ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER ΤΗΣ PROSLIPSIS.GR
Μάθετε πρώτοι τα νέα ...

  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
 

 
Βάλτε Αγγελία      Δείτε Αγγελίες      Newsletters       
  Επικοινωνία     
 
 
 
 
 
 
 
 

 
  Οργάνωση - Διοίκηση Επιστροφή    
Επιστολή ΓΣΣΕ για τις ενέργειες του προέδρου του Αρείου Πάγου (24/10/06)


ΓΣΕΕ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ, 24-10-2006


ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΣΕΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Σας κοινοποιούμε την επιστολή που έστειλε η Γ.Σ.Ε.Ε. στην Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων και στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών σχετικά με την παρέμβαση του Προέδρου του Αρείου Πάγου κ. Ρωμύλου Κεδίκογλου στην ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

Αξιότιμοι Κύριοι,
Όπως ήδη έχετε ενημερωθεί σχετικά, με το υπ’ αριθμ. 356/26-9-2006 έγγραφό του προς τους Προϊσταμένους όλων των Πρωτοδικείων της χώρας, κοινοποιούμενο προς όλους τους Προέδρους Πρωτοδικών και Πρωτοδίκες, ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου και πολιτικός προϊστάμενος όλων των προαναφερθέντων στους οποίους απευθύνεται το σχετικό έγγραφο, Ρωμύλος Κεδίκογλου, βάλει κατά της προσωρινής δικαστικής προστασίας και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, υποδεικνύοντας στους δικαστικούς λειτουργούς την απόρριψη αιτημάτων παροχής προσωρινής προστασίας για τρεις κατηγορίες υποθέσεων (συγκεκριμένα: (α) των αιτημάτων που στοχεύουν στην προστασία δανειστών έναντι εφοπλιστών, (β) των αιτημάτων που στοχεύουν στην προστασία αποκλεισθέντων παρανόμως από δημόσιο μειοδοτικό διαγωνισμό για δημόσια έργα (έναντι του κράτους και των εργολάβων στους οποίους ανατέθηκαν τα έργα) και (γ) των αιτημάτων που στοχεύουν στην προστασία απολυμένων εργαζομένων έναντι των εργοδοτών) και δείχνοντας τη σαφή προτίμησή του υπέρ των οικονομικά ισχυρών και του οργανωμένου κράτους.

Είναι προφανές ότι η ενέργεια αυτή όχι μόνο προσβάλλει κατά τρόπο προκλητικό όλους τους Δικαστές που – κρίνοντας κατά περίπτωση και λαμβάνοντας ασφαλώς υπόψη τη σχετική νομοθεσία – έχουν παράσχει και παρέχουν προσωρινή δικαστική προστασία, θίγοντας έτσι συνολικά το σύστημα της Δικαιοσύνης, αλλά προσβάλλει ακόμη τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία όλων των Δικαστών και υπονομεύει το κατοχυρωμένο τόσο στο Σύνταγμά μας όσο και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δικαίωμα των πολιτών για αποτελεσματική δικαστική προστασία (που σε αρκετές περιπτώσεις επιτυγχάνεται μόνο με την προσωρινή δικαστική προστασία). Προσβάλλει δε επιπρόσθετα και υποτιμά τον ίδιο το θεσμικό ρόλο του Προέδρου των Πολιτικών Δικαστηρίων, παρεμβαίνοντας ωμά στην παροχή δικαιοσύνης και στην ανεξαρτησία των Δικαστών, προς την κατεύθυνση της προστασίας των ισχυρών.
Ειδικά δε όσον αφορά την προσωρινή προστασία «συμβασιούχων» έναντι των απολύσεων, η οποία θίγεται με το προαναφερθέν έγγραφο του Προέδρου του Αρείου Πάγου, επισημαίνουμε ότι με πολύ πρόσφατη απόφασή της (υπ’ αριθμ. 18/22-6-2006) η πλήρης Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, της οποίας προήδρευε ο ίδιος, έδωσε οριστικά τέλος στις όποιες διαφωνίες και αμφισβητήσεις υπήρχαν σχετικά με τη νομική αντιμετώπιση του θέματος της κατάχρησης των συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και της αντιμετώπισής τους ως συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου. Ειδικότερα, στην απόφαση αυτή γίνεται δεκτό ότι το άρθρο 8 παρ. 3 Ν. 2112/1920 συνιστά «ισοδύναμο [προς τη ρήτρα 5 Οδηγίας 1999/70/ΕΚ] νομοθετικό μέτρο» προϋπάρχον αυτής και των Π.Δ. που εκδόθηκαν σε συμμόρφωση προς την Οδηγία, το οποίο πρέπει, μετά τη θέση σε ισχύ της Οδηγίας, να εφαρμόζεται τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα. Περαιτέρω, στην απόφαση αυτή γίνεται δεκτό ότι το άρθρο 103 του Συντάγματος δεν αποκλείει την εφαρμογή του άρθρου 8 παρ. 1, 3 Ν. 2112/1920, κατά τα ανωτέρω, και τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό από το Δικαστή των συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου ως συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου, εφόσον καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του εργοδότη, καθώς το άρθρο 103 παρ. 8 Σ απαγορεύει μόνο την εκ του νόμου μετατροπή των «γνήσιων» συμβάσεων ορισμένου χρόνου ή έργου (δηλαδή αυτών που πράγματι καλύπτουν πρόσκαιρες, απρόβλεπτες ή επείγουσες ανάγκες του εργοδότη, κατά το άρθρο 103 παρ. 2 Σ) σε συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου και όχι την αναγνώριση από το Δικαστή ότι οι συμβάσεις που ψευδεπίγραφα χαρακτηρίζονται ως ορισμένου χρόνου ενώ καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του εργοδότη συνιστούν συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου. Περαιτέρω, λίγες μόλις ημέρες μετά τη δημοσίευση της απόφασης αυτής, στις 4-7-2006, δημοσιεύθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) στην υπόθεση C-212/04 (Αδενέλερ κ.λπ. κατά ΕΛ.Ο.Γ.), η οποία ερμηνεύει την Οδηγία 1999/70/ΕΚ για την εργασία ορισμένου χρόνου. Με την απόφαση αυτή, η οποία έχει καθοριστική σημασία για κάθε Δικαστήριο και Αρχή σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιβεβαιώθηκε ουσιαστικά και σε επίπεδο ΔΕΚ η υπ’ αριθμ. 18/2006 απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου. Συγκεκριμένα, με την απόφαση αυτή του ΔΕΚ αναγνωρίζεται ότι «[…] το ευεργέτημα της σταθερότητας της απασχόλησης θεωρείται μείζον στοιχείο της προστασίας των εργαζομένων, ενώ μόνο σε ορισμένες περιστάσεις μπορούν οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου να ανταποκριθούν στις ανάγκες τόσο των εργοδοτών όσο και των εργαζομένων» και διευκρινίζεται ότι η Οδηγία 1999/70/ΕΚ προβλέπει ορισμένες διατάξεις ελάχιστης προστασίας προς αποφυγή της προσωρινότητας της καταστάσεων των εργαζομένων (σκ. 62-63) και ότι η υποχρέωση εισαγωγής στην έννομη τάξη των κρατών μελών ενός ή περισσότερων μέτρων από αυτά που απαριθμούνται στη ρήτρα 5 τελεί υπό τον όρο της μη ύπαρξης ήδη στο οικείο κράτος μέλος ισοδύναμων νομοθετικών μέτρων για την αποτελεσματική πρόληψη της καταχρηστικής χρησιμοποιήσεως συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου (σκ. 65). Περαιτέρω, αντιμετωπίζεται οριστικά το ζήτημα της εφαρμογής της Οδηγίας και στο δημόσιο τομέα. Διευκρινίζεται δε ότι το εκ του νόμου επιβεβλημένο ή προβλεπόμενο της σύναψης συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου δεν συνιστά αφ’ εαυτού αντικειμενικό λόγο σύναψης τέτοιων συμβάσεων (σκ. 58 επ.), όπως στο παρελθόν γινόταν δεκτό κατά την κρατούσα στην ελληνική νομολογία άποψη. Διαπιστώνεται μάλιστα ότι «[…] στην πράξη υπάρχει κίνδυνος να καταστρατηγηθεί ο σκοπός του άρθρου 21 του νόμου 2190/1994 [όπως και άλλων διατάξεων για τη σύναψη συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου στο δημόσιο τομέα] καθόσον, αντί να χρησιμοποιηθεί το άρθρο αυτό απλώς ως βάση για τη σύναψη συμβάσεων ορισμένου χρόνου προοριζομένων να καλύψουν προσωρινές μόνον ανάγκες, φαίνεται ότι χρησιμοποιείται για τη σύναψη τέτοιων συμβάσεων που αποσκοπούν στην πραγματικότητα να καλύψουν «πάγιες και διαρκείς ανάγκες»» καθώς και ο «[…] καταχρηστικό[ς] χαρακτήρα[ς], κατά την έννοια της συμφωνίας πλαισίου, της χρησιμοποιήσεως […] του εν λόγω άρθρου 21 ως βάσεως για τη σύναψη συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου που αποσκοπούν, στην πραγματικότητα, να καλύψουν «πάγιες και διαρκείς ανάγκες» (σκ. 99). Ορίζεται, επίσης, ότι «η εν λόγω συμφωνία πλαίσιο εμποδίζει την εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας η οποία απαγορεύει απολύτως, στον δημόσιο τομέα και μόνον, τη μετατροπή σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου μιας σειράς διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου οι οποίες, στην πραγματικότητα, αποσκοπούσαν στην κάλυψη «παγίων και διαρκών αναγκών» του εργοδότη και πρέπει να θεωρηθούν καταχρηστικές» (σκ. 105). Τέλος, εξαίρει το ΔΕΚ την υποχρέωση των εθνικών δικαστηρίων (όταν ορισμένη Οδηγία δεν παράγει άμεσο αποτέλεσμα) να ερμηνεύουν το εθνικό δίκαιο κατά το μέτρο του δυνατού υπό το φως του κειμένου και του σκοπού της επίμαχης Οδηγίας και τονίζει ότι η υποχρέωση αυτή αφορά στο σύνολο των διατάξεων του εθνικού δικαίου, τόσο των προγενέστερων όσο και των μεταγενέστερων της Οδηγίας περί της οποίας πρόκειται. Διευκρινίζεται δε ότι πρέπει συναφώς να προκρίνεται η ερμηνεία των εθνικών κανόνων που είναι πλέον σύμφωνη προς το σκοπό της Οδηγίας (σκ. 106 επ.), δηλαδή αυτή που διασφαλίζει την κατά το δυνατόν αποτελεσματικότερη προστασία των εργαζομένων.

Είναι προφανές ότι μετά τις πολύ σημαντικές αποφάσεις αυτές, δεδομένου ότι ξεκαθάρισαν οριστικά το σχετικό νομικό ζήτημα, διευκολύνθηκε η πιθανολόγηση του βασίμου των αιτημάτων συμβασιούχων εργαζομένων, ενώ αναμφίβολος βέβαια είναι ο επικείμενος κίνδυνος σε περίπτωση ανεργίας. Συνακόλουθα, τα αιτήματα των εργαζομένων για παροχή σε αυτούς προσωρινής δικαστικής προστασίας με την προσωρινή αποδοχή της εργασίας τους εκ μέρους του εργοδότη τους, γινόταν, μετά την έκδοση των αποφάσεων αυτών συχνότερα δεκτά, πράγμα που προφανώς προκάλεσε τη δυσαρέσκεια, όχι μόνο του Δημοσίου ως εργοδότη αλλά και του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ρωμύλου Κεδίκογλου, που απέστειλε προς όλους τους Δικαστές των Πρωτοδικείων της χώρας την προαναφερθείσα επιστολή.

Ενόψει αυτών και δεδομένου ότι, παρά τη σχετική αναφορά-διαμαρτυρία μας το προαναφερθέν έγγραφο του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ρωμύλου Κεδίκογλου, δεν ανακλήθηκε, σας καλούμε σε συνάντηση που θα οριστεί από κοινού, προκειμένου να συζητήσουμε το μείζον αυτό ζήτημα, που όχι μόνο προσβάλλει κατάφωρα την ανεξαρτησία και το κύρος της Δικαιοσύνης, αλλά αποτελεί ταυτόχρονα και σαφή παραβίαση από την πλευρά του Προέδρου του Αρείου Πάγου της απαγόρευσης του άρθρου 19 παρ. 3 Ν. 1756/1988, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 2 Ν. 1868/1989, κατά την οποία «[ο]ποιαδήποτε οδηγία, σύσταση ή υπόδειξη σε δικαστικό λειτουργό για ουσιαστικό ή δικονομικό θέμα σε συγκεκριμένη υπόθεση ή κατηγορία υποθέσεων είναι ανεπίτρεπτη και συνιστά πειθαρχικό αδίκημα».

Ο Πρόεδρος
Γιάννης Παναγόπουλος

Ο Αν. Γενικός Γραμματέας
Μανώλης Κοντοπάνος

ΣΥΝΗΜΜΕΝΑ:
1. Υπ’ αριθμ. 356/26-9-2006 έγγραφο του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ρωμύλου Κεδίκογλου, προς τους Προϊσταμένους όλων των Πρωτοδικείων της χώρας, κοινοποιούμενο προς όλους τους Προέδρους Πρωτοδικών και Πρωτοδίκες.
2. Υπ’ αριθμ. 1824/11-10-2006 Αναφορά-Διαμαρτυρία Γ.Σ.Ε.Ε.
3. Από 12/10/2006 έγγραφο Ένωσης Ελλήνων Εργατολόγων.
4. Από 19/10/2006 Δελτίο Τύπου – Ψήφισμα Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης.
5. Άρθρο 19 Ν. 1756/1988.
6. Υπ’ αριθμ. 18/2006 απόφαση πλήρους Ολομέλειας Αρείου Πάγου.
7. Απόφαση Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) στην υπόθεση C-212/04 (Αδενέλερ κ.λπ. κατά ΕΛ.Ο.Γ.).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



 

 

 

 

 

 

 Επιστροφή  Κορυφή σελίδας

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η με οποιονδήποτε τρόπο αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου της εφημερίδας, χωρίς την γραπτή άδεια του εκδότη. Κάθε δημόσια αναφορά στο περιεχόμενο της συνεπάγεται και αναφορά του ονόματός της, όπως η δημοσιογραφική δεοντολογία επιτάσσει.

 

 

[Αρχική σελίδα]  [Αγορά Εργασίας]  [Επιχειρηματικότητα]  [Προσλήψεις στο Δημόσιο]  [Εκπαίδευση]  [Σεμινάρια]  [Νομοθεσία]  [Βιβλία]
Διεύθυνση: Λ. Ριανκούρ 73, 11524 Αθήνα, email: info@proslipsis.gr , Τηλ: 6949244434
©  2004-2021  proslipsis.gr, All rights reserved