών υπαλλήλων αυτών, αναγραφόμενα χρηματικά ποσά. β. Χρηματικό ποσό που να καλύπτει το 35% της ετήσιας συνολικής δαπάνης για την πληρωμή των αποδοχών των τακτικών υπαλλήλων των κοινοτήτων, το προσωπικό των οποίων υπάγεται στις διατάξεις του δεύτερου μέρους του Ν. 1188/1981 εγγράφεται υποχρεωτικά κατ' έτος στον προυπολογισμό των παραπάνω κοινοτήτων. Το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξομειώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. (αντικ. από την παρ. 1 Ν. 1832/1989 ΦΕΚ Α' 54). γ. το υπό του άρθρου 313 του παρόντος προβλεπόμενον χρηματικού ποσού, δ. το προιόν υποχρεωτικής εισφοράς εν επί τοις εκατόν (1%), επιβαλλομένης επί των υπό των κοινοτήτων κατά το προηγούμενον έτος πραγματοποιουμένων τακτικών εσόδων των οποίων το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του δευτέρου μέρους κατά τα δι' αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών κατ' έτος εκδιδομένης οριζόμενα. 3. Το μέχρι 31-12-1987 χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού για την πληρωμή αποδοχών κοινοτικών υπαλλήλων (Π.Α.Κ.Υ.) που τηρείται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κεφαλοποιείται και η εξόφληση του χρέους γίνεται ως εξής: Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων παρακρατεί α) ποσοστό 20% από το τμήμα καθαρών κερδών του, το οποίο οφείλει να αποδώσει στο Δημόσιο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και β) ποσοστό 15% από τους τόκους των κατά το άρθρο 201 παρ. 1 του Δ.Κ.Κ. χρηματικών υπολοίπων των δήμων και κοινοτήτων. 4. Η παρακράτηση των ποσών της προηγουμένης παραγράφου γίνεται από το έτος 1988 στο τέλος κάθε εξαμήνου κάθε οικονομικού έτους ώσπου να εξοφληθεί το χρέος. 5. Στο τέλος κάθε έτους το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων γνωστοποιεί στο Υπουργείο Εσωτερικών το ποσό που έχει παρακρατήσει και το ποσό που απομένει για την εξόφληση του χρέους". (προσθ. από παρ. 2 άρθρου 27 Ν. 1832/1989 ΦΕΚ Α' 54).
'Αρθρον 313 Κρατική οικονομική ενίσχυσις δια την μισθοδοσίαν κοινοτικών γραμματέων του δευτέρου μέρους 1. Από το έτος 1988 και εφεξής κατ' έτος στον προυπολογισμό εξόδων του Υπουργείου Εσωτερικών αναγράφεται με ιδιαίτερο κωδικό αριθμό ποσό 1.000.000.000 δρχ. για τακτική οικονομική ενίσχυση των κοινοτήτων των οποίων οι γραμματείς υπάγονται στις διατάξεις του δευτέρου μέρους του παρόντος. Το ποσό αυτό διατίθεται αποκλειστικά για να καταβληθούν οι αποδοχές των γραμματέων που απασχολούνται με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Το ποσό αυτό μπορεί να αυξομειώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ανάλογα με τον αριθμό των γραμματέων και τις αποδοχές τους". (αντικ. από την παρ. 3 άρθρου 27 Ν. 1832/1989 ΦΕΚ Α' 54). 2. Tο κατά την παρ. 1 ποσόν αποδίδεται κατά δωδεκατημόρια την πρώτην εκάστου μηνός και κατατίθεται εις τον υπό του άρθρου 312 προβλεπομένου λογαριασμόν.
'Αρθρον 314 Καταβολή αποδοχών και τρόπος κινήσεως λογαριασμού 1. Εκ του ενιαίου παρά τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων δια πάσας τας κοινότητας πιστωτικού υπολοίπου του κατά το άρθρον 312 λογαριασμού καταβάλλονται αι αποδοχαί των τακτικών υπαλλήλων των κοινοτήτων. 2. Ο τρόπος της κινήσεως του κατά την παρ. 1 του άρθρου 312 λογαριασμού, των εισπράξεων των εσόδων του, των πληρωμών εν γένει, της παρακρατήσεως των εσόδων των υποχρέων δια πληρωμήν των αποδοχών των υπαλλήλων των κοινοτήτων, ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια αναγκαία δια την εφαρμογήν του άρθρου 312 και του παρόντος άρθρου ρυθμίζονται δι' αποφάσεων του Υπουργού των Εσωτερικών.
'Αρθρον 315 Διατάξεις μη ισχύουσαι επί υπαλλήλων ΟΤΑ 1. Γενικοί ή ειδικοί νόμοι, διατάγματα και αποφάσεις περιλαμβάνοντες διατάξεις αφορώσας εις την υπηρεσιακήν εν γένει κατάστασιν των υπαλλήλων των εν γένει νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δεν ισχύουν επί των υπαλλήλων των διεπομένων των διατάξεων του παρόντος κώδικος, εάν δεν γίνεται ρητή μνεία περί τούτου. 2. Αι διατάξεις του άρθρου 24 του Α.Ν. 28/31.10/39 "περί προστασίας εφέδρων παλαιών πολεμιστών ως μεταγενεστέρων ετροποποιήθησαν, δεν ισχύουν προκειμένου περί υπαλλήλων εφέδρων παλαιών πολεμιστών υπηρετούντων εις οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως. 3. Αι διατάξεις του άρθρου 2 του Α.Ν. 1843/51 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινων του Α.Ν. 1565/1939 "περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος", ώς ούτος εκυρώθη και ετροποποιήθη δια των διατάξεων των παρ. 2 και 3 του άρθρου δευτέρου του Νόμου 2049/1952 "περί κυρώσεως τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινων του Α.Ν. 1843/1951 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινων του Α.Ν. 1565/1939 "περί κώδικος ασκήσεως ιατρικού επαγγέλματος" δεν έχουν εφαρμογή, επί των ιατρών οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και πάσης φύσεως δημοτικών ή κοινοτικών ιδρυμάτων.
'Αρθρον 316 Εισφοραί λόγω ασφαλίσεως υπαλλήλων ΟΤΑ Ουδεμία υποχρεωτική εισφορά επιβάλλεται εις βάρος των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως λόγω ασφαλίσεως του εν γένει προσωπικού αυτών άνευ εγκρίσεως του Υπουργού Εσωτερικών, παρεχομένης κατά τας οικείας διατάξεις του δημοτικού και κοινοτικού κώδικος.
'Αρθρον 317 Υπάλληλοι αναγνωριζομένης εις δήμον κοινότητος και καταργουμένων ή ενουμένων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως 1. Εις τας περιπτώσεις καταργήσεως δήμου και ενώσεως αυτού μεθ' ετέρου δήμου, το προσωπικόν του καταργουμένου δήμου καθίσταται αυτοδικαίως προσωπικόν του δήμου, μεθ' ού ούτος ενούται με τον όν κέκτηται βαθμόν και καταλαμβάνει αντιστοίχως κατά κλάδον θέσεις. 2. Εάν εις τον Οργανισμόν εσωτερικής υπηρεσίας του δήμου εις όν ενούται ο καταργούμενος δήμος δεν υφίστανται κεναί θέσεις αντίστοιχοι προς τας κατά κλάδους θέσεις του καταργουμένου δήμου δημιουργούνται τοιαύται δια τροποποιήσεως αυτού, μη ισχυόντων των κατά τας κειμένας διατάξεις χρονικών περιορισμών ως προς την τροποποίησιν των οργανισμών εσωτερικής υπηρεσίας των δήμων. Αι διατάξεις της παρούσης προηγουμένης παραγράφου ισχύουν και εν περιπτώσει ενώσεως κοινότητος, ής το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος μετά δήμου ή καταργήσεως τοιαύτης κοινότητος και ενώσεώς της μεθ' ετέρας της οποίας το προσωπικόν διέπεται υπό των αυτών διατάξεων. 3. Υπάλληλοι κοινότητος, διεπόμενοι υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους του παρόντος, εν περιπτώσει αναγνωρίσεως της κοινότητος εις δήμον, καθίσταται αυτοδικαίως δημοτικοί υπάλληλοι, επί τω βαθμώ και κλάδω όν εκέκτηντο ως κοινοτικοί από της εγκαταστάσεως των νέων μετά την αναγνώρισιν δημοτικών αρχών, εξελισσόμενοι περαιτέρω ως δημοτικοί υπάλληλοι. 4. Υπάλληλοι κοινοτήτων διεπόμενοι υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος, εν περιπτώσει ενώσεως των κοινοτήτων εις μιαν κοινότητα καθίστανται αυτοδικαίως υπάλληλοι της νέας κοινότητας με τον όν κέκτηνται βαθμόν και καταλαμβάνουν αντιστοίχως κατά βαθμόν και κλάδον θέσεις συνιστωμένας δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. 5. Γραμματείς ειδικής περιορισμένης διαβαθμίσεως και αδιαβάθμιστοι μόνιμοι κοινοτικοί υπάλληλοι, εν περιπτώσει ενώσεως της εις ήν υπηρετούν κοινότητος μεθ' ετέρας κοινότητος, ής το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος, καθίστανται υπάλληλοι της κοινότητας εις την οποίαν ενούνται μέχρι της εκδόσεως της περί εντάξεως ή απολύσεώς των αποφάσεων. 6. Η ένταξις γίνεται επί τη βάσει των τυπικών πλην της ηλικίας προσόντων του υπαλλήλου, εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της αντιστοίχου θέσεως και εν ελλείψει, εις συνιστωμένην τοιαύτην, δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας, δύναται, όμως μετ' εκτίμησιν των ουσιαστικών προσόντων αυτού, να γίνη και εις ανώτερον βαθμόν και πάντως ουχί πέρα του 6ου βαθμού, εάν ο εντασσόμενος έχη χρόνον εκτάκτου και τακτικής υπηρεσίας παρά τη αυτή κοινότητι ίσον προς τας κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος απαιτούμενον προς προαγωγήν εις τον ανώτερον τούτον βαθμόν. Ο τυχών πλεονάζων χρόνος μετά την κατά τ' ανωτέρω ένταξιν των υπαλλήλων λογίζεται ως διανυθείς εις τον βαθμόν εις όν εντάσσονται υπολογιζόμενος δια την προαγωγήν εις τον επόμενον βαθμόν. Κατ' εξαίρεσιν των οριζομένων υπό των διατάξεων του άρθρου 45 παρ. 3 οι στερούμενοι των απαιτουμένων τυπικών προσόντων κοινοτικοί γραμματείς δύναται να ενταχθούν ή να προαχθούν μέχρι του 6ου βαθμού. "Η ένταξη γίνετια με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου, ύστερα από σύμφωνη γνωμοδότηση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου, που κρίνει για την καταλληλότητά τους" (αντικ. του δ' εδαφ. της παρ. 6 από την παρ. 48 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). Εάν ούτοι δεν κριθούν κατάλληλοι απολύονται της υπηρεσίας. 7. Αι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 έχουν ανάλογον εφαρμογήν και εις τας περιπτώσεις ενώσεως κοινότητος ής το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του δευτέρου μέρους του παρόντος κώδικος, μετά τούτου. 8. Γραμματείς ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως ως και αδιαβάθμιστοι κοινοτικοί υπάλληλοι, εν περιπτώσει καταργήσεως της εις ήν υπηρετούν κοινότητος και ενώσεως ταύτης μεθ' ετέρας κοινότητος ής το προσωπικόν διέπεται υπό των αυτών διατάξεων, καθίστανται αυτοδικαίως υπάλληλοι της νέας κοινότητος επί τω βαθμώ όν κέκτηνται. Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου εφαρμόζονται και επί ενώσεως κοινοτήτων, των οποίων το προσωπικόν δεν διέπεται υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος.
'Αρθρον 318 'Ενταξις υπαλλήλων ειδικών ταμείων και άλλων νομικών προσώπων 1. Το προσωπικόν ειδικών ταμείων υδρεύσεως καταργηθέντων ή καταργουμένων, εφ' όσον η εκπλήρωσις του σκοπού αυτών αναλαμβάνεται καθ' οιονδήποτε τρόπον υπό των δήμων και κοινοτήτων, διατηρείται τη υπηρεσία του οικείου δήμου ή κοινότητος μέχρις οργανώσεως της υπηρεσίας ταύτης, δια τροποποιήσεως του οργανισμού της εσωτερικής υπηρεσίας, ότε επιτρέπεται η ένταξις αυτού εις αντιστοίχους τακτικάς θέσεις επί τη βάσει των ουσιαστικών αυτών προσόντων και των εν τω οργανισμώ οριζομένων προυποθέσεων δια την κατάληψιν των θέσεων τούτων. 2. H ένταξη γίνεται με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου ύστερα από σύμφωνη γνωμοδότηση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου" (αντικ. της παρ. 2 από την παρ. 49 του άρθρου 8 του Ν. 2307/95, ΦΕΚ-113 Α'). 3. Η κατά τα ανωτέρω τροποποίησις του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας ενεργείται εντός εξ μηνών από της αναλήψεως υπό του δήμου ή κοινότητος της οικείας υπηρεσίας, εντός δε εξαμήνου από της εγκρίσεως της τροποποιήσεως του οργανισμού ενεργείται η ένταξις του προσωπικού. Το μη εντασσόμενον προσωπικόν εντός της ανωτέρω προθεσμίας απολύεται αυτοδικαίως και άνευ ετέρας διατυπώσεως από της λήξεως της προθεσμίας. 4. Η παρά τω ταμείω προγενεστέρα υπηρεσία του εντασσομένου προσωπικού λογίζεται ως τακτική δημοτική ή κοινοτική υπηρεσίας δια πάσαν περίπτωσιν. "5. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται και για το προσωπικό άλλων ειδικών ταμείων των οποίων η διοίκηση περιήλθε ή θα περιέλθει στους δήμους ή στις κοινότητες καθώς και για το προσωπικό των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων που καταργούνται και αναλαμβάνει ο οικείος ΟΤΑ απευθείας ή όχι την εκπλήρωση του σκοπού τους". (αντικ. από παρ. 4 άρθρου 27 Ν. 1832/1989 ΦΕΚ Α' 54).
'Αρθρον 319 Προαγωγαί ή εντάξεις μη τελειωθείσαι Υπάλληλοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως συμπεριλαμβανομένων και των ημεροσμισθίων δι ούς εξεδόθη πράξις του αρμοδίου οργάνου του οικείου οργανισμού ή του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου περί προαγωγής ή εντάξεως αυτών, μη εγκριθείσαι υπό του νομάρχου λόγω παρεμπεσούσης εξόδου εκ της υπηρεσίας ή θανάτου αυτών, λογίζονται προαχθέντες ή ενταχθέντες από της ημέρας της εξόδου ή του θανάτου των.
'Αρθρον 320 Ανάλογος εφαρμογή διατάξεων ισχυουσών επί δημοσίων υπαλλήλων Γενικοί ή ειδικοί νόμοι, διατάγματα και αποφάσεις εκδιδόμενοι μετά την δημοσίευσιν του παρόντος κώδικος αφορώντες εις τους δημοσίους υπαλλήλους και ρυθμίζοντες κατά άλλον τρόπον τα της διαβαθμίσεως και κατατάξεως νομίμου προσωπικού εις κλάδους ως και των ειδικών προσόντων διορισμού εις τας θέσεις ταύτας, των καθηκόντων, περιορισμών και αστικής ευθύνης, δοκιμαστικής υπηρεσίας, αδειών πάσης φύσεως, νοσηλείων, εξόδων κηδείας, τηρήσεως των ατομικών φακέλλων και μητρώων, συντάξεων εκθέσεων υπηρεσιακής ικανότητος τοποθετήσεως μετακινήσεως αποσπάσεως, μετατάξεως προαγωγών διαθεσιμότητος εντάξεως αργίας αρχαιότητος προβαδίσματος ηθικών αμοιβών και επιτίμων τίτλων της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως και του πειθαρχικού εν γένει δικαίου, δύνανται να επεκτείνωνται αναλόγως εν όλω ή εν μέρει και επ' αυτών δια προεδρικού διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Εσωτερικών. Δια του προεδρικού διατάγματος επιτρέπεται η εν όλω ή εν μέρει εφαρμογή των επεκτεινουμένων διατάξεων και αναδρομικώς.
'Αρθρον 321 Δικαίωμα στεγάσεως Αι διατάξεις του Ν.Δ. 3783/1957 "περί της στέγης των δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων" και αι εκάστοτε ισχύουσαι στεγαστικαί περί των δημοσίων υπαλλήλων διατάξεις, έχουν εφεξής εφαρμογήν προκειμένου περί αγοράς κατοικίας παρά των μονίμων υπαλλήλων των κοινοτήτων και των συνδέσμων, των μονίμων υπαλλήλων του Ταμείου Ασφαλίσεως κατά της ασθενείας των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων ως και των συνταξιούχων των δήμων και κοινοτήτων, υπό την προυπόθεσιν ότι ούτοι ή οι σύζυγοι αυτών δεν τυγχάνουν κύριοι κατά πλήρες δικαίωμα ιδιοκτησίας ή ισοβίου επικαρπίας ή οικήσεως ετέρας οικίας ή διαμερίσματος εις πόλιν άνω των 5.000 κατοίκων.
'Αρθρον 322 Ρύθμισις λεπτομερειών Δια διαταγμάτων εκδιδομένων επί τη προτάσει του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζεται πάσα αναγκαία λεπτομέρεια δια την εφαρμογήν του παρόντος κώδικος.
'Αρθρον 323 Παραπεμπτικαί Διατάξεις 1. Αι διατάξεις του άρθρου 294 εφαρμόζονται αναλόγως και επί του, κατά τη δημοσίευσιν του Ν. 993/79, υπηρετούντος και υπερβάντος το 65ον έτος της ηλικίας επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού. 2. 'Οπου εις το δεύτερον κεφάλαιον του τρίτου μέρους του παρόντος κώδικος δεν ορίζεται άλλως εφαρμόζονται συμπληρωματικώς αι περί συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. 3. Διατάξεις νόμων, διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων, συλλογικών συμβάσεων εργασίας ή διαιτητικών αποφάσεων ρυθμίζουσαι ευνοικώτερον δια το προσωπικόν του δευτέρου κεφαλαίου του τρίτου μέρους θέματα, περί ών τα άρθρα 269, 270 και 271 δεν θίγονται δια των διατάξεων του ανωτέρω κεφαλαίου. (TO ΑΡΘΡΟ 323 ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ Π.Δ. 410/88, ΦΕΚ-191 Α').
'Αρθρον 324 Κατάταξις υπηρετούντος προσωπικού 1. Το κατά την έναρξιν της ισχύος του Ν. 993/1979 "περί του επί συμβάσει εργασίας, ιδιωτικού δικαίου προσωπικού του δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου" υπηρετούν ειδικόν επιστημονικόν ως και τενχικόν ή βοηθητικόν προσωπικόν επί συμβάσει ιδιωτικού δικαίου εις συνεστημένας θέσεις βάσει συνεργείων, περί ών το άρθρον 106 του Ν.Δ. 1140/1972 "περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των περί καταστάσεως δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων διατάξεων" και των προισχυσασών αντιστοίχων διατάξεων ή και κανονισμών διοικήσεως και διαχειρίσεως των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων κατατάσσονται εις τας υπό του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας ή κανονισμών διοικήσεως και διαχειρίσεως υφισταμένας αντιστοίχους θέσεις εφ' όσον κέκτηνται τα υπό των κειμένων διατάξεων προβλεπόμενα τυπικά γενικά και ειδικά προσόντα πλην του ορίου ηλικίας. Εν ανεπαρκεία των θέσεων τούτων συνιστώνται νέαι θέσεις δια τροποιήσεως του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας ή του κανονισμού διοικήσεως και διαχειρίσεως. 2. Ειδικώς δια τους συνδέσμους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ών το προσωπικόν δεν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του κώδικος αι θέσεις του αναγκαιούντος προσωπικού καθορίζονται δι' αποφάσεως του διοικητικού συμβουλίου του συνδέσμου εγκρινομένης υπό του νομάρχου μετά γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 3. Η περί ής η παράγραφος 1 του παρόντος κατάταξις του προσωπικού χωρεί αυτοδικαίως τηρουμένης της μεταξύ των κατατασσομένων σειράς προσλήψεως της υφισταμένης εις τας εξ ών προέρχονται κατηγορίας και ειδικότητας. 4. Περί της αυτοδικαίας κατατάξεως του προσωπικού εκδίδεται διαπιστωτική πράξις υπό του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου κατατάξεως αναφέρεται το ονοματεπώνυμον του κατατασσομένου η θέσις την οποίαν καταλαμβάνει και το είδος της εργασίας. 5. Εάν το υπηρετούν προσωπικόν δεν κέκτηται τα υπό των κειμένων διατάξεων απαιτούμενα προσόντα παραμένει εν τη υπηρεσία μέχρι της καθ' οιονδήποτε τρόπον λύσεως της συμβάσεως εργασίας του. Εις την περίπτωσιν ταύτην δεν πληρούται ίσος αριθμός τυχόν κενών ή απαιτουμένων οργανικών θέσεων. 6. Εάν ο αριθμός των συνισταμένων θέσεων είναι μικρότερος του υπηρετούντος και δεν συσταθούν νέαι θέσεις το καθ' οιονδήποτε τρόπον λύσεως της εργασιακής του σχέσεως καταλαμβάνον τας τυχόν κενουμένας θέσεις εφ' όσον κέκτηνται τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα πλην της ηλικίας και κατά την σειράν προσλήψεώς των.
'Αρθρον 325 Υπηρεσιακή κατάστασις υπηρετούντος μη ειδικού επιστημονικού και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού Το κατά την έναρξιν της ισχύος του Ν. 993/1979 υπηρετούν προσωπικό δια την κάλυψιν διαρκούς φύσεως αναγκών των ΟΤΑ και μη εμπίπτον εις τας ανωτέρω, εν άρθρω 324 του παρόντος, κατηγορίας, παραμένει εν τη υπηρεσία μέχρι και της καθ' οιονδήποτε τρόπον λύσεως της συμβάσεως εργασίας του, διεπομένου εφεξής υπό των διατάξεων του Κεφαλαίου Β' του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β' ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 'Αρθρον 326 Ισχύς εκδοθέντων διαταγμάτων ή αποφάσεων Μέχρι της εκδόσεως των υπό του παρόντος κώδικος προβλεπομένων διαταγμάτων ή αποφάσεων εφαρμόζονται αι προισχύσασαι αντίστοιχοι διατάξεις, εφ' όσον δεν αντίκεινται εις τας διατάξεις του παρόντος.
'Αρθρον 327 Συγκρότησις υπηρεσιακών συμβουλίων Κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος κώδικος τα μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων θέλουν ορισθή εντός δύο μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος ή δε θητεία αυτών θέλει λήξει την 31η Δεκεμβρίου του επομένου έτους.
'Αρθρον 328 Διατήρησις ωφελημάτων Αι μεταβατικαί διατάξεις των άρθρων 124 και 125 του Ν.Δ. 1140/1972 "περί κώδικος καταστάσεως δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων" (ΦΕΚ Α' 79) και 58 του Β.Δ. 715/1972 κυρωθέντος δια του Ν. 35/1975 (ΦΕΚ Α' 84) καταργούνται, τα δε υπό των υπαλλήλων κτηθέντα επί τη βάσει τούτων ωφελήματα, δεν θίγονται δια του παρόντος.
'Αρθρον 329 Κλάδοι προσωρινών θέσεων, κατεχομένων υπό τακτικών μονίμων υπαλλήλων 1. Ο κλάδος ΑΡ13 διοικητικού, περιλαμβάνει τας θέσεις των επί τη βάσει των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 58 του Β.Δ. 715/1972 καταταγέντων εις την Α' κατηγορίαν δημοτικών υπαλλήλων αίτινες διακρίνονται εις βαθμούς ως έπεται: α. επί βαθμοίς 3ω - 2ω. β. επί βαθμοίς 5ω - 4ω. 2. Εις τον κλάδον ΜΕ 18 διοικητικού ανήκουν οι θέσεις: α. επόπτου καθαριότητος επί βαθμοίς 8ω - 6ω. β. επιστάτου καθαριότητος επί βαθμοίς 10ω - 6ω. γ. ιεροψάλτου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. 3. Εις τον κλάδον ΑΡ 14 προσωπικού φιλαρμονικής ανήκουν οι θέσεις: α. διευθυντού φιλαρμονικής επί βαθμοίς 6ω - 2ω. β. διευθυντού χωροδίας επί βαθμοίς 6ω - 3ω. γ. αρχιμουσικού επί βαθμοίς 6ω - 4ω. δ. κορυφαίου μουσικού επί βαθμοίς 8ω - 4ω. 4. Ο κλάδος ΜΕ 19 περιλαμβάνει θέσεις μουσικών επί βαθμοίς 10ω - 6ω. Ποσοστόν 20% των θέσεων μουσικών προωθούνται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας εις θέσεις επί βαθμώ 5ω. 5. Εις τον κλάδον ΜΕ 20 τεχνικού και λοιπού προσωπικού ανήκουν οι θέσεις: α. μηχανοστασιάρχου επί βαθμοίς 9ω - 5ω. β. σχεδιαστού επί βαθμοίς 10ω - 5ω. γ. οδηγού αυτοκινήτων επί βαθμοίς 9ω - 6ω. δ. τεχνίτου επί βαθμοίς 9ω - 6ω. ε. συντηρητού - εφαρμοστού επί βαθμοίς 10ω - 6ω. στ. ηλεκτροτεχνίτου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. ζ. μηχανοδηγού επί βαθμοίς 10ω - 6ω. η. μηχανοτεχνίτου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. θ. λιπαντού επί βαθμοίς 10ω - 6ω. ι. υδραυλικού επί βαθμοίς 10ω - 6ω. ια. βοηθού ηλεκτροτεχνίτου ή μηχανοτεχνίτου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. ιβ. βοηθού λιπαντού επί βαθμοίς 10ω - 6ω. ιγ. μαθητευομένου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. 6. Εις τον κλάδον ΜΕ 21 υγειονομικού και λοιπού προσωπικού ανήκουν εις θέσεις: α. πρακτικής νοσοκόμου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. β. πρακτικής βρεφοκόμου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. γ. απολυμαντού επί βαθμοίς 10ω - 6ω. δ. κλιβάνεως επί βαθμοίς 10ω - 6ω. ε. φαρμακοτρίβου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. στ. αρχιμαγείρου επί βαθμοίς 8ω - 6ω. ζ. μαγείρου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. η. βοηθού μαγείρου επί βαθμοίς 10ω - 6ω. θ. τραυματιοφορέως επί βαθμοίς 10ω - 6ω. ι. αποστειρωτού επί βαθμοίς 10ω - 6ω. ια. καθηγητρίας - διδασκαλείσσης ραπτικής επί βαθμοίς 10ω - 6ω. ιβ. ράπτριας επί βαθμοίς 10ω - 6ω. 7. Εις τους κλάδους γεωπονικού - προσωπικού ανήκουν αι θέσεις: Α. του κλάδου ΜΕ 22 α. βοηθού γεωπόνου επι βαθμοίς 10ω - 6ω. β. αρχικηπουρού - αρχιδενδροκόμου - αρχιανθοκόμουαρχιτεχνίτου - δενδροκηπουρού επί βαθμοίς 9ω - 6ω. γ. κηπουρού - ανθοκόμου - δενδροκόμου - τεχνίτουδενδροκηπουρού επί βαθμοίς 16ω. Β. του κλάδου ΜΕ 12 δασοφυλάκων επί βαθμοίς 16ω. 8. Εις τον κλάδον ΣΕ 10 ανήκουν αι θέσεις: α. βοηθού κλιβανέως επί βαθμοίς 11ω - 7ω. β. βοηθού ιματιοφύλακος επί βαθμοίς 11ω - 7ω. γ. καθαρίστριας επί βαθμοίς 12ω - 7ω. δ. οδοκαθαριστού επί βαθμοίς 12ω - 7ω. ε. βοηθού οδηγού αυτοκινήτου επί βαθμοίς 11ω - 7ω. στ. οδηγού διτρόχου επί βαθμοίς 11ω - 7ω. ζ. ημιονηγού επί βαθμοίς 11ω - 7ω. η. νεωκόρου επί βαθμοίς 12ω - 7ω. θ. φύλακος εργάτου ή εργάτου ή θυρωρού κατά περίπτωσιν επί βαθμοίς 12ω - 7ω. ι. ελαιοχρωματιστού επί βαθμοίς 11ω - 7ω. ια. υδρονομέως επί βαθμοίς 11ω - 7ω. ιβ. τραπεζοκόμου επί βαθμοίς 11ω - 7ω. ιγ. πλυντρίας επί βαθμοίς 11ω - 7ω. ιδ. σιδερωτρίας επί βαθμοίς 11ω - 7ω. 9. Οι υπάλληλοι των ΟΤΑ επι βαθμώ 7ω του προσωρινού κλάδου ΣΕ 10, της παρ. 8 του παρόντος προάγονται μισθολογικώς εις τον 6ον βαθμόν κατά ανάλογον εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 148 του παρόντος. 10. Αι θέσεις των παρ. 2 περιπτ. α' και β', 5 περιπτ. α' και β' και θυρωρού της περιπτ. θ' της παρ. 8 του παρόντος άρθρου καθ' οιονδήποτε τρόπον κενούμεναι καταργούνται, εκτός αν, εντός τριμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της κενώσεως αυτών, το συμβούλιον του οικείου ΟΤΑ δι' αποφάσεως του, αυξήσει τας θέσεις αντιστοίχων τακτικών κλάδων. Κεναί ή κενούμεναι θέσεις των κλάδων ΑΤ1 και ΑΡ13 δύναται να μεταφέρονται σταδιακώς μεταξύ των κλάδων τούτων αναλόγως των υπηρεσιακών αναγκών και του αριθμού των θέσεων των κλάδων δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου μετά γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 'Απασαι αι λοιπαί θέσεις του παρόντος άρθρου καθ' οιονδήποτε τρόπον κενούμεναι δύναται να μετατρέπονται εις θέσεις αντιστοίχου ειδικότητος επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου εντός τριμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της κενώσεως αυτών δι' αποφάσεως του Συμβουλίου του οικείου ΟΤΑ.
'Αρθρον 330 Γενική κατάταξις μονίμων υπαλλήλων εις κλάδους 1. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες εις τας θέσεις περί ών τα άρθρα 41 έως και 83 και 329 κατατάσσονται αυτοδικαίως εις τους αντιστοίχους προς αυτάς κλάδους ΑΤ, ΑΡ, ΜΕ και ΣΕ με τον όν κέκτηνται βαθμόν και εις τον όν υπηρετούν ΟΤΑ εκτός αν κατέχουν βαθμόν κατώτερον του εισαγωγικού των θέσεων των κλάδων τούτων οπότε κατατάσσονται εις τον εισαγωγικόν τούτον βαθμόν. Περί της ως άνω κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 2. Οι καθ' οιονδήποτε τρόπον διορισθέντες με εισαγωγικόν βαθμόν ανώτερον του προβλεπομένου υπό των διατάξεων του παρόντος, διατηρούν το ανώτερον τούτον βαθμόν. Τα αυτά ισχύουν και επί των διορισθησομένων βάσει πινάκων διορισμού ή επιλογής δημοσιευθέντων προ της ισχύος του παρόντος. 3. Υπάλληλοι κλάδου ΜΕ 1 υπηρετούντες κατά την δημοσίευσιν του παρόντος εις τους ΟΤΑ των οποίων το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους δύναται τη αιτήσει των υποβαλλομένη εντός τριμήνου από της ισχύος του κώδικος να κατατάσσονται με τον όν κέκτηνται βαθμόν εις προσωρινάς θέσεις κλάδου ΑΤ1, συνιστωμένας δια του παρόντος, εφ' όσον κέκτηνται τα προσόντα της παρ. 2 του άρθρου 41 του παρόντος κώδικος. Ούτοι εξελίσσονται βαθμολογικώς μέχρι του τελευταίου ενιαίου βαθμού της θέσεώς των. Περί της ως άνω κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 4. Αι κατά την προηγουμένην παράγραφον συνιστώμεναι προσωριναί θέσεις καταργούνται άμα τη καθ' οιονδήποτε τρόπον εξόδω των κατατασσομένων εκ της υπηρεσίας αι υπ' αυτών δε κατεχόμεναι των κλάδων ΜΕ1 παραμένουν κεναί. 5. Θέσεις επιστατών έργων επί βαθμοίς 10ω - 6ω του προσωρινού κλάδου ΜΕ20 καθίστανται θέσεις του κλάδου ΜΕ 5 εργοδηγών, ο δε εις ταύτας υπηρετούντες κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος κατατάσσονται εις τον κλάδον ΜΕ5 με τον όν κέκτηνται βαθμόν. Περί της κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
'Αρθρον 331 Ειδική κατάταξις ενίων μονίμων υπαλλήλων εις κλάδους 1. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι ιατροί ΟΤΑ κατατάσσονται αυτοδικαίως με τον όν κέκτηνται βαθμόν εις κλάδον ΑΤ, εξελισσόμενοι περαιτέρω εντός της διαβαθμίσεως της θέσεώς των. 2. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι υπάλληλοι ΟΤΑ, εις θέσεις διδασκάλων επαγγελματικής σχολής και μη κεκτημένοι τα υπό του άρθρου 80 παρ. 2 του παρόντος τυπικά προσόντα κατατάσσονται αυτοδικαίως με τον όν κέκτηνται βαθμόν εις θέσεις κλάδου ΑΡ, εξελισσόμενοι περαιτέρω μέχρι του 4ου βαθμού. 3. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι υπάλληλοι ΟΤΑ, εις θέσεις υπομηχανικών και μη κεκτημένοι τα υπό των διατάξεων των άρθρων 57, 58, 59 οριζόμενον ειδικόν τυπικόν προσόν διορισμού κατατάσσονται αυτοδικαίως με τον όν κέκτηνται βαθμόν εις θέσεις κλάδου ΜΕ, εξελισσόμενοι περαιτέρω εντός της διαβαθμίσεως της θέσεώς των. 4. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι υπάλληλοι ΟΤΑ, εις θέσεις υγειονοφυλάκων, παρασκευστών μικροβιολογικού εργαστηρίου και αντιλυσσικού ορού και βοηθών ακτινολογικού εργαστηρίου κατατάσσονται αυτοδικαίως με τον όν κέκτηνται βαθμόν εις προσωρινάς θέσεις κλάδου ΜΕ, εξελισσόμενοι περαιτέρω εντός της διαβαθμίσεως της θέσεώς των. 5. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι υπάλληλοι ΟΤΑ διορισθέντες εις θέσεις βοηθών γεωπόνων επί βαθμοίς 10ω - 6ω και κεκτημένοι τα τυπικά προσόντα του κλάδου ΑΡ 13 κατατάσσονται αυτοδικαίως εις τον κλάδον τούτον με τον όν κέκτηνται βαθμόν. Οι μη κεκτημένοι τα τυπικά προσόντα του κλάδου ΑΡ13 κατατάσσονται αυτοδικαίως με τον όν κέκτηνται βαθμόν εις προσωρινάς θέσεις κλάδου ΜΕ εξελισσόμενοι περαιτέρω εντός της διαβαθμίσεως της θέσεώς των. 6. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες αδιαβάθμιστοι βοηθοί ταμείου μη κεκτημένοι τα υπό του άρθρου 45 παρ. 3 τυπικά προσόντα κατατάσσονται εις συνιστωμένας αυτοδικαίως δια του παρόντος θέσεις του κλάδου ΜΕ 14 εις τον όν υπηρετούν ΟΤΑ επί βαθμοίς 10ω - 6ω. Η κατάταξις ενεργείται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως εφαρμοζομένων περαιτέρω και των διατάξεων του άρθρου 149 του παρόντος κώδικος. 7. Περί της κατά τας προηγουμένας παραγράφους κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 8. Εις τας περιπτώσεις των παρ. 3, 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου ποσοστόν είκοσι τοις εκατόν (20%) των θέσεων προωθείται εις θέσεις 5ου έως 4ου βαθμού δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. Εις άς περιπτώσεις δεν καθίσταται δυνατή η σύστασις των θέσεων τούτων κατά τα ανωτέρω, δύναται να συνιστάται μια θέσις επί βαθμοίς 5ω - 4ω εφ' όσον αι υπό αυτού οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας προβλεπόμεναι θέσεις κατά κλάδον είναι εν τω συνόλω των δύο.
'Αρθρον 332 Αυτοδικαία κατάταξις εισπρακτόρων και ρύθμισις ενίων περί αυτών θεμάτων 1. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες αδιαβάθμιστοι μόνιμοι εισπράκτορες μη κεκτημένοι τα υπό του άρθρου 45 παρ. 3 τυπικά προσόντα κατατάσσονται εις συνιστωμένας αυτοδικαίως δια του παρόντος θέσεις του κλάδου ΜΕ15, εις τον όν υπηρετούν ΟΤΑ επί βαθμοίς 10ω - 6ω. Η κατάταξις ενεργείται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως εφαρμοζομένων περαιτέρω και των διατάξεων του άρθρου 149 του παρόντος κώδικος. 2. Περί της κατά την παρ. 1 κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 3. Αι καθ' οιονδήποτε τρόπον κενούμεναι θέσεις εξ όν προέρχονται οι κατά τας προηγουμένας παραγράφους κατατασσόμενοι καταργούνται. 4. Αι διατάξεις της παρ. 8 του προηγουμένου άρθρου εφαρμόζονται και εν προκειμένω.
'Αρθρον 333 'Ενταξις προσωρινών εισπρακτόρων 1. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες ως προσωρινοί δημοτικοί και κοινοτικοί εισπράκτορες, συμπληρώσαντες ή συμπληρούντες εφεξής τριετία υπηρεσίαν εντάσσονται εις τας κατά το άρθρον 334 του παρόντος συνιστωμένας τακτικάς θέσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ανεξαρτήτως τυπικών προσόντων ως ακολούθως: α. οι ασχολούμενοι με την είσπραξιν των εσόδων, ορισμένου δήμου ή ωρισμένης κοινότητος εις τον οικείον οργανισμόν τοπικής αυτοδιοικήσεως. β. οι ασχολούμενοι με την είσπραξιν των εσόδων πλειόνων δήμων ή δήμων και κοινοτήτων εις τον πολυπληθέστερον δήμον και γ) οι ασχολούμενοι με την είσπραξιν εσόδων πλειόνων κοινοτήτων εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα εις το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του Α' μέρους του παρόντος και εν ελλείψει τοιαύτης εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα της περιφερείας του ταμίου, διεπομένην εις την περίπτωσιν ταύτην, ως προς τους εισπράκτορας, υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους. 2. Δια την κατά τας διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου συμπλήρωσιν της τριετίας υπολογίζεται και άπασα η καθ' οιονδήποτε τρόπον, επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου προσφερθείσα προς το δημόσιον τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως προυπηρεσία εφ' όσον αύτη έχει διανυθεί μετά των τυπικών προσόντων της εις ήν η ένταξις θέσεως. Ειδικώς δια τον υπολογισμόν της διανυθείσης επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου προυπηρεσίας, δέον όπως αύτη αναγνωρίζεται απαραιτήτως ως συντάξιμος υπό της οικείας περί των υπαλλήλων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως νομοθεσίας. 3. Οι ανωτέρω μέχρι της εντάξεως των διέπονται υπό των μέχρι της ισχύος του παρόντος κειμένων περί αυτών διατάξεων.
'Αρθρον 334 Σύστασις θέσεων 1. Εντός εξαμήνου από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος τα κατά τας διατάξεις αυτού αρμόδια προς σύστασιν θέσεων εισπρακτόρων όργανα υποχρεούνται να προέλθουν εις την σύστασιν των απαιτουμένων θέσεων κλάδου ΜΕ 15 επί βαθμοίς 10ω - 6ω προς ένταξιν των κατά το άρθρον 333 του παρόντος υπηρετούντων προσωρινών εισπρακτόρων προκειμένου δε περί δήμων εχόντων ιδίαν ταμειακήν υπηρεσίαν συνιστώνται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας θέσεις κλάδου ΜΕ1 επί βαθμοίς 10ω - 6ω προς ένταξιν των κατά το άρθρον 333 υπηρετούντων εις αυτούς προσωρινών εισπρακτόρων. 2. Η ένταξις ενεργείται, ανεξαρτήτως ηλικίας και τυπικών προσόντων επί τη βάσει των ουσιαστικών προσόντων, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου υποβαλλομένης εντός εξαμήνου από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος δια τους συμπληρώσαντες κατά την έναρξιν της ισχύος αυτού διετή υπηρεσίαν, άλλως από της συμπληρώσεως τοιαύτης υπηρεσίας, δι' αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, (εγκρινομένης υπό του νομάρχου), κατόπιν συμφώνου γνωμοδοτήσεως του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου και δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 3. Η ένταξις γίνεται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως, δύναται όμως να γίνη και εις ανώτερον τούτου και πάντως ουχί πέρα του 6ου βαθμού εφ' όσον ο εντασσόμενος έχει χρόνον υπηρεσίας ίσον τουλάχιστον προς τον απαιτούμενον κατά τας οικείας περί προαγωγών διατάξεις δια την μέχρι του ανωτέρου τούτου βαθμού προαγωγικήν εξέλιξιν του. Ο τυχόν πλεονάζων χρόνος μετά την κατά τα ανωτέρω ένταξιν λογίζεται διανυθείς εις τον όν ενταχθήσεται έκαστος βαθμόν. Η κατά την παράγραφον 2 του άρθρου 333 του παρόντος προυπηρεσία υπολογίζεται δια την κατά τα ανωτέρω ένταξιν. 4. Οι ούτω εντασσόμενοι τίθενται εις το αριστερόν των υπηρετούντων ομοιοβάθμων των και δεν δύναται να κριθούν δια τον επόμενον βαθμόν πριν ή ούτοι συμπληρώσουν το προς προαγωγήν απαιτούμενον χρόνον. Η μεταξύ των, επί τω αυτώ βαθμώ εντασσομένων σειρά αρχαιότητος καθορίζεται υπό του οικείου ως άνω υπηρεσιακού συμβουλίου επί τη βάσει του χρόνου της υπολογιζομένης προς ένταξιν υπηρεσίας αυτών.
'Αρθρον 335 Κατάργησις κενουμένων θέσεων προσωρινών εισπρακτόρων Οι κατά τας διατάξεις των άρθρων 333 και 334 του παρόντος εντασσομένοι εις τον κλάδον ΜΕ15 καθίστανται από της εντάξεώς των δημοτικοί ή κοινοτικοί υπάλληλοι διεπομένοι εφ' εφεξής υπό των περί εισπρακτόρων ΟΤΑ διατάξεων του παρόντος. Αι κενούμεναι συνεπεία της εντάξεως θέσεως προσωρινών εισπρακτόρων καταργούνται.
'Αρθρον 336 Μετάταξις υπαλλήλων Δια τους κατά την δημοσίευσιν του Ν. 697/1977 "περί ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων εις την κατάστασιν των υπαλλήλων των ΟΤΑ" υπηρετούντας υπαλλήλους δεν ισχύουν οι περιορισμοί των περιπτώσεων α, γ, δ και ε της παρ. 1 του άρθρου 135 του παρόντος κώδικος. Εκ των υπαλλήλων τούτων οι κεκτημένοι τον 5ον ή 4ον βαθμόν της πρώην Β' κατηγορίας μετατασσομένοι καταλαμβάνουν αντιστοίχως προσωρινάς θέσεις λογιζομένας ως συνιστωμένας αυτοδικαίως άμα τη μετατάξει των. Αι τοιαύται θέσεις άμα τη καθ' οιονδήποτε τρόπον κενώσει αυτών καταργούνται. Λήξις της ισχύος της παρούσης διατάξεως ορίζεται η 21η Σεπτεμβρίου 1981.
'Αρθρο 337 Μισθολογική προαγωγή των μισθολογικώς εξελισσομένων υπαλλήλων ΟΤΑ 1. Οι υπάλληλοι των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, οι υπαγόμενοι εις τον Α.Ν. 610/1945 "περί μισθολογικής εξελίξεως των γραφέων των κεντρικών εν γένει υπηρεσιών των Υπουργείων και άλλων τινών διατάξεων" και μη ενταγέντες δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11 του Ν.Δ. 689/1970 "περί ρυθμίσεως θεμάτων του προσωπικού των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως" διατηρηθεισών εν ισχύι δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 125 παρ. 34 του Ν.Δ. 1140/1972 εξελίσσονται μισθολογικώς από 1ης Ιουνίου 1978 μέχρι και του 4ου βαθμού. 2. Οι κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 181 του Β.Δ. 406/1963 "περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον νόμου των διατάξεων του Νόμου 1726/1951, περί κώδικος καταστάσεων των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων, ως ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν", διατηρηθέντες εν υπηρεσία υπάλληλοι των αυτών ως ανωτέρω οργανισμών, εξελλίσονται μισθολογικώς, οι μεν κεκτημένοι 19ετή υπηρεσία εις τον μισθόν του 6ου βαθμού, οι δε 25ετή τοιαύτην εις τον μισθόν του 5ου βαθμού.
'Αρθρον 338 Κώλυμα προαγωγής ενταγέντων ή επανενταγέντων υπαλλήλων ΟΤΑ 1. Οι δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 5 παρ. 2 περ. γ' του Ν.Δ. 4541/1966 και 3 του Ν. 4464/65 "περί τροποποιήσεως διατάξεων του υπαλληλικού κώδικος κλπ." ενταχθέντες υπάλληλοι Ο.Τ.Α., τίθενται εις το αριστερόν των υπηρετούντων ομοιοβάθμων των και δεν δύναται να κριθούν δια τον 5ον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαιώμα κρίσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά την έναρξιν της ισχύος του ανωτέρω Ν.Δ/τος ανώτεροι ή αρχαιότεροί των. 2. Οι κατά τας διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 2 του Ν.Δ. 689/1970 και 2 παρ. 5-9 του Ν.Δ. 169/1969 ενταγέντες ή επανανταγέντες υπάλληλοι ΟΤΑ, τίθενται εις το αριστερόν τόσον των κατά τον χρόνον της εντάξεως ή επενεντάξεώς των υπηρετούντων όμοιοβάθμων των, όσον και των εις τον βαθμόν εις τον οποίον ενετάγησαν προαχθέντων μέ μέχριι 31 Δεκεμβρίου 1969 τακτικών υπαλλήλων, και δεν δύνανται να κριθούν δια τον επόμενον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα χρήσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά τα ανωτέρω αρχαιότεροι των. 3. Οι κατά τας διατάξεις των άρθρων 3 του Ν.Δ. 287/1974 "περί ρυθμίσεως θεμάτων τινών προσωπικού του Δημοσίου των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ" και 3 του Ν.Δ. 125/1973 "περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Υπαλληλικού Κώδικος" ενταχθέντες υπάλληλοι ΟΤΑ διατηρούν την μεταξύ των σειράν αρχαιότητος και τίθενται εις το αριστερόν των υπηρετούντων ομοιοβάθμων των, δεν δύνανται δε να κριθούν δια τον 5ον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα κρίσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά την 1ην Αυγούστου 1973 χρονολογία ενάρξεως της ισχύος του Ν.Δ. 125/73 ανώτεροι ή αρχαιότεροι των. 4. Οι κατά τον άρθρον 7 του Ν.Δ. 287/74 επανενταχθέντες υπάλληλοι εις τον βαθμόν τον οποίον εκέκτηντο διατηρούν την σειράν αρχαιότητος, την οποίαν είχον τόσον μεταξύ των όσον και έναντι των υπηρετούντων κατά την 1η Αυγούστου 1973 ομοιοβάθμων των. Οι επανενταχθέντες εις βαθμόν ανώτερον εκείνου τον οποίον εκέκτηντο, διατηρούν την μεταξύ των σειράν αρχαιότητος και τίθενται εις το αριστερόν των κατά την 1ην Αυγούστου 1973 υπηρετούντων ομοιοβάθμων των, δεν δύνανται δε να κριθούν δια τον 5ον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα κρίσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά την 1ην Αυγούστου 1973 ανώτεροι ή αρχαιότεροι των.
'Αρθρο 339 Προβάδισμα Υπαλλήλων Υπάλληλοι ανήκοντες εις την πρώην Α' κατηγορίαν και έχοντες καταταγεί εις κλάδους ΑΡ εξομοιούται ως προς το προβάδισμα με τους υπαλλήλους των κλάδων ΑΤ.
'Αρθρο 340 Πειθαρχικαί διατάξεις 1. Πειθαρχικά αδικήματα, τελεσθέντα προς της ισχύος του παρόντος κώδικος και μήπω οριστικώς εκδικασθέντα, διέπονται υπ'αυτού κατά τας διαδικαστικάς διατάξεις. 2. Υπό του παρόντος διέπονται και αι εκκρεμείς συνεπεία εφέσεων ή προσφυγών δίκαι, κατά προεκδοθεισών πειθαρχικών αποφάσεων.
'Αρθρον 341 Κατάργησις θέσεων νομικών συμβούλων Δήμου Θεσσαλονίκης Αι εν τω Δήμω Θεσσαλονικής θέσεις νομικού συμβούλου επί βαθμώ και αποδοχαίς παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και των Βοηθών αυτού επί βαθμώ και αποδοχαίς δικαστικού αντιπροσώπου Α' τάξεως, καταργούνται άμα τη καθ' οιονδήποτε τρόπω εξόδω εκ της υπηρεσίας των κατεχόντων ταύτας, μετατρεπομένων εις θέσεις δικηγόρων επί μηνιαία αντιμισθία κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος.
'Αρθρον 342 Μισθολογική προαγωγή υπαλλήλων κλάδων ΣΕ εις τον 6ον βαθμόν Επί μίαν τριετίαν από της ισχύος του παρόντος, ο κατά την παρ. 1 του άρθρου 148 χρόνος εξαετούς υπηρεσίας μειούται εις το ήμισυ.
'Αρθρον 343 Χρονος προαγωγής εις τον 9ον βαθμόν υπαλλήλων περιωρισμένης διαβαθμίσεως κατά την έναρξιν ισχύος του κώδικος Οι κατά την έναρξις της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες κοινοτικοί γραμματείς ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως κατέχοντες τον 10ον βαθμόν και έχοντες συνολικήν πραγματικήν υπηρεσίαν πέραν της εικοσαετίας κρίνονται προς προαγωγήν εις τον επόμενον βαθμόν ανεξαρτήτως χρόνου υπηρεσίας εις τον 10ον βαθμόν. Οι εκ τούτων μη έχοντες την κατά τα ανωτέρων πραγματικήν υπηρεσίαν κρίνονται προς προαγωγήν εις τον επόμενον βαθμόν άμα τη συμπληρώσει της υπηρεσίας ταύτης ή δύο και ημίσεος ετών εις τον 10ον βαθμόν.
'Αρθρον 344 'Ενταξις τεχνολόγων υπαλλήλων 1. Οι μετά την έναρξιν της ισχύος του Π.Δ. 1172/77 "περί ρυθμίσεως θεμάτων κατατάξεως των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των παρ' αυτοίς Ιδρυμάτων και Νομικών Προσώπων εις κλάδους διαβαθμίσεως τούτων και καθορισμού των ειδικών προσόντων διορισμού εις τας θέσεις ταύτας" διορισθέντες υπάλληλοι επί βαθμώ 9ω των κλάδων ΑΡ3 τεχνολόγων πολιτικών μηχανικών, ΑΡ4 τεχνολόγων μηχανολόγων ή ηλεκτρολόγων μηχανικών και ΑΡ5 τεχνολόγων τοπογράφων μηχανικών, περί ών τα άρθρα 57, 58 και 59 αντιστοίχως του παρόντος κώδικος και κεκτημένοι πτυχίον ανωτέρας σχολής υπομηχανικών τετραετούς φοιτήσεως επανεντάσσονται βάσει του χρόνου υπηρεσίας όστις έχει διανυθεί από του διορισμού των και εφ' εξής με εισαγωγικόν βαθμόν τον 8ον και εις βαθμόν ανάλογον του ανωτέρου χρόνου και πάντως ουχί πέραν του 6ου βαθμού. 2. Ο τυχόν πλεονάζων χρόνος κατόπιν της, κατά την προηγουμένην παράγραφον ένταξιν λογίζεται ως διανυθείς εις τον εις όν ενταχθήσεται έκαστον βαθμόν και λαμβάνεται υπ' όψιν δια περαιτέρω προαγωγικήν ή μισθολογικήν εξέλιξιν αυτών. 3. Οι, κατά το παρόν άρθρον εντασσόμενοι διατηρούν την μεταξύ των σειράν αρχαιότητος και καθίστανται αρχαιότεροι πάντων των μετά την έναρξιν ισχύος του Π.Δ. 664/1979 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών του Π.Δ. 1172/1977" διορισθέντων.
'Αρθρον 345 'Ενταξις γραμματέων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου κοινοτήτων, ών το προσωπικό υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του κώδικος 1. Οι, κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου υπάλληλοι εκτελούντες επί 3ετίαν καθήκοντα γραμματέων κοινοτήτων, ών το προσωπικόν διέπεται υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους του κώδικος, εντάσσονται εις κενάς θέσεις κοινοτήτων κλάδου ΜΕ1. 2. Η ένταξις ενεργείται ανεξαρτήτως ηλικίας επί τη βάσει των ουσιαστικών και των λοιπών απαιτουμένων προς διορισμόν γενικών και ειδικών τυπικών προσόντων, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, υποβαλλομένης εντός εξαμήνου αποκλειστικής προθεσμίας από της ισχύος του παρόντος, δι' αποφάσεως του οικείου κοινοτικού συμβουλίου, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 3. Η ένταξις γίνεται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως ή και εις ανώτερον τούτου και πάντως ουχί πέραν του 6ου βαθμού εφ' όσον ο εντασσόμενος έχει χρόνον υπηρεσίας ίσον του προς τούτο απαιτουμένου κατά τας οικείας περί προαγωγής διατάξεις. Δια την κατά τ' ανωτέρω ένταξιν υπολογίζεται και άπασα η καθ' οιονδήποτε τρόπον επί σχέσει δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου προσφερθείσα προς το Δημόσιον, τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους ΟΤΑ συντάξιμος υπηρεσία. Ο τυχόν πλεονάζων εις τον εις όν η ένταξις βαθμόν χρόνος υπηρεσίας υπολογίζεται δια πάσαν περαιτέρω βαθμολογικήν ή μισθολογικήν εξέλιξιν. 4. Κατ' εξαίρεσιν των ανωτέρω οριζομένων οι στερούμενοι των απαιτουμένων γραμματικών προσόντων δύνανται να ενταχθούν ή προαχθούν αλλά εις βαθμόν ουχί ανώτερον του 7ου.
'Αρθρον 346 'Ενταξις γραμματέων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου κοινοτήτων, ών το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του δευτέρου μέρους του κώδικος 1. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου γραμματείς κοινοτήτων, ών το προσωπικόν διέπεται υπό των διατάξεων του κεφαλαίου Α' του δευτέρου μέρους του κώδικος και προσληφθέντες μέχρι και της 1ης Ιανουαρίου 1977 εντάσσονται εις τας επί βαθμοίς 12ω έως και 9ω οργανικάς θέσεις των ως άνω κοινοτήτων. 2. Η ένταξις ενεργείται ανεξαρτήτως ηλικίας επί τη βάσει των ουσιαστικών και λοιπών γενικών και ειδικών τυπικών προσόντων, πλην των γραμματικών γνώσεων, των απαιτουμένων δια τον διορισμόν εις τας ως άνω θέσεις, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, υποβαλλομένης εντός τριμήνου αποκλειστικής προθεσμίας από της ισχύος του παρόντος, δι' αποφάσεως του οικείου κοινοτικού συμβουλίου, εκδιδομένης μετά προηγουμένην σύμφωνον γνώμην του αρμοδίου υπηρεσιακού συμβουλίου. 3. Η ένταξις γίνεται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως, δυναμένης όμως ταύτης, μετ' εκτίμησιν των ουσιαστικών προσόντων του εντασσομένου υπαλλήλου, να γίνη και εις ανώτερον βαθμόν, εάν ούτος έχη χρόνον υπηρεσίας ίσον ή ανώτερον του απαιτουμένου προς προαγωγήν κατά τας διατάξεις του άρθρου 235 του παρόντος. Δια την κατά τα ανωτέρω ένταξιν υπολογίζεται και άπασα η καθ' οιονδήποτε τρόπον επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου προσφερθείσα προς το Δημόσιον, τα ΝΠΔΔ και τους ΟΤΑ, συνταξίμου προυπηρεσίας. Ο τυχόν πλεονάζων χρόνος εις τον εις όν η ένταξις βαθμόν χρόνον υπηρεσίας υπολογίζεται δια πάσαν περαιτέρω βαθμολογικήν εξέλιξιν. 4. Δια την πληρωμήν των αποδοχών των ανωτέρω εντασσομένων γραμματέων εφαρμόζονται αι διατάξεις των άρθρων 212 και 313 του κώδικος, εις δε τους προυπολογισμούς των κοινοτήτων εις άς ούτοι εντάσσονται εγγράφονται υποχρεωτικώς τα χρηματικά ποσά, τα οποία ενεγράφησαν δια την πληρωμήν των υπαλλήλων αυτών δια το έτος 1981.
'Αρθρον 347 Υπηρεσιακή κατάστασις κλητήρωνθυρωρών-γενικών καθηκόντων κοινοτήτων πληθυσμού κάτω των 2.000 κατοίκων 1. Αι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος κεναί και αι εκάστοτε κενούμεναι θέσεις κλητήρωνθυρωρών - γενικών καθηκόντων κοινοτήτων, των εχουσών, βάσει της επισήμου απογραφής, πληθυσμού μέχρι 2.000 καταργούνται. 2. Οι υπηρετούντες εις τας ως άνω διεβαθμισμένας ή μη θέσεις, διατηρούνται εν τη υπηρεσία μέχρι της καθ' οιονδήποτε τρόπον αποχωρήσεώς των. Οι εκ τούτων αποχωρούντες εκ της υπηρεσίας τη αιτήσει των, υποβαλλομένη εντός εξαμήνου από της ισχύος του παρόντος, μη κεκτημένοι καθ' οιονδήποτε τρόπον τας προυποθέσεις συνταξιοδοτήσεώς των, δικαιούνται αποζημιώσεως ίσης προς τας αποδοχάς δύο μηνών δι' εκάστην συμπεπληρωμένην διετίαν. Δια τους ανωτέρω αποχωρούντας ή αποζημίωσις δεν δύναται να είναι μικροτέρα των αποδοχών των πέντε μηνών ουδέ μεγαλυτέρα των αποδοχών των δέκα τεσσάρων μηνών.
'Αρθρον 348 Υπολογισμός πλεονάζοντος χρόνου εις ενταγέντας υπαλλήλους βάσει του νόμου 292/1976 Δια τους ενταγέντας βάσει των διατάξεων του άρθρου 5 του Ν. 292/76 "περί ρυθμίσεως θεμάτων και καταστάσεων κοινοτικών γραμματέων μη υπαγομένων εις τας διατάξεις του Α' βιβλίου του Ν.Δ. 1140/72" υπαλλήλους ο τυχόν πλεονάζων χρόνον μετά την ως άνω ένταξιν εις τον 12ον ή 11ον βαθμόν λογίζεται ως διανυθείς εις τον εις όν έκαστος ενετάγη βαθμόν και λαμβάνεται υπ' όψιν δια την περαιτέρω προαγωγικήν αυτών εξέλιξιν. Η ισχύς των ανωτέρω διατάξεων άρχεται αναδρομικώς από της ισχύος του Ν. 292/76.
'Αρθρον 349 'Ενταξις δημοτικών υπαλλήλων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου εις θέσεις κλάδου ΜΕ 15 1. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος κώδικος υπηρετούντες υπάλληλοι επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου εις δήμους πληθυσμού άνω των 30.000 και εκτελούντες καθήκοντα εισπρακτόρων τουλάχιστον επί οκτώ (8) έτη εντάσσονται εις ούς δήμους ούτοι υπηρετούν εις αυτοδικαίως δια του παρόντος συνιστωμένας θέσεις κλάδου ΜΕ 15 επί βαθμοίς 10ω - 6ω. 2. Η ένταξις ενεργείται ανεξαρτήτως ηλικίας επί τη βάσει των ουσιαστικών και των λοιπών απαιτούμενων προς διορισμόν γενικών και ειδικών τυπικών προσόντων, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, υποβαλλομένης εντός εξαμήνου αποκλειστικής προθεσμίας από της ισχύος του παρόντος, δι' αποφάσεως του οικείου προς διορισμόν οργάνου, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η ένταξις γίνεται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως ή και εις ανώτερον τούτου και πάντως ούχί πέραν του 6ου βαθμού, εφ' όσον ο εντασσόμενος έχει χρόνον υπηρεσίας ίσον ή ανώτερον του προς τούτο απαιτουμένου κατά τας οικείας περί προαγωγής διατάξεις. Δια την κατά τα ανωτέρω ένταξιν υπολογίζεται και άπασα η καθ' οιονδήποτε τρόπον επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου προσφερθείσα προς το Δημόσιον, τα ΝΠΔΔ και τους ΟΤΑ συντάξιμος υπηρεσία. 3. Ο τυχόν πλεονάζων εις τον εις όν η ένταξις βαθμόν χρόνος υπηρεσίας υπολογίζεται δια πάσαν περαιτέρω βαθμολογικήν ή μισθολογικήν εξέλιξιν. 4. Η εν εκάστω βαθμώ αρχαιότης των εντασσομένων λογίζεται δια πάσαν περίπτωσιν από της δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεως της περί εντάξεως πράξεως, η δε σειρά μεταξύ των επί τη αυτώ βαθμώ εντασσομένων καθορίζεται υπό του υπηρεσιακού συμβουλίου επί τη βάσει του χρόνου υπηρεσίας αυτών επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου. 5. Οι ούτω εντασσόμενοι τίθενται εις το αριστερόν των ήδη υπηρετούντων ομοιοβάθμων των και δεν δύνανται να κριθούν δια τον επόμενον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα κρίσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά την ημερομηνίαν την εντάξεως αρχαιότερός των.
'Αρθρον 350 Καταργούμενοι διατάξεις Πάσα γενική ή ειδική διάταξις αντικείμενη εις τα διατάξεις του παρόντος κώδικος ή άλλως ρυθμίζουσα τα υπό τούτου διεπόμενα θέματα καταργείται. (ΤΟ ΑΡΘΡΟ 350 ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ Π.Δ.410/88, ΦΕΚ-191 Α'/ ΔΙΟΡΘ.ΣΦΑΛΜΑ ΣΤΟ ΦΕΚ - 209 Α'/88).
Ο παρών νόμος ψηφίσθηκε στη βουλή και σήμερα, να δημοσιευθεί στη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να εκτελεσθεί ο νόμος του Κράτους.
Αθήνα 27 Ιουλιου 1981
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΩΝΣΤ. ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΕΒΕΡΤ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η μεγάλη σφραγίδα του Κράτους Αθήνα 29 Ιουλίου 1981
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ
|