Του Κωνσταντίνου Π. Κουλούρη
Αθήνα 24.2.2006, 22:12 Πριν από μερικά χρόνια, όταν προβαλλόταν ως πανάκεια η μετατροπή των ΤΕΙ σε Πανεπιστήμια προκειμένου μερικοί “μωροφιλόδοξοι” να κατακτήσουν αυτόματα θέσεις καθηγητών Πανεπιστημίου, γράφαμε το άρθρο: “Ανώτατα τα ΤΕΙ, μήπως έτσι θα καταργηθούν;”.
Διάφοροι αποτυχημένοι υποψήφιοι καθηγητές Πανεπιστημίου, σε επανειλημμένες υποψηφιότητες, εξασφάλισαν τις πολιτικές συγκυρίες και το 2001 επέτυχαν πολιτική κάλυψη και διαμόρφωσαν με τον ν. 2916/01 μια πρωτοφανή εξέλιξη, αφού παρουσίασαν ως “ανωτατοποίηση” την αποκατάσταση μιας μικρής ομάδας σε ηγετική ομάδα, με ύποπτες έως διαβλητές κρίσεις από ειδικά πενταμελή εκλεκτορικά σώματα που δημιουργούσε ο υπουργός και απολύτως σαθρό θεσμικό πλαίσιο, όπως αποδείχθηκε με την απόφαση του ΣτΕ για την ακύρωση του Π.Δ. 318, που όμως μπήκε με τρόπο απόλυτο στα ουσιαστικά θεσμικά θέματα του καθεστώτος λειτουργίας των ΤΕΙ και ανέδειξε τελεσίδικα ότι τα ΤΕΙ είναι ανώτερες σχολές και τα πτυχία τους κρίνονται ως τέτοια (βλέπε συνέντευξη υπ. Παιδείας 08/02/2006). Είναι φανερό ότι το μείζον θέμα που παρουσιάζεται είναι η ανάπτυξη της πολιτικής βούλησης για να σταματήσει επιτέλους η πρωτοφανής εξαπάτηση της νεολαίας που δημιουργήθηκε με την “εικονική πραγματικότητα” της ανωτατοποίησης των ΤΕΙ. Δυστυχώς η δημόσια πολιτική δήλωση ότι “ο νόμος Ευθυμίου για τα ΤΕΙ είναι η πιο μεγάλη πολιτική απάτη για την ελληνική νεολαία και την κοινωνία” επιβεβαιώνεται θα λέγαμε πανηγυρικά αν η πραγματικότητα δεν ήταν από μόνη της πικρή και θλιβερή. Δυστυχώς η δήθεν ανωτατοποίηση, μεθοδευμένα και συστηματικά περιορίστηκε από πολιτικά στελέχη του υπουργείου (2001) και διακομματικούς – διαχρωματικούς παρατρεχάμενους (γαλάζιοι, κόκκινοι, πράσινοι κ.λπ.) σε υποβάθμιση όλων των εκπιαδευτικών και σε μια προσαρμοσμένη κρίση με κριτήρια προσεκτικά επιλεγμένα για να ικανοποιούν ατομικές μικροφιλοδοξίες και ελεγχόμενες εξελίξεις για πολλούς (όχι για όλους) με αμφισβητούμενα προσόντα.
Για λόγους άρσης παρεξηγήσεων, είναι ανάγκη να διευκρινίσουμε ότι οι κρίσεις του εκπαιδευτικού προσωπικού που έγιναν ήσαν πολλές φορές διαβλητές, παράνομες, υποβολιμαίες, αλλά δεν αφορούν όλους όσους τις υπέστησαν ούτε όσους τις πραγματοποίησαν ως μέλη επιτροπών. Υπάρχει όμως σωρεία εγγράφων διαμαρτυριών από μέλη επιτροπών, ακόμα και προσφυγές στο ΣτΕ, όπου μέλη των επιτροπών, επειδή απέρριψαν υποψηφιότητες, αντικαταστάθηκαν και έτσι μεγάλος αριθμός “κρινόμενων” τακτοποιήθηκαν, προφανώς οφείλοντας την εξέλιξή τους σε χαριστικές πράξεις.
Με τις μεθοδεύσεις αυτές δημιουργήθηκε στα ΤΕΙ μια νέα ηγετική ομάδα, με λίγους αντικειμενικά ικανούς και αρκετούς “ελεγχόμενους” είτε λόγω ποιότητας προσόντων ή επάρκειας τίτλων ή ψεύτικων και άχρηστων δημοσιεύσεων και εν γένει με πρακτικά κρίσης που στο σύνολό τους είναι διαβλητά και άκυρα αφού στις περισσότερες περιπτώσεις (ίσως και στο σύνολο) δεν περιέχουν ουσιαστική κρίση προσόντων και τίτλων αλλά “τυπική” διατύπωση δήθεν “σύμφωνα με τον Νόμο” ώστε να απαλλάσσονται και τα μέλη των επιτροπών κρίσεως από τις ποινικές ευθύνες για αναγνώριση ψεύτικων τίτλων ή μη ύπαρξη συνάφειας διδακτορικού και διδακτικού έργου ή δημοσίευσης ψεύτικων εργασιών ή, ή, ή…..
Μεθοδευμένα και συστηματικά, με πρόσχημα τα προσόντα και με ειδικές προνομιακές νομοθετικές ρυθμίσεις, αναγνωρίστηκαν μεταπτυχιακοί τίτλοι και διδακτορικά για μέλη του εκπαιδευτικού προσωπικού που δεν είχαν πανεπιστημιακά πτυχία. Διάφοροι από αυτούς εμφανίζονται ως πρωταγωνιστές των “προσόντων” και αγωνιστές της ποιότητας και των πτυχίων και υποστηρικτές του νόμου της ψευτο “ανωτατοποίησης” και των αδικαιολόγητων διακρίσεων σε βάρος των συναδέλφων τους, των χαριστικών πράξεων τίτλων και του εξευτελιστικού αποκλεισμού ικανών και έντιμων εκπαιδευτικών. Πρωτοφανείς μεθοδεύσεις και βυζαντινισμοί, μικρόψυχες και ιδιοτελείς επεμβάσεις, με την συμμετοχή και στενών συνεργατών της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΠΘ της προηγούμενης και δυστυχώς και της παρούσας. Με έκπληξη πολλοί από τους εκπαιδευτικούς που πίστεψαν και πιστεύουν ακόμα αρκετοί στις καλές προθέσεις της νέας διακυβέρνησης και στον Κ. Καραμανλή, ενώ έκπληκτοι πληροφορούμαστε την “συνέχεια” της παραβίασης κανόνων ηθικής, διαφάνειας, αντικειμενικότητας… Με την σημερινή Κυβέρνηση πολιτικοί που είχαν δημόσια δεσμευτεί ότι θα αποκαταστήσουν με δικαιοσύνη τις διακρίσεις και τους αποκλεισμούς, παριστάνουν τις “πάπιες” (όχι αυτές του “ιού της γρίπης”) και στενοί συνεργάτες τους προετοιμάζουν με ιδιοτέλεια πολυτελείς “μεταγραφές” ή δήθεν “μεταπτυχιακά και διδακτορικά” σκοπιμότητας με ανταλλάγματα την σιωπή ή και την διακομματική – διαχρωματική διαπλοκή ακόμα και επίλεκτων συνδικαλιστών.
Βεβαίως, τα πιο πάνω είναι ένα μόνο μικρό τμήμα των γεγονότων, αυτό που αφορά την εξευτελιστική υποβάθμιση ενός μεγάλου μέρους του εκπαιδευτικού προσωπικού που υπηρετούσε στα ΤΕΙ πριν τον νόμο 2616/01. Είναι όμως κρίσιμο γιατί συντηρεί την κατάσταση διχασμού και αδιαφορίας για μεγάλες ομάδες εκπαιδευτικών που για πολλά χρόνια, και σήμερα, δίδαξαν και διδάσκουν με αυταπάρνηση και σοβαρότητα, χωρίς να “προετοιμάζουν” προσυμφωνημένες συχνά καταστάσεις τίτλων ή ψευτοπροσόντων και φυσικά το δικαίωμα στην εξουσία και τον “έλεγχο” των νέων διορισμών.
Δυστυχώς η μείωση των εν δυνάμει μετεχόντων στις διαδικασίες εκλογής και διοίκησης εκτρέφει ανώμαλες καταστάσεις και διαμορφώνει κλίκες και ομάδες εξουσίας που καταργούν την διαφάνεια και φυσικά διασύρουν την ποιότητα λειτουργίας των ΤΕΙ, καταστρέφοντας μια προσπάθεια την οποία για δεκαετίες κατέβαλλαν με αξιοπρέπεια, αυτοσεβασμό και ανιδιοτέλεια πολλοί από αυτούς που σήμερα εμφανίζονται αποκλεισμένοι και άχρηστοι για δημιουργική συμμετοχή στην λειτουργία και τον σχεδιασμό του μέλλοντος των ιδρυμάτων, ενώ είναι χρήσιμοι έως πολύτιμοι για να διδάσκουν πλήρως, καθήκον που είναι το μείζον και σημαντικό για κάθε ακαδημαϊκό δάσκαλο.
Ο κατήφορος στον οποίο εισήγαγε τα ΤΕΙ ο νόμος Ευθυμίου της ψευτοανωτατοποίησης συνεχίζεται με την παθητική άρνηση της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΠΘ να αντιμετωπίσει το κύριο πρόβλημα των ΤΕΙ.
Την “απουσία” συμβολής του ανθρώπινου δυναμικού στον αγώνα της κορυφής. Ελάχιστοι ιδεολόγοι ή κάποιοι “συμμετέχοντες” σε “κόλπα” εξουσίας ή “εισπράξεων” μέσω μεθοδεύσεων, αποτελούν μόνο ένα μικρό ποσοστό ενός συνόλου ανθρώπων που συνωστίζονται με αγωνία στην κλίμακα της επιβίωσης ή στην πύλη εξόδου.
Ο πάτος του βαρελιού φαίνεται ότι αποκαλύφθηκε και αν δεν αναλάβουν αμέσως όλοι τις ευθύνες τους, το τέλος πλησιάζει ραγδαία. Και τότε κανένας δεν θα υπάρχει για να μας υποστηρίξει…
* Ο Κωνσταντίνος Π. Κουλούρης είναι καθηγητής του ΤΕΙ Πειραιά
|