Αθήνα 26.7.2007, 22:02 Κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή για συζήτηση το σχέδιο νόμου: Θεσμικό πλαίσιο Έρευνας και Τεχνολογίας (παρατίθεται παρακάτω).
Με νομοσχέδιο επιχειρείται τόσο η συγκρότηση οριζοντίων οργάνων διοίκησης της Έρευνας, όπως το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ), ο Εθνικός Οργανισμός Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΟΕΤ), η Διϋπουργική Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας (ΔΕΕΤ), όσο και η εισαγωγή σκοπών και κινήτρων για την ενίσχυση της βασικής, της εφαρμοσμένης και της τεχνολογικής έρευνας της χώρας μας, καθώς και η κωδικοποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας για τα ερευνητικά κέντρα του υπουργείου Ανάπτυξης.
Στις βασικές προτεραιότητές του περιλαμβάνεται η συνεργασία των εμπλεκομένων στην έρευνα φορέων (ΑΕΙ/ΤΕΙ, ερευνητικά κέντρα, ιδιωτικοί φορείς), καθώς και η συνεργασία των οργάνων εποπτείας τους (υπουργείο Παιδείας, υπουργείο Ανάπτυξης και άλλα συναφή και συναρμόδια υπουργεία), ώστε να επιτευχθεί αφενός μεν η δημιουργία της απαραίτητης κρίσιμης μάζας στις ερευνητικές ομάδες, αφετέρου δε η εύρυθμη διοικητική τους λειτουργία.
Θεσμοθετείται η συμμετοχή του υπουργείου Παιδείας στη χάραξη εθνικής πολιτικής και στρατηγικής Έρευνας και Τεχνολογίας μαζί με το υπουργείο Ανάπτυξης (ΥΠΑΝ) και τα κατά περίπτωση συναρμόδια υπουργεία. Το υπουργείο Παιδείας είναι συναρμόδιο: - Στη συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας μαζί με το ΥΠΑΝ. - Για τη συγκρότηση και διοίκηση του Εθνικού Οργανισμού Έρευνας και Τεχνολογίας. - Για τη συγκρότηση των επιτροπών για την εκπροσώπηση της χώρας σε διεθνή ερευνητικά, επιστημονικά και άλλα συναφή όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. - Για την κατάρτιση επιτροπών εμπειρογνωμόνων για Έρευνα και Τεχνολογία, σε εθνικό επίπεδο. - Για τη χάραξη πολιτικής και στρατηγικής Έρευνας και Τεχνολογίας, καθώς και για τη χρηματοδότησή της.
Δαπάνες Στο νομοσχέδιο αναγνωρίζεται ότι προϋπόθεση για το στρατηγικό σχεδιασμό της Έρευνας είναι η πρόβλεψη δαπανών για την Έρευνα από τον κρατικό προϋπολογισμό, με βάση τις παρακάτω αρχές: - Την ενίσχυση της βασικής Έρευνας, με κύριο κριτήριο την αριστεία σε επιστήμη και τεχνολογία και την αναβάθμιση της ελληνικής παιδείας. - Τη σύνδεση ερευνητικών προγραμμάτων κοινοπραξιών ερευνητικών κέντρων, Α.Ε.Ι., με επιχειρήσεις, που γίνεται μόνο όπου χρειάζεται. - Την ενίσχυση της εφαρμοσμένης και τεχνολογικής Έρευνας, κυρίως μέσα από μεγάλα προγράμματα τετραετούς διάρκειας σε τομείς εθνικής προτεραιότητας και κατά προτίμηση σε συνεργασία με διεθνείς ερευνητικούς οργανισμούς. - Την ενίσχυση των υποδομών των ερευνητικών κέντρων, η οποία να συνδέεται με τους στόχους της εθνικής και περιφερειακής πολιτικής. - Τη χρηματοδότηση ερευνητικών κέντρων βασιζόμενη σε αξιολόγηση με απλούς δείκτες, ευκόλως επαληθεύσιμους.
Στατιστικά Αποκαλυπτικά της κατάστασης που επικρατεί σήμερα στο χώρο της έρευνας, είναι τα ακόλουθα στατιστικά στοιχεία:
Η χρηματοδότηση της Έρευνας γίνεται κατά 46% στα Α.Ε.Ι., κατά 22% στα ερευνητικά κέντρα και κατά 32% στις επιχειρήσεις. Οι δαπάνες για την έρευνα σήμερα ανέρχονται σε 0,6% του ΑΕΠ, στο οποίο οι επιχειρήσεις συμμετέχουν με 32%. Οι μέσοι όροι για την Ε.Ε. είναι 1,9% και 50% αντίστοιχα. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του σημερινού συστήματος είναι οι μηδαμινές δαπάνες για τη βασική έρευνα από καθαρά εθνικούς πόρους.
Το συνολικό ερευνητικό δυναμικό της χώρας ανέρχεται σε 14.748 ερευνητές. Στα 22 Πανεπιστήμια, 17 Τ.Ε.Ι. και 22 ερευνητικά Πανεπιστημιακά Ινστιτούτα απασχολούνται 10.471 (71% του συνόλου) ερευνητές, στα 13 ερευνητικά κέντρα της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) 2.000 ερευνητικό προσωπικό (14% του συνόλου), και τέλος στον ιδιωτικό τομέα 2.235 ερευνητές (15% του συνόλου). Υπό την εποπτεία της Γ.Γ.Ε.Τ. είναι υπό ίδρυση άλλα δύο ερευνητικά κέντρα στη Δυτική Ελλάδα και την Ήπειρο, ενώ σχεδιάζεται η δημιουργία ενός ακόμη στην Ανατολική Μακεδονία-Θράκη.
* Ακολουθεί το σχέδιο νόμου.
* * *
Σχέδιο Νόμου: Θεσμικό πλαίσιο έρευνας και τεχνολογίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ Ορισμοί και πεδίο εφαρµογής Άρθρο 1 Η ανάπτυξη και η προαγωγή της επιστημονικής έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας, ως τομέων ζωτικού εθνικού ενδιαφέροντος, αποτελεί υποχρέωση του Κράτους, το οποίο και μεριμνά για τη διάθεση των απαιτούμενων πόρων για το σκοπό αυτόν.
Άρθρο 2 Ορισμοί Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου νοούνται: α) «Έρευνα»: Η πρωτότυπη εργασία με την οποία προάγεται η επιστηµονική γνώση σύµφωνα µε διεθνώς αποδεκτές επιστηµονικές μεθόδους ή θεωρίες ή η επεξεργασία νέων θεωριών, ικανών να γίνουν αποδεκτές από τη διεθνή επιστηµονική κοινότητα. β) «Βασική έρευνα»: Η πρωτότυπη θεωρητική ή πειραματική εργασία ελεύθερης επιλογής που διενεργείται πρωταρχικά με σκοπό την απόκτηση νέας γνώσης των υποκειμένων αιτίων και της θεμελίωσης των φαινομένων και των παρατηρήσιμων γεγονότων, ανεξάρτητα από τη δυνατότητα άµεσης πρακτικής εφαρµογής της. γ) «Εφαρμοσμένη έρευνα»: Η πρωτότυπη θεωρητική ή πειραματική εργασία που διενεργείται πρωταρχικά με σκοπό την επίτευξη συγκεκριμένου πρακτικού αποτελέσματος. δ) «Τεχνολογική έρευνα»: Οι συστηµατικές εργασίες που βασίζονται σε υπάρχουσες γνώσεις και αποσκοπούν στην προεργασία για την παραγωγή νέων υλικών, προϊόντων ή διατάξεων, την κατάρτιση νέων διαδικασιών, συστηµάτων ή υπηρεσιών ή την ουσιαστική βελτίωση αυτών που υπάρχουν, για συγκεκριµένες εφαρµογές. ε) «Ανάπτυξη πρωτότυπων πειραματικών συστημάτων»: Η συστηματική εργασία που κατευθύνεται στην παραγωγή νέων υλικών, προϊόντων ή διατάξεων για την εγκατάσταση νέων διαδικασιών, συστημάτων και υπηρεσιών ή για την ουσιαστική βελτίωση αυτών που ήδη έχουν παραχθεί ή εγκατασταθεί. στ) «Τεχνολογική Καινοτοµία»: Η µετατροπή µιας ιδέας σε νέο ή βελτιωµένο αξιοποιήσιµο προϊόν, σε βιοµηχανική ή εµπορική λειτουργική διαδικασία ή σε νέα µέθοδο κοινωνικής εξυπηρέτησης. ζ) «Τεχνολογική ανάπτυξη»: Η ανάπτυξη και µεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας, που αποσκοπούν στην ανάπτυξη της χώρας, με την εφαρμογή μελετών και ερευνητικών προγραμμάτων και τη λήψη των αναγκαίων νοµοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών µέτρων. η) «Έργο»: Η σχεδιασµένη δραστηριότητα έρευνας µε συγκεκριµένο αντικείµενο, µεθοδολογία, χρονοδιάγραµµα εκτέλεσης και προϋπολογισµό δαπανών. θ) «Πρόγραµµα»: Το σύνολο των έργων που αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση συγκεκριµένων ερευνητικών αναγκών σε καθορισµένη χρονική περίοδο. ι) «Ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα» (Α.Ε.Ι.), κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του Συντάγματος: Τα ιδρύματα της ανώτατης εκπαίδευσης, η οποία αποτελείται από δύο παράλληλους τομείς: αα) τον πανεπιστημιακό τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει τα Πανεπιστήμια, τα Πολυτεχνεία και την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και ββ) τον τεχνολογικό τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Τ.Ε.Ι.) και την Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης. ια) «Πανεπιστήμια»: Τα ιδρύματα του πανεπιστημιακού τομέα της Ανώτατης εκπαίδευσης. ιβ) «Ερευνητικός φορέας»: Το νοµικό πρόσωπο δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που έχει ως κύριο σκοπό την επιστηµονική και τεχνολογική έρευνα, σε συνδυασµό µε την πειραµατική ανάπτυξη και επίδειξη, καθώς και τη διάδοση και εφαρµογή των αποτελεσµάτων της έρευνας, µέσω των επιστημονικών δημοσιεύσεων και της οικονοµικής εκµετάλλευσης των αποτελεσµάτων. ιγ) «Τεχνολογικός φορέας»: Το νοµικό πρόσωπο δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που έχει ως κύριο σκοπό την ανάπτυξη τεχνολογικών υποδοµών και δραστηριοτήτων και την παροχή επιστηµονικών, τεχνολογικών και τεχνικών υπηρεσιών προς τρίτους, όπως ιδίως αναλύσεων, µετρήσεων, δοκιµών, πληροφόρησης, συµβουλών ή προστασίας της βιοµηχανικής ιδιοκτησίας. ιδ) «Αξιολόγηση ερευνητικών προτάσεων»: Η διαδικασία που επιτρέπει να διαπιστωθεί η επιστηµονική ποιότητα και αρτιότητα τέτοιων προτάσεων και η ύπαρξη των απαραίτητων συνθηκών για την επιτυχή εκτέλεση ενός έργου. ιε) «Αποτίµηση»: Η διαδικασία που επιτρέπει να διαπιστωθεί η επιστηµονική ποιότητα και πληρότητα των επιµέρους και των τελικών αποτελεσμάτων ερευνητικών προγραµµάτων, ο βαθμός συμβολής των προγραμμάτων αυτών στην πραγµατοποίηση των στόχων του Εθνικού Προγράμματος Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Π.Ε.Τ.), όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 του παρόντος νόμου, καθώς και η τήρηση των συμβατικών υποχρεώσεων ως προς την διαχείριση των πόρων και ιδίως του ανθρώπινου δυναµικού. ιστ) «Σύστημα αξιολόγησης ή και αποτίμησης με κριτές» («peer review» σύστημα αξιολόγησης): Η αξιολόγηση ερευνητικών προτάσεων και η αποτίμηση ερευνητικών αποτελεσμάτων από ειδικούς εμπειρογνώμονες. ιζ) «Ερευνητής»: Το φυσικό πρόσωπο που συμβάλλει στη δημιουργία γνώσης στη βασική και εφαρμοσμένη-τεχνολογική έρευνα και στην ανάπτυξη πρωτότυπων πειραματικών συστημάτων. ιη) «Ευρωπαϊκός Χώρος Έρευνας»: Το αποτέλεσμα της συγκέντρωσης των διασκορπισμένων πόρων, καθώς και του καλύτερου συντονισμού και μεγαλύτερης συνοχής των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας στο επίπεδο τόσο των κρατών μελών όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) σύμφωνα με την Ανακοίνωση της Επιτροπής COM(2000) 6 και το Ψήφισμα του Συμβουλίου της 15ης Ιουνίου 2000, (EE L 205, 19.7.2000 σελ.1). ιθ) «Κοινά Ευρωπαϊκά Προγράμματα»: Προγράμματα για την από κοινού, με άλλα κράτη μέλη ή και με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επιστημονική, διοικητική και οικονομική διαχείριση στην βάση της μεταβλητής γεωμετρίας, είτε ως συνέχεια του πλαισίου για τη δικτύωση των εθνικών προγραμμάτων και των έργων ΕRANET είτε ως εφαρμογή των άρθρων 169 και 171 της Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. κ) «Έλληνες επιστήμονες της διασποράς»: Οι Έλληνες επιστήμονες που έχουν εργαστεί ή εργάζονται σε Α.Ε.Ι., ερευνητικούς οργανισμούς και επιχειρήσεις της αλλοδαπής ή σε διεθνείς οργανισμούς επί τρία τουλάχιστον έτη μετά την απόκτηση του διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου. κα) «Συμφωνία κοινοπραξίας»: Συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ συμμετεχόντων στην ίδια δραστηριότητα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης με τη χρήση ενός μέσου του ευρωπαϊκού ή εθνικού προγράμματος πλαισίου για την έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη με σκοπό τη διαχείριση ενός έργου. κβ) «Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών»: Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών που διέπεται από το άρθρο 17 του ν. 3404/2005 (ΦΕΚ 260 Α’). κγ) «Ευρωπαϊκός οδικός χάρτης ερευνητικών υποδομών»: Το εργαλείο στρατηγικής που υιοθετήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2006 από το Φόρουμ για την Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Ανάπτυξη των Ερευνητικών Υποδομών (ESFRI) μετά από εντολή του Συμβουλίου της Ε.Ε. στις 26 Νοεμβρίου 2004 και παρουσιάζει όλα τα προτεινόμενα έργα πανευρωπαϊκής κλίμακας μαζί με τον προϋπολογισμό κατασκευής τους. κδ) «Ευρωπαϊκή Χάρτα του ερευνητή»: Η ανακοίνωση της Επιτροπής που εκδόθηκε στις 11 Μαρτίου 2005 και καθορίζει το ρόλο, τις αρμοδιότητες και τα δικαιώματα των ερευνητών και των εργοδοτών τους ή των δομών που χρηματοδοτούν την έρευνα, ανεξάρτητα από τον τόπο εργασίας τους.
Άρθρο 3 Πεδίο εφαρµογής 1. Οι διατάξεις των κεφαλαίων Β΄ έως και Δ΄ του παρόντος νόμου, όπως κάθε φορά ισχύουν, εφαρµόζονται σε όλους τους εν γένει δικαιούχους ένταξης στο Εθνικό Πρόγραμμα Έρευνας και Καινοτομίας (Ε.Π.Ε.Τ.) κατά τα προβλεπόμενα στo άρθρο 6. 2. Οι διατάξεις του κεφαλαίου Ε΄ του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στους ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς που εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (Γ.Γ.Ε.Τ.) του Υπουργείου Ανάπτυξης, καθώς και σε όσους άλλους φορείς προβλέπεται η εφαρμογή τους από ειδικές διατάξεις του παρόντος ή άλλων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων ή υπουργικών αποφάσεων. Οι διατάξεις του κεφαλαίου αυτού δεν εφαρμόζονται στους ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, δεν εποπτεύονται από τη Γ.Γ.Ε.Τ. 3. Τα υφιστάμενα ανεξάρτητα ερευνητικά ινστιτούτα, ειδικά ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα, ακαδημαϊκά ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα, ερευνητικά πανεπιστημιακά ινστιτούτα, κέντρα τεχνολογικής έρευνας και μεταπτυχιακά ινστιτούτα καθώς και ερευνητικά ιδρύματα συνεχίζουν να διέπονται από τις ιδρυτικές τους διατάξεις. 4. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση εποπτεύοντος υπουργού μπορεί να τροποποιούνται οι ιδρυτικές διατάξεις των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων που δεν εποπτεύονται από τη Γ.Γ.Ε.Τ. και να επεκτείνεται η εφαρμογή ορισμένων ή όλων των διατάξεων του κεφαλαίου Ε΄ του παρόντος νόμου και στους φορείς αυτούς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ Εθνικό Πρόγραμμα Έρευνας και Τεχνολογίας Άρθρο 4 Σκοπός και περιεχόμενο 1. Το Εθνικό Πρόγραμμα Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Π.Ε.Τ.) είναι το σύνολο των ενεργειών, οι οποίες έχουν ως σκοπό την µεθοδική και αποτελεσµατική προώθηση της βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας στη χώρα, τη διαµόρφωση των επιλογών για το µέλλον και την πρόβλεψη των µέσων που απαιτούνται για την πραγµάτωση των σκοπών αυτών. 2. Στόχοι του Ε.Π.Ε.Τ. για τη βασική έρευνα είναι ιδίως: α) η προαγωγή της βασικής έρευνας στη χώρα, με κύριο κριτήριο την επιστημονική αριστεία, όπως αυτή κρίνεται σε διεθνές επίπεδο σύμφωνα με την περίπτωση ιστ΄ του άρθρου 2, β) η ανάδειξη της βασικής έρευνας ως κύριου μοχλού μετάβασης στην κοινωνία της γνώσης και ως απαραίτητου συστατικού στοιχείου της ανώτατης παιδείας, γ) η αξιοποίηση του ελληνικού ανθρώπινου επιστημονικού δυναμικού της ημεδαπής και της διασποράς, δ) η απλοποίηση των διαδικασιών ανάθεσης και χρηματοδότησης ερευνητικών προγραμμάτων, ε) η δυνατότητα υλοποίησης της βασικής έρευνας χωρίς την υποχρεωτική συνεργασία με τον παραγωγικό τομέα, στ) η υποστήριξη της βασικής έρευνας, κυρίως με εθνική χρηματοδότηση, ζ) η ελεύθερη επιλογή ερευνητικών κατευθύνσεων. 3. Στόχοι του Ε.Π.Ε.Τ. για την εφαρμοσμένη έρευνα είναι ιδίως: α) η ενίσχυση της γνώσης και της καινοτομίας σε τομείς εθνικής προτεραιότητας, β) η δημιουργία προϋποθέσεων για την ανάπτυξη επιχειρήσεων τεχνολογικής βάσης, σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης, γ) η συμβολή στην περιφερειακή ανάπτυξη, δ) η αξιοποίηση της διεθνούς συνεργασίας, ε) η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων μέσω της τεχνολογικής καινοτομίας, στ) η συμβολή στην κοινωνική, ενεργειακή και περιβαλλοντική πολιτική της χώρας. 4. Το Ε.Π.Ε.Τ. εγκρίνεται από την Διυπουργική Επιτροπή για την Έρευνα και την Τεχνολογία (Δ.Ε.Ε.Τ.), ύστερα από εισήγηση του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Σ.Ε.Τ.). 5. Στο Ε.Π.Ε.Τ. καθορίζονται οι στόχοι της ερευνητικής και τεχνολογικής πολιτικής στη βασική έρευνα, στην εφαρμοσμένη-τεχνολογική έρευνα και στην καινοτομία, προβλέπονται οι ειδικότερες δράσεις και προϋπολογίζονται οι πιστώσεις που είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων αυτών. 6. α) Το Ε.Π.Ε.Τ. περιλαμβάνει, ενδεικτικά, προγράμματα και δράσεις που αφορούν τις ακόλουθες θεματικές περιοχές βασικής έρευνας: αα) ανθρωπιστικές, εκπαιδευτικές και πολιτιστικές επιστήμες, ββ) βιολογικές και ιατρικές επιστήμες, γγ) γεωτεχνικές επιστήμες, ενεργειακές, περιβαλλοντικές και διαστημικές επιστήμες, δδ) επιστήμες μηχανικών (engineering sciences), εε) νομικές, κοινωνικές και οικονομικές επιστήμες, στστ) μαθηματικές, φυσικές και χημικές επιστήμες, ζζ) επιστήμες πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών (information and telecommunication sciences and engineering). β) Το Ε.Π.Ε.Τ. περιλαμβάνει, ενδεικτικά, προγράμματα που αφορούν τις ακόλουθες θεματικές περιοχές εφαρμοσμένης έρευνας: αα) υγεία - βιοτεχνολογία ββ) γεωργία- τρόφιμα γγ) ενέργεια, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δδ) περιβάλλον, διάστημα εε) πληροφορική και τηλεπικοινωνίες στστ) υλικά, νανοτεχνολογίες, βιομηχανικές τεχνολογίες ζζ) τεχνολογίες μηχανικών ηη) πολιτιστική κληρονομιά, νομικές, κοινωνικές, οικονομικές επιστήμες γ) Το Ε.Π.Ε.Τ. περιλαμβάνει, ενδεικτικά, τις ακόλουθες κατηγορίες δράσεων τεχνολογικής έρευνας και καινοτομίας: αα) δράσεις τεχνολογικής έρευνας, όπως ανάπτυξη προϊόντων και μεθόδων, νέων υπηρεσιών, βελτίωση διαδικασιών, ββ) δράσεις μεταφοράς τεχνολογίας, όπως προώθηση καλών πρακτικών στη δικτύωση φορέων, για την οικονομική αξιοποίηση ερευνητικών αποτελεσμάτων, γγ) δράσεις προώθησης καινοτομίας, όπως: i) δημιουργία και ανάπτυξη ζωνών καινοτομίας και πόλων καινοτομίας, ii) ανάπτυξη δημόσιων και ιδιωτικών επιστημονικών και τεχνολογικών πάρκων και θερμοκοιτίδων, iii) δημιουργία και στήριξη εταιριών έντασης γνώσης. Οι ανωτέρω θεματικές περιοχές αναδιαρθρώνονται, εμπλουτίζονται, ή καταργούνται με απόφαση της Δ.Ε.Ε.Τ ύστερα από εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Τ. 7. ∆απάνες που σχετίζονται µε την προπαρασκευή, σχεδίαση και κατάρτιση του Ε.Π.Ε.Τ. ή µε τη µελέτη, αξιολόγηση και αξιοποίηση των αποτελεσµάτων από την εκτέλεσή του μπορεί να εντάσσονται στο πρόγραµµα δηµοσίων επενδύσεων µε κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών και Ανάπτυξης και να καλύπτονται από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού αυτού. 8. Για την ανάπτυξη της αμυντικής έρευνας και τεχνολογίας, διατίθεται ετησίως ποσοστό μέχρι 1% επί του ύψους του προϋπολογισμού του εξοπλιστικού προγράμματος του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, υπό την προϋπόθεση τήρησης του εκάστοτε εγκρινόμενου από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας (ΚΥ.Σ.Ε.Α.) ύψους Οροφής.
Άρθρο 5 Διαχείριση δαπανών του Ε.Π.Ε.Τ. 1. Με κοινή απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, μπορεί να εγκρίνεται η απευθείας ανάθεση προγραµµάτων, έργων και µελετών, προµήθειας οργάνων και γενικά εξοπλισµού, εγκατάστασης και λειτουργίας τους, καθώς και µελέτης και εκτέλεσης δηµόσιων έργων, που προβλέπονται στο πλαίσιο του Ε.Π.Ε.Τ., από δημόσιες υπηρεσίες, ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ. του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται κάθε φορά, κατά παρέκκλιση από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, εφόσον το χρηματικό αντικείµενο δεν υπερβαίνει, κάθε φορά το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, με την επιφύλαξη των κοινοτικών κανόνων που διέπουν τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. Το ποσό αυτό µπορεί να αυξοµειώνεται µε κοινή απόφαση των υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών και Ανάπτυξης. 2. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης συνιστάται στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας πάγια προκαταβολή για την κάλυψη των αναγκαίων δαπανών για την υποστήριξη ερευνητικών προγραµµάτων τα οποία λόγω της φύσης τους, δικαιολογούν προκαταβολή. Με την απόφαση αυτή καθορίζεται το ύψος της πάγιας προκαταβολής και ρυθμίζονται κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για τη διαχείριση και τη λειτουργία της, κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις. Με την ίδια απόφαση μπορεί να ορίζονται ως υπόλογοι και µη µόνιµοι υπάλληλοι, µέχρι του ποσού των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000 ) ευρώ. 3. Με κοινή απόφαση του υπουργού Οικονοµίας και Οικονοµικών και του κατά περίπτωση αρμοδίου υπουργού, που δηµοσιεύεται στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως, µπορεί να συνιστώνται ειδικοί λογαριασµοί για τη χρηµατοδότηση ερευνητικών και τεχνολογικών προγραµµάτων και έργων που εκτελούνται από υπουργεία, φορείς που ιδρύονται με τον παρόντα νόμο, ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς, Πανεπιστήμια και Τ.Ε.Ι., πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 6, είτε σε εθνικό επίπεδο είτε στο πλαίσιο συνεργασίας µε ξένες χώρες ή µε διεθνείς οργανισµούς, και να ρυθμίζονται κάθε ειδικότερο θέμα και σχετική λεπτομέρεια που αφορά στους ειδικούς αυτούς λογαριασμούς. Υφιστάμενοι ειδικοί λογαριασμοί συνεχίζουν να λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις που τους διέπουν. 4. Από τους ειδικούς λογαριασµούς της προηγούμενης παραγράφου µπορεί να χρηµατοδοτούνται και ερευνητικά προγράµµατα που εκτελούνται από µέλη του Διδακτικού Επιστηµονικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) των Α.Ε.Ι. Για την εργαστηριακή στήριξη των προγραμμάτων αυτών αποφασίζει το αρμόδιο όργανο του Α.Ε.Ι., στο οποίο εργάζεται ο επιστηµονικός υπεύθυνος του έργου. 5. Η µεταφορά των αναγκαίων ποσών για τη σύσταση των ανωτέρω ειδικών λογαριασµών ή τη συµπλήρωση των κονδυλίων τους από ειδική πίστωση, που εγγράφεται κάθε έτος στον προϋπολογισµό δηµοσίων επενδύσεων, ενεργείται µε εντολή κατανοµής προς την Τράπεζα της Ελλάδας. Με την υπουργική απόφαση της παραγράφου 3 µπορεί να ορίζεται ο σκοπός των ειδικών λογαριασµών, να προβλέπονται και άλλοι πόροι τους και να θεσπίζεται η δυνατότητα µεταφοράς στο επόµενο έτος του χρηµατικού τους υπολοίπου εκτός των πιστώσεων του τακτικού προϋπολογισµού. Με την ίδια υπουργική απόφαση μπορεί να καθορίζονται τα όργανα διοίκησης και διαχείρισης, η διαδικασία διάθεσης, διαχείρισης και δικαιολόγησης των κονδυλίων, ο οικονοµικός έλεγχος αυτών και κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτοµέρεια για τη λειτουργία των λογαριασµών αυτών. 6. Από τις διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων δεν θίγονται οι διατάξεις του π.δ. 432/1981 (ΦΕΚ Α 118), όπως ισχύει, το οποίο μπορεί να τροποποιείται ή να καταργείται µε κοινή απόφαση των υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων. Με όμοια απόφαση μπορεί να ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν στη νόμιμη εκπροσώπηση και στη διαδικασία διάθεσης, διαχείρισης και αιτιολόγησης των κονδυλίων των ειδικών λογαριασμών του διατάγματος αυτού. 7. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 5 εφαρμόζονται και στις δαπάνες που αφορούν προγράµµατα και έργα της παραγράφου 6 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου, οι οποίες ενεργούνται στο πλαίσιο: α) της προετοιμασίας της διαδικασίας κατάρτισης και σχεδίασης του Ε.Π.Ε.Τ., β) της αξιολόγησης και αξιοποίησης των αποτελεσμάτων αυτού, γ) των δημοσιεύσεων, εκδόσεων, εκτυπώσεων, συνεντεύξεων, εκθέσεων, προβολών που σχετίζονται με το Ε.Π.Ε.Τ. 8. Οι πιστώσεις που διατίθενται µε κάθε µορφή και τρόπο στους ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς για εκτέλεση ερευνητικών προγραµµάτων και έργων, απαγορεύεται να χρησιµοποιούνται για σκοπό άλλον από εκείνο, για τον οποίο έχουν εγκριθεί.
Άρθρο 6 Ένταξη στο Ε.Π.Ε.Τ. 1. Προγράµµατα, έργα και µελέτες για την προώθηση της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας μπορούν να εκτελούν δηµόσιες υπηρεσίες, Πανεπιστήμια και Τ.Ε.Ι., καθώς και ερευνητικοί και τεχνολογικοί φορείς. Οι σχετικές δαπάνες καλύπτονται από κονδύλια του ετήσιου τακτικού προϋπολογισµού και του προγράµµατος δηµοσίων επενδύσεων, που προορίζονται για ερευνητικές και τεχνολογικές δραστηριότητες και δεν εμπίπτουν στα κονδύλια των ανταγωνιστικών δράσεων του Εθνικού Οργανισμού Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Ο.Ε.Τ.) του άρθρου 19. 2. Δημόσιες υπηρεσίες, πάσης φύσεως και μορφής νομικά πρόσωπα του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, ενώσεις προσώπων, φυσικά πρόσωπα της ημεδαπής και αλλοδαπής, καθώς και πάσης φύσεως και μορφής νομικά πρόσωπα της αλλοδαπής, μπορούν να εκτελούν έργα, να εκπονούν μελέτες και να εφαρμόζουν προγράμματα και δράσεις για την προώθηση της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας. Τα έργα, οι μελέτες, τα προγράμματα και οι δράσεις χρηματοδοτούνται από ιδίους πόρους της Γ.Γ.Ε.Τ., προερχόμενους από τον τακτικό προϋπολογισμό, το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, καθώς και από οποιαδήποτε άλλη πηγή, ή από οποιουσδήποτε πόρους που διαχειρίζεται η Γ.Γ.Ε.Τ. Σε περίπτωση που τα έργα, οι μελέτες, τα προγράμματα και οι δράσεις των φορέων του πρώτου εδαφίου χρηματοδοτούνται από προγράμματα ή χρηματοδοτικά σχήματα που διαχειρίζονται οι Περιφέρειες της χώρας, τη σχετική απόφαση χρηματοδότησης συνυπογράφουν ο Γενικός Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας και ο οικείος Γραμματέας Περιφέρειας. 3. Με προεδρικό διάταγµα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του υπουργού Ανάπτυξης, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία χρηµατοδότησης των φορέων της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια. 4. α. Ο Ε.Ο.Ε.Τ. προκηρύσσει ερευνητικά προγράμματα, με διαδικασίες που προβλέπονται από τον εσωτερικό του κανονισμό κατά την περίπτωση γ’ του άρθρου 20. Δικαιούχοι χρηματοδότησης των προγραμμάτων αυτών είναι Πανεπιστήμια, Τ.Ε.Ι., ερευνητικοί και τεχνολογικοί φορείς, καθώς και πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 6. Επιστημονικοί υπεύθυνοι των έργων, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 6, μπορούν να είναι μέλη Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίων και Επιστημονικού Προσωπικού (Ε.Π.) Τ.Ε.Ι., ερευνητές και ειδικοί λειτουργικοί επιστήμονες ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων. Επιστημονικοί υπεύθυνοι έργων που εκτελούνται από δημόσιες υπηρεσίες και από επιχειρήσεις οποιασδήποτε νομικής μορφής του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα μπορεί να είναι και μη κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος. β. Μετά πάροδο πενταετίας από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, προγράμματα, έργα και μελέτες που προέρχονται από φυσικά πρόσωπα, ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ. κρίνονται μόνο εφόσον τα πρόσωπα αυτά έχουν αξιολογηθεί από τον κατά περίπτωση αρμόδιο φορέα. Σε περίπτωση που δεν προβλέπεται τέτοιος φορέας, αξιολογούνται με βάση τις διαδικασίες που προβλέπονται για τα εποπτευόμενα από τη Γ.Γ.Ε.Τ. ερευνητικά κέντρα, σύμφωνα με το άρθρο 38. 5. Οι υποβαλλόμενες προτάσεις αξιολογούνται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 23. 6. Με κοινή απόφαση του υπουργού Οικονοµίας και Οικονοµικών και του κατά περίπτωση εποπτεύοντος υπουργού µπορεί να χαρακτηρισθεί αναγκαία η εκτέλεση ερευνητικών προγραµµάτων και έργων, που δεν περιλαµβάνονται στο Ε.Π.Ε.Τ., είτε για τη µελέτη και αντιµετώπιση θεµάτων µε άµεση και προφανή ωφέλεια για την ανάπτυξη της εθνικής οικονοµίας είτε για τη διερεύνηση έκτακτων φαινοµένων, η αντιµετώπιση των οποίων επιβάλλεται από ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Τα προγράµµατα και τα έργα αυτά θεωρούνται ότι αποτελούν µέρος του εφαρµοζόµενου Ε.Π.Ε.Τ. για τη χρηµατοδότηση και εκτέλεσή τους. 7. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ., μπορεί να καθορίζονται οι προϋποθέσεις, οι όροι και η διαδικασία απονοµής χρηµατικών βραβείων σε ερευνητές για εξαιρετική επίδοση σε θέματα έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ Σχεδιασμός και εφαρμογή ερευνητικής πολιτικής Άρθρο 7 Όργανα σχεδιασμού και εφαρμογής ερευνητικής πολιτικής. Αρμόδια όργανα για το σχεδιασμό και την εφαρμογή της ερευνητικής πολιτικής είναι: α) Η Διυπουργική Επιτροπή για την Έρευνα και την Τεχνολογία (Δ.Ε.Ε.Τ.). β) Το Υπουργείο Ανάπτυξης (ΥΠ.ΑΝ.) δια της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (Γ.Γ.Ε.Τ.). γ) Το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. δ) Το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Σ.Ε.Τ.). και ε) Ο Εθνικός Οργανισμός Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Ο.Ε.Τ.).
Άρθρο 8 Διυπουργική Επιτροπή για την Έρευνα και την Τεχνολογία 1. Συνιστάται στη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης Διυπουργική Επιτροπή για την Έρευνα και Τεχνολογία (Δ.Ε.Ε.Τ.). 2. Η Δ.Ε.Ε.Τ. συγκροτείται από τον Πρωθυπουργό, ως Πρόεδρο και τους υπουργούς α) Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, β) Οικονομίας και Οικονομικών, γ) Εξωτερικών, δ) Εθνικής Άμυνας, ε) Ανάπτυξης, στ) Περιβάλλοντος, Χωροταξίας & Δημοσίων Έργων, ζ) Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων, η) Απασχόλησης & Κοινωνικής Προστασίας, θ) Υγείας & Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ι) Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, ια) Δικαιοσύνης, ιβ) Πολιτισμού, ιγ) Μεταφορών και Επικοινωνιών και ιδ) Δημόσιας Τάξης, ως μέλη. Η Δ.Ε.Ε.Τ. συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά κατ΄ έτος. Στις συνεδριάσεις της Δ.Ε.Ε.Τ. προσκαλείται και παρίσταται ο Πρόεδρος του Ε.Σ.Ε.Τ. 3. Έργο της Δ.Ε.Ε.Τ. είναι ιδίως: α. η χάραξη της εθνικής πολιτικής για την έρευνα, την τεχνολογία και την καινοτομία, περιλαμβανομένης της γενικής πολιτικής της κατανομής των σχετικών κονδυλίων, υστέρα από εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Τ. Ειδικότερα, η Δ.Ε.Ε.Τ. σχεδιάζει τη μακροπρόθεσμη στρατηγική για την έρευνα, την τεχνολογία και την καινοτομία, θέτοντας σαφείς στόχους και χρονοδιαγράμματα, και καθορίζει τα κατάλληλα μέσα και τις πηγές χρηματοδότησης, β. η έγκριση του Ε.Π.Ε.Τ. και η εποπτεία της εφαρμογής του.
Άρθρο 9 Υπουργείο Ανάπτυξης – Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας 1. Στην αρµοδιότητα του Υπουργείου Ανάπτυξης (ΥΠ.ΑΝ.) ανήκουν: α) η συνδρομή της Δ.Ε.Ε.Τ. στη χάραξη και στην άσκηση της εθνικής πολιτικής, στους τοµείς της επιστηµονικής έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας, β) η συστηματική διερεύνηση των επιπτώσεων της έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας στην οικονοµική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή και στην άµυνα της χώρας, γ) η οργάνωση εκθέσεων για νέα προϊόντα και µεθόδους παραγωγής και ο σχεδιασµός για τη χορήγηση βραβείων και οικονομικών ενισχύσεων σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 20 του ν.1733/1987 (ΦΕΚ 171 Α’). 2. Στην αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (Γ.Γ.Ε.Τ) ανήκουν: α) η διοικητική και τεχνική υποστήριξη των εθνικών οργάνων σχεδιασμού και εφαρμογής της ερευνητικής πολιτικής του άρθρου 7, β) η εποπτεία των ερευνητικών κέντρων, αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων και τεχνολογικών φορέων αρμοδιότητάς της και η μελέτη και κατάρτιση των όρων και προϋποθέσεων εργασίας όσων απασχολούνται στην έρευνα και στις λοιπές επιστημονικές και τεχνολογικές δραστηριότητες αρμοδιότητάς της, σύμφωνα με τις κείμενες σχετικές διατάξεις, γ) η συλλογή, η διάδοση και γενικότερα η αξιοποίηση των επιστημονικών και τεχνολογικών πληροφοριών και η ενημέρωση του κοινού σε θέματα έρευνας και τεχνολογίας, δ) η συνεργασία του Ελληνικού Δημοσίου, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του Υ.Π.ΑΝ. με διεθνείς οργανισμούς σε θέματα έρευνας και τεχνολογίας και η ανάπτυξη και παρακολούθηση διακρατικών σχέσεων στα θέματα αυτά, ε) η εκπροσώπηση της χώρας για θέματα έρευνας και τεχνολογίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε διεθνείς οργανισμούς. Με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ορίζονται οι εκπρόσωποι της χώρας σε διεθνείς επιτροπές, στις περιπτώσεις που συμμετέχουν σε αυτές μέλη Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίων ή Ε.Π. Τ.Ε.Ι. στ) η μελέτη και εφαρμογή μέτρων ανάπτυξης και μεταφοράς τεχνολογίας, η δημιουργία δικτύων βιομηχανικών και τεχνολογικών πληροφοριών και γενικότερα ο έλεγχος και η βελτίωση των όρων εισαγωγής και χρήσης ξένης τεχνολογίας και εξαγωγής εγχώριας τεχνολογίας, καθώς και η εποπτεία της εφαρμογής των διακρατικών συμβάσεων τεχνικής βοήθειας και των συμβάσεων μεταξύ ελληνικών και ξένων επιχειρήσεων, ως προς το τεχνολογικό τους περιεχόμενο, σε συνεργασία και με τον Ε.Ο.Ε.Τ, ζ) η παρακολούθηση και ο έλεγχος, σε συνεργασία με την Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, των συγχωνεύσεων και εξαγορών ελληνικών επιχειρήσεων από ξένες ή ξένων από ελληνικές, ως προς τις επιπτώσεις τους, στην τεχνολογική ανάπτυξη της χώρας, η) η δημιουργία και προώθηση πρότυπων βιομηχανιών και επιχειρήσεων σε θέματα εφαρμογής αποτελεσμάτων επιστημονικής έρευνας και τεχνολογίας αιχμής, μέσω τεχνοβλαστών και συναφών επιχειρηματικών δράσεων. θ) η προαγωγή της έρευνας και της επιστημονικής ενημέρωσης μέσω συνεδρίων, διεθνών συναντήσεων και διαλέξεων, με οικονομική ενίσχυση αυτών, ι) κάθε άλλη αρμοδιότητα που της παραχωρεί ο υπουργός Ανάπτυξης ή η Δ.Ε.Ε.Τ. ή είναι συναφής με τις παραπάνω αρμοδιότητες. 3. Με προεδρικά διατάγµατα που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρµόδιου υπουργού, µπορεί, για την προώθηση της επιστηµονικής έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης, µε σκοπό την υποβοήθηση της περιφερειακής, της κοινωνικής και της οικονοµικής ανάπτυξης της χώρας, να συνιστώνται, να καταργούνται, να συγχωνεύονται, να διασπώνται, να µεταφέρονται περιφερειακά γραφεία προγραµµάτων και τεχνολογικά γραφεία, καθώς και οποιαδήποτε άλλη περιφερειακή υπηρεσιακή µονάδα του ΥΠ.ΑΝ ή άλλου κατά περίπτωση υπουργείου, να ορίζεται ο τρόπος οργάνωσης και διάρθρωσης αυτών, να συνιστώνται θέσεις µόνιµου ή επί συµβάσει προσωπικού, µε δυνατότητα στελέχωσής τους και µε µετάταξη υπαλλήλων από δημόσιες υπηρεσίες ή νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέα, όπως ορίζεται κάθε φορά, και να ρυθµίζονται ειδικότερα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού αυτού και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτοµέρεια σχετικά µε την οργάνωση και λειτουργία των παραπάνω περιφερειακών υπηρεσιακών µονάδων. 4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου που διέπουν τις δημόσιες συμβάσεις, επιτρέπεται, με ειδικά αιτιολογηµένη απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική σχετική διάταξη, να ανατίθενται απευθείας, µε σύµβαση έργου, µελέτες, έρευνες και αξιολογήσεις σε ειδικούς επιστήµονες, Έλληνες ή αλλοδαπούς, σε εµπειρογνώµονες ή σε ειδικά γραφεία ή εταιρείες και γενικά σε νοµικά πρόσωπα της ηµεδαπής ή της αλλοδαπής και να συνιστώνται, για το σκοπό αυτόν, οµάδες εργασίας από δημοσίους υπαλλήλους και λειτουργούς, καθώς και ειδικούς επιστήµονες, εφόσον υπάρχει ανάγκη: α) να εκπονηθούν ειδικές µελέτες ή να διερευνηθούν ζητήµατα και προβλήµατα που σχετίζονται με την άσκηση της πολιτικής για την επιστημονική έρευνα και την τεχνολογία, καθώς και για τη χάραξη, την αξιολόγηση και την αποτίµηση της, και, γενικά, για την άσκηση των αρµοδιοτήτων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 και β) να γίνει αξιολόγηση για τη διαπίστωση της συνδροµής των προϋποθέσεων και όρων εφαρµογής διατάξεων αναπτυξιακών νόµων, όπως η αξιολόγηση προτάσεων και αιτήσεων επιχορήγησης, δανειοδότησης επενδύσεων προηγµένης τεχνολογίας, προγραµµάτων ή έργων τεχνολογικής καινοτοµίας και επιστηµονικής και τεχνολογικής έρευνας. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών και Ανάπτυξης µπορεί να ορίζεται σχετική αποζηµίωση για τα µέλη των παραπάνω οµάδων εργασίας, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη. 5. Με προεδρικά διατάγµατα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση των υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών και Ανάπτυξης, µπορεί να συνιστώνται επιχειρήσεις, στις οποίες μπορεί να συµµετέχει το ∆ηµόσιο, οργανισµοί τοπικής αυτοδιοίκησης, ν.π.δ.δ., πιστωτικά ιδρύματα και εταιρίες παροχής πιστώσεων, ν.π.ι.δ. και γενικά ερευνητικοί και τεχνολογικοί φορείς. Οι επιχειρήσεις αυτές εποπτεύονται και ελέγχονται από το ∆ηµόσιο και λειτουργούν κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονοµίας, µε σκοπό την εφαρµογή και αξιοποίηση των αποτελεσµάτων της επιστηµονικής έρευνας και τεχνολογίας. Με όμοια προεδρικά διατάγματα ορίζεται η φύση των επιχειρήσεων αυτών και ρυθµίζονται τα θέματα οργάνωσης, διοίκησης και οικονοµικής διαχείρισής τους, ο τρόπος πρόσληψης και απόλυσης του προσωπικού τους, καθώς και ο τρόπος διάθεσης των τυχόν κερδών. Θέµατα σχετικά µε την εσωτερική λειτουργία των επιχειρήσεων αυτών και τα καθήκοντα και τον πειθαρχικό έλεγχο των υπαλλήλων τους ρυθµίζονται µε εσωτερικούς κανονισµούς που εγκρίνονται µε απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης. Εάν τα νομικά πρόσωπα που µετέχουν στις επιχειρήσεις αυτές εποπτεύονται από άλλα υπουργεία, τα προεδρικά διατάγµατα και οι υπουργικές αποφάσεις εκδίδονται µε τη σύµπραξη και των κατά περίπτωση αρµόδιων υπουργών. Τροποποιήσεις του καταστατικού των παραπάνω επιχειρήσεων ισχύουν από τη δηµοσίευσή τους στο τεύχος Ανωνύµων Εταιριών και Εταιριών Περιορισµένης Ευθύνης της Εφηµερίδας της Κυβερνήσεως, εφόσον έχουν εγκριθεί από τον υπουργό Ανάπτυξης και δεν αφορούν θέµατα έδρας, διάρκειας, διάλυσης, σκοπού και διοίκησης της επιχείρησης. 6. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών και Ανάπτυξης καθορίζονται οι προϋποθέσεις, οι όροι και η διαδικασία απονοµής χρηµατικών βραβείων για εργασίες που αφορούν στο σχεδιασµό, προγραµµατισµό και εκτέλεση του Ε.Π.Ε.Τ. και τη δηµιουργία καινοτοµίας.
Άρθρο 10 Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεχνολογίας 1. Συνιστάται Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Σ.Ε.Τ.) στη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης. 2. Το Ε.Σ.Ε.Τ. αποτελεί ανεξάρτητο συμβουλευτικό και γνωμοδοτικό όργανο της πολιτείας, υπαγόμενο απευθείας στον Πρωθυπουργό.
Άρθρο 11 Αρμοδιότητες του Ε.Σ.Ε.Τ. Το Ε.Σ.Ε.Τ. έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) εισηγείται προς την Δ.Ε.Ε.Τ. για θέματα που αφορούν στην πολιτική έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας, περιλαμβανομένης της γενικής πολιτικής της κατανομής των σχετικών κονδυλίων, β) εισηγείται προς την Δ.Ε.Ε.Τ. την έγκριση του Ε.Π.Ε.Τ., γ) αξιολογεί την πορεία εφαρμογής του Ε.Π.Ε.Τ. και καταρτίζει, σε ετήσια βάση, σχετική έκθεση που υποβάλλεται στον Πρωθυπουργό και στη Διυπουργική Επιτροπή, δ) εισηγείται στον εποπτεύοντα υπουργό την απονομή βραβείων για εξαίρετες επιδόσεις στην έρευνα και τεχνολογία, με βάση καθορισμένα κριτήρια, ε) αξιολογεί εισηγήσεις που απευθύνονται σε αυτό για θέματα έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας από κάθε φορέα, ιδίως από υπουργεία, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ε.Ο.Ε.Τ., τα Τομεακά Επιστημονικά Συμβούλια (Τ.Ε.Σ.), την σύνοδο των Διευθυντών των ερευνητικών κέντρων της παραγράφου 5 του άρθρου 32, εξωτερικές επιτροπές, ομάδες εργασίας, εμπειρογνώμονες και δημόσιους ή και ιδιωτικούς φορείς, στ) εισηγείται προς τον κατά περίπτωση εποπτεύοντα υπουργό την ίδρυση, συγχώνευση, διάσπαση, κατάργηση και γενικότερα αναδιάρθρωση ερευνητικών κέντρων και ερευνητικών ινστιτούτων και γνωμοδοτεί επί υποβαλλόμενων σχετικών προτάσεων, ζ) προτείνει τα δύο τρίτα των μελών του καταλόγου για την κλήρωση των επιτροπών κρίσεων για την επιλογή διευθυντών ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων, καθώς και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 37, η) συγκροτεί τον εθνικό πίνακα κριτών για τις επιτροπές κρίσεων των ερευνητών και ειδικών λειτουργικών επιστημόνων κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 39, ύστερα από σχετική εισήγηση των αρμόδιων Τ.Ε.Σ.. Ο πίνακας κριτών επικυρώνεται με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης, και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θ) εισηγείται στον κατά περίπτωση εποπτεύοντα υπουργό για την συγκρότηση του Επιστημονικού Συμβουλίου ερευνητικών κέντρων, ι) εισηγείται προς τους υπουργούς Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων για τη επιλογή των μελών των Τ.Ε.Σ. κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 18, 11. Αναθέτει, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, στα Τ.Ε.Σ. ή και σε τρίτους την εκπόνηση μελετών και την έκδοση γνωμοδοτήσεων σε κρίσιμα θέματα έρευνας και τεχνολογίας, με βάση τις κείμενες διατάξεις.
Άρθρο 12 Συγκρότηση του Ε.Σ.Ε.Τ. Το Ε.Σ.Ε.Τ. είναι δεκαπενταμελές και αποτελείται από: α) οκτώ επιστήμονες διεθνούς κύρους, με πολυετή δραστηριότητα στη βασική έρευνα ή στην εφαρμοσμένη έρευνα και καινοτομία. Οι επιστήμονες αυτοί μπορεί να είναι καθηγητές πανεπιστημίου ή ερευνητές Α΄ βαθμίδος ερευνητικών κέντρων ή ερευνητικών ινστιτούτων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, β) πέντε έγκριτα στελέχη του χώρου των επιχειρήσεων ή και διακεκριμένους ερευνητές διεθνούς κύρους από τον ιδιωτικό τομέα, γ) τον Πρόεδρο του Ε.Ο.Ε.Τ., και, δ) έναν εκπρόσωπο του Δημοσίου που ορίζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Άρθρο 13 Διορισμός και θητεία των μελών του Ε.Σ.Ε.Τ. 1. Τα μέλη του Ε.Σ.Ε.Τ. επιλέγονται με την ακόλουθη διαδικασία: α) Ύστερα από πρόσκληση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων συγκροτείται επιτροπή, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο ή εκπρόσωπο της Ακαδημίας Αθηνών, ένα διεθνώς διακεκριμένο επιστήμονα ασχολούμενο με την βασική ή την εφαρμοσμένη έρευνα, που είναι καθηγητής πανεπιστημίου ή ερευνητής Α΄ βαθμίδας ερευνητικών κέντρων ή ερευνητικών ινστιτούτων του εσωτερικού ή του εξωτερικού, τον προεδρεύοντα ή εκπρόσωπο της Συνόδου των Πρυτάνεων, τον προεδρεύοντα της Συνόδου των ερευνητικών κέντρων και τον Πρόεδρο ή εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.) β) Η ανωτέρω επιτροπή προκηρύσσει ανοιχτή πρόσκληση υποβολής υποψηφιοτήτων, η οποία δημοσιεύεται στον ημερήσιο τύπο και στο επίσημο δικτυακό τόπο των Υπουργείων Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Μετά από προεπιλογή, εισηγείται στους εντολείς υπουργούς διπλάσιο αριθμό (26) μελών του Ε.Σ.Ε.Τ., στον οποίο δεν υπολογίζονται ο Πρόεδρος του Ε.Ο.Ε.Τ. και ο εκπρόσωπος του Δημοσίου. γ) Τα μέλη του Ε.Σ.Ε.Τ. διορίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με την ίδια απόφαση, ορίζονται ο Πρόεδρος του Ε.Σ.Ε.Τ. και ο αναπληρωτής του ο οποίος επιλέγεται μεταξύ των μελών του που προέρχονται από το χώρο της βασικής και εφαρμοσμένης-τεχνολογικής έρευνας. 2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη διορίζονται με θητεία τεσσάρων ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία μόνο φορά. Η θητεία όλων των μελών του Ε.Σ.Ε.Τ., περιλαμβανομένου του Προέδρου και του αναπληρωτή του, δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά τα οκτώ έτη. Η σύνθεση των μελών του Ε.Σ.Ε.Τ., εκτός του Προέδρου του, ανανεώνεται κατά το ήμισυ ανά διετία. Κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η θητεία των δέκα τεσσάρων (14) μελών του Ε.Σ.Ε.Τ., εκτός του Προέδρου του, είναι τετραετής. Μετά τη δεύτερη συγκρότηση του Ε.Σ.Ε.Τ, γίνεται κλήρωση μεταξύ των δέκα τεσσάρων (14) μελών πλην του Προέδρου του, ώστε επτά(7) εξ αυτών να έχουν τετραετή θητεία και τα άλλα επτά διετή θητεία. 3. Ο διορισμός των μελών του Ε.Σ.Ε.Τ. δεν ανακαλείται κατά τη διάρκεια της θητείας τους, εκτός αν συντρέξει στο πρόσωπό τους σπουδαίος λόγος που προβλέπεται στην παράγραφο 4. Εάν κατά τη διάρκεια αυτής κενωθεί, για οποιοδήποτε λόγο, θέση μέλους του Ε.Σ.Ε.Τ., στη θέση αυτή διορίζεται, για το υπόλοιπο της θητείας του, νέο μέλος κατά την διαδικασία του παρόντος άρθρου. 4. Τα μέλη του Ε.Σ.Ε.Τ. εκπίπτουν αυτοδικαίως από την ιδιότητά τους εάν συντρέξει λόγος που αποτελεί κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου, κατά τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του κεφαλαίου Α΄ του Υπαλληλικού Κώδικα (ν.3528/2007, ΦΕΚ Α΄ 26).
Άρθρο 14 Προσόντα μελών του Ε.Σ.Ε.Τ. 1. Τα μέλη του Ε.Σ.Ε.Τ. είναι Έλληνες πολίτες, οι οποίοι πρέπει να διαθέτουν τα ακόλουθα προσόντα: α. Οι ασχολούμενοι με τη βασική και την εφαρμοσμένη-τεχνολογική έρευνα επιστήμονες πρέπει: αα) να είναι διεθνώς διακεκριμένοι επιστήμονες σε κλάδους της επιστήμης ή της τεχνολογίας. ββ) να είναι καθηγητές Πανεπιστημίου ή Τ.Ε.Ι. ή ερευνητές Α΄ βαθμίδας ερευνητικών κέντρων ή ερευνητικών ινστιτούτων, του εσωτερικού ή του εξωτερικού. γγ) να διαθέτουν εμπειρία ως επιστημονικοί υπεύθυνοι και κύριοι ερευνητές (principal investigators) σε ερευνητικά προγράμματα βασικής ή εφαρμοσμένης έρευνας με αναγνωρισμένη συμβολή των αποτελεσμάτων ή και διεθνή εμπειρία στο σχεδιασμό και την υλοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων, δδ) να διαθέτουν διεθνώς αναγνωρισμένο επιστημονικό κύρος, αποδεικνυόμενο αθροιστικά από: ι) δημοσιεύσεις σε διεθνή έγκριτα περιοδικά με κριτές, ιι) αριθμό ετεροαναφορών των δημοσιεύσεών τους ο οποίος πρέπει να είναι σημαντικά μεγάλος για το επιστημονικό πεδίο τους, ιιι) απονομή σημαντικών ερευνητικών βραβείων και διεθνών διακρίσεων (όπως του καλύτερου άρθρου, ή της καλύτερης έρευνας) από την αντίστοιχη διεθνή επιστημονική κοινότητα. β. Τα μέλη του Ε.Σ.Ε.Τ. που προέρχονται από τον επιχειρηματικό κόσμο πρέπει: αα) να είναι κάτοχοι διπλώματος μεταπτυχιακών σπουδών, κατά προτίμηση διδακτορικού, ββ) να είναι ανώτατα στελέχη επιχείρησης ή βιομηχανίας, γγ) να διαθέτουν εμπειρία στο σχεδιασμό και την υλοποίηση ερευνητικών/ αναπτυξιακών προγραμμάτων, δδ) να έχουν διακριθεί διεθνώς και να έχουν ουσιωδώς συμβάλει στην επιστημονική πρόοδο, καθώς και στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας, γ. Ο εκπρόσωπος του δημοσίου πρέπει να είναι επιστήμονας, κάτοχος διδακτορικού τίτλου, με εμπειρία στο σχεδιασμό και την υλοποίηση ερευνητικών/ αναπτυξιακών προγραμμάτων. 2. Ειδικότερα, ο Πρόεδρος του Ε.Σ.Ε.Τ. πρέπει, πέραν των ανωτέρω προσόντων, να είναι προσωπικότητα διεθνούς κύρους, ευρείας αποδοχής και να διαθέτει γνώση και εμπειρία του εθνικού και διεθνούς χώρου έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης. 3. Κατά την αξιολόγηση των υποψηφιοτήτων συνεκτιμώνται και: α) η κατοχή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, β) η μεταφορά γνώσης σε παραγωγικούς φορείς στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή, γ) η εμπειρία στην αξιολόγηση και υλοποίηση έργων έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας, χρηματοδοτούμενων από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους, σε ανταγωνιστική βάση.
Άρθρο 15 Κανονισμός Λειτουργίας του Ε.Σ.Ε.Τ. 1. Το Ε.Σ.Ε.Τ. λειτουργεί σύμφωνα με τον κανονισμό εσωτερικής λειτουργίας του, ο οποίος εγκρίνεται με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2. Με τον κανονισμό εσωτερικής λειτουργίας ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τις συνεδριάσεις του Ε.Σ.Ε.Τ., την εν γένει λειτουργία του, τις ειδικότητες του προσωπικού της Ειδικής Επιστημονικής Γραμματείας του Ε.Σ.Ε.Τ. του άρθρου 16, τις ιδιαίτερες υποχρεώσεις των μελών του και τον τρόπο έκδοσης των γνωμοδοτήσεων και λήψης των αποφάσεων του. 3. Στον Πρόεδρο και στον αναπληρωτή Πρόεδρο του Ε.Σ.Ε.Τ. χορηγείται μηνιαία αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται η αποζημίωση των λοιπών μελών του Ε.Σ.Ε.Τ. ανά συνεδρίαση. Οι διατάξεις που διέπουν τις δαπάνες κινήσεως των μετακινούμενων προσώπων με εντολή του Δημοσίου για εκτέλεση υπηρεσίας, όπως ισχύουν κάθε φορά, εφαρμόζονται και για τη μετακίνηση των μελών και των υπαλλήλων του Ε.Σ.Ε.Τ. Οι σχετικές εντολές μετακίνησης εκδίδονται από τη Γ.Γ.Ε.Τ. Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου αυτής αρχίζει από τη συγκρότηση του Ε.Σ.Ε.Τ. σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Άρθρο 16 Ειδική Επιστημονική Γραμματεία του Ε.Σ.Ε.Τ. 1. Συνιστάται στη Γ.Γ.Ε.Τ. Ειδική Επιστημονική Γραμματεία για την εν γένει υποστήριξη της λειτουργίας του Ε.Σ.Ε.Τ. και την εκπλήρωση της αποστολής του. Στην Ειδική Επιστημονική Γραμματεία συνιστώνται δέκα (10) θέσεις ειδικών επιστημόνων, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. 2. Οι ειδικοί επιστήμονες, οι οποίοι πρέπει να είναι κάτοχοι τουλάχιστον διπλώματος μεταπτυχιακών σπουδών, προσλαμβάνονται με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης μετά από προκήρυξη σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 40. 3. Οι αποδοχές των ειδικών επιστημόνων καθορίζονται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.
Άρθρο 17 Διοικητική υποστήριξη και κάλυψη δαπανών του Ε.Σ.Ε.Τ. 1. Το Ε.Σ.Ε.Τ. υποστηρίζεται, ως προς τη στελέχωση και την υποδομή του, από τη Γ.Γ.Ε.Τ. και οι δαπάνες λειτουργίας του εντάσσονται στον προϋπολογισμό της Γ.Γ.Ε.Τ. ή καλύπτονται από τον ειδικό λογαριασμό του άρθρου 9 του ν. 3054/2002 (Φ.Ε.Κ. 230Α’), όπως ισχύει, με την επωνυμία «Λογαριασμός Χρηματοδότησης Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών για Μεταφορές Καυσίμων στις Προβληματικές Περιοχές της Χώρας». 2. Για τη διοικητική και τεχνική υποστήριξη της λειτουργίας του Ε.Σ.Ε.Τ., επιτρέπεται, με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης, η απόσπαση στο Ε.Σ.Ε.Τ., διοικητικού προσωπικού της Γ.Γ.Ε.Τ ή και άλλων υπηρεσιών του ΥΠ.ΑΝ., κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, ύστερα από συναίνεση του ενδιαφερόμενου, σύμφωνη γνώμη του Γενικού Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας και γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ.
Άρθρο 18 Τομεακά Επιστημονικά Συμβούλια (Τ.Ε.Σ.) 1. Με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων που δηµοσιεύεται στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως, συνιστάται στη Γ.Γ.Ε.Τ. Τοµεακό Επιστηµονικό Συµβούλιο (Τ.Ε.Σ.), για κάθε τομέα επιστημονικής και τεχνολογικής πολιτικής, οι οποίοι αποφασίζονται από την Δ.Ε.Ε.Τ. ύστερα από γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ. Κάθε Τ.Ε.Σ. αποτελείται από τον Πρόεδρό του και τέσσερα µέλη, τα οποία είναι Kαθηγητές Πανεπιστημίου ή Τ.Ε.Ι. ή ερευνητές Α΄ βαθμίδος ερευνητικών κέντρων ή ερευνητικών ινστιτούτων µε διεθνώς αναγνωρισμένο κύρος και πλούσια ερευνητική και επαγγελματική εμπειρία στο αντικείμενο του Τομέα. Στα Τ.Ε.Σ. συμμετέχουν και στελέχη του ευρύτερου παραγωγικού τομέα, που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και έχουν τουλάχιστον πενταετή επιπρόσθετη εμπειρία σε διεθνώς αναγνωρισμένες ερευνητικές και τεχνολογικές δραστηριότητες, καθώς και ικανότητα σχεδιασμού και συντονισμού ερευνητικών έργων. Κατά την επιλογή των μελών συνεκτιμώνται και τα στοιχεία της παραγράφου 3 του άρθρου 14. Η θητεία των μελών των Τ.Ε.Σ. είναι τριετής και μπορεί να ανανεώνεται μία μόνο φορά. 2. Τα μέλη των Τ.Ε.Σ. επιλέγονται από τους υπουργούς Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από ανοιχτή πρόσκληση ενδιαφέροντος, η οποία δημοσιεύεται στον ημερήσιο τύπο και στο διαδίκτυο, και εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Τ. 3. Τα Τ.Ε.Σ. έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) προσφέρουν επιστημονικό συμβουλευτικό έργο στα Υπουργεία Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και στον Ε.Ο.Ε.Τ. για θέματα έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας, β) επικουρούν το Ε.Σ.Ε.Τ. για τη διαμόρφωση στρατηγικής έρευνας και τεχνολογίας, γ) εισηγούνται στο Ε.Σ.Ε.Τ. για θέματα εκλογής διευθυντών ερευνητικών κέντρων και διευθυντών ερευνητικών ινστιτούτων, δ) εισηγούνται στο Ε.Σ.Ε.Τ. τα ονόματα των επιστημόνων που εντάσσονται στον εθνικό πίνακα κριτών όπως περιγράφεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 39 του παρόντος νόμου και με την διαδικασία της περίπτωσης η’ του άρθρου 11 του παρόντος νόμου. 4. Στον Πρόεδρο και στα μέλη των Τ.Ε.Σ. καταβάλλεται αποζημίωση ανά συνεδρίαση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Οι διατάξεις που διέπουν τις δαπάνες κινήσεως των μετακινούμενων προσώπων με εντολή του Δημοσίου για εκτέλεση υπηρεσίας, που ισχύουν κάθε φορά, έχουν εφαρμογή και για τη μετακίνηση του Προέδρου και των μελών των Τ.Ε.Σ. Οι εντολές μετακίνησης εκδίδονται από τη Γ.Γ.Ε.Τ. 5. Η λειτουργία των Τ.Ε.Σ. και η γενικότερη οργανωτική τους υποστήριξη ανήκουν στην αρμοδιότητα της Γ.Γ.Ε.Τ. και οι δαπάνες λειτουργίας τους εντάσσονται στον προϋπολογισμό της Γ.Γ.Ε.Τ. ή καλύπτονται από τον ειδικό λογαριασμό του άρθρου 9 του ν. 3054/2002, όπως ισχύει, με την επωνυμία «Λογαριασμός Χρηματοδότησης Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών για Μεταφορές Καυσίμων στις Προβληματικές Περιοχές της Χώρας».
Άρθρο 19 Εθνικός Οργανισμός Έρευνας και Τεχνολογίας 1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, το οποίο επιδιώκει δημόσιο και κοινωφελή σκοπό, με την επωνυμία «Εθνικός Οργανισμός Έρευνας και Τεχνολογίας» (Ε.Ο.Ε.Τ.), το οποίο εποπτεύεται από τους υπουργούς Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. 2. Ο Ε.Ο.Ε.Τ. έχει ως αποστολή την εφαρμογή και διαχείριση δράσεων της βασικής, εφαρμοσμένης – τεχνολογικής έρευνας και καινοτομίας και τη μέσω αυτών προαγωγή εν γένει της βασικής και εφαρμοσμένης επιστημονικής έρευνας στην Ελλάδα, κατά τις σχετικές διατάξεις του παρόντος νόμου. 3. Οι εν γένει δαπάνες λειτουργίας του Ε.Ο.Ε.Τ. βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό ή καλύπτονται από τον ειδικό λογαριασμό του άρθρου 9 του ν. 3054/2002, όπως ισχύει, με την επωνυμία «Λογαριασμός Χρηματοδότησης Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών για Μεταφορές Καυσίμων στις Προβληματικές Περιοχές της Χώρας».
Άρθρο 20 Αρμοδιότητες του Ε.Ο.Ε.Τ. Ο Ε.Ο.Ε.Τ. για την εκπλήρωση της αποστολής του έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) εισηγείται προς το Ε.Σ.Ε.Τ. για το Εθνικό Πρόγραμμα Έρευνας και Τεχνολογίας, β) διαχειρίζεται τα εγκρινόμενα από την Διυπουργική Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας εθνικά κονδύλια χρηματοδότησης, όπως αυτά έχουν κατανεμηθεί από τη Δ.Ε.Ε.Τ. στις θεματικές περιοχές των τομέων βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας, γ) εξειδικεύει, προκηρύσσει και διαχειρίζεται προγράμματα και δράσεις βασικής έρευνας, εφαρμοσμένης – τεχνολογικής έρευνας, καινοτομίας και διεθνούς συνεργασίας, δ) μπορεί να διαχειρίζεται ερευνητικά κονδύλια Υπουργείων, Περιφερειών και άλλων φορέων, προοριζόμενα για ανταγωνιστικές δράσεις, ε) διαχειρίζεται και συντονίζει την αξιολόγηση των προτάσεων και των προγραμμάτων και έργων βασικής έρευνας, εφαρμοσμένης έρευνας και διεθνούς συνεργασίας, στ) μπορεί να ιδρύει παραρτήματα, τοµεακά γραφεία προγραµµάτων και τοπικά τεχνολογικά γραφεία σε συνεργασία με τη Γ.Γ.Ε.Τ. και οποιαδήποτε άλλη περιφερειακή υπηρεσιακή µονάδα του Υπουργείου Ανάπτυξης και άλλων υπουργείων, καθώς και με τις Περιφέρειες της χώρας, για την προώθηση της έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας στις Περιφέρειες της χώρας. Για το σκοπό της άσκησης των παραπάνω αρμοδιοτήτων του ο Ε.Ο.Ε.Τ. μπορεί να αναθέτει την εκπόνηση μελετών σε νομικά ή φυσικά πρόσωπα, σύμφωνα με τις κείμενες σχετικές διατάξεις.
Άρθρο 21 Διοικητικό Συμβούλιο του Ε.Ο.Ε.Τ. 1. Ο Εθνικός Οργανισμός Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Ο.Ε.Τ.) διοικείται από πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, που αποτελείται από τον Πρόεδρο του Ε.Ο.Ε.Τ., ο οποίος είναι και Πρόεδρος του Δ.Σ. του, τον Αντιπρόεδρο για τη βασική έρευνα, τον Αντιπρόεδρο για την εφαρμοσμένη έρευνα και δύο μέλη, ένα από τα οποία προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα, που διαθέτουν τα προσόντα της παραγράφου 2. 2. Τα μέλη του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. είναι Έλληνες πολίτες που διαθέτουν τα προσόντα των μελών του Ε.Σ.Ε.Τ. όπως ορίζονται στην περίπτωση α ΄της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και ασχολούνται με τη βασική ή εφαρμοσμένη-τεχνολογική έρευνα,. Ειδικότερα, ο Πρόεδρος του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. πρέπει να διαθέτει τα προσόντα του Προέδρου του Ε.Σ.Ε.Τ., όπως αυτά ορίζονται στη παράγραφο 2 του άρθρου 14. 3. Για την επιλογή των μελών του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13. Ειδικότερα: α. Συγκροτείται επιτροπή κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13. β. Η ανωτέρω επιτροπή δημοσιεύει ανοικτή πρόσκληση υποβολής υποψηφιοτήτων και, μετά από προεπιλογή, εισηγείται στους υπουργούς Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων διπλάσιο αριθμό (10) μελών του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. γ. Τα μέλη του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. διορίζονται με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με την ίδια απόφαση, ορίζονται ο Πρόεδρος του Ε.Ο.Ε.Τ., ο Αντιπρόεδρος για τη βασική έρευνα και ο Αντιπρόεδρος για την εφαρμοσμένη έρευνα. 4. Για την θητεία των μελών του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως και 4 του άρθρου 13. 5. Στον Πρόεδρο και στους δύο Αντιπροέδρους του Ε.Ο.Ε.Τ. χορηγείται μηνιαία αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται η αποζημίωση των λοιπών μελών του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. ανά συνεδρίαση. Οι διατάξεις που διέπουν τις δαπάνες κινήσεως των μετακινούμενων προσώπων με εντολή του Δημοσίου για εκτέλεση υπηρεσίας, όπως ισχύουν κάθε φορά, εφαρμόζονται και για τη μετακίνηση των μελών του Δ.Σ. και των υπαλλήλων του Ε.Ο.Ε.Τ Οι σχετικές εντολές μετακίνησης εκδίδονται από το Γενικό Διευθυντή του Ε.Ο.Ε.Τ.
Άρθρο 22 Οργανωτική δομή του Ε.Ο.Ε.Τ. 1. Ο Ε.Ο.Ε.Τ. απαρτίζεται από δύο Τμήματα: α) το Τμήμα Βασικής Έρευνας, και β) το Τμήμα Εφαρμοσμένης Έρευνας. 2. Ο Πρόεδρος του Ε.Ο.Ε.Τ. προΐσταται του Ε.Ο.Ε.Τ. Ο Αντιπρόεδρος για τη βασική έρευνα προΐσταται του Τμήματος Βασικής Έρευνας του Ε.Ο.Ε.Τ. Ο Αντιπρόεδρος για την εφαρμοσμένη έρευνα προΐσταται του Τμήματος Εφαρμοσμένης Έρευνας του Ε.Ο.Ε.Τ. 3. Ο Γενικός Διευθυντής του Ε.Ο.Ε.Τ. επιλέγεται μετά από ανοικτή προκήρυξη από το Διοικητικό του Συμβούλιο και επικουρεί τον Πρόεδρο και τους δύο Αντιπροέδρους του Ε.Ο.Ε.Τ, ιδίως στις διαχειριστικές τους αρμοδιότητες, ασκώντας τις αρμοδιότητες που του εκχωρεί με απόφασή του το Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. 4. Προς εξυπηρέτηση της λειτουργίας του Ε.Ο.Ε.Τ., συνιστώνται: α) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης και Προσωπικού, β) Γραφείο Οικονομικής Διαχείρισης, γ) Γραφείο Νομικού Συμβούλου και δ) Γραφείο Τεχνικής Υποδομής/Υποστήριξης, τα οποία αναφέρονται στο Γενικό Διευθυντή. Τέλος, συνιστάται Γραφείο Εσωτερικού Ελέγχου, το οποίο οργανώνεται και λειτουργεί κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 24. 5. Για τη διοικητική και τεχνική υποστήριξη της λειτουργίας του Ε.Ο.Ε.Τ. επιτρέπεται, με κοινή απόφαση των εποπτευόντων υπουργών, η απόσπαση στον Ε.Ο.Ε.Τ., για μία διετία, που μπορεί να ανανεωθεί με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, διοικητικού προσωπικού του Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ή και της Γ.Γ.Ε.Τ. που έχει εμπειρία στην διαχείριση της έρευνας, της τεχνολογίας ή της καινοτομίας, ύστερα από συναίνεση του ενδιαφερόμενου και σύμφωνη γνώμη, κατά περίπτωση, του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Ε.Π.Θ. ή του Γενικού Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας, καθώς και του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Ο.Ε.Τ. 6. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ρυθμίζεται ειδικότερα η οργάνωση του Ε.Ο.Ε.Τ., εξειδικεύεται η υποδιαίρεση των τμημάτων του σε ερευνητικούς τομείς και ορίζονται οι δράσεις κάθε τομέα. Με το ίδιο διάταγμα συνιστάται, σε κάθε ερευνητικό τομέα, θέση Διευθυντή Ερευνητικού Τομέα και ορίζονται τα προσόντα του, προβλέπεται η στελέχωση κάθε ερευνητικού τομέα με Συντονιστές Περιοχών Τομέα, συνιστώνται έως 150 θέσεις επιστημονικού και λοιπού προσωπικού, καθορίζονται τα προσόντα και η διαδικασία πλήρωσής τους και ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την εσωτερική οργάνωση και λειτουργία του Ε.Ο.Ε.Τ. Μέχρι την πλήρωση των οργανικών θέσεων, ο Ε.Ο.Ε.Τ. λειτουργεί με προσωπικό που αποσπάται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, πάντως όχι πέραν των δύο ετών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. 7. Οι αποδοχές του προσωπικού του Ε.Ο.Ε.Τ. καθορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. και εγκρίνονται από τους υπουργούς Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης. Οι αποδοχές των αποσπώμενων υπαλλήλων κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εξακολουθούν να βαρύνουν το φορέα της οργανικής τους θέσης.
Άρθρο 23 Αξιολόγηση ερευνητικών προτάσεων και αποτίμηση ερευνητικών προγραμμάτων 1. Οι προτάσεις με αντικείμενο έργα, μελέτες και προγράμματα, οι οποίες υποβάλλονται στον Ε.Ο.Ε.Τ., αξιολογούνται με σύστημα αξιολόγησης από κριτές («peer review»), κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2. Ερευνητικά προγράμματα και έργα που χρηματοδοτούνται από τον Ε.Ο.Ε.Τ., αποτιμώνται ως προς τα αποτελέσματά τους από αυτόν. 2. Οι κριτές προτάσεων με αντικείμενο προγράμματα και έργα βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας είναι επιστήμονες, Έλληνες ή αλλοδαποί, με διεθνή καταξίωση και εμπειρία στην θεματική περιοχή της ερευνητικής πρότασης ή του ερευνητικού προγράμματος που καλούνται να αξιολογήσουν. 3. Το κείμενο κάθε πρότασης της προηγούμενης παραγράφου, όταν υποβάλλεται προς αξιολόγηση από διεθνείς κριτές, κατατίθεται υποχρεωτικά στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα. Η αξιολόγηση από τους κριτές γίνεται, εγγράφως, στην αγγλική γλώσσα. 4. Η αξιολόγηση των ερευνητικών προτάσεων και η αποτίμηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων πραγματοποιείται από δύο (2) τουλάχιστον κριτές, τους οποίους επιλέγουν οι αντίστοιχοι Διευθυντές Ερευνητικών Τομέων και οι Συντονιστές Περιοχών Τομέων. 5. Η επιλογή των κριτών με βάση τη συνάφεια του γνωστικού των αντικειμένου με ερευνητικές περιοχές γίνεται διαζευκτικά: α) από το Διεθνή Ερευνητικό Ιστό («Web of Science»). β) από κατάλογο κριτών προερχομένων από το διεθνή επιστημονικό χώρο που καταρτίζουν οι Διευθυντές Τομέων για τη βασική και την εφαρμοσμένη έρευνα. Ο κατάλογος αυτός ενημερώνεται και υποβάλλεται στο Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. προς έγκριση κάθε δύο έτη. 6. Η αξιολόγηση των προτάσεων περατώνεται εντός τριών (3) μηνών. Κατά την διαδικασία της αξιολόγησης και αποτίμησης τα ονόματα των κριτών συγκεκριμένης πρότασης παραμένουν απόρρητα. 7. Με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 6 του άρθρου 22, ορίζονται οι λεπτομέρειες της λειτουργίας του συστήματος αξιολόγησης των προτάσεων και αποτίμησης των ερευνητικών αποτελεσμάτων, θεσπίζονται κριτήρια και κανόνες δεοντολογίας της αξιολόγησης, με σκοπό την αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων, αφενός μεταξύ των κριτών και των μελών των Τ.Ε.Σ., του Ε.Σ.Ε.Τ. και του Ε.Ο.Ε.Τ. και, αφετέρου, μεταξύ των κριτών και των αξιολογουμένων, ρυθμίζονται θέματα αμοιβής κριτών, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια. Η αμοιβή των κριτών καθορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. η οποία εγκρίνεται από τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών και τον κατά περίπτωση αρμόδιο υπουργό. Ο Ε.Ο.Ε.Τ. μπορεί να ζητεί τη συνδρομή εξωτερικών κριτών για να αξιολογεί τα αποτελέσματα των επιτροπών κρίσεων. 8. Ο Ε.Ο.Ε.Τ. τηρεί αρχεία, σε έντυπη ή και ηλεκτρονική μορφή, τα οποία περιέχουν δεδομένα που αφορούν: α) τις αξιολογήσεις των ερευνητικών προτάσεων από τους κριτές, β) τις αναφορές των ερευνητών για την εκτέλεση των ερευνητικών προγραμμάτων – έργων και τα πορίσματα αυτών, γ) τις αποτιμήσεις των αποτελεσμάτων των ερευνητικών προγραμμάτων – έργων από κριτές. 9. Τα δεδομένα των ανωτέρω αρχείων συνεκτιμώνται κατά την υποβολή μελλοντικών προτάσεων από ερευνητές, που έχουν ήδη συμμετάσχει σε ερευνητικό πρόγραμμα του Ε.Ο.Ε.Τ. 10. Για την τήρηση των ανωτέρω αρχείων και την επεξεργασία των δεδομένων τους εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α΄), όπως εκάστοτε ισχύει.
Άρθρο 24 Γραφείο Εσωτερικού Ελέγχου του Ε.Ο.Ε.Τ. 1. Το Γραφείο Εσωτερικού Ελέγχου (Γ.Ε.Ε.) του Ε.Ο.Ε.Τ. αποτελεί ανεξάρτητη διοικητικά και λειτουργικά μονάδα του Ε.Ο.Ε.Τ., η οποία αναφέρεται αποκλειστικά στο Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. Συγκροτείται από τον προϊστάμενό του και δύο μέλη. Τα μέλη του Γ.Γ.Ε., ένα τουλάχιστον από τα οποία είναι ορκωτός ελεγκτής-λογιστής, επιλέγονται με ειδικά αιτιολογημένη, ως προς τα προσόντα τους, απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. και είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, μη δυνάμενα να ασκούν οποιαδήποτε άλλη αρμοδιότητα εντός ή εκτός του Ε.Ο.Ε.Τ. 2. Έργο του Γ.Ε.Ε. είναι ο έλεγχος της νομιμότητας των ενεργειών των οργάνων και υπαλλήλων του Ε.Ο.Ε.Τ και των προσώπων που συνεργάζονται με αυτόν με οποιαδήποτε σχέση.. 3. Το Γ.Γ.Ε. προς εξυπηρέτηση του σκοπού του: α. Ενεργεί διοικητικό και οικονομικό έλεγχο όλων των δραστηριοτήτων του Ε.Ο.Ε.Τ. και απευθύνει, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τις απαραίτητες συστάσεις. β. Συντάσσει και υποβάλλει ετήσια έκθεση προς το Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ, την οποία κοινοποιεί υποχρεωτικά στους υπουργούς Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. 4. Με τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας του Γ.Ε.Ε., ο οποίος καταρτίζεται με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. εντός τριμήνου από την πρώτη συγκρότησή του, εξειδικεύονται οι αρμοδιότητες του Γ.Ε.Ε. και οι διαδικασίες του ασκουμένου ελέγχου και ρυθμίζονται τα θέματα και η διαδικασία πρόσληψης καθώς και τα προσόντα για την πλήρωση των θέσεων προϊσταμένων και μελών του Γ.Ε.Ε. 5. Οι αποδοχές του προσωπικού του Γ.Ε.Ε. βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό ή καλύπτονται από τον ειδικό λογαριασμό του άρθρου 9 του ν. 3054/2002, όπως ισχύει, με την επωνυμία «Λογαριασμός Χρηματοδότησης Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών για Μεταφορές Καυσίμων στις Προβληματικές Περιοχές της Χώρας». Οι αποδοχές αυτές, καθορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. και εγκρίνονται από τους υπουργούς Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.
Άρθρο 25 Συνδρομή τεκμηρίωσης Με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 2472/1997, όπως εκάστοτε ισχύει, και των κατά περίπτωση διατάξεων περί υπηρεσιακών απορρήτων, το Ε.Σ.Ε.Τ. και ο Ε.Ο.Ε.Τ., κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, έχουν δικαίωμα άμεσης, προνομιακής και ακώλυτης πρόσβασης σε στατιστικά δεδομένα υπηρεσιών Υπουργείων, ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, Α.Ε.Ι., λοιπών ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ. του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός εκάστοτε ορίζεται.
Άρθρο 26 Ειδικές διατάξεις για μέλη Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίων, Ε.Π. Τ.Ε.Ι. και ερευνητές ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων 1. Η ιδιότητα του μέλους του Ε.Σ.Ε.Τ., του μέλους του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. και του μέλους Τ.Ε.Σ. δεν εμπίπτει στις διατάξεις των περιπτώσεων: α) ι΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 και β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Ν. 2530/1997 (ΦΕΚ 281 Α’) β) θ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Ν. 2530/1997. 2. Κατ’ εξαίρεση, η ιδιότητα του Προέδρου του Ε.Σ.Ε.Τ. και του μέλους του Δ.Σ. του Ε.Ο.Ε.Τ. είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του Πρύτανη ή Αντιπρύτανη Πανεπιστημίου, Προέδρου ή Αντιπροέδρου Τ.Ε.Ι., Κοσμήτορα Σχολής, Προέδρου ή Αντιπροέδρου Σχολής ή Τμήματος Πανεπιστημίου ή Τ.Ε.Ι., Προέδρου ή Αντιπροέδρου Διοικούσας Επιτροπής Πανεπιστημίου ή Τ.Ε.Ι., καθώς και με την ιδιότητα του Διευθυντή ή Αναπληρωτή Διευθυντή ερευνητικών κέντρων ή ερευνητικών ινστιτούτων.
Άρθρο 27 Υποχρέωση εχεμύθειας 1. Η διοίκηση, οι υπάλληλοι και τα πρόσωπα, τα οποία συνδέονται με το Ε.Σ.Ε.Τ. ή τον Ε.Ο.Ε.Τ. με σύμβαση έργου, εργασίας ή εντολής, υποχρεούνται να τηρούν εχεμύθεια για γεγονότα, ερευνητικά δεδομένα και ερευνητικά προγράμματα ή επιμέρους στοιχεία αυτών, τα οποία περιέρχονται στη γνώση τους κατά την άσκηση ή επ’ ευκαιρία της ανωτέρω δραστηριότητάς τους. 2. Οι παραβάτες της προηγούμενης παραγράφου τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 252 και 253 του Ποινικού Κώδικα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ Διεθνείς Συνεργασίες Άρθρο 28 Συνεργατική έρευνα – Κοινά ευρωπαϊκά προγράμματα – Χρηματοδότηση 1. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης καθορίζονται, κατά παρέκκλιση από κάθε τυχόν ισχύουσα αντίθετη διάταξη, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία, τα αναγκαία μέτρα και οι λεπτομέρειες για τη χρηματοδότηση των διεθνών συνεργασιών μεταξύ ερευνητών, ερευνητικών ομάδων ή ερευνητικών κέντρων με κατοικία ή έδρα, αντίστοιχα, σε δύο η περισσότερα κράτη, στο πλαίσιο της συνεργατικής έρευνας. Προς το σκοπό αυτόν επιτρέπεται, με την απόφαση του προηγουμένου εδαφίου, η χρηματοδότηση από εθνικούς πόρους έρευνας που διεξάγεται στην αλλοδαπή και η χρηματοδότηση έρευνας από αλλοδαπούς ερευνητές που διεξάγεται στην Ελλάδα, καθώς και έρευνας που διεξάγεται στην Ελλάδα από Έλληνες ερευνητές σε δικτύωση με ερευνητές της αλλοδαπής (μεταφορά τεχνογνωσίας). Εάν στις παραπάνω διεθνείς συνεργασίες μετέχουν και μέλη ή ομάδες μελών Δ.Ε.Π. των Πανεπιστημίων και Ε.Π. των Τ.Ε.Ι., η απόφαση του πρώτου εδαφίου συνυπογράφεται και από τον υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. 2. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ρυθμίζονται, κατά παρέκκλιση από κάθε τυχόν ισχύουσα αντίθετη διάταξη, η σύσταση κοινών οργάνων για την εφαρμογή των κοινοπραξιών που συνομολογούνται στο πλαίσιο των προγραμμάτων έρευνας, τεχνολογίας ή καινοτομίας σε διεθνές ή διακρατικό επίπεδο, και την υλοποίηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας, ο τρόπος συμμετοχής σε αυτά τα όργανα, η εφαρμογή των αποφάσεών τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια. Με την ίδια απόφαση ορίζονται κατηγορίες κοινών ευρωπαϊκών προγραμμάτων για τις οποίες μπορεί να παρέχεται η δυνατότητα στους εκπαιδευτικούς, ερευνητικούς ή τεχνολογικούς φορείς να συμμετέχουν: α) στην από κοινού, με άλλα κράτη μέλη ή και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ίδρυση ένωσης προσώπων με ή χωρίς νομική προσωπικότητα για την πληρέστερη ολοκλήρωση της κοινής διοικητικής διαχείρισης, β) στη χρηματοδότηση είτε με την διάθεση αμιγώς εθνικών κονδυλίων μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων είτε με την διάθεση πόρων από τα επιχειρησιακά προγράμματα του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (Κ.Π.Σ.). 3. Επιτρέπεται η διάθεση εθνικών πόρων από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και τα επιχειρησιακά προγράμματα του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (Ε.Σ.Π.Α.) για την ενίσχυση πραγματικών ή εικονικών κοινών ταμείων (real or virtual common pots) στα συνεργατικά διεθνή και κοινά Ευρωπαϊκά Προγράμματα και Έργα, κατά παρέκκλιση από κάθε τυχόν αντίθετη διάταξη που εκάστοτε ισχύει. 4. Με κοινή υπουργική απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μπορεί να προβλεφθεί, για τη συμμετοχή των ελληνικών Πανεπιστημίων, Τ.Ε.Ι., ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων στο εκάστοτε Πρόγραμμα Πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την έρευνα και την καινοτομία ο τρόπος συγχρηματοδότησης ως ιδίας συμμετοχής και να ορισθούν οι πόροι που θα διατεθούν για το σκοπό αυτόν, οι οποίοι μπορεί να είναι εθνικοί ή να προέρχονται από τα επιχειρησιακά προγράμματα του Ε.Σ.Π.Α.
Άρθρο 29 Υποδομές των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων 1. Με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης καθορίζεται η διαδικασία δημιουργίας ενός «εθνικού οδικού χάρτη» υποδομών των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, ο οποίος εγκρίνεται και ανανεώνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα με όμοια απόφαση ύστερα από εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Τ. 2. Με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ., καθορίζεται η διαδικασία ανάδειξης των υποδομών των ερευνητικών κέντρων και Α.Ε.Ι. που είναι πανευρωπαϊκής εμβέλειας, με σκοπό την ένταξή τους στον αντίστοιχο οδικό χάρτη του «ESFRI» και στο εκάστοτε Πρόγραμμα Πλαίσιο για την έρευνα και την τεχνολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 3. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζονται οι πόροι για τη συγχρηματοδότηση των εθνικών υποδομών πανευρωπαϊκής εμβέλειας λόγω ένταξής τους στο εκάστοτε Πρόγραμμα Πλαίσιο για την Έρευνα και Τεχνολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 4. α) Εντός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, τα ερευνητικά κέντρα και αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα, τα οποία εποπτεύονται από την Γ.Γ.Ε.Τ., υποχρεούνται να συστήσουν κοινοπραξία με τίτλο «Κοινοπραξία Βιβλιοθηκών Ερευνητικών Κέντρων», με σκοπό την εξοικονόμηση πόρων, την από κοινού πρόσβαση σε ηλεκτρονικές πηγές πληροφόρησης και την ορθολογική διαχείριση του συνόλου της συλλογής περιοδικών σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, καθώς και την ανάπτυξη υπηρεσιών που θα επιτρέψουν την περαιτέρω αξιοποίηση των πηγών αυτών. β) Η Κοινοπραξία αποτελείται από όλα τα εποπτευόμενα από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας ερευνητικά κέντρα και αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα, ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ. γ) Η Κοινοπραξία εποπτεύεται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας. Την ευθύνη διαχείρισης του δικτύου, καθώς και τον συντονισμό της Κοινοπραξίας έχει το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (Ε.Κ.Τ.) του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (Ε.Ι.Ε.). δ) Η σύσταση και λειτουργία της Κοινοπραξίας γίνεται με τη σύνταξη και την υπογραφή από τα ερευνητικά κέντρα και τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα προγραμματικής συμφωνίας, στην οποία προβλέπονται οι στόχο, οι όροι και ο τρόπος της συνεργασίας. ε) Η κατανομή του κόστους στα μέλη της Κοινοπραξίας γίνεται με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης, βάσει κριτηρίων που καθορίζονται στη σύμβαση κοινοπραξίας. Με την ίδια απόφαση μπορεί να προβλέπεται κάλυψη του κόστους της κοινοπραξίας από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης. στ) Η Κοινοπραξία Βιβλιοθηκών Ερευνητικών Κέντρων συνεργάζεται με τον Σύνδεσμο Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών στη βάση προγραμματικών συμφωνιών με σκοπό την επίτευξη οικονομιών κλίμακας.
Άρθρο 30 Κινητικότητα Ερευνητών - Επαναπατρισμός Ελλήνων επιστημόνων της διασποράς 1. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων θεσπίζονται κίνητρα και μέτρα διευκόλυνσης για την προσέλκυση ξένων επιστημόνων από χώρες εντός ή εκτός της Ε.Ε. 2. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εξωτερικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων θεσπίζονται κίνητρα για τον επαναπατρισμό Ελλήνων επιστημόνων της διασποράς από χώρες εντός και εκτός Ε.Ε. Με την απόφαση αυτή προσδιορίζονται ειδικότερα οι κατηγορίες Ελλήνων επιστημόνων της διασποράς και μπορούν να προβλεφθούν εφάπαξ ερευνητικές χορηγίες ένταξης επιστημόνων στον ερευνητικό ιστό της χώρας, ύψους μέχρι 100 χιλιάδων ευρώ, άλλα ειδικά οικονομικά κίνητρα, μέτρα διευκόλυνσης της επιστροφής των Ελλήνων επιστημόνων του εξωτερικού, να ρυθμίζεται η αναγνώριση προϋπηρεσίας των Ελλήνων επιστημόνων του εξωτερικού και να προβλέπεται η ίδρυση γραφείων δραστηριοποίησης Ελλήνων επιστημόνων της διασποράς σε χώρες του εξωτερικού και ιδίως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τις Η.Π.Α. και την Αυστραλία. 3. Με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης προκηρύσσονται εθνικά προγράμματα έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας που ανταποκρίνονται στις ειδικές προδιαγραφές της Ε.Ε. και συγχρηματοδοτούνται από το εκάστοτε πρόγραμμα πλαίσιο της Ε.Ε. για την έρευνα και την τεχνολογία. 4. Με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης συγκροτούνται επιτροπές, έργο των οποίων είναι η εναρμόνιση των εθνικών κανόνων δικαίου με την Ευρωπαϊκή Χάρτα των Ερευνητών και τον Κώδικα Δεοντολογίας για τις Προσλήψεις των Ερευνητών και την άρση των εμποδίων στην κινητικότητα των ερευνητών στο πλαίσιο της σχετικής στρατηγικής της Ε.Ε. Τα σχετικά μέτρα λαμβάνονται με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης ή με κοινή απόφαση αυτού και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού και μπορεί να αφορούν, μεταξύ άλλων, θέματα διευκόλυνσης της εισόδου και της διαμονής των αλλοδαπών ερευνητών στην Ελλάδα.
Άρθρο 31 Συμμετοχή της Ελλάδας στον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας και σε ευρωπαϊκούς και διεθνείς διακυβερνητικούς οργανισμούς 1. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μπορεί να θεσπίζονται οικονομικά κίνητρα ή άλλα μέτρα διευκόλυνσης για την ενίσχυση της συμμετοχής των Ελλήνων επιστημόνων σε τομείς ερευνητικών και τεχνολογικών δραστηριοτήτων που έχουν σχέση με διεθνείς οργανισμούς όπως CERN, ESΑ. Με την ίδια απόφαση μπορεί να προκηρυχθούν εθνικά προγράμματα που έχουν σχέση με διεθνείς οργανισμούς. Οι υποβαλλόμενες προτάσεις αξιολογούνται από τον Ε.Ο.Ε.Τ. με βάση την επιστημονική αριστεία και τη συμβολή στους στόχους του προγράμματος. Οι σχετικοί πόροι διατίθενται ως ένα ορισμένο ποσοστό της εισφοράς της Ελλάδας σε αυτούς. Με την παραπάνω απόφαση προσδιορίζεται το ύψος των πόρων που διατίθενται για τα προγράμματα ως ποσοστό της εισφοράς της Ελλάδας στους αντίστοιχους διεθνείς οργανισμούς. 2. Με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ., μπορούν να τροποποιούνται τα επιστημονικά πεδία για την βιομηχανική έρευνα και τεχνολογία με σκοπό τον αναπροσανατολισμό τους στα εκάστοτε νέα διεθνή δεδομένα και τη συμμετοχή της Ελλάδας σε διεθνείς οργανισμούς και ιδίως στον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας. 3. Η Ελλάδα, μπορεί να συνεργάζεται με χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Μαύρης Θάλασσας και της Μεσογείου, σε ερευνητικά προγράμματα έρευνας ή μεταφοράς τεχνολογίας. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εξωτερικών και Ανάπτυξης μπορεί να προκηρύσσονται προγράμματα σε πολυμερές επίπεδο με τις χώρες αυτές, να προβλέπεται ο προϋπολογισμός τους και να καθορίζονται οι επιλέξιμες ενέργειες όπως: κοινά ερευνητικά έργα σε συγκεκριμένους τομείς, έργα επίδειξης τεχνολογιών, έργα δικτύωσης, εκπαίδευση νέων ερευνητών από τις παραπάνω χώρες σε εργαστήρια ελληνικών ερευνητικών φορέων. 4. Στον τακτικό προϋπολογισµό της Γενικής Γραµµατείας Έρευνας και Τεχνολογίας (Γ.Γ.Ε.Τ.) του Υπουργείου Ανάπτυξης εγγράφεται κατ’ έτος πίστωση για την καταβολή των εισφορών της Ελλάδας στον κάθε διεθνή οργανισµό, στον οποίο συμμετέχει, όπως ιδίως το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών (CERN) το Ευρωπαϊκό Ιδρυµα Επιστήµης (EUROPEAN SCIENCE FOUNDATION), η ∆ιεθνής Ένωση Αστρονοµίας, ο Ευρωπαϊκός Οργανισµός ∆ιαστήµατος, οι οργανισμoί: European Molecular Biology Laboratory (EMBL), European Sychnotron Radiation Facility (ESRF), International Atomic Energy (Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας), World Health Organization (WHO), το πρόγραµµα ΕΥΡΗΚΑ, τα προγράμματα της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας (International Energy Agency), και την κάλυψη των αναγκαίων δαπανών για τη συµµετοχή της χώρας στις δραστηριότητες των παραπάνω οργανισµών. 5. Για την ενίσχυση της έρευνας και τεχνολογίας, η Γ.Γ.Ε.Τ. μπορεί να επιχορηγεί κατ’ έτος τα Α.Ε.Ι. και τα εποπτευόµενα από αυτήν ερευνητικά κέντρα και αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα και τους εποπτευόμενους από άλλα υπουργεία ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς µε ποσό χρηµάτων ίσο προς τον καταβαλλόµενο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), για προµήθειες τεχνικού εξοπλισµού που είναι αναγκαίος για την εκτέλεση ερευνητικών προγραµµάτων που χρηµατοδοτούνται από το Ν.Α.Τ.Ο. ή άλλους διεθνείς οργανισµούς στους οποίους µετέχει η χώρα. Για το σκοπό αυτό εγγράφεται κατ’ έτος ειδική σχετική πίστωση στον Κρατικό Προϋπολογισµό. Στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων εγγράφεται πίστωση για τον Φ.Π.Α. των έργων ERANET που εκτελούνται από τη Γ.Γ.Ε.Τ. και τον Ε.Ο.Ε.Τ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ Διατάξεις περί ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων του δημοσίου τομέα Άρθρο 32 Ερευνητικοί και τεχνολογικοί φορείς του δημόσιου τομέα 1. α) Οι ερευνητικοί φορείς που εποπτεύει το Κράτος δια της Γ.Γ.Ε.Τ. διακρίνονται σε: α) ερευνητικά κέντρα, β) αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα, γ) ειδικά ερευνητικά κέντρα, και δ) τεχνολογικούς φορείς. β) Οι υπόλοιποι ερευνητικοί φορείς που εποπτεύει το Κράτος δι’ άλλων Υπουργείων διέπονται από τις ιδρυτικές τους διατάξεις, με την επιφύλαξη του άρθρου 3 του παρόντος νόμου. 2. Τα ερευνητικά κέντρα και ειδικά ερευνητικά κέντρα έχουν αντικείµενο που αναφέρεται σε περισσότερες της μίας περιοχές της επιστήµης και της τεχνολογίας. Τα κέντρα αυτά απαρτίζονται από ερευνητικά ινστιτούτα µε αντικείµενο είτε την παραγωγή γνώσεων και ανάπτυξη εφαρµογών σε ορισµένη επιστηµονική περιοχή, είτε τη διεπιστηµονική αντιµετώπιση τεχνολογικών και αναπτυξιακών προβληµάτων της χώρας σε συγκεκριµένους τοµείς αναγκών και την επίλυση προβληµάτων της παραγωγικής διαδικασίας και της κοινωνικής ανάπτυξης. 3. Τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα έχουν αντικείµενο είτε την παραγωγή γνώσεων και ανάπτυξη εφαρµογών σε ορισµένη επιστηµονική περιοχή, είτε τη διεπιστηµονική αντιµετώπιση τεχνολογικών και αναπτυξιακών προβληµάτων της χώρας σε συγκεκριµένο τοµέα και την επίλυση συγκεκριµένων προβληµάτων της παραγωγικής διαδικασίας και της κοινωνικής ανάπτυξης. Τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα, µετά από πενταετή περίοδο πιλοτικής λειτουργίας, που προσδιορίζεται µε το ιδρυτικό τους προεδρικό διάταγµα, αξιολογούνται, και µε απόφαση του εποπτεύοντος υπουργού, ύστερα από γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ., εντάσσονται σε ερευνητικό κέντρο, μετατρέπονται σε ερευνητικό κέντρο µε διεύρυνση των αντικειµένων τους ή καταργούνται. 4. Για την εκπλήρωση της αποστολής τους τα ερευνητικά κέντρα και τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα µπορεί να δηµιουργούν ειδικές βοηθητικές µονάδες τεχνικής υποστήριξης µε απόφαση του διοικητικού τους συµβουλίου ή του διευθυντή τους αντίστοιχα. 5. Οι Διευθυντές των εποπτευόμενων από την Γ.Γ.Ε.Τ ερευνητικών κέντρων, ειδικών ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων συνέρχονται σε Σύνοδο, με σκοπό το συντονισμό των δραστηριοτήτων των εποπτευόμενων από την Γ.Γ.Ε.Τ. ερευνητικών φορέων και την εφαρμογή της επιστημονικής και τεχνολογικής πολιτικής του Υπουργείου Ανάπτυξης. Η Σύνοδος γνωμοδοτεί στο Ε.Σ.Ε.Τ. για την κατάρτιση του Ε.Π.Ε.Τ. και εισηγείται στον κατά περίπτωση αρμόδιο υπουργό για την ίδρυση, συγχώνευση, διάσπαση ή αναδιάρθρωση ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων που εποπτεύονται από την Γ.Γ.Ε.Τ. Στη Σύνοδο μετέχει, αυτοδικαίως, ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εποπτείας Ερευνητικών Φορέων της Γ.Γ.Ε.Τ. Με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα ειδικότερα θέματα λειτουργίας της Συνόδου.
Τίτλος Ι Ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα αυτών. Σύσταση, οργάνωση, λειτουργία. Άρθρο 33 Σύσταση – Όργανα διοίκησης 1. Τα ερευνητικά κέντρα και τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα που τελούν υπό κρατική εποπτεία συνιστώνται με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 51 του παρόντος νόμου και μπορεί να είναι νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. 2. Όργανα διοίκησης των ερευνητικών κέντρων είναι: α) το διοικητικό συμβούλιο β) ο διευθυντής 3. Το Διοικητικό Συμβούλιο των ερευνητικών κέντρων αποτελείται από: α) Το διευθυντή του κέντρου, ως πρόεδρο. β) Τους διευθυντές των ινστιτούτων του κέντρου. γ) Έναν εκπρόσωπο των ερευνητών και Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (Ε.Λ.Ε.) του κέντρου, ή τον αναπληρωτή του, που εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία από το σύνολο των ερευνητών και Ε.Λ.Ε. αυτού, με τριετή θητεία. δ) Έναν εκπρόσωπο του τεχνικού-διοικητικού προσωπικού του κέντρου, ή τον αναπληρωτή του, που εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία από το σύνολο των υπαλλήλων αυτών, με τριετή θητεία. ε) Έναν εκπρόσωπο της Γ.Γ.Ε.Τ. ή του κατά περίπτωση εποπτεύοντος Υπουργείου με εμπειρία σχετική με τις δραστηριότητες του κέντρου, με τριετή θητεία. στ) Έναν διακεκριμένο ερευνητή από τον χώρο των επιχειρήσεων, που επιλέγεται από τον εποπτεύοντα το ερευνητικό κέντρο υπουργό μεταξύ τριών προσώπων που προτείνονται από το Δ.Σ. του κέντρου με τεκμηριωμένη εισήγηση και διορίζεται με τριετή θητεία. Η διαδικασία εκλογής των εκπροσώπων των περιπτώσεων γ’ και δ’ καθορίζεται με τον εσωτερικό κανονισμό του κέντρου. Ο ορισμός των μελών και η συγκρότηση του Δ.Σ. γίνεται με απόφαση του εποπτεύοντος το ερευνητικό κέντρο Υπουργού, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εάν δεν εκλεγεί εκπρόσωπος των ερευνητών και των Ε.Λ.Ε. του κέντρου και των τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων, το Δ.Σ. συγκροτείται και λειτουργεί νομίμως με τα υπόλοιπα μέλη του. Το Δ.Σ. εκλέγει με ψηφοφορία, μεταξύ των Διευθυντών των ινστιτούτων, έναν αντιπρόεδρο, ο οποίος αναπληρώνει και αντικαθιστά τον Πρόεδρο σε περίπτωση απουσίας, κωλύματος ή έλλειψης αυτού. Ο αντιπρόεδρος έχει όλες τις αρμοδιότητες του απουσιάζοντος, κωλυομένου ή ελλείποντος προέδρου. 4. Το Δ.Σ. αποφασίζει για όλα τα θέματα που αφορούν στη διοίκηση του κέντρου με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Η εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ. γίνεται από το διευθυντή του κέντρου. Σε περίπτωση απουσίας, κωλύματος ή έλλειψης αυτού, η εκτέλεση των αποφάσεων γίνεται από τον αντιπρόεδρο του Δ.Σ. Στις αρμοδιότητες του Δ.Σ. ανήκουν ιδίως: α) η προκήρυξη θέσεων κάθε κατηγορίας προσωπικού, η εκτέλεση των αποφάσεων των επιτροπών πρόσληψης, προαγωγής και κρίσης των ερευνητών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, β) η έγκριση, ύστερα από εισήγηση του διευθυντή του ερευνητικού κέντρου, του ερευνητικού και επιχειρησιακού προγράμματος και του αντίστοιχου ετήσιου προϋπολογισμού του κέντρου. Το επιχειρησιακό πρόγραμμα και ο ετήσιος προϋπολογισμός συγκροτούνται από τα επιχειρησιακά προγράμματα και τους ετήσιους προϋπολογισμούς του κάθε ινστιτούτου. Για την έγκριση του επιχειρησιακού προγράμματος του ερευνητικού κέντρου από το Δ.Σ. απαιτείται γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου του κέντρου, για την οποία ο πρόεδρος του Δ.Σ. του κέντρου απευθύνει επιστολή προς το Επιστημονικό Συμβούλιο. Αν παρέλθουν τριάντα (30) ημέρες από την επίδοση της επιστολής, το Δ.Σ. αποφασίζει χωρίς την γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου. γ) η έγκριση, ύστερα από εισήγηση του διευθυντή του κέντρου, του απολογισμού και του ισολογισμού του κέντρου, δ) η άσκηση πειθαρχικής εξουσίας στο προσωπικό του κέντρου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, ε) η εισήγηση για την οργάνωση και λειτουργία γραφείου διασύνδεσης έρευνας με την παραγωγική διαδικασία, στ) η σύνδεση του επιχειρησιακού προγράμματος του ερευνητικού κέντρου με την εθνική και περιφερειακή αναπτυξιακή πολιτική της χώρας. ζ) κάθε άλλη αρμοδιότητα σχετική με τη διοίκηση του κέντρου, η οποία δεν ανατίθεται σε άλλο όργανο. Με απόφαση του το Δ.Σ. μπορεί να μεταβιβάζει στο διευθυντή του κέντρου τις αρμοδιότητές του, εκτός από τις προβλεπόμενες στις περιπτώσεις β’, γ’, δ’ και στ΄ της παραγράφου αυτής. 5. Ο διευθυντής του ερευνητικού κέντρου διορίζεται με απόφαση του εποπτεύοντος το ερευνητικό κέντρο υπουργού, κατά την ακόλουθη διαδικασία: α. Το Υπουργείο που εποπτεύει το ερευνητικό κέντρο προκηρύσσει την κενή θέση του διευθυντή ερευνητικού κέντρου σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 1 του άρθρου 37. β. Οι υποψηφιότητες υποβάλλονται στο εποπτεύον το κέντρο Υπουργείο, με αίτηση του ενδιαφερομένου. γ. Ο Διευθυντής του κέντρου επιλέγεται ύστερα από κρίση ενδεκαμελούς επιτροπής κριτών, η οποία απαρτίζεται από μέλη επιπέδου διευθυντή αντίστοιχου κέντρου ή καθηγητή Πανεπιστημίου ή Τ.Ε.Ι. ημεδαπής ή αλλοδαπής ή ερευνητή Α΄ βαθμίδας ερευνητικού κέντρου της ημεδαπής η αλλοδαπής, των οποίων το γνωστικό αντικείμενο ή η επιστημονική εξειδίκευση συμπίπτει ή είναι συγγενής με ένα από τα επιστημονικά – ερευνητικά αντικείμενα των ινστιτούτων του κέντρου, με επαρκή πείρα σε θέματα αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της έρευνας και διοίκησης φορέων ή ερευνητικών ομάδων. Η ενδεκαμελής επιτροπή κριτών συγκροτείται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 37 και αποφασίζει κατά τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του ιδίου άρθρου, επιλέγοντας τον Διευθυντή με κριτήριο τα επιστημονικά και διοικητικά προσόντα των υποψηφίων. 6. Ο διευθυντής του κέντρου πρέπει: α) να έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με κοινή απόφαση των υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του εποπτεύοντος το ερευνητικό κέντρο Υπουργού μπορεί, κατ’ εξαίρεση, ο Διευθυντής να έχει την ιθαγένεια τρίτης χώρας, β) να είναι επιστήμονας με διεθνές κύρος, με διοικητική πείρα και ερευνητική και τεχνολογική δραστηριότητα σχετική με ένα ή περισσότερα από τα αντικείμενα του κέντρου, με συμβολή στην προσέλκυση χρηματοδοτήσεων για ερευνητικά και τεχνολογικά προγράμματα ή έργα και στην εφαρμογή των αποτελεσμάτων αυτών, γ) να έχει τα προσόντα διορισμού σε θέση ερευνητή βαθμίδας Α’, δ) να γνωρίζει επαρκώς την ελληνική γλώσσα, εκτός των περιπτώσεων που διορίζεται κατ’ εφαρμογή ειδικού νόμου, ε) να μην έχει συμπληρώσει το 62ο έτος της ηλικίας του κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής υποψηφιοτήτων. 7. Ο διευθυντής του ερευνητικού κέντρου έχει τα εξής καθήκοντα: α) προεδρεύει στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. του κέντρου, είναι υπεύθυνος για την σύνταξη της ημερησίας διάταξης και εκτελεί τις αποφάσεις του, β) συμμετέχει ως εισηγητής, χωρίς ψήφο, στις συνεδριάσεις του επιστημονικού συμβουλίου, γ) προΐσταται των υπηρεσιών του κέντρου, δ) εκπροσωπεί νόμιμα το ερευνητικό κέντρο ενώπιον διοικητικών και δικαστικών αρχών, καθώς και στις ιδιωτικού δικαίου σχέσεις του, υπογράφοντας τις κάθε είδους συμβάσεις με τρίτους, ε) εισηγείται στο Δ.Σ. το ερευνητικό και αναπτυξιακό πρόγραμμα του κέντρου και τον αντίστοιχο ετήσιο προϋπολογισμό, με βάση τις επιμέρους προτάσεις των ινστιτούτων, στ) εισηγείται στο Δ.Σ. τον απολογισμό και ισολογισμό του κέντρου, ζ) ασκεί όσες αρμοδιότητες του έχει αναθέσει το Δ.Σ. 8. Ο διευθυντής του ερευνητικού κέντρου είναι πλήρους απασχόλησης. Οι δαπάνες που προκύπτουν από την ένταξή του σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης καλύπτονται από τον τακτικό προϋπολογισμό της Γ.Γ.Ε.Τ. και εγγράφονται στο τακτικό προϋπολογισμό του οικείου ερευνητικού κέντρου. Συγχρόνως, ο διευθυντής του ερευνητικού κέντρου μπορεί να ασκεί ερευνητικά καθήκοντα με μερική απασχόληση μόνο στο ίδιο ερευνητικό κέντρο. Κατ’ εξαίρεση, αν είναι μέλος Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίου ή μέλος Ε.Π. Τ.Ε.Ι., υποχρεούται σε ένταξη στο καθεστώς μερικής απασχόλησης του ν. 2530/1997, όπως ισχύει, από την έναρξη της θητείας του. 9. Σε κάθε ερευνητικό κέντρο συνίσταται επταμελές Επιστημονικό Συμβούλιο (Ε.Σ.), το οποίο απαρτίζεται από επιστήμονες διεθνούς κύρους από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Τα μέλη του Ε.Σ. πρέπει να έχουν εμπειρία σε ένα τουλάχιστον γνωστικό αντικείμενο από αυτά που καλύπτουν τα ινστιτούτα του κέντρου και συνολικά η εμπειρία τους να καλύπτει όλα τα επιμέρους γνωστικά αντικείμενα των ινστιτούτων του κέντρου. Τα μέλη του Ε.Σ. ορίζονται με απόφαση του εποπτεύοντος το ερευνητικό κέντρο υπουργού με τριετή θητεία, ύστερα από εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Τ. Τα μέλη του Ε.Σ. εκλέγουν μεταξύ τους τον πρόεδρο του Ε.Σ. που είναι αρμόδιος για τη σύγκληση του Ε.Σ., τη διαμόρφωση της ημερήσιας διάταξης, τη διεύθυνση των συνεδριάσεων του Ε.Σ. και την εκπροσώπηση αυτού. Ο Διευθυντής του κέντρου συμμετέχει αυτοδικαίως στις συνεδριάσεις του Ε.Σ. χωρίς δικαίωμα ψήφου. Το ΕΣ συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές το έτος και εκτάκτως, εφόσον παρίσταται ανάγκη. 10. Το Επιστημονικό Συμβούλιο έχει ιδίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) αποτιμά την διοικητική λειτουργία του ερευνητικού κέντρου και υποβάλλει σχετική έκθεση στον εποπτεύοντα το ερευνητικό κέντρο υπουργό, β) παρακολουθεί το στρατηγικό και επιχειρησιακό πρόγραμμα του κέντρου και υποβάλλει σχετική γνώμη στον εποπτεύοντα το ερευνητικό κέντρο υπουργό, γ) αποτιμά την επιστημονική λειτουργία του κέντρου, με σημείο αναφοράς την εθνική πολιτική επιστημονικής έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας και τα αποτελέσματα της τελευταίας εξωτερικής αξιολόγησης βάσει της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του παρόντος νόμου, δ) γνωμοδοτεί, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή του κέντρου, εντός τριάντα (30) ημερών από αυτή, προς τον αρμόδιο υπουργό για τον ετήσιο προϋπολογισμό. Αν δεν υποβληθεί εισήγηση, το Ε.Σ. προχωρεί και χωρίς αυτήν. ε) γνωμοδοτεί σε ειδικά ερωτήματα που υποβάλλονται από τον αρμόδιο υπουργό ή το Δ.Σ του κέντρου, στ) καταρτίζει ετησίως για κάθε ινστιτούτο του Ε.Κ. κατάλογο επιστημόνων για τις επιτροπές κρίσης της παραγράφου 3 του άρθρου 40, ο οποίος αποτελείται από όλα τα μέλη της ομάδας ή των ομάδων που αντιστοιχούν στις ειδικότητες του ινστιτούτου του Εθνικού Πίνακα Κριτών, 11. Η αποζημίωση, τα οδοιπορικά και τα έξοδα διαμονής των μελών του Επιστημονικού Συμβουλίου του ερευνητικού κέντρου καθορίζονται με κοινή απόφαση του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του εποπτεύοντος το κέντρο ή αυτοτελές ερευνητικό ινστιτούτο υπουργού, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου, και βαρύνουν τον προϋπολογισμό του οικείου ερευνητικού κέντρου ή αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου.
Άρθρο 34 Ινστιτούτα των ερευνητικών κέντρων 1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ., τα ερευνητικά κέντρα μπορεί να υποδιαιρούνται σε ινστιτούτα κατά τομέα επιστημονικής εξειδίκευσης ή και διεπιστημονικό τομέα που αντιστοιχεί σε περιοχή οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων. 2. Τα παραπάνω ινστιτούτα αποτελούν υπηρεσιακές μονάδες των ερευνητικών κέντρων και έχουν λειτουργική αυτοτέλεια για την αρτιότερη εξυπηρέτηση των ερευνητικών, επιστημονικών και τεχνολογικών αναγκών του τομέα που καλύπτουν. Τα ειδικότερα θέματα και οι λεπτομέρειες της εσωτερικής δομής των ινστιτούτων μπορεί να καθορίζονται στον εσωτερικό κανονισμό του κέντρου. 3. Προϊστάμενος του ινστιτούτου είναι ο διευθυντής, ο οποίος έχει ιδίως την ευθύνη για την εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία του ινστιτούτου, την κατάρτιση και εισήγηση στο Δ.Σ. του κέντρου του ερευνητικού και αναπτυξιακού προγράμματος αυτού, την κατάρτιση σχεδίου για τα κονδύλια του ετήσιου προϋπολογισμού του κέντρου που αναφέρονται στις δραστηριότητες του ινστιτούτου και ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που του ανατίθεται με τον εσωτερικό κανονισμό του κέντρου ή με απόφαση του Δ.Σ. αυτού. 4. α) Σε κάθε ινστιτούτο ερευνητικού κέντρου λειτουργεί Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο (Ε.Γ.Σ.). Το Ε.Γ.Σ. αποτελείται από τον Διευθυντή του ινστιτούτου, ως Πρόεδρο, και τέσσερα μέλη, τα οποία είναι ερευνητές Α' και Β' βαθμίδας του αντίστοιχου ινστιτούτου και επιστημονικοί υπεύθυνοι σε ένα τουλάχιστον από τα εγκεκριμένα προγράμματα που εκτελούνται από το ινστιτούτο. Εάν ο αριθμός των ερευνητών των ανωτέρω βαθμίδων, που είναι υπεύθυνοι εγκεκριμένων προγραμμάτων, είναι μικρότερος των τεσσάρων, μέλη του Ε.Γ.Σ. είναι το σύνολο αυτών. Κατ’ εξαίρεση, τα μέλη του Ε.Γ.Σ. μπορεί να είναι και ερευνητές Γ΄ βαθμίδας, εφόσον οι τελευταίοι είναι επιστημονικοί υπεύθυνοι σε ένα τουλάχιστον από τα εγκεκριμένα προγράμματα που εκτελούνται από το ινστιτούτο και ο αριθμός των ερευνητών Α' και Β' βαθμίδας δεν επαρκεί για τη συγκρότηση του Ε.Γ.Σ. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, καθηγητές ή αναπληρωτές καθηγητές των Α.Ε.Ι. που έχουν ορισθεί υπεύθυνοι εγκεκριμένων προγραμμάτων του αντίστοιχου ινστιτούτου μπορεί να εκλέγονται μέλη του Ε.Γ.Σ. Τα μέλη αυτά εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία με θητεία τριών (3) ετών, από το σύνολο των ερευνητών του ινστιτούτου, οι οποίοι προσκαλούνται, για το σκοπό αυτό, από τον Διευθυντή του ινστιτούτου ή, σε περίπτωση έλλειψης αυτού, από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρού. Εάν οι ερευνητές των βαθμίδων Α' και Β' δεν επαρκούν, μπορούν να εκλεγούν ως μέλη και ερευνητές βαθμίδας Γ', καθώς και επίκουροι καθηγητές, εφόσον είναι επιστημονικοί υπεύθυνοι σ' ένα τουλάχιστον από τα εγκεκριμένα προγράμματα που εκτελούνται από το ινστιτούτο. β) Του Ε.Γ.Σ. προεδρεύει ο Διευθυντής του ινστιτούτου ή ο αναπληρωτής αυτού. Κατά τα λοιπά, τo Ε.Γ.Σ. λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν κάθε φορά την λειτουργία των συλλογικών οργάνων του ασκούντος την εποπτεία Υπουργείου, εφόσον με τον εσωτερικό κανονισμό του ερευνητικού κέντρου δεν ορίζεται διαφορετικά. Στις αρμοδιότητες του Ε.Γ.Σ. ανήκει ιδίως: αα) η επικουρία του διευθυντή του ινστιτούτου στην άσκηση των εν γένει αρμοδιοτήτων αυτού και ιδίως στη σύνταξη του προγράμματος, του προϋπολογισμού, απολογισμού και ισολογισμού του ινστιτούτου, ββ) η παρακολούθηση του ερευνητικού, τεχνολογικού και αναπτυξιακού προγράμματος του ινστιτούτου, γγ) η αποτίμηση του έργου του ινστιτούτου, σε σχέση με την πολιτική έρευνας και τεχνολογίας της ΓΓΕΤ, προς την οποία και κοινοποιεί σχετική έκθεση, δδ) η γνωμοδότηση επί ειδικών ερωτημάτων, που αφορούν θέματα λειτουργίας του ινστιτούτου, τα οποία υποβάλλονται από τον υπουργό Ανάπτυξης ή το Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου. γ) Εάν ο Διευθυντής ινστιτούτου διαφωνεί με την ομόφωνη γνώμη των υπολοίπων μελών του Ε.Γ.Σ., υποχρεούται να υποβάλλει τo σχετικό θέμα στο Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου για την άρση της διαφωνίας. Η λήξη της θητείας, για οποιοδήποτε λόγο, του Διευθυντή του ινστιτούτου δεν επιφέρει και τη λήξη της θητείας των μελών του Ε.Γ.Σ. 5. Τον Διευθυντή του ινστιτούτου, απόντα, κωλυόμενο ή ελλείποντα, αναπληρώνει σε όλες τις αρμοδιότητές του ο αναπληρωτής Διευθυντής, ο οποίος είναι ερευνητής Α΄ βαθμίδας, ή Β΄ βαθμίδας σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ερευνητές Α΄ βαθμίδας, και εκλέγεται μεταξύ των μελών του Ε.Γ.Σ. του ινστιτούτου με μυστική ψηφοφορία ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή του ινστιτούτου. Σε περίπτωση που εντός δέκα (10) ημερών από την συγκρότηση του Ε.Γ.Σ. δεν υποβληθεί εισήγηση, η εκλογή χωρεί και χωρίς αυτήν. Η εκλογή επικυρώνεται από το Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου. 6. Ως Διευθυντής ερευνητικού ινστιτούτου διορίζεται, ύστερα από σχετική προκήρυξη που δημοσιεύεται και ανακοινώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 37, με απόφαση του εποπτεύοντος υπουργού, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κατά την ειδική διαδικασία που προβλέπεται στην επόμενη παράγραφο, έξι μήνες πριν από τη λήξη της θητείας του προηγούμενου διευθυντή. Ως διευθυντής διορίζεται επιστήμονας που έχει προσόντα ερευνητή Α΄ βαθμίδας, ειδίκευση σε επιστημονικό ερευνητικό αντικείμενο της επιστημονικής περιοχής του ινστιτούτου, επαρκή διοικητική πείρα και δεν έχει συμπληρώσει, κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής υποψηφιοτήτων, το 62ο έτος της ηλικίας του. 7. Ο Διευθυντής του ινστιτούτου επιλέγεται από ενδεκαμελή επιτροπή κριτών, η οποία απαρτίζεται από μέλη με προσόντα διευθυντή αντίστοιχου ινστιτούτου ή καθηγητή A.E.I. ημεδαπής ή αλλοδαπής ή Ερευνητή Α΄ βαθμίδας ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου της ημεδαπής η αλλοδαπής, με αναγνωρισμένο κύρος, με γνωστικό αντικείμενο ή επιστημονική εξειδίκευση που συμπίπτει ή είναι συγγενής με ένα από τα πεδία ειδίκευσης του ινστιτούτου και επαρκή πείρα σε θέματα αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της έρευνας και διοίκησης φορέων ή ερευνητικών ομάδων. Η ενδεκαμελής επιτροπή κριτών συγκροτείται κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 37 και αποφασίζει κατά τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του ιδίου άρθρου. Η επιτροπή επιλέγει Διευθυντή με κριτήριο τα επιστημονικά και διοικητικά προσόντα των υποψηφίων.
Τίτλος ΙΙ Αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα. Κέντρα τεχνολογικής έρευνας. Σύσταση - Οργάνωση - Λειτουργία. Άρθρο 35 Σύσταση - Όργανα διοίκησης αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων 1. Τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα συνιστώνται µε προεδρικά διατάγµατα, που εκδίδονται κατά το άρθρο 51. Εάν στο οικείο ιδρυτικό διάταγμα δεν ορίζεται διαφορετικά, όργανα διοίκησής τους είναι: α) Ο διευθυντής β) το Επιστηµονικό Γνωμοδοτικό Συµβούλιο του Ινστιτούτου (Ε.Γ.Σ.Ι.) της παραγράφου 3. 2. Ο διευθυντής του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου διοικεί το ινστιτούτο, προΐσταται των υπηρεσιών του και το εκπροσωπεί ενώπιον των διοικητικών και δικαστικών αρχών, καθώς και στις σχέσεις του με τρίτους. Ο διευθυντής είναι αποκλειστικά αρµόδιος για: α) τη σύνταξη του ερευνητικού και αναπτυξιακού προγράµµατος του ινστιτούτου, β) την εκτέλεση των αποφάσεων πρόσληψης, το διορισµό και γενικά τα θέµατα κατάστασης και πειθαρχίας του προσωπικού, γ) την κατάρτιση του προϋπολογισµού, απολογισµού, ισολογισµού και τη σχετική εισήγηση στο Ε.Γ.Σ.Ι., δ) την προώθηση της εφαρµογής και παραγωγικής αξιοποίησης των αποτελεσµάτων της έρευνας, ε) κάθε άλλο θέµα σχετικό µε τη διοίκηση και λειτουργία του ινστιτούτου, πλην της έγκρισης του προϋπολογισµού, του απολογισµού και του ισολογισµού. 3. Το Ε.Γ.Σ.Ι. αποτελείται από πέντε μέλη, περιλαμβανομένου του Διευθυντή. Τα τέσσερα (4) μέλη είναι ερευνητές ή Ε.Λ.Ε. του ινστιτούτου βαθµίδας Α΄ ή Β΄ και εκλέγονται από το σύνολο των ερευνητών και Ε.Λ.Ε. του ινστιτούτου, µε µυστική ψηφοφορία. Εάν οι ερευνητές και Ε.Λ.Ε. των βαθµίδων Α΄ και Β΄ του ινστιτούτου είναι λιγότεροι από πέντε, µέλη του Ε.Γ.Σ.Ι. είναι όλοι οι ερευνητές των βαθµίδων αυτών. Το Ε.Γ.Σ.Ι. είναι αρμόδιο για την έγκριση του προϋπολογισµού, του απολογισµού και του ισολογισµού του ινστιτούτου, καθώς και την επικουρία του διευθυντή του ινστιτούτου στην άσκηση των αρµοδιοτήτων του και ιδίως στη σύνταξη του επιχειρησιακού προγράµµατος. Με τον εσωτερικό κανονισµό του ινστιτούτου καθορίζονται ο αριθµός των µελών του Ε.Γ.Σ.Ι., η διαδικασία εκλογής των µελών του, ο τρόπος συγκρότησης και λειτουργίας του και κάθε σχετική λεπτοµέρεια. 4. Για τη διαδικασία προκήρυξης της θέσης, αξιολόγησης και διορισμού του διευθυντή αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, καθώς και τα προσόντα του, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 34. Η αρμοδιότητα του Ε.Γ.Σ. ασκείται από το Ε.Γ.Σ.Ι.
Άρθρο 36 Ειδικά ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα Τα ειδικά ερευνητικά κέντρα και τα ειδικά ερευνητικά ινστιτούτα συνιστώνται µε προεδρικά διατάγµατα που εκδίδονται ύστερα από γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ. κατά το άρθρο 51 και, µε την επιφύλαξη εφαρμογής των άρθρων 33, 34, 36, 39, 41, 42, 43, 44, 45, 46 και 47 του παρόντος νόμου, οργανώνονται, διοικούνται και λειτουργούν σύµφωνα µε τις διατάξεις των διαταγµάτων αυτών. Με τα ίδια προεδρικά διατάγµατα µπορεί να αυξάνεται ο αριθµός των µελών των Δ.Σ. αυτών, µε πρόσωπα επιπλέον των όσων ο παρών νόµος προβλέπει, καθώς και να ορίζονται επιπλέον ειδικότερα προσόντα για τους διευθυντές, τα µέλη των επιστηµονικών συµβουλίων και το προσωπικό αυτών. Με απόφαση του εποπτεύοντος κατά περίπτωση υπουργού ορίζεται ο τρόπος άσκησης του επιστηµονικού ελέγχου από τον ίδιο στα κέντρα και ινστιτούτα αυτά. Σε περίπτωση που η σύσταση του ειδικού ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου προέρχεται από µετατροπή οποιoυδήποτε άλλου ερευνητικού φορέα, επιτρέπεται µε τα ίδια προεδρικά διατάγµατα, κατ’εξαίρεση από τις ανωτέρω απαριθμούμενες διατάξεις του παρόντος νόμου, να ρυθµίζονται θέµατα εργασιακών σχέσεων και να προβλέπεται διαφορετικό ασφαλιστικό καθεστώς για το προσωπικό που υπηρετεί στο µετατρεπόµενο ερευνητικό φορέα, µε την προϋπόθεση ότι το νέο ασφαλιστικό καθεστώς δεν είναι δυσµενέστερο του προηγουμένου.
Άρθρο 37 Κοινές διατάξεις για τον διορισμό, τη θητεία και τη λήξη της θητείας των διευθυντών ερευνητικών κέντρων, ινστιτούτων ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων 1. Η προκήρυξη για την κενή θέση διευθυντή ερευνητικού κέντρου, ινστιτούτου ερευνητικού κέντρου ή αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου δημοσιεύεται δύο τουλάχιστον φορές σε δύο (2) ημερήσιες εφημερίδες της Αθήνας και δύο (2) της Θεσσαλονίκης, καθώς και σε μία εφημερίδα της έδρας του κέντρου, εφόσον υπάρχει. Η προκήρυξη δημοσιεύεται και στο δικτυακό τόπο του εποπτεύοντος υπουργείου και της Γ.Γ.Ε.Τ. Απλή ανακοίνωση της προκήρυξης μπορεί να γίνεται σε επιστημονικά περιοδικά της αλλοδαπής, ευρείας κυκλοφορίας, καθώς και με κάθε άλλο πρόσφορο μέσο, κατά την κρίση του εποπτεύοντος το ερευνητικό κέντρο υπουργού ή του Γενικού Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας. Η διαδικασία προκήρυξης για διορισμό των Διευθυντών ερευνητικών κέντρων και των ινστιτούτων τους, καθώς και των Διευθυντών των αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων, αρχίζει έξι (6) μήνες πριν από την λήξη της θητείας του υπηρετούντος Διευθυντή. 2. Η ενδεκαμελής επιτροπή κριτών, μαζί με τους αναπληρωτές τους, ορίζεται από τον εποπτεύοντα το ερευνητικό κέντρο υπουργό, ύστερα από εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Τ. Τα μέλη της επιτροπής αυτής επιλέγονται με κλήρωση από κατάλογο, ο οποίος περιλαμβάνει τουλάχιστον τριάντα τρία (33) πρόσωπα, επιστήμονες της ημεδαπής ή αλλοδαπής, οι οποίοι προτείνονται κατά το ένα τρίτο (1/3) από το Ε.Σ. του ερευνητικού κέντρου, ύστερα από εισήγηση του Ε.Γ.Σ. του ινστιτούτου σε περίπτωση εκλογής διευθυντή του ή από το Ε.Γ.Σ. του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, και κατά τα δύο τρίτα (2/3) από το Ε.Σ.Ε.Τ. Υποψήφιοι για την υπό πλήρωση θέση δεν μπορούν να συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο των κριτών. Η ενδεκαμελής επιτροπή κριτών ορίζει, από τα μέλη της, τριμελή εισηγητική επιτροπή, η οποία, εντός σαράντα (40) ημερών από τον ορισμό της, υποβάλλει στην ενδεκαμελή επιτροπή κριτών εισήγηση, κατατάσσοντας τους υποψηφίους και προτείνοντας το πρόσωπο προς πλήρωση της θέσης. Η ενδεκαμελής επιτροπή κριτών εκλέγει, με απόλυτη πλειοψηφία των μελών της, το πρόσωπο προς πλήρωση της θέσης εντός δέκα (10) ημερών από την υποβολή της εισήγησης, με κριτήριο τα επιστημονικά και διοικητικά προσόντα του. Αν δεν υποβληθεί εμπροθέσμως η παραπάνω εισήγηση, η ενδεκαμελής επιτροπή κριτών προχωρεί στην εκλογή και χωρίς αυτήν. 3. Για την εκλογή λαμβάνεται υπόψιν η γνώμη του συνόλου των ερευνητών και των Ε.Λ.Ε. των ινστιτούτων του κέντρου ή του ινστιτούτου του ή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, η οποία διατυπώνεται κατά τη διαδικασία που προβλέπεται ειδικά στον εσωτερικό κανονισμό του κέντρου ή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου. Για την εκλογή διευθυντή ερευνητικού κέντρου συνεκτιμάται η γνώμη όλων των ερευνητών και Ε.Λ.Ε. του ερευνητικού κέντρου. Για την εκλογή διευθυντή ινστιτούτου ερευνητικού κέντρου συνεκτιμάται και η γνώμη του διευθυντή του ερευνητικού κέντρου. Αν οι γνώμες του Διευθυντή, των ερευνητών και των Ε.Λ.Ε. δεν διατυπωθούν στην προθεσμία που προβλέπεται στον εσωτερικό κανονισμό, και η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δέκα (10) ημέρες από τη σχετική ειδοποίηση του προέδρου της επιτροπής, αυτή προχωρεί στην εκλογή χωρίς τις γνώμες αυτές. 4. Ο διευθυντής ερευνητικού κέντρου, ινστιτούτου ερευνητικού κέντρου και αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου διορίζεται με θητεία τεσσάρων ετών, που μπορεί να ανανεωθεί μόνο μία φορά, μετά από προκήρυξη και εκλογή σύμφωνα με την προβλεπόμενη για τον αρχικό διορισμό του διαδικασία. Ο διευθυντής ερευνητικού κέντρου, ινστιτούτου ερευνητικού κέντρου και αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου είναι πλήρους απασχόλησης. Οι δαπάνες που προκύπτουν από την ένταξή του σε κατηγορία πλήρους απασχόλησης καλύπτονται από τον τακτικό προϋπολογισμό της Γ.Γ.Ε.Τ. και εγγράφονται στο τακτικό προϋπολογισμό του οικείου ερευνητικού κέντρου. Ο διευθυντής ινστιτούτου ερευνητικού κέντρου και αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου μπορεί να είναι μέλος Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίου ή Ε.Π. Τ.Ε.Ι., εντασσόμενος υποχρεωτικά στην κατηγορία μερικής απασχόλησης του ν. 2530/1997, όπως ισχύει, από την έναρξη της θητείας του. 5. Μετά την λήξη της θητείας του ο διευθυντής καταλαμβάνει θέση ερευνητή Α΄ βαθμίδας. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται αναλόγως και για τους Διευθυντές ινστιτούτων των ερευνητικών κέντρων και για τους Διευθυντές αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων. 6. Επιστήμονες, που διορίζονται ύστερα από κρίση ειδικών συλλογικών οργάνων που αποτελούνται από επιστήμονες, κατ’ εφαρμογή είτε των διατάξεων του παρόντος νόμου είτε διατάξεων προεδρικών διαταγμάτων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού σε θέσεις Διευθυντών ερευνητικών ή τεχνολογικών κέντρων, ινστιτούτων αυτών, ως και αυτοτελών ινστιτούτων, ν.π.δ.δ ή ν.π.ι.δ στα οποία προβλέπονται θέσεις ερευνητών Α΄ σύμφωνα με το άρθρο 39 ή κατ’ ανάλογη εφαρμογή αυτού ερευνητές βαθμίδας Α΄, μπορούν, ύστερα από αίτησή τους, να εντάσσονται αυτόματα σε προσωποπαγή θέση ερευνητή Α΄ βαθμίδας, που συνιστάται αυτοδικαίως δια του παρόντος νόμου 7. Ο υπουργός, που κατά περίπτωση εποπτεύει τα ερευνητικά κέντρα, τα ινστιτούτα αυτών και τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα είναι πειθαρχικώς προϊστάμενος των διευθυντών τους και ασκεί τις αρμοδιότητες που ανήκουν στον πειθαρχικώς προϊστάμενο, κατά τις σχετικές διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, ΦΕΚ 26Α), όπως εκάστοτε ισχύει. Ο ίδιος υπουργός ασκεί την αρμοδιότητα του προϊσταμένου της αρχής και εκδίδει την πράξη με την οποία τίθενται σε δυνητική αργία οι διευθυντές του προηγούμενου εδαφίου, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, αντίστοιχα, του άρθρου 104 του Υπαλληλικού Κώδικα. 8. Οι Διευθυντές ερευνητικών κέντρων, οι Διευθυντές των ινστιτούτων των ερευνητικών κέντρων και οι Διευθυντές αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων θεωρείται ότι κατέχουν με το διορισμό τους προσωποπαγή θέση ερευνητή Α΄ για όλες τις συνέπειες που απορρέουν από την ιδιότητά τους αυτή.
Άρθρο 38 Αξιολόγηση ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων 1. Τα ερευνητικά κέντρα και τα ινστιτούτα τους, καθώς και τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα υπόκεινται υποχρεωτικά σε εσωτερική αξιολόγηση κάθε δύο έτη, με κριτήρια που ορίζονται από το Ε.Σ.Ε.Τ. και ενσωματώνονται στον Κανονισμό Λειτουργίας των ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων. Τα κριτήρια αυτά είναι ιδίως: δημόσια χρηματοδότηση, εξωτερική χρηματοδότηση, διεθνής επιστημονική και τεχνολογική προβολή. 2. Τα ερευνητικά κέντρα και τα ινστιτούτα τους, τα ειδικά ερευνητικά κέντρα και τα ινστιτούτα τους, καθώς και τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα αξιολογούνται κάθε τέσσερα (4) έτη, από πενταμελείς επιτροπές εµπειρογνωµόνων διεθνούς κύρους που συγκροτούνται από το εποπτεύον Υπουργείο ύστερα από εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Τ., λαμβάνοντας μέριμνα ώστε κάθε εμπειρογνώμονας να μην συμμετέχει στη διαδικασία αξιολόγησης του ίδιου ινστιτούτου περισσότερο από δύο (2) φορές. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του υπουργού Ανάπτυξης μετά από γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ., καθορίζονται λεπτομερώς τα κριτήρια αξιολόγησης της πορείας των δραστηριοτήτων των φορέων της παρούσας παραγράφου σε σχέση µε τις διεθνείς επιστηµονικές και τεχνολογικές εξελίξεις, τα επιτεύγµατα και τις επιδράσεις τους στην επιστηµονική γνώση και στην τεχνολογική ανάπτυξη, τη δηµιουργία νέων δραστηριοτήτων εκµετάλλευσης της γνώσης, το κόστος λειτουργίας, την ικανότητα προσέλκυσης προσωπικού υψηλού επιπέδου και εξωτερικών χρηµατοδοτήσεων για παροχή επιστηµονικών και τεχνολογικών υπηρεσιών βάσει ερευνητικών αποτελεσμάτων ή και ευρεσιτεχνιών, τη συνεργασία με ιδιωτικούς φορείς στη χώρα και τις προοπτικές ανάπτυξης για τα επόµενα έτη. Οι επιτροπές οφείλουν να ολοκληρώνουν την αξιολόγηση και να υποβάλουν την έκθεσή τους στον κατά περίπτωση αρμόδιο υπουργό µε τις προτάσεις τους εντός τριών (3) μηνών από την ανάθεση. Τα αποτελέσµατα της αξιολόγησης κοινοποιούνται στον αξιολογούμενους φορείς και λαµβάνονται υπόψιν κατά την κατάρτιση του προϋπολογισµού τους για τα αµέσως επόµενα έτη. Τα αποτελέσματα αυτά δημοσιεύονται και στο διαδικτυακό τόπο του εποπτεύοντος Υπουργείου. 3. Οι ερευνητικοί φορείς της παραγράφου 2 υποχρεούνται να παρέχουν κάθε αναγκαία για την αξιολόγηση πληροφορία στην επιτροπή αξιολόγησης. Σε περίπτωση που παρέλθουν περισσότερα από τέσσερα (4) έτη χωρίς να πραγµατοποιηθεί η ανωτέρω αξιολόγηση, λόγω µη παροχής επαρκών πληροφοριών από τον ερευνητικό φορέα προς την επιτροπή, αν και το εποπτεύον Υπουργείο έχει κινήσει εγκαίρως τις απαιτούµενες διαδικασίες, αναστέλλεται, µέχρι να υποβληθεί η έκθεση αξιολόγησης, κάθε μορφής χρηµατοδότησης των φορέων αυτών.
Τίτλος III Προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων Άρθρο 39 Κατηγορίες προσωπικού – Ερευνητικό προσωπικό 1. Το προσωπικό των ερευνητικών κέντρων, των ινστιτούτων τους και των αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων διακρίνεται σε: α) ερευνητικό, β) τεχνικό (επιστημονικό και μη) και γ) διοικητικό. 2. Ερευνητές, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, είναι επιστήμονες, κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος που εργάζονται για την παραγωγή ή και τη βελτίωση γνώσεων και εφαρμογή τους για την παραγωγή προϊόντων και διατάξεων (devices), την εκπόνηση διαδικασιών, μεθόδων και συστημάτων, ενώ μπορούν να παρέχουν εκπαιδευτικό και διοικητικό έργο. Ανάλογα με το ερευνητικό και επιστημονικό τους έργο, τη διεθνή αναγνώρισή τους και τη συμβολή τους στην εκμετάλλευση των επιστημονικών και τεχνολογικών γνώσεων, οι ερευνητές εντάσσονται σε τέσσερις βαθμίδες, τις Α΄, Β΄, Γ΄ Δ΄. Ειδικότερα, στη βαθμίδα Α΄ αντιστοιχεί ο τίτλος Διευθυντής ερευνών, στη βαθμίδα Β΄ αντιστοιχεί ο τίτλος Κύριος Ερευνητής, στη βαθμίδα Γ΄ αντιστοιχεί ο τίτλος Εντεταλμένος Ερευνητής και στη βαθμίδα Δ΄ αντιστοιχεί ο τίτλος Δόκιμος Ερευνητής. Οι ανωτέρω βαθμίδες αντιστοιχούν στις βαθμίδες μελών Δ.Ε.Π. των πανεπιστημίων, δηλαδή καθηγητή, αναπληρωτή καθηγητή, επίκουρο καθηγητή και λέκτορα. Η αντιστοιχία αυτή στερείται οποιασδήποτε συνέπειας μισθολογικού χαρακτήρα. Τα ελάχιστα προσόντα που απαιτούνται για τον αρχικό διορισμό ερευνητή σε κάθε βαθμίδα είναι τα εξής: - Για την Δ΄ βαθμίδα, ο ερευνητής απαιτείται να διαθέτει γνώσεις και αποδεδειγμένη ικανότητα για υπεύθυνη εκτέλεση μιας φάσης ή ενός τμήματος έργου έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, που προκύπτουν από προσκομιζόμενα στοιχεία. Προς τεκμηρίωση των ανωτέρω απαιτούνται τουλάχιστον δυο πρωτότυπες δημοσιεύσεις, είτε σε διεθνή περιοδικά είτε σε πρακτικά διεθνών συνεδρίων. - Για την Γ΄ βαθμίδα, ο ερευνητής απαιτείται να έχει τεκμηριωμένη ικανότητα να σχεδιάζει και να εκτελεί έργα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, να κατανέμει τμήματα ή φάσεις του έργου σε άλλους ερευνητές και να τους καθοδηγεί ή επιβλέπει. Επίσης απαιτείται να έχει κάνει πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένα ή να έχει διπλώματα ευρεσιτεχνίας στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. - Για τη Β΄ βαθμίδα, ο ερευνητής απαιτείται να έχει τεκμηριωμένη ικανότητα να οργανώνει και να διευθύνει προγράμματα έρευνας ή και τεχνολογικής ανάπτυξης, να συντονίζει και να κατευθύνει την έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη στα επιμέρους έργα του προγράμματος έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, να αναζητεί και να προσελκύει οικονομικούς πόρους από εξωτερικές πηγές για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του ινστιτούτου ή του κέντρου και να προωθεί πρωτοποριακές ιδέες στην επιστήμη και την τεχνολογία. Επίσης απαιτείται να έχει κάνει σημαντικό αριθμό πρωτότυπων δημοσιεύσεων σε επιστημονικά και τεχνικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους και να έχει τύχει αναγνώρισης από άλλους ερευνητές η συμβολή του στην πρόοδο της επιστήμης, της τεχνολογίας και των εφαρμογών τους. - Για την Α΄ βαθμίδα, ο ερευνητής απαιτείται να έχει αποδεδειγμένη ικανότητα να αναπτύσσει την έρευνα και τις εφαρμογές της σε νέους τομείς, να συντονίζει δραστηριότητες σε ευρύτερα πεδία έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, να συμβάλλει στη χάραξη ερευνητικής και τεχνολογικής πολιτικής και στην ανάπτυξη ερευνητικών οργανισμών με την προσέλκυση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων, να έχει αναγνωριστεί διεθνώς για τη συμβολή του σε επιστημονικούς και τεχνολογικούς τομείς της ειδικότητάς του, να έχει συμβάλει στη διάδοση και εφαρμογή της παραγόμενης από την έρευνα γνώσης, να έχει πλούσιο συγγραφικό έργο σε μονογραφίες ή δημοσιεύσεις σε περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους ή να έχει σημαντικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Επίσης απαιτείται να προωθεί πρωτοποριακές ιδέες στην επιστήμη και στην τεχνολογία και να έχει τύχει αναγνώρισης από άλλους ερευνητές η συμβολή του στην πρόοδο της επιστήμης, της τεχνολογίας και των εφαρμογών τους. 3. Για κάθε βαθμίδα ερευνητών απαιτούνται και τα προσόντα όλων των προηγούμενων βαθμίδων. Εξειδίκευση των προσόντων, ιδιαίτερα σε σχέση με τη συμβολή του υποψηφίου στην διάδοση και οικονομική εκμετάλλευση της νέας γνώσης, μπορεί να προβλεφθεί με έκδοση σχετικού Προεδρικού Διατάγματος. 4. Για την αξιολόγηση των προσόντων των ερευνητών, το Ε.Σ.Ε.Τ. συγκροτεί τον εθνικό πίνακα κριτών σύμφωνα με την διαδικασία της περίπτωσης η’ του άρθρου 11, τον οποίο και ανανεώνει ανά τριετία. Ως κριτές εγγράφονται αυτοδικαίως διευθυντές ερευνητικών κέντρων και των ινστιτούτων τους, διευθυντές ειδικών ερευνητικών κέντρων, διευθυντές αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων, καθηγητές και αναπληρωτές καθηγητές Α.Ε.Ι., ερευνητές Α' και Β' βαθμίδας, συμπεριλαμβανομένων Διευθυντών Ινστιτούτων και ερευνητών Α΄ και Β΄ βαθμίδας του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών. Επίσης, μπορεί να εγγράφονται επίκουροι καθηγητές, ερευνητές Γ' βαθμίδας, καθηγητές Τ.Ε.Ι., επιστήμονες από την αλλοδαπή, καθώς και διακεκριμένοι ερευνητές από τον χώρο των επιχειρήσεων και από τον δημόσιο τομέα, κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, με δεκαετή τουλάχιστον πείρα σε ερευνητικές δραστηριότητες, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Οι υποψηφιότητες των μη αυτοδικαίως εγγραφομένων για συμμετοχή στον κατάλογο κριτών είτε υποβάλλονται με έγγραφη αίτηση από τους ενδιαφερόμενους είτε προτείνονται από οποιονδήποτε ερευνητή των παραπάνω βαθμίδων ερευνητικού ή τεχνολογικού φορέα ή επιχείρησης. Η αίτηση, στην οποία περιγράφεται η ειδικότητα του υποψηφίου, συνοδεύεται από βιογραφικό σημείωμα, στο οποίο τεκμηριώνεται η ερευνητική εμπειρία σε συγκεκριμένους προς κρίση τομείς. Ο πίνακας κριτών δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αποτελεί τον "Εθνικό Πίνακα Κριτών". Μέλη της ακαδημαϊκής και της ερευνητικής κοινότητας, προκειμένου να συμμετέχουν σε επιτροπές αξιολόγησης, πρέπει να κατέχουν βαθμίδα ανώτερη ή ίση του αξιολογουμένου εφόσον είναι μέλη Δ.Ε.Π. ή ερευνητές ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων.
Άρθρο 40 Στελέχωση ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων Για τη στελέχωση των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων που εποπτεύονται από τα αρμόδια Υπουργεία, των εταιρειών της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου, και των Επιστημονικών και Τεχνολογικών Πάρκων του άρθρου 23 του ν.2741/1999 (ΦΕΚ 199 Α’) με προσωπικό είτε με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, είτε με σύμβαση εργασίας ή έργου που διαρκεί όσο απαιτείται για την εκτέλεση του προγράμματος για το οποίο γίνεται η πρόσληψη, και τον καθορισμό των αποδοχών του προσωπικού αυτού, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 του εβδόμου άρθρου του ν. 1955/1991 (ΦΕΚ 112 Α) και η παράγραφος 12 του άρθρου 5 του ν. 2229/1994 (ΦΕΚ 38 Α) όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 2 του δευτέρου άρθρου του ν. 2261/1994. Οι παραπάνω συμβάσεις διέπονται από το π.δ. 164/2004 (ΦΕΚ 134 Α). Ο ανώτατος αριθμός των προσώπων που μπορεί να προσληφθούν καθώς και η νομική μορφή της απασχόλησής τους καθορίζεται με αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου των πιο πάνω φορέων και εταιριών, αφού ληφθούν υπόψη οι δυνατότητες του προϋπολογισμού και οι εισροές, εκτός των τακτικών επιχορηγήσεων.
Άρθρο 41 Επιλογή του ερευνητικού προσωπικού Επιτροπές κρίσης 1. Το ερευνητικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων, των ειδικών ερευνητικών κέντρων και των αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων διορίζεται σε οργανικές θέσεις ως μόνιμο ή με θητεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και του επόμενου άρθρου. 2. Η πλήρωση των κενών θέσεων του ερευνητικού προσωπικού στα ερευνητικά κέντρα και αυτοτελή ινστιτούτα γίνεται ύστερα από προκήρυξη, στην οποία ορίζονται και οι βαθμίδες στις οποίες εντάσσονται οι διοριζόμενοι ερευνητές. Η προκήρυξη δημοσιεύεται δύο (2) τουλάχιστον φορές σε δύο (2) ημερήσιες εφημερίδες της Αθήνας και δύο (2) της Θεσσαλονίκης, καθώς και σε μία εφημερίδα της έδρας του κέντρου ή ινστιτούτου, εφόσον υπάρχει. Η προκήρυξη δημοσιεύεται και στους δικτυακούς τόπους του εποπτεύοντος Υπουργείου και του ερευνητικού κέντρου ή αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, στο οποίο προκηρύσσεται η θέση, και κοινοποιείται και στις Πρεσβείες της Ελλάδας στην αλλοδαπή. 3. α) Για πρόσληψη ερευνητών από τους φορείς της παραγράφου 1 στις βαθμίδες Δ΄ και Γ΄ ή για προαγωγή από τη βαθμίδα Δ΄ στη Γ’ συγκροτούνται 11μελείς επιτροπές κρίσης, οι οποίες αποτελούνται από το διευθυντή του οικείου ινστιτούτου του κέντρου ή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, από έξι (6) μέλη (ερευνητές Α΄ και Β΄) του οικείου ινστιτούτου με συναφές γνωστικό αντικείμενο και τέσσερα (4) μέλη που επιλέγονται με κλήρωση από την αντίστοιχη για την ειδικότητα των υποψηφίων ομάδα της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 33 του παρόντος νόμου, τα οποία δεν πρέπει να ανήκουν στο ίδιο ερευνητικό κέντρο ή ινστιτούτο. Αν οι ερευνητές που ανήκουν στο ινστιτούτο αυτό με βαθμίδα Α΄ και Β΄ είναι λιγότεροι από έξι, η επιτροπή κρίσης συμπληρώνεται με κλήρο από ερευνητές του οικείου κέντρου, άλλως με κριτές της αντίστοιχης για την ειδικότητα των υποψηφίων ομάδας της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 33 του παρόντος νόμου. Με κλήρο επιλέγονται και τα δύο μέλη της τριμελούς εισηγητικής επιτροπής. Τον διευθυντή ινστιτούτου ερευνητικού κέντρου, σε περίπτωση κωλύματός του, αναπληρώνει, στην επιτροπή κρίσης, ο αναπληρωτής διευθυντής ινστιτούτου του κέντρου ή ο διευθυντής του ερευνητικού κέντρου. Αντίστοιχα, τον διευθυντή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου σε περίπτωση κωλύματός του, αναπληρώνει, στην επιτροπή κρίσης, ο αναπληρωτής διευθυντής του ινστιτούτου αυτού. β) Για πρόσληψη σε βαθμίδες Α΄ και Β΄ ή για προαγωγή από τη βαθμίδα Γ΄ στη Β΄ ή από τη βαθμίδα Β΄ στην Α΄ συγκροτούνται 11μελείς επιτροπές κρίσης. Οι 11μελείς επιτροπές αποτελούνται από τέσσερα (4) μέλη (ερευνητές βαθμίδας ίσης η ανώτερης της υπό κρίση θέσης ) από το οικείο ερευνητικό κέντρο και έξι (6) μέλη από εξωτερικούς επιστήμονες, που κληρώνονται από την αντίστοιχη για την ειδικότητα των υποψηφίων ομάδα της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 11 του άρθρου 33 του παρόντος νόμου, και εφόσον δεν ανήκουν στο ίδιο ερευνητικό κέντρο ή ινστιτούτο. Αν οι ερευνητές που υπηρετούν στο ινστιτούτο αυτό με βαθμίδα Α΄ και Β΄ κατά περίπτωση είναι λιγότεροι από τέσσερις, η επιτροπή κρίσης συμπληρώνεται με κλήρο από ερευνητές του οικείου κέντρου, άλλως με κριτές της αντίστοιχης για την ειδικότητα των υποψηφίων ομάδα της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 33 του παρόντος νόμου. Με κλήρο επιλέγονται και τα δύο μέλη της τριμελούς εισηγητικής επιτροπής. Τον διευθυντή ινστιτούτου ερευνητικού κέντρου, σε περίπτωση κωλύματός του, αναπληρώνει, στην επιτροπή κρίσης, ο αναπληρωτής διευθυντής ινστιτούτου του κέντρου ή ο διευθυντής του ερευνητικού κέντρου. Αντίστοιχα, τον διευθυντή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου σε περίπτωση κωλύματός του, αναπληρώνει, στην επιτροπή κρίσης, ο αναπληρωτής διευθυντής του ινστιτούτου αυτού. γ) Με την ίδια διαδικασία ορίζονται και ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη. δ) Στις ενδεκαμελείς επιτροπές κρίσης των περιπτώσεων α΄ και β΄ υποβάλλεται εισήγηση τριμελούς εισηγητικής επιτροπής, που αποτελείται από το διευθυντή του ινστιτούτου του ερευνητικού κέντρου ή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου και από δύο (2) μέλη της ενδεκαμελούς επιτροπής που επιλέγονται με κλήρωση. Η τριμελής εισηγητική επιτροπή υποβάλλει την εισήγησή της εντός εξήντα (60) ημερών από τη συγκρότησή της. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής εισήγησης, η ενδεκαμελής επιτροπή κρίσης προχωρεί στην εκλογή και χωρίς την εισήγηση. 4. Η ενδεκαμελής επιτροπή κριτών αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία επί του συνόλου των μελών και δεσμεύει το Δ.Σ. του κέντρου ή τον Διευθυντή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου. 5. Ειδικότερα θέματα της διαδικασίας κρίσης του προσωπικού και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με τους εσωτερικούς κανονισμούς των ερευνητικών κέντρων και των αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων. 6. Είναι δυνατή η μετάκληση Ελλήνων επιστημόνων που εργάζονται σε ερευνητικούς φορείς ή ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας ή της αλλοδαπής και ο διορισμός τους σε βαθμίδα ερευνητή Α' σε κενές οργανικές θέσεις ερευνητών ερευνητικών κέντρων ή αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων, εφόσον ο μετακαλούμενος έχει τα προσόντα ερευνητή της βαθμίδας Α', διαθέτει εξαιρετική ερευνητική πείρα και έχει αναγνωρισθεί από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα για τη συμβολή του στην προώθηση της επιστήμης. Το όριο ηλικίας για μετάκληση είναι το εξηκοστό δεύτερο. 7. Η μετάκληση αποφασίζεται από το Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου ή το Διευθυντή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου αντίστοιχα, ύστερα από εισήγηση του Επιστημονικού Συμβουλίου του ερευνητικού κέντρου ή του Ε.Γ.Σ.Ι. του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου αντίστοιχα, στην οποία αυτή αιτιολογείται ως προς τις ανάγκες του ερευνητικού κέντρου ή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, και σύμφωνη γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ.
Άρθρο 42 Πλήρωση των θέσεων ερευνητικού προσωπικού 1. Οι ερευνητές της Δ΄ βαθμίδας διορίζονται αρχικά με τριετή θητεία. Με τη λήξη της θητείας προκηρύσσεται η θέση τους για κάλυψη από ερευνητή για την Γ΄ βαθμίδα. Ο ερευνητής του οποίου έληξε η θητεία, δικαιούται να υποβάλει υποψηφιότητα. Αν δεν προκριθεί για τη θέση ερευνητή με προσόντα Γ΄ βαθμίδας, η θητεία του ερευνητή Δ΄ βαθμίδας ανανεώνεται για δύο χρόνια, μετά τη λήξη των οποίων επαναλαμβάνεται η παραπάνω διαδικασία με τις ίδιες συνέπειες. Αν κατ’ εφαρμογή των διατάξεων αυτών ο ερευνητής Δ΄ βαθμίδας διατηρήσει τη θέση του επί πέντε χρόνια συνολικά και δεν προκριθεί ως ερευνητής Γ΄ βαθμίδας για τη θέση αυτή, ο ερευνητής Δ’ βαθμίδας δεν δικαιούται άλλη ανανέωση της θητείας του και απομακρύνεται οριστικά, μετά τη λήξη της τελευταίας ανανέωσής της. 2. Οι ερευνητές Γ΄ βαθμίδας διορίζονται με τριετή θητεία. Μετά τη λήξη της θητείας προκηρύσσεται η θέση τους και κρίνονται για διορισμό ως μόνιμοι ερευνητές Β΄ βαθμίδας. Αν δεν προκριθούν, η θητεία τους ανανεώνεται μέχρι δύο φορές για δύο χρόνια κάθε φορά, μετά το τέλος των οποίων ακολουθεί κάθε φορά νέα κρίση σύμφωνα με τα παραπάνω. Εφόσον και κατά την τρίτη κρίση τους δεν πετύχουν, η θητεία τους δεν ανανεώνεται και απομακρύνονται οριστικά από τη θέση τους μετά τη λήξη της. Δικαιούνται όμως, ύστερα από αίτησή τους, που υποβάλλεται στον εποπτεύοντα το ερευνητικό κέντρο υπουργό μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών (3) μηνών από τη λήξη της θητείας τους, να διορισθούν σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού - τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο ερευνητικό κέντρο ή αυτοτελές ερευνητικό ινστιτούτο μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του κέντρου ή του διευθυντή του αυτοτελούς ινστιτούτου ή σε ανάλογη προς τα προσόντα τους θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα. Η θέση αυτή συνιστάται καθ’ υπέρβαση των οργανικών θέσεων με απόφαση του αρμόδιου υπουργού, εάν η θέση υπάγεται στο Υπουργείο αυτό, ή με κοινή απόφαση του Υπουργού αυτού και του συναρμόδιου υπουργού, εάν υπάγεται σε άλλο υπουργείο ή φορέα που εποπτεύεται από άλλο υπουργείο. Με κοινή απόφαση των υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και του εποπτεύοντος το ερευνητικό κέντρο ή αυτοτελές ερευνητικό ινστιτούτο υπουργού, μπορεί να καθορίζονται λεπτομέρειες για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, ο χαρακτήρας των θέσεων και η βαθμολογική ή μισθολογική διάρθρωσή τους. Το προηγούμενο εδάφιο δεν παρέχει στον καταλαμβάνοντα την παραπάνω προσωποπαγή θέση αξίωση λήψης αποδοχών του ειδικού μισθολογίου των ερευνητών και γενικότερα αποδοχών διαφορετικών από αυτές της θέσης, στην οποία διορίζεται, ούτε αξίωση διορισμού ή πρόσληψής του σε θέση ισότιμη, ούτε και επιλογή θέσης για το διορισμό ή την πρόσληψή του. 3. Οι ερευνητές της Β΄ βαθμίδας είναι μόνιμοι. Στο τέλος του τέταρτου έτους της υπηρεσίας τους κρίνονται, ύστερα από αίτησή τους, για διορισμό σε θέση ερευνητή Α’ βαθμίδας. Εφόσον κριθούν επιτυχώς, διορίζονται ως μόνιμοι στην Α΄ βαθμίδα. Αν κατά την κρίση αυτή ο ερευνητής αποτύχει, επανακρίνεται εντός τετραετίας από την προηγούμενη κρίση. 4. Οι ερευνητές Α΄ βαθμίδας είναι μόνιμοι. 5. Οι βαθμίδες των ερευνητών Α΄, Β΄, Γ’ και Δ΄ είναι ανεξάρτητες και αυτοτελείς. Οι νομοθετημένες θέσεις μπορεί, ανάλογα με τις ανάγκες των ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων, να καταλαμβάνονται από ερευνητές Δ΄, Γ΄, Β΄, Α΄ βαθμίδας αδιακρίτως, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Η κατανομή των κενών οργανικών θέσεων σε βαθμίδες γίνεται κάθε χρόνο, μέχρι τέλος Μαρτίου, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. κάθε κέντρου ή του διευθυντή κάθε αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, με απόφαση του εποπτεύοντος υπουργού που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 6. Οι ερευνητές των ερευνητικών κέντρων ή αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων συνταξιοδοτούνται με τη συμπλήρωση του εξηκοστού εβδόμου έτους της ηλικίας τους ή με τη συμπλήρωση 35ετίας. Ο ερευνητής μπορεί να παραμείνει και μετά τη συμπλήρωση 35ετίας εάν το επιθυμεί, μέχρι τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας του. 7. Ερευνητές που αποχωρούν λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, διατηρούν την ιδιότητα του μέλους τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής υποψηφίων διδακτόρων και την ιδιότητα μέλους επταμελούς εξεταστικής επιτροπής για τελική αξιολόγηση διδακτορικών διατριβών, τις οποίες έχουν πριν από την αποχώρησή τους. Διατηρούν επίσης τη θέση τους σε διοικητικά συμβούλια ν.π.δ.δ. ή σε κάθε είδους επιτροπές στις οποίες είχαν διοριστεί ως ερευνητές πριν από την αποχώρησή τους, συνεχίζουν να συμμετέχουν σε όσα ερευνητικά προγράμματα συμμετείχαν πριν από αυτή. Τέλος μπορούν να παραδίδουν μεταπτυχιακά μαθήματα και να διδάσκουν σε ινστιτούτα δια βίου εκπαίδευσης. 8. Το διοικητικό συμβούλιο του ερευνητικού κέντρου ή ο διευθυντής του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου απονέμει, ύστερα από πρόταση τουλάχιστον τριών (3) ερευνητών του οικείου ινστιτούτου, τον τίτλο του ομότιμου ερευνητή σε όσους ερευνητές Α΄ βαθμίδας εξέρχονται της υπηρεσίας, συνεκτιμώντας το έργο και την προσφορά τους. Ο ίδιος τίτλος μπορεί να απονεμηθεί και σε μέλη Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίων που έχουν διατελέσει Διευθυντές ερευνητικών κέντρων, Διευθυντές ή Αναπληρωτές Διευθυντές ερευνητικών ινστιτούτων ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων. Με τον εσωτερικό κανονισμό του ερευνητικού φορέα καθορίζεται ο τρόπος συμμετοχής των ομότιμων ερευνητών στις ερευνητικές δραστηριότητες του ινστιτούτου. 9. Με απόφαση του Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου, που λαμβάνεται με αυξημένη πλειοψηφία των τριών τετάρτων (3/4) του συνόλου των μελών του Δ.Σ., ή απόφαση του Διευθυντή αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, μπορεί να απονεμηθεί η διάκριση του Επίτιμου Ερευνητή σε πρόσωπο που έχει διακεκριμένη συμβολή στην επιστημονική έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη, ύστερα από πρόταση του Διευθυντή του ερευνητικού κέντρου ή τουλάχιστον δύο (2) μελών του Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου, ή του Ε.Γ.Σ.Ι. του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου.
Άρθρο 43 Αμοιβές αποδοτικότητας διευθυντών ερευνητικών φορέων – Ερευνητικό επίδομα 1. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμοδίου υπουργού, οι Διευθυντές των ερευνητικών κέντρων, των ινστιτούτων των ερευνητικών κέντρων και των αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων λαμβάνουν αμοιβή αποδοτικότητας αντίστοιχη αυτής των ερευνητών που προβλέπεται στο άρθρο 38 Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄) με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις. 2. Με κοινή απόφαση του αρμοδίου υπουργού και του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ερευνητικό επίδομα των ερευνητών.
Άρθρο 44 Ερευνητική Άδεια 1. Οι ερευνητές και Ε.Λ.Ε., όλων των βαθμίδων, μπορούν να ζητήσουν ερευνητική άδεια με πλήρεις αποδοχές μέχρι 12 μήνες, μετά τη συμπλήρωση έξι (6) ετών υπηρεσίας ή μέχρι έξι μήνες μετά τη συμπλήρωση τριών (3) ετών υπηρεσίας σε ερευνητικά κέντρα ή αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα της χώρας. Ο χρόνος υπηρεσίας υπολογίζεται από την ημερομηνία διορισμού τους ή, εφόσον έλαβαν προηγούμενες ερευνητικές άδειες, από την ημερομηνία λήξης της τελευταίας άδειας. 2. Η ερευνητική άδεια χορηγείται με αποκλειστικό σκοπό τον εμπλουτισμό των γνώσεων του αδειούχου, με τη συμμετοχή του σε ερευνητικό έργο ερευνητικού ή ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος του εξωτερικού, η οποία αποδεικνύεται με την υποβολή καταλλήλων αποδεικτικών στοιχείων του ιδρύματος αυτού μετά την επιστροφή του αδειούχου. Σε όσους χορηγείται ερευνητική άδεια καταβάλλονται για το διάστημα παραμονής και εργασίας τους σε ερευνητικό ή ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα του εξωτερικού και κατ’ ανώτατο όριο για δώδεκα (12) μήνες, πρόσθετες αποδοχές ίσες με το σύνολο των αποδοχών τους. που αντιστοιχούν στο διάστημα αυτό. Εάν ο αδειούχος λαμβάνει υποτροφία ή μισθοδοτείται από το ίδρυμα υποδοχής του εξωτερικού, τα αντίστοιχα ποσά αφαιρούνται από τις πρόσθετες αποδοχές που λαμβάνει ο δικαιούχος κατά το προηγούμενο εδάφιο. Εάν δεν πληρωθεί ο σκοπός του πρώτου εδαφίου, οι πρόσθετες αποδοχές αναζητούνται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.). 3. Την ερευνητική άδεια χορηγεί το Δ.Σ. του κέντρου ή ο διευθυντής του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου, που συνοδεύεται από το προτεινόμενο πρόγραμμα ερευνητικής δραστηριότητας, εφόσον κρίνει ότι δεν παρακωλύονται τα ερευνητικά προγράμματα και οι λοιπές υποχρεώσεις προς τρίτους, στις οποία συμμετέχει ο ενδιαφερόμενος. Τροποποίηση του προγράμματος αυτού από τον αδειούχο μπορεί να γίνει μόνο με έγκριση του οργάνου που χορήγησε την άδεια.
Άρθρο 45 Μετοικεσία Ερευνητών Στους Έλληνες επιστήμονες, μόνιμους κατοίκους εξωτερικού, που διορίζονται σε θέσεις ερευνητών, χορηγούνται: α) Έξοδα ταξιδίου, ποσού ίσου με το αντίτιμο του αεροπορικού εισιτηρίου απλής μετάβασης σε οικονομική θέση για τον ερευνητή και τα μέλη της οικογένειάς του (σύζυγο και παιδιά) που κατοικούν μαζί του κατά την ημέρα του διορισμού και επιστρέφουν στην Ελλάδα το αργότερο μέσα σε τρεις (3) μήνες από την ημέρα του διορισμού. β) Έξοδα μεταφοράς οικοσκευής, που αποδεικνύονται με απόδειξη του μεταφορέα, το ποσό των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% των εξόδων ταξιδίου. γ) Έξοδα εγκατάστασης, ποσού ίσου με δύο (2) βασικούς μηνιαίους μισθούς. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά μισό βασικό μηνιαίο μισθό για κάθε μέλος της οικογένειάς του (σύζυγο και παιδιά), που κατοικούν μόνιμα στην αλλοδαπή μαζί του κατά την ημέρα του διορισμού του. Για την είσπραξη των παραπάνω χρηματικών ποσών, ο ερευνητής πρέπει να υποβάλει υπεύθυνη δήλωση του ν.1599/86 (ΦΕΚ 75 Α’), με την οποία αναλαμβάνει την υποχρέωση ότι δεν θα αποχωρήσει οικειοθελώς από το ερευνητικό κέντρο πριν συμπληρώσει τριετή υπηρεσία σε αυτό. Εάν αποχωρήσει οικειοθελώς, οφείλει να επιστρέψει τα ληφθέντα ποσά.
Άρθρο 46 Επισκέπτες εμπειρογνώμονες ερευνητές, συνεργαζόμενοι ερευνητές κ.λπ. 1. Για τις ανάγκες των ερευνητικών προγραμμάτων των ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ινστιτούτων μπορεί να απασχολείται ερευνητικό προσωπικό και με τις ακόλουθες ιδιότητες: α) Επισκεπτών εμπειρογνωμόνων ερευνητών, με προσόντα ερευνητή της βαθμίδας Α΄, Β΄ ή Γ΄, με σκοπό την υποβοήθηση προκαθορισμένου ερευνητικού προγράμματος του ερευνητικού κέντρου και αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου που εγκρίνεται από το Δ.Σ. του κέντρου ή τον διευθυντή αυτοτελούς ινστιτούτου, μετά από εισήγηση του Ε.Γ.Σ. του οικείου ινστιτούτου ερευνητικού κέντρου ή αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου.. Οι ερευνητές αυτοί μπορεί να είναι και αλλοδαποί. Στους επισκέπτες εμπειρογνώμονες καταβάλλονται για την απασχόλησή τους αποδοχές που καθορίζουν το Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου ή ο διευθυντής του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, σύμφωνα με τις κείμενες σχετικές διατάξεις, και εγκρίνουν ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών και ο κατά περίπτωση αρμόδιος υπουργός. Με τον επισκέπτη ερευνητή συνάπτεται σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου με διάρκειά από 3 μήνες μέχρι 2 έτη. Ανανέωση της σύμβασης αυτής δεν επιτρέπεται. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις η σύμβασή τους μπορεί να παραταθεί μέχρι ένα (1) έτος, ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση του οργάνου που αποφάσισε την απασχόληση. Επισκέπτης εμπειρογνώμων ερευνητής που έχει απασχοληθεί σύμφωνα με τα παραπάνω δεν μπορεί να απασχοληθεί εκ νέου πριν περάσει τουλάχιστον ένας (1) χρόνος από τη λήξη της προηγούμενης σύμβασής του. Οι αποδοχές και τα έξοδα μετακίνησης επιβαρύνουν το πρόγραμμα στο οποίο απασχολείται ο επισκέπτης εμπειρογνώμων ερευνητής. β) Συνεργαζόμενων ερευνητών με προσόντα ερευνητή της βαθμίδας Δ΄. Για την απασχόληση των ερευνητών αυτών χορηγείται υποτροφία από το ερευνητικό κέντρο ή το αυτοτελές ερευνητικό ινστιτούτο με το οποίο συνεργάζεται, το ύψος της οποίας καθορίζεται από το αρμόδιο όργανο του ερευνητικού φορέα σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό του και εγκρίνεται από τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών και τον κατά περίπτωση αρμόδιο υπουργό. Η συνολική διάρκεια της υποτροφίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο χρόνια, με δυνατότητα παράτασης για άλλα δύο χρόνια ύστερα από απόφαση του Δ.Σ. του κέντρου ή του διευθυντή του αυτοτελούς ινστιτούτου, μετά από εισήγηση του Ε.Γ.Σ. του ινστιτούτου του κέντρου ή του Ε.Γ.Σ.Ι. του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου. γ) Ερευνητών ερευνητικών κέντρων και μελών Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίων και μελών Ε.Π. των Τ.Ε.Ι. στους οποίους χορηγούνται μεταδιδακτορικές βραχυχρόνιες υποτροφίες και εκπαιδευτικές ερευνητικές υποτροφίες διάρκειας τριών (3) έως έξη (6) μηνών για την μετεκπαίδευση στο εξωτερικό, με διαδικασίες που εξειδικεύονται στο προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 6 του άρθρου 22, .Οι υποτροφίες αυτές καλύπτονται με εθνική χρηματοδότηση από τον Ε.Ο.Ε.Τ. για εξειδίκευση σε τομείς αιχμής, σύμφωνα με τις θεματικές περιοχές της βασικής, εφαρμοσμένης – τεχνολογικής έρευνας και καινοτομίας της παραγράφου 5 του άρθρου 4. δ) Επισκεπτών Καθηγητών – Ερευνητών μελών Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίων και Ε.Π.-Τ.Ε.Ι. ως συνεργαζομένων μελών ενός ερευνητικού ινστιτούτου. Οι επισκέπτες αυτοί προσκαλούνται με απόφαση του Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου, που λαμβάνεται με απλή πλειοψηφία ύστερα από τεκμηριωμένη εισήγηση του Διευθυντή του οικείου Ινστιτούτου και σύμφωνη γνώμη του Ε.Γ.Σ.Ι. του οικείου ινστιτούτου. Ο επισκέπτης Καθηγητής μπορεί να απασχοληθεί υπό καθεστώς μερικής ερευνητικής απασχόλησης σε ερευνητικό πρόγραμμα, και προσλαμβάνεται με ετήσιες συμβάσεις έργου από το Δ.Σ. του κέντρου η τον Διευθυντή του αυτοτελούς ινστιτούτου. Ο Επισκέπτης Ερευνητής μπορεί να είναι επιστημονικός υπεύθυνος ή και μέλος της ομάδας εκτέλεσης ερευνητικών προγραμμάτων και να λαμβάνει χρηματική αποζημίωση σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς του ερευνητικού κέντρου για την ενεργό συμμετοχή του σε ερευνητικά προγράμματα. Η απασχόληση αυτή δεν υπολογίζεται ως κατοχή δεύτερης θέσης. ε) Διακεκριμένων επιστημόνων που απασχολούνται στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα. Οι επιστήμονες αυτοί μπορεί να καλούνται ως Επισκέπτες Καθηγητές για ορισμένο χρονικό διάστημα προκειμένου να διδάξουν στα προπτυχιακά ή μεταπτυχιακά μαθήματα της ειδικότητάς τους στα Πανεπιστήμια και Τ.Ε.Ι., ή ως επισκέπτες Ερευνητές σε ερευνητικά κέντρα για να εκτελέσουν ειδικό ερευνητικό έργο. Η απασχόληση αυτή των παραπάνω επιστημόνων δεν θεωρείται κατοχή δεύτερης θέσης. Η πρόσκλησή τους γίνεται από τα αρμόδια όργανα του φορέα υποδοχής ύστερα από πρόταση του οικείου τομέα ή ινστιτούτου, αντίστοιχα, και σύμφωνη γνώμη του φορέα στον οποίο απασχολούνται. στ) Διακεκριμένων Ερευνητών σε ερευνητικά κέντρα της χώρας Οι ερευνητές αυτοί είναι διακεκριμένα μέλη της ακαδημαϊκής ερευνητικής κοινότητας της αλλοδαπής και καλούνται με απόφαση του Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου, λαμβανόμενη με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή του οικείου ινστιτούτου και σύμφωνη γνώμη του Ε.Γ.Σ.Ι. Η πρόσκληση προϋποθέτει ότι ο υποψήφιος έχει δημοσιευμένο πρωτότυπο ερευνητικό έργο ή τεχνολογικό έργο διεθνούς αναγνώρισης. Οι ερευνητές αυτοί προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο ερευνητικό κέντρο, ιδίως με διαλέξεις, μαθήματα, και ερευνητικό έργο και μπορούν να συμμετέχουν σε ερευνητικά προγράμματα που εκπονούνται στο ερευνητικό ινστιτούτο ή βρίσκονται στο στάδιο της υποβολής για αξιολόγηση. Οι παραπάνω ερευνητές μπορεί να είναι επιστημονικοί υπεύθυνοι ερευνητικών προγραμμάτων και να λαμβάνουν χρηματική αποζημίωση σύμφωνα με τα οριζόμενα στους κανονισμούς του ερευνητικού κέντρου για την ενεργό συμμετοχή τους σε ερευνητικά προγράμματα. ζ) Μεταπτυχιακών φοιτητών Α.Ε.Ι. για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής ή τη λήψη μεταπτυχιακού διπλώματος. Οι φοιτητές αυτοί γίνονται δεκτοί με απόφαση του Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου ή του διευθυντή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του τμήματος Α.Ε.Ι., στο πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών του οποίου ανήκει ο ενδιαφερόμενος, ύστερα από εισήγηση του οικείου τομέα, ως ερευνητές μεταπτυχιακοί υπότροφοι, στους οποίους χορηγείται ετήσια υποτροφία. Οι υπότροφοι κατά το χρόνο που ισχύει η υποτροφία τους υπάγονται στο ασφαλιστικό καθεστώς που προβλέπεται κάθε φορά για τους φοιτητές των Α.Ε.Ι. Το ερευνητικό κέντρο ή το αυτοτελές ανεξάρτητο ινστιτούτο μπορούν επιπλέον με δαπάνες τους να ασφαλίζουν τους υπότροφους σε ασφαλιστικούς φορείς για ειδικούς κινδύνους, που ενδέχεται να υπάρχουν κατά τη διαδικασία της έρευνας. Ο χρόνος υποτροφίας, εφόσον οδήγησε στη λήψη διδακτορικού διπλώματος, θεωρείται ως χρόνος προϋπηρεσίας σε περίπτωση διορισμού τους στο δημόσιο τομέα με τις προϋποθέσεις της περίπτωσης ι΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του ν. 3205/2003. η) Επιστημόνων στους οποίους μπορεί να χορηγηθούν υποτροφίες μετά από ανοικτή προκήρυξη µε σκοπό την επιµόρφωση και εξειδίκευση σε θέµατα ανάπτυξης της επιστηµονικής έρευνας και τεχνολογίας, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης ζ΄ της παρούσας παραγράφου. Οι υποτροφίες αυτές χορηγούνται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ερευνητικού κέντρου ή του Διευθυντή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου και εγκρίνονται από τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών και τον κατά περίπτωση αρμόδιο υπουργό. 2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 34 και ενδεχομένων αντιθέτων προβλέψεων προεδρικών διαταγμάτων που έχουν εκδοθεί κατά το άρθρο 25 Ν. 1514/1985 (ΦΕΚ 13 Α’) ή κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 51 του παρόντος νόμου εκδιδόμενων προεδρικών διαταγμάτων, το ερευνητικό προσωπικό όλων των περιπτώσεων της προηγουμένης παραγράφου δεν μπορεί να συμμετέχει στα όργανα διοίκησης του ινστιτούτου. 3. Ο αριθμός των προσώπων, που μπορούν να απασχοληθούν σε ερευνητικό κέντρο ή αυτοτελές ερευνητικό ινστιτούτο με τις ιδιότητες των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄, δ΄, ε΄, και στ΄ της παραγράφου 1, καθορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου ή του διευθυντή του αυτοτελούς ινστιτούτου με σύμφωνη γνώμη του Ε.Γ.Σ.Ι. του ινστιτούτου. 4. Τα Πανεπιστήμια ή και Τ.Ε.Ι., τα ερευνητικά κέντρα και τα αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις σε τομείς συνεχιζόμενης εκπαίδευσης με σκοπό την παροχή εξειδικευμένης εκπαίδευσης σε στελέχη δημόσιων και ιδιωτικών φορέων σε νέες επιστημονικές, τεχνολογικές και οικονομικές περιοχές. 5. Με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζονται οι τομείς και οι όροι συνεργασίας Πανεπιστημίων ή και Τ.Ε.Ι και ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων (ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ.) για την υλοποίηση μεταπτυχιακών προγραμμάτων. 6. Από τον προϋπολογισμό των ερευνητικά έργων που εκτελούνται από ερευνητικά ινστιτούτα ερευνητικών κέντρων ή και αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα, τα οποία εποπτεύονται από το Κράτος, σε συνεργασία με Α.Ε.Ι. και με αποδεδειγμένη χρήση των εγκαταστάσεων ή των εργαστηρίων, παρακρατείται, ως αποζημίωση χρήσης των εγκαταστάσεων και εργαστηρίων αυτών, ποσοστό το οποίο αποδίδεται στο λογαριασμό της Επιτροπής Ερευνών του συνεργαζόμενου Α.Ε.Ι. Το ποσοστό αυτό καθορίζεται με τη συμφωνία κοινοπραξίας του ερευνητικού φορέα με το Α.Ε.Ι., με βάση την έκταση της χρήσης των εγκαταστάσεων ή εργαστηρίων των Α.Ε.Ι. κατά τη διάρκεια κάθε ερευνητικού έργου. 7. Η ανωτέρω παράγραφος εφαρμόζεται αναλόγως και όταν οι εγκαταστάσεις ή τα εργαστήρια ανήκουν σε ερευνητικό κέντρο ή αυτοτελές ερευνητικό ινστιτούτο και χρησιμοποιούνται από Α.Ε.Ι.
Άρθρο 47 Τεχνικό προσωπικό, επιστημονικό και μη 1. Το τεχνικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και των αυτοτελών ινστιτούτων εκτελεί ειδικές επιστημονικές και τεχνικές εργασίες για τη λειτουργία των υποδομών των ερευνητικών αυτών φορέων, την υποστήριξη της έρευνας, την ανάπτυξη της τεχνολογίας και την προσφορά υπηρεσιών προς τρίτους. 2. Το τεχνικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και ερευνητικών ινστιτούτων που έχουν χαρακτήρα ν.π.δ.δ. διορίζεται σε μόνιμες οργανικές θέσεις, που συνιστώνται με το ιδρυτικό τους προεδρικό διάταγμα, ή προσλαμβάνεται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 40. Με τους εσωτερικούς κανονισμούς των παραπάνω ιδρυμάτων το προσωπικό αυτό κατανέμεται σε κλάδους και καθορίζονται τα ειδικότερα προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό του. 3. Ανάλογα με τα προσόντα του, το τεχνικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ινστιτούτων διακρίνεται σε: α) Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες (Ε.Λ.Ε.) με διδακτορικό δίπλωμα ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών ή μεταπτυχιακή εξειδίκευση σε ειδικό επιστημονικό τομέα ερευνητικού ιδρύματος της ημεδαπής ή αλλοδαπής και πείρα στο σχεδιασμό ή εφαρμογή επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και έργων. Οι Ε.Λ.Ε. συμμετέχουν σε έργα επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας και παρέχουν υποστήριξη σε ειδικές τεχνολογικές δραστηριότητες του ερευνητικού κέντρου ή αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου. Οι Ε.Λ.Ε. των παραπάνω φορέων επιλέγονται, προσλαμβάνονται και εξελίσσονται όπως και οι ερευνητές των φορέων αυτών εφαρμοζόμενων αναλόγως των σχετικών για τους ερευνητές αυτούς διατάξεων. Με απόφαση του αρμοδίου κατά περίπτωση υπουργού μπορεί να ορίζονται και ειδικότερα προσόντα που απαιτούνται για την πρόσληψη και την εξέλιξη των Ε.Λ.Ε. στις βαθμίδες που εντάσσονται.. Ανάλογα με τα προσόντα τους οι Ε.Λ.Ε. εντάσσονται στις βαθμίδες: Α΄, Β΄, Γ΄ και Δ΄, ως εξής: - Στις βαθμίδες Α΄ και Β΄, Ε.Λ.Ε., επιστήμονες με διδακτορικό τίτλο σπουδών - Στις βαθμίδες Δ΄ και Γ΄ Ε.Λ.Ε., επιστήμονες με πτυχίο Α.Ε.Ι. και μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών ή ειδικές γνώσεις και εμπειρία σε θέματα υποστήριξης της έρευνας. Οι Ε.Λ.Ε που υπηρετούν κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου σε βαθμίδα Ε.Λ.Ε., για την οποία απαιτείται διδακτορικό δίπλωμα, μπορούν να κριθούν για προσωποπαγείς θέσεις ερευνητών, ύστερα από προκήρυξη των θέσεων αυτών κατά τις διατάξεις που διέπουν την πλήρωση θέσεων ερευνητών και αίτησή τους, εντός έτους από την δημοσίευση του παρόντος νόμου, εφαρμοζομένων των διατάξεων που ίσχυαν κατά τον χρόνο διορισμού τους για την υπηρεσιακή και για μισθολογική εξέλιξή τους. Η προσωποπαγής θέση που καταλαμβάνεται από τους Ε.Λ.Ε. καθορίζεται από τα προσόντα τους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39. Οι Ε.Λ.Ε. της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας έχουν τα προσόντα διορισμού ή προαγωγής κατά βαθμίδα, τα οποία ορίζονται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του π.δ. 404/1993 «Οργανισμός της Ε.Ε.Α.Ε.», (ΦΕΚ 173 Α’). Οι παραπάνω Ε.Λ.Ε. διορίζονται και εξελίσσονται με τις διαδικασίες που προβλέπονται στις περιπτώσεις ε΄, στ’, ζ’ και η’ της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του π.δ. 404/1993. β) Ειδικούς τεχνικούς επιστήμονες με πτυχίο Πανεπιστημίου ή Τ.Ε.Ι. και ειδικές γνώσεις και εμπειρία σε θέματα υποδομής και υποστήριξης της έρευνας και τεχνολογίας. γ) Τεχνολόγους, πτυχιούχους ανώτερων σχολών, όπως Κ.Α.Τ.Ε.Ε. και άλλων ισότιμων σχολών με εξειδίκευση και εμπειρία στα θέματα της προηγούμενης περίπτωσης β΄. δ) Τεχνικούς μέσης εκπαίδευσης, απόφοιτους τεχνικού λυκείου ή τεχνικής σχολής μέσης εκπαίδευσης. ε) Λοιπό τεχνικό προσωπικό, απόφοιτους στοιχειώδους εκπαίδευσης.
Άρθρο 48 Διοικητικό προσωπικό 1. Το διοικητικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων στελεχώνει τις διοικητικές και οικονομικές υπηρεσίες για την υποστήριξη της λειτουργίας τους και την εκτέλεση των προγραμμάτων. Ο αριθμός του προσωπικού αυτού καθορίζεται από τον εσωτερικό κανονισμό του ερευνητικού κέντρου ή αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου. 2. Το διοικητικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και των αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων, που έχουν χαρακτήρα ν.π.δ.δ., κατέχει μόνιμες οργανικές θέσεις και η υπηρεσιακή κατάστασή του διέπεται από τις σχετικές διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν.
Άρθρο 49 Αποσπάσεις 1. α. Επιτρέπεται η απόσπαση ή η μετάταξη ερευνητών, ειδικών επιστημόνων, τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων, από ένα σε άλλο ερευνητικό κέντρο, ακαδημαϊκό κέντρο, αυτοτελές ινστιτούτο ή ακαδημαϊκό ινστιτούτο ή σε οποιοδήποτε από τους φορείς αυτούς. β. Η απόσπαση ή η μετάταξη ενεργείται ή για λόγους εύρυθμης λειτουργίας της έρευνας ή ορθολογικής αξιοποίησης του ερευνητικού προσωπικού και των εγκαταστάσεων ή ύστερα από αίτηση του αποσπωμένου ή μετατασσόμενου. Η απόφαση για απόσπαση ή μετάταξη γίνεται με απόφαση του υπουργού που έχει την εποπτεία του ερευνητικού κέντρου, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Δ.Σ. του ερευνητικού κέντρου ή του διευθυντή του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, για λόγους εύρυθμης λειτουργίας τους. Απόσπαση ή μετάταξη για προσωπικούς λόγους επιτρέπεται κατ' εξαίρεση, εφόσον το επιτρέπουν οι ανάγκες της υπηρεσίας. γ. Ο χρόνος απόσπασης ορίζεται με τη σχετική υπουργική απόφαση, ανάλογα με τη διάρκεια της ανάγκης παροχής του έργου, κατά παρέκκλιση των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων. 2. Με κοινή απόφαση του υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του εκάστοτε αρμόδιου υπουργού, μπορεί να αποσπάται προσωπικό από υπηρεσίες του Δημοσίου ή από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς, ύστερα από γνώμη του αρμόδιου οργάνου διοίκησης και αίτηση του ενδιαφερομένου στις επιχειρήσεις που ιδρύονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του παρόντος νόμου ή έχουν ιδρυθεί σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 3 του ν. 1514/1985. 3. Με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης, ύστερα από εισήγηση του Γενικού Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας και γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, επιτρέπεται απόσπαση των εργαζομένων στην Γ.Γ.Ε.Τ., στο Ε.Σ.Ε.Τ. και στον Ε.Ο.Ε.Τ., καθώς και των ερευνητών και Ε.Λ.Ε. ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων σε όργανα, υπηρεσίες, γραφεία και ιδρύματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων διεθνών οργανισμών για μία τριετία κατ’ ανώτατο όριο.
Τίτλος ΙV ∆ιατάξεις γενικής εφαρµογής στους ερευνητικούς φορείς Άρθρο 50 Πόροι – Περιουσία 1. Οι πόροι των ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων αποτελούνται από: α) κρατικές επιχορηγήσεις από τον τακτικό προϋπολογισµό του κατά περίπτωση εποπτεύοντος Υπουργείου, για την κάλυψη των εξόδων της λειτουργίας τους, β) επιχορηγήσεις από το πρόγραµµα δηµοσίων επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης, για την εκτέλεση ερευνητικών προγραµµάτων στα πλαίσια του Ε.Π.Ε.Τ., γ) εισπράξεις από την εκµετάλλευση της περιουσίας του ερευνητικού φορέα, στις οποίες περιλαµβάνονται και οι εισπράξεις από εκδόσεις, καθώς και από την παραχώρηση της χρήσης κτιρίων, εξοπλισµού και αιθουσών συνεδρίων, δ) έσοδα από την εκτέλεση ερευνητικών έργων για λογαριασµό τρίτων, όπως δηµόσιες υπηρεσίες ή οργανισµοί, ν.π.ι.δ., ιδιώτες, την εµπορία τεχνολογικών προϊόντων, την παροχή εξειδικευµένων υπηρεσιών, καθώς και τυχόν συµµετοχή σε επιχειρήσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του παρόντος νόμου, ε) έσοδα από διπλώµατα ευρεσιτεχνίας, στ) δωρεές και άλλες παροχές τρίτων, ζ) επιχορηγήσεις από άλλες πηγές, η) χρηµατοδοτήσεις των έργων και γενικά των ερευνητικών και τεχνολογικών δραστηριοτήτων αυτών. 2. Με επιφύλαξη της τυχόν εφαρµογής των διατάξεων του άρθρου 109 του Συντάγµατος, το ενεργητικό της περιουσίας και γενικά ο κάθε είδους εξοπλισµός των ερευνητικών κέντρων και αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων που καταργούνται ή διαλύονται µε οποιοδήποτε τρόπο, ύστερα από τη σχετική εκκαθάριση και περιέρχονται, αυτοδικαίως, χωρίς την κατάρτιση πράξης µεταβίβασης αυτών στο Ελληνικό Δηµόσιο και η διαχείρισή τους στο εποπτεύον, κατά περίπτωση, Υπουργείο. 3. Τα έσοδα ή τα δικαιώµατα που προέρχονται από αξιοποίηση ή µε άλλο τρόπο διάθεση των αποτελεσµάτων έρευνας ή τεχνολογικών επιτεύξεων που χρηµατοδοτούνται από το Υπουργείο Ανάπτυξης, διατίθενται κατά κύριο λόγο για την ενίσχυση του προγράµµατος ή του έργου από το οποίο προέρχονται. Το Υπουργείο Ανάπτυξης συμμετέχει σε έσοδα ή δικαιώµατα, που προέρχονται από ερευνητικές ή τεχνολογικές δραστηριότητες, οι οποίες εκτελούνται από άλλους φορείς ή κάτω από την εποπτεία τους µε µεταφορά κονδυλίων του Υπουργείου Ανάπτυξης, με ποσοστό που καθορίζεται µε κοινή απόφαση των υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών, Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση άλλου αρμόδιου υπουργού. Με όμοια απόφαση καθορίζεται κάθε λεπτοµέρεια για την είσπραξη και διάθεση των εσόδων και δικαιωµάτων που προέρχονται από την αξιοποίηση και διάθεση των αποτελεσµάτων έρευνας ή τεχνολογικών επιτεύξεων. 4. Με απόφαση του εποπτεύοντος κατά περίπτωση υπουργού, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του ερευνητικού κέντρου ή του διευθυντή αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, µπορεί να μεταβιβάζεται ή να εκμισθώνεται, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στην απόφαση αυτή, η κινητή ή ακίνητη περιουσία από ένα ερευνητικό κέντρο ή ινστιτούτο σε άλλο αρµοδιότητας του ίδιου ή άλλου Υπουργείου ή σε δηµόσια υπηρεσία ή δηµόσιο οργανισµό. 5. Απαλλάσσονται από καταβολή δασµών, φόρων και τελών οποιασδήποτε φύσης τα εισαγόµενα, από τους παραπάνω φορείς και ειδικούς λογαριασμούς, ερευνητικά όργανα, εξαρτήµατά τους ή άλλα υλικά εξοπλισµού, καθώς και αναλώσιμα που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση του προορισµού τους, εξαίρεση τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), για τον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν.2859/2000 Φ.Ε.Κ. 248 Α’, όπως ισχύει). 6. Οι ερευνητικοί και τεχνολογικοί φορείς µπορούν, με απόφαση του Δ.Σ. του κέντρου ή του Ε.Γ.Σ.Ι. του αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου, να συνάπτουν συμβάσεις δανείου με πιστωτικά ιδρύματα και εν γένει χρηµατοπιστωτικούς οργανισµούς για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων έρευνας και τεχνολογίας και την εκμετάλλευση της επιστηµονικής και τεχνολογίας και την εκμετάλλευση και γενικά των αποτελεσµάτων της έρευνας. 7. Τα ερευνητικά κέντρα και αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα που είναι ν.π.ι.δ. τηρούν λογιστικά βιβλία τρίτης κατηγορίας, που προβλέπονται από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992 Φ.Ε.Κ. 84 Α’, όπως ισχύει).
Άρθρο 51 Εξουσιοδοτήσεις 1. Με προεδρικά διατάγµατα που εκδίδονται µε πρόταση του εποπτεύοντος κατά περίπτωση υπουργού και γνώμη του Ε.Σ.Ε.Τ., μπορεί: α) Να συνιστώνται, ενοποιούνται, διασπώνται, µεταφέρονται (ολικά ή µερικά), µετατρέπονται και καταργούνται ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα αυτών, αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα, κέντρα τεχνολογικής έρευνας και γενικά ερευνητικοί και τεχνολογικοί φορείς οποιασδήποτε φύσης και µορφής, να ρυθµίζονται οι µεταξύ τους σχέσεις ως και οι σχέσεις τους προς τα Α.Ε.Ι. της χώρας, στα οποία οι ερευνητές επιτρέπεται να υπηρετούν ως ειδικοί επιστήµονες ή επισκέπτες καθηγητές και προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης υποτροφιών, σε βάρος του προϋπολογισµού του Υπουργείου Ανάπτυξης ή του κατά περίπτωση εποπτεύοντος Υπουργείου, σε µεταπτυχιακούς φοιτητές. Προκειµένου περί μετατροπής, συγχώνευσης, διάσπασης, κατάργησης ή γενικότερα αναδιάρθρωσης οποιουδήποτε ερευνητικού φορέα, απαιτείται και η γνώµη του Δ.Σ. του οικείου ερευνητικού κέντρου, του Ε.Σ. του οικείου ερευνητικού κέντρου ή του Ε.Γ.Σ.Ι του οικείου αυτοτελούς ερευνητικού ινστιτούτου. Αν η γνώμη των ανωτέρω οργάνων δεν περιέλθει στον εποπτεύοντα Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα Υπουργείου εντός αποκλειστικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη λήψη σχετικού εγγράφου ερωτήματος, η διαδικασία προχωρεί και χωρίς αυτή. β) Εκτός από όσα ορίζονται στο παρόντα νόµο για τα ερευνητικά κέντρα και αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα μπορεί να καθορίζεται η φύση τους ως δηµόσιας υπηρεσίας ή ν.π.δ.δ. ή ν.π.ι.δ., ο ειδικότερος σκοπός τους, τα όργανα διοίκησης αυτών, η διάρθρωση και οι αρµοδιότητες των υπηρεσιών αυτών, η άσκηση εποπτείας επ’ αυτών, που µπορεί να περιλαµβάνει τον οικονοµικό, διοικητικό και διαχειριστικό έλεγχο και ιδίως την έγκριση των προγραµµάτων, των προϋπολογισµών και απολογισµών, ως και η αποτίµηση των αποτελεσµάτων των ερευνητικών προγραµµάτων, µε δυνατότητα ανάθεσης αυτής σε ειδικούς επιστήµονες, ηµεδαπούς ή αλλοδαπούς, των οποίων η αµοιβή καθορίζεται µε κοινή απόφαση των υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών και Ανάπτυξης. γ) Να συνιστώνται και να διαβαθµίζονται οι αναγκαίες οργανικές θέσεις µόνιµου ή µε σύµβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού, να ρυθµίζονται τα θέµατα κατάστασης, αποδοχών και πειθαρχίας γενικά του συνόλου του προσωπικού αυτού, τα θέµατα ένταξης, µετάταξης και απόσπασης αυτού, χωρίς να παραβλάπτεται το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς που ίσχυε για το προσωπικό αυτό µέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. δ) Να προβλέπονται οι πόροι και οι κάθε µορφής επιχορηγήσεις και να ρυθµίζεται η διάθεση, διαχείριση, δικαιολόγηση και οικονοµικοί έλεγχοι των δαπανών, κατά παρέκκλιση των εκάστοτε ισχυουσών σχετικών γενικών και ειδικών διατάξεων. ε) Να προβλέπονται οι αναγκαίες ρυθµίσεις για την ανάλογη εφαρµογή των διατάξεων του κεφαλαίου ∆΄ του παρόντος νόµου στα ν.π.ι.δ. και στο προσωπικό τους. στ) Να προβλέπεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια σχετική µε τα θέµατα οργάνωσης και λειτουργίας των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων. 2. Με αποφάσεις του εποπτεύοντος υπουργού εγκρίνονται εσωτερικοί κανονισµοί λειτουργίας των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, που καταρτίζονται από τα όργανα διοίκησής τους και στους οποίους προβλέπονται, πέραν των όσων ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος νόµου, και οι ειδικότερες αρµοδιότητες των οργάνων και τα καθήκοντα του πάσης φύσης προσωπικού, των µεταπτυχιακών φοιτητών υποτρόφων, του επιβλέποντος αυτούς ερευνητή, που µπορεί µε απόφαση του αρμοδίου οργάνου του οικείου Α.Ε.Ι. να ορίζεται µέλος της εξεταστικής και συµβουλευτικής επιτροπής του άρθρου 12 του ν. 2083/1992 (ΦΕΚ 159 Α’), όπως ισχύει, και γενικά κάθε λεπτοµέρεια που κρίνεται αναγκαία για την εύρυθµη και αποδοτική λειτουργία τους. Οι εσωτερικοί κανονισµοί των ερευνητικών φορέων υποβάλλονται προς έγκριση εντός δώδεκα (12) μηνών από την ίδρυσή τους ή από τη δηµοσίευση του παρόντος νόµου για τους υφιστάµενους ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς. Μετά την παρέλευση της προθεσµίας αυτής οι παραπάνω κανονισµοί καταρτίζονται από τις υπηρεσίες του οικείου υπουργείου και εγκρίνονται µε απόφαση του υπουργού αυτού. 3. Στις περιπτώσεις που µε τα προεδρικά διατάγµατα και τις αποφάσεις των παραγράφων 1, 2 και 3, αντίστοιχα, ρυθμίζονται θέματα που σχετίζονται µε αρµοδιότητες ή µε άσκηση εποπτείας άλλων υπουργών, οι υπουργοί αυτοί συµπράττουν στην έκδοση των προεδρικών διαταγµάτων και των υπουργικών αποφάσεων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ Μεταβατικές και τελικές διατάξεις Άρθρο 52 Μεταβατικές Διατάξεις 1. Μέχρι τη συγκρότηση του Ε.Σ.Ε.Τ. κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα νόμο, το υφιστάμενο Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεχνολογίας συνεχίζει να λειτουργεί. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται το Εθνικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Έρευνας (Ε.Γ.Σ.Ε.), νοείται, εφεξής, το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Σ.Ε.Τ.). 2. Μέχρι τη συγκρότηση του πρώτου Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Ο.Ε.Τ. και την πλήρωση των αναγκαίων θέσεων με τη διαδικασία των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου, η Γ.Γ.Ε.Τ. διατηρεί τις υφιστάμενες αρμοδιότητες της. 3. Όπου με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, για την έκδοση προεδρικού διατάγµατος ή υπουργικής απόφασης απαιτείται προηγούµενη γνώµη, σύµφωνη ή απλή, συγκεκριμένου οργάνου, έως τη συγκρότηση και λειτουργία του, το προεδρικό διάταγµα ή η υπουργική απόφαση εκδίδεται χωρίς τη γνώµη του οργάνου αυτού. 4. Όπου στον παρόντα νόμο προβλέπεται διορισµός µελών συλλογικών οργάνων, νοείται και ο διορισµός των αναπληρωµατικών µελών αυτών και όπου προβλέπεται ένταξη προσωπικού, αυτή, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, ενεργείται µε πράξη του οργάνου που είναι αρµόδιο για το διορισµό του προσωπικού αυτού. 5. Όπου στην κείµενη νοµοθεσία αναφέρονται «εθνικά ερευνητικά κέντρα» και «ανεξάρτητα ερευνητικά ινστιτούτα» νοούνται, εφεξής, τα παραπάνω «ερευνητικά κέντρα» και «αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα», αντίστοιχα. 6. Το Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό της Γ.Γ.Ε.Τ., το λοιπό μόνιμο προσωπικό, το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου της Γ.Γ.Ε.Τ., ερευνητές ή Ε.Λ.Ε. ή άλλο προσωπικό των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, που είναι αποσπασμένο στη Γ.Γ.Ε.Τ., καθώς και ερευνητές ή Ε.Λ.Ε. ή άλλο προσωπικό των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων και προσωπικό των Α.Ε.Ι., καθώς και προσωπικό των Υπουργείων ή ν.π.δ.δ. μπορεί να αποσπάται στον Ε.Ο.Ε.Τ. ή στην Επιστημονική Γραμματεία του Ε.Σ.Ε.Τ. με κοινή απόφαση των υπουργών ΕΣ.Δ.Δ.Α. και Ανάπτυξης, και, προκειμένου για ερευνητές ή Ε.Λ.Ε. ή άλλο προσωπικό των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, καθώς και για προσωπικό των Α.Ε.Ι. του αρμόδιου οργάνου διοίκησης αυτών, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου και σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Ο.Ε.Τ ή του Ε.Σ.Ε.Τ., αντίστοιχα. 7. Οι επιτροπές κρίσης ερευνητών και Ε.Λ.Ε. που έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1514/1985, όπως ισχύει, συνεχίζουν να λειτουργούν μέχρι την εκπλήρωση της αποστολής τους η τη λήξη της θητείας τους, αντίστοιχα. 8. Οι κρίσεις ερευνητών και Ε.Λ.Ε. για θέσεις που προκηρύχθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου διενεργούνται κατά τα προβλεπόμενα στο ν. 1514/1985, όπως ισχύει.
Άρθρο 53 Τελικές και καταργούμενες διατάξεις 1. Σε ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς, στους οποίους οι διοικητικές, οικονομικές, τεχνικές και άλλες υπηρεσίες υποστήριξης συγκροτούν Κεντρική Διεύθυνση, η Διεύθυνση αυτή εξακολουθεί υφιστάμενη και λειτουργεί σύμφωνα με το οικείο προεδρικό διάταγμα. 2. Όπου στις διατάξεις του παρόντος νόμου προβλέπεται η έκδοση προεδρικών διαταγμάτων ή υπουργικών αποφάσεων, με αντικείμενο θέματα ερευνητικών φορέων και νομικών προσώπων εν γένει που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, όπως ιδίως Πανεπιστημίων και Τ.Ε.Ι., της Ακαδημίας Αθηνών, ΑΣΠΑΙΤΕ, Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ΚΕΕ-ΚΕΓ-ΕΠΙ, και ιδιαίτερα θέματα ερευνητικής πολιτικής και χρηματοδότησής τους, η έκδοση των σχετικών προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων γίνεται ύστερα από πρόταση του υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και των κατά περίπτωση συναρμοδίων υπουργών, ακόμη και αν τούτο δεν προβλέπεται ρητά στις διατάξεις αυτές. 3. Στην Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας συνιστώνται έως 10 οργανικές θέσεις Ειδικών Εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι εντάσσονται σε τέσσερις βαθμίδες, οι οποίες αντιστοιχούν στις τέσσερις βαθμίδες ερευνητών του άρθρου 39 του παρόντος νόμου, και μισθολογικώς εξομοιώνονται πλήρως με τους ερευνητές αυτούς. Οι ειδικοί εμπειρογνώμονες πρέπει να είναι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου. Τα ειδικότερα προσόντα εισαγωγής και εξέλιξης των ειδικών εμπειρογνωμόνων ρυθμίζονται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται ύστερα από πρόταση του υπουργού Ανάπτυξης, με το οποίο τροποποιείται ο Οργανισμός της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας (π.δ. 404/1993). 4. Με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μπορεί να εναρμονίζονται οι δραστηριότητες που περιγράφονται στο άρθρο 23 του ν. 1397/1983 (ΦΕΚ 143 Α’), όπως ισχύει, με τη γενικότερη ερευνητική και τεχνολογική πολιτική, όπως αυτή καθορίζεται στο Ε.Π.Ε.Τ. 5. Ο ν. 1514/1985 καταργείται, εκτός των άρθρων 13 – 14, 27-29 και 31. Προεδρικά διατάγματα και αποφάσεις που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση ή σε εφαρμογή του ν. 1514/1985, διατηρούν την ισχύ τους στο μέτρο που δεν αντίκεινται σε διατάξεις του παρόντος. Τα νομικά πρόσωπα και οι δημόσιες υπηρεσίες που έχουν συσταθεί κατ’ εφαρμογή ή κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 1514/1985, συνεχίζουν να λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Άρθρο 54 Ισχύς Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από 1.1.2008, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.
O ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Α. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΘΕΟΔΩΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΕΙΜΑΡΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΙΟΥΦΑΣ
ΠΕΡΙΒ. ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ & ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΦΛΙΑΣ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ & ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΜΑΡΙΕΤΤΑ . ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ & ΚΟΙΝ. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΜΑΓΓΙΝΑΣ
ΥΓΕΙΑΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & &ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΣΙΑΚΟΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΦΑΝΗ ΠΑΛΛΗ-ΠΕΤΡΑΛΙΑ
ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΙΑΠΗΣ
|