ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER ΤΗΣ PROSLIPSIS.GR
Μάθετε πρώτοι τα νέα ...

  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
 

 
Βάλτε Αγγελία      Δείτε Αγγελίες      Newsletters       
  Επικοινωνία     
 
 
 
 
 
 
 
 

 
  Οργάνωση - Διοίκηση Επιστροφή    
Η συνέντευξη Παυλόπουλου για τους συμβασιούχους (14/11/06)


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ 14.11.2006


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗ κ. ΠΡΟΚΟΠΗ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΩΝ

Δίνω αυτή τη συνέντευξη Τύπου για να παράσχω ορισμένες διευκρινίσεις ως προς τα θέματα τα οποία έχουν προκύψει προσφάτως στο ζήτημα των συμβασιούχων, κάνοντας μια ανασκόπηση του όλου ζητήματος και εκθέτοντας την κατάσταση όπως είχε και όπως έχει σήμερα.

Πρώτα - πρώτα θέλω να εκφράσω πραγματικά τη συμπάθειά μου - και εκ μέρους της Κυβέρνησης, και εκ μέρους μου προσωπικώς, ως Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης - για το πρόβλημα το οποίο έχει δημιουργηθεί. Και ιδίως για την κατάσταση των ανθρώπων, οι οποίοι αντιμετωπίζουν και οικονομικά προβλήματα.

Συμπάσχουμε και συμπάσχω. Γιατί στόχος μας ήταν να λύσουμε - και λύνουμε - το πρόβλημα χωρίς να αφήσουμε εκκρεμότητες. Πρώτα όμως πρέπει να δώσουμε την πραγματική διάσταση του προβλήματος. Και σε ό,τι αφορά το παρελθόν και σε ό,τι αφορά το παρόν. Αλλά και σε ό,τι αφορά την πορεία για το μέλλον.

Η κατάσταση έχει ως εξής: Το μεγάλο ζήτημα των συμβασιούχων, όπως όλοι γνωρίζουμε, δημιουργήθηκε ιδίως από τις Κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Οι Κυβερνήσεις αυτές - παρακάμπτοντας μαζί με τις διαδικασίες του ΑΣΕΠ και κάθε έννοια αξιοκρατίας – προσλάμβαναν - ή ωθούσαν φορείς να προσλάβουν - συμβασιούχους εκτός διαδικασιών ΑΣΕΠ και διαιώνιζαν την ομηρία των συμβασιούχων από εκλογή σε εκλογή.

Αυτό το γνωρίζουν όλοι και το ομολογούν σήμερα ακόμα και τα ίδια τα στελέχη του ΠΑ.ΣΟ.Κ.

Η κατάσταση επιδεινώθηκε, όχι μόνο πια για τους συμβασιούχους αλλά για την ίδια τη Χώρα μετά το 1999. Και επιδεινώθηκε γιατί εκδόθηκε στο μεταξύ η γνωστή κοινοτική οδηγία, η οποία επέβαλε στα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διευθετήσουν αμέσως το ζήτημα των συμβασιούχων και τις εκκρεμότητες που είχαν προκύψει.

Θυμάμαι τότε, ως Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος, πως είχαμε κάνει επανειλημμένες παραστάσεις σε όλους τους Υπουργούς Εσωτερικών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. - αρχικά στην κ. Παπανδρέου, μετέπειτα στον κ. Σκανδαλίδη - ότι το ζήτημα έπρεπε να λυθεί για δύο, κυρίως, λόγους, πέρα από τον κοινωνικό που ήταν και ο βασικός.

Πρώτον, γιατί έπρεπε να προσαρμοστούμε στο κοινοτικό δίκαιο. Και, δεύτερον, διότι ολοκληρωνόταν η διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος και, όπως όλοι γνωρίζουν, η διαδικασία αυτή οδηγούσε στην υιοθέτηση διάταξης - που όλα σχεδόν τα Κόμματα υιοθετήσαμε από κοινού – η οποία δεν επέτρεπε πλέον τις αυτόματες μονιμοποιήσεις, προκειμένου να διασφαλίσουμε την αξιοκρατία καθώς επίσης και την αρμοδιότητα του ΑΣΕΠ.

Είχαμε λοιπόν ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, ιδίως μετά το 1999. Είχαμε κοινοτική υποχρέωση στην οποία έπρεπε να προσαρμοστούμε. Και είχαμε και συνταγματικό, πλέον, εμπόδιο ότι οι μετατροπές δεν μπορούσαν να γίνουν αυτομάτως. Και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ως Κυβέρνηση κώφευε. Εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις, που τις έκανε αποσπασματικά και με κομματικούς όρους, άφησε το θέμα των συμβασιούχων στην τύχη του.

Γνωρίζαμε προεκλογικά ότι ως Κυβέρνηση, εφ' όσον μας εξέλεγε ο Ελληνικός Λαός, θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα. Γι’ αυτό και ο κ. Κώστας Καραμανλής πριν από τις εκλογές έκανε τη γνωστή δήλωση, για την οποία τόση παραπληροφόρηση υπάρχει.

Έχοντας συνάντηση τότε με το Συντονιστικό των συμβασιούχων ο κύριος Καραμανλής δήλωσε ρητώς - και αυτή η δήλωση έχει τη σημασία της - αμέσως μετά τη συνάντηση, ότι ως Κυβέρνηση θα φροντίζαμε να γίνουν αορίστου χρόνου όλοι εκείνοι οι συμβασιούχοι οι οποίοι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Και αυτό όχι για λόγους δημαγωγικούς ή λόγους προεκλογικούς, αλλά επειδή υπήρχε το κοινωνικό πρόβλημα και η κοινοτική υποχρέωση. Δηλαδή, από την μια πλευρά σεβασμός του Συντάγματος και από την άλλη του κοινοτικού δικαίου. Όταν βγήκε αυτή η ανακοίνωση, μετά τη συνάντηση με το Συντονιστικό των συμβασιούχων - και αυτή η δήλωση υπάρχει πάντοτε - δεν υπήρξε καμία αναφορά σε κανέναν αριθμό, γιατί κανείς δεν μπορούσε να προσδιορίσει τον αριθμό. Και ουδέποτε, το τονίζω, από την πλευρά της Κυβέρνησης, ιδίως όταν εγώ ανέλαβα Υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μίλησα για οποιονδήποτε αριθμό.

Ξανατονίζω λοιπόν ότι αυτά τα περί 250.000 συμβασιούχων αποτελούν προπαγάνδα, δεδομένου ότι όλοι γνωρίζουν - και πολύ περισσότερο οι τότε κυβερνώντες - ότι οι συμβασιούχοι ούτε ήταν ούτε είναι, ούτε μπορούσαν να είναι 250.000. Και το απέδειξε η διαδικασία του ΑΣΕΠ, η οποία ακολουθήθηκε στη συνέχεια.

Όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση του Τόπου αμέσως, χωρίς να αφήσω ούτε ένα μήνα - ήταν η πρώτη μου πράξη ως Υπουργού Εσωτερικών - επισκέφτηκα την ΑΔΕΔΥ για πρώτη φορά, και έθεσα τις βάσεις για να λύσουμε το πρόβλημα και να φανούμε συνεπείς προς την εξαγγελία την οποία είχαμε κάνει.

Και ακολούθησα τη διαδικασία του διατάγματος και όχι της νομοθετικής ρύθμισης. Γιατί; Γιατί αν ακολουθούσα τη διαδικασία της νομοθετικής ρύθμισης θα έπρεπε να πάρω το ρίσκο - και εγώ και η Κυβέρνηση συνολικά - η διάταξη την οποία θα ψηφίζαμε να κηρυχθεί, παραδείγματος χάριν, αντισυνταγματική από το Συμβούλιο της Επικρατείας, αφού, στο μεταξύ, είχε ψηφισθεί το νέο Σύνταγμα και δεν επιτρεπόταν ελεύθερα πλέον η μετατροπή των συμβάσεων.

Όπως επίσης θα μπορούσαν να προκύψουν προβλήματα και με το κοινοτικό δίκαιο. Έπρεπε να έχω έναν ασφαλή οδηγό. Οδηγό και για τους εργαζομένους αλλά και για την Κυβέρνηση. Ο οδηγός δε αυτός ήταν το αρμόδιο δικαστήριο το οποίο, όπως είναι γνωστό, προκειμένου για προεδρικά διατάγματα, δεν είναι άλλο από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο επεξεργάζεται το διάταγμα και αποφαίνεται αν είναι σύμφωνο και με το Σύνταγμα και με το κοινοτικό δίκαιο.

Ακολούθησα, λοιπόν, αυτή την οδό και εγώ και η Κυβέρνηση για λόγους ασφάλειας και σεβασμού της συνταγματικής νομιμότητας και του κοινοτικού δικαίου.

Το λέω αυτό γιατί τότε είχε τεθεί το ερώτημα, γιατί δεν προχωράμε σε νομοθετική ρύθμιση. Γιατί σήμερα θα είχαν προκύψει τεράστια συνταγματικά προβλήματα με αποτέλεσμα η διαδικασία να συνεχίζεται ακόμη.

Προς το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δε που μου πρότεινε τότε τη νομοθετική ρύθμιση έχω να αντιπροτείνω το εξής επιχείρημα: Το ίδιο, όταν θέλησε - υποτίθεται - να λύσει το πρόβλημα ποια οδό ακολούθησε; Ακολούθησε ποτέ το ΠΑ.ΣΟ.Κ. τη νομοθετική οδό; Όχι βέβαια. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. το 2003 ακολούθησε την οδό του διατάγματος. Του γνωστού διατάγματος Ρέππα - Σκανδαλίδη (81/2003). Αν ήταν καλύτερη η νομοθετική οδός γιατί δεν την ακολούθησε τότε;

Και το κυριότερο για το ΠΑ.ΣΟ.Κ., που σήμερα κόπτεται: Το διάταγμα Ρέππα – Σκανδαλίδη δεν έκανε ούτε έναν - μα ούτε έναν - συμβασιούχο αορίστου χρόνου. Τα λέω αυτά γιατί σήμερα βλέπω την Αξιωματική Αντιπολίτευση να έχει πολλές ιδέες. Δεν το έχω καταλάβει αυτό. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. μόνο όταν είναι στην Αντιπολίτευση έχει τις ιδέες; Όταν είναι Κυβέρνηση αντιπαρέρχεται τα προβλήματα;

Και θα πρέπει να πω και τούτο – το οποίο δεν αποτελεί κριτική προς καμία πλευρά, αλλά είναι μία απλώς διαπίστωση: Όταν ψηφίσθηκε το διάταγμα Ρέππα - Σκανδαλίδη, το διάταγμα 81/2003, όπως προανέφερα, δεν έγινε κανένας απολύτως συμβασιούχος αορίστου χρόνου. Θυμάμαι τις διαμαρτυρίες του Συντονιστικού των συμβασιούχων και άλλων. Δεν θυμάμαι όμως να είχε δοθεί έμφαση σε αυτό τον αγώνα των ανθρώπων που τότε είχαν μείνει εκτός ρύθμισης στο σύνολό τους.

Χαίρομαι βέβαια γιατί σήμερα αναδεικνύονται τα ζητήματα. Γιατί πρέπει να αναδεικνύονται, αφού ευαισθητοποιούνται έτσι περισσότερο και οι Κυβερνήσεις και οι Αντιπολιτεύσεις και όλοι. Αλλά όταν διαχρονικά υπάρχει η πίεση για τα κοινωνικά προβλήματα, τότε είναι καλύτερα για όλους. Γιατί εάν δεν είναι διαχρονική η πίεση, τότε, από εκεί και πέρα, και η κριτική που γίνεται δεν έχει την αξιοπιστία που θα μπορούσε να έχει.

Λέω, λοιπόν, αυτή τη στιγμή, ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ., πριν από το 2004, δημιούργησε το πρόβλημα. Και παρά τις κοινοτικές επιταγές και τα προβλήματα που συνδέονται με την Αναθεώρηση του Συντάγματος δεν έκανε απολύτως τίποτα, με αποκορύφωμα το π.δ. 81/2003, το οποίο δεν έκανε ούτε έναν συμβασιούχο αορίστου χρόνου. Είναι δε το διάταγμα που μας εξέθεσε - και το λέω στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. που θέλει να μας δώσει και μαθήματα εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου - και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Γιατί είναι γνωστό ότι υπήρξε προσφυγή κατά του διατάγματος και μέσω παραπομπής από το Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ήρθε το ζήτημα στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το οποίο εξέδωσε τη γνωστή καταδικαστική απόφαση κατά της Ελλάδας.

Δημιούργησαν λοιπόν το κοινωνικό πρόβλημα, δεν το επέλυσαν ποτέ και μας εξέθεσαν επιπλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σήμερα ανακαλύπτουν τις ιδέες τις οποίες έχουν;

Εμείς θεσπίσαμε το διάταγμα 164/2004, το οποίο μετά επεκτάθηκε, όπως είναι γνωστό, και στους υπόλοιπους φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Το διάταγμα αποτέλεσε αντικείμενο επεξεργασίας από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας. Μάλιστα ζήτησα, ως Υπουργός, να περάσει από την Ολομέλεια για να έχω τη γνώμη του συνόλου του Συμβουλίου της Επικρατείας. Και είναι γνωστό ότι προσαρμόσθηκα στο ακέραιο σε όσα έκρινε η Ολομέλεια. Γιατί η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας είχε να αντιμετωπίσει - και ευχαριστώ για μια ακόμη φορά το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Χώρας - αυτό το πρόβλημα που σας είπα: Εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, αλλά με ένα Σύνταγμα που πλέον δεν επιτρέπει τις αυτόματες μετατροπές των συμβάσεων. Τις απαγορεύει.

Έγινε εκτενής συζήτηση τότε και, το τονίζω, εκδόθηκε το διάταγμα σε πλήρη προσαρμογή προς τις παρατηρήσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ύστερα αυτό το διάταγμα πέρασε από όλα τα στάδια κρίσεων.

Η Commission, όπως ξέρετε, έθεσε την υπόθεση της Ελλάδας στο αρχείο. Παρά τα όσα λένε διάφοροι τώρα, οι οποίοι
«τρέχουν» κάθε φορά. Δεν «έτρεξαν» για το διάταγμα Ρέππα - Σκανδαλίδη ποτέ, σε κανένα Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, σε κανένα Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Και παρά το τωρινό «τρέξιμο» κατά του π.δ. 164/2004 δεν έβγαλαν κανένα αποτέλεσμα. Και η υπόθεση, όπως ξέρετε, έχει τεθεί στο αρχείο, άσχετα με τα όσα λένε. Γιατί το διάταγμα είναι σύμφωνο με το κοινοτικό δίκαιο.

Ο Άρειος Πάγος με πολλές αποφάσεις του, ακόμα και με πρόσφατη, που εκδόθηκε το Φεβρουάριο που μας πέρασε, έκρινε το διάταγμα απολύτως συμβατό και με το συνταγματικό και με το κοινοτικό δίκαιο. Το ίδιο συνέβη και με το Ελεγκτικό Συνέδριο αλλά και με το Συμβούλιο της Επικρατείας. Γιατί, όπως ξέρετε, ασκήθηκε αίτηση ακυρώσεως κατά του διατάγματος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Διότι άλλο η επεξεργασία - που είναι διοικητική επεξεργασία - και άλλο η προσφυγή. Έγινε αίτηση ακυρώσεως στη συνέχεια, όπως ξέρετε. Και το Γ΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας όχι μόνο απέρριψε την αίτηση ακυρώσεως αλλά ούτε καν παρέπεμψε το θέμα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Ξέρετε πολύ καλά ότι με αμετάκλητη απόφασή του έκρινε το διάταγμα - και δικαστικώς αυτή τη φορά - σύμφωνο και με το Σύνταγμα και με το κοινοτικό δίκαιο, οπότε συνεχίσθηκε ομαλά η εφαρμογή του διατάγματος.

Αλλά η Κυβέρνηση, για να είναι συνεπής με όσα είχε πει προεκλογικά, δεν σταμάτησε εδώ. Ως γνωστόν, το διάταγμα, όπως είχαμε πει προεκλογικά, καλύπτει αυτούς οι οποίοι εξυπηρετούν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Αυτών οι συμβάσεις γίνονται αορίστου χρόνου, όπως είχαμε δεσμευθεί. Υπάρχουν όμως και οι άλλοι, οι οποίοι δεν καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Γι’ αυτούς λάβαμε τη μεγαλύτερη δυνατή πρόνοια. Κάτι που κάποιοι αποκρύπτουν. Ποια ήταν η πρόνοια αυτή; Ότι υπήρξε και υπάρχει, μέσω του νόμου 3320/2005, η μεγάλη μοριοδότηση όλων εκείνων που έχουν προϋπηρεσία. Η μοριοδότηση αυτή υπήρχε επί ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Αλλά, πρώτον, έφτανε μόλις στο 40%. Και, δεύτερον, η μοριοδότηση - και προσέξτε αυτή τη λεπτομέρεια - μπορούσε να γίνει μόνο αν ο συμβασιούχος επρόκειτο να καταλάβει θέση, στην οποία ήδη υπηρετούσε. Δηλαδή και μικρή ήταν η μοριοδότηση και κάλυπτε μόνο τη θέση, στην οποία υπηρετούσε ο συμβασιούχος την οποία όφειλε να περιμένει να προκηρυχθεί.

Για να ολοκληρώσουμε τη ρύθμιση την οποία προωθήσαμε και να εξασφαλίσουμε τους συμβασιούχους, λύνοντας άπαξ και δια παντός το πρόβλημα, θεσπίσαμε στο άρθρο 2 του ν.3320/2005 μοριοδότηση 50% και ειδικά για τα ΚΕΠ -τα οποία είναι τόσο χρήσιμος θεσμός και τόσο εξειδικευμένη η δουλειά που κάνουν οι άνθρωποι - ακόμη περισσότερη. 55%. Δηλαδή στο ανώτατο όριο που συνταγματικά είναι επιτρεπτό.

Και όχι μόνο αυτό, αλλά προβλέψαμε ότι η μοριοδότηση αυτή δεν ισχύει μόνο εάν θέσει κανείς υποψηφιότητα για θέση στην οποία ήδη απασχολείται, αλλά για κάθε υπηρεσία, η οποία ζητεί ανθρώπους με παρεμφερή απασχόληση με αυτήν που είχαν ως τότε. Ανοίγοντας έτσι το δρόμο να μετέχουν σε διαγωνισμούς - πάντοτε του ΑΣΕΠ αλλά με αυτή τη μεγάλη μοριοδότηση - όλοι εκείνοι που στο μεταξύ δεν κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Τι μεγαλύτερη και ολοκληρωμένη προστασία από αυτό το σύστημα που καθιερώσαμε;

Και έχει σημασία αυτό που σας λέω τώρα για τη λύση η οποία υπάρχει στο θέμα που έχει προκύψει σήμερα.

Άρα, λοιπόν, η Κυβέρνηση δεσμεύθηκε προεκλογικά, όχι για λόγους δημαγωγικούς, αλλά για λόγους κοινωνικούς και λόγους σεβασμού του Συντάγματος και του κοινοτικού δικαίου, και μέσα σε ένα εξάμηνο είχε ήδη θεσμοθετήσει το νομοθετικό πλαίσιο το οποίο είχε αυτούς τους δύο άξονες: Από τη μια πλευρά γίνονται αορίστου χρόνου όσοι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και από την άλλη καθιερώνεται ισχυρότατη μοριοδότηση 50% ή ακόμα και 55% με γενικευμένη δυνατότητα εφαρμογής σε όλους εκείνους που δεν καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Και ξεκίνησε η εφαρμογή του διατάγματος, όταν - το τονίζω - δεν βρήκαμε ως Κυβέρνηση καμία προετοιμασία στο θέμα αυτό. Βρήκαμε μόνο ένα ΠΑ.ΣΟ.Κ., το οποίο είχε αφήσει τους συμβασιούχους στην τύχη τους και τους
«κουβαλούσε» ομήρους.

Και είναι ψευδέστατο αυτό το οποίο ακούω πολλές φορές, ότι
«τότε όμως ανανεώνονταν οι συμβάσεις και τρώγανε ένα κομμάτι ψωμί οι συμβασιούχοι». Ουδείς απολύθηκε. Ανανεώναμε τις συμβάσεις μέχρις ότου έγιναν αορίστου χρόνου όλοι όσοι πληρούσαν τις προϋποθέσεις. Και τις ανανεώνουμε όπου αυτό είναι εφικτό σύμφωνα με τη νομοθεσία. Γιατί ξέρετε ότι υπάρχουν ανώτατα όρια πολλές φορές. Αλλά, φυσικά, υπάρχει και η μοριοδότηση, για την οποία σας μίλησα προηγουμένως.

Και από εκεί και πέρα ποια ήταν τα αποτελέσματα της εφαρμογής; Ξέρετε ότι για να γίνουν αορίστου χρόνου οι συμβάσεις θα μπορούσα να επιλέξω την υπουργική απόφαση. Κανείς δεν μας επέβαλε να επιλέξουμε το ΑΣΕΠ. Ακολουθήσαμε τη διαδικασία του ΑΣΕΠ - δηλαδή γνώμη του οικείου φορέα και τελική απόφαση του ΑΣΕΠ - για να μην υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία σε ό,τι αφορά την αντικειμενικότητα των κρίσεων.

Μάλιστα αυτή η αρμοδιότητα του ΑΣΕΠ δεν είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένη. Εμείς την προσθέσαμε. Προβλέψαμε ώστε το όργανο εκείνο που κατά το Σύνταγμα είναι ο εγγυητής της διαφάνειας στις προσλήψεις, δηλαδή το ΑΣΕΠ, να προβεί ακόμα και στη μετατροπή των συμβάσεων. Και το ΑΣΕΠ έδωσε πρόσφατα τα αποτελέσματα των συνολικών κρίσεων τις οποίες έκανε. Αυτά τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν παραστατικά τον μύθο και την έκταση της προπαγάνδας, την οποία κάποιοι, ατυχώς, επιχειρούν. Διότι, όπως είναι γνωστό, το σύνολο εκείνων που υπέβαλαν υποψηφιότητα για να γίνουν αορίστου χρόνου, σύμφωνα με τους αριθμούς που έδωσε το ΑΣΕΠ, είναι 72.926. Τόσοι υπέβαλαν. Και ύστερα από κρίση των φορέων και του ΑΣΕΠ έγιναν αορίστου χρόνου, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, σε λιγότερο από 2,5 χρόνια επί των ημερών μας, 32.924 συμβασιούχοι. Συμβασιούχοι που δεν προσλήφθηκαν επί Κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας και επί Κυβέρνησης Καραμανλή.

Αυτή είναι η απάντησή μας. Δηλαδή περίπου οι μισοί. Θα μου πείτε, οι υπόλοιποι; Μα οι υπόλοιποι, σύμφωνα με τα κριτήρια που το Συμβούλιο της Επικρατείας έθεσε και που το κοινοτικό δίκαιο επιβάλει, δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του να εξυπηρετούν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Άρα δεν μπορούσαν να γίνουν αορίστου χρόνου. Και, φυσικά, δεν είπαμε ότι αυτοί θα γίνουν αορίστου χρόνου, γιατί είχαμε δεσμευθεί ότι μόνο όσων καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες θα μετατραπούν οι συμβάσεις. Οι υπόλοιποι όμως έχουν την ισχυρή μοριοδότηση, για την οποία σας μίλησα προηγουμένως.

Ακούω τον τελευταίο καιρό απόψεις, το άκουσα και από τον Πρόεδρο της ΚΕΔΚΕ, ότι πρέπει να διευρυνθεί το διάταγμα Παυλόπουλου σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα να καλύψει και άλλους.

Πρώτα - πρώτα, σε όλους εκείνους που το λένε - γιατί αυτό το είπε και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. με πρόταση νόμου που κατέθεσε - θέλω να πω το εξής: Αφού πίστευαν ότι υπάρχουν αυτές οι δυνατότητες, γιατί επί των ημερών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν είχε γίνει ούτε μια ρύθμιση; Για ποιο λόγο; Και το ρωτώ με όλη την καλοπιστία που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος - και το έχω αποδείξει - απέναντι σε φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως είναι η ΚΕΔΚΕ, την οποία σέβομαι και το γνωρίζει και η ίδια ότι τη σέβομαι στο ακέραιο, γιατί η συνεργασία μας είναι εξαιρετική.

Δεν μπορώ όμως σήμερα να μην κάνω το εξής απλό ερώτημα: Όταν θεσπίσθηκε το διάταγμα 81/2003, το διάταγμα Ρέππα - Σκανδαλίδη, ποια ήταν η άποψη της ΚΕΔΚΕ; Πότε εκδηλώθηκε; Τι ειπώθηκε την εποχή εκείνη; Πότε ζητήθηκε η διεύρυνση του διατάγματος Ρέππα - Σκανδαλίδη; Και γιατί τότε δεν ζητήθηκε αλλά σήμερα ζητείται όταν έχουν γίνει, όπως σας είπα προηγουμένως, πάνω από 32.000 συμβασιούχοι αορίστου χρόνου.

Τι σημαίνει αυτό; Δεν υπονοώ τίποτα, αλλά νομίζω ότι δικαιούμαι μια απάντηση. Δεν είναι δυνατόν, όταν μια Κυβέρνηση αφήνει όλους τους συμβασιούχους ακάλυπτους να σιωπάς και όταν κάνεις 32.000 και πάνω συμβασιούχους αορίστου χρόνου να ζητάς διεύρυνση. Τουλάχιστον η κριτική δεν είναι αξιόπιστη, όπως και να το κάνουμε.

Έρχομαι στο ζήτημα, το οποίο έχει προκύψει γιατί αυτά είναι τα δεδομένα της εφαρμογής τους διατάγματος. Αυτός είναι ο πραγματικός αριθμός, για τον οποίο μπορούμε να μιλάμε. Και τα υπόλοιπα, περί 250.000 και άλλα, είναι προπαγάνδα εκείνων που θέλουν να μηδενίσουν την προσπάθεια μιας Κυβέρνησης, η οποία είναι απολύτως συνεπής με αυτά για τα οποία δεσμεύθηκε. Και δεν μπορεί εκείνοι οι οποίοι δεν έκαναν ούτε έναν αορίστου χρόνου να γίνονται κήνσορες απέναντι σε αυτούς που τουλάχιστον έκαναν 32.000 και πάνω αορίστου χρόνου και μάλιστα χωρίς να φέρουν την ευθύνη ούτε του διορισμού τους ούτε της ομηρίας τους.

Προέκυψε πρόσφατα το ζήτημα με την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Σπεύδω να σας πω ότι, πρώτα – πρώτα, δεν έχει εκδοθεί η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Δεν γνωρίζουμε ποιο είναι το ακριβές περιεχόμενό της. Από τις πληροφορίες που έχουν προκύψει και κυρίως από την πρώτη απόφαση του Τμήματος, που παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια, τον Μάρτιο, βγάζουμε κάποια συμπεράσματα σχετικά με το τι συμβαίνει με την απόφαση αυτή.

Το ζήτημα είναι πώς προέκυψε η απόφαση αυτή και γιατί προέκυψε: Προέκυψε από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Κανείς δεν προκάλεσε το Ελεγκτικό Συνέδριο να βγάλει την απόφαση αυτή. Γιατί και αυτές τις φήμες ακούω από όλους εκείνους, το τονίζω, οι οποίοι
«ψαρεύουν στα ρηχά νερά». Ότι δήθεν η Κυβέρνηση την προκάλεσε, η Κυβέρνηση την επέβαλε και άλλα τινά.

Όπως ξέρετε, από 1/7/2005 το Ελεγκτικό Συνέδριο - και αυτό ήταν μια μεγάλη τομή - για λόγους διαφάνειας, σύμφωνα με το άρθρο 98 του Συντάγματος - και είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένη αυτή η αρμοδιότητά του – προβαίνει σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας των δαπανών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Δηλαδή, ελέγχει αν μια δαπάνη είναι νόμιμη ή όχι σε προληπτικό επίπεδο. Το Ελεγκτικό Συνέδριο βρέθηκε μπροστά στο εξής φαινόμενο όταν ήλεγχε τα παραστατικά πληρωμών ορισμένων – πέντε, έξι, δεν γνωρίζω επακριβώς, πάντως δεν είναι και μεγάλος ο αριθμός των Δήμων αυτών - Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης: Να έχουμε συμβάσεις συμβασιούχων, οι οποίοι δεν είχαν υπαχθεί στο διάταγμα 164/2004, δεν είχαν υποβάλει καν σχετικό αίτημα. Ή, και αν είχαν υποβάλει, είχε απορριφθεί. Άρα συμβάσεις που έγιναν με Δημάρχους, οι οποίοι δήλωσαν ρητώς ότι προσέλαβαν τα πρόσωπα αυτά - γιατί οι προσλήψεις αυτές έγιναν εκτός ΑΣΕΠ, όπως ξέρετε - για να καλύψουν έκτακτες ανάγκες, ως εποχιακοί.

Διότι δεν μπορεί να προσληφθεί μόνιμο προσωπικό εκτός ΑΣΕΠ. Προσλαμβάνεις σε οποιονδήποτε φορέα του Δημοσίου προσωπικό εκτός ΑΣΕΠ μόνο για την κάλυψη εκτάκτων αναγκών. Άρα οι Δήμαρχοι που προσέλαβαν τους ανθρώπους αυτούς - όποτε και αν τους προσέλαβαν - τους προσέλαβαν βάζοντας την υπογραφή τους ότι καλύπτουν έκτακτες ανάγκες.

Και όταν ακόμα τους ανανέωναν - όσες φορές και αν ανανέωσαν την σύμβασή τους - και πάλι βεβαίωναν - γιατί δεν επιτρέπεται διαφορετικά η ανανέωση, και μάλιστα με ποινικές ευθύνες - ότι συνεχίζεται η έκτακτη ανάγκη.

Ορισμένοι από τους ανθρώπους αυτούς προσέφυγαν, όπως είχαν δικαίωμα, στα δικαστήρια. Προσέφυγαν στα πολιτικά δικαστήρια και συγκεκριμένα στο Μονομελές Πρωτοδικείο. Στο Μονομελές Πρωτοδικείο ο ίδιος ο Δήμος, ο οποίος είχε πει ότι προσλαμβάνονται για έκτακτες ανάγκες και ανανεώνονται για έκτακτες ανάγκες, ή δεν προσήλθε καθόλου να υπερασπισθεί το ότι δεν καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, όπως είχε άλλωστε πει, αφού προσλήφθηκαν εκτός ΑΣΕΠ, ή είπε το αντίθετο, ότι δηλαδή καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες.

Βγήκαν οι αποφάσεις αυτές - Μονομελούς Πρωτοδικείου, το τονίζω - δεν ασκήθηκε ούτε έφεση ούτε αναίρεση και έτσι οι αποφάσεις αυτές κατέστησαν αμετάκλητες.
Μπροστά σε αυτό το φαινόμενο βρέθηκε το Ελεγκτικό Συνέδριο. Και το Ελεγκτικό Συνέδριο, με το σκεπτικό που θα δούμε - το οποίο δεν προκαταλαμβάνω – θεωρεί
- αλλά να δούμε γιατί - ότι αυτό δεν μπορούσε να γίνει. Δεν παίρνω θέση υπέρ ή κατά. Γιατί πάντοτε η τακτική μου και ως Υπουργού και ως Καθηγητή υπήρξε μία: Οι δικαστικές αποφάσεις δεν κρίνονται ανάλογα με το αν σου είναι αρεστές ή όχι. Και δεν μπορείς να κάνεις επιλογές.

Εδώ το Ελεγκτικό Συνέδριο, εν Ολομελεία, στο πλαίσιο του άρθρου 98 του Συντάγματος, άσκησε την αρμοδιότητά του. Οιαδήποτε παρέμβαση της Κυβέρνησης, όπως κάποιοι φαίνεται να ζητούν – και μιλώ για το ΠΑ.ΣΟ.Κ. - και μάλιστα προτείνοντας να πούμε ότι αποκλειστικώς αρμόδια για τα θέματα αυτά είναι τα πολιτικά δικαστήρια, θα σήμαινε ωμή παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών.

Ο νόμος που θα ψήφιζα, αν τον ψήφιζα ποτέ, θα ήταν αντισυνταγματικός. Το ίδιο δε το Ελεγκτικό Συνέδριο θα είχε κάθε λόγο, αν ψηφιζόταν αυτός ο νόμος, να μην τον εφαρμόσει και να επεκταθεί το πρόβλημα το οποίο υπάρχει. Γι’ αυτό σας μιλώ για την άγνοια αλλά και την υποκρισία εκείνων που προτείνουν, χωρίς καν να έχουν δει και την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ακόμη, να θεσπίσουμε νομοθετική ρύθμιση, η οποία θα καταργεί ουσιαστικά την αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 98 του Συντάγματος.

Σας είπα λοιπόν, ότι εγώ δεν αντιμετωπίζω την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ούτε από τη μια πλευρά ούτε από την άλλη. Τη βλέπω ως απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου την οποία είμαι υποχρεωμένος να σεβαστώ. Όπως σέβομαι και οποιαδήποτε άλλη δικαιοδοσία.

Ρωτώ όμως - και νομίζω ότι δικαιούμαι να υποβάλω αυτό το ερώτημα - γιατί θα εξηγήσω στη συνέχεια τι μπορεί να γίνει και πώς μπορεί να λυθεί το πρόβλημα αυτό, πέρα από οποιεσδήποτε κραυγές και ψιθύρους και φυσικά όταν δημοσιοποιηθεί και η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου: Εάν υποθέσουμε - παρά το γεγονός ότι, όπως σας είπα προηγουμένως, δεν γίνεται κάτι τέτοιο γιατί η ρύθμιση θα ήταν αντισυνταγματική - ότι προωθούσαμε μια νομοθετική ρύθμιση η οποία έλεγε, ελεύθερα ένα δικαστήριο μονομελούς σύνθεσης μπορεί να μετατρέπει τις συμβάσεις κατ’ αυτόν τον τρόπο σε αορίστου χρόνου σύμφωνα με τα όσα επικαλούνται οι ίδιοι διάδικοι. Αυτή θα ήταν γενική, υποθέτω, και το καταλαβαίνετε αυτό. Για να σκεφθούμε λοιπόν όχι μόνο τους Δήμους, όχι μόνο τις Νομαρχίες, αλλά και τις ΔΕΚΟ ή και άλλες δημόσιες υπηρεσίες.

Άρα θα μπορούσε κάθε ΔΕΚΟ που υπάγεται στο δημόσιο τομέα, να προσλαμβάνει συμβασιούχους με την ίδια λογική, των συμβάσεων ορισμένου χρόνου για την κάλυψη έκτακτων αναγκών, να τους ανανεώνει τη σύμβαση, να προσφεύγουν στο δικαστήριο οι συμβασιούχοι, να συνομολογεί η ΔΕΚΟ - η οποιαδήποτε ΔΕΚΟ, ΔΕΗ, ΟΤΕ κλπ. - ότι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και από εκεί και πέρα να έχουμε μονιμοποιήσεις μέσω αυτής της οδού.

Ρωτώ όλους εκείνους που ασκούν κριτική στην Κυβέρνηση αυτή τη στιγμή, αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο σήμερα, επί των ημερών της Κυβέρνησης Καραμανλή, ποια θα ήταν η θέση τους; Τι θα έλεγαν; Δεν θα έλεγαν ότι βρεθήκαμε μπροστά σε μια μεθόδευση μονιμοποίησης και προσλήψεων κατά παράκαμψη του ΑΣΕΠ;

Έχουν αντιληφθεί τι προτείνουν; Αντιλαμβάνονται, πέρα από την αντισυνταγματικότητα της ρύθμισης, την ωμή παραβίαση της διάκρισης των εξουσιών; Τι φαλκίδευση της αξιοκρατίας και τι φαλκίδευση της αρμοδιότητας του ΑΣΕΠ προτείνουν; Μπορούν να κοιτάξουν κατάματα όλους τους άνεργους αυτή τη στιγμή; Άνεργους με προσόντα και πτυχία, οι οποίοι περιμένουν να βρουν μια δουλειά, όπως την αξίζουν;

Γιατί, όπως ακριβώς πρέπει να τακτοποιήσουμε τους συμβασιούχους, πρέπει από την άλλη πλευρά να μην ανοίγουμε διόδους μέλλοντος που είναι κερκόπορτες εναντίον της αξιοκρατίας και του ΑΣΕΠ και να σεβόμαστε την αγωνία χιλιάδων νέων, οι οποίοι δεν έχουν δουλειά σήμερα. Και δεν μπορούμε, εν ονόματι του λαϊκισμού, να θυσιάζουμε τις ελπίδες των ανθρώπων και την ίδια τη Δημόσια Διοίκηση στο βωμό κομματικών σκοπιμοτήτων.

Αυτή η Κυβέρνηση και εγώ προσωπικά δεν πρόκειται να το πράξουμε. Και όλοι εκείνοι που μου κάνουν κατά καιρούς κριτική ότι δήθεν υπονομεύουμε το ΑΣΕΠ, ας σκεφθούν τι πρόταση υποβάλλουν και ποιες θα ήταν οι συνέπειες αυτής της πρότασης, την οποία τόσο ανέξοδα και απλά κάνουν.

Αυτό λοιπόν που προτείνουν περί νομοθετικής ρύθμισης, και που το έχει πει το ΠΑ.ΣΟ.Κ., δεν μπορεί να γίνει και για λόγους συνταγματικούς και για λόγους ουσίας. Για λόγους συνταγματικούς γιατί παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών και καταργεί την αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Για λόγους ουσίας, γιατί θα ήταν το τέλος της αξιοκρατίας, το τέλος του ΑΣΕΠ και η κερκόπορτα μέσα από την οποία θα μπορούσε όχι μόνο κάθε Δήμαρχος και κάθε Νομάρχης, αλλά και κάθε μια ΔΕΚΟ να προσλαμβάνει και να μονιμοποιεί χωρίς να τηρούνται αξιοκρατικές διαδικασίες ΑΣΕΠ. Με την απλή συνεννόηση ότι κάποιος προσλαμβάνεται για έκτακτες ανάγκες, καλύπτει, δήθεν, πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Και αυτό επισφραγίζεται από μια απλή πρωτόδικη απόφαση.

Τα λέω προς όλους εκείνους που ξέρω ότι τούτη την ώρα έχουν την αγωνία τους. Που δεν πληρώνονται και οι οποίοι έχουν τεράστια προβλήματα. Ας μην τους παραπλανούν οι έμποροι ελπίδων. Και κυρίως οι υπαίτιοι που οδήγησαν στην κατάσταση, η οποία υπάρχει σήμερα. Γιατί λύση υπάρχει, αλλά δεν θέλουν κάποιοι να τη δουν γιατί δεν τους βολεύει. Και η λύση είναι η ακόλουθη:

Πρώτα - πρώτα, είναι γνωστό ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν πληρώνει ορισμένους συμβασιούχους που δεν είναι χιλιάδες όπως λένε μερικοί. Εγώ δεν θα ξαναπώ αριθμό. Ξέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο από τα εντάλματα τα οποία υπάρχουν. Πάντως είναι περιπτώσεις ορισμένων Δήμων που τους ξέρετε και από τις εικόνες της τηλεόρασης. Είναι λίγες περιπτώσεις.

Απλά, αν η μεθόδευση αυτή συνεχιζόταν θα γίνονταν χιλιάδες. Και το ζήτημα είναι ποιοι επιδιώκουν κάτι τέτοιο. Σήμερα είναι λίγες περιπτώσεις που πρέπει να τις αντιμετωπίσουμε γιατί είναι κοινωνικό πρόβλημα.

Ξέρετε ότι η μη πληρωμή οφείλεται στο ότι ζήτησαν να πληρωθούν οι συμβασιούχοι αυτοί από τους Δήμους και οι Δήμοι προσπάθησαν να τους πληρώσουν ως αορίστου χρόνου, πράγμα που το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν δέχθηκε; Τα δεδουλευμένα όμως, ό,τι δηλαδή έχουν δουλέψει μέχρι σήμερα - και έχουν δουλέψει οι άνθρωποι - πρέπει να τα πάρουν.

Και μπορούν να τα πάρουν, διότι ο Δήμος είναι δυνατόν να τους πληρώσει, χωρίς καν να υπάρξει δικαστική προσφυγή. Γιατί και αυτά τα ακούω. Δεν χρειάζεται δικαστική προσφυγή. Μπορεί ο Δήμος να τους πληρώσει με την διαδικασία του αδικαιολόγητου πλουτισμού κατά το άρθρο 904 του Αστικού Κώδικα.

Μπορεί δηλαδή ο Δήμος να πει,
«πρέπει να πληρώσω αυτούς τους ανθρώπους όχι ως αορίστου χρόνου, αλλά με την αρχική σύμβαση και με τον συνδυασμό του περιεχομένου της αρχικής σύμβασης με το άρθρο 904 του Αστικού Κώδικα».

Βεβαίως, θα μου πείτε, θα το δεχθεί το Ελεγκτικό Συνέδριο; Αυτό είναι θέμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Αλλά λέω, και το τονίζω, και αν υποθέσουμε ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρήσει ότι δεν υπάρχει νομική βάση εφαρμογής εδώ του Αστικού Κώδικα, του άρθρου 904 περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, ήτοι και σε θέματα νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, όπως είναι οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η Κυβέρνηση δεσμεύεται άμεσα να φέρει διάταξη, με αναδρομική ισχύ, που να το επιτρέπει αυτό το πράγμα.

Αυτό, προσέξτε, δεν είναι παρέμβαση στο έργο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Γιατί το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν εξέδωσε καμία απόφαση που να λέει ότι δεν μπορούν να πληρωθούν με βάση τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.

Ενδεχομένως μπορεί να πει πως δεν έχει κριθεί ότι επεκτείνεται σήμερα το άρθρο 904 του Αστικού Κώδικα και στις έννομες σχέσεις δημοσίου δικαίου. Πιστεύω ότι δεν θα το πει. Αλλά, αν το έλεγε, θα προβλέπαμε με νόμο ότι αυτό μπορεί να γίνει. Και αυτό, το τονίζω, δεν σημαίνει παρέμβαση στο έργο του.

Άρα η λύση υπάρχει. Μπορούν να πληρωθούν για τα δεδουλευμένα αλλά με την αρχική σύμβαση. Όχι με τη σύμβαση ως αορίστου χρόνου. Και δεσμεύεται η Κυβέρνηση ότι, αν χρειασθεί νομοθετική ρύθμιση, θα το κάνει και αυτό, χωρίς να απαιτηθεί καμία δικαστική παρέμβαση, χωρίς να χρειασθεί καμία προσφυγή σε δικαστήριο. Γιατί δεν είναι δυνατόν τους ανθρώπους να τους οδηγείς στα δικαστήρια για να δικαιωθούν για δεδουλευμένα.

Από εκεί και πέρα, αν η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου θεωρεί ότι δεν είναι δυνατή η μετατροπή, όπως φαίνεται να ακούγεται - γιατί σας είπα δεν έχουμε δει την απόφαση αλλά εικάζουμε από την απόφαση του Τμήματος – ρύθμιση, η οποία να λέει ότι αυτό το πράγμα μπορεί να γίνει, θα ήταν και αντισυνταγματική και θα παραβίαζε κάθε αρχή, όπως σας είπα, αξιοκρατίας. Γιατί θα επεκτεινόταν, και αυτό δεν μπορεί να γίνει. Το τονίζω για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις.

Αλλά μπορεί να γίνει το εξής, με βάση όσα σας είπα προηγουμένως περί μοριοδότησης: Αν πιστεύουν οι Δήμαρχοι στους οποίους υπάρχει το πρόβλημα ότι πράγματι, παραδείγματος χάριν για την καθαριότητα, όπου εργάζονται αυτοί οι άνθρωποι, υπάρχουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, κάλλιστα μπορούν να προκηρύξουν τις θέσεις αυτές τις οποίες έχουν ανάγκη. Ή, αν δεν έχουν τέτοιες θέσεις, εδώ είναι το Υπουργείο Εσωτερικών. Δεσμεύομαι ότι θα εγκρίνω τις θέσεις τις οποίες θέλουν άμεσα.

Και όπως ξέρετε, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, το διαγωνισμό στο πλαίσιο του οποίου υπάρχει μοριοδότηση, τον κάνει ο φορέας, δηλαδή ο Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Να προκηρύξουν, λοιπόν, τις θέσεις που έχουν ή, αν δεν έχουν, εδώ είμαστε να εγκρίνουμε αυτές τις θέσεις. Με μοριοδότηση που, όπως σας είπα προηγουμένως, υπερβαίνει το ποσοστό του ΠΑ.ΣΟ.Κ. την εποχή εκείνη και αγγίζει το 50% σήμερα.

Και που επιτρέπει πολύ ευρύτερα από ό,τι η νομοθεσία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. να γίνει κάποιος αορίστου χρόνου. Να γίνει η προκήρυξη, αλλά να υπάρχει ο έλεγχος της μοριοδότησης από την πλευρά του ΑΣΕΠ.

Γιατί δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν μοριοδοτήσεις και προσλήψεις χωρίς να υπάρχει το όργανο εκείνο το οποίο ελέγχει τη διαφάνεια. Κανένα όργανο του Κράτους, συμπεριλαμβανομένων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δεν είναι υπεράνω του νόμου. Κανένας και εν ονόματι καμίας δικαιολογίας δεν μπορεί να παραβιάζει το Σύνταγμα.

Αυτή η Κυβέρνηση δεν πρόκειται να παραβιάσει το Σύνταγμα. Αυτόματες μετατροπές με σκοτεινές διαδικασίες εν ονόματι ενός εμπορίου ελπίδων και εκμετάλλευσης του πόνου των ανθρώπων, όχι. Αντιμετώπιση του προβλήματος με κοινωνική ευαισθησία και την απαιτούμενη διαφάνεια και αξιοκρατία, ναι.

Άρα: Καταβολή των δεδουλευμένων με βάση την παλιά σύμβαση άμεσα. Και αν χρειαστεί και νομοθετική ρύθμιση εδώ είμαστε. Προκήρυξη των θέσεων εκείνων που οι Δήμαρχοι θεωρούν ότι πρέπει να έχουν γιατί έχουν πραγματικά ανάγκες, ναι. Και, βεβαίως, αν δεν έχουν τις θέσεις, τις εγκρίνουμε. Μοριοδότηση με βάση την κείμενη νομοθεσία που είναι 50%. Και τακτοποίηση των ανθρώπων μέσα από αξιοκρατικές διαδικασίες.

Και αυτό λύνει το πρόβλημα και για το μέλλον. Γιατί να είστε βέβαιοι ότι, αν ακολουθήσουμε αυτή τη διαδικασία και αν βοηθήσουν όλοι προς αυτή την κατεύθυνση, θα σταματήσει αυτή η γάγγραινα του εμπορίου ελπίδων και της ομηρίας των ανθρώπων. Και πρέπει να σταματήσει. Υπέφερε πολύ η κοινωνία. Υπέφεραν πολύ οι εργαζόμενοι, υποφέρουν πολύ οι άνεργοι, ιδίως, από αυτή την κατάσταση. Και πρέπει να τους κοιτάμε στα μάτια την ώρα κατά την οποία αποφασίζουμε.

Αυτή είναι η αλήθεια. Και με αυτό τον τρόπο θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα, αφού προηγουμένως δούμε την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, όπως θα καθαρογραφεί. Γιατί με υποθέσεις εργασίας δεν είναι δυνατόν να δουλεύουμε αυτή την στιγμή.

Στο μεταξύ, το τονίζω, η καταβολή των δεδουλευμένων δεν είναι ανάγκη να περιμένει την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τώρα μπορεί να υπάρξει η λύση που σας πρότεινα.

Αυτά από την δική μου πλευρά. Στην διάθεσή σας αν θέλετε για οποιαδήποτε ερώτηση.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, είναι δυνατόν αυτοί που δουλεύουν στην καθαριότητα των Δήμων, και έχουν συμβάσεις 12 μηνών, το Ελεγκτικό Συνέδριο να λέει ότι δεν γίνονται αορίστου χρόνου;
ΠΡ.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Να ρωτήσω κάτι από την πλευρά μου; Αν είναι έτσι που τα λέτε, τότε αυτοί οι άνθρωποι που δουλεύουν τόσα χρόνια και έχουν αυτές τις συμβάσεις, γιατί δεν υπέβαλαν αίτηση να γίνουν αορίστου χρόνου μέσω του διατάγματος 164/2004;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μπορεί να μην είχαν ενημερωθεί.
ΠΡ.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Θα μου επιτρέψετε να σας πω, λοιπόν, ότι με υποθέσεις εργασίας καμία Κυβέρνηση δεν μπορεί να δουλέψει. Αν υπάρχουν Δήμαρχοι, οι οποίοι δεν ενημέρωσαν τους εργαζομένους τους, όταν εγώ έστειλα ολόκληρη εγκύκλιο - και η εγκύκλιος αυτή έχει σταλεί προς όλους - για να υπαχθούν στο Διάταγμα 164/2004, και δεν τους το ανακοίνωσαν για τους λόγους που αυτοί γνωρίζουν, από εκεί και πέρα δεν μπορεί να
«ζητούν τα ρέστα» ούτε από την Κυβέρνηση ούτε από τους εργαζομένους.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στο Περιστέρι οι συμβασιούχοι κέρδισαν πρωτοδίκως τη μονιμοποίησή τους, αλλά ο Δήμος έκανε ένσταση.
ΠΡ.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Μα με συγχωρείτε, πάρα πολύ, το ξανατονίζω. Αυτή είναι η διαδικασία της μονιμοποίησης που δέχθηκε το Συμβούλιο της Επικρατείας και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Γιατί ξέρετε ότι έχουμε ένα Σύνταγμα που απαγορεύει, μετά το 2001, την αυτόματη μετατροπή. Η διαδικασία ήταν του Διατάγματος. Γιατί κάποιοι δεν την ακολούθησαν; Το ρωτώ.
Αν δεν την ακολούθησαν, δύο τινά μπορεί να συμβούν: Ή δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις οι εργαζόμενοι ή δεν θέλησαν για άλλους λόγους. Αν δεν θέλησαν για άλλους λόγους, ψάξτε τους.
Αλλά πάντως, αυτό δεν είναι θέμα της Κυβέρνησης. Γιατί η Κυβέρνηση έκανε το χρέος της. Αν άλλοι δεν το έκαναν, δεν μπορεί να πετούν και τις ευθύνες πάνω της.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Για τους Δημάρχους υπάρχει παράβαση καθήκοντος;
ΠΡ.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Θα μου επιτρέψετε να πω ότι όλοι μας πρέπει να τηρούμε τη νομιμότητα. Και για καθέναν από εμάς υπάρχει η διαδικασία του ελέγχου για ό,τι κάνουμε. Το τι θα γίνει στην πορεία, αν υπάρχουν περιπτώσεις όπου άλλα δήλωναν όταν προσλάμβαναν ανθρώπους και άλλα έκαναν στην πορεία, γι’ αυτά υπάρχουν αρμόδια όργανα. Εφ' όσον εκείνα το κρίνουν, ας κάνουν ό,τι νομίζουν.
Εγώ, ως Υπουργός, είμαι εδώ για να στηρίζω τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Είμαι εδώ να τους βοηθώ. Και σας είπα προηγουμένως ό,τι θέσεις χρειαστούν για να καλύψουν το πρόβλημα αυτό, θα τις έχουν από την πλευρά του Υπουργείου Εσωτερικών.
Αλλά παρακαλώ και όλους τους Δημάρχους να ξεκινήσουμε μία νέα πορεία. Διότι το ζήτημα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν λύνεται, σε καμία περίπτωση, με προσλήψεις από το παράθυρο. Η αξιοκρατία πρέπει να επικρατήσει παντού.
Και αυτό και για τους ανθρώπους που σήμερα αγωνιούν. Γιατί νιώθω τον πόνο τους. Νιώθω το πρόβλημά τους. Όπως εσείς που βλέπετε την εικόνα και καταλαβαίνετε τι σημαίνει, το ίδιο τη νιώθω και εγώ.
Αλλά πρέπει και να αναζητούμε τους υπευθύνους κάθε φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο και κυρίως να μην αφήνουμε διόδους να διαιωνίζεται αυτή η κατάσταση στο μέλλον.
Και ένα τελευταίο, θα το ξαναπώ. Κάθε φορά που δημιουργείται ένα πρόβλημα καλό είναι ο Τύπος στο σύνολό του να το αναδεικνύει. Να το αναδεικνύει στην ώρα του. Γιατί τότε γινόμαστε όλοι πιο ευαίσθητοι.

Ευχαριστώ πάρα πολύ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



 

 

 

 

 

 

 Επιστροφή  Κορυφή σελίδας

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η με οποιονδήποτε τρόπο αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου της εφημερίδας, χωρίς την γραπτή άδεια του εκδότη. Κάθε δημόσια αναφορά στο περιεχόμενο της συνεπάγεται και αναφορά του ονόματός της, όπως η δημοσιογραφική δεοντολογία επιτάσσει.

 

 

[Αρχική σελίδα]  [Αγορά Εργασίας]  [Επιχειρηματικότητα]  [Προσλήψεις στο Δημόσιο]  [Εκπαίδευση]  [Σεμινάρια]  [Νομοθεσία]  [Βιβλία]
Διεύθυνση: Λ. Ριανκούρ 73, 11524 Αθήνα, email: info@proslipsis.gr , Τηλ: 6949244434
©  2004-2021  proslipsis.gr, All rights reserved