Αθήνα 23.1.2008, 20:20 Κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή από τον υπουργό Εσωτερικών κ. Προκόπη Παυλόπουλο το σχέδιο νόμου «Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών» (θα το βρείτε παρακάτω, μαζί με την αιτιολογική έκθεση).
Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου επιδιώκεται η αύξηση της αποτελεσματικότητας της ΕΥΠ στο πλαίσιο που καθορίζει η αποστολή της, με απόλυτο σεβασμό στη συνταγματική και διεθνή νομιμότητα και, αλλά και με ουσιαστικό έλεγχο της δράσης της, μέσα από αναβαθμισμένες και αποτελεσματικές μορφές ελέγχου.
Το πλήρες κείμενο του σχεδίου νόμου και της αιτιολογικής του έκθεσης έχουν ως ακολούθως:
* * *
Σχέδιο νόμου Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών
Άρθρο 1 Χαρακτήρας - Υπαγωγή Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) αποτελεί αυτοτελή δημόσια πολιτική υπηρεσία και υπάγεται στον Υπουργό Εσωτερικών, ο οποίος είναι αρμόδιος για τον καθορισμό της δράσης της ΕΥΠ στο πλαίσιο των εθνικών προτεραιοτήτων της κυβερνητικής πολιτικής, με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παρ.3 του ν. 2292/1995.
Άρθρο 2 Αποστολή 1. Η ΕΥΠ έχει ως αποστολή, στο πλαίσιο του Συντάγματος και των νόμων, την αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές των πληροφοριών που αφορούν : α. Την προστασία και προώθηση των πολιτικών, οικονομικών, στρατιωτικών και εν γένει εθνικών στρατηγικών συμφερόντων της Χώρας. β. Την πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων που συνιστούν απειλή κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής ασφάλειας του Ελληνικού Κράτους, καθώς και του εθνικού πλούτου της Χώρας. γ. Την πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων τρομοκρατικών οργανώσεων καθώς και άλλων ομάδων οργανωμένου εγκλήματος. 2. Η ΕΥΠ σε περίοδο πολέμου, επιστράτευσης ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας υπάγεται στον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ, ο οποίος, διά του Διοικητή της ΕΥΠ, ασκεί πλήρη έλεγχο σε ό,τι αφορά την συμβολή της στην άμυνα και την ασφάλεια της Χώρας. Στην περίπτωση οποιασδήποτε δράσης που αποβλέπει στη βίαιη κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος, η ΕΥΠ, μετά από απόφαση του ΚΥΣΕΑ, λειτουργεί ως κεντρική υπηρεσία διαχείρισης πληροφοριών της Χώρας.
Άρθρο 3 Συγκρότηση - Διάρθρωση 1. Η ΕΥΠ συγκροτείται από την Κεντρική Υπηρεσία και τις Περιφερειακές Μονάδες. 2. Η Κεντρική Υπηρεσία περιλαμβάνει Διευθύνσεις, Υποδιευθύνσεις, Τμήματα, Αυτοτελή Τμήματα και Αυτοτελή Γραφεία που ορίζονται με τον Οργανισμό της ΕΥΠ, σύμφωνα με το άρθρο 11 του παρόντος. 3. Στις Περιφερειακές Μονάδες ανήκουν οι υπηρεσίες, τα όργανα και οι σύνδεσμοι που ιδρύονται ή τοποθετούνται σε διάφορες περιοχές της Χώρας ή του εξωτερικού και ασκούν τις αρμοδιότητές τους σε ορισμένη περιφέρεια. 4. Στην ΕΥΠ λειτουργεί: α. Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. β. Υπηρεσία Ιστορικού Αρχείου, που υπάγεται απευθείας στον Διοικητή της ΕΥΠ, με κύριο έργο την ταξινόμηση και αξιοποίηση των εγγράφων και του οπτικοακουστικού υλικού. Τα έγγραφα και το υλικό αυτό αποχαρακτηρίζονται μετά την πάροδο 30ετίας, με απόφαση του Διοικητή της ΕΥΠ, ύστερα από γνώμη Τριμελούς Επιτροπής Αποχαρακτηρισμού, που συγκροτείται από υπαλλήλους της ΕΥΠ, με απόφαση του ιδίου. Εξαιρούνται από τον αποχαρακτηρισμό τα έγγραφα και υλικά που βρίσκονται στο στάδιο της μηχανοργάνωσης, όσα έχουν φθαρεί και απαιτείται η συντήρησή τους, καθώς και εκείνα η δημοσιοποίηση των οποίων θα μπορούσε να επιφέρει βλάβη στα εθνικά συμφέροντα ή σε δικαιώματα που απορρέουν από την προσωπικότητα.
Άρθρο 4 Αρμοδιότητες Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η ΕΥΠ ασκεί τις ακόλουθες ιδίως αρμοδιότητες: 1. Συλλέγει και παρέχει πληροφορίες και στοιχεία, προβαίνει σε εκτιμήσεις και υποβάλλει προτάσεις στον Υπουργό Εσωτερικών και τους καθ’ ύλη συναρμόδιους Υπουργούς για την πρόληψη ή αποτροπή απειλής της εθνικής ασφάλειας ή του δημοκρατικού πολιτεύματος, καθώς και για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων της Χώρας. 2. Αναζητεί, συλλέγει, επεξεργάζεται και παρέχει πληροφορίες, στο πλαίσιο της προηγούμενης παραγράφου, κυρίως για θέματα που αφορούν στη δράση τρομοκρατικών οργανώσεων ή άλλων ομάδων οργανωμένου εγκλήματος στους τομείς της παράνομης διακίνησης ανθρώπων, ανθρωπίνων μελών, όπλων, ναρκωτικών ή άλλων απαγορευμένων ουσιών, ιδίως πυρηνικών, ραδιοβιολογικών και χημικών (ΠΡΒΧ), καθώς και για θέματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. 3. Συντονίζει, στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΚΥΣΕΑ, τη δράση των υπηρεσιών πληροφοριών και ασφάλειας της Χώρας στον τομέα συλλογής και διάθεσης των πληροφοριών, που έχουν σχέση με το αντικείμενο της αποστολής της. Παράλληλα, συνεργάζεται και ενημερώνει την Διακλαδική Διεύθυνση Στρατιωτικών Πληροφοριών (ΔΔΣΠ) και τις υπηρεσίες πληροφοριών των Επιτελείων που εποπτεύονται από αυτήν, για θέματα της αρμοδιότητάς τους. 4. Μεριμνά για την αντιμετώπιση της κατασκοπευτικής σε βάρος της Χώρας δραστηριότητας. 5. Παρέχει στα αρμόδια για την αντιμετώπιση κρίσεων συλλογικά όργανα του Κράτους την αναγκαία πληροφοριακή συνδρομή για την επιτέλεση της αποστολής τους. 6. Παρέχει στους αρμόδιους φορείς του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας την, εντός των ορίων της αρμοδιότητάς της, πληροφοριακή υποστήριξη, που είναι αναγκαία για την επιχειρησιακή σχεδίαση του ΓΕΕΘΑ. 7. Αποτελεί Τεχνικής Φύσεως Αρχή Ασφαλείας Πληροφοριών (INFOSEC) και μεριμνά για την ασφάλεια των εθνικών επικοινωνιών και συστημάτων τεχνολογίας πληροφοριών, καθώς και για την πιστοποίηση του διαβαθμισμένου υλικού των εθνικών επικοινωνιών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 2 του π.δ.325/2003 (ΦΕΚ Α΄- 273). Η πιστοποίηση παρέχεται έναντι καταβολής παραβόλου, το ύψος του οποίου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών. 8. Ορίζεται ως η Εθνική Αρχή Αντιμετώπισης Ηλεκτρονικών Επιθέσεων, η οποία μεριμνά για την πρόληψη και την στατική και ενεργητική αντιμετώπιση ηλεκτρονικών επιθέσεων κατά δικτύων επικοινωνιών, εγκαταστάσεων αποθήκευσης πληροφοριών και συστημάτων πληροφορικής. 9. Συνεργάζεται με τις αντίστοιχες Υπηρεσίες άλλων χωρών και Διεθνών Οργανισμών για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση της αποστολής της. 10. Συντάσσει, με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει, πληροφοριακά δελτία, μελέτες και εκθέσεις τις οποίες και διαβιβάζει στις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές.
Άρθρο 5 Εποπτεία - τρόπος άσκησης αρμοδιοτήτων 1. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΕΥΠ, το προσωπικό της: α. Υποχρεούται κατά τη συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα να τηρεί τις διατάξεις του ν.2472/1997 (ΦΕΚ Α΄ 50) και ν.3471/2006 (ΦΕΚ Α΄ 133). β. Ενεργεί, ύστερα από διάταξη του εισαγγελικού λειτουργού της παραγράφου 3 του παρόντος και κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 3 και 5 του ν.2225/1994 (ΦΕΚ Α΄ 121), της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν.2713/1999 (ΦΕΚ Α΄ 89) και του π.δ.47/2005 (ΦΕΚ Α΄ 64), άρση απορρήτου επιστολών και τηλεφωνικής ή άλλης επικοινωνίας, καθώς και καταγραφή δραστηριότητας προσώπων με ειδικά τεχνικά μέσα και ιδίως με συσκευή ήχου και εικόνας εκτός κατοικίας. Η διάταξη αυτή υποβάλλεται προς έγκριση μέσα σε εικοσιτέσσερις ώρες στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών. Η ισχύς της διάταξης αρχίζει από την έγκριση του Εισαγγελέα Εφετών. γ. Μπορεί να συλλέγει πληροφορίες για ζητήματα εθνικής ασφαλείας με διείσδυση ύστερα από εντολή του Διοικητή της ΕΥΠ και έγκριση του ασκούντος την εποπτεία εισαγγελέα. δ. Μπορεί να δρα υπό κάλυψη στοιχείων ταυτότητας, ιδιότητας ή εργασίας ατομικά ή συλλογικά κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον εσωτερικό κανονισμό της. 2. Εντεταλμένο προσωπικό της ΕΥΠ, εφόσον κριθεί αναγκαίο και ύστερα από αίτηση της αρμόδιας αρχής, μπορεί να μετέχει στον έλεγχο που προβλέπεται από το άρθρο 5 του ν.3386/2005 (ΦΕΚ Α΄ 212), διατυπώνοντας απλή γνώμη για το αν ένας αλλοδαπός είναι επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια, καθώς και αν συντρέχουν στο πρόσωπό του οι προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθεί ανεπιθύμητος κατά το άρθρο 82 του ίδιου νόμου. 3. Στην ΕΥΠ αποσπάται ύστερα από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου ένας εισαγγελικός λειτουργός για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί την τριετία, ο οποίος ελέγχει τη νομιμότητα των ειδικών επιχειρησιακών δράσεών της, που αφορούν θέματα Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και ασκεί όσες άλλες αρμοδιότητες του ανατίθενται με διατάξεις του παρόντος νόμου. 4. Το προσωπικό της ΕΥΠ εκπαιδεύεται στη χρήση όπλων και ειδικών μέσων και μηχανημάτων. Για την οπλοκατοχή και οπλοφορία εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του ν.3169/2003 (ΦΕΚ Α΄ 189). Η ΕΥΠ διαθέτει προσωπικό που φέρει υπηρεσιακό οπλισμό για την προστασία του και την φύλαξη των εγκαταστάσεών της.
Άρθρο 6 Υποχρεώσεις Αρχών – Υπηρεσιών 1. Οι δημόσιες υπηρεσίες και τα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, οι δημόσιες επιχειρήσεις, τα ελεγχόμενα ή εποπτευόμενα από το Δημόσιο νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, τα νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και οι επιχειρήσεις τους, υποχρεούνται να παρέχουν σε ειδικά εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της ΕΥΠ κάθε πληροφορία, στοιχείο ή συνδρομή για την εκπλήρωση της αποστολής της. Οι ανωτέρω φορείς και το προσωπικό της ΕΥΠ οφείλουν να τηρούν το απόρρητο της επικοινωνίας και του περιεχομένου του αιτήματος καθώς και των στοιχείων του επιληφθέντος προσωπικού. 2. Η άρνηση, η παρέλκυση, η αμέλεια, η ατελής και η μη έγκαιρη ανταπόκριση στο αίτημα υπηρεσιακής αρωγής, καθώς και η παραβίαση της υποχρέωσης τήρησης του απορρήτου που προβλέπεται από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 αποτελούν ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα που τιμωρείται σύμφωνα με τα ισχύοντα στον Υπαλληλικό Κώδικα ή τις αντίστοιχες κατά περίπτωση διατάξεις για το μη πολιτικό προσωπικό των οικείων φορέων.
Άρθρο 7 Συντονιστικό Συμβούλιο Διαχείρισης Πληροφοριών 1. Συνιστάται Συντονιστικό Συμβούλιο Διαχείρισης Πληροφοριών, το οποίο αποτελείται από τους Υπουργούς: α. Εσωτερικών, β. Οικονομίας και Οικονομικών, γ. Εξωτερικών, δ. Εθνικής Άμυνας, ε. Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, στ. Μεταφορών και Επικοινωνιών, ζ. Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, η. Επικρατείας στον οποίο έχουν ανατεθεί οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης. 2. Στο Συντονιστικό Συμβούλιο Διαχείρισης Πληροφοριών μπορούν να μετέχουν ύστερα από ειδική πρόσκληση και άλλοι Υπουργοί, Υφυπουργοί και υπηρεσιακοί παράγοντες, όταν οι πληροφορίες αφορούν σε θέματα αρμοδιότητάς τους, καθώς και ειδικοί εμπειρογνώμονες. 3. Το ως άνω Συμβούλιο προβαίνει σε εκτιμήσεις διαχείρισης πληροφοριών επί σοβαρών εγκληματικών ενεργειών, απειλών ή συμβάντων που πλήττουν ή είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ασφάλεια της Χώρας ή τις διεθνείς και διμερείς σχέσεις με άλλες χώρες, παρέχοντας τις κατευθυντήριες οδηγίες προς τα συναρμόδια Υπουργεία και τους λοιπούς εμπλεκόμενους φορείς, με την επιφύλαξη των άρθρων 3 παρ.1, 5 παρ.3, 8 παρ.4 και 11 παρ.8 του ν.2292/1995. Επίσης, χαράσσει και την επικοινωνιακή τακτική επί των ανωτέρω ζητημάτων. 4. Στο Συμβούλιο της παρ.1 προεδρεύει ο Υπουργός Εσωτερικών, και η γραμματειακή υποστήριξή του γίνεται με μέριμνα της ΕΥΠ.
Άρθρο 8 Συμβούλιο Πληροφοριών 1. Στην ΕΥΠ λειτουργεί Συμβούλιο Πληροφοριών, στο οποίο μετέχουν : α. Ο Διοικητής της ΕΥΠ, ως πρόεδρος. β. Οι αρμόδιοι Γενικοί Γραμματείς των Υπουργείων Εσωτερικών και Εξωτερικών, καθώς και οι Γενικοί Γραμματείς Επικοινωνίας και Ενημέρωσης. γ. Ο Διευθυντής της Διακλαδικής Διεύθυνσης Στρατιωτικών Πληροφοριών (ΔΔΣΠ). δ. Ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας (ΔΙΚΑ) και ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας (ΔΑΕΕΒ) του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας. ε. Ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Ασφάλειας του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής. Καθήκοντα γραμματέα του Συμβουλίου ασκεί ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης, που σύμφωνα με τον Εσωτερικό Κανονισμό της ΕΥΠ είναι αρμόδια για τη διοικητική υποστήριξή του. Η συγκρότηση του Συμβουλίου Πληροφοριών γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2. Το Συμβούλιο Πληροφοριών είναι αρμόδιο: α. Να συντονίζει όλες τις Υπηρεσίες πληροφοριών και ασφάλειας του Κράτους στον τομέα της συλλογής και διάθεσης πληροφοριών. β. Να καταγράφει τις ανταλλασσόμενες πληροφορίες, στοιχεία και απόψεις. γ. Να προσδιορίζει και να διατυπώνει νέες πληροφοριακές απαιτήσεις, όπως αυτές διαμορφώνονται στο σύγχρονο διεθνές περιβάλλον ασφάλειας. δ. Να εξάγει συμπεράσματα και να διατυπώνει προτάσεις στους καθ΄ ύλην αρμόδιους Υπουργούς. 3. Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Πληροφοριών των περιπτώσεων γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1 αναπληρώνονται σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος από τους νόμιμους αναπληρωτές τους στη θέση που υπηρετούν. 4. Στο Συμβούλιο Πληροφοριών μπορούν να μετέχουν, ύστερα από πρόσκληση του προέδρου, ανάλογα με τη φύση των συζητούμενων θεμάτων, εκπρόσωποι και άλλων δημόσιων υπηρεσιών ή νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα και ειδικοί εμπειρογνώμονες για την παροχή απλής γνώμης. 5. Οι αρμοδιότητες του ως άνω συμβουλίου ασκούνται στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΚΥΣΕΑ και των οδηγιών του Υπουργού Εσωτερικών. 6. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζεται η ειδικότερη διαδικασία συγκρότησης και λειτουργίας του Συμβουλίου, ο τρόπος λήψης αποφάσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Άρθρο 9 Διοικητής – Υποδιοικητές 1. Της ΕΥΠ προΐσταται ο Διοικητής. 2. Ο Διοικητής είναι μετακλητός υπάλληλος της κατηγορίας των ειδικών θέσεων με βαθμό 1ο. Διορίζεται και παύεται ελεύθερα με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. 3. Για τον διορισμό στη θέση του Διοικητή της ΕΥΠ απαιτείται η κατοχή τουλάχιστον πτυχίου Πανεπιστημίου της ημεδαπής ή ισότιμου της αλλοδαπής και διοικητική πείρα στον δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα. Ως Διοικητής μπορεί να ορισθεί και δημόσιος υπάλληλος ή υπάλληλος του δημόσιου τομέα. 4. Τον Διοικητή βοηθούν στο έργο του δύο Υποδιοικητές. Οι Υποδιοικητές είναι μετακλητοί υπάλληλοι της κατηγορίας των ειδικών θέσεων με βαθμό 2ο και διορίζονται και παύονται ελεύθερα με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Για τον διορισμό σε θέση Υποδιοικητή της ΕΥΠ απαιτούνται προσόντα ανάλογα με αυτά του Διοικητή. Καθήκοντα Υποδιοικητών μπορεί να ανατίθενται και σε δημόσιους υπαλλήλους ή υπαλλήλους του δημόσιου τομέα. 5. Σε περίπτωση που διορίζεται σε θέση Διοικητή ή Υποδιοικητή δημόσιος υπάλληλος ή υπάλληλος νομικού προσώπου του δημόσιου τομέα, όπως οριοθετείται κάθε φορά, αναστέλλεται η άσκηση των καθηκόντων στην κύρια θέση του, στην οποία επανέρχεται αυτοδικαίως μετά την απαλλαγή από τα καθήκοντα της συγκεκριμένης θέσης. 6. Ο Διοικητής της ΕΥΠ ασκεί τη διοίκηση της Υπηρεσίας, καθοδηγεί, συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει το έργο της και είναι υπεύθυνος έναντι του Υπουργού Εσωτερικών για την άσκηση των καθηκόντων του. 7. Ο χρόνος της θητείας του Διοικητή και των Υποδιοικητών λογίζεται ως χρόνος που διανύθηκε στην οργανική του θέση ως προς όλες τις υπηρεσιακές συνέπειες. 8. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, καθορίζονται οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του Διοικητή και των Υποδιοικητών και ρυθμίζονται θέματα αναπλήρωσης αυτών σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας τους.
Άρθρο 10 Κατηγορίες προσωπικού 1. Το προσωπικό της ΕΥΠ αποτελείται από: α. Μόνιμο πολιτικό προσωπικό, για την πρόσληψη του οποίου εφαρμόζονται, αποκλειστικά, οι ειδικές διατάξεις του Οργανισμού της ΕΥΠ. β. Ειδικό επιστημονικό, καθώς και τεχνικό ή βοηθητικό προσωπικό, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου. γ. Εν ενεργεία αξιωματικούς και υπαξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων και του Λιμενικού Σώματος, αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος και αστυνομικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας. 2. Οι οργανικές θέσεις προσωπικού της ΕΥΠ ορίζονται συνολικά στον Οργανισμό της, η δε σύνθεση του προσωπικού κατά κλάδο και ειδικότητα καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό και στον Πίνακα Σύνθεσης και Κατανομής του προσωπικού της, ο οποίος και τον συνοδεύει.
Άρθρο 11 Οργανισμός 1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών καταρτίζεται ο Οργανισμός της ΕΥΠ.. Με τον Οργανισμό αυτόν, μπορεί και κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις να: α. Αναδιαρθρώνονται, συγχωνεύονται ή καταργούνται υφιστάμενες υπηρεσίες και συνιστώνται νέες υπηρεσίες. β. Συνιστώνται, αναδιαρθρώνονται ή καταργούνται κλάδοι και θέσεις κάθε κατηγορίας, βαθμού και ειδικότητας, μόνιμου ή με οποιαδήποτε σχέση εργασίας προσωπικού και καθορίζεται η κατανομή τους κατά κλάδο και ειδικότητα, τα απαιτούμενα για το διορισμό ή την πρόσληψη ειδικά προσόντα, τα όργανα και η διαδικασία διορισμού και τοποθέτησης και ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό με αυτά θέμα. γ. Καθορίζονται ο κλάδος και ο τίτλος των προϊσταμένων των υπηρεσιακών μονάδων της ΕΥΠ, ο τρόπος της πλήρωσης των θέσεων αυτών, οι προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα προσόντα, τα όργανα και η διαδικασία διορισμού και τοποθέτησης των προσώπων αυτών, οι αρμοδιότητές τους και τα καθήκοντά τους, η αναπλήρωσή τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό με αυτά θέμα. δ. Καθορίζονται ο αριθμός, ο κλάδος, ο βαθμός και η ειδικότητα του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, του Λιμενικού Σώματος και των Σωμάτων Ασφαλείας, που απαιτείται για την κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών της ΕΥΠ, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις επιλογής και παραμονής τους στην Υπηρεσία και ρυθμίζεται γενικότερα η υπηρεσιακή τους κατάσταση, κατόπιν προτάσεως των συναρμόδιων Υπουργών. ε. Καθορίζονται οι υπηρεσιακές σχέσεις μεταξύ του πολιτικού προσωπικού και του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, του Λιμενικού Σώματος και των Σωμάτων Ασφαλείας και ρυθμίζονται θέματα πειθαρχικού δικαίου, ως και οι επιβαλλόμενες κυρώσεις για παραβάσεις των υποχρεώσεων του προσωπικού που προβλέπονται από τον Εσωτερικό Κανονισμό. 2. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μπορεί να θεσπίζονται ηθικά κίνητρα για την εξασφάλιση ικανού προσωπικού στην ΕΥΠ.
Άρθρο 12 Εσωτερικός Κανονισμός Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών εγκρίνονται ο Εσωτερικός Κανονισμός της ΕΥΠ και ο Πίνακας Σύνθεσης και Κατανομής του προσωπικού της στους κλάδους και τις υπηρεσίες της. Με τον Κανονισμό αυτόν ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες της οργανωτικής διάρθρωσης των υπηρεσιών της ΕΥΠ, η στελέχωσή τους, οι ειδικότερες αρμοδιότητές τους, τα ειδικά καθήκοντα του Διοικητή, των Υποδιοικητών και λοιπών προϊσταμένων και οι ειδικότερες υποχρεώσεις του προσωπικού της ΕΥΠ. Καθορίζεται επίσης ο αριθμός των θέσεων, των οργάνων ή των συνδέσμων, καθώς και τα θέματα της λειτουργίας και των αρμοδιοτήτων τους. Ο Κανονισμός αυτός καθώς και οι πράξεις συγκρότησης των συλλογικών οργάνων που προβλέπονται από αυτόν είναι απόρρητοι και δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 13 Εκπαίδευση προσωπικού ΕΥΠ 1. Το προσωπικό της ΕΥΠ, για την αποτελεσματικότερη εκτέλεση των καθηκόντων του, εκπαιδεύεται, επιμορφώνεται και εξειδικεύεται σε σχολές της υπηρεσίας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζονται τα θέματα σύστασης, λειτουργίας και οργάνωσης των σχολών αυτών, η διάρκεια της εκπαίδευσης, η εκπόνηση προγραμμάτων διδασκαλίας και κάθε άλλο σχετικό θέμα. 2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία εκπαίδευσης ή μετεκπαίδευσης του προσωπικού της ΕΥΠ σε σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας ή άλλων δημόσιων υπηρεσιών ή φορέων του εσωτερικού ή εξωτερικού, η συμμετοχή σε προγράμματα φορέων της ημεδαπής ή αλλοδαπής, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Άρθρο 14 Καθήκον εχεμύθειας 1. Ο Διοικητής και οι Υποδιοικητές της ΕΥΠ, καθώς και το κάθε κατηγορίας προσωπικό της, έχουν καθήκον εχεμύθειας για τα έγγραφα, τις πληροφορίες ή τα άλλα στοιχεία των οποίων λαμβάνουν γνώση στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους. Η παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο τιμωρείται για μεν τους πολιτικούς υπαλλήλους της Υπηρεσίας σύμφωνα με τα ισχύοντα στον Υπαλληλικό Κώδικα, για δε τους λοιπούς σύμφωνα με τις κείμενες κατά περίπτωση διατάξεις. 2. Οι ανωτέρω έχουν καθήκον εχεμύθειας για διαβαθμισμένα έγγραφα, πληροφορίες ή άλλα στοιχεία και μετά την αποχώρησή τους από την Υπηρεσία, για όσο χρόνο διαρκεί η διαβάθμιση. 3. Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο δημοσιοποιεί διαβαθμισμένα έγγραφα ή στοιχεία που αφορούν στην υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού και τον εξοπλισμό της ΕΥΠ, καθώς και όποιος παραβιάζει καθήκον εχεμύθειας ή τήρησης του απορρήτου που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή από 20.000,00 € μέχρι 500.000,00 €, εφόσον η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη και ιδίως από τα άρθρα 146 και 147 του Π.Κ. 4. Το προσωπικό της ΕΥΠ δεν επιτρέπεται να καταθέτει ως μάρτυρας στα δικαστήρια ή ενώπιον άλλης αρχής για ό,τι αναφέρεται σε θέματα, πληροφορίες, γεγονότα ή πρόσωπα που αφορούν την Υπηρεσία, χωρίς προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Εσωτερικών . 5. Η ΕΥΠ, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, εξαιρείται από την υποχρέωση να γνωστοποιεί σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες και νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου πληροφορίες ή στοιχεία εφόσον ο Διοικητής κρίνει ότι η δημοσιοποίησή τους βλάπτει το δημόσιο συμφέρον. Η πρόσβαση στα αρχεία της ΕΥΠ επιτρέπεται μόνο στο προσωπικό της που εξουσιοδοτείται για την τήρηση και επεξεργασία του.
Άρθρο 15 Υπηρεσιακό Συμβούλιο 1. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο των πολιτικών υπαλλήλων της ΕΥΠ είναι πενταμελές και αποτελείται από: α. Τον Υποδιοικητή, που ορίζεται από τον Εσωτερικό Κανονισμό ως πρόεδρος, με αναπληρωτή τον άλλο Υποδιοικητή της ΕΥΠ. β. Δύο μονίμους πολιτικούς υπαλλήλους της ΕΥΠ, κατηγορίας Π.Ε., από τους έχοντες τον μεγαλύτερο βαθμό, οι οποίοι ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές, της ίδιας κατηγορίας και βαθμού, από τον Διοικητή. γ. Δύο εκπροσώπους των πολιτικών υπαλλήλων της ΕΥΠ, οι οποίοι ορίζονται με τους αναπληρωτές τους από το διοικητικό συμβούλιο του δευτεροβάθμιου συνδικαλιστικού τους οργάνου. 2. Το Συμβούλιο συγκαλείται από τον πρόεδρο και συνεδριάζει νομίμως, όταν παρίσταται ο πρόεδρος και δύο τουλάχιστον από τα μέλη του. Στο Συμβούλιο εισηγείται το μέλος που ορίζει κάθε φορά ο πρόεδρος. Χρέη εισηγητή μπορεί να ασκήσει και ο πρόεδρος. 3. Καθήκοντα γραμματέα του Συμβουλίου ασκεί μόνιμος υπάλληλος της ΕΥΠ, κατηγορίας Π.Ε., ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Διοικητή. 4. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο ασκεί και χρέη Υπηρεσιακού Πειθαρχικού Συμβουλίου, με τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα. Το Συμβούλιο αυτό αποφαίνεται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό και οι αποφάσεις του προσβάλλονται μόνον ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων.
Άρθρο 16 Μετατάξεις Κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, το πολιτικό προσωπικό της ΕΥΠ, εφόσον αυτό επιβάλλεται από λόγους δημόσιου συμφέροντος, μπορεί να μετατάσσεται σε κενές οργανικές ή συνιστώμενες με την πράξη μετάταξης προσωποπαγείς θέσεις άλλων υπηρεσιών του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου και κάθε βαθμού ΟΤΑ, με βάση τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του, ύστερα από γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της ΕΥΠ και κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.
Το προσωπικό της ΕΥΠ, το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 3231/2004 (ΦΕΚ Α’ 45) θέτει υποψηφιότητα κατά τις βουλευτικές, ευρωβουλευτικές, δημοτικές και κοινοτικές εκλογές, εάν δεν εκλεγεί ή, εάν εκλεγεί, μετά τη λήξη της θητείας του για οποιονδήποτε λόγο, δύναται με αίτησή του να μετατάσσεται, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού. Η μετάταξη γίνεται σε κενές οργανικές θέσεις ή συνιστώμενες με την πράξη μετάταξης προσωποπαγείς θέσεις, με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΕΥΠ.
Άρθρο 17 Μεταθέσεις – Αποσπάσεις 1. Οι μεταθέσεις των υπαλλήλων της ΕΥΠ ενεργούνται κατά τους θερινούς μήνες. Μεταθέσεις για λόγους που αναφέρονται στο συμφέρον της Υπηρεσίας διενεργούνται σε οποιονδήποτε χρόνο, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, ύστερα από γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Η διαδικασία και οι λεπτομέρειες διενέργειας των μεταθέσεων ρυθμίζονται με τον Οργανισμό της ΕΥΠ. 2. Δεν επιτρέπεται μετάθεση των υπαλλήλων της ΕΥΠ που είναι μέλη των διοικητικών συμβουλίων των συνδικαλιστικών οργανώσεών της, χωρίς έγγραφη συγκατάθεση των ιδίων και της συνδικαλιστικής τους οργάνωσης. 3. Απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση η απόσπαση εκτός ΕΥΠ του πολιτικού προσωπικού της. 4. Μόνιμοι υπάλληλοι και υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου δημόσιων υπηρεσιών και νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, που κατέχουν οργανικές θέσεις και είναι σύζυγοι υπαλλήλων της ΕΥΠ, επιτρέπεται να αποσπώνται, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων, σε υπηρεσίες του Δημοσίου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, στην περιοχή όπου υπηρετεί ο (η) σύζυγός τους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 14 του άρθρου 10 του ν.3051/2002 (ΦΕΚ Α΄ 220). Η απόσπαση διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, που εκδίδεται ύστερα από σχετική αίτηση του υπαλλήλου και σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της Υπηρεσίας ή του φορέα, από τον οποίο αποσπάται. 5. Οι πράξεις διορισμού, μετάταξης, μετάθεσης και κάθε άλλης υπηρεσιακής μεταβολής οποιασδήποτε φύσεως ή κατηγορίας, που αφορούν στο προσωπικό της ΕΥΠ, δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 18 Αναγνώριση χρόνου υπηρεσίας του υπηρετούντος στην ΕΥΠ προσωπικού άλλων Υπηρεσιών Ο χρόνος υπηρεσίας στην ΕΥΠ του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, των δημόσιων υπαλλήλων και των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα λογίζεται, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στο Όπλο, Κλάδο, Σώμα ή υπηρεσία που ανήκουν. Ο χρόνος υπηρεσίας στην ΕΥΠ των αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων και του Λιμενικού Σώματος λογίζεται κατά περίπτωση ως χρόνος διοίκησης ή ειδικής υπηρεσίας, αντίστοιχης του βαθμού τους. Ειδικά για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, ο καθορισμός του χρόνου διοικήσεως γίνεται σύμφωνα με τα καθοριζόμενα στις διαταγές των οικείων Γενικών Επιτελείων.
Άρθρο 19 Προϋπολογισμός – Πάγιες Προκαταβολές 1. Για τη λειτουργία της ΕΥΠ εγγράφονται κατ΄ έτος στον κρατικό προϋπολογισμό οι αναγκαίες πιστώσεις, σε Ειδικό Φορέα του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Ο προϋπολογισμός της ΕΥΠ εκτελείται με μέριμνά της, διά του Ειδικού Λογιστηρίου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. 2. Ο τρόπος διαχείρισης και δικαιολόγησης των ποσών που εγγράφονται στις απόρρητες δαπάνες του Ειδικού Φορέα ρυθμίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, και Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3. Για την αντιμετώπιση των τακτικών δαπανών της ΕΥΠ, συνιστάται στην Κεντρική Υπηρεσία πάγια προκαταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν.2362/1995 (ΦΕΚ Α΄ 247). Ως την έκδοση του σχετικού προεδρικού διατάγματος, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις.
Αρθρο 20 Προμήθειες και παροχή υπηρεσιών της ΕΥΠ 1. Για την εκτέλεση της αποστολής της, η ΕΥΠ εφοδιάζεται με τα αναγκαία μέσα και εξοπλισμό. 2. Οι προμήθειες και η παροχή υπηρεσιών της ΕΥΠ διέπονται από τις διατάξεις του ν.2286/1995 (ΦΕΚ Α΄ 19). Κατ΄ εξαίρεση, οι προμήθειες και οι παροχές υπηρεσιών για τον εξοπλισμό της ΕΥΠ, που, με απόφαση του Διοικητή της, εμπίπτουν στις διατάξεις των εδαφίων γ΄, δ΄ και ε΄ της περίπτωσης ΙΙ της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του ν.2286/1995, διενεργούνται με βάση ειδικό κανονισμό, που εκδίδεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών.
Άρθρο 21 Μεταβατικές διατάξεις Ως την έκδοση των κανονιστικών πράξεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, η ΕΥΠ εξακολουθεί να λειτουργεί με τις υφιστάμενες διατάξεις, εφόσον αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού.
Άρθρο 22 Καταργούμενες διατάξεις Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, καταργούνται οι διατάξεις του ν.1645/1986 (ΦΕΚ Α΄ 132), καθώς και κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του νόμου αυτού.
Άρθρο 23 Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 23 Ιανουαρίου 2008
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΘΕΟΔΩΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΕΪΜΑΡΑΚΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ
* * *
Α Ι Τ Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Η Ε Κ Θ Ε Σ Η
Στο σχέδιο νόμου «Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών
Π Ρ Ο Σ ΤΗ ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ Η διαμόρφωση και εγγύηση ενός υψηλού και ποιοτικού επιπέδου ασφάλειας για τη Χώρα μας, το οποίο αποτελεί σταθεροποιητική βάση για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή της, καθώς και για την έγκυρη παρουσία και συμμετοχή της στο παγκόσμιο περιβάλλον, αποτελεί διαχρονικά μόνιμο και σταθερό στόχο για όλες τις κυβερνήσεις αλλά και, ευρύτερα, για όλες τις πολιτικές δυνάμεις του Τόπου μας. Ο σχεδιασμός μιας στρατηγικής εθνικής ασφάλειας, που θα εξασφαλίζει και θα αξιοποιεί ένα αποτελεσματικό σύστημα ενημέρωσης, συλλογής, επεξεργασίας και αξιοποίησης πληροφοριών στην άσκηση των επιμέρους πολιτικών της Χώρας, κυρίως σε διεθνές επίπεδο, είναι σήμερα όσο ποτέ άλλοτε αναγκαίος.
Η θέση αυτή επιβάλλει την εξέλιξη ενός μηχανισμού πληροφοριών, προσανατολισμένου στην μεγιστοποίηση του συνολικού κοινωνικού οφέλους, χωρίς να θίγει την αξία του ανθρώπου και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Η θέσπιση μιας νομιμοποιημένης στρατηγικής ασφάλειας αποτελεί κοινωνική ανάγκη και, ταυτόχρονα, πολιτική, κοινωνική και προσωπική ευθύνη όλων μας, απαιτεί δε την ευρύτερη δυνατή συναίνεση.
Στη Χώρα μας, βασικό μηχανισμό συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών αποτελεί η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), η οποία, ανεξάρτητα από την ιδιαίτερη κάθε φορά οργανωτική και λειτουργική δομή της, είχε και έχει ως αποστολή της τη συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών που αφορούν στην εθνική ασφάλεια της Χώρας, αλλά και την αντιμετώπιση, σχεδιαστικά και επιχειρησιακά, κάθε κατασκοπευτικής δραστηριότητας σε βάρος της.
Αναμφίβολα, η οργανωτική δομή, η υπαγωγή και η λειτουργία της Υπηρεσίας αυτής υπαγορεύθηκαν καθοριστικά τόσο από τις ιδιαίτερες συνθήκες του διεθνούς περιβάλλοντος ασφάλειας και τις αντίστοιχες εθνικές προτεραιότητες, όσο και από το βαθμό ωρίμανσης και ισορροπιών του διοικητικού και κυρίως του πολιτικού συστήματος της Χώρας.
Βεβαίως, οι Υπηρεσίες Πληροφοριών είναι οι κατ’ εξοχήν μηχανισμοί που βρίσκονται σε μια συνεχή διάδραση με το ευρύτερο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον. Η εξελικτική τους δυναμική πρέπει να ανταποκρίνεται στις ραγδαία μεταβαλλόμενες συνθήκες και να έχει όραμα, προσανατολισμό και κατεύθυνση προς το μέλλον. Το ζήτημα της ορθολογικής ροής των δεδομένων είναι ιδιαίτερα έντονο στις ημέρες μας, όπου οι ταχέως μεταβαλλόμενες συνθήκες στην τεχνολογία και την οικονομία, στη γνώση και τον πολιτισμό, στην πολιτική και την κοινωνία δημιουργούν προβλήματα αρκετά πιο σύνθετα σε σχέση με το παρελθόν. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών καθιστά την εγκυρότητα και την ταχύτητα απόκτησης της πληροφορίας απαραίτητα εργαλεία για την άσκηση πολιτικών προάσπισης των συμφερόντων της Χώρας και αντιμετώπισης των απειλών.
Η παγκοσμιοποίηση σε όρους τεχνολογικής εξέλιξης και οικονομίας, η ταχύτητα διακίνησης προσώπων, η ύπαρξη εστιών συγκρούσεων, η καταπίεση λαών και το γενικότερο ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον, στην ευρύτερη περιοχή της Χώρας μας, συνθέτουν ένα πλέγμα κρίσιμων προβλημάτων, το οποίο επιβάλλει συνεχή ροή και ιδιαίτερα προηγμένες και ολοκληρωμένες μεθόδους συλλογής, μελέτης, ανάλυσης και κατανόησης πληροφοριών, καθώς και σχεδιασμού και αντιμετώπισης των προκλήσεων, με διαρκή ετοιμότητα και επαγρύπνηση σε όλα τα επίπεδα.
Σήμερα, προτεραιότητα αποτελεί η αντιμετώπιση του κινδύνου των ασύμμετρων απειλών και των μαζικών ή ακόμη και τυφλών τρομοκρατικών χτυπημάτων, τα οποία αποτελούν το ανώτερο στάδιο μιας κλιμακούμενης, από πλευράς επικινδυνότητας, μετεξελιγμένης τρομοκρατίας. Επιπλέον, η παράνομη δραστηριότητα στο Διαδίκτυο, η διάρρηξη της ασφάλειας των υπολογιστικών δικτύων και των κρίσιμων ηλεκτρονικών υποδομών εν γένει και ιδίως οι περιπτώσεις πρόκλησης βλάβης ή καταστροφής δικτύων επικοινωνιών, εγκαταστάσεων αποθήκευσης πληροφοριών και συστημάτων πληροφορικής συνιστούν μόνιμη σύγχρονη απειλή, με διαρκώς αυξανόμενους ρυθμούς επικίνδυνης και παράνομης δραστηριότητας.
Είναι κοινή παραδοχή ότι σημαντική απειλή αποτελεί σήμερα η αλματώδης ανάπτυξη του οργανωμένου εγκλήματος σε νέους, δυστυχώς ιδιαίτερα προσοδοφόρους τομείς και δραστηριότητες, όπως η παράνομη διακίνηση και εμπορία ανθρώπων (trafficking), η παράνομη διακίνηση πυρηνικών και άλλων ραδιενεργών υλικών, βιολογικών και χημικών ουσιών, όπλων και ναρκωτικών. Η αντιμετώπιση και ο έλεγχος της διασύνδεσης του οργανωμένου εγκλήματος με τις δομές του χρηματοπιστωτικού συστήματος, μέσω του οποίου υποστηρίζεται και το φαινόμενο της τρομοκρατίας, αποτελεί προτεραιότητα κάθε σύγχρονης δημοκρατικής κοινωνίας, που θέλει να λειτουργεί με τους κανόνες της διεθνούς συνεργασίας και, προκειμένου περί της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, με το ενιαίο δικαιικό σύστημα. Είναι όρος εθνικής και κοινωνικής επιβίωσης.
Η δομή, η λειτουργία και ο προσανατολισμός της δράσης μιας σύγχρονης Υπηρεσίας Πληροφοριών επιβάλλεται να εναρμονίζονται με τις διαδικασίες πολιτικής ενοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως με την προοπτική μιας μελλοντικής, ενιαίας πολιτικής άμυνας και ασφάλειας. Οι διεθνείς συμβατικές υποχρεώσεις της Χώρας και οι σύγχρονες αναγκαιότητες θέτουν νέες απαιτήσεις, η ικανοποίηση των οποίων απαιτεί ιδιαίτερα οργανωμένους, ευέλικτους και αποτελεσματικούς μηχανισμούς πληροφοριών και ασφάλειας.
Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να παραβλέπεται ούτε κατ’ ελάχιστον να υποεκτιμάται ο παράγοντας «άνθρωπος», ως ο βασικός συντελεστής του δυναμικού ασφαλείας της Χώρας. Αυτό συνεπάγεται πολιτική υιοθέτησης αρχών που επιβάλλουν την αρμονική συνύπαρξη της στρατηγικής εθνικής ασφάλειας με πλήρη σεβασμό των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στο πλαίσιο ενός δημοκρατικά νομιμοποιημένου και κοινωνικά αποδεκτού θεσμικού πλαισίου. Στόχος είναι ένα σύστημα εθνικής ασφάλειας χωρίς έκπτωση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών αποτελεί μια δημόσια κρατική Υπηρεσία με καθορισμένη αποστολή, που διέπεται από τις αρχές του Συντάγματος και των νόμων. Η επιδιωκόμενη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς της επιβάλλεται να επιχειρείται και να επιτυγχάνεται στο πλαίσιο που καθορίζει η αποστολή της, με απόλυτο σεβασμό στην εσωτερική και διεθνή νομιμότητα, στα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τις επιταγές του Κράτους Δικαίου, αλλά και με ουσιαστικό έλεγχο της δράσης της, μέσα από αναβαθμισμένες και αποτελεσματικές μορφές ελέγχου.
Είναι προφανές ότι οι σύγχρονες απαιτήσεις στο πεδίο των Υπηρεσιών Πληροφοριών και, ως εκ τούτου, και στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών επιβάλλουν τον ουσιαστικό μετασχηματισμό και τη μετεξέλιξή της, όχι μόνο σ’ επίπεδο οργανωτικής δομής, αλλά ιδίως σ’ επίπεδο λειτουργικότητας και προσανατολισμού της αποστολής και των δράσεών της. Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, επιχειρούνται η αντιμετώπιση των χρόνιων αδυναμιών στη δομή, των ελλείψεων σε σύγχρονες υποδομές και των προβλημάτων στη λειτουργία και τις δράσεις της ΕΥΠ και, επιπλέον, η αναβάθμισή της σε μια σύγχρονη Υπηρεσία Πληροφοριών, που θα υπηρετεί αποκλειστικά και μόνον και με αφοσίωση την ασφάλεια της Χώρας και τα εθνικά συμφέροντα.
Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου αποσκοπεί στο να προσανατολισθούν και να προσαρμοσθούν η αποστολή και οι δράσεις της Ε.Υ.Π. προς τις σύγχρονες απαιτήσεις, ώστε να είναι σε θέση ν’ αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία μας, αλλά και τη διεθνή κοινότητα από πλευράς εγκληματικών απειλών.
Βασικό στόχο επίσης αποτελεί η πλήρης διασφάλιση της νομιμότητας και του απόλυτου σεβασμού των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κατά τη δράση της Ε.Υ.Π., μέσα από θεσμικές διαδικασίες διαφάνειας και ελέγχου, όπως απαιτεί η ποιότητα της Δημοκρατίας μας. Στην κατεύθυνση αυτή θα προταθεί, κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου στη Βουλή, με τροποποίηση του Κανονισμού της που θα αποφασίσει η ίδια κυρίαρχα, να ενισχυθεί δραστικά η άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου για όλα τα ζητήματα που άπτονται της λειτουργίας της Ε.Υ.Π. Αυτό, άλλωστε, επιβάλλουν η τήρηση της αρχή της διαφάνειας και της νομιμότητας αλλά, κυρίως, η ουσία και η ποιότητα της Δημοκρατίας μας. Παράλληλα, η τοποθέτηση εισαγγελικού λειτουργού στην έδρα της Υπηρεσίας, όπως προβλέπεται από το παρόν νομοσχέδιο, εγγυάται τη νομιμότητα της δράσης και των ενεργειών της.
Με το παρόν σχέδιο νόμου, τέλος, επιχειρείται να αναβαθμισθούν οι οργανωτικές και λειτουργικές υποδομές της Υπηρεσίας, με την αξιοποίηση του ποιοτικού στοιχείου από πλευράς εκπαίδευσης και ήθους του ανθρώπινου δυναμικού, και να επιτευχθεί ο εκσυγχρονισμός του τεχνολογικού εξοπλισμού της, προκειμένου να μπορεί να υποστηρίξει την παραγωγή και εφαρμογή σύγχρονων πολιτικών ασφάλειας, που θα εγγυώνται την εθνική ασφάλεια και τα συμφέροντα του Ελληνικού Λαού και της Χώρας, στη σταθερή προοπτική της ειρήνης και της ευημερίας όλου του κόσμου.
Ειδικότερα, με τις επιμέρους διατάξεις του προτεινόμενου σχεδίου νόμου καθορίζονται τα ακόλουθα :
1. Με το άρθρο 1, επαναπροσδιορίζεται ο χαρακτήρας της ΕΥΠ ως αυτοτελούς πολιτικής δημόσιας υπηρεσίας και καθορίζονται οι αρμοδιότητες του Υπουργού Εσωτερικών στη χάραξη της πολιτικής και της δράσης της Υπηρεσίας, στο πλαίσιο των εθνικών προτεραιοτήτων της ευρύτερης κυβερνητικής πολιτικής.
2. Με το άρθρο 2, ανακαθορίζονται η αποστολή και οι στρατηγικοί στόχοι της ΕΥΠ. Αντικείμενο πρόληψης και αντιμετώπισης απειλών, μέσω της εξειδικευμένης δράσης της Υπηρεσίας, αποτελούν πλέον νέοι, σημαντικότατοι τομείς δράσης, κρίσιμοι για την απρόσκοπτη και ομαλή λειτουργία του Κράτους. Ειδικότερα, διευρύνεται η αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές, πληροφοριών που αφορούν στην προστασία και προώθηση πολιτικών, οικονομικών, στρατιωτικών και εν γένει εθνικών στρατηγικών συμφερόντων της Χώρας. Στην κύρια αποστολή της Υπηρεσίας εντάσσεται η πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων που συνιστούν απειλή κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της εδαφικής ακεραιότητας και εθνικής ασφάλειας του Ελληνικού Κράτους, καθώς και κατά του εθνικού πλούτου της Χώρας. Τέλος, κατευθύνεται η δραστηριότητα της Υπηρεσίας και στην πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων τρομοκρατικών οργανώσεων, καθώς και άλλων εκφάνσεων ή ομάδων οργανωμένου εγκλήματος. Με τις διατάξεις του ιδίου άρθρου, προβλέπονται η υπαγωγή της Υπηρεσίας, σε περίοδο πολέμου, επιστράτευσης ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας, με χαρακτηριστικά διαρκούς κρίσεως, στον Αρχηγό Γ.Ε.ΕΘ.Α. και η μετατροπή της λειτουργίας της, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις σε κεντρική υπηρεσία διαχείρισης πληροφοριών της Χώρας.
3. Με το άρθρο 3, καθορίζονται η συγκρότηση της ΕΥΠ και η ιδιαίτερη διάρθρωση της Κεντρικής Υπηρεσίας της και των Περιφερειακών Μονάδων αυτής.
4. Με το άρθρο 4, καθορίζονται αναλυτικά, με γνώμονα πάντα το Σύνταγμα και τους νόμους του Κράτους, οι κυριότερες αρμοδιότητες της ΕΥΠ. Ειδικότερα, προβλέπεται η συλλογή, επεξεργασία και παροχή πληροφοριών αναφορικά με την πρόληψη και αποτροπή απειλών κατά της εθνικής ασφάλειας ή του δημοκρατικού πολιτεύματος, την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων της Χώρας και τη συμβολή στην εξουδετέρωση της δράσης τρομοκρατικών οργανώσεων ή ομάδων οργανωμένου εγκλήματος. Ανατίθεται στην Υπηρεσία ο συντονισμός, στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΚΥΣΕΑ, της δράσης των υπηρεσιών πληροφοριών και ασφαλείας της Χώρας, αναφορικά με το αντικείμενο της αποστολής της. Διατηρείται από την Υπηρεσία η μέριμνα για την αντιμετώπιση κατασκοπευτικών δραστηριοτήτων σε βάρος της Χώρας και η παροχή της αναγκαίας πληροφοριακής συνδρομής στα αρμόδια για την αντιμετώπιση κρίσεων συλλογικά όργανα του Κράτους, παρέχεται δε από αυτήν στους αρμόδιους φορείς του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας η αναγκαία πληροφοριακή υποστήριξη για την επιχειρησιακή σχεδίαση του Γ.Ε.ΕΘ.Α. Ως Τεχνικής Φύσεως Αρχή Ασφαλείας Πληροφοριών (INFOSEC), κατά την παρ. 5 του ΜΕΡΟΥΣ Ι της υπ΄ αριθμ. 264/19-3-2001 Απόφασης του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και την παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ.325/2003, η Υπηρεσία μεριμνά για την ασφάλεια των εθνικών επικοινωνιών και των συστημάτων τεχνολογίας πληροφοριών, καθώς και για την πιστοποίηση του διαβαθμισμένου υλικού των εθνικών επικοινωνιών. Επιπλέον, αποτελεί εκ παραλλήλου την Εθνική Αρχή Αντιμετώπισης Ηλεκτρονικών Επιθέσεων, κατά την παρ. 36 Τμήμα ΧΙ, Κεφάλαιο ΙΙΙ του ΜΕΡΟΥΣ ΙΙ της υπ΄ αριθμ. 264/19-3-2001 Απόφασης του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και την παρ. 4 του άρθρου 2 του π.δ.325/2003, και, για τον λόγο αυτό, μεριμνά για τη στατική και ενεργητική αντιμετώπιση περιπτώσεων πρόκλησης βλάβης ή καταστροφής δικτύων επικοινωνιών, εγκαταστάσεων αποθήκευσης πληροφοριών και συστημάτων πληροφορικής. Τέλος, στο πλαίσιο της απαραίτητης πλέον διεθνούς συνεργασίας, προβλέπεται η συνεργασία της με αντίστοιχες υπηρεσίες άλλων χωρών και διεθνών οργανισμών.
5. Με το άρθρο 5, καθορίζονται ρητά το θεσμικό πλαίσιο και οι προϋποθέσεις άσκησης των αρμοδιοτήτων της ΕΥΠ, διά των οποίων επιτυγχάνεται η αποτελεσματικότητα της δράσης της με πλήρη διαφάνεια και με απόλυτο σεβασμό στη νομιμότητα και ιδίως στα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Σημαντικό μέτρο στην κατεύθυνση αυτή αποτελεί ο ορισμός εισαγγελικού λειτουργού, με θητεία μέχρι τρία χρόνια στη θέση αυτή, ο οποίος θα ελέγχει τη νομιμότητα των επιχειρησιακών δράσεών της που άπτονται θεμάτων των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Τίθενται, τέλος, οι προϋποθέσεις κατοχής και οι κανόνες χρήσης των όπλων, για το προσωπικό που υπηρετεί στην Υπηρεσία, με την πρόβλεψη αναλογικής εφαρμογής των διατάξεων του ν.3169/2003 που ισχύουν για τους αστυνομικούς.
6. Με το άρθρο 6, θεσπίζεται υποχρέωση των δημόσιων υπηρεσιών, των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, των δημόσιων επιχειρήσεων, των ελεγχομένων ή εποπτευομένων από το Δημόσιο νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, των νομικών προσώπων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των ΟΤΑ να παρέχουν πληροφορίες και στοιχεία και να συντρέχουν την ΕΥΠ στην εκπλήρωση της αποστολής της.
7. Με το άρθρο 7, Συνιστάται - για πρώτη φορά - σε κυβερνητικό επίπεδο, Συντονιστικό Συμβούλιο Διαχείρισης Πληροφοριών, το οποίο αποτελείται από τους Υπουργούς Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Μεταφορών και Επικοινωνιών, Εμπορικής Ναυτιλίας και από τον Υπουργό Επικρατείας, στον οποίο έχουν ανατεθεί οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης. Το Συμβούλιο αυτό, στο οποίο προεδρεύει ο Υπουργός Εσωτερικών, προβαίνει σε εκτιμήσεις πληροφοριών και παρέχει τις κατευθυντήριες οδηγίες διαχείρισης επί σοβαρών εγκληματικών ενεργειών, απειλών ή συμβάντων που πλήττουν ή είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ασφάλεια της Χώρας ή τις διεθνείς και διμερείς σχέσεις με άλλες χώρες, ενώ ταυτοχρόνως χαράσσει και την επικοινωνιακή τακτική επί των ανακυπτόντων ζητημάτων. Αυτό πάντοτε με πλήρη σεβασμό των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
8. Με το άρθρο 8, προβλέπεται η λειτουργία, εντός της Υπηρεσίας, του Συμβουλίου Πληροφοριών και καθορίζονται η ιδιαίτερη σύνθεση και οι αρμοδιότητές του.
9. Με το άρθρο 9, ρυθμίζονται τα θέματα διοίκησης στην ΕΥΠ και των προσόντων διορισμού του Διοικητή και των Υποδιοικητών της. Παρέχεται, επίσης, εξουσιοδότηση προς έκδοση προεδρικού διατάγματος, στο οποίο θα καθορίζονται οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα των οργάνων αυτών, καθώς και ζητήματα αναπλήρωσής τους σε περιπτώσεις κωλύματος ή απουσίας τους.
10. Με το άρθρο 10, καθορίζονται οι κατηγορίες προσωπικού που στελεχώνουν την ΕΥΠ, ενώ, με το άρθρο 11, παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση του Οργανισμού της ΕΥΠ, με τον οποίο θα καθορίζονται θέματα σύστασης νέων υπηρεσιών, συγχώνευσης ή κατάργησης υφισταμένων, σύστασης, αναδιάρθρωσης ή κατάργησης θέσεων του προσωπικού της, η διαδικασία πρόσληψης ή απόσπασής του από τα Σώματα Ασφαλείας, τις ΄Ενοπλες Δυνάμεις ή άλλους φορείς του Δημοσίου, καθώς και ζητήματα υπηρεσιακών σχέσεων αυτού και θέματα πειθαρχικού δικαίου. Επίσης, προβλέπεται η θέσπιση ηθικών κινήτρων, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, προκειμένου να διαμορφώνονται συνθήκες πρόσφορες και κατάλληλες για τη στελέχωση της Υπηρεσίας με ικανά και άξια στελέχη.
11. Με το άρθρο 12, προβλέπεται η έκδοση Εσωτερικού Κανονισμού της, που έχει, λόγω της φύσης της αποστολής της ΕΥΠ, απόρρητο χαρακτήρα, με τον οποίο ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα σχετικά με την εσωτερική διάρθρωση, στελέχωση και λειτουργία της Υπηρεσίας, τα ειδικά καθήκοντα του Διοικητή, των Υποδιοικητών και των λοιπών προϊσταμένων των οργανικών μονάδων της και οι ειδικότερες υποχρεώσεις του προσωπικού της.
12. Με το άρθρο 13, ρυθμίζονται ζητήματα εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης, επιμόρφωσης και εξειδίκευσης του προσωπικού της Υπηρεσίας, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται αποτελεσματικότερα στα καθήκοντά του.
13. Με το άρθρο 14, θεσπίζεται ιδιαίτερο καθήκον εχεμύθειας για τη Διοίκηση και το προσωπικό που υπηρετεί στην ΕΥΠ, σχετικά με διαβαθμισμένα ή μη έγγραφα, πληροφορίες ή άλλα στοιχεία, για τα οποία έλαβαν γνώση στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους. Επίσης, προβλέπεται ως ιδιώνυμο αδίκημα η δημοσιοποίηση διαβαθμισμένων εγγράφων και στοιχείων που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού και τον εξοπλισμό της ΕΥΠ καθώς και η παραβίαση καθήκοντος εχεμύθειας ή τήρησης του απορρήτου που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Περαιτέρω, τίθενται περιορισμοί και προϋποθέσεις, προκειμένου να καταθέτει μέλος του προσωπικού της ως μάρτυρας στα δικαστήρια ή να γνωστοποιηθούν στοιχεία και πληροφορίες σε άλλες αρχές και υπηρεσίες.
14. Με το άρθρο 15, ρυθμίζονται θέματα συγκρότησης, λειτουργίας και αρμοδιοτήτων των υπηρεσιακών συμβουλίων των υπαλλήλων της ΕΥΠ, ενώ, με τα άρθρα 16 και 17, ρυθμίζονται θέματα μετατάξεων, μεταθέσεων και αποσπάσεων του προσωπικού της ΕΥΠ, κατά παρέκκλιση των προβλεπομένων στον Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα.
15. Με το άρθρο 18, ρυθμίζονται ζητήματα αναγνώρισης χρόνου υπηρεσίας προσωπικού άλλων Υπηρεσιών που υπηρετεί στην ΕΥΠ.
16. Με το άρθρο 19, προβλέπονται τα σχετικά με την εγγραφή των αναγκαίων για τη λειτουργία της ΕΥΠ πιστώσεων στον Κρατικό Προϋπολογισμό και την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Υπηρεσίας. Επίσης, ρυθμίζονται θέματα διαχείρισης και δικαιολόγησης δαπανών, σύστασης πάγιας προκαταβολής στην Υπηρεσία, για την αντιμετώπιση των τακτικών δαπανών της, καθώς και θέματα κίνησης και διαχείρισης αυτής.
17. Με το άρθρο 20, για λόγους ευελιξίας, ταχύτητας και διασφάλισης του απορρήτου, παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εσωτερικών να εκδίδει ειδικό κανονισμό για τις προμήθειες και τις παροχές υπηρεσιών του εξοπλισμού της ΕΥΠ που χαρακτηρίζεται ως απόρρητος ή αφορά σε ουσιώδη συμφέροντα της Χώρας ή πρέπει να συνοδεύεται από ιδιαίτερα μέτρα ασφάλειας.
19. Με τα άρθρα 21 και 22 προβλέπονται οι μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις.
20. Με το άρθρο 23 ορίζεται η άμεση έναρξη της ισχύος του νόμου από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 23 Ιανουαρίου 2008
|