ΥΠΟΥΡΓΕΙΟN ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ, Αθήνα, 2 Ιανουαρίου 2008
¶ρθρο του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη στην ειδική ετήσια έκδοση «Η Ελλάδα το 2008» με τίτλο: «Ένα συγκριτικό πλεονέκτημα»
Ζούμε την εποχή των μεγάλων μεταβολών. Η εμπειρία έχει παραδώσει σκυτάλη στη γνώση και αυτή με τη σειρά της στην πληροφόρηση. Η ταχύτητα πρόσβασης είναι αναπόσπαστη παράμετρος της ανταγωνιστικότητας.
Παρ’ όλα αυτά ορισμένες σταθερές παραμένουν αναλλοίωτες, όπως η κριτική σκέψη, η ανοιχτή αντίληψη, η προσήλωση σε κάποιες αρχές και αξίες, που χωρίς να φρενάρουν την πρόοδο, δεν αφήνουν τον Κόσμο να εκτροχιάζεται σε άμετρες ακραίες επιλογές, που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την ποιότητα της δημοκρατίας μας, τον πυρήνα της ελευθερίας μας, την ανθρωπιά της κοινωνίας μας.
Για ακόμη μια φορά στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον Κόσμο η εκπαίδευση αναδεικνύεται το ασφαλέστερο όχημα προς το μέλλον, εφόσον βεβαίως διαθέτει τα ποιοτικά και σύγχρονα εκείνα χαρακτηριστικά που απαιτούνται για την παραγωγή μίας υψηλού επιπέδου παιδείας.
Η τεχνολογική εξέλιξη από μόνη της, όπως η ίδια η ιστορία αποδεικνύει, δεν συνιστά πρόοδο παρά μόνο αν συμπληρώνεται από την ωρίμανση και την εφαρμογή αντίστοιχων ηθικών και ανθρωπιστικών αξιών που δημιουργούν μέτρο και ισορροπία. Αρμονία, όπως έλεγαν πάντα οι Έλληνες. Το υπερτροφικό πόδι της τεχνολογικής προόδου, όταν συνδυάζεται με ένα ατροφικό πόδι στις ανθρωπιστικές αξίες καθιστά μια κοινωνία ανάπηρη, εύθραυστη, ανέτοιμη να βαδίσει με ασφάλεια προς το μέλλον, συχνά απειλητική ή επικίνδυνη για τις άλλες κοινωνίες γύρω της, αυτοκαταστροφική.
Αυτός ο προβληματισμός απασχολεί έντονα τη σημερινή Ευρώπη. Είναι το κεντρικό θέμα διαλόγου μεταξύ των Επιτρόπων, των Υπουργών Παιδείας, των κυβερνήσεων και σε ένα βαθμό της Κοινωνίας των Πολιτών. Όλοι δέχονται ότι η εκπαίδευση δημιουργεί κοινωνική κινητικότητα, κλείνει το χάσμα μεταξύ φτωχών και πλουσίων. Όλοι παραδέχονται ότι οδηγεί με ευκολία στην απόκτηση μιας θέσης στην αγορά εργασίας. Η γνώση είναι δύναμη. Δημιουργεί πλούτο, υπεραξία, ισότητα ευκαιριών. Το ζήτημα όμως είναι μόνο ζήτημα ανταγωνισμού; Η σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας είναι σημαντικότατη. Δεν είναι όμως ο αποκλειστικός ή έστω ο μοναδικός κύριος στόχος της εκπαίδευσης. Ο απόλυτος στόχος της εκπαίδευσης είναι η Παιδεία. Και παιδεία είναι κάτι υψηλότερο.
Η έννοια «Παιδεία» συμπεριλαμβάνει τη γνώση και την πληροφόρηση, τις νέες δεξιότητες, στοιχεία αναγκαία για την επαγγελματική αποκατάσταση. Συμπεριλαμβάνει όμως και την ηθική, αξιακή, πολιτική διάπλαση του ανθρώπινου χαρακτήρα.
Ενός χαρακτήρα από τον οποίο θα γεννηθεί ο δημοκρατικός πολίτης, ο ευσυνείδητος άνθρωπος, ο γνήσιος πατριώτης. Η ευαίσθητη προσωπικότητα που με το ήθος, την ανθρωπιά και τις αξίες που υπηρετεί θα διασφαλίσει την αρμονία, την ισορροπία, το μέτρο και εν τέλη την πραγματική πρόοδο. Εμφανίζεται ενισχυμένη η τάση στην Ε.Ε. που αντιμετωπίζει την Εκπαίδευση ως ζήτημα ανταγωνισμού, επιδιώκοντας συχνά να παρεμβαίνει ακόμα και στο πεδίο της ξεκάθαρα εθνικής νομοθετικής αρμοδιότητας. Είναι χρέος των κυβερνήσεων και κυρίως των Υπουργών Παιδείας να απαντήσουν προσδιορίζοντας με ακρίβεια την λεπτή κόκκινη γραμμή πάνω στην οποία συναντάται και συνδυάζεται, η εκπαίδευση ως εργαλείο ανταγωνιστικότητας στην αγορά εργασίας με την εκπαίδευση ως εργαλείο απόκτησης πλήρους και ποιοτικής παιδείας.
Κατά το πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών Παιδείας στις Βρυξέλλες μου δόθηκε η δυνατότητα να ξεκαθαρίσω την ελληνική θέση στο δίλημμα βρίσκοντας αρκετούς φίλους και συμμέτοχους των αντιλήψεων μας: Υπογράμμισα ότι η εκπαίδευση για μας είναι δημόσιο αγαθό, που η πολιτεία οφείλει να παρέχει σε όλους δωρεάν. Τόνισα ότι το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ευρώπης μας είναι η πολυμορφία. Δεν πρέπει να κλωνοποιήσουμε τους πολιτισμούς μας αλλά να σεβαστούμε την Ευρώπη των πατρίδων. Πρέπει να αντιστοιχίσουμε αλλά όχι να εναρμονίσουμε -με την έννοια της εξομοίωσης- τα εθνικά εκπαιδευτικά μας συστήματα. Έτσι, δεν θα διασώσουμε μόνο την Ευρώπη των πατρίδων, αλλά θα ενισχύσουμε και από την άποψη του ανταγωνισμού την Ε.Ε., στο επίπεδο της διεθνούς αγοράς. Καθένα π.χ. από τα 27 κράτη-μέλη με τις ιδιαιτερότητές του, τη γλώσσα του, την ιστορία του, τις πολιτικές, πολιτιστικές και οικονομικές του σχέσεις, μιλά με αντίστοιχες αγορές, κοινωνίες, πολιτισμούς, κράτη του κόσμου. Οι Βρετανοί με τους αγγλόφωνους, οι Γάλλοι με τη Γαλλοφωνία, οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι με τη Λ. Αμερική, οι Βέλγοι με τις παλιές τους αποικίες, οι Έλληνες με τα Βαλκάνια, την Μ. Θάλασσα και τη διασπορά τους, κ.λπ.
Διερωτώμαι: δεν θα γινόταν φτωχότερη η κοινή μας πατρίδα η Ευρώπη, αν τη περιορίζαμε σε μια γλώσσα, εξομοιώναμε τα εκπαιδευτικά της συστήματα και τα καθιστούσαμε από παραγωγούς εθνικής και ευρωπαϊκής Παιδείας απλά εργαλεία για την κατοχύρωση μιας θέσης στην αγορά εργασίας; Δεν αμφισβητώ την αξία της επαγγελματικής αποκατάστασης για τη ζωή ενός ανθρώπου. Απλά πιστεύω ότι με την αντιστοίχηση και όχι την εξομοίωση των εκπαιδευτικών μας συστημάτων επιτυγχάνουμε τον ίδιο στόχο χωρίς όμως να υπονομεύουμε την δημιουργικότητα και το δυναμισμό του κάθε εθνικού πολιτισμού, ο οποίος τελικά με τα επιτεύγματα του στο χώρο της ολοκληρωμένης Παιδείας συμπληρώνει και ωθεί προς τα πάνω το ευρωπαϊκό σύνολο.
Οριοθετώντας μ’ αυτό τον τρόπο τη σχέση μας με την Ευρώπη, εμείς οι Έλληνες, όπως και κάθε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε., οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε σε ποια σημεία του εκπαιδευτικού μας συστήματος πρέπει να προσαρμοσθούμε με τις Ευρωπαϊκές κατευθύνσεις και σε ποια θα πρέπει να επιμείνουμε έτσι ακριβώς όπως μάθαμε να κάνουμε από τους πατεράδες μας, συνεχίζοντας και εξελίσσοντας έναν πολιτισμό δυναμικό, που δεν είναι μουσειακό έκθεμα, αλλά έχει να δώσει ακόμα πολλά στην πατρίδα μας και στον κόσμο.
Ο εκσυγχρονισμός του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, η αναπροσαρμογή του, θα πρέπει να είναι συνεχής και ταχεία. Ξεκινώντας από την πρωτοβάθμια και την δευτεροβάθμια εκπαίδευση και συνεχίζοντας στην τριτοβάθμια και στη δια βίου μάθηση.
Βάση της όποιας αλλαγής μπορεί να είναι μόνο η συνάντηση των κοινωνικών δυνάμεων, η συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων, η σύνθεση των διαφορετικών αντιλήψεων. Στην Παιδεία δε χωρούν δογματισμοί, ούτε όμως και αδρανοποιητικές αγκυλώσεις. Μετά από ένα ειλικρινή πολύπλευρο διάλογο είναι αναγκαίο ένα πολιτικό και θεσμικό «διαταύτα», που εντέλει θα κριθεί στην πράξη.
Κινητήριος δύναμη για την όποια εφαρμοσμένη πολιτική είναι η χρηματοδότηση. Η αύξηση των δαπανών για την Παιδεία δε συνδέεται μόνο με τα ποσοστά επί του ΑΕΠ που συνθηματολογικά συχνά ακούγονται και δεν αφορά τα χρήματα που απλά διαχειρίζεται το Υπουργείο Παιδείας.
Η χρηματοδότηση για την Παιδεία κρίνεται σε απόλυτα νούμερα και αφορά τα συνολικά ποσά που δαπανώνται για την εκπαίδευση μέσω του Υπ.Ε.Π.Θ αλλά και άλλων Υπουργείων (Εσωτερικών, Οικονομικών, Ανάπτυξης, ΥΠΕΧΩΔΕ κ.λπ.).
Κανείς δε ισχυρίζεται ότι δε χρειάζονται κι άλλα χρήματα. Κανείς όμως από την άλλη δεν μπορεί να αρνηθεί ότι οι δαπάνες αυξήθηκαν το 1999-2004 κατά 1,3 δις ευρώ και την περίοδο 2004-2007 κατά 2,4 δις ευρώ, ενώ φέτος είναι 6,5% περισσότερες από πέρυσι. Είναι επιτυχία ότι ο σωστός σχεδιασμός του 4ου ΚΠΣ για την εκπαίδευση εξασφάλισε την έγκριση 2,2 δις ευρώ (το 14% δηλ. του συνόλου).
Ένα συμπέρασμα που αβίαστα προκύπτει αν συγκρίνει κανείς την «αποθεωμένη» κατά το παρελθόν «απορροφητικότητα» με την μετρήσιμη «αποτελεσματικότητα» είναι ότι συχνότατα το πρόβλημα στην εκπαίδευση της χώρας μας δεν είναι πρόβλημα έλλειψης πόρων, αλλά ορθολογιστικής και ανταποδοτικής διαχείρισης και αξιοποίησης πόρων. Γεγονός που μας καλεί να ασκήσουμε ένα σύγχρονο management στο χώρο του Υπ.Ε.Π.Θ τόσο σε σχέση με τη στρατηγική όσο και σε σχέση με την εκπαιδευτική καθημερινότητα.
Από την πρώτη μέρα που αναλάβαμε τα καθήκοντα μας επιδιώξαμε ασκώντας αυτό το σύγχρονο management να εκτονώσουμε εντάσεις, να αντιμετωπίσουμε εκκρεμή προβλήματα, να διαχειριστούμε αποτελεσματικά το ανθρώπινο δυναμικό χωρίς όμως ούτε στιγμή να σταματήσουμε την προώθηση στην πράξη μίας σύγχρονης μεταρρυθμιστικής εκπαιδευτικής πολιτικής. Ξεκινώντας από την Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση φροντίσαμε να καλύψουμε τα κενά σε προσωπικό χωρίς να διστάσουμε να κόψουμε αποσπάσεις εκπαιδευτικών από γραφεία της διοικήσεως καθώς και από πολιτικά γραφεία. Στείλαμε ένα ισχυρό μήνυμα στην κοινωνία ότι πρώτα θα διασφαλίζεται ότι και το τελευταίο σχολείο της πιο απομακρυσμένης περιοχής της Ελλάδος θα έχει δάσκαλο ή καθηγητή και βιβλία στην ώρα τους και μετά θα αξιοποιούμε σε διοικητικούς μηχανισμούς τους εκπαιδευτικούς.
Συστήσαμε ειδική επιτροπή και προετοιμάζουμε ένα σύγχρονο λογισμικό ώστε να διασφαλιστεί πριν την έναρξη της επόμενης χρονιάς ότι δε θα υπάρξουν πια κενά εκπαιδευτικών, ελλείψεις βιβλίων και καθυστερήσεις όπως τα προηγούμενα χρόνια. Προχωρούμε στην αξιολόγηση και την ποιοτική εκπαίδευση δασκάλων και καθηγητών. Διευρύνουμε τη χρήση νέων τεχνολογιών στα σχολεία και στηρίζουμε τα προγράμματα αριστείας. Αναβαθμίζουμε την τεχνική και τεχνολογική εκπαίδευση των ΕΠΑΛ-ΕΠΑΣ έχοντας εγκρίνει ήδη τη χρηματοδότηση 120 βιβλιοθηκών δίπλα στα σύγχρονα εργαστήρια καθώς και τη λειτουργία γραφείων διασύνδεσης που διασφαλίζουν ισες ευκαιρίες στις νέες και τους νέους μας για την ένταξή τους στην αγορά εργασίας.
Η προσπάθεια μας είναι δυναμική και διαρκής με στόχο την υψηλή ποιότητα στην παρεχόμενη εκπαίδευση.
Σημαντική είναι η υλοποίηση της πολιτικής μας για το «έξυπνο σχολείο». Ένα σχολείο που εκτός από τους εκπαιδευμένους δασκάλους ή καθηγητές, τα ποιοτικά βιβλία, θα διαθέτει και τα σύγχρονα κτίρια με όλα τα απαραίτητα εποπτικά μέσα. Από τις 15.000 σχολικές μονάδες που διαθέτει περίπου η χώρα μας, 4.500 έχουν ηλικία μεγαλύτερη των 45 ετών. Έχουμε επιδοθεί σε ένα αγώνα δρόμου για να καλύψουμε τα κενά δεκαετιών. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν κατασκευαστεί περίπου 1.400 νέες σχολικές αίθουσες που αντιστοιχούν σε 163 νέες σχολικές μονάδες και στην αναβάθμιση 82 υφιστάμενων σχολείων.
Για την περίοδο που τώρα ξεκινά (2008-2012) διασφαλίσαμε την χρηματοδότηση και προχωρούμε στην κατασκευή 1.233 νέων σχολείων (833 νηπιαγωγεία, 400 Δημοτικά, Γυμνάσια, Λύκεια ΕΠΑΛ) και στην αναβάθμιση 500 παλαιότερων.
Στόχος μας είναι να εξαλείψουμε πλήρως τη διπλοβάρδια, την οποία ούτως ή άλλως έχουμε μειώσει κατά πολύ (στην Αττική από 8.3% το 2004 σήμερα είναι 3% και πανελλήνια στο 3,5%) και να περιορίσουμε περαιτέρω τα μισθωμένα σχολεία που ούτως ή άλλως μειώσαμε τα τελευταία χρόνια (στην περιφέρεια Αττικής από 5.3% στο 1.5% και στην επικράτεια από 7% στο 3.5%).
Για να πετύχουμε σε αυτό το σχεδιασμό χρειαζόμαστε τη συμπαράσταση της τοπικής και της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, η οποία θα πρέπει να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της σε ό,τι αφορά τη συντήρηση των κτιρίων και να διευκολύνει τον Ο.Σ.Κ στην ανεύρεση οικοπέδων για την ανέγερση των σχολείων. Το πρόγραμμά μας για το «έξυπνο σχολείο» διαμορφώθηκε μέσα από 12 πιλοτικά προγράμματα που εφαρμόσαμε σε συνεργασία με πανεπιστήμια της χώρας και το Κ.Α.Π.Ε.
Πρωτοπορώντας σε εθνικό και ευρωπαικό επίπεδο ενσωματώνουμε στα νέα μας κτίρια βιοκλιματικά συστήματα και σύγχρονες ενεργειακές πρακτικές που από μόνες τους προάγουν την περιβαλλοντική συνείδηση του μαθητή, εξοικονομούν ενέργεια και προστατεύουν το περιβάλλον.
Εγκαινιάσαμε πρόσφατα τέτοια μοντέλα σχολείων που ενσωματώνουν φωτοβολταικά συστήματα, αισθητήρες διοξειδίου του άνθρακα, αυτοματισμούς ηλεκτρικών εγκαταστάσεων, πράσινες στέγες, συστήματα φυσικού αερισμού, συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας, οικολογικά υλικά, περιβαλλοντικά διαμορφωμένο αύλιο χώρο. Με τις εφαρμογές μας στο νέο τυπικό δωδεκαθέσιο σχολείο μειώνονται οι αέριες εκπομπές κατά 20.000 κιλά το χρόνο.
Στο τέλος τους πενταετους προγράμματος του 2012 με τα φωτοβολταικά συστήματα και τα βιοκλιματικά να έχουν τοποθετηθεί στο 80% των νηπιαγωγείων και στο 60% των υπολοίπων σχολείων, η συνολική μείωση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε ετήσια βάση θα είναι 7.330 τόνοι και θα παράγεται εναλλακτική ενέργεια 8.497.500 κιλοβατώρες το χρόνο.
Με τον τρόπο αυτό του εξυπνου βιοκλιματικού-περιβαλλοντικού σχολείου δε συμβάλλoυμε μόνο στην προστασία του περιβάλλοντος αλλά και στην καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης στο νέο μαθητή, η οποία συμπληρώνεται και με το πιλοτικό πρόγραμμα ανακλύκλωσης που ξεκινούμε σε 33 σχολεία και θα επεκτείνουμε σταδιακά σ’ ολόκληρη τη χώρα.
Για να κερδίσουμε το χαμένο χρόνο στο θέμα των υποδομών έχουμε ήδη υπογράψει τα πρώτα προγράμματα Σ.Δ.Ι.Τ. ξεκινώντας την κατασκευή 130 νέων σχολικών μονάδων σε όλη την χώρα.
Το πλαίσιο της πολιτικής μας για την τριτοβάθμια εκπαίδευση εναρμονίζεται με τη διαδικασία της Bologna και παρακολουθεί την στρατηγική της Λισσαβόνας χωρίς όμως να εγκαταλείπει την ελληνική πολιτική και πολιτιστική αντίληψη, που θεωρεί την εκπαίδευση, όχι απλό εργαλείο για την ένταξη στην αγορά εργασίας αλλά και μέσο γαι την απόκτηση ολοκληρωμένης παιδείας.
Προχωρούμε τη διαδικασία της αξιολόγησης και έχουμε θέσει ήδη σε εφαρμογή τις πρώτες διατάξεις του νόμου πλαισίου σεβόμενοι απόλυτα την αυτονομία των ΑΕΙ. Πολλαπλό σύγγραμμα, έλεγχος νομιμότητας κρίσεων από τα ίδια τα ΑΕΙ, εφαρμογή του νέου τρόπου ανάδειξης μελών ΔΕΠ, τετραετής προγραμματισμός και εσωτερικοί κανονισμοί αρχίζουν ήδη να διαμορφώνονται και να εφαρμόζονται σεβόμενοι την ιδιαιτερότητα του κάθε ιδρύματος.
Ο νόμος για την έρευνα και την τεχνολογία, έχοντας ήδη συμπεριλάβει τις προτάσεις των ΑΕΙ, επανακατατίθεται άμεσα στη Βουλή προς ψήφιση. Επίσης, ολοκληρώνεται η διαδικασία για την προώθηση του νόμου των μεταπτυχιακών και ξεκινά η λειτουργία κέντρων δια βίου μάθησης πιλοτικά μέσα στα Πανεπιστήμια.
Ανάλογο βάρος δίνουμε στις δομές δια βίου μάθησης, οι οποίες επεκτείνονται σε όλη τη χώρα και εμπλουτίζονται με νέες δραστηριότητες. Σε κάθε περιφέρεια και σχεδόν σε κάθε νομό λειτουργούν Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας κατά του αναλφαβητισμού, Συμβουλευτικές Γονέων που τους προετοιμάζουν να ασκήσουν αποτελεσματικά το ρόλο τους σε σχέση με τους εκπαιδευτικούς, Κέντρα Κατάρτισης Ενηλίκων σε νέες δεξιότητες για να παραμένουν ή να εντάσσονται στην αγορά εργασίας, Ειδικά Σχολεία εντός των φυλακών και Πύλες του Ανοιχτού Πανεπιστημίου στην πρωτεύουσα της κάθε διοικητικής περιφέρειας της χώρας.
Στόχος μας είναι το 2008 να έχει αναπτυχθεί αντίστοιχο δίκτυο γραφείων Νέας Γενιάς σε όλη τη χώρα, που θα επιδιώξουν να προωθήσουν και να αναδείξουν ζητήματα νεανικής επιχειρηματικότητας, ένταξης των νέων στην αγορά εργασίας, αντιμετώπισης κοινωνικών προβλημάτων (ναρκωτικά, αλκοολισμός κτλ), ανάπτυξη δημοκρατικής συνείδησης (Συμβούλια νέων κτλ). Επιδίωξη μας είναι να λειτουργήσουμε στην πράξη το «Παρατηρητήριο του Παιδιού».
Η Γραμματεία Νέας Γενιάς ενεργοποιείται δυναμικά στηρίζοντας την κάθε νεανική προσπάθεια και ευαισθητοποιώντας το σύνολο της κοινωνίας για τα ζητήματα που αγγίζουν το νέο άνθρωπο. Συμπληρωματικά προς την τυπική και τη δια βίου εκπαίδευση και ενόψει του 4ου κοινοτικού πλαισίου στήριξης επιδιώκουμε να αφήσουμε πίσω μας νοοτροπίες προχειρότητας, αποσπασματικότητας και αναποτελεσματικότητας, που έγιναν η αιτία να χαθούν σημαντικές χρηματοδοτικές ευκαιρίες για τη χώρα μας.
Ξεκινούμε την εφαρμογή μίας νέας σύγχρονης ολοκληρωμένης εκπαιδευτικής πολιτικής με το τίτλο: «Έλληνας πολίτης της Ευρώπης-Έλληνας πολίτης του κόσμου». Προσπαθούμε να ξαναδώσουμε νόημα στις λέξεις «Έλληνας», «πολίτης», «πολίτης της Ευρώπης», «πολίτης του κόσμου».
Η στρατηγική αυτή βασίζεται πάνω σε πέντε πυλώνες καινοτόμων εφαρμοσμένων πολιτικών.
Πρώτος πυλώνας είναι η ανθρωποκεντρική εκπαίδευση. Λαμβάνουμε δέσμη μέτρων για τη στήριξη ή την επανένταξη ατόμων με αναπηρία, κοινωνικά ευαίσθητών ομάδων (Αθίγγανοι, Ρομ, Πρόσφυγες, παλιννοστούντες ομογενείς) καθώς και για την εφαρμογή μίας Σύγχρονης Ευρωπαϊκής Μειονοτικής Πολιτικής για τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης.
Δεύτερος πυλώνας είναι η περιβαλλοντική εκπαίδευση για την αειφόρο ανάπτυξη.
Τρίτος πυλώνας η ψηφιακή σύγκλιση που περιλαμβάνει ισότητα στην πρόσβαση, καταπολέμηση του ψηφιακού αναλφαβητισμού, εφαρμογή τηλεκπαίδευσης, κ.λπ.
Τέταρτος πυλώνας είναι η πολυγλωσσία, η γλωσσομάθεια και η ελληνοφωνία, δηλαδή η εισαγωγή και η πιστοποίηση ξένων γλωσσών στα σχολεία, η δημιουργία δικτύου ελληνικών σχολείων στα Βαλκάνια, που θα λειτουργήσουν ως πύλη εισόδου προς τα ελληνικά Πανεπιστήμια και το Διεθνές Πανεπιστημίο Θεσσαλονίκης, καθιστώντας έτσι την Ελλάδα εκπαιδευτικό κέντρο της Ν.Α. Ευρώπης, ενίσχυση ελληνικών εδρών σε ξένα πανεπιστήμια κ.α.
Πέμπτος πυλώνας είναι η σύνδεση της Παιδείας με τον πολιτισμό μας με μία σειρά από δράσεις που ενισχύουν και επικαιροποιούν την πολιτισμική μας συνείδηση προωθώντας παράλληλα και τις Ολυμπιακές ¶ξιες.
Το μίγμα πολιτικής που έχουμε επιλέξει πιστεύω ότι μας επιτρέπει να υλοποιήσουμε άμεσα ένα κομμάτι της στρατηγικής μας, να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά πρακτικά προβλήματα της εκπαιδευτικής καθημερινότητας συνδυάζοντας τα με την κινητικότητα, την προσαρμοστικότητα, την ταχύτητα και την καινοτομία, στοιχεία που μας επιτρέπουν να παρακολουθήσουμε την νέα εποχή διασφαλίζοντας στα παιδιά μας την ευκαιρία όχι μόνο να επιβιώσουν στο διεθνή ανταγωνισμό αλλά και να εξελίξουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά μίας σύγχρονης ελληνοευρωπαϊκής Παιδείας, μιας Παιδείας που αποτελεί πρώτη προτεραιότητα για την κυβέρνηση Καραμανλή.
|