Aθήνα 19.10.2007, 12:11 Κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή από τον υπουργό Εσωτερικών κ. Προκόπη Παυλόπουλο το σχέδιο νόμου με θέμα «Ρυθμίσεις θεμάτων Ανεξάρτητων Αρχών, Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης και λοιπών ζητημάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών».
Μεταξύ άλλων το σχέδιο ρυθμίζει και θέματα μετατάξεων δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και επιμόρφωσής τους. Μάλιστα προβλέπεται ότι η συμμετοχή των υπαλλήλων στα προγράμματα επιμόρφωσης είναι υποχρεωτική.
* Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του σχεδίου και η αιτιολογική έκθεση.
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ Ρυθμίσεις θεμάτων Ανεξάρτητων Αρχών, Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης και λοιπών ζητημάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ Άρθρο 1 Ευθύνη μελών Ανεξάρτητων Αρχών Στο άρθρο 3 του ν. 3051/2002 (ΦΕΚ Α΄ 220), μετά την παρ. 5, προστίθεται παράγραφος 5Α, ως εξής: «5Α. Το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3094/2003 (ΦΕΚ Α΄10) εφαρμόζονται αναλόγως για τα μέλη όλων των συνταγματικώς κατοχυρωμένων Ανεξάρτητων Αρχών».
Άρθρο 2 Ρυθμίσεις θεμάτων ΑΣΕΠ Όπου στις κείμενες διατάξεις, οργανισμούς ή κανονισμούς ορίζεται ότι στις επιτροπές διεξαγωγής της διαδικασίας επιλογής υποψηφίων σε φορείς του δημόσιου τομέα, συμπεριλαμβανομένης και της πρακτικής δοκιμασίας ή συνέντευξης μετέχουν μέλη του ΑΣΕΠ, νοούνται και πρώην μέλη του ΑΣΕΠ, τα οποία ορίζονται από τον Πρόεδρο του. Όταν τα μέλη και πρώην μέλη του ΑΣΕΠ δεν επαρκούν μπορεί να ορίζονται από τον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ μέλη ή πρώην μέλη του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, καθώς και ανώτατοι ή ανώτεροι κρατικοί λειτουργοί, εν ενεργεία ή συνταξιούχοι, με επιστημονική κατάρτιση ή επαγγελματική εμπειρία σε τομείς που έχουν σχέση με το αντικείμενο των προκηρυσσόμενων θέσεων.
Άρθρο 3 Ρυθμίσεις θεμάτων Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης 1. Η παρ. 11 του άρθρου 1 του ν. 3074/2002 (ΦΕΚ Α΄ 296), όπως προστέθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 26 του ν.3200/2003 (ΦΕΚ 281 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής: «Συνιστάται πενταμελές υπηρεσιακό συμβούλιο για το κάθε είδους προσωπικό που υπηρετεί στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και αποτελείται από: α) Τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ως πρόεδρο, με αναπληρωτή Βοηθό Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης. β) Έναν Βοηθό Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ως μέλος, με αναπληρωτή επίσης Βοηθό Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης. γ) Τον προϊστάμενο Διεύθυνσης της Γραμματείας ως μέλος, με αναπληρωτή τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης. δ) Έναν Ειδικό Επιθεωρητή και ε) Έναν υπάλληλο της Γραμματείας με τα αντίστοιχα αναπληρωματικά μέλη τους. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως ισχύουν κάθε φορά». 2. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης ε΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.3074/2002, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 3491/2006 (ΦΕΚ Α΄ 207), αντικαθίσταται ως εξής: «(ii) Διεξάγει τον έλεγχο των ετήσιων δηλώσεων οικονομικής κατάστασης (πόθεν έσχες) όλων των Προϊσταμένων των Διευθύνσεων των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.), των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Π.Ε.Κ.), των Διαπεριφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Δ.Ε.Κ.), της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.), των Προϊσταμένων Τμημάτων και των υπαλλήλων (ελεγκτών) που υπηρετούν στα Τμήματα Ελέγχου των ανωτέρω υπηρεσιών, καθώς και των προϊστάμενων όλων των οποιουδήποτε οργανωτικού επιπέδου ή ονομασίας οργανικών μονάδων πολεοδομίας των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού και των υπαλλήλων που υπηρετούν σ’ αυτές. Οι ανωτέρω υποβάλλουν στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, μέσω των αρμοδίων υπηρεσιών προσωπικού, κατά τον μήνα Ιούνιο κάθε έτους, δήλωση περιουσιακής κατάστασης των ιδίων, των συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους, ανεξάρτητα από το αν υπήρξε ουσιώδης μεταβολή ή όχι της περιουσιακής τους κατάστασης κατά το προηγούμενο έτος. Για το περιεχόμενο της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, τις ποινικές κυρώσεις, την ποινική διαδικασία και τον καταλογισμό ισχύουν οι κείμενες κάθε φορά διατάξεις. Επίσης εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 14 του ν.3345/2005». 3. Η παρ. 8 του άρθρου 6 του ν. 3491/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «Στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης συνιστάται Διεύθυνση Επεξεργασίας Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, της οποίας αποστολή είναι η υποστήριξη του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης στην άσκηση του ετήσιου ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των μελών των Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου, σύμφωνα με την παρ. 2 ε του ν.3074/2002 και των λοιπών προσώπων επί των οποίων δικαιούται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, να ασκεί όμοιο έλεγχο. Κατά την πρώτη εφαρμογή ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης τοποθετεί ως προϊστάμενο της ανωτέρω Διεύθυνσης μόνιμο υπάλληλο κατηγορίας ΠΕ με Α΄ βαθμό από τους αποσπασμένους στο Γραφείο του». 4. Η παρ. 10 του άρθρου 1 του ν. 3074/2002, όπως προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 26 του ν. 3200/2003, αντικαθίσταται ως εξής: «10. Η υπηρεσία των αποσπασμένων ως Ειδικών Επιθεωρητών στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης λογίζεται από την έναρξή της ως υπηρεσία Προϊσταμένου Διεύθυνσης εφόσον ο αποσπασμένος υπάλληλος φέρει τον Α΄ βαθμό, ή από την ημερομηνία προαγωγής του στο βαθμό αυτό, σε άλλη δε περίπτωση λογίζεται ως υπηρεσία Προϊσταμένου Τμήματος». 5. Η περίπτωση δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3074/2002, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 26 του ν. 3200/2003 και από την παρ. 10 του άρθρου 6 του ν. 3491/2006, αντικαθίσταται ως ακολούθως: «δ. Διεξάγει ελέγχους, επανελέγχους, επιθεωρήσεις και έρευνες στο Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ., τους ΟΤΑ πρώτου και δεύτερου βαθμού, τις επιχειρήσεις τους, τα κρατικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και τις δημόσιες επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις, τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και ο τρόπος διενέργειας του ελέγχου. Διεξάγει ο ίδιος ή με τους Βοηθούς του ή τους Ειδικούς Επιθεωρητές που υπηρετούν στο Γραφείο του ή τα αρμόδια όργανα των φορέων του πρώτου εδαφίου Ε.Δ.Ε. και, σε κάθε περίπτωση, μπορεί να ασκήσει ή να διατάξει την άσκηση πειθαρχικής δίωξης ή τη λήψη άλλων διοικητικών μέτρων. Μπορεί επίσης να ασκεί ένσταση κατά οποιασδήποτε απόφασης των πειθαρχικών οργάνων των φορέων του πρώτου εδαφίου, παραπέμποντας: αα) Στο αμέσως ανώτερο πειθαρχικό όργανο υποθέσεις, για τις οποίες έχει εκδοθεί απόφαση κατώτερου πειθαρχικού οργάνου. ββ) Στο οικείο δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο υποθέσεις, για τις οποίες έχει εκδοθεί απόφαση μονομελούς πειθαρχικού οργάνου, με εξαίρεση της πειθαρχικές αποφάσεις των Υπουργών και υφυπουργών, η οποία απόφαση δεν προσβάλλεται με ένσταση στο υπηρεσιακό συμβούλιο του οικείου φορέα. Και στις δύο περιπτώσεις εφαρμόζονται κατά τα λοιπά οι διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα ή οι κατά περίπτωση οικείες διατάξεις, όπως ισχύουν κάθε φορά. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά όλων των τελεσίδικων αποφάσεων όλων των πειθαρχικών συμβουλίων των φορέων του πρώτου εδαφίου για πειθαρχικά αδικήματα που επισύρουν την ποινή της οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού, καθώς και ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου κατά όλων των άλλων τελεσίδικων αποφάσεων μονομελών ή πειθαρχικών οργάνων. Η προσφυγή υπογράφεται από τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και κατά τη συζήτηση παρίσταται ο ίδιος ή το υπ’ αυτού οριζόμενο πρόσωπο από τους υπηρετούντες στο Γραφείο του. Η προθεσμία για την άσκηση των προαναφερομένων ενστάσεων και προσφυγών αρχίζει από την υποχρεωτική κοινοποίηση των πειθαρχικών αποφάσεων στο Γραφείο του».
Άρθρο 4 Ρυθμίσεις για το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης 1. Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν.3074/2002, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 8 περ. γ΄ του άρθρου 14 του ν.3345/2005 και τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 3491/2006, αντικαθίστανται ως εξής: «3. Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ επικουρείται από εννέα (9) Προϊσταμένους Επιθεωρητές, οι οποίοι προέρχονται από τους υπηρετούντες Επιθεωρητές – Ελεγκτές και ορίζονται ή παύονται με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Ο αριθμός των Προϊσταμένων Επιθεωρητών μπορεί να αυξάνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών σε περίπτωση σύστασης νέων Περιφερειακών Γραφείων του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Οι Προϊστάμενοι Επιθεωρητές προΐστανται των Επιθεωρητών – Ελεγκτών και Βοηθών Επιθεωρητών – Ελεγκτών στα πλαίσια του ελεγκτικού έργου, έχουν αρμοδιότητα συντονισμού των τομέων δράσης του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ και εποπτεύουν τους Επιθεωρητές - Ελεγκτές και Βοηθούς Επιθεωρητές – Ελεγκτές κατά τη διαδικασία κατάρτισης των εκθέσεων ελέγχου. Επίσης εξουσιοδοτούνται από τον Ειδικό Γραμματέα παράλληλα με το έργο της Επιθεώρησης να προβαίνουν σε ενέργειες που αφορούν τις ελεγκτικές διαδικασίες και την παρακολούθηση της πορείας του ελεγκτικού έργου, καθώς και να υπογράφουν κατ’ εντολή του. Με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα ορίζεται ένας από τους Προϊσταμένους Επιθεωρητές να τον αναπληρώνει, όταν απουσιάζει ή κωλύεται για την άσκηση των καθηκόντων του. Οι Προϊστάμενοι Επιθεωρητές μπορούν να ορίζονται με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ ως υπεύθυνοι συντονισμού του ελεγκτικού έργου και συνεργασίας είτε μεταξύ των Περιφερειακών Γραφείων του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ είτε μεταξύ των Περιφερειακών Γραφείων και της Κεντρικής Υπηρεσίας του Σώματος. Οι Προϊστάμενοι Επιθεωρητές, οι Επιθεωρητές – Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές- Ελεγκτές κατά τη διάρκεια της θητείας τους μπορούν να μετακινούνται από την Κεντρική Υπηρεσία προς τα Περιφερειακά Γραφεία και αντιστρόφως είτε μετά από αίτησή τους είτε για την κάλυψη σοβαρών υπηρεσιακών αναγκών με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναγράφεται η φράση «Ειδικοί Επιθεωρητές νοούνται εφεξής οι Προϊστάμενοι Επιθεωρητές». 2. Η παρ. 1 του άρθρου 6 του ν.3074/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι Επιθεωρητές – Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές – Ελεγκτές, δύνανται, κατά τις ειδικότερες προβλέψεις του επόμενου άρθρου, να διενεργούν προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, για υποθέσεις για τις οποίες διενεργείται ή έχει διενεργηθεί επιθεώρηση- έλεγχος του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ ή άλλων ελεγκτικών Σωμάτων». 3. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3074/2002 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής: «Η απόσπαση των Επιθεωρητών – Ελεγκτών, που έχουν συμπληρώσει εννέα (9) συνεχή έτη υπηρεσίας στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ως Επιθεωρητές – Ελεγκτές, ανανεώνεται αυτοδίκαια. Ο συνολικός αριθμός των Επιθεωρητών – Ελεγκτών των οποίων η απόσπαση ανανεώνεται αυτοδίκαια δεν μπορεί να υπερβαίνει ποσοστό 20% του εκάστοτε συνολικού αριθμού των οργανικών θέσεων του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Η απόσπαση των ανωτέρω Επιθεωρητών – Ελεγκτών ανακαλείται ύστερα από εισήγηση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. μόνο για λόγους αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων τους ή πλημμελούς άσκησης αυτών ή ύστερα από αίτηση των ιδίων». 4. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 α του άρθρου 5 του ν.3074/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «Η έκθεση επιθεώρησης – ελέγχου υπόκειται σε έγκριση από τριμελή επιτροπή, η οποία αποτελείται από τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ως πρόεδρο, τον Προϊστάμενο Επιθεωρητή που τον αναπληρώνει και τον Προϊστάμενο Επιθεωρητή που έχει συντονίσει τον συγκεκριμένο έλεγχο ως μέλη. Σε περίπτωση κωλύματος μέλους, αυτό αναπληρώνεται από άλλο Προϊστάμενο Επιθεωρητή κατά σειρά αρχαιότητας στη θέση αυτή. Με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία και τη γραμματειακή υποστήριξη της επιτροπής αυτής. Σε περίπτωση μη έγκρισης της έκθεσης επιθεώρησης – ελέγχου από την ως άνω επιτροπή λόγω πλημμελούς τεκμηρίωσης, αυτή αναπέμπεται από τον πρόεδρο της επιτροπής στους αρμόδιους επιθεωρητές – ελεγκτές και βοηθούς επιθεωρητές – ελεγκτές για την πληρέστερη τεκμηρίωσή της εντός συγκεκριμένης κατά περίπτωση προθεσμίας. Μετά την έγκρισή της η έκθεση επιθεώρησης – ελέγχου γνωστοποιείται από τον Ειδικό Γραμματέα του Σώματος στους καθ’ ύλην αρμόδιους Υπουργούς και τις Υπηρεσίες που έγινε η επιθεώρηση, ο έλεγχος ή η έρευνα». 5. Στο άρθρο 4 του ν.3074/2002 προστίθεται παρ. 4 που έχει ως εξής: «4. Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. μετά την έγκριση των εκθέσεων επιθεώρησης – ελέγχου από την επιτροπή της παρ. 5 α του άρθρου 5 του παρόντος νόμου σε περίπτωση που από αυτές προκύπτει μη σύννομη συμπεριφορά υπαλλήλων φορέων αρμοδιότητας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ή αιρετών οργάνων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού ή μελών διοίκησης φορέων της περ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου παραγγέλλει την άσκηση πειθαρχικής δίωξης από το αρμόδιο κατά περίπτωση πειθαρχικό όργανο ή τη λήψη άλλων μέτρων, όταν ο υπαίτιος δεν υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο». 6. Το α΄ εδάφιο της περίπτωσης βι΄ της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν.3074/2002 (ΦΕΚ 296 Α΄) καταργείται. 7. Η παρ. 4 του άρθρου 8 του ν.3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «4. Στο πλαίσιο των ελέγχων, επιθεωρήσεων και ερευνών που διενεργούνται από το Σώμα Επιθεωρητών – Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, είναι δυνατή η άρση του τραπεζικού, χρηματιστηριακού και φορολογικού απορρήτου εμπλεκομένων προσώπων με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος». 8. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ Α΄ 42) εφαρμόζεται ανάλογα και στους υπαλλήλους των Σωμάτων Επιθεώρησης ή Ελέγχου, εφόσον δεν καλύπτονται από αντίστοιχη ειδική διάταξη, καθώς και στους υπαλλήλους άλλων ελεγκτικών μηχανισμών του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΜΕΤΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 5 Μετατάξεις υπαλλήλων των ΚΕΠ 1. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 3448/2006 (ΦΕΚ 57 Α΄), προστίθεται παρ. 3 ως ακολούθως: «3. Για την κατά τα ανωτέρω αμοιβαία μετάταξη – μεταφορά απαιτείται η υποβολή αίτησης από τους ενδιαφερομένους. Η αίτηση μετάταξης – μεταφοράς υποβάλλεται στη Διεύθυνση Οργάνωσης και Λειτουργίας ΚΕΠ της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών, με ταυτόχρονη κοινοποίηση στον οικείο φορέα. Η μετάταξη –μεταφορά γίνεται με την ίδια σχέση εργασίας, με μεταφορά της θέσης που κατέχει ο μετατασσόμενος-μεταφερόμενος και επιτρέπεται να γίνεται και για υπαλλήλους οι οποίοι ανήκουν σε διαφορετική κατηγορία. Η μετάταξη – μεταφορά γίνεται κατ’ εξαίρεση των κειμένων διατάξεων, χωρίς γνώμη των υπηρεσιακών συμβουλίων. Δικαίωμα μετάταξης – μεταφοράς έχουν και οι υπάλληλοι, οι οποίοι διανύουν τη δοκιμαστική τους υπηρεσία». 2. Οι παρ. 3 έως και 6 του άρθρου 16 του ν. 3448/2006 αναριθμούνται αντιστοίχως σε 4 έως και 7.
Άρθρο 6 Μετατάξεις κατ’ εφαρμογή του Υ.Κ. Στη διαδικασία κάλυψης κενών θέσεων με μετάταξη, βάσει ανακοίνωσης (προκήρυξης), σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 71 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν.3528/2007, ΦΕΚ 26 Α΄) μπορεί να μετέχουν και υπάλληλοι κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, καθώς και υπάλληλοι των ΔΕΚΟ, οι οποίες δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο και στις οποίες το δημόσιο κατέχει την πλειοψηφία του μετοχικού τους κεφαλαίου, εφόσον έχουν συμπληρώσει διετή τουλάχιστον υπηρεσία. Ο χρόνος υπηρεσίας των μετατασσομένων λογίζεται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας για κάθε συνέπεια στις υπηρεσίες στις οποίες μετατάσσονται. Η κατάταξη στους βαθμούς του Υπαλληλικού Κώδικα γίνεται με βάση τον συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους με εξαίρεση τον χρόνο ο οποίος δεν υπολογίζεται για προαγωγή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 89 του Υπαλληλικού Κώδικα, που εφαρμόζεται αναλόγως.
Άρθρο 7 Μετατάξεις υπαλλήλων (κλάδου) Τηλεφωνητών Η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 16 του ν.1586/1986 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Οι τυφλοί υπάλληλοι κλάδων τηλεφωνητών του Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού οι οποίοι είναι κάτοχοι ή αποκτούν τίτλο σπουδών ανώτερης κατηγορίας μετατάσσονται ύστερα από αίτησή τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε κενές θέσεις κατηγορίας αντίστοιχης του τίτλου σπουδών χωρίς μεταβολή των καθηκόντων που ασκούν. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν κενές θέσεις συνιστώνται, με την πράξη μετάταξης, προσωποπαγείς θέσεις κατηγορίας αντίστοιχης του τίτλου σπουδών που κατέχει ο μετατασσόμενος».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Άρθρο 8 Ρυθμίσεις για παραμεθόριες περιοχές 1. Η παρ. 4 του άρθρου 18 του ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 42 του ν.3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «4. Οι διατάξεις του άρθρου 72 του ν.3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α΄ ), καθώς και οι διατάξεις της παρ. 22 του άρθρου 9 του ν.2266/1994 (ΦΕΚ 218 Α΄) έχουν εφαρμογή και για μετατάξεις υπαλλήλων στους Νομούς Σερρών, Δράμας, Πέλλας και Κυκλάδων, καθώς και για όλα τα νησιωτικά επαρχεία της Χώρας». 2. Η παρ. 2 του άρθρου 42 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «Οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 67 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α΄), όπως εκάστοτε ισχύει, έχουν επίσης εφαρμογή για τους Νομούς Σερρών, Δράμας και Πέλλας». 3. Η περίπτωση ιδ΄ της παρ. 8 του άρθρου 17 του ν.2190/1994, όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 42 του ν.3536/2007 (ΦΕΚ 42 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής: «ιδ. Κατά είκοσι (20) μονάδες για τους δημότες των Νομών Ξάνθης, Ροδόπης, Έβρου, Δράμας, Καστοριάς, Φλώρινας, Γρεβενών, Ευρυτανίας, Πέλλας και Σερρών ή των νησιών Αιγαίου, πλην της Κρήτης ή των νησιών Κυθήρων, Αντικυθήρων, Ιθάκης, Παξών, Οθωνών, Ερείκουσας και Μαθρακίου ή παραμεθορίων περιοχών των Νομών Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων και Κιλκίς, όπως οι περιοχές αυτές καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, οι οποίοι δεσμεύονται να υπηρετήσουν επί μια τουλάχιστον δεκαετία σε θέσεις υπηρεσιών του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 14 του παρόντος ή της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν.2527/1997, οι οποίες προκηρύσσονται στον αντίστοιχο νομό ή νησί ή παραμεθόρια περιοχή».
Άρθρο 9 Κατάργηση θέσεων του Προγράμματος «ΑΣTΕΡΙΑΣ» 1. Οι κενές θέσεις προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου -τριετούς διάρκειας- που συστήθηκαν με τη διάταξη της παρ. 15 του άρθρου 31 του ν.3013/2002 για τις ανάγκες του προγράμματος «ΑΣΤΕΡΙΑΣ» στους Δήμους των νομών Λέσβου, Σάμου, Χίου, Κυκλάδων και Δωδεκανήσου, καταργούνται. 2. Οι κατεχόμενες θέσεις της ανωτέρω περίπτωσης καταργούνται με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση ή με τη λήξη της σύμβασης αυτών που τις κατέχουν. Για την κατάργηση των θέσεων του άρθρου αυτού εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εσωτερικών.
Άρθρο 10 Μισθώσεις για τη στέγαση των ΚΕΠ 1α. Οι μισθώσεις ακινήτων που συνάπτονται από Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, Δήμους και Κοινότητες για τη στέγαση Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) παρατείνονται, με συναίνεση του εκμισθωτή, μία ή και περισσότερες φορές, ανά τριετία και για χρονικό διάστημα μέχρι τη συμπλήρωση δωδεκαετίας από τον χρόνο έναρξης της αρχικής μίσθωσης. β. Εάν στην αρχική ή στην προηγούμενη σύμβαση δεν προβλέπεται, για την περίπτωση παράτασής της, το ποσοστιαίο ύψος αναπροσαρμογής του μισθώματος, τούτο καθορίζεται σε τριετή βάση, μετά από γνώμη του προϊσταμένου της οικείας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.), καθώς και του Νομάρχη, Δημάρχου ή Προέδρου Κοινότητας κατά περίπτωση και ύστερα από απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής εξακολουθεί να καταβάλλεται το συμφωνημένο μίσθωμα. Η καταβολή της διαφοράς αναπροσαρμογής, ανεξαρτήτως του χρόνου έκδοσης της σχετικής απόφασης, περιλαμβάνει, αναδρομικά, και το χρονικό διάστημα που διανύθηκε από το χρόνο λήξης της προηγούμενης σύμβασης. 2. Οι ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου καταλαμβάνουν και τις ήδη ισχύουσες συμβάσεις μίσθωσης ακινήτων για τη στέγαση των ΚΕΠ, καθώς και την ανανέωση εκείνων των οποίων η διάρκεια έληξε κατά τους τελευταίους δώδεκα (12) μήνες πριν από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου.
Άρθρο 11 Τροποποίηση διατάξεων των ν. 3320/2005 και 3448/2006 1. Η περίπτωση β της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν.3448/2006 αντικαθίσταται ως εξής: « Για τα οποία τρίτοι διαθέτουν δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας». 2. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 3448/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «Συμβατικές ή άλλες ρυθμίσεις που προβλέπουν μετά την 31.12.2003 αποκλειστικά δικαιώματα, δημοσιοποιούνται». 3. Η παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3320/2005 (ΦΕΚ Α΄ 28), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 3448/2006, αντικαθίσταται ως ακολούθως: «2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για την αξιολόγηση υποψηφίων, οι οποίοι θα συμμετάσχουν σε διαδικασίες διορισμού ή πρόσληψης του παρόντος άρθρου, βάσει προκηρύξεων που θα εκδοθούν μέχρι την 31.12.2010 και για χρόνο εμπειρίας που αποκτήθηκε από το 1990 μέχρι και την ημερομηνία έκδοσης κάθε προκήρυξης, με εξαίρεση την πλήρωση θέσεων των Κ.Ε.Π. για τις οποίες δεν ισχύουν οι χρονικοί περιορισμοί της παρούσας παραγράφου». Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει έναν μήνα μετά τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 12 Απλούστευση διαδικασιών Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, μπορεί να τροποποιούνται κείμενες εξουσιοδοτικές διατάξεις, προκειμένου, αντί της έκδοσης κανονιστικού διατάγματος, να προβλέπεται η έκδοση κανονιστικής πράξης από άλλο όργανο της Διοίκησης, όταν πρόκειται για ρύθμιση ειδικότερου θέματος ή θέματος με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό.
Άρθρο 13 Ρυθμίσεις για την Κεντρική Επιτροπή Απλούστευσης Διαδικασιών 1. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 3242/2004 (ΦΕΚ Α΄ 102) προστίθενται περιπτώσεις η΄ και θ΄ ως ακολούθως: «η) Έναν εκπρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών και θ) έναν εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών». 2. Το β΄ εδάφιο της παρ. 4 του ίδιου άρθρου καταργείται.
Άρθρο 14 Ρύθμιση λειτουργικών θεμάτων του Πολιτικού Γραφείου Πρωθυπουργού, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης και Υπουργείου Εσωτερικών 1. Στην παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 1558/1985 (ΦΕΚ Α΄ 137) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 1299/1982 εφαρμόζεται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή». 2. Το εδάφιο γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 1299/1982 (ΦΕΚ A΄ 129) αντικαθίσταται ως εξής: «Το προσωπικό αυτό αποσπάται ή μετατάσσεται ή μεταφέρεται κατά παρέκκλιση κάθε ισχύουσας διάταξης σε υπηρεσίες της Βουλής των Ελλήνων ή της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών με κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Προέδρου της Βουλής ή του υπουργού Εσωτερικών, αντίστοιχα, με την οποία ρυθμίζονται και οι τυχόν αναγκαίες λεπτομέρειες. Οι αποσπώμενοι διατηρούν στη νέα υπηρεσία τους ίδιους όρους απασχόλησης και μισθοδοσίας. Η μισθοδοσία του προσωπικού που αποσπάται, σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου βαρύνει τους φορείς προς τους οποίους γίνεται η απόσπαση. Οι αποσπώμενοι, μετατασσόμενοι ή μεταφερόμενοι ειδικοί σύμβουλοι και ειδικοί συνεργάτες διατηρούν στη νέα υπηρεσία τους όρους κάθε άλλης ειδικής ρύθμισης που ίσχυε για αυτούς στην υπηρεσία από την οποία προέρχονται». 3. Η παρ. 7 του άρθρου 7 του ν. 1558/1985 αντικαθίσταται ως εξής: «7. Το εδάφιο γ της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 1299/1982 εφαρμόζεται και για το προσωπικό της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης». 4. Στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών συνιστώνται οι παρακάτω θέσεις μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού: α) Πέντε (5) θέσεις κλάδου ΠΕ Διοικητικής Οργάνωσης. β) Δέκα (10) θέσεις κλάδου ΔΕ Διοικητικού – Λογιστικού. γ) Δεκαπέντε θέσεις (15) κλάδου ΥΕ Προσωπικού Καθαριότητας. δ) Δέκα (10) θέσεις κλάδου ΥΕ Επιμελητών. ε) Πέντε (5) θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού, η ειδικότητα των οποίων καθορίζεται με την προκήρυξη πλήρωσής τους. 5. Στη Γενική Διεύθυνση Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών προΐσταται υπάλληλος που ανήκει σ’ έναν από τους κλάδους ΠΕ Διοικητικού, ΠΕ Πολιτικών Μηχανικών, ΠΕ Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, ΠΕ Μηχανολόγων – Ηλεκτρολόγων Μηχανικών, ΠΕ Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών, ΠΕ Χημικών Μηχανικών και ΠΕ Πληροφορικής.
Άρθρο 15 Εφαρμογή των διατάξεων του Υ.Κ. στο προσωπικό της Ε.Υ.Π. Η παρ. 3 του άρθρου 10 του ν.1645/1986 (ΦΕΚ Α΄ 132) που προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 27 του ν.2738/1999 (ΦΕΚ Α΄ 180) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «3. Από τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (ν.3528/2007) εξαιρείται το πολιτικό προσωπικό της Ε.Υ.Π. Με τα προεδρικά διατάγματα της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν.1645/1986 μπορεί να προβλέπεται και η επέκταση εφαρμογής, με τις τυχόν απαιτούμενες προσαρμογές που προσιδιάζουν στην ειδική φύση της δημόσιας αυτής υπηρεσίας, συγκεκριμένων διατάξεων του Υπαλληλικού Κώδικα και στο πολιτικό προσωπικό της Ε.Υ.Π. Μέχρι την ως άνω επέκταση και προσαρμογή εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν, μέχρι την έναρξη ισχύος του ν.3528/2007».
Άρθρο 16 Ρυθμίσεις θεμάτων Ε.Κ.Δ.Δ.Α. 1. Η παρ.7 του άρθρου 1 του π.δ. 57/2007 (ΦΕΚ 59 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «7. Το Ε.Κ.Δ.Δ.Α. στο πλαίσιο της αποστολής του μπορεί να: α) Εκπονεί μελέτες και διεξάγει έρευνες. β) Παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες. γ) Συμμετέχει σε διαγωνισμούς για την ανάληψη των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στις προηγούμενες παραγράφους. δ) Πιστοποιεί εκπαιδευτικές δομές, προγράμματα επιμόρφωσης και κατάρτισης δημοσίων υπαλλήλων καθώς και το επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων των υπαλλήλων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού. Η ανάπτυξη της μεθοδολογίας πιστοποίησης, η διαδικασία και η υποστήριξη εφαρμογής της θα πραγματοποιείται από το Ε.Κ.Δ.Δ.Α. σε συνεργασία με την Α.Δ.Ε.Δ.Υ., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 3345/2005. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Κ.Δ.Δ.Α., καθορίζεται η μεθοδολογία, η διαδικασία και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της πιστοποίησης. Βάσει αυτών, καθορίζεται η πιστοποιημένη προς μοριοδότηση των υποψηφίων Προϊσταμένων επιμόρφωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 85 του ν.3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α΄). ε) Πιστοποιεί τους χώρους εκπαίδευσης, τον εκπαιδευτικό εξοπλισμό, τη διοικητική και επιστημονική υποστήριξη της υλοποίησης των επιμορφωτικών προγραμμάτων των υπαλλήλων των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και εν γένει τις εκπαιδευτικές δομές. στ) Για προγράμματα που πιστοποιεί το Ε.Κ.Δ.Δ.Α. μπορεί να αναθέτει σε φορείς τον σχεδιασμό και την υλοποίησή τους διατηρώντας τη σχετική εποπτεία». Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 33 του π.δ. 57/2007 καταργούνται. 2. Για την υποστήριξη της προβλεπόμενης στην προηγούμενη παράγραφο πιστοποίησης, καθώς και για την υποστήριξη των λοιπών προβλεπόμενων από κοινού πρωτοβουλιών μεταξύ Υπουργείου Εσωτερικών – Ε.Κ.Δ.Δ.Α. – ΑΔΕΔΥ (άρθρο 15 του ν. 3345/2005), οι αναφερόμενες στην παρ.2 του άρθρου 12 του π.δ. 57/2007 θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού αυξάνονται κατά είκοσι πέντε (25), οι οποίες, με τον Οργανισμό του Ε.Κ.Δ.Δ.Α., κατανέμονται στην Κεντρική Υπηρεσία και τα Περιφερειακά Ινστιτούτα Επιμόρφωσης. Η πλήρωση των ανωτέρω θέσεων πραγματοποιείται με απόσπαση δημοσίων λειτουργών ή υπαλλήλων του δημοσίου τομέα, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Ε.Κ.Δ.Δ.Α., μέρος των αποσπώμενων στις θέσεις αυτές διατίθεται στο «Κοινωνικό Πολύκεντρο» της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. για τις ανάγκες υποστήριξης του συστήματος πιστοποίησης. 3. Καθιερώνεται η υποχρεωτική εκπαίδευση Διευθυντικών Στελεχών. Τα προγράμματα υποχρεωτικής εκπαίδευσης Διευθυντικών Στελεχών απευθύνονται στους Προϊσταμένους Διευθύνσεων του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ. οι οποίοι υπάγονται στις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα. Μετά την ανάληψη καθηκόντων Προϊσταμένων Διευθύνσεων, οι φορείς υποχρεούνται να κοινοποιούν σχετικό κατάλογο στο Ε.Κ.Δ.Δ.Α. μέσω των Γενικών Γραμματέων. Η πρόσκληση συμμετοχής στα προγράμματα αυτά των Προϊσταμένων Διευθύνσεων πραγματοποιείται με σχετικό έγγραφο του Γενικού Γραμματέα Ε.Κ.Δ.Δ.Α. και η συμμετοχή των υποψηφίων σε αυτά είναι υποχρεωτική. Η διάρθρωση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, η διάρκειά τους και ο χρόνος πραγματοποίησής τους καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. 4. Η παρ. 4 του άρθρου 39 του π.δ. 57/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Η συμμετοχή των υπαλλήλων στα προγράμματα επιμόρφωσης είναι υποχρεωτική. Για τη συμμετοχή των υπαλλήλων στα προγράμματα επιμόρφωσης εκδίδεται σχετική Βεβαίωση Παρακολούθησης. Εφόσον τα προγράμματα επιμόρφωσης και οι συμμετέχοντες σε αυτά ανταποκρίνονται στα προβλεπόμενα από τις ανωτέρω διατάξεις για την πιστοποιημένη επιμόρφωση, χορηγείται Βεβαίωση Πιστοποίησης. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. και της ΑΔΕΔΥ καθορίζονται τα κριτήρια επιλογής των υπαλλήλων που παρακολουθούν προγράμματα επιμόρφωσης ». 5. Στην παρ. 1 του άρθρου 8 του π.δ. 57/2007, μετά την περίπτωση γ΄ προστίθενται περιπτώσεις δ΄ και ε΄ ως ακολούθως: «δ) Έναν εκπρόσωπο της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (ΕΝΑΕ) και ε) Έναν εκπρόσωπος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (ΚΕΔΚΕ)».
Άρθρο 17 Θέματα Κοινωνικού Πολύκεντρου της ΑΔΕΔΥ Σε εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3.1.1. της από 22-11-2004 Προγραμματικής Συμφωνίας μεταξύ Υπουργείου Εσωτερικών, Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, και Ανώτατης Διοίκησης Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΑΔΕΔΥ), που κυρώθηκε με το άρθρο 15 του ν.3345/2005, επιτρέπεται η διάθεση στο «Κοινωνικό Πολύκεντρο» της ΑΔΕΔΥ έως τεσσάρων (4) τακτικών ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων, οι οποίοι αποσπώνται στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 2 του ν.δ. 216/1974 (ΦΕΚ 367 Α΄), όπως αυτές συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 19 παρ. 4 του ν.1735/1987 (ΦΕΚ 195 Α΄) και του άρθρου 3 εδ. α΄ του ν. 1958/1990 (ΦΕΚ 116 Α΄). Η διάθεση γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών.
Άρθρο 18 Ρυθμίσεις θεμάτων Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας 1. Η υπ’ αριθμ. 1881/3.8.1999 απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας, για την έγκριση λειτουργίας του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης (112), από τα δίκτυα του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών της Ελλάδος (Ο.Τ.Ε.) και τις εταιρίες κινητής τηλεφωνίας, καθώς και η καταρτισθείσα υπ’ αριθμ. 2245/1.9.1999 σχετική σύμβαση με τον Ο.Τ.Ε. θεωρούνται νόμιμες από την ημερομηνία υπογραφής τους. Η αναφερόμενη στο προηγούμενο εδάφιο κοινή υπουργική απόφαση δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και η ισχύς της ανατρέχει στην ημερομηνία υπογραφής της (3.8.1999). 2. Στην παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3013/2002 (ΦΕΚ 102 Α΄) προστίθεται περίπτωση ζ΄ ως ακολούθως: «ζ. Η οργανωμένη απομάκρυνση πολιτών και κατοίκων μιας περιοχής για την προστασία της ζωής τους από εξελισσόμενη καταστροφή ανήκει στην αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και εκτελείται από τους κατά τόπους αρμόδιους Νομάρχες, Δημάρχους και Προέδρους Κοινοτήτων, οι οποίοι έχουν την ευθύνη συντονισμού του έργου πολιτικής προστασίας για την αντιμετώπιση της καταστροφής ανάλογα με την ένταση και την έκτασή της. Η λήψη της απόφασής τους βασίζεται στην εισήγηση του επικεφαλής οργάνου του αρμόδιου φορέα για τον έλεγχο και την καταστολή του φαινομένου εξαιτίας του οποίου προκαλείται καταστροφή, αφού συνεκτιμηθούν οι γενικότερες συνθήκες εκδήλωσής της, καθώς και οι συνέπειές της. Η ανωτέρω δράση υποστηρίζεται από την Ελληνική Αστυνομία. Στις περιπτώσεις που έχει συγκληθεί το Συντονιστικό Νομαρχιακό Όργανο (Σ.Ν.Ο.) ή το Συντονιστικό Τοπικό Όργανο (Σ.Τ.Ο.) η λήψη της απόφασης λαμβάνεται σε αυτό». 3. Η παρ. 2βι του άρθρου 14 του ν. 3013/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Εθελοντικές οργανώσεις που μπορούν να ενταχθούν με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας στο ανωτέρω Μητρώο είναι νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, καθώς και ομάδες προσώπων που δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο των ΟΤΑ και των οποίων ο σκοπός επικεντρώνεται σε δράσεις πολιτικής προστασίας, όπως προκύπτει είτε από το καταστατικό τους είτε από την αποδεδειγμένη συμμετοχή τους, κατά το πρόσφατο παρελθόν, σε δράσεις που αφορούν την πρόληψη, αντιμετώπιση και αποκατάσταση φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών».
Άρθρο 19 Ρυθμίσεις θεμάτων Συνοριακών Σταθμών Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 47 του ν. 3498/2006 (ΦΕΚ Α΄ 230) προστίθεται περίπτωση η΄ ως εξής: «η. Οι διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 2647/1998 (ΦΕΚ 237 Α΄) έχουν εφαρμογή στους Συνοριακούς Σταθμούς της παρ. 5 του άρθρου 49 του ν. 3220/2004 (ΦΕΚ Α΄ 15), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 47 του ν. 3498/2006 (ΦΕΚ Α΄230) και στον Συνοριακό Σταθμό Καστανέων Έβρου, καθώς και στους χερσαίους, οδικούς και σιδηροδρομικούς Συνοριακούς Σταθμούς που είχαν ιδρυθεί πριν από τη θέση σε ισχύ του ν. 2647/1998».
Άρθρο 20 Υπηρεσιακά ζητήματα υπαλλήλων των Περιφερειών Ο έλεγχος των κατ’ οίκον ασθενούντων υπαλλήλων των Περιφερειών ανατίθεται σε ελεγκτές γιατρούς της οικείας Περιφέρειας, ειδικότητας παθολόγου, ή γενικής ιατρικής και ασκείται καθημερινά, έστω και δειγματοληπτικά. Σε κάθε Περιφέρεια συνιστάται αυτοδικαίως, με τον παρόντα νόμο, μία (1) θέση ελεγκτή ιατρού με θητεία τριών (3) ετών, που μπορεί να ανανεώνεται. Για τη σύσταση των ανωτέρω θέσεων εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 60 του ν.1943/1991 (ΦΕΚ Α΄ 50).
Άρθρο 21 Εθνική Επιτροπή Γεωγραφικών Ονομάτων 1. Στο Υπουργείο Εξωτερικών συστήνεται Εθνική Επιτροπή Γεωγραφικών Ονομάτων, η οποία συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας και αποτελείται από: α. Τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών. β. Τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών. γ. Τον Γενικό Διευθυντή Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών ή τον νόμιμο αναπληρωτή του. δ. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας ΟΤΑ του Υπουργείου Εσωτερικών. ε. Τους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων Α3, Α4, Δ1 και τον Προϊστάμενο της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους. στ. Τους Διοικητές της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού και της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Ναυτικού ή τους οριζόμενους από αυτούς εκπροσώπους τους. Πρόεδρος της Επιτροπής είναι ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εξωτερικών, αναπληρούμενος από τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών. Με την ίδια απόφαση ορίζεται υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών ως γραμματέας της Επιτροπής καθώς και αναπληρωτής του. 2. Έργο της Επιτροπής είναι η συλλογή, επεξεργασία, μελέτη και τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων σύμφωνα με τις αρχές που έχουν τεθεί στις σχετικές αποφάσεις του ΟΗΕ για τα γεωγραφικά ονόματα. 3. Η Επιτροπή μπορεί να συγκροτεί με απόφασή της Ομάδες Εργασίας με τη συμμετοχή οποιουδήποτε προσώπου κρίνεται αναγκαίο για την υποβοήθηση του έργου της. 4. Με απόφαση του Υπουργού Εξωτερικών ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη λειτουργία της Επιτροπής. 5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η αμοιβή του προέδρου, των μελών και του γραμματέα της Επιτροπής. Με την ίδια απόφαση δύναται να καθοριστεί αμοιβή και για τους συμμετέχοντες στις Ομάδες Εργασίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ Ρυθμίσεις ειδικών θεμάτων Αποκεντρωμένης Διοίκησης, Τοπικής Αυτοδιοίκησης και μεταναστευτικής πολιτικής Άρθρο 22 Ευρωπαϊκός Όμιλος Εδαφικής Συνεργασίας 1. Ο τίτλος του άρθρου 221 του ν. 3463/2006 (Α΄ 114) αντικαθίσταται ως εξής: «Συμβάσεις στο πλαίσιο αδελφοποιήσεων – Ευρωπαϊκός Όμιλος Εδαφικής Συνεργασίας». 2. Στο άρθρο 221 του ν.3463/2006 προστίθεται παρ. 4 ως εξής: «4. α. Δήμοι, Κοινότητες, Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, και οργανισμοί δημοσίου δικαίου κατά την έννοια του δευτέρου εδαφίου της παρ. 9 του άρθρου 1 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, μπορούν να συμμετέχουν σε Ευρωπαϊκό Όμιλο Εδαφικής Συνεργασίας, εφεξής καλούμενο «Ε.Ο.Ε.Σ.», σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουλίου 2006. Μέλη Ε.Ο.Ε.Σ. μπορούν να είναι επίσης ενώσεις φορέων, οι οποίοι ανήκουν σε μια ή περισσότερες από τις ανωτέρω κατηγορίες, καθώς και το Ελληνικό Δημόσιο συμπεριλαμβανομένων και των Περιφερειών. β. Η συμμετοχή των φορέων της παραγράφου αυτής σε Ε.Ο.Ε.Σ. εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής της παρ. 3 του άρθρου 219, στην οποία συμμετέχει και εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Η Επιτροπή αυτή ορίζεται ως αρμόδια αρχή, κατά τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουλίου 2006. Ο Υπουργός ΕΣ.Δ.Δ.Α είναι αρμόδιος για την εφαρμογή των άρθρων 13 και 14 του Κανονισμού 1082/2006, μετά από εισήγηση της ανωτέρω επιτροπής. γ. Ε.Ο.Ε.Σ. που έχει την καταστατική του έδρα στην Ελλάδα συστήνεται ως αστική εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, η οποία λειτουργεί σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και τις προβλέψεις του Κανονισμού. δ. Για τις ανάγκες εκπλήρωσης των καθηκόντων του Ε.Ο.Ε.Σ., μπορεί να αποσπάται προσωπικό που υπηρετεί με οποιαδήποτε σχέση εργασίας σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 2 και 3 του ν. 2000/1991. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του Υπουργών Εσωτερικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, ύστερα από αίτηση του Ε.Ο.Ε.Σ., σύμφωνη γνώμη του οργάνου διοίκησης του οικείου φορέα και γραπτή συγκατάθεση του υπαλλήλου που αποσπάται. Οι αποδοχές αυτών που αποσπώνται για τις ανάγκες των Ε.Ο.Ε.Σ. βαρύνει τον οικείο φορέα από τον οποίο αποσπώνται. ε. Υφιστάμενες ενώσεις φορέων, δίκτυα πόλεων, και άλλες μορφές συνεργασίας με οποιαδήποτε νομική προσωπικότητα και αν λειτουργούν, που επιδιώκουν σκοπούς συναφείς με αυτούς του Ε.Ο.Ε.Σ. και έχουν την καταστατική τους έδρα στην Ελλάδα, μπορούν να μετατραπούν σε Ε.Ο.Ε.Σ., μετά από απόφαση του οργάνου διοίκησης τους και έγκριση του Υπουργού ΕΣ.Δ.Δ.Α κατά τα ανωτέρω οριζόμενα, εφόσον προσαρμόσουν το καταστατικό τους προς τις ρυθμίσεις του Κανονισμού 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουλίου 2006 και του παρόντος άρθρου. στ. Με Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εξωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών, ρυθμίζονται όλα τα ζητήματα που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση και αποτελεσματική εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, κατά τις προβλέψεις του εδαφίου 1 της παρ. 1 του άρθρου 16 αυτού».
Άρθρο 23 Μετακινήσεις τεχνικού προσωπικού Ν.Α. και αποζημίωση υπηρετούντων σε Γραφεία Νομαρχών 1. Για τις μετακινήσεις και την καταβολή αποζημίωσης του προσωπικού του τεχνικού εξοπλισμού των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων πέραν των 120 ημερών κατ’ έτος για την αντιμετώπιση έκτακτων γεγονότων απαιτείται απόφαση του οικείου Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, ύστερα από εισήγηση του οικείου Νομάρχη. 2. Στο προσωπικό των Γραφείων των Νομαρχών, τα οποία λειτουργούν σε 12ωρη βάση όλες τις ημέρες του μήνα καταβάλλονται οι υπερωρίες που προβλέπονται στην περίπτωση β΄ της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003, όπως ισχύει.
Άρθρο 24 Ειδικά θέματα καταστατικής θέσης αιρετών και λοιπά λειτουργικά ζητήματα 1. α. Αναστέλλεται από 1.1.2007 και μέχρι την έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος που προβλέπεται από την περίπτωση δ΄ του άρθρου 135 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, η ισχύς της περίπτωσης α΄ της παρ. 8 του άρθρου 136, καθώς και του πρώτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 139 του ίδιου Κώδικα. β. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν είναι υποχρεωτική η χορήγηση της ειδικής άδειας του πρώτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 139 του ανωτέρω Κώδικα και καταβάλλονται, τόσο οι αποδοχές της οργανικής τους θέσης όσο και τα έξοδα παράστασης στα αιρετά όργανα της περίπτωσης α΄ της παρ. 8 του άρθρου 136 του ίδιου Κώδικα. 2. Στο άρθρο 139 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων προστίθεται παρ. 9 ως ακολούθως: «9. αi. Στα αιρετά όργανα της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, τα οποία είναι υπάλληλοι των λοιπών φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός είχε οριοθετηθεί με το άρθρο 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ Α΄ 65) ή υπάλληλοι νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου χορηγείται ενιαία ή και τμηματικά σε εργάσιμες ημέρες και ώρες από το νομικό πρόσωπο της οργανικής τους θέσης ειδική άδεια εξήντα (60) ημερών κατ’ έτος επιπλέον της κανονικής. Η χορήγηση της ανωτέρω άδειας είναι υποχρεωτική, εφόσον ζητηθεί. Το χρονικό διάστημα χρήσης της θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για όλα τα υπαλληλικά, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα. αii. Στα ανωτέρω όργανα χορηγείται για τις υπόλοιπες εργάσιμες ημέρες του έτους άδεια άνευ αποδοχών. Η χορήγησή της είναι υποχρεωτική, εφόσον ζητηθεί. Η χρήση της θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τα υπαλληλικά και εργασιακά δικαιώματα. β. Στα αιρετά όργανα των παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου αυτού, που είναι, ομοίως, υπάλληλοι φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως είχε οριοθετηθεί με το άρθρο 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982 ή υπάλληλοι νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου χορηγούνται οι ειδικές άδειες που προβλέπονται από τις ανωτέρω παραγράφους. Η χορήγησή τους είναι υποχρεωτική εφόσον ζητηθεί, η δε χρήση τους θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για όλα τα υπαλληλικά, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα». 3. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 87 του ν. 3463/2006 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Αν ο Αντιδήμαρχος απουσιάζει ή κωλύεται, τις αρμοδιότητές του ασκεί ο Δήμαρχος». 4. Στο άρθρο 105 του ν. 3463/2006 προστίθεται παρ. 3 με αντίστοιχη αναρίθμηση των υφιστάμενων παρ. 3, 4 και 5 σε 4, 5 και 6 αντιστοίχως, που έχει ως εξής: «3. Ο πρόεδρος καταρτίζει ημερήσια διάταξη. Στην ημερήσια διάταξη αναγράφονται υποχρεωτικά και όλα τα θέματα που προτείνει ο Δήμαρχος, όταν δεν είναι πρόεδρος της δημαρχιακής επιτροπής. Η δημαρχιακή επιτροπή μπορεί ν’ αποφασίζει με την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών της ότι συγκεκριμένο θέμα το οποίο δεν έχει εγγραφεί στην ημερήσια διάταξη είναι κατεπείγον να το συζητά και να λαμβάνει απόφαση γι’ αυτό με την ίδια πλειοψηφία, πριν από την έναρξη της συζήτησης των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης». 5. Μετά το άρθρο 240 του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114 Α΄) προστίθεται άρθρο 240 Α ως ακολούθως: «Άρθρο 240Α Στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των Δήμων με πληθυσμό άνω των 100.000 κατοίκων μπορεί να συνιστάται, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ν.π.δ.δ., η οποία εγκρίνεται από το Δημοτικό Συμβούλιο με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του, τριμελής εκτελεστική επιτροπή, η οποία διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 232 και 233 του νόμου αυτού». 6. Στη ρύθμιση της παρ. 2β του άρθρου 22 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ Α΄ 42) περιλαμβάνονται και τα μη κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα της παρ. 1Β΄ του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 (ΦΕΚ 118 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του ν. 2741/1999 (ΦΕΚ Α΄199). 7. Στην παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 3536/2007 προστίθενται περιπτώσεις γ΄ και δ΄ ως ακολούθως: «γ) Όταν Διαχειριστική Ενότητα περιλαμβάνει μόνον έναν ΟΤΑ, τότε αυτός αποτελεί το ΦΟ.Δ.Σ.Α. της Διαχειριστικής αυτής Ενότητας. δ) Οι ΦΟ.Δ.Σ.Α. μπορούν να εκτελούν και τη συλλογή και μεταφορά των στερεών αποβλήτων, εφόσον γίνει σχετική ανάθεση από ΟΤΑ της Διαχειριστικής τους Ενότητας». 8. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 17 του ν. 2539/1997 (ΦΕΚ Α΄ 244), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 22 του ν.3274/2004 (ΦΕΚ Α΄ 195), αναδιατυπώνεται ως εξής: «Επιτρέπεται η κατάτμηση των δημοτικών ή κοινοτικών έργων και η σύνταξη των αντίστοιχων μελετών, με αναγραφή στον προϋπολογισμό του Δήμου ή της Κοινότητας κατατμημένων πιστώσεων για την εκτέλεση αυτών, ανά δημοτικό διαμέρισμα». 9. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καταρτίζεται πρότυπος Κανονισμός Λειτουργίας των Δημοτικών και Κοινοτικών Βιβλιοθηκών των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ της Χώρας. 10. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται οι τεχνικές προδιαγραφές και οι ειδικοί όροι καταλληλότητας των χώρων που λειτουργούν ως παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί των Δήμων και Κοινοτήτων με τη μορφή των ν.π.δ.δ. 11. Στο τέλος του άρθρου 191 του ν. 3463/2006 προστίθεται παρ. 3 ως ακολούθως: «3. Με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών του, επιτρέπεται η εκ μέρους Δήμων και Κοινοτήτων απευθείας και χωρίς δημοπρασία αγορά ακινήτων που ανήκουν σε επιχειρήσεις στις οποίες αυτοί μετέχουν. Οι διατάξεις του άρθρου 186 παρ. 4 του ν. 3463/2006 εφαρμόζονται αναλόγως». 12. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 165 του ν. 3584/2007 (ΦΕΚ 143 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής: «Στους Δήμους, τα ιδρύματά τους και τα νομικά τους πρόσωπα δημοσίου δικαίου, μπορεί να συνιστώνται, με τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας τους, θέσεις δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής. Εφόσον υπάρχει νομική υπηρεσία σύμφωνα με τον οικείο Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας είναι δυνατή η σύσταση θέσεων δικηγόρων-νομικών συμβούλων με την ίδια σχέση».
Άρθρο 25 Ρυθμίσεις θεμάτων επιχειρήσεων ΟΤΑ πρώτου βαθμού 1. α. Οι προθεσμίες των παρ. 1, 2 και 8 του άρθρου 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ Α΄ 114) παρατείνονται μέχρι 31.12.2008. β. Στις ρυθμίσεις του άρθρου 269 του ανωτέρω Κώδικα υπάγονται και οι δημοτικές επιχειρήσεις, οι οποίες εξακολούθησαν να λειτουργούν και μετά τη λήξη του χρόνου διάρκειάς τους, όπως αυτός οριζόταν στη συστατική τους πράξη. 2. α. Το προσωπικό των παρ. 3, 7 και 8 του άρθρου 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, εφόσον δεν έχει μεταφερθεί στον οικείο ΟΤΑ, σε νομικό πρόσωπο αυτού ή σε ανώνυμη εταιρεία του, κατά τις ειδικότερες ρυθμίσεις του ίδιου άρθρου, μπορεί να μεταφερθεί, κατόπιν αιτήσεώς του, με την ίδια σχέση εργασίας, σε οποιαδήποτε Περιφέρεια ή Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση της Χώρας, καθώς και σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα, όπως αυτός είναι οριοθετημένος κατά την υποβολή της οικείας αιτήσεως, με εξαίρεση όσα από αυτά έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο. β. Η αίτηση μεταφοράς υποβάλλεται εντός προθεσμίας έξι μηνών, η οποία αρχίζει από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου. Για την αποδοχή της αποφαίνεται, κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων, ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας, το οικείο Νομαρχιακό Συμβούλιο ή το διοικούν το νομικό πρόσωπο όργανο αντιστοίχως, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την υποβολή της. Περίληψη της απόφασης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. γ. Το μεταφερόμενο προσωπικό καταλαμβάνει προσωποπαγείς θέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου αντίστοιχης ή παρεμφερούς ειδικότητας, διέπεται δε ως προς τους όρους και το ύψος αμοιβής της εργασίας από τις αντίστοιχες συλλογικές συμβάσεις εργασίας, λαμβανομένης υπόψη της προϋπηρεσίας του στους φορείς από τους οποίους προέρχεται. Η σύσταση των ανωτέρω προσωποπαγών θέσεων γίνεται με απόφαση του αρμόδιου για τον διορισμό οργάνου. δ. Σε όσες περιπτώσεις η λύση της εργασιακής σχέσης, σύμφωνα με τα ανωτέρω, έχει γίνει πριν από την αίτηση μεταφοράς, η αποζημίωση που έχει καταβληθεί συμψηφίζεται με το ισόποσο των αποδοχών του προσωπικού από τον αντίστοιχο φορέα της μεταφοράς του και αποδίδεται από αυτόν στους εκκαθαριστές της οικείας δημοτικής επιχείρησης ή, αν έχει περατωθεί η εκκαθάριση, στον οικείο ΟΤΑ. 3. Η παρ. 5 του άρθρου 269 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Η απόφαση μεταφοράς του προσωπικού εκδίδεται σε έναν (1) μήνα από τη σύσταση της νέας επιχείρησης, η δε πράξη κατάταξης του προσωπικού σε προσωποπαγείς θέσεις εκδίδεται από το αρμόδιο προς διορισμό όργανο και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». 4. α. Η παρ. 7 του άρθρου 269 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «7. Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και σε περίπτωση προσαρμογής, λύσης ή απόσχισης κλάδου αμιγούς επιχείρησης του άρθρου 277 του π.δ. 410/1995, η οποία λαμβάνει χώρα εντός του χρόνου που αναφέρεται στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου, καθώς επίσης και στην περίπτωση που η προσαρμογή των καταστατικών σκοπών επιχείρησης αυτής της μορφής προς τις προβλέψεις των διατάξεων του άρθρου 254 του παρόντος συνεπάγεται, σύμφωνα με την οικονομοτεχνική μελέτη, μείωση του αναγκαίου αριθμού προσωπικού για τη λειτουργία της». β. Η παρ. 8 του άρθρου 269 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «8. Υφιστάμενες αμιγείς επιχειρήσεις του άρθρου 277 του π.δ. 410/1995 είναι δυνατόν, έως την 31.12.2008 και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 263 παρ. 2, να μετατραπούν, ως προς τους εμπορικούς ή βιομηχανικούς σκοπούς που επιδιώκουν, χωρίς στάδιο εκκαθάρισης, σε ανώνυμες εταιρίες ΟΤΑ ή σε δημοτικές ή κοινοτικές ανώνυμες εταιρίες, με ανάλογη εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 67 παρ. 2 του κ.ν. 2190/1920. Στη νέα εταιρία είναι δυνατή η μεταφορά προσωπικού της αμιγούς επιχείρησης, με απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και ύστερα από πρόταση του διοικητικού συμβουλίου της νέας εταιρίας, εφαρμοζομένων αναλόγως των ρυθμίσεων της παρ. 3 του παρόντος άρθρου». γ. Η παρ. 11 του άρθρου 269 του ν. 3463/2006 αναριθμείται σε παρ. 12 και η νέα παρ. 11 έχει ως ακολούθως: «11. Η εισφορά και η μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων επιχειρήσεων ΟΤΑ που προσαρμόζονται ή μετατρέπονται ή συγχωνεύονται ή λύονται ή διασπώνται, συμπεριλαμβανομένης και της απόσχισης κλάδου, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού, κάθε σχετική πράξη ή συμφωνία που αφορά την εισφορά ή τη μεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού ή παθητικού ή άλλων δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων, καθώς και κάθε εμπράγματου ή ενοχικού δικαιώματος, όπως και κάθε άλλη συμφωνία ή πράξη ή μεταγραφή αυτής, που απαιτούνται για την προσαρμογή ή τη μετατροπή της επιχείρησης απαλλάσσονται από οποιοδήποτε φόρο, τέλος ή εισφορά υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου». δ. Η παρ. 4 του άρθρου 263 του ν. 3463/2006 καταργείται. Η παρ. 5 του ίδιου άρθρου αναριθμείται σε παράγραφο 4. Σε περίπτωση συγχώνευσης κοινωφελών επιχειρήσεων κατά το άρθρο 263 του ν. 3463/2006 εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις της παρ. 11 του άρθρου 269 του ίδιου νόμου. ε. Στην παρ. 12 του άρθρου 269 του ν. 3463/2006 οι λέξεις «του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών». 5. Στο άρθρο 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 προστίθεται παρ. 13, η οποία έχει, ως ακολούθως: «13. Οι εκκαθαριστές οι οποίοι ορίζονται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 262 καθώς και κατ’ εφαρμογή του άρθρου αυτού, δεν διώκονται, ποινικώς, δεν υπόκεινται σε προσωπική κράτηση, ούτε υπέχουν οποιαδήποτε αστική ή άλλη ατομική ευθύνη για χρέη της δημοτικής ή κοινοτικής επιχείρησης προς το Δημόσιο ή τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαίωσης τούτων». 6. Στο στοιχείο β της παρ. 3 του άρθρου 252 του ν. 3463/2006 προστίθεται εδάφιο τελευταίο ως ακολούθως: «Αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρίες ΟΤΑ θεωρούνται και εκείνες στις οποίες συμμετέχουν μόνο ΤΕΔΚ αντί των ΟΤΑ α΄ βαθμού». 7. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 267 του ν. 3463/2006 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) Τηρούν λογιστικά βιβλία Γ΄ κατηγορίας με τη διπλογραφική μέθοδο για την οικονομική διοίκηση και τη διαχείριση της περιουσίας τους από την 1.1.2008». 8. Στο άρθρο 267 του ν. 3463/2006 προστίθεται παρ. 5 ως ακολούθως: «5. Οι ετήσιες εισφορές, τις οποίες οι ΟΤΑ υποχρεούνται να καταβάλλουν ως εταίροι σε αστικές εταιρίες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα όπου αυτοί συμμετέχουν, σύμφωνα με το καταστατικό τους, δεν αποτελούν επιχορήγηση. Οποιοδήποτε ποσό έχει καταβληθεί ή καταβάλλεται από ΟΤΑ στο πλαίσιο συμμετοχής του στην αύξηση κεφαλαίου των ανωτέρω εταιριών, δεν συνιστά επιχορήγηση και η καταβολή του είναι νόμιμη». 9. α. Οι αστικές εταιρίες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που έχουν συσταθεί πριν από τη δημοσίευση του ν. 3463/2006, με σκοπό τη διαχείριση κοινωνικών προγραμμάτων στους ΟΤΑ, η οποία προβλέπεται από τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα (Π.Ε.Π.) και το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Απασχόληση και Επαγγελματική Κατάρτιση», μπορεί να χρηματοδοτούνται από το Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ. και τους ΟΤΑ πρώτου βαθμού για την εκπλήρωση του ανωτέρω σκοπού. β. Υφιστάμενες δημοτικές επιχειρήσεις οποιασδήποτε μορφής, οι οποίες έχουν ως σκοπό την κοινωνική ανάπτυξη, την πρόνοια ή συναφείς σκοπούς, εφόσον υλοποιούν αντίστοιχα προγράμματα και μετά την προσαρμογή του καταστατικού τους, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 269 του ν. 3463/2006, διατηρούν τον ίδιο Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.). Σε περίπτωση συγχώνευσης, αποδίδεται στη νέα εταιρεία ο Α.Φ.Μ. εκείνης από τις συγχωνευόμενες που χρηματοδοτήθηκε στο πλαίσιο του πρώτου εδαφίου της παρούσας. 10. α. Προσωπικό αμιγούς δημοτικής επιχείρησης ραδιοφωνίας τηλεόρασης, το οποίο έχει τριετή τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία σε αυτήν, δύναται να μεταφερθεί, ύστερα από αίτησή του και με την ίδια σχέση εργασίας, στον οικείο Δήμο, με απόφαση του οικείου Δημάρχου. β. Το μεταφερόμενο προσωπικό κατατάσσεται σε κενές οργανικές θέσεις, εφόσον έχει τα αντίστοιχα προσόντα, ή, αν δεν υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις ή οι υπάρχουσες δεν επαρκούν, η κατάταξη γίνεται σε προσωρινές προσωποπαγείς θέσεις, συνιστώμενες με την απόφαση μεταφοράς, και με βάση τις ανάγκες του Δήμου, ανάλογα με τα προσόντα του. Σε περίπτωση σύστασης προσωρινών προσωποπαγών θέσεων, η σχετική απόφαση του Δημάρχου δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. γ. Το προσωπικό που θα μεταφερθεί κατά τα ανωτέρω διέπεται, ως προς τους όρους και το ύψος της αμοιβής εργασίας του, από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας που εκάστοτε ισχύουν για το προσωπικό του οικείου Ο.Τ.Α. δ. Η δημοτική επιχείρηση από την οποία πραγματοποιείται η κατά τα ανωτέρω μεταφορά προσωπικού δεν υποχρεούται να καταβάλει στο μεταφερόμενο προσωπικό οποιαδήποτε αποζημίωση. ε. Η προϋπηρεσία προσωπικού αμιγών δημοτικών επιχειρήσεων ραδιοφωνίας που μεταφέρθηκε σε Δήμους σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθρου 26 του νόμου 2130/1993 (ΦΕΚ Α΄ 62) καθώς και όσων μεταφέρονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος στις δημοτικές επιχειρήσεις από τις οποίες προέρχονται, θεωρείται διανυθείσα στον Δήμο για όλες τις συνέπειες.
Άρθρο 26 Οικονομικά και λοιπά ζητήματα ΟΤΑ πρώτου βαθμού 1. α. Στον ταμία, διαχειριστή, εισπράκτορες και ελεγκτές εσόδων – εξόδων, που υπηρετούν στην Ταμιακή Υπηρεσία των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ των κλάδων Π.Ε. Διοικητικού-Οικονομικού, Τ.Ε. Διοικητικού – Λογιστικού, Τ.Ε. Μονάδων Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Π.Ε. ή Τ.Ε. Οικονομικού Λογιστικού και Δ.Ε. Διοικητικών, οι οποίοι έχουν ορισθεί με απόφαση του αρμόδιου οργάνου και ως εκ τούτου θεωρούνται ότι κατέχουν οργανικές θέσεις ή, ακόμη, κατέχουν προσωποπαγείς θέσεις των κλάδων Δ.Ε. 14 και Δ.Ε. 15, καταβάλλεται το εκάστοτε χορηγούμενο επίδομα αντισταθμίσματος διαχειριστικών λαθών, που προβλέπεται από την παράγραφο 14 του άρθρου 8 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄), ανεξαρτήτως μηνιαίου ποσού χρηματικής διαχείρισης με την προϋπόθεση ότι η απασχόλησή τους, στις ανωτέρω θέσεις έχει αποκλειστικό χαρακτήρα και γίνεται κατά πλήρες ωράριο. β. Καταλογισμοί που έχουν γίνει σε βάρος των υπαλλήλων του προηγούμενου εδαφίου για τη λήψη του ανωτέρω επιδόματος αίρονται. Ποσά που έχουν τυχόν βεβαιωθεί στο πλαίσιο των ίδιων καταλογισμών διαγράφονται. 2. α. Οι προθεσμίες των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 5 του άρθρου 17 του ν. 3491/2006 (ΦΕΚ Α΄ 207) που έληξαν την 31-8-2007, παρατείνονται από τη λήξη τους έως την 30-4-2008. Η προθεσμία λήψης από το αρμόδιο όργανο, της σχετικής απόφασης δανειοδότησης, της περίπτωσης γ΄ της ανωτέρω παραγράφου παρατείνεται από τη λήξη της έως την 31-1-2008. β. Οι προθεσμίες της παρ. 6 του άρθρου 29 του ν. 3448/2006 (ΦΕΚ Α΄ 57) που τροποποιήθηκαν με το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 17 του ν. 3491/2006, παρατείνονται από τη λήξη τους έως την 30-4-2008. Η προβλεπόμενη στο τέταρτο εδάφιο της ανωτέρω παραγράφου 6 του άρθρου 29 του ν. 3448/2006 αίτηση δανειοδότησης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υποβάλλεται μέσα σε δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, η δε έγκριση του σχετικού δανείου γίνεται εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή της σχετικής αίτησης. 3. Στο άρθρο 247 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ Α΄ 114), προστίθεται παρ. 9 ως ακολούθως: «9. Η συνομολόγηση δανείων από τους Συνδέσμους, για την εκπλήρωση σκοπών της αρμοδιότητας ή της δράσης τους, συμπεριλαμβανόμενης και της αποπληρωμής ληξιπρόθεσμων ή μη οφειλών, γίνεται ύστερα από απόφαση των διοικητικών τους συμβουλίων, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη συναίνεση των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που είναι μέλη τους. Οι ρυθμίσεις του άρθρου 176 εφαρμόζονται, αναλόγως, για τη συνομολόγηση των ανωτέρω δανείων». 4. Τα δύο πρώτα εδάφια της περίπτωσης α΄ της παρ. 6 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005 (ΦΕΚ Α΄ 212), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 20 παρ. 2 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ Α΄ 42), αντικαθίσταται ως εξής: «6.α. Ποσοστό 30% επί των εισπραττόμενων εσόδων από τα παράβολα της παρ. 1 παρακρατείται από τον οικείο ΟΤΑ κατά την πληρωμή του παραβόλου». 5. Στο τέλος του άρθρου 205 του ν. 3463/2006 προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως: «Ειδικά για την πρώτη περίοδο εφαρμογής του θεσμού, η ανωτέρω προθεσμία για την εκπόνηση του επιχειρησιακού προγράμματος, μπορεί να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών». 6. Στο τέλος του άρθρου 209 του ν. 3463/2006 προστίθεται παρ. 8 ως ακολούθως: «8. Οι Δήμοι και οι Κοινότητες που εφαρμόζουν το Κλαδικό Λογιστικό Σχέδιο των ΟΤΑ πρώτου βαθμού, σύμφωνα με το π.δ. 315/1999, μπορούν, σε περίπτωση που δεν υπηρετεί υπάλληλος με την απαιτούμενη άδεια λογιστή ή όταν ο αριθμός των λοιπών υπαλλήλων δεν καλύπτει τις αντίστοιχες οργανικές θέσεις της οικείας υπηρεσίας, να αναθέτουν σε εξωτερικούς συνεργάτες που διαθέτουν τα αντίστοιχα προσόντα ή σε λογιστικά γραφεία που πληρούν τις οικείες προϋποθέσεις, την οργάνωση και υποστήριξη των λογιστικών και οικονομικών υπηρεσιών τους, τη σύνταξη των ετήσιων οικονομικών καταστάσεών τους, καθώς και τη διεξαγωγή κάθε εργασίας απαραίτητης για την εφαρμογή του ανωτέρω Σχεδίου».
Άρθρο 27 Ρυθμίσεις θεμάτων Δομών Κοινωνικής Μέριμνας 1. Η προθεσμία του άρθρου 26 του ν.3329/2005 (ΦΕΚ Α΄ 81), για την εφαρμογή του προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι», σε όσους Δήμους υλοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις των Κ.Υ.Α. Π4β/5814/1997(ΦΕΚ 917/τ.Β/1997) Π1γ/ΓΠ οικ. 62329/2003 (ΦΕΚ 925/τ.Β/2003) και Π1γ/ΓΠ οικ. 69674/2005 (ΦΕΚ 932/τ.Β/2005), παρατείνεται από τη λήξη της και μέχρι 31.8.2008. Το προσωπικό που απασχολείται στo παραπάνω πρόγραμμα θα συνεχίσει να προσφέρει τις υπηρεσίες του μέχρι την καταληκτική ημερομηνία εφαρμογής του και υπό τους όρους των ανωτέρω σχετικών Κοινών Υπουργικών Αποφάσεων. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μπορεί να καθορίζονται ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας του προγράμματος. 2. Οι διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 3491/2006 (ΦΕΚ 207 Α΄) εφαρμόζονται και στο προσωπικό του Προγράμματος «Μονάδες Κοινωνικής Μέριμνας».
Άρθρο 28 Ρυθμίσεις θεμάτων μεταναστευτικής πολιτικής 1. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 18 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ Α΄ 42) αντικαθίσταται ως εξής: «Εάν οι σχετικές αιτήσεις για ανανέωση άδειας διαμονής έχουν απορριφθεί, επανεξετάζονται». 2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 25 του ν. 3386/2005 (ΦΕΚ Α΄ 212) αντικαθίσταται ως εξής: «Η άδεια διαμονής μπορεί να ανανεώνεται, για δύο έτη κάθε φορά, εφόσον:» 3. Η περίπτωση γ της παρ. 1 του άρθρου 75 του ν. 3386/2005, η οποία προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 14 του ν. 3536/2007 καταργείται. 4. Στο άρθρο 75 του ν. 3386/2005 προστίθεται παρ. 3 ως εξής: «3. Οι άδειες διαμονής που εκδίδονται σε συμμόρφωση προς τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις, κατόπιν αιτήσεων ακυρώσεως υπηκόων τρίτων χωρών κατά απόρριψης αιτήματός τους για ανανέωση άδειας εργασίας ή διαμονής, καθώς και κατά της ανακλήσεως τούτων, μπορούν να ανανεωθούν, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου. Η αίτηση αυτή υποβάλλεται εντός μηνός από την επίδοση της σχετικής άδειας διαμονής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, θεωρουμένου του χρόνου που έχει διανυθεί από τη λήξη ισχύος αυτών μέχρι την υποβολή της ανωτέρω αίτησης ανανέωσής τους, ως χρόνου νόμιμης διαμονής στη Χώρα. 5. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 85 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «Εξαιρούνται οι περιπτώσεις της σύνταξης πληρεξουσίων σε δικηγόρους προκειμένου να εκπροσωπήσουν υπηκόους τρίτων χωρών ενώπιον δικαστηρίων, καθώς και της σύνταξης συμβολαιογραφικών πράξεων που αφορούν την αναγνώριση τέκνου εκτός γάμου, όταν ο ένας των γονέων είναι Έλληνας ή πολίτης άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή υπήκοος τρίτης χώρας που διαμένει νομίμως στην Ελλάδα». 6. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 87 του ν. 3386/2005, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 3536/2007, αντικαθίσταται ως εξής: «Στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 73 του παρόντος επιβάλλεται πρόστιμο ύψους διακοσίων πενήντα ευρώ και πεντακοσίων ευρώ σε περίπτωση υποτροπής». 7. Η παρ. 3 του άρθρου 88 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Αεροπορικές ή ναυτιλιακές εταιρείες καθώς και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί οποιασδήποτε μορφής δημόσια μεταφορά προσώπων, υποχρεούνται να μη δέχονται για μεταφορά και να λαμβάνουν κάθε μέτρο που να αποκλείει τη μεταφορά από το εξωτερικό στην Ελλάδα υπηκόων τρίτων χωρών που δεν είναι εφοδιασμένοι με τα απαραίτητα διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα και θεώρηση εισόδου όπου απαιτείται. Στις αεροπορικές εταιρίες που παραβαίνουν τις παραπάνω υποχρεώσεις επιβάλλεται, με απόφαση αερολιμενάρχη, χρηματικό πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο. Στις ναυτιλιακές εταιρείες καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Σε περίπτωση υποτροπής εντός του ιδίου ημερολογιακού έτους, τα ανωτέρω πρόστιμα μπορεί να προσαυξάνονται στο διπλάσιο και πάντως όχι πέραν του ποσού των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, με απόφαση του κατά περίπτωση αρμοδίου οργάνου». 8. Για τους υπηκόους τρίτων χωρών που επιθυμούν να υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία της παρ. 4 του άρθρου 18 του ν. 3536/2007 δεν απαιτείται προηγούμενη χορήγηση αριθμού φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ.) για την εξαγορά ενσήμων από οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα. 9. Η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 5 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 20 του ν.3536/2007, καταβάλλεται σε μέχρι τέσσερις (4) υπαλλήλους της Διεύθυνσης Μηχανοργάνωσης και Ηλεκτρονικής Επεξεργασίας Στοιχείων του Υπουργείου Εσωτερικών, οι οποίοι ασχολούνται με τη διαχείριση του ενιαίου πληροφοριακού συστήματος που προβλέπεται από το άρθρο 93 του ν.3386/2005 και λειτουργεί στην ανωτέρω Διεύθυνση. Οι ανωτέρω υπάλληλοι ορίζονται με απόφαση του αρμόδιου Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών. 10. α. Το Υπουργείο Εσωτερικών (Διεύθυνση Αλλοδαπών και Μετανάστευσης) ορίζεται ως Υπεύθυνη Αρχή για την εφαρμογή της Απόφασης υπ’ αριθμ. 435/2007/ΕΚ του Συμβουλίου από 25 Ιουνίου 2007, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης υπηκόων τρίτων χωρών για την περίοδο 2007 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και Διαχείριση των Μεταναστευτικών Ροών». β. Το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Διεύθυνση Κοινωνικής Αντίληψης και Αλληλεγγύης) ορίζεται ως Υπεύθυνη Αρχή για την εφαρμογή της Απόφασης υπ’ αριθμ. 573/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου από 23 Μαΐου 2007, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και Διαχείριση των Μεταναστευτικών Ροών». γ. Το Υπουργείο Εσωτερικών (Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας) σε συνεργασία με εκπροσώπους των Υπουργείων Εξωτερικών (Διεύθυνση Δικαιοσύνης / Εσωτερικών Υποθέσεων και Schengen και Διεύθυνση Μηχανογράφησης Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής) και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής (Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Συνόρων και Διεύθυνση Οικονομικών) ορίζεται ως Υπεύθυνη Αρχή για την εφαρμογή της Απόφασης υπ’ αριθμ. 574/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου από 23 Μαΐου 2007, για τη σύσταση του Ταμείου Εξωτερικών Συνόρων για την περίοδο 2007 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και Διαχείριση των Μεταναστευτικών Ροών». δ. Το Υπουργείο Εσωτερικών (Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας) ορίζεται ως η Υπεύθυνη Αρχή για την εφαρμογή της Απόφασης υπ’ αριθμ. 575/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου από 23 Μαΐου 2007, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επιστροφής για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και Διαχείριση των Μεταναστευτικών Ροών». ε. Το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών /Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (41η Διεύθυνση Δημοσιονομικών Σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους Διεθνείς Οργανισμούς – Τμήμα Β΄) ορίζεται Αρχή Πιστοποίησης και των τεσσάρων Ταμείων. στ. Tο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών / Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (41η Διεύθυνση Δημοσιονομικών Σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους Διεθνείς Οργανισμούς – Τμήμα Γ΄) είναι η Αρχή Ελέγχου και των τεσσάρων Ταμείων. ζ. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, καθορίζονται τα ειδικότερα θέματα εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού σχετικά με την οργάνωση και λειτουργία των ανωτέρω Αρχών Διαχείρισης και Ελέγχου, τη συνεργασία μεταξύ των συναρμόδιων Υπουργείων, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Άρθρο 29 Καταργούμενες διατάξεις 1. Από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο αυτού. 2. Το π.δ. 401/1995 (226 Α΄) καταργείται.
Άρθρο 30 Έναρξη ισχύος Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Kυβερνήσεως, εκτός αν από τις διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά.
Αθήνα, 18 Οκτωβρίου 2007
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ Π. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Β. ΜΑΓΓΙΝΑΣ
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ
* * *
Αιτιολογική Έκθεση στο σχέδιο νόμου: Ρυθμίσεις θεμάτων Ανεξάρτητων Αρχών, Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης και λοιπών ζητημάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών.
Ι. Γενικό μέρος: Με αυτό το σχέδιο νόμου προωθείται μία σειρά ρυθμίσεων, ιδίως για την ενίσχυση των Ανεξάρτητων Αρχών και των ελεγκτικών μηχανισμών, προκειμένου να μπορέσουν να ασκήσουν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα τα καθήκοντά τους. Οι ρυθμίσεις αυτές προωθούνται σε συνεννόηση με τους ανωτέρω φορείς, στο πλαίσιο της κοινής προσπάθειας που βρίσκεται σε εξέλιξη για την εμπέδωση της διαφάνειας και την εντατικοποίηση και εμβάθυνση των κάθε είδους ελέγχων. Περαιτέρω αντιμετωπίζονται λειτουργικά και υπηρεσιακά ζητήματα, κυρίως άμεσης προτεραιότητας, της Δημόσιας και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, καθώς και ειδικότερα θέματα Τοπικής Αυτοδιοίκησης και μεταναστευτικής πολιτικής, προς την κατεύθυνση της διόρθωσης αδικιών, της προώθησης της κινητικότητας στον χώρο της Διοίκησης, της επίλυσης εκκρεμοτήτων που συνάπτονται ιδίως με την εξελισσόμενη εξυγίανση των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων με παράλληλη μέριμνα για το δικαίωμα εργασίας των απασχολούμενων σε αυτές, αλλά και της έγκαιρης συμμόρφωσης προς ευρωπαϊκές και διεθνείς υποχρεώσεις της Χώρας.
ΙΙ. Κατ’ άρθρον ανάλυση: Το σχέδιο νόμου αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια και τριάντα άρθρα. Στο Κεφάλαιο Α΄ ρυθμίζονται θέματα Ανεξάρτητων Αρχών και Ελεγκτικών Μηχανισμών, το Κεφάλαιο Β΄ αναφέρεται σε θέματα μετατάξεων, στο Κεφάλαιο Γ΄ ρυθμίζονται ειδικά θέματα Δημόσιας Διοίκησης, ενώ το Κεφάλαιο Δ΄ περιλαμβάνει ζητήματα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, Τοπικής Αυτοδιοίκησης και μεταναστευτικής πολιτικής. Πιο συγκεκριμένα τα άρθρα που περιλαμβάνονται στα παραπάνω κεφάλαια αναλύονται ως εξής:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ Άρθρο 1 Ευθύνη μελών Ανεξάρτητων Αρχών Η έκφραση γνώμης, η ψήφος και εν γένει οι πράξεις των μελών των ανεξάρτητων αρχών που προβλέπονται από το Σύνταγμα, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, είναι ίσως η πιο ουσιώδης πτυχή της άσκησης των αρμοδιοτήτων τους. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να προστατεύονται, ώστε τα μέλη των ανεξάρτητων αυτών αρχών να ασκούν τις αρμοδιότητές τους κατά συνείδηση. Η προστασία αυτή υπάρχει σήμερα για τα μέλη κάποιων μόνο ανεξάρτητων αρχών, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 εδ. β του ν. 3094/2003, ενώ δεν υπάρχει για άλλες ανεξάρτητες αρχές. Με την προτεινόμενη ρύθμιση εισάγεται ενιαία ρύθμιση για τα μέλη όλων των συνταγματικά προβλεπόμενων ανεξάρτητων αρχών.
Άρθρο 2 Ρυθμίσεις σε θέματα ΑΣΕΠ Στο πλαίσιο της ενίσχυσης των αρμοδιοτήτων του ΑΣΕΠ που προωθείται, με σειρά διατάξεων, προβλέπεται η συμμετοχή μελών του ΑΣΕΠ στις επιτροπές διεξαγωγής των διαδικασιών επιλογής υποψηφίων σε διαφόρους φορείς του Δημοσίου κυρίως τομέα, καθώς και στη διαδικασία της συνέντευξης του ν. 3320/2005. Η συμμετοχή όμως αυτή ενέχει απασχόληση των εν ενεργεία μελών του ΑΣΕΠ εκτός των κύριων καθηκόντων τους για σημαντικό χρονικό διάστημα, το οποίο εξαρτάται από τον αριθμό των υποψηφίων κάθε προκήρυξης, οι οποίοι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανέρχονται σε εκατοντάδες, γεγονός που έχει ως αναγκαίο αποτέλεσμα μεγάλες καθυστερήσεις στον έλεγχο των καταρτιζόμενων από το ΑΣΕΠ ή τους φορείς πινάκων κατατάξεως, διοριστέων και απορριπτέων υποψηφίων και, ακολούθως, σημαντική καθυστέρηση στις προσλήψεις του αναγκαιούντος προσωπικού προς κάλυψη υφιστάμενων ή δημιουργουμένων κενών θέσεων των φορέων. Για τον λόγο αυτόν είναι απαραίτητο να προβλεφθεί, με τις διατάξεις του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου, ότι, όπου στις κείμενες διατάξεις ορίζεται η συμμετοχή μελών του ΑΣΕΠ στις προναφερόμενες διαδικασίες, νοείται και η συμμετοχή πρώην ή ακόμη και μη πρώην μελών αυτού, προσεκτικώς επιλεγμένων, τα οποία ορίζονται από τον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ. Να σημειωθεί ότι σε ορισμένες ισχύουσες ήδη διατάξεις προβλέπεται ρητώς η συμμετοχή πρώην μελών του ΑΣΕΠ. Επισημαίνεται ότι η επιλογή των ήδη αποχωρησάντων μελών είχε πραγματοποιηθεί από την Ολομέλεια του ΑΣΕΠ μεταξύ πρώην ανώτατων δικαστικών λειτουργών, καθηγητών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ή ανώτατων διοικητικών υπαλλήλων, με αμιγώς αξιοκρατικά κριτήρια και, μετά τη θέση σε ισχύ του ν. 3051/2002, από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής. Οι συμμετέχοντες, που δεν υπήρξαν μέλη του ΑΣΕΠ, μεταξύ των οποίων είναι δυνατόν να περιλαμβάνονται μέλη ή πρώην μέλη του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού των ΑΕΙ και των ΤΕΙ, καθώς και ανώτατοι ή ανώτεροι κρατικοί λειτουργοί, εν ενεργεία ή συνταξιούχοι, επιλέγονται κατά τον ίδιο τρόπο και πρέπει να είναι εγνωσμένου κύρους και επιστημονικής κατάρτισης ή επαγγελματικής εμπειρίας σε τομείς που έχουν σχέση με το αντικείμενο των προκηρυσσόμενων θέσεων.
Άρθρο 3 Ρυθμίσεις θεμάτων Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης 1. Με τη διάταξη της παρ. 1 ρυθμίζονται θέματα συγκρότησης του υπηρεσιακού συμβουλίου για το κάθε είδους προσωπικό που υπηρετεί στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης. 2. Με την παρ. 2 επαναδιατυπώνονται και αποσαφηνίζονται οι πολεοδομικές υπηρεσίες, οι προϊστάμενοι των οποίων είναι υπόχρεοι δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, προκειμένου να διενεργηθεί ο προβλεπόμενος έλεγχος από τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης κατά τις διατάξεις του ν.3491/2006. 3. Με την παρ. 3 επανακαθορίζονται οι προϋποθέσεις και o τρόπος τοποθέτησης προϊσταμένου της συσταθείσας με τον ν. 3491/2006 Διεύθυνσης Επεξεργασίας Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης του Γραφείου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, με την παροχή της δυνατότητας αυτής και σε υποψήφιους που είναι αποσπασμένοι σ’ αυτό. 4. Με την προτεινόμενη διάταξη δίδεται στους Ειδικούς Επιθεωρητές που υπηρετούν με απόσπαση στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης η δυνατότητα ακώλυτης εξέλιξης στη Δημόσια Διοίκηση, με βάση τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα τους. Συγκεκριμένα, προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 1 παρ. 10 του ν. 3074/2002, όπως προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 26 του ν. 3200/2003, ώστε η υπηρεσία των εν λόγω υπαλλήλων να λογίζεται ως υπηρεσία Προϊσταμένου Διεύθυνσης, εφόσον ο αποσπασμένος υπάλληλος φέρει τον Α΄ βαθμό, άλλως από την ημερομηνία προαγωγής του στο βαθμό αυτό, σε άλλη δε περίπτωση ως υπηρεσία Προϊσταμένου Τμήματος. Η αντικαθιστώμενη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 10 του ν. 3074/2002 στερεί από τους Ειδικούς Επιθεωρητές που αποσπώνται στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης τη δυνατότητα υπηρεσιακής εξέλιξης, αφού αποκλείονται από την υποβολή υποψηφιότητας για θέση Γενικού Διευθυντή, παρ’ ότι διαθέτουν αυξημένα τυπικά προσόντα και, ως εκ της θέσεώς τους, γνώση και εμπειρία της λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης. 5. Με την παρ. 5 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου επαναδιατυπώνεται η περίπτωση δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ιδρυτικού νόμου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης (ν. 3074/2002), όπως έχει τροποποιήθηκε και ισχύει. Συγκεκριμένα επαναδιατυπώνεται η ελεγκτική και πειθαρχική δικαιοδοσία του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, προκειμένου να του δοθεί δυνατότητα να ασκεί ένσταση και κατά πειθαρχικών αποφάσεων οργάνων του δημόσιου τομέα σε ειδικές περιπτώσεις που δεν προβλέπονται ένδικα μέσα. Με την προτεινόμενη ρύθμιση ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης δύναται πλέον να ασκεί ένσταση κατά όλων των αποφάσεων των πειθαρχικών οργάνων των φορέων της περ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.3074/02. Επιπροσθέτως αναγνωρίζεται στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης η δυνατότητα να ασκεί προσφυγή κατά πειθαρχικών αποφάσεων ενώπιον του ΣτΕ ή του Διοικητικού Εφετείου, δυνατότητα που έχει, ως τώρα, δοθεί μόνο στους υπαλλήλους, όργανα ή λειτουργούς του δημόσιου τομέα και όχι στη Διοίκηση. Με τον τρόπο αυτό αποκαθίσταται η ισότητα ως προς την άσκηση ένδικων μέσων.
Άρθρο 4 Ρυθμίσεις για το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης 1. Με την διάταξη της παρ. 1 του παρόντος, με την οποία συμπληρώνεται η παρ. 4 του άρθρου 3 του ν.3074/2002, επιδιώκεται η δημιουργία ενός μικρού πυρήνα πεπειραμένων Επιθεωρητών – Ελεγκτών, των οποίων η απόσπαση δεν θα υπόκειται σε ανανέωση ανά τριετία, ώστε να διασφαλισθεί η συνέχεια του ελεγκτικού έργου και η βελτίωση της εσωτερικής λειτουργίας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. 2. Με τις διατάξεις των παρ. 2, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 4 του σχεδίου νόμου ενισχύονται οι αρμοδιότητες του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., υποστηρίζονται περαιτέρω τα μέλη του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, συστήνεται τριμελής επιτροπή για την έγκριση των εκθέσεων Επιθεώρησης- Ελέγχου, με σκοπό την ορθολογικότερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία του Σώματος στο πλαίσιο της διαφάνειας και της αντικειμενικότητας της δράσης του. Επίσης αντιμετωπίζονται επιμέρους λειτουργικά και διαδικαστικά ζητήματα. 3. Με την διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 4 του σχεδίου νόμου επιδιώκεται η επιτάχυνση και απλούστευση της διαδικασίας άρσης του τραπεζικού, χρηματιστηριακού και φορολογικού απορρήτου, η οποία καθίσταται συχνά αναγκαία στο πλαίσιο των διενεργούμενων από το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ελέγχων, επιθεωρήσεων και ερευνών. 4. Με την παρ. 8 του άρθρου 4 του παρόντος καλύπτονται νομικά, κατά την άσκηση του έργου τους, και οι υπάλληλοι που υπηρετούν σε ελεγκτικά σώματα ή σε άλλους ελεγκτικούς μηχανισμούς του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού. Λόγω του ιδιαίτερου ρόλου τους, οι υπάλληλοι που υπηρετούν ως Επιθεωρητές-Ελεγκτές σε Σώματα Επιθεώρησης και Ελέγχου ή ως υπάλληλοι άλλων ελεγκτικών μηχανισμών χρήζουν νομικής κάλυψης σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης εναντίον τους, δεδομένου ότι η άσκηση και η φύση του έργου τους οδηγεί σε τριβές και περαιτέρω σε μηνύσεις σε βάρος τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΜΕΤΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 5 Μετατάξεις υπαλλήλων των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών Τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) αποτελούν έναν καταξιωμένο θεσμό στη συνείδηση των πολιτών. Η ανάπτυξη των ΚΕΠ βασίσθηκε στις συνδυασμένες δράσεις του ΥΠΕΣΔΔΑ και στο στελεχιακό δυναμικό (συμβασιούχοι μίσθωσης έργου) που υποστήριζε την καθημερινή λειτουργία των ΚΕΠ. Η πρώτη φάση σύστασης –προκήρυξης 1.952 θέσεων μόνιμου προσωπικού κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ στα ΚΕΠ των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού, έχει ήδη ολοκληρωθεί με την ανάρτηση των προσωρινών πινάκων διοριστέων από το ΑΣΕΠ της προκήρυξης 7Κ/2006. Στην ανωτέρω προκήρυξη δόθηκε η δυνατότητα στους υποψηφίους να υποβάλουν δήλωση προτίμησης για όλες τις θέσεις της κατηγορίας τους και για όλα τα ΚΕΠ, προκειμένου να αυξηθούν οι πιθανότητες επιτυχίας τους στο διαγωνισμό. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, παρατηρήθηκε ότι στους προσωρινούς πίνακες αποτελεσμάτων του ΑΣΕΠ ικανός αριθμός συμβασιούχων έργου καταλαμβάνει μόνιμες θέσεις σε ΚΕΠ άλλο από εκείνο στο οποίο παρέχει τις υπηρεσίες του. Συγκεκριμένα, μετακινούνται από το ΚΕΠ εργασίας τους 309 υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ, 91 υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ και 127 υπάλληλοι κατηγορίας ΔΕ (σύνολο: 527). Η τοποθέτηση των επιτυχόντων του διαγωνισμού σε ΚΕΠ άλλο από αυτό στο οποίο απασχολούνται, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα δημιουργήσει μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα, καθόσον οι περισσότεροι από αυτούς έχουν οικογένειες και ανήλικα τέκνα. Με την προτεινόμενη ρύθμιση συμπληρώνεται η διάταξη του άρθρου 16 του ν.3448/2006, σύμφωνα με την οποία, οι μόνιμοι υπάλληλοι των κατηγοριών ΠΕ , ΤΕ και ΔΕ του κλάδου «Διεκπεραίωσης Υποθέσεων Πολιτών» που θα στελεχώσουν τα ΚΕΠ, υποχρεούνται να παραμείνουν στο ΚΕΠ τοποθέτησής τους για μία πενταετία, πριν από την πάροδο της οποίας, επιτρέπεται μόνο η διενέργεια εκούσιων /αμοιβαίων μετατάξεων – μεταφορών ή αμοιβαίων αποσπάσεων των υπαλλήλων των ΚΕΠ, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Επομένως, η ως άνω ρύθμιση μπορεί να τύχει εφαρμογής μόνο σε περίπτωση που δύο διοριστέοι ιδίας κατηγορίας, σε διαφορετικά ΚΕΠ , επιθυμούν αμοιβαία μετάταξη/ μεταφορά, γεγονός το οποίο κρίνεται ότι είναι σπάνιο. Με την παρούσα ρύθμιση, επιλύεται το πρόβλημα αυτό αφού προβλέπεται ότι η μετάταξη –μεταφορά γίνεται με την ίδια σχέση εργασίας, με μεταφορά της θέσης που κατέχει ο μετατασσόμενος και επιτρέπεται να γίνεται και για υπαλλήλους οι οποίοι ανήκουν σε διαφορετική κατηγορία. Επιπλέον ορίζεται ότι η μετάταξη – μεταφορά γίνεται κατ’ εξαίρεση των κειμένων διατάξεων, ύστερα από αίτηση των ενδιαφερόμενων, αλλά χωρίς γνώμη των υπηρεσιακών συμβουλίων, προκειμένου οι μετατάξεις αυτές να ολοκληρωθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Άρθρο 6 Μετατάξεις κατ’ εφαρμογή του Υ.Κ. Με το άρθρο 71 παρ. 1 του Υ.Κ. (ν.3528/2007) προβλέφθηκε, για πρώτη φορά σε πάγια βάση και με διαδικασίες δημοσιότητας και διαφάνειας, η δυνατότητα μετάταξης υπαλλήλων από φορέα σε φορέα υπαγόμενους στον Υ.Κ. Με την προτεινόμενη διάταξη διευρύνεται ο κύκλος των υπαλλήλων που μπορεί να μετέχουν στην κάλυψη θέσεων με μετάταξη, ώστε να παρασχεθεί μεγαλύτερη δυνατότητα στελέχωσης υπηρεσιών με εξειδικευμένο προσωπικό, ενόψει ιδίως και των αναγκών που θα ανακύψουν στο πλαίσιο του Δ΄ ΚΠΣ, αλλά και σε εναρμόνιση με τις κατευθύνσεις τόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όσο και του ΟΟΣΑ για διεύρυνση της κινητικότητας του προσωπικού.
Άρθρο 7 Μετατάξεις υπαλλήλων (κλάδου) Τηλεφωνητών Με την προωθούμενη διάταξη παρέχονται η δυνατότητα στους υπαλλήλους του κλάδου ΔΕ Τηλεφωνητών (τυφλών) του Δημοσίου κλπ., οι οποίοι κατέχουν ή αποκτούν τίτλο ανώτερης κατηγορίας να μετατάσσονται σε θέση κατηγορίας αντίστοιχης των προσόντων τους και, αν δεν υπάρχει κενή θέση, σε συνιστώμενη προσωποπαγή. Η κατηγορία αυτή των υπαλλήλων, που, παρά το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, έχουν το κουράγιο να προσπαθούν να βελτιώσουν το επίπεδό τους αξίζουν τη στήριξη και την επιβράβευση της υπηρεσίας. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το δικαίωμα που τους παρέχεται, με την προωθούμενη διάταξη του άρθρου 7 του σχεδίου νόμου, να μετατάσσεται σε προσωποπαγή θέση, έτσι ώστε η μη ύπαρξη κενής θέσης να μην αποτελεί εμπόδιο στη βελτίωση της υπηρεσιακής τους κατάστασης και βεβαίως της μισθολογικής τους εξέλιξης, χωρίς μάλιστα η μετάταξη αυτή να συνεπάγεται αλλαγή των καθηκόντων που ασκούν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Άρθρο 8 Ρυθμίσεις για Παραμεθόριες περιοχές Με το άρθρο 8 του σχεδίου νόμου επιδιώκεται ο εξορθολογισμός και η συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου που καθορίζει τις παραμεθόριες περιοχές της Χώρας όσον αφορά σε κίνητρα που παρέχονται σε υπαλλήλους των υπηρεσιών των περιοχών αυτών. Με τις διατάξεις του άρθρου 42 του ν.3536/2007 εντάχθηκε ο Νομός Πέλλας στις περιοχές που θεωρούνται παραμεθόριες για τις μετατάξεις, σύμφωνα με την παρ. 22 του άρθρου 9 του ν.2266/1994, για τις μεταθέσεις και για τη μοριοδότηση των δημοτών και μονίμων κατοίκων αυτής σε διαδικασίες πρόσληψης /διορισμού σε υπηρεσίες των περιοχών αυτών, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 17 του ν.2190/1994, όπως ισχύει. Με την προτεινόμενη διάταξη προτείνεται να ενταχθούν στις ανωτέρω ευνοϊκές διατάξεις και οι Νομοί Σερρών και Δράμας, οι οποίοι, λόγω της γεωγραφικής θέσης τους, παρουσιάζουν κοινές ιδιαιτερότητες με τις ήδη χαρακτηρισμένες ως παραμεθόριες περιοχές.
Άρθρο 9 Κατάργηση θέσεων του Προγράμματος «ΑΣTΕΡΙΑΣ» Με την παρ. 15 του άρθρου 31 του ν. 3013/2002 συστήθηκαν 96 θέσεις προσωπικού, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, για τις ανάγκες του Προγράμματος «Αστερίας», σε όλους τους εμπλεκόμενους Δήμους των Νόμων Λέσβου, Σάμου, Χίου, Κυκλάδων και Δωδεκανήσου. Η διάρκεια των συμβάσεων εργασίας ήταν τριετής, με δυνατότητα ανανέωσης, ανάλογα με την πορεία του προγράμματος για ίσο κάθε φορά χρονικό διάστημα. Το πρόγραμμα αυτό καταρτίσθηκε και χρηματοδοτείτο από το (τότε) Υπουργείο Αιγαίου. Το προσωπικό αυτό στελέχωσε τα Γραφεία Εξυπηρέτησης του Πολίτη (ένα Γραφείο σε κάθε Δήμο του Αιγαίου Πελάγους). Ο ρόλος τους ήταν η παροχή διοικητικής πληροφόρησης στους κατοίκους των νησιών. Με τη λειτουργία όμως των Κέντρων Εξυπηρέτησης των Πολιτών (Κ.Ε.Π.) τόσο τα θέματα διοικητικής πληροφόρησης, όσο και η διεκπεραίωση των αιτημάτων των πολιτών, πραγματοποιούνται από τα εν λόγω Κέντρα. Επομένως, το Πρόγραμμα «Αστερίας», μετά την έναρξη λειτουργίας των ΚΕΠ, έπαψε να έχει αντικείμενο και οι θέσεις που είχαν συσταθεί, εφόσον καλύπτονταν, επιβάρυναν τους προϋπολογισμούς των οικείων ΟΤΑ. Επειδή ωστόσο, οι λόγοι για τους οποίους συστήθηκαν οι εν λόγω θέσεις, εξέλειπαν, προωθείται η παρούσα ρύθμιση για την κατάργηση των θέσεων αυτών, εφόσον είναι κενές ή όταν καθ’ οιονδήποτε τρόπο κενωθούν. Τέλος, να σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο μέρος των απασχοληθέντων στο Πρόγραμμα «Αστερίας» κατέλαβε μόνιμες θέσεις στα ΚΕΠ, σύμφωνα με την προκήρυξη 7Κ/2006 του ΑΣΕΠ ή κατέλαβε θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του π.δ 164/2004.
Άρθρο 10 Μισθώσεις για τη στέγαση των ΚΕΠ Με την προτεινόμενη διάταξη παρέχεται η δυνατότητα παράτασης της μίσθωσης ακινήτων που ανήκουν σε τρίτους από τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, τους Δήμους και τις Κοινότητες, προκειμένου να στεγασθούν Κ.Ε.Π. Με την ίδια διάταξη καθορίζονται οι προϋποθέσεις της παράτασης, η χρονική διάρκειά της, καθώς και η αναπροσαρμογή του μισθώματος. Με την παράταση της μίσθωσης αποφεύγεται η άμεση μετεγκατάσταση της στεγαζόμενης υπηρεσίας και διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία των ΚΕΠ, δεδομένου ότι η θέση τους, όπως έχει αποδειχθεί από την ως τώρα λειτουργία τους, είναι βαρύνουσας σημασίας, αφού συνδέεται άρρηκτα με την αναγνωρισιμότητα, τη δημοσιότητα, την προσβασιμότητα και, τελικά, την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών.
Άρθρο 11 Τροποποίηση διατάξεων των ν. 3320/2005 και 3448/2006 1. Με τις ρυθμίσεις των παρ. 1 και 2 του παρόντος διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής του ν. 3448/2005 για την περαιτέρω χρήση της δημόσιας πληροφορίας και ενισχύεται περαιτέρω η διαφάνεια και η δημοσιότητα. 2. Με τις ρυθμίσεις της παρ. 3 του άρθρου 11 του σχεδίου νόμου παρατείνονται οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3320/2005, προκειμένου να συμμετέχουν οι υποψήφιοι σε περισσότερες διαδικασίες διορισμού ή πρόσληψης και να απορροφηθεί, με τον τρόπο αυτόν, μεγαλύτερος αριθμός δικαιούχων της μοριοδότησης του 50% από το σύστημα προσλήψεων, ιδίως σε αντιμετώπιση της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε στην έκδοση των σχετικών προκηρύξεων.
Άρθρο 12 Απλούστευση διαδικασιών Όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι κατά κανόνα ο φορέας της νομοθετικής εξουσιοδότησης. Με τις διατάξεις της παρ. 2 του ίδιου άρθρου, παρέχεται η δυνατότητα άσκησης κανονιστικής αρμοδιότητας και από άλλα όργανα της Διοίκησης, όπως για παράδειγμα Υπουργούς, Γενικούς Γραμματείς κ.ά., όταν πρόκειται για τη ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων ή θεμάτων με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό. Παρά το γεγονός ότι το Σύνταγμα παρέχει τη δυνατότητα αυτή, της άσκησης δηλαδή κανονιστικής αρμοδιότητας και από άλλα όργανα της Διοίκησης, όταν πρόκειται να ρυθμισθούν τεχνικού ή λεπτομερειακού ή τοπικού χαρακτήρα θέματα, ο νομοθέτης δεν κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας παρέχοντας τις περισσότερες φορές εξουσιοδότηση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τη ρύθμιση αυτών των θεμάτων. Η πρακτική αυτή έχει αρνητικές συνέπειες, δεδομένου ότι καθυστερεί την έκδοση της σχετικής κανονιστικής πράξης, λόγω της ακολουθούμενης διαδικασίας (κατάρτιση, υπογραφή, επεξεργασία από το Συμβούλιο της Επικρατείας, προσαρμογή στις παρατηρήσεις του ΣτΕ κ.λπ.) και, συγχρόνως, επιβαρύνει το ΣτΕ με πληθώρα σχεδίων διαταγμάτων, τα οποία δεν έχουν ευρύτερη σημασία. Με βάση τα δεδομένα αυτά και με σκοπό την επίσπευση του διοικητικού έργου και την ταχύτερη ρύθμιση ορισμένων λεπτομερειακού και γενικότερα μη ευρύτερης σημασίας θεμάτων, προτείνεται η προώθηση της διάταξης αυτής με την οποία θα παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εσωτερικών και στους κατά περίπτωση αρμόδιους Υπουργούς να τροποποιούν κείμενες εξουσιοδοτικές διατάξεις, ώστε αντί της έκδοσης κανονιστικού διατάγματος να προβλέπεται η έκδοση κανονιστικής πράξης (π.χ. υπουργικής απόφασης) από άλλο όργανο της Διοίκησης (π.χ. Υπουργό), όταν πρόκειται για ρύθμιση ειδικότερου θέματος ή θέματος με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό.
Άρθρο 13 Ρυθμίσεις για την Κεντρική Επιτροπή Απλούστευσης Διαδικασιών Η προωθούμενη διάταξη αποσκοπεί στην αποδοτικότερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία της Κεντρικής Επιτροπής Απλούστευσης Διαδικασιών (ΚΕΑΔ), με τη διεύρυνση των μελών της, αντίστοιχα, από έναν εκπρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (Ε.Β.Ε.Α.) και του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.). Ειδικότερα, η προώθηση της ρύθμισης αυτής προκύπτει αφενός από την ανάγκη πληρέστερης και σφαιρικότερης αντιμετώπισης του αντικειμένου της ΚΕΑΔ, το οποίο συνίσταται στην απλούστευση περίπλοκων και πολύπλοκων νομοθετικών διαδικασιών που αποτελούν σοβαρό ανασταλτικό παράγοντα της αποτελεσματικότητας της Δημόσιας Διοίκησης προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, με περαιτέρω συνέπεια την ταλαιπωρία των πολιτών, τον κλονισμό της εμπιστοσύνης τους προς το Κράτος, καθώς και την καθυστέρηση της ανάπτυξης της επιχειρηματικής δραστηριότητας και, κατ’ επέκταση, της οικονομίας της Χώρας. Η διεύρυνση της σύνθεσης της Επιτροπής επιβάλλεται, άλλωστε, και από τον τρόπο λειτουργίας της, που βασίζεται στην κοινωνική διαβούλευση, της οποίας αντιπροσωπευτικούς εκπροσώπους για το συγκεκριμένο αντικείμενο θεωρούμε και το ΕΒΕΑ και τον ΣΕΒ. Εξάλλου, από τη συνεργασία μας με διεθνείς Οργανισμούς (π.χ. ΟΟΣΑ) προκύπτει ότι σε αντίστοιχες με την ΚΕΑΔ επιτροπές που λειτουργούν σε κράτη – μέλη αυξάνεται διαρκώς η συμμετοχή κοινωνικών εταίρων λόγω της εμπειρίας τους και των γνώσεών τους από τον ιδιωτικό τομέα που εκπροσωπούν.
Άρθρο 14 Ρύθμιση λειτουργικών θεμάτων του Πολιτικού Γραφείου Πρωθυπουργού, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης και Υπουργείου Εσωτερικών 1. Με τις παρ. 1, 2 και 3 αυτού του άρθρου επιδιώκεται η ρύθμιση θεμάτων οργάνωσης και λειτουργίας του Πολιτικού Γραφείου Πρωθυπουργού και της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης. Σκοπός των ανωτέρω ρυθμίσεων είναι η ενδυνάμωση της συντονιστικής λειτουργίας του Πολιτικού Γραφείου Πρωθυπουργού και της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης και η επίτευξη ευελιξίας μέσω της πρόβλεψης δυνατότητας αποσπάσεων, μετατάξεων και μετακινήσεων του προσωπικού των υπηρεσιών αυτών. 2. Με την παρ. 4 το άρθρο 14 του σχεδίου νόμου συστήνονται 45 θέσεις μόνιμου προσωπικού διαφόρων κλάδων στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών. Η σύσταση των θέσεων αυτών είναι απολύτως απαραίτητη, δεδομένου ότι αυξήθηκαν σημαντικά οι αρμοδιότητες της υπηρεσίας αυτής λόγω της λειτουργίας του β΄ βαθμού Πειθαρχικού Συμβουλίου, καθώς και του Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου, ιδιαίτερα με τη γραμματειακή εξυπηρέτηση των δύο αυτών οργάνων. Επίσης η στέγαση των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης επεκτάθηκε σε διάφορα κτίρια, με αποτέλεσμα οι ανάγκες καθαριότητας, η διακίνηση της αλληλογραφίας, καθώς, βέβαια, και οι ανάγκες εισόδου στα κτίρια που στεγάζονται οι υπηρεσίες να έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σημειώνεται ότι οι ανάγκες καθαριότητας των κτιρίων δεν θα καλυφθούν με πρόσληψη προσωπικού καθαριότητας, αλλά με ανάθεση σε συνεργείο καθαρισμού γραφείων κατόπιν σχετικού μειοδοτικού διαγωνισμού. Ωστόσο, η δαπάνη για τον ανάδοχο συνδέεται με τον αριθμό κενών θέσεων προσωπικού καθαριότητας. Αναφορικά με τις θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού, αυτές είναι αναγκαίες ενόψει των νέων υποχρεώσεων που προκύπτουν για το Υπουργείο Εσωτερικών, ιδίως από την εγκατάσταση και λειτουργία των υποδομών και δικτύων του Γ΄ Κ.Π.Σ. καθώς και στο πλαίσιο της 4ης Προγραμματικής Περιόδου. 3. Με την παρ. 5 του άρθρου 14 του σχεδίου νόμου διευρύνονται οι κλάδοι στους οποίους μπορεί να ανήκει ο προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών. Η διεύρυνση επικεντρώνεται σε τεχνικούς κλάδους, όπως εκείνοι των πολιτικών μηχανικών, μηχανολόγων –ηλεκτρολόγων, πληροφορικής κλπ. Τούτο διότι στην ανωτέρω Γενική Διεύθυνση υπάγεται τόσο η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών όσο και η Διεύθυνση Οικονομικών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για το συντονισμό λειτουργίας των οποίων είναι εξαιρετικά χρήσιμες οι γνώσεις και η εμπειρία που συνυφαίνονται με τους ανωτέρω κλάδους.
Άρθρο 15 Εφαρμογή των διατάξεων του Υ.Κ. στο προσωπικό της Ε.Υ.Π. Με την παρ. 4 του άρθρου 27 του ν. 2738/1999 «Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στη Δημόσια Διοίκηση, μονιμοποιήσεις συμβασιούχων αορίστου χρόνου και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 180) προστέθηκε παρ. 3 στο άρθρο 10 του ν.1645/1986 «Εθνική Υπηρεσία Πληροφορικής» (ΦΕΚ Α΄ 132) ως εξής: «3. Από τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 2683/1999), εξαιρείται το πολιτικό προσωπικό της Ε.Υ.Π. Με τα προεδρικά διατάγματα της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν.1645/1986 μπορεί να προβλέπεται και η επέκταση εφαρμογής, με τις τυχόν απαιτούμενες προσαρμογές που προσιδιάζουν στην ειδική φύση της δημόσιας αυτής υπηρεσίας, συγκεκριμένων διατάξεων του Υπαλληλικού Κώδικα και στο πολιτικό προσωπικό της ΕΥΠ. Μέχρι την ως άνω επέκταση και προσαρμογή εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν, μέχρι την έναρξη ισχύος του ν.2683/1999». Ο νέος Κώδικας Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., ο οποίος κυρώθηκε με το ν.3528/2007 (ΦΕΚ Α΄ 26) ορίζει στο άρθρο 168 παρ. 3 αυτού, μεταξύ των άλλων, ότι οι ειδικές διατάξεις που ρυθμίζουν θέματα προσωπικού των ανεξάρτητων αρχών του ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α΄ ) και της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ) δεν θίγονται. Προκειμένου, συνεπώς, να επεκταθεί η εφαρμογή στο πολιτικό προσωπικό της ΕΥΠ συγκεκριμένων διατάξεων του νέου Υπαλληλικού Κώδικα, με τις τυχόν απαιτούμενες προσαρμογές που προσιδιάζουν στην ειδική φύση της Υπηρεσίας, απαιτείται αντικατάσταση της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν.1645/1986, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 27 του ν.2738/1999.
Άρθρο 16 Ρυθμίσεις θεμάτων Ε.Κ.Δ.Δ.Α. 1. Η προτεινόμενη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 16 του σχεδίου νόμου αντικαθιστά την παρ.7 του άρθρου 1 του π.δ. 57/2007 και καταργεί την παρ. 3 του άρθρου 33 του ίδιου π.δ., η οποία ουσιαστικά αποτελεί επανάληψη της προηγούμενης. Με την προτεινόμενη διάταξη εξουσιοδοτείται το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, σε συνεργασία με την Α.Δ.Ε.Δ.Υ., να προτείνουν την απαιτούμενη μεθοδολογία και τις αναγκαίες διαδικασίες για την πιστοποίηση εκπαιδευτικών δομών, προγραμμάτων επιμόρφωσης και κατάρτισης, καθώς επίσης γνώσεων και δεξιοτήτων των υπαλλήλων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., καθώς και των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού. Επισημαίνεται ότι η εν λόγω από κοινού πρωτοβουλία του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. με την Α.Δ.Ε.Δ.Υ. γίνεται σε εκτέλεση σχετικής Προγραμματικής Συμφωνίας που έχει υπογραφεί μεταξύ του Υπουργείου Εσωτερικών, του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. και της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και έχει κυρωθεί με τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 3345/2005. Τέλος, η ανάπτυξη και εφαρμογή του συστήματος πιστοποίησης συνδέεται με την προβλεπόμενη μοριοδότηση από τον πρόσφατο Υπαλληλικό Κώδικα των υποψηφίων για επιλογή Προϊσταμένων υπηρεσιών του δημόσιου τομέα. 2. Με την προτεινόμενη διάταξη της παρ. 3 του παρόντος καθιερώνεται υποχρεωτική εκπαίδευση των Προϊσταμένων Διευθύνσεων. Η εν λόγω ρύθμιση εξειδικεύει την επιμόρφωση που παρέχεται στο ανθρώπινο δυναμικό της Δημόσιας Διοίκησης και ταυτόχρονα υποχρεώνει τους Διευθυντές να παρακολουθήσουν επιμορφωτικά προγράμματα με στόχο τη βελτίωση των γνώσεων και δεξιοτήτων τους, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στις ιδιαίτερα υψηλές απαιτήσεις για μια αποτελεσματική και λειτουργική προς όφελος του πολίτη Δημόσια Διοίκηση. Ο καθορισμός του σχετικού προγράμματος σπουδών και η διάρκειά του καθορίζεται με Υπουργική Απόφαση, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. 3. Με την προτεινόμενη διάταξη της παρ. 4 του παρόντος, η παρ. 4 του άρθρου 39 του π.δ. 57/2007 προσαρμόζεται στις απαιτήσεις παροχής της πιστοποιημένης επιμόρφωσης. Για το λόγο αυτόν, προβλέπεται η χορήγηση Βεβαίωσης Πιστοποίησης στους υπαλλήλους, οι οποίοι παρακολουθούν ένα πιστοποιημένο επιμορφωτικό πρόγραμμα και, ταυτόχρονα, ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις για πιστοποίηση των γνώσεων και δεξιοτήτων τους. Σε διαφορετική περίπτωση θα τους χορηγείται απλή βεβαίωση παρακολούθησης, η οποία όμως δεν μπορεί να τεκμηριώσει την μοριοδότηση του υπαλλήλου, σύμφωνα με το ισχύοντα στον Υπαλληλικό Κώδικα, αφού δεν θα αφορά πιστοποιημένη επιμόρφωση. 4. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του π.δ. 57/2007 προβλέπουν τη Συντονιστική Επιτροπή Εκπαίδευσης. Έργο της Επιτροπής αυτής είναι ο συντονισµός του εκπαιδευτικού έργου των φορέων εκπαίδευσης, τόσο της Δηµόσιας Διοίκησης όσο και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Συνεπώς, αποτελεί παράλειψη η μη θεσμική εκπροσώπηση της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (ΕΝΑΕ) και της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.). Με την προτεινόμενη διάταξη της παρ. 5 του παρόντος προβλέπεται η συμμετοχή στη Συντονιστική Επιτροπή Εκπαίδευσης και των εκπροσώπων των ανωτέρω φορέων, έτσι ώστε να υποστηριχθεί ουσιαστικά η αποτελεσματική λειτουργία του ανωτέρω οργάνου.
Άρθρο 17 Θέματα Κοινωνικού Πολύκεντρου της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3.1.1. της από 22.11.2004 Προγραμματικής Συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Εσωτερικών, του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης και της Ανώτατης Διοίκησης Ενώσεων Δημόσιων Υπαλλήλων (Α.Δ.Ε.Δ.Υ.), που κυρώθηκε με το άρθρο 15 του ν. 3345/2005, το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται να προωθήσει τις απαραίτητες διοικητικές ρυθμίσεις προκειμένου να καταστεί δυνατή η εκτέλεση της Προγραμματικής Συμφωνίας. Το Κοινωνικό Πολύκεντρο – Ινστιτούτο της ΑΔΕΔΥ εφαρμόζει, μέσω του προβλεπόμενου Πρωτοκόλλου, κοινές δράσεις. Για τη διοικητική υποστήριξη των εν λόγω δράσεων απαιτείται η εξασφάλιση ειδικευμένων υπαλλήλων. Με την προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 17 του παρόντος ρυθμίζεται το θέμα αυτό, ώστε να καταστεί δυνατή η απρόσκοπτη εφαρμογή της Προγραμματικής Συμφωνίας, στο πλαίσιο των επιδιωκόμενων με αυτήν στόχων.
Άρθρο 18 Ρυθμίσεις θεμάτων Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας 1. Η υπ’ αριθμ. 1881/3.8.1999 απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας, για την έγκριση λειτουργίας του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης (112), από τα δίκτυα του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών της Ελλάδος (Ο.Τ.Ε.) και τις εταιρίες κινητής τηλεφωνίας, παρά το γεγονός ότι είχε κανονιστικό χαρακτήρα, δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αν και απεστάλη προς δημοσίευση στο Εθνικό Τυπογραφείο, όπως προκύπτει από το υπ’ αριθμ. 979/31.3.2000 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Με την προτεινόμενη διάταξη επιδιώκεται και η τυπική νομιμοποίηση του ήδη λειτουργούντος Ενιαίου Ευρωπαϊκού Αριθμού Κλήσης (112), καθώς και της επιστηριζόμενης στην ανωτέρω Κ.Υ.Α. σχετικής σύμβασης με τον Ο.Τ.Ε., η οποία, επίσης, εφαρμόζεται. 2. Με την παρ. 2 του άρθρου 18 του σχεδίου νόμου αντιμετωπίζεται το κενό που υπήρχε ως προς την αρμοδιότητα του οργάνου που λαμβάνει την απόφαση, σε τοπικό επίπεδο, για την οργανωμένη απομάκρυνση των κατοίκων ενός οικισμού ή ενός πολεοδομικού συγκροτήματος Δήμου ή Κοινότητας ή μέρους αυτού, όταν η ζωή τους απειλείται από εξελισσόμενη καταστροφή. Αρμόδιο για τη λήψη της απόφασης απομάκρυνσης είναι η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, ενώ η το έργο της απομάκρυνσης εκτελείται από τους κατά τόπους Νομάρχες, Δημάρχους και Προέδρους Κοινοτήτων, οι οποίοι, σύμφωνα με τον νόμο, έχουν την ευθύνη του συντονισμού του έργου πολιτικής προστασίας στις περιοχές αρμοδιότητάς τους, ανάλογα με την ένταση και την έκταση της επαπειλούμενης καταστροφής. Φυσικά, η ανωτέρω απομάκρυνση και εκκένωση υποστηρίζεται από την Ελληνική Αστυνομία (ν. 2800/2000, Κ.Υ.Α. 12030/Φ109.1/1999). 3. Με την παρ. 3 του άρθρου 18 του σχεδίου νόμου τροποποιούνται οι προϋποθέσεις ένταξης στο Μητρώο Εθελοντικών Οργανώσεων και Εξειδικευμένων Εθελοντών, ιδίως προς την κατεύθυνση της περαιτέρω διασφάλισης της ένταξης σε αυτό εκείνων των νομικών προσώπων, ενώσεων και ομάδων που αποδεδειγμένα μπορούν να συμβάλουν αποτελεσματικά στην υποστήριξη δράσεων πολιτικής προστασίας.
Άρθρο 19 Ρυθμίσεις θεμάτων Συνοριακών Σταθμών Με την προτεινόμενη ρύθμιση ενοποιείται το καθεστώς που διέπει τον συντονισμό, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των δραστηριοτήτων των χερσαίων Συνοριακών Σταθμών από τον Υπουργό Εσωτερικών. Η ίδια ρύθμιση συμπεριλαμβάνει τους χερσαίους Συνοριακούς Σταθμούς Νίκης, Ευζώνων, Δοϊράνης, Προμαχώνα, Ορμενίου, Κήπων, Κακαβιάς και Κρυσταλλοπηγής, τον Συνοριακό Σταθμό Καστανεών Έβρου, καθώς και όσους Συνοριακούς Σταθμούς, οδικούς και σιδηροδρομικούς, έχουν ιδρυθεί πριν από τη θέση σε ισχύ του ν. 2647/1998 (ΦΕΚ Α΄ 237). Με τον τρόπο αυτόν διασφαλίζεται στο εξής για το σύνολο των χερσαίων Συνοριακών Σταθμών της Χώρας, οδικών και σιδηροδρομικών, ενιαία αντιμετώπιση των λειτουργικών τους θεμάτων, γεγονός που συμβάλλει στην καλύτερη διασυνοριακή επικοινωνία και προβολή της Χώρας.
Άρθρο 20 Υπηρεσιακά ζητήματα υπαλλήλων των Περιφερειών Με το άρθρο 20 του σχεδίου νόμου επιδιώκεται να καλυφθεί η ανάγκη ελέγχου των ασθενούντων υπαλλήλων των Περιφερειών, δεδομένου ότι, βάσει της κείμενης νομοθεσίας (άρθρο 60 του ν.1943/1991) δεν προβλέπονται θέσεις ελεγκτών ιατρών στις Περιφέρειες. Για το σκοπό αυτόν συνιστάται μία (1) θέση ελεγκτή ιατρού ανά Περιφέρεια, στην αρμοδιότητα των οποίων θα υπάγεται ο κατ’ οίκον έλεγχος των ασθενούντων υπαλλήλων.
Άρθρο 21 Εθνική Επιτροπή Γεωγραφικών Ονομάτων Σε εφαρμογή της υπ’ αριθμ. 4 Σύστασης της 1ης Συνδιάσκεψης του Ο.Η.Ε. για την τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων (Νέα Υόρκη, 1967) συστήνεται στο Υπουργείο Εξωτερικών Εθνική Επιτροπή Γεωγραφικών Ονομάτων, προκειμένου να δημιουργηθεί το Όργανο για την προώθηση της διαδικασίας συλλογής, επεξεργασίας, μελέτης και τυποποίησης των γεωγραφικών ονομάτων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, στο πλαίσιο των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί σύμφωνα με την ανωτέρω Σύσταση.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ, ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Άρθρο 22 Ευρωπαϊκός Όμιλος Εδαφικής Συνεργασίας Ο Κανονισμός 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον Ευρωπαϊκό Όμιλο Εδαφικής Συνεργασίας (Ε.Ο.Ε.Σ.) προβλέπει τη σύσταση μηχανισμού συνεργασίας των κρατών-μελών της Ε.Ε., με την επωνυμία «Ευρωπαϊκός Όμιλος Εδαφικής Συνεργασίας» (Ε.Ο.Ε.Σ.). Σκοπός του είναι η προαγωγή της διασυνοριακής, διακρατικής ή/και διαπεριφερειακής συνεργασίας μεταξύ των μελών του και η δημιουργία ομίλων συνεργασίας στο κοινοτικό έδαφος, με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής. Ο ανωτέρω Κανονισμός, που, όπως είναι γνωστό, είναι δεσμευτικός για όλα τα μέρη του, ισχύει άμεσα και τίθεται σε εφαρμογή έως την 1η Αυγούστου 2007, με την εξαίρεση του άρθρου 16 αυτού. Στο πλαίσιο της υποχρέωσης συμμόρφωσης της εθνικής νομοθεσίας με το περιεχόμενο και τους στόχους του εν λόγω Κανονισμού και με δεδομένη την ανάγκη εξειδίκευσης ορισμένων από τις βασικές ρυθμίσεις του που αφήνονται στην ευχέρεια του εθνικού νομοθέτη, προτείνεται το άρθρο 22 του σχεδίου νόμου.
Άρθρο 23 Μετακινήσεις τεχνικού προσωπικού Ν.Α. και αποζημίωση υπηρετούντων σε Γραφεία Νομαρχών 1. Με την παρ. 1 του άρθρου 23 του σχεδίου νόμου προβλέπεται ότι για τις μετακινήσεις και την καταβολή αποζημίωσης του προσωπικού των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων πέραν των 120 ημερών κατ’ έτος για την αντιμετώπιση έκτακτων γεγονότων απαιτείται απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, ύστερα από εισήγηση του οικείου Νομάρχη, ώστε να υπάρξει εναρμόνιση προς τα ισχύοντα και για τις λοιπές κατηγορίες εργαζομένων της Ν.Α. 2. Με την παρ. 2 του άρθρου 23 αποσαφηνίζεται, προς άρση των αμφισβητήσεων που είχαν, σε ορισμένες περιπτώσεις, εγερθεί, ότι, στο προσωπικό των Γραφείων των Νομαρχών, τα οποία λειτουργούν σε 12ωρη βάση όλες τις ημέρες του μήνα καταβάλλονται οι υπερωρίες που προβλέπονται στην περίπτωση β΄ της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003, όπως ισχύει.
Άρθρο 24 Ειδικά θέματα καταστατικής θέσης αιρετών και λοιπά λειτουργικά ζητήματα 1. Ο νέος Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006), στο πλαίσιο της αναβάθμισης του αξιώματος των δημάρχων και προέδρων Κοινοτήτων, προέβλεψε, μεταξύ άλλων, και τη χορήγηση οικονομικής αποζημίωσης ανάλογης προς το λειτούργημά τους, αντί των μέχρι τώρα χορηγούμενων εξόδων παράστασης, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις είχαν, μάλλον, συμβολικό χαρακτήρα. Με την προτεινόμενη διάταξη και μέχρι την έκδοση του σχετικού προεδρικού διατάγματος, για τον καθορισμό του ύψους της προμνημονευθείσης αποζημίωσης (άρθρο 139 παραγρ. δ΄), και με το δεδομένο, ότι όσοι εκ των δημάρχων και προέδρων Κοινοτήτων είναι δημόσιοι υπάλληλοι και υπάλληλοι φορέων του δημόσιου τομέα λαμβάνουν, υποχρεωτικώς, ειδική άδεια για όλο το διάστημα της θητείας τους και πρέπει να επιλέξουν, είτε τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης είτε τα έξοδα παράστασης του αξιώματός του παρέχεται δια της προβλεπόμενης αναστολής ισχύος της περ. α΄ της παραγρ. 8 του άρθρου 136 καθώς και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 139 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων δυνατότητα σωρευτικής λήψης, από την ημερομηνία εγκατάστασής τους (1-1-2007) και μέχρι το ανωτέρω χρονικό σημείο, τόσο των αποδοχών της οργανικής τους θέσης, όσο και των εξόδων παράστασης, ενώ, παραλλήλως, για το ίδιο διάστημα, δεν είναι υποχρεωτική η χορήγηση της ειδικής άδειας. Είναι προφανές, ότι η ρύθμιση αυτή αποσκοπεί στην αποφυγή απομείωσης, για το μεσολαβούν χρονικό διάστημα, του εισοδήματος της ανωτέρω κατηγορίας αιρετών οργάνων και στην αποτροπή υποβάθμισης του βιοτικού τους επιπέδου, η οποία θα εξουδετέρωνε τους ανωτέρω σκοπούς, τους οποίους υπηρετεί ο νέος Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων. 2. Εξάλλου, με την προσθήκη της παρ. 9 στο άρθρο 139 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων παρέχεται και στα αιρετά όργανα (δήμαρχοι πρόεδροι Κοινοτήτων άνω των 2.000 κατοίκων, αντιδήμαρχοι και πρόεδροι δημοτικών συμβουλίων δήμων, που είναι πρωτεύουσες νομών ή έχουν πληθυσμό άνω των 50.000 κατοίκων κ.λ.π.), που είναι υπάλληλοι του ευρύτερου δημόσιου τομέα (όπως είχε, αρχικά, οριοθετηθεί με το άρθρο 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982) ή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, ειδική άδεια εξήντα εργάσιμων ημερών, προκειμένου να διευκολυνθούν στην άσκηση των καθηκόντων του αιρετού αξιώματός τους. Η χορήγηση της άδειας αυτής υπηρετεί αρχές ανάλογης μεταχείρισης με εκείνη που έχει επιφυλαχθεί, για όλο, όμως, το διάστημα της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου, στους ομόλογούς τους, οι οποίοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι ή υπάλληλοι φορέων του δημόσιου τομέα όπως έχει οριοθετηθεί κατά το χρόνο ανακήρυξής τους ως υποψηφίων. Παρέχεται ακόμη δυνατότητα απόληψης άδειας άνευ, αποδοχών, για την προειρημένη κατηγορία αιρετών. Επίσης, οι Πρόεδροι Κοινοτήτων κάτω των 2.000 κατοίκων, οι αντιδήμαρχοι Δήμων που έχουν πληθυσμό κάτω των πενήντα χιλιάδων κατοίκων, οι πρόεδροι και μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων ΤΕΔΚ, καθώς και οι Πρόεδροι Συνδέσμων, που είναι υπάλληλοι του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 1 παρ. 6 ν. 1256/1982) ή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου εξομοιούνται, από πλευράς χορήγησης ειδικής άδειας με τους κατέχοντες τα προειρημένα αξιώματα και οι οποίοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι ή υπάλληλοι φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός είναι οριοθετημένος κατά το χρόνο ανακήρυξής τους, ως υποψηφίων. 3. Με την παρ. 3 του παρόντος άρθρου αποσαφηνίζεται ότι, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του Αντιδημάρχου, τις αρμοδιότητές του ασκεί ο Δήμαρχος. 4. Με την παρ. 4 του παρόντος παρέχεται η δυνατότητα στις συνεδριάσεις της δημαρχιακής επιτροπής να συζητούνται θέματα και εκτός ημερήσιας διάταξης, τα οποία έχουν χαρακτήρα κατεπείγοντος. Η δυνατότητα αυτή προβλεπόταν και με τον προϊσχύσαντα Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (π.δ. 410/1995). Τέλος, αποσαφηνίζεται και το όργανο που έχει την αρμοδιότητα της κατάρτισης της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεων της δημαρχιακής επιτροπής. 5. Με την παρ. 5 του άρθρου 24 του σχεδίου νόμου προτείνεται η δυνατότητα σύστασης εκτελεστικής επιτροπής στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των Δήμων με πληθυσμό άνω των 100.000 κατοίκων, με απόφαση του Διοικητικού τους Συμβουλίου, η οποία εγκρίνεται από το Δημοτικό Συμβούλιο με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του. Η διάταξη αυτή κρίνεται ότι θα διευκολύνει ουσιαστικά τη διοίκηση των ανωτέρω νομικών προσώπων, καθώς θα υπάρχει ένα ευέλικτο και αποτελεσματικό όργανο, που θα μπορεί να διαχειρίζεται όλα τα τρέχοντα ζητήματα της λειτουργίας και οργάνωσης των ν.π.δ.δ. Είναι αναμφισβήτητο ότι το διοικητικό συμβούλιο των ν.π.δ.δ., το οποίο προς το παρόν ασκεί τις ανωτέρω αρμοδιότητες, είναι ένα όργανο δυσκίνητο, καθώς αποτελείται από πολλά μέλη και δεν μπορεί να συνεδριάζει με την απαιτούμενη συχνότητα. 6. Η προτεινόμενη ρύθμιση κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να υπάρχει ενιαίος φορέας χορήγησης αδειών ίδρυσης και λειτουργίας για τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος και τις κολυμβητικές δεξαμενές εντός των τουριστικών καταλυμάτων και των εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής της Χώρας, όπως ειδικότερα οριοθετούνται στις παρ. 1 και 3 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993. 7. Με την παρ. 7 του παρόντος αφενός δίνεται η δυνατότητα στους ΦΟ.Δ.Σ.Α. να εκτελούν και τις εργασίες συλλογής και μεταφοράς στερεών αποβλήτων, εφόσον γίνει σχετική ανάθεση από ΟΤΑ της Διαχειριστικής τους Ενότητας, αφετέρου, δε ρυθμίζονται θέματα κυρίως νησιωτικών περιοχών όπου Διαχειριστικές Ενότητες είναι μόνο ένα νησί. 8. Επειδή κατά τον έλεγχο των Χ.Ε.Π. έργων που ασκεί το Ελεγκτικό Συνέδριο δημιουργήθηκαν αμφισβητήσεις, για την ισχύ των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 22 του ν.3274/2004 (ΦΕΚ 195 Α’) και τον τρόπο εφαρμογής τους, σχετικά με την κατάτμηση των δημοτικών ή κοινοτικών έργων και τη σύνταξη των αντίστοιχων μελετών, προτείνεται η διάταξη της παρ. 8 του παρόντος, ώστε να αρθούν οι αμφισβητήσεις και να εξασφαλισθεί η εύρυθμη λειτουργία των Ο.Τ.Α. 9. Με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 24 του σχεδίου νόμου επιδιώκεται η θέσπιση ενός σύγχρονου και επιστημονικά ολοκληρωμένου Κανονισμού Λειτουργίας, ο οποίος θα ρυθμίζει τη λειτουργία των δημοτικών και κοινοτικών βιβλιοθηκών της Χώρας, καλύπτοντας, με τον τρόπο αυτόν, ένα σημαντικό κενό στη λειτουργία, αλλά και την ανάπτυξη των ανωτέρω μονάδων. Παράλληλα, διασφαλίζεται ένα πλαίσιο συγκεκριμένων και σαφών αρχών λειτουργίας, η ανάπτυξη στενότερης συνεργασίας και η ανταλλαγή εμπειρίας μεταξύ των βιβλιοθηκών της Χώρας, προς όφελος του δημότη ή κατοίκου αλλά και της επιστημονικής κοινότητας. 10. Με τη διάταξη της παρ. 10 του παρόντος συμπληρώνεται το υφιστάμενο θεσμικό κενό και παρέχεται η δυνατότητα καθορισμού, με κοινή απόφαση, των τεχνικών προδιαγραφών και των ειδικών όρων καταλληλότητας των κτιριακών εγκαταστάσεων στις οποίες στεγάζονται οι παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί των Δήμων και των Κοινοτήτων της Χώρας, οι οποίοι λειτουργούν με τη μορφή ν.π.δ.δ. ή εντάσσονται σε άλλα νομικά πρόσωπα των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ, ώστε να αποτελέσει ένα σύγχρονο και σαφές πλαίσιο για την κατασκευή ή τη μίσθωση των κατάλληλων υποδομών από τους ΟΤΑ για την εξυπηρέτηση της άσκησης των σχετικών αρμοδιοτήτων, όσο και για την αποσαφήνιση και διευκόλυνση των τυχόν ασκούμενων ελέγχων καταλληλότητας. 11. Με την παρ. 11 του άρθρου 24 του σχεδίου νόμου προβλέπεται ότι, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών του, επιτρέπεται η εκ μέρους Δήμων και Κοινοτήτων απευθείας και χωρίς δημοπρασία αγορά ακινήτων που ανήκουν σε επιχειρήσεις στις αυτοί μετέχουν. Η ρύθμιση αυτή διευκολύνει την περιέλευση των ακινήτων των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων στην κυριότητα των οικείων ΟΤΑ, ιδίως στο πλαίσιο της διαδικασίας λύσης και εκκαθάρισης των ανωτέρω επιχειρήσεων, προκειμένου να εξακολουθήσουν αυτά να εξυπηρετούν τους πολίτες των τοπικών κοινωνιών. 12. Η παρ. 12 του σχεδίου νόμου προτείνεται προκειμένου οι Δήμοι, τα ιδρύματά τους και τα νομικά τους πρόσωπα δημοσίου δικαίου που έχουν οργανωμένη νομική υπηρεσία να μπορούν να προσλαμβάνουν και δικηγόρους-νομικούς συμβούλους, ως προς τους οποίους εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 166 του ν. 3584/2007.
Άρθρο 25 Ρυθμίσεις θεμάτων επιχειρήσεων ΟΤΑ πρώτου βαθμού 1. α. Η αρχική πρόβλεψη του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, για τη συγχώνευση, μετατροπή και λύση των υφιστάμενων δημοτικών επιχειρήσεων, προς εναρμόνιση με τις νέες μορφές άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας και τις αντίστοιχες νέες κατηγορίες δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, λήγει την 31-12-2007. Με την προτεινόμενη ρύθμιση παρατείνεται το ανωτέρω χρονικό διάστημα μέχρι 31.12.2008. Τούτο προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα πληρέστερης προετοιμασίας των αναγκαίων οικονομοτεχνικών μελετών, ώστε η μετάβαση στο νέο καθεστώς λειτουργίας των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, καθώς και η μεταφορά του τυχόν πλεονάζοντος προσωπικού, ν’ αντιμετωπισθεί κατά τρόπο οργανωμένο και απόλυτα λειτουργικό. β. Δίδεται, ακόμη, η δυνατότητα υπαγωγής στο άρθρο 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, για την μετατροπή τους στο νέο σχήμα δημοτικών επιχειρήσεων, που προβλέπονται από τον Κώδικα και εκείνων των επιχειρήσεων, οι οποίες εξακολούθησαν να λειτουργούν και μετά τη λήξη του χρόνου διάρκειάς τους όπως αυτός προβλεπόταν στη συστατική τους πράξη. 2. α. Με τις παρ. 3, 7 και 8 του άρθρου 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, παρασχέθηκε η δυνατότητα στο οικείο δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο ν’ αποφασίσει τη μεταφορά στον αντίστοιχο πρωτοβάθμιο Ο.Τ.Α., σε νομικό πρόσωπο αυτού ή σε ανώνυμη εταιρεία του, πλεονάζοντος προσωπικού συγχωνευομένων, μετατρεπομένων ή λυόμενων δημοτικών ή κοινοτικών επιχειρήσεων, στο πλαίσιο των νέων μορφών δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, που οριοθετούνται από τον νέο Κώδικα. Η μεταφορά αφορά προσωπικό επιχειρήσεων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εφόσον τούτο είχε προσληφθεί μέχρι 31-12-2005 και γίνεται με την ίδια σχέση εργασίας (αορίστου χρόνου). β. Με την εισαγόμενη ρύθμιση της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, εφόσον τα ανωτέρω προσωπικό δεν μεταφερθεί, κατά τα προεκτεθέντα, στον οικείο πρωτοβάθμιο Ο.Τ.Α., έχει την ευχέρεια να ζητήσει τη μετάταξή του, με την ίδια σχέση εργασίας, σε οποιαδήποτε υπηρεσία της Περιφέρειας, Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης της Χώρας ή σε νομικό προσωπικό δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα, με εξαίρεση, όσα εκ των τελευταίων, είναι εισηγμένα στο Χρηματιστήριο. Είναι προφανές, ότι με την προεκτεθείσα πρόβλεψη παρέχεται η ευχέρεια αξιοποίησης των γνώσεων και της εμπειρίας του προσωπικού των υφιστάμενων δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, ενώ, παραλλήλως, αποτρέπεται η δημιουργία επαχθών οικονομικών συνεπειών για τους εργαζόμενους αυτούς. Η αίτηση μεταφοράς υποβάλλεται εντός προθεσμίας έξι μηνών, η οποία αρχίζει από τη δημοσίευση της αποφάσεως του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, με την οποία αποφαίνεται αρνητικά για τη μεταφορά στον αντίστοιχο ΟΤΑ. γ. Με την ίδια ρύθμιση αντιμετωπίζονται τα ειδικότερα διαδικαστικά ζητήματα για τη διενέργεια των ανωτέρω μετατάξεων, κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων. δ. Επισημαίνεται, ότι η σχετική αίτηση μεταφοράς, παραδεκτά υποβάλλεται και η σχετική διαδικασία ολοκληρώνεται και στην περίπτωση, ακόμη, που η δημοτική επιχείρηση έχει λυθεί και έχει τυχόν καταβληθεί στους εργαζόμενους, που δεν μεταφέρθηκαν στους αντίστοιχους ΟΤΑ, η σχετική αποζημίωση. Ως εκ τούτου, καθίσταται δυνατή η μεταφορά και υπό τη συνδρομή της ανωτέρω προϋπόθεσης, εφόσον η σχετική αίτηση υποβληθεί, όπως προεκτέθηκε, εντός εξάμηνης προθεσμίας από την έκδοση της αρνητικής απόφασης του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου. Λαμβάνεται, επίσης, μέριμνα για το συμψηφισμό από το φορέα της μεταφοράς της τυχόν καταβληθείσας αποζημίωσης στους εργαζόμενους, από τη λυθείσα δημοτική επιχείρηση στην οποία και απασχολούνταν πριν από τη μεταφορά. 3. Ως γνωστόν, με τις μεταβατικές ρυθμίσεις του ν.3463/2006 για τις δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, ρυθμίζονται ζητήματα, που αφορούν τις υφιστάμενες επιχειρήσεις των Δήμων και των Κοινοτήτων, στο μεταβατικό στάδιο από την έναρξη ισχύος του νέου θεσμικού πλαισίου μέχρι την 31.12.2008. Ειδικότερα, το άρθρο 269 (του ν. 3463/2006) αποβλέπει στην εξυγίανση των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων μέσω της λύσης κι εκκαθάρισής τους καθώς και της προσαρμογής τους στο νέο θεσμικό πλαίσιο. Για την καλύτερη λειτουργία των μεταβατικών αυτών διατάξεων, προτείνονται συμπληρωματικά οι ρυθμίσεις των παρ. 3, 4 και 5 του άρθρου 25 του παρόντος. Παράλληλα, αναδιατυπώνεται η παρ. 8 του άρθρου 269 του ν. 3463/2006, προς την κατεύθυνση της αποφυγής επιπλέον επιβαρύνσεων των επιχειρήσεων ΟΤΑ που προσαρμόζονται στις ρυθμίσεις του ως άνω Κώδικα. 4. Με ειδικές διατάξεις, και ιδίως φορολογικές (άρθρο 115 ν. 2238/1994 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 101 του ίδιου νόμου), προβλέπονται για τους εκκαθαριστές επιχειρήσεων και προσωπικές (αστικές και ποινικές) ευθύνες, ακόμα και για οφειλές που έχουν δημιουργηθεί πριν από τον χρόνο ανάληψης των καθηκόντων τους. Συνεπώς, είναι ορθό η ειδική αυτή κατηγορία εκκαθαριστών των δημοτικών επιχειρήσεων, στους οποίους περιλαμβάνονται και ορκωτοί ελεγκτές, να απαλλαγεί των σχετικών ευθυνών, κατ’ αναλογία με την απαλλαγή που παρέχεται στους εκκαθαριστές άλλων κλάδων επιχειρήσεων, στις οποίες διορίζονται υποχρεωτικά τα ίδια πρόσωπα (βλ. παρ. 14 του άρθρου 12 Α του ν. 400/1970 για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις καθώς και τις σχετικές διατάξεις περί χρηματιστηριακών εταιρειών). Άλλως, υπάρχει ο εύλογος κίνδυνος, εν όψει των δυσβάσταχτων προσωπικών ευθυνών, οι εκκαθαριστές ν’ αρνούνται την αποδοχή του διορισμού τους, έτσι ώστε να κινδυνεύσει το αποτέλεσμα που επεδίωξε ο νομοθέτης με τις διατάξεις των άρθρων 262 και 269 παρ. 1 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, δηλαδή η σύντομη εκκαθάριση των δημοτικών επιχειρήσεων από πρόσωπα εγνωσμένου κύρους, με αυξημένα προσόντα και γνώσεις. Για την αντιμετώπιση του ως άνω ζητήματος προτείνεται η παρ. 5 του παρόντος. 5. Με την παρ. 6 του άρθρου 25 του σχεδίου νόμο αίρεται η τυχόν αμφιβολία, που θα μπορούσε να προκύψει ότι αποτελούν αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρίες ΟΤΑ και εκείνες στις οποίες συμμετέχουν μόνο Τ.Ε.Δ.Κ. αντί των ΟΤΑ α΄ βαθμού. 6. Με την παρ. 7 του παρόντος παρατείνεται η έναρξη ισχύος της υποχρεωτικής τήρησης των λογιστικών βιβλίων Γ΄ κατηγορίας με τη διπλογραφική μέθοδο για την οικονομική διοίκηση και τη διαχείριση της περιουσίας των αστικών εταιριών μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα των ΟΤΑ για την 1.1.2008, προκειμένου να ολοκληρωθεί η αναγκαία προετοιμασία. 7. Με την παρ. 8 του άρθρου 25 του παρόντος επιλύονται προβλήματα που αφορούν τη λειτουργία των αστικών εταιριών μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. 8. Οι ρυθμίσεις της παρ. 9 του άρθρου 25 του παρόντος κρίνονται αναγκαίες ενόψει της στήριξης και παρακολούθησης της λειτουργίας των εν γένει δομών κοινωνικής φροντίδας, ιδίως μετά τη θέση σε ισχύ των άρθρων 252-270 του ν. 3463/2006 (Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων) για τις δημοτικές επιχειρήσεις, αλλά και της διασφάλισης πόρων για τη συνέχισή τους. 9. Με την παρ. 10 του παρόντος προβλέπεται ότι το προσωπικό αμιγούς δημοτικής επιχείρησης ραδιοφωνίας τηλεόρασης, το οποίο έχει τριετή τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία σε αυτήν, μπορεί να μεταφερθεί, ύστερα από αίτησή του και με την ίδια σχέση εργασίας, στον οικείο Δήμο, με απόφαση του Δημάρχου, κατά τρόπο ανάλογο με τον προβλεφθέντα στην παρ. 11 του άρθρου 26 του νόμου 2130/1993.
Άρθρο 26 Οικονομικά και λοιπά ζητήματα ΟΤΑ πρώτου βαθμού 1. α. Με το άρθρο 8 παρ. 14 του ν. 3205/2003 προβλέπεται η χορήγηση, υπό μορφήν επιδόματος, αντισταθμίσματος διαχειριστικών λαθών σε ταμίες διαχειριστές και εκδότες, οι οποίοι, σωρευτικά, πρέπει: i. να κατέχουν οργανική θέση, ii. να διαχειρίζονται αποκλειστικά και κατά πλήρες ωράριο ημερήσιας απασχόλησης χρήματα και iii. το μηνιαίο ποσό της χρηματικής διαχείρισης να είναι ανώτερο των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000 €), σε μετρητά (πλην επιταγών). Από τον προεκτεθέντα περιορισμό διαχείρισης 150.000 € μετρητών, μηνιαίως, κατά την ίδια διάταξη, εξαιρούνται οι ταμίες, διαχειριστές και εκδότες που αποδίδουν ετήσιο λογαριασμό διαχείρισης στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Μετά τη θέσπιση του νέου Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006) και σύμφωνα με τη ρητή πρόβλεψη της παρ. 7 του άρθρου 169 αυτού, οι πρωτοβάθμιοι Ο.Τ.Α. αποδίδουν ετήσιο λογαριασμό διαχείρισης στο Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά τις ειδικότερες προβλέψεις του ίδιου άρθρου. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παρ. 1 του παρόντος και μετά την ανωτέρω ρητή πρόβλεψη του νέου Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων που είχε ως αποτέλεσμα την πρόσκτηση της ιδιότητας του υπολόγου από τους ταμίες, διαχειριστές και ελεγκτές εσόδων – εξόδων που υπηρετούν στις ταμειακές υπηρεσίες των πρωτοβαθμίων Ο.Τ.Α., επιδιώκεται η ίση μεταχείριση τούτων, έναντι των λοιπών δημόσιων υπόλογων. Παράλληλα διατηρούνται οι προϋποθέσεις του ορισμού τους με απόφαση του αρμόδιου οργάνου, που ισοδυναμεί με την κατοχή οργανικής θέσης και ο αποκλειστικός χαρακτήρας της διαχείρισης κατά πλήρες ωράριο απασχόλησης. β. Επίσης με την προτεινόμενη διάταξη αίρονται σχετικοί καταλογισμοί, εφόσον κύριο έρεισμα τούτων υπήρξε η μη απόδοση ετήσιων λογαριασμών από τους πρωτοβάθμιους Ο.Τ.Α. στο Ελεγκτικό Συνέδριο και εντεύθεν η ανυπαρξία της ιδιότητας του υπόλογου των ανωτέρω κατηγοριών υπαλλήλων, γεγονός, που, όπως προεκτέθηκε, μετά τη διάταξη του άρθρου 169 παρ. 7 του νέου Δ.Κ.Κ. έπαυσε να συντρέχει. 2. Η παράταση στην προθεσμία καταβολής της βασικής οφειλής των ληξιπρόθεσμων ή μη οφειλών των δήμων, κοινοτήτων, ν.π.δ.δ. και συνδέσμων αυτών και των αμιγών δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων των ΔΕΥΑ, προς το Ελληνικό Δημόσιο και των υποχρεώσεών τους προς το ΙΚΑ, ΤΥΔΚΥ και ΤΑΔΚΥ, που προβλέπει η παρ. 5 του άρθρου 17 του ν. 3491/2006, καθώς και η παράταση, τόσο της προθεσμίας για υποβολή αίτησης δανειοδότησής τους προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, όσο και οι παρατάσεις των προθεσμιών της παρ. 6 του άρθρου 29 του ν. 3448/2006, προς αποπληρωμή των χρεών των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων από τους υπόχρεους Ο.Τ.Α., που τις είχαν αναλάβει, χωρίς τροποποίηση των καταληκτικών ημερομηνιών, βάσει των οποίων χαρακτηρίζονται οι οφειλές τους ως ληξιπρόθεσμες ή μη, κρίνονται αναγκαίες. Τούτο προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα εφαρμογής υφισταμένων ευνοϊκών νομοθετικών ρυθμίσεων, ώστε να επιτευχθεί η εξυγίανση των οικονομικών και πρωτοβάθμιων Ο.Τ.Α. και των νομικών προσώπων τους στο μέγιστο, δυνατό, βαθμό. 3. Με ρύθμιση της παρ. 3 του παρόντος διασφαλίζεται κατά τρόπο λειτουργικότερο και ταχύτερο η συνομολόγηση δανείων από τους Συνδέσμους των Οργανισμών της Πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκησης, σύμφωνα και με την αρχή της αυτονομίας της δράσεώς τους, εφόσον αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των ανωτέρω Οργανισμών (άρθρο 245 παρ. 1 του ν. 3463/2006). Επισημαίνεται, ότι, ενόψει της αναλογικής πληθυσμιακής εκπροσώπησης, στο Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου, των Ο.Τ.Α. που συμμετέχουν παρέλκει η προηγούμενη σχετική απόφαση των αντίστοιχων δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων. 4. Με την παρ. 4 του άρθρου 26 του σχεδίου νόμου καθιερώνεται η απευθείας παρακράτηση από τον οικείο ΟΤΑ του ποσοστού 30% από τα έσοδα που εισπράττονται από τους αλλοδαπούς που κάνουν αίτηση για τη χορήγηση και ανανέωση των αδειών παραμονής. Μέχρι σήμερα, σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία, οι ΟΤΑ απέδιδαν το σύνολο του εισπραττόμενου ποσού στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και, στη συνέχεια, ανέμεναν, συχνά για ικανό χρονικό διάστημα, την επιστροφή του αναλογούντος σε αυτούς ποσοστού 30%, η οποία γινόταν μέσω της κατάθεσής του σε λογαριασμό που τηρείται στο Ταμείο παρακαταθηκών και Δανείων με τίτλο «Έσοδα από παράβολα αδειών διαμονής υπέρ ΟΤΑ α΄ βαθμού». Με την παρούσα διάταξη απλοποιείται και επιταχύνεται σημαντικά η σχετική διαδικασία: Εφεξής οι ΟΤΑ θα παρακρατούν οι ίδιοι το ποσοστό 30% που τους αναλογεί, αντί να το αποδίδουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Με αυτόν τον τρόπο αφενός μεν απαλλάσσονται οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών από περιττό φόρτο εργασίας αφετέρου δε αποτρέπονται οι καθυστερήσεις στην είσπραξη από τους ΟΤΑ του ποσοστού 30%, με αποτέλεσμα να είναι δυνατός ο καλύτερος οικονομικός προγραμματισμός τους. 5. Με την παρ. 5 του άρθρου 26 του σχεδίου νόμου παρέχεται η δυνατότητα παράτασης της προθεσμίας για την εκπόνηση επιχειρησιακών προγραμμάτων από τους ΟΤΑ πρώτου βαθμού κατά την πρώτη εφαρμογή του θεσμού, προκειμένου να ολοκληρωθεί από αυτούς η αναγκαία προετοιμασία. 6. Με την παρ. 6 του άρθρου 26 παρέχεται η δυνατότητα στους ΟΤΑ πρώτου βαθμού που εφαρμόζουν το Κλαδικό Λογιστικό Σχέδιο, σύμφωνα με τις προβλέψεις του π.δ. 315/1999, σε περίπτωση που δεν υπηρετούν σε αυτούς υπάλληλοι με την απαιτούμενη άδεια λογιστή, καθώς και όταν ο αριθμός των υπηρετούντων είναι ανεπαρκής, να αναθέτουν σε εξωτερικούς συνεργάτες που διαθέτουν τα αντίστοιχα προσόντα ή σε λογιστικά γραφεία που πληρούν τις οικείες προϋποθέσεις, την οργάνωση και υποστήριξη των λογιστικών και οικονομικών υπηρεσιών τους, τη σύνταξη των ετήσιων οικονομικών καταστάσεών τους, καθώς και τη διεξαγωγή κάθε εργασίας απαραίτητης για την εφαρμογή του ανωτέρω Σχεδίου. Με τη ρύθμιση αυτή συμπληρώνεται το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο και αίρονται ερμηνευτικές αμφιβολίες ως προς τη νομιμότητα ανάθεσης τέτοιων εργασιών.
Άρθρο 27 Ρυθμίσεις θεμάτων Δομών Κοινωνικής Μέριμνας 1. Με την παρ. 1 του άρθρου 27 του σχεδίου νόμου προβλέπεται ότι η προθεσμία του άρθρου 26 του ν.3329/2005, για την εφαρμογή του προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι», σε όσους Δήμους υλοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις των Κ.Υ.Α. Π4β/5814/1997 (ΦΕΚ 917/τ.Β/1997) Π1γ/ΓΠ οικ. 62329/2003 (ΦΕΚ 925/τ.Β/2003) και Π1γ/ΓΠ οικ. 69674/2005 (ΦΕΚ 932/τ.Β/2005), παρατείνεται από τη λήξη της και μέχρι 31.8.2008. 2. Μετά την τακτοποίηση του προσωπικού του Προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι» σε θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε δημοτικές επιχειρήσεις με απόφαση του ΑΣΕΠ, με τη διάταξη του άρθρου 16 του ν. 3491/2006, προβλέφθηκε η δυνατότητα ένταξης του προσωπικού αυτού στον Δήμο ή στο ΚΑΠΗ στο οποίο απασχολούνταν ως την έκδοση της απόφασης του ΑΣΕΠ, ώστε να συνεχισθεί απρόσκοπτα η εφαρμογή του Προγράμματος. Με την προτεινόμενη διάταξη, η δυνατότητα αυτή δίνεται και στο προσωπικό των Μονάδων Κοινωνικής Μέριμνας, επειδή πρόκειται για πρόγραμμα που απασχολεί κοινωνικούς λειτουργούς, νοσηλευτές και οικογενειακούς βοηθούς για την κατ’ οίκον πρωτοβάθμια κοινωνική φροντίδα ηλικιωμένων, όπως το «Βοήθεια στο Σπίτι» και, συνεπώς, χρήζει της ίδιας στήριξης.
Άρθρο 28 Ρυθμίσεις θεμάτων μεταναστευτικής πολιτικής 1. Με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 28 του σχεδίου νόμου απαλείφεται καταληκτική προθεσμία που προβλεπόταν για την ολοκλήρωση των διαδικασιών εξαγοράς υπολειπόμενων ημερών ασφάλισης από νόμιμα διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών προς διευκόλυνση των αιτούντων. 2. Με την παρ. 2 του παρόντος καταργείται η υποχρεωτική παραπομπή των αιτημάτων ανανέωσης αδειών διαμονής για ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, ενώπιον της αρμόδιας Επιτροπής, με σκοπό την περαιτέρω επιτάχυνση της έκδοσης των ανωτέρω αδειών διαμονής. 3. Με την παρ. 3 του άρθρου 28 του σχεδίου νόμου καταργείται η περίπτωση γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 75 του ν. 3386/2005, όπως ισχύει, δεδομένου ότι η μη χορήγηση, ανάκληση ή απόρριψη του αιτήματος για χορήγηση άδειας διαμονής λόγω της παραβίασης των υποχρεώσεων ενημέρωσης που προβλέπουν οι ως άνω διατάξεις κρίνεται υπέρμετρα επαχθής για τον υπήκοο τρίτης χώρας. 4. Με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 28 του σχεδίου νόμου επιλύεται, προς την κατέυθυνση της απλούστευσης των διαδικασιών, της αντιμετώπισης της γραφειοκρατίας και της εμπέδωσης της αρχής της χρηστής διοίκησης, το πρόβλημα που ανακύπτει κατά την ανανέωση αδειών διαμονής, που εκδίδονται από τη Διοίκηση προς συμμόρφωση σε τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες γίνονται δεκτές αιτήσεις ακύρωσης, οι οποίες έχουν ασκηθεί από υπηκόους τρίτων χωρών κατά απόρριψης αιτήματός τους προς ανανέωση άδειας εργασίας ή διαμονής, καθώς και κατά της ανακλήσεως τούτων. Η ανανέωση των ανωτέρω αδειών διαμονής καθίσταται συχνά άνευ αντικειμένου λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί από την ημερομηνία άσκησης των εν λόγω αιτήσεων ακυρώσεως μέχρι την έκδοση τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων επ’ αυτών, με αποτέλεσμα η συμμόρφωση της Διοίκησης στις ανωτέρω δικαστικές αποφάσεις να μην αποβαίνει εν τέλει στην πράξη προς όφελος του διοικούμενου. Με την προτεινόμενη ρύθμιση αντιμετωπίζεται η ως άνω αρρυθμία μέσω της καθιέρωσης σύντομης διαδικασίας ανανέωσης και της νομιμοποίησης του διαστήματος που μεσολάβησε από την υποβολή της αίτησης ακύρωσης του υπηκόου τρίτης χώρας έως την έκδοση της τελεσίδικης απόφασης που τον δικαιώνει, αφού, άλλωστε, για το διάστημα αυτό η μη νόμιμη διαμονή του στη Χώρα δεν οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα. 5. Με τη διάταξη της παρ. 5 του παρόντος εισάγεται εξαίρεση ως προς τον έλεγχο της νόμιμης διαμονής υπηκόου τρίτης χώρας αναφορικά με τη δυνατότητα σύνταξης συμβολαιογραφικών πράξεων για την αναγνώριση τέκνου εκτός γάμου, όταν ο έτερος των γονέων είναι Έλληνας ή πολίτης άλλου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή υπήκοος τρίτης χώρας που διαμένει νομίμως στην Ελλάδα. 6. Με την παρ. 6 του παρόντος περιορίζονται ενιαίως τα πρόστιμα που επιβάλλονται σε όλες τις περιπτώσεις καθ’ υποτροπήν παραβίασης των υποχρεώσεων ενημέρωσης του υπηκόου τρίτης χώρας που προβλέπει ο νόμος στο ύψος των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ. 7. Με την παρ. 7 του παρόντος τροποποιείται η παρ. 3 του άρθρου 88 του ν. 3386/2005, προκειμένου να μειωθεί το κατώτερο όριο των προστίμων που επιβάλλονται σε αεροπορικές ή ναυτιλιακές εταιρίες ή ταξιδιωτικά γραφεία, στην περίπτωση που δέχονται για μεταφορά ή δεν λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να αποκλείεται η μεταφορά υπηκόων τρίτων χωρών που δεν είναι εφοδιασμένοι με τα απαιτούμενα διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα, λαμβάνοντας υπόψη και τα πρόστιμα που ισχύουν στα κράτη – μέλη της Ε.Ε. Επίσης με την παρούσα τροποποίηση προβλέπεται διπλασιασμός του επιβληθέντος προστίμου σε περίπτωση υποτροπής. 8. Με την παρ. 8 του παρόντος ορίζεται ότι, για την υπαγωγή του υπηκόου τρίτης χώρας στη διαδικασία νομιμοποίησης του άρθρου 18 παρ. 4 του ν. 3536/2007, δεν απαιτείται η προηγούμενη απόκτηση Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) για την προβλεπόμενη εξαγορά ενσήμων. 9. Με τη διάταξη της παρ. 9 του παρόντος προστίθενται στους δικαιούχους της πρόσθετης αμοιβής της παρ. 5 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 20 του ν.3536/2007, και μέχρι τέσσερις (4) υπάλληλοι της Διεύθυνσης Μηχανοργάνωσης και Ηλεκτρονικής Επεξεργασίας Στοιχείων του Υπουργείου Εσωτερικών, οι οποίοι ασχολούνται με τη διαχείριση του ενιαίου πληροφοριακού συστήματος που προβλέπεται από το άρθρο 93 του ν.3386/2005 και λειτουργεί στην ανωτέρω Διεύθυνση. 10. Σκοπός της παρ. 10 του παρόντος άρθρου είναι η θέσπιση του συστήματος Διαχείρισης και Ελέγχου για την εφαρμογή των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, υπ’ αριθμ. 573/2007/ΕΚ, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, υπ’ αριθμ. 574/2007/ΕΚ για τη σύσταση του Ταμείου Εξωτερικών Συνόρων και υπ’ αριθμ. 575/2007/ΕΚ, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επιστροφής, καθώς και της απόφασης του Συμβουλίου, υπ’ αριθμ. 435/2007/ΕΚ, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης υπηκόων τρίτων χωρών, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών». Οι προαναφερθείσες αποφάσεις καθορίζουν τους στόχους, στους οποίους συμβάλλουν τα τέσσερα Ταμεία, ως νέα χρηματοδοτικά μέσα για τη δημοσιονομική περίοδο 2007 – 2013, τις προϋποθέσεις λειτουργίας τους, τους διαθέσιμους πόρους, καθώς και τα κριτήρια για την κατανομή των πόρων αυτών. Συγκεκριμένα, ορίζεται ως Υπεύθυνη Αρχή: α) Του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Διεύθυνση Κοινωνικής Αντίληψης και Αλληλεγγύης). β) Του Ταμείου Εξωτερικών Συνόρων, το Υπουργείο Εσωτερικών (Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας), σε συνεργασία με εκπροσώπους των Υπουργείων Εξωτερικών (Διεύθυνση Δικαιοσύνης / Εσωτερικών Υποθέσεων και Schengen και Διεύθυνση Μηχανογράφησης Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής) και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής (Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Συνόρων και Διεύθυνση Οικονομικών), γ) Του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επιστροφής, το Υπουργείο Εσωτερικών (Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας) και, δ) Του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης υπηκόων τρίτων χωρών, το Υπουργείο Εσωτερικών (Διεύθυνση Αλλοδαπών και Μετανάστευσης). Λαμβάνοντας υπόψη την απαιτούμενη, από τις ως άνω αποφάσεις για τα Ταμεία, λειτουργική ανεξαρτησία των Αρχών Διαχείρισης και Ελέγχου, ορίζεται ως Αρχή Πιστοποίησης και των τεσσάρων Ταμείων, το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών / Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (41η Διεύθυνση Δημοσίων Σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους Διεθνείς Οργανισμούς – Τμήμα Β΄) και ως Αρχή Ελέγχου και των τεσσάρων Ταμείων, το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών/ Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (41η Διεύθυνση Δημοσίων Σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους Διεθνείς Οργανισμούς – Τμήμα Γ΄). Οι προβλεπόμενες οικονομικές ενισχύσεις, οι οποίες ανέρχονται συνολικά σε 628 εκ. ευρώ για το Ταμείο Προσφύγων, για όλη τη δημοσιονομική περίοδο 2008 – 2013, σε 1.820 εκατ. ευρώ για το Ταμείο για τα Εξωτερικά Σύνορα, για την περίοδο 2007 – 2013, σε 676 εκ. ευρώ για το Ταμείο Επιστροφής, για την περίοδο 2008 – 2013 και σε 823 εκατ. ευρώ για το Ταμείο Ένταξης, για την περίοδο 2007 - 2013, αναμένεται να συμβάλουν σημαντικά στην αποτελεσματική διαχείριση των διαφόρων πτυχών του μεταναστευτικού φαινομένου.
Άρθρο 29 Καταργούμενες διατάξεις Με τις διατάξεις αυτού του άρθρου καταργούνται όλες οι γενικές και ειδικές εκείνες ρυθμίσεις, οι οποίες έχουν αντίθετο περιεχόμενο προς το παρόν σχέδιο νόμου. Επίσης, στο πλαίσιο της γενικότερης προσπάθειας εξορθολογισμού της Δημόσιας Διοίκησης και κατάργησης των φορέων εκείνων που δεν ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες, καταργείται η Γενική Γραμματεία Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, ενόψει επικείμενης σύστασης Γενικής Διεύθυνσης Μεταναστευτικής Πολιτικής και Κοινωνικής Ένταξης για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των αυξημένων αναγκών που έχουν δημιουργηθεί στον τομέα αυτόν.
Άρθρο 30 Έναρξη ισχύος Με το άρθρο 30 του σχεδίου νόμου ορίζεται ως χρόνος έναρξης ισχύος του νόμου η δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με την επιφύλαξη των διατάξεων εκείνων που ορίζουν διαφορετικά.
Αθήνα, 18 Οκτωβρίου 2008
|