Αθήνα 22.12.2010, 11:22
Μερική έκλειψη του ηλίου θα είναι ορατή στη χώρα μας στις 4 Ιανουαρίου 2011 και, εφόσον οι καιρικές συνθήκες το επιτρέπουν, από τις 9:00 π.μ. στην είσοδο του Ψηφιακού Πλανηταρίου του Ιδρύματος Ευγενίδου (οδός Πεντέλης 11, Π. Φάληρο), θα εγκατασταθούν τηλεσκόπια της Ελληνικής Αστρονομικής Ένωσης, ενώ ερασιτέχνες αστρονόμοι θα βοηθούν τους ενδιαφερόμενους να δουν την έκλειψη μέσα από το τηλεσκόπιο και βέβαια θα μοιράζονται τις γνώσεις και την εμπειρία τους με όλους.
"Με την έναρξη σχεδόν του 2011 μας έρχεται και η πρώτη μερική έκλειψη του Ήλιου στις 4 Ιανουαρίου, οπότε από την Ελλάδα θα δούμε μόνο τα 2/3 του Ηλιακού δίσκου να καλύπτονται από τη Σελήνη. Κι αυτό στη μέγιστη φάση της έκλειψης στις 10:23 π.μ. (ώρα Ελλάδος) και φυσικά εφ’ όσον δεν υπάρχουν σύννεφα στον ουρανό", αναφέρει σε σχετικό σημείωμα ο Διευθυντής του Πλανηταρίου Διονύσης Π. Σιμόπουλος. Και συνεχίζει: "Σχεδόν 12 ώρες νωρίτερα η Γη θα βρίσκεται στο περιήλιο της, στη πλησιέστερη δηλαδή απόστασή της από τον Ήλιο (147.105.721 χλμ.). Η έκλειψη αυτή θα αρχίσει στη 8:40 π.μ. στη Βόρεια Αλγερία, και θα είναι ορατή από την Βόρεια Αφρική, το μεγαλύτερο τμήμα της Ευρώπης και την Κεντρική Ασία".
Σύμφωνα πάντα με τον καθηγητή, οι ηλιακές εκλείψεις συμβαίνουν όταν η Σελήνη περνάει μπροστά από τον δίσκο του Ήλιου και τον καλύπτει είτε μερικώς είτε ολικώς. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι αιτία των ηλιακών εκλείψεων είναι η περιφορά της Σελήνης γύρω από τη Γη και η σκιά που αφήνει πάνω στον πλανήτη μας. Η σκιά αυτή αποτελείται από δύο διαφορετικές περιοχές: έναν εσωτερικό κώνο πλήρους σκιάς, που λέγεται κύρια σκιά και μια περιοχή μερικής σκιάς, που λέγεται παρασκιά.
Όταν παρατηρούμε μια έκλειψη του Ήλιου από μια περιοχή της Γης στην οποία πέφτει η παρασκιά, η Σελήνη καλύπτει ένα μόνο τμήμα του Ήλιου και τότε λέμε ότι πρόκειται για μια μερική έκλειψη του Ήλιου. Όταν όμως κοιτάζουμε τον Ήλιο από μια περιοχή που καλύπτει η πλήρης σκιά της Σελήνης, ο Ήλιος είναι τελείως αθέατος και τότε η έκλειψη του Ήλιου είναι ολική. Η απόσταση όμως της Σελήνης δεν παραμένει πάντα ίδια αφού στη διάρκεια ενός μήνα άλλες φορές μας πλησιάζει και άλλοτε απομακρύνεται από ‘μας.
Το φαινόμενο μέγεθός της Σελήνης κυμαίνεται από 91-106% του φαινομένου μεγέθους του Ήλιου. Οπότε στις περιπτώσεις που το φαινόμενο μέγεθος της Σελήνης είναι από 100-106% μεγαλύτερο από το φαινόμενο μέγεθος του Ήλιου τότε έχουμε ολική έκλειψη του Ήλιου, ενώ όταν είναι μικρότερο (από 91-100%) ο σκοτεινός της δίσκος δεν τον καλύπτει πλήρως αφήνοντας γύρω του ένα φωτεινό δαχτυλίδι. Αυτή είναι η λεγόμενη δακτυλιοειδής έκλειψη του Ήλιου, αν και ορισμένες φορές μία έκλειψη μπορεί να αρχίσει ως ολική και με την πάροδο του χρόνου να εξελιχτεί σε δακτυλιοειδή και το αντίθετο.
Παρ’ όλο, λοιπόν, που η Σελήνη περιφέρεται γύρω από τη Γη μία σχεδόν φορά το μήνα, δεν έχουμε εκλείψεις κάθε μήνα. Για να κατανοήσουμε γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο ας υποθέσουμε ότι μία ευθεία γραμμή περνάει από το κέντρο του Ήλιου και της Γης και εκτείνεται στην άλλη της πλευρά. Αν η Σελήνη στη διαδρομή της γύρω από τη Γη περνούσε ακριβώς πάνω στη γραμμή θα είχαμε εκλείψεις κάθε μήνα και ηλιακές και σεληνιακές. Η Σελήνη όμως δεν ταξιδεύει με αυτό τον τρόπο, αλλά αντίθετα, στην περιφορά της γύρω από την Γη, περνάει είτε πιο πάνω, είτε πιο κάτω από την υποθετική αυτή γραμμή. Όταν τα τρία αυτά σώματα δεν βρίσκονται στην ίδια ευθεία, οι σκιές και της Γης και της Σελήνης χάνονται στο διάστημα και δε γίνονται εκλείψεις.
Το σπουδαίο είναι ότι μια ολική έκλειψη του Ήλιου μπορεί να φανεί μόνο από τη Γη αφού από κανένα άλλο ουράνιο σώμα του Ηλιακού μας Συστήματος δεν παρατηρούνται ολικές ηλιακές εκλείψεις και αυτό λόγω μιας απλής ουράνιας σύμπτωσης που έχει να κάνει με το πως φαίνονται ο Ήλιος και η Σελήνη από την επιφάνεια του πλανήτη μας. Γιατί παρ’ όλο που η διάμετρος του Ήλιου είναι 400 περίπου φορές μεγαλύτερη από τη διάμετρο της Σελήνης, από τη Γη μας φαίνεται ότι τα δύο αυτά σώματα έχουν το ίδιο σχεδόν φαινόμενο μέγεθος επειδή ο Ήλιος είναι 400 περίπου φορές πιο μακριά μας απ' ότι η Σελήνη. Γι’ αυτό αν η Σελήνη ήταν είτε λίγο μικρότερη είτε βρίσκονταν λίγο πιο μακριά μας δεν θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε ποτέ μια ολική ηλιακή έκλειψη.
Αριθμός και διάρκεια εκλείψεων Ο μεγαλύτερος αριθμός σεληνιακών και ηλιακών εκλείψεων που μπορεί να παρατηρηθούν στη διάρκεια ενός χρόνου είναι 7 και ο μικρότερος 2 (οπότε και οι δύο θα είναι οπωσδήποτε ηλιακές). Ο μεγαλύτερος αριθμός σεληνιακών εκλείψεων στη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους δεν υπερβαίνει τις τρεις. Αντίθετα ο μέγιστος αριθμός των ηλιακών εκλείψεων μπορεί να φτάσει τους πέντε. Παρ’ όλα αυτά η παρατήρηση μιας ολικής ηλιακής έκλειψης από μία δεδομένη γεωγραφική περιοχή είναι αρκετά σπάνια και φτάνει κατά μέσον όρο τα 360 χρόνια.
Όσον αφορά τώρα την μέγιστη δυνατή διάρκεια της ολικής φάσης των ηλιακών εκλείψεων αυτή δεν μπορεί να ξεπεράσει τα 7 λεπτά και 31 δευτερόλεπτα (θεωρητικά τουλάχιστον), διάρκεια που όμως δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ μέχρι τώρα, ενώ η μέγιστη παρατηρηθείσα διάρκεια στα τελευταία 1.200 χρόνια ήταν αυτή της 20ης Ιουνίου του 1955 από τις Φιλιππίνες και η οποία έφτασε τα 7 λεπτά και 8 δευτερόλεπτα. Οι εκλείψεις του 1937 και του 1973 ξεπέρασαν επίσης τα 7 λεπτά γεγονός που δεν πρόκειται να ξανασυμβεί μέχρι το έτος 2150. Παρεμπιπτόντως ας σημειωθεί επίσης ότι η διάρκεια των δακτυλιοειδών εκλείψεων είναι μεγαλύτερη και φτάνει τα 12 λεπτά και 24 δευτερόλεπτα.
Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν σήμερα αστρονόμοι που κατόρθωσαν να παρατηρήσουν την ολική φάση μιας ηλιακής έκλειψης επί 74 λεπτά! Το γεγονός αυτό έγινε στη διάρκεια της έκλειψης της 30ης Ιουνίου 1973 με τη βοήθεια ενός αεροπλάνου «Κονκόρντ» που ήταν ειδικά εξοπλισμένο για να μελετήσει τον Ήλιο και πετούσε κατά μήκος του διαδρόμου της σεληνιακής σκιάς! Δεν πρέπει τέλος να ξεχνάμε ότι η όλη διάρκεια μιας ηλιακής έκλειψης είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι η ολική της φάση και συνολικά ξεπερνάει (από την έναρξη της μερικής φάσεώς της μέχρι το τέλος της σ’ ένα συγκεκριμένο τόπο) τις δύο ώρες.
Πρόβλεψη των εκλείψεων Ο υπολογισμός των λεπτομερειών μιας έκλειψης γίνεται σήμερα με μεγάλη ακρίβεια αν και η βασική τους πρόβλεψη δεν είναι κάτι το πρόσφατο και ανάγεται στην αρχαιότητα όταν ανακαλύφτηκε για πρώτη φορά η περιοδικότητά τους που ονομάστηκε Σάρος. Η περίοδος αυτή, των 18 ετών και 11 ημερών, βοηθάει πολύ στην πρόβλεψη των σεληνιακών εκλείψεων όχι όμως και στην ακριβή πρόβλεψη των ηλιακών λόγω της γεωγραφικής τους μετατόπισης.
Υπολογισμοί που έγιναν τον περασμένο αιώνα διαπίστωσαν ότι η μέση διάρκεια της περιοδικότητας μιας σειράς εκλείψεων διαρκεί 1.315 χρόνια που σημαίνει ότι η σειρά των ηλιακών εκλείψεων που διανύουμε τώρα θα τελειώσει με την μερική ηλιακή έκλειψη της 21 Μαρτίου του 2452. Υπολογίζεται ότι κάθε αιώνα συμβαίνουν κατά μέσον όρο 238 ηλιακές εκλείψεις εκ των οποίων οι 84 (35%) είναι μερικές, οι 77 (32%) είναι δακτυλιοειδείς, οι 11 (5%) είναι μικτοί δακτυλιοειδείς και ολικοί και οι 66 (28%) είναι ολικές. Από την Ελλάδα κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα παρατηρήθηκε μία μόνο ολική ηλιακή έκλειψη στις 19 Ιουνίου του 1936 και δύο δακτυλιοειδείς στις 21 Μαΐου του 1966 και στις 29 Απριλίου του 1976. Στη διάρκεια του 21ου αιώνα στην Ελλάδα έχουμε δύο ολικές εκλείψεις (στις 29 Μαρτίου του 2006 στο Καστελόριζο μόνο, και στις 21 Απριλίου του 2088 σε περισσότερες περιοχές) και μία δακτυλιοειδή (την 1 Ιουνίου του 2030). Συνολικά πάντως και σε όλες τις περιοχές της Γης στον 21ο αιώνα θα συμβούν 226 ηλιακές εκλείψεις εκ των οποίων οι 74 θα είναι (για τμήμα τουλάχιστον της διάρκειάς τους) ολικές, ενώ την ίδια περίοδο από τις 144 σεληνιακές εκλείψεις οι 86 θα είναι ολικές.
Εκλείψεις και επιστήμη Από τα μέσα περίπου του περασμένου αιώνα οι μελέτες που έγιναν στη διάρκεια ολικών ηλιακών εκλείψεων προσέφεραν σπουδαίες ανακαλύψεις στη μελέτη του Ήλιου μας και την συμπεριφορά παρόμοιων με αυτόν άστρων. Στη διάρκεια της έκλειψης του 1868, για παράδειγμα, ανακαλύφτηκε στην ηλιακή ατμόσφαιρα η ύπαρξη ενός άγνωστου μέχρι τότε χημικού στοιχείου που ως εκ τούτου ονομάστηκε ήλιο, ενώ μόλις το 1895 η ύπαρξη του στοιχείου αυτού επιβεβαιώθηκε και πάνω στον πλανήτη μας. Το σπουδαίο είναι ότι το ήλιο είναι το δεύτερο, μετά το υδρογόνο, πιο διαδεδομένο στοιχείο και αποτελεί το 24% περίπου των παρατηρούμενων υλικών του Σύμπαντος.
Οι παρατηρήσεις που έγιναν στη διάρκεια της έκλειψης του 1919 αποτέλεσαν την θεαματική επιβεβαίωση της νεο-παρουσιασμένης τότε Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας του Άλμπερτ Αϊνστάιν. Τα πειράματα που έγιναν απέδειξαν περίτρανα για πρώτη φορά την πρόβλεψη της θεωρίας ότι η ύπαρξη μεγάλων μαζών δημιουργεί βαρυτικά «πηγάδια» τα οποία αναγκάζουν το φως των απόμακρων άστρων να «καμπυλωθεί» όταν περνάει δίπλα τους.
Σήμερα, φυσικά, η επιστημονική μελέτη του Ήλιου και των χαρακτηριστικών του που παρατηρούνταν μόνο κατά την διάρκεια των ολικών εκλείψεων γίνεται πλέον καθημερινά από τα ειδικά ηλιακά αστεροσκοπεία και κυρίως με τη βοήθεια των διαστημικών τηλεσκοπίων και των πολύπλοκων οργάνων τους. Γι’ αυτό και το κυνήγι των ολικών εκλείψεων από τους ειδικούς επιστήμονες σε απρόσιτες περιοχές και τόπους έχει από καιρό πια ατονήσει.
Το θέαμα όμως που προσφέρει το υπέροχο αυτό φαινόμενο συνεχίζει να είναι όπως πάντα ιδιαίτερα ελκυστικό για όλους μας αφού στην πραγματικότητα δεν έχει στη φύση κανέναν ισάξιο αντίζηλο. Γι’ αυτό θα υπάρχουν πάντα χιλιάδες πιστοί που θα ταξιδεύουν σε αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων, σε ξηρά ή σε θάλασσα, για να βρεθούν, έστω και για μερικές μόνο δεκάδες δευτερόλεπτα, για πρώτη ή και για πολλοστή φορά κάτω από τη σκιά της Σελήνης.
Εκλείψεις στην ιστορία Από την αρχαιότητα ακόμη οι ολικές ηλιακές εκλείψεις γοήτευαν πάντοτε τους κατοίκους της Γης μας που αντιδρούσαν με δεισιδαίμονες αντιλήψεις και φόβους χτυπώντας τα τύμπανά τους σε μια απεγνωσμένη και μάταιη προσπάθεια να αποτρέψουν τον «σκοτεινό δράκο» να καταπιεί τελείως το ζωοδότη φωτεινό δίσκο του Ήλιου. Λέγεται μάλιστα ότι, στη διάρκεια της έκλειψης του 840 μ. Χ., ο αυτοκράτορας Λουδοβίκος της Βαυαρίας και γιος του Καρλομάγνου πέθανε από τον φόβο του, με αποτέλεσμα οι τρεις γιοι του να πολεμήσουν μεταξύ τους διαχωρίζοντας τελικά την αυτοκρατορία σε τρία τμήματα που αποτελούν σήμερα τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία!
Η αρχαιότερη αναφορά μιας ολικής ηλιακής έκλειψης προέρχεται από την Κίνα και ανάγεται στο έτος 2138 π.Χ. αν και ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι πρόκειται για μύθο. Η αναφορά αυτή αφορά τους αυλικούς Χσι και Χο που ήσαν αστρονόμοι του αυτοκράτορα της Κίνας και οι οποίοι αποκεφαλίστηκαν επειδή δεν κατόρθωσαν να προβλέψουν την έκλειψη εκείνη. Η επόμενη αναφορά καταγράφηκε και πάλι από Κινέζους και σχετίζεται με την έκλειψη της 3ης Μαΐου του 1375 π.Χ. ενώ μία ακόμη Κινέζικη αναφορά είναι καταγραμμένη πάνω σε οστά των οποίων η χρονολόγηση κυμαίνεται μεταξύ των ετών 1353 και 1281 π.Χ. Ορισμένοι μάλιστα ερευνητές θεωρούν ότι μία αναφορά στην Οδύσσεια του Ομήρου (20, 355) ίσως να σχετίζεται με την ηλιακή έκλειψη της 16ης Απριλίου του 1178 π.Χ.
Στα Ασσυριακά Χρονικά αναφέρεται η έκλειψη της 15ης Ιουνίου του 763 π.Χ. η οποία έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως για τον ακριβή προσδιορισμό διαφόρων ιστορικών γεγονότων σε συνδυασμό με τους καταλόγους διαφόρων βασιλέων και των περιόδων βασιλείας τους. Η έκλειψη μάλιστα αυτή αναφέρεται και στην Παλαιά Διαθήκη (Άμμος, 8/9). Αρκετές είναι επίσης και οι Βαβυλωνιακές αναφορές αν και για ‘μας τους Έλληνες σημαντική είναι η αναφορά του ποιητή Αρχίλοχου (680-640 π.Χ.) για την έκλειψη της 6ης Απριλίου του 648 π. Χ. . Ακόμη όμως πιο σημαντική είναι και η αναφορά του Ηρόδοτου (485-420 π.Χ.) στην Ιστορία του (Ι,74), και του Πλίνιου στο έργο του Naturalis Historia (II,53), όπου περιγράφεται η πρόβλεψη που έκανε ο Θαλής ο Μιλήσιος για την ηλιακή έκλειψη της 28ης Μαΐου του 585 π.Χ. και η οποία είχε σαν αποτέλεσμα το τέλος του εξαετούς πολέμου μεταξύ των Μήδων και των Λυδών.
Δύο χιλιάδες σχεδόν χρόνια αργότερα η ανακοίνωση μιας επικείμενης έκλειψης είχε τα αντίθετα αποτελέσματα. Το 1560 μ. Χ. στη Γαλλία η αναμονή της έκλειψης πανικόβαλε τους κατοίκους σε τέτοιο βαθμό ώστε τσακώνονταν για το ποιος θα εξομολογηθεί πρώτος. Για να ηρεμήσει, λοιπόν, τα πνεύματα ένας ιερέας ανακοίνωσε ότι «η έκλειψη αναβάλλεται για δύο εβδομάδες» έτσι ώστε όλοι οι πιστοί να προφτάσουν να εξομολογηθούν!
Για να γυρίσουμε όμως και πάλι στα δικά μας δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ίππαρχος, που θεωρείται και πατέρας της Αστρονομίας, από δύο παρατηρήσεις της έκλειψης του 130 π.Χ. κατόρθωσε να υπολογίσει την απόσταση της Σελήνης από τη Γη. Με τη βοήθεια της τριγωνομετρίας υπολόγισε ότι η Σελήνη πρέπει να βρίσκεται σε απόσταση 62 περίπου γήινων ακτίνων, όταν η σημερινή επακριβώς μετρημένη τιμή της απόστασης αυτής είναι 60,27 γήινες ακτίνες!
Αργότερα ο χρονικογράφος Λέων ήταν ο πρώτος που περιέγραψε την εμφάνιση του στέμματος στην διάρκεια της έκλειψης της 22ας Δεκεμβρίου του 968 μ. Χ. που την είχε παρατηρήσει από την Κωνσταντινούπολη (άλλοι αναφέρουν την Κέρκυρα). Ορισμένοι άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η πρωτιά αυτή ανήκει στον Πλούταρχο με την περιγραφή της έκλειψης του 71 μ.Χ. Παρ’ όλα αυτά νεώτεροι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η περιγραφή του Πλουτάρχου δεν είναι παρά μία τελείως φανταστική - λογοτεχνική περιγραφή και όχι αποτέλεσμα πραγματικής παρατήρησης.
Το στέμμα περιέγραψε επίσης και ο αστρονόμος Κλάβιος στην έκλειψη της 9ης Απριλίου του 1567, δεν είχε όμως κατανοήσει την πραγματική του φύση, όπως και ο Κέπλερ ο οποίος θεώρησε ότι το στέμμα ήταν η ατμόσφαιρα της Σελήνης. Η εκτίμηση αυτή αποκλείστηκε, φυσικά, με την έκλειψη της 16ης Ιουνίου 1806 όταν οι μετρήσεις που έγιναν απέδειξαν ότι η σεληνιακή ατμόσφαιρα δεν θα μπορούσε να είναι 50 φορές μεγαλύτερη από τη γήινη. Η τελική διαπίστωση πάντως ότι το στέμμα και οι προεξοχές ανήκαν στον Ήλιο, έγινε μετά από προσεχτικές μελέτες στη διάρκεια των εκλείψεων του 1842 και της 28ης Ιουλίου 1851 όταν για πρώτη φορά φωτογραφήθηκαν το στέμμα και οι προεξοχές.
Διάφοροι πάντως συγγραφείς και ιστορικοί των περασμένων αιώνων κατέγραψαν με αρκετές λεπτομέρειες την εμφάνιση του υπέροχου αυτού φαινομένου. Οι αναφορές αυτές είναι σημαντικές για την ιστορία της επιστήμης αλλά και για τον ακριβή εντοπισμό ορισμένων ιστορικών γεγονότων αν και πολλές από τις αναφορές αυτές δεν είναι απολύτως σωστές. Από τις αναφορές αυτές αξιοσημείωτες είναι αυτές που συναντάμε στους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς: - 6 Απριλίου 648 π.Χ. (Ηλίου) Αρχίλοχος (122) - 19 Μαίου 557 π.Χ. (Ηλίου) Ξενοφώντος «Ανάβασις» (ΙΙΙ, 4) - 2 Οκτωβρίου 480 π.Χ. (Ηλίου) Ηροδότου «Ιστοριών» (ΙΧ, 10) - 17 Φεβρουαρίου 478 π.Χ. (Ηλίου) Ηροδότου «Ιστοριών» (VII, 37), Αριστείδης (ΙΙΙ, 581) - 30 Απριλίου 463 π.Χ. (Ηλίου) Πίνδαρ «Θηβαίοις εις Ισμήνιον» (142) - 3 Αυγούστου 431 π.Χ. (Ηλίου) Θουκυδίδου «Ξυγγραφή» (ΙΙ, 28), Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι, Περικλής» (35) - 9 Οκτωβρίου 425 π.Χ. (Σελήνης) Αριστοφάνους «Νεφέλες» - 21 Μαρτίου 424 π.Χ. (Ηλίου) Θουκυδίδου «Ξυγγραφή» (ΙV, 52) - 27 Αυγούστου 413 π.Χ. (Σελήνης) Θουκυδίδου «Ξυγγραφή» (VΙΙ, 50), Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι, Νικίας» (22-23-28), Πολυβίου «Ιστοριών Πρώτη» (9,19) - 15 Απριλίου 406 π.Χ. (Σελήνης) Ξενοφώντος «Ελληνικά» (Ι,6,1) - 3 Σεπτεμβρίου 404 π.Χ. (Ηλίου) Ξενοφώντος «Ελληνικά» (ΙΙ,3,2) - 14 Αυγούστου 394 π.Χ. (Ηλίου) Ξενοφώντος «Ελληνικά» (IV,3,10), Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι, Αγησίλαος» (17) - 13 Ιουνίου 364 π.Χ. (Ηλίου) Διοδώρου «Ιστορική Βιβλιοθήκη» (XV, 80), Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι, Πελοπίδας» (31) - 12 Μαίου 361 π.Χ. (Ηλίου) Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι, Διόν» (19) - 9 Αυγούστου 357 π.Χ. (Σελήνης) Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι, Νικίας» (23), Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι, Διόν» (23-24) - 20 Σεπτεμβρίου 331 π.Χ. (Σελήνης) Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι, Αλέξανδρος» (19), Αριανού «Αλεξάνδρου Ανάβασις» (ΙΙΙ, 7.6), Πτολεμαίου «Γεωγραφία» (Ι, 4) - 15 Αυγούστου 310 π.Χ. (Ηλίου) Διοδώρου «Ιστορική Βιβλιοθήκη» (XΧ, 5) - 20 Μαρτίου 219 π.Χ. (Σελήνης) Πολυβίου «Ιστοριών τα Σωζόμενα» (V, 78, 1) - 19 Οκτωβρίου 202 π.Χ. (Ηλίου) Ζοναράς (ΙΧ, 14) - 21 Ιουνίου 168 π.Χ. (Σελήνης) Πολυβίου «Ιστοριών τα Σωζόμενα» (ΧΧΙΧ, 16), Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι, Αιμίλιος» (16-17), Διογένης Λαέρτιος (ΙV) Καρνεάδης (64)
|