Αθήνα 3.12.2013, 22:12
Η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ σχετικά με τις δεξιότητες των 15χρονων μαθητών στα μαθηματικά, τις θετικές επιστήμες και την ανάγνωση αποτυπώνει πολυμορφία επιδόσεων στα κράτη μέλη. Η ΕΕ, ως σύνολο, υστερεί σημαντικά όσον αφορά τα μαθηματικά, αλλά η εικόνα είναι πιο ενθαρρυντική όσον αφορά τις θετικές επιστήμες και την ανάγνωση, όπου η Ευρώπη βρίσκεται στον σωστό δρόμο ώστε να επιτύχει τον στόχο που έχει θέσει για το 2020, δηλαδή να μειώσει το ποσοστό των ατόμων με χαμηλές επιδόσεις κάτω από το 15%.
Ειδικά για την Ελλάδα, τα νέα δεν είναι ευχάριστα καθώς παρατηρείται αύξηση του ποσοστού των μαθητών με χαμηλές επιδόσεις και στους τρεις παραπάνω τομείς, με αποτέλεσμα στη γενική κατάταξη των 65 χωρών να πέφτει στην 42η θέση, από την 25η που ήταν το 2009, και σε ευρωπαϊκό επίπεδο να ξεπερνάει μόνο την Κύπρο, το Μαυροβούνιο και την Αλβανία.
Το ποσοστό των μαθητών με χαμηλές επιδόσεις στην κατανόηση κειμένου αυξήθηκε κατά 1,3% (-1,9% στην ΕΕ), στα μαθηματικά κατά 5,4% (-0,2% στην ΕΕ) και στις φυσικές επιστήμες κατά 0,2% (-1,2% στην ΕΕ).
Εκείνοι που διαπρέπουν και στους τρεις τομείς είναι οι νέοι της Σαγκάης, οι οποίοι έχουν αποδεδειγμένη γνώση και δεξιότητες που ισοδυναμούν με τουλάχιστον ένα επιπλέον έτος σχολικής φοίτησης σε σχέση με τους συνομηλίκους τους σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Συνολικά η ΕΕ παρουσιάζει καλύτερες επιδόσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τα αποτελέσματα της Έκθεσης παρουσιάστηκαν στις Βρυξέλλες από τον κ. Yves Leterme, αναπληρωτή Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), και τον κ. Jan Truszczynski, προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και Πολιτισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι, από το 2009, δέκα κράτη μέλη (BG, CZ, DE, EE, IE, HR, LV, AT, PL και RO) έχουν επιτύχει σημαντική πρόοδο στη μείωση του ποσοστού των ατόμων με χαμηλές επιδόσεις στις τρεις βασικές δεξιότητες. Ωστόσο, πέντε χώρες της ΕΕ (EL, HU, SK, FI και SE) κατέγραψαν αύξηση αυτού του αριθμού. ¶λλα κράτη μέλη έχουν επιτύχει μεικτά αποτελέσματα (βλ. πίνακα). Συνολικά, η ΕΕ έχει καλύτερες επιδόσεις απ' ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και οι δύο υστερούν σε σχέση με την Ιαπωνία.
Η κ. Ανδρούλλα Βασιλείου, ευρωπαία επίτροπος αρμόδια για θέματα εκπαίδευσης, πολιτισμού, πολυγλωσσίας και νεολαίας, δήλωσε: «Συγχαίρω τα κράτη μέλη που βελτίωσαν τις επιδόσεις τους, αλλά είναι σαφές ότι η ΕΕ, ως σύνολο, πρέπει να καταβάλει μεγαλύτερες προσπάθειες. Τα κράτη μέλη πρέπει να συνεχίσουν το έργο τους με σκοπό την αντιμετώπιση των χαμηλών επιδόσεων στη σχολική εκπαίδευση, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι νέοι θα έχουν τις ικανότητες που χρειάζονται για να επιτύχουν στον σύγχρονο κόσμο. Τα αποτελέσματα μάς υπενθυμίζουν ότι η επένδυση σε ποιοτική εκπαίδευση έχει θεμελιώδη σημασία για το μέλλον της Ευρώπης».
Σε ανάλογο πνεύμα ήταν και οι δηλώσεις του κ. Yves Leterme: «Η μελέτη PISA αποτυπώνει τις γνώσεις που έχουν οι νέοι ηλικίας 15 ετών και τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να τις αξιοποιήσουν. Σε μια παγκόσμια οικονομία, η επιτυχία δεν μετράται πλέον με βάση τα εθνικά πρότυπα και μόνο, αλλά και με βάση τα εκπαιδευτικά συστήματα που οδηγούν στις καλύτερες επιδόσεις. Τα αποτελέσματα για την ΕΕ υπογραμμίζουν ότι ο ρυθμός βελτίωσης πρέπει να επιταχυνθεί, ώστε τα κράτη μέλη να μη φτάσουν να υστερούν έναντι άλλων οικονομιών», πρόσθεσε ο πρώην πρωθυπουργός του Βελγίου.
Η μελέτη PISA πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2000 και, έκτοτε, διενεργείται ανά τριετία. Στη μελέτη του 2012 συμμετείχαν και τα 34 κράτη μέλη του ΟΟΣΑ καθώς και 31 χώρες-εταίροι, δηλ. ποσοστό μεγαλύτερο από το 80% της παγκόσμιας οικονομίας. Περίπου 510 000 μαθητές ηλικίας από 15 ετών και 3 μηνών έως 16 ετών και 2 μηνών συμμετείχαν στις δοκιμασίες, οι οποίες αφορούσαν τα μαθηματικά, την ανάγνωση και τις θετικές επιστήμες, αλλά η έμφαση δινόταν κυρίως στα μαθηματικά.
Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις μελέτες PISA επιτρέπουν στους αρμόδιους για τη χάραξη πολιτικής και στους εκπαιδευτές να προσδιορίσουν τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών συστημάτων υψηλών επιδόσεων και να προσαρμόσουν τις πολιτικές τους.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ΟΟΣΑ υπέγραψαν πρόσφατα συμφωνία στενότερης συνεργασίας σε τρεις τομείς: τις στρατηγικές δεξιοτήτων, τις αναλύσεις ανά χώρα και τις διεθνείς έρευνες.
Οι διαπιστώσεις για την ΕΕ, σύμφωνα με την ανάλυση της Επιτροπής, είναι οι εξής: * Ανάγνωση: Το ποσοστό των ατόμων με χαμηλές επιδόσεις στην ανάγνωση μειώθηκε: από 23,1% το 2006 και 19,7% το 2009 σε 17,8% το 2012. Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, τότε ο στόχος του 15% για το 2020 μπορεί να επιτευχθεί. Μέχρι στιγμής, μόνο επτά χώρες της ΕΕ έχουν επιτύχει αυτό το ποσοστό αναφοράς (EE, IE, PL, FI, NL, DE και DK). Αξιοσημείωτη πρόοδος έχουν πραγματοποιήσει οι CZ, DE, EE, IE, HR, LT, LU, AT, PL και RO.
* Μαθηματικά: Από το 2009 δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος όσον αφορά τη βελτίωση του ποσοστού των ατόμων με χαμηλές επιδόσεις σε επίπεδο ΕΕ. Ωστόσο, τέσσερα κράτη μέλη (EE, FI, PL και NL) είναι μεταξύ των χωρών με τις καλύτερες επιδόσεις παγκοσμίως· το ποσοστό ατόμων με χαμηλές επιδόσεις στα μαθηματικά κυμαίνεται κάτω από το 15%, δηλ. το ποσοστό αναφοράς της ΕΕ. Κανένα άλλο κράτος μέλος δεν έχει φτάσει ακόμα σΆ αυτό το επίπεδο. Σημαντική πρόοδος (πάνω από 2 ποσοστιαίες μονάδες) πραγματοποιήθηκε από BG, EE, IE, HR, LV, AT, PL και RO.
* Θετικές επιστήμες: Παρατηρείται σταθερή βελτίωση όσον αφορά τις δεξιότητες στις θετικές επιστήμες σΆ ολόκληρη την Ένωση. Το σχετικό ποσοστό των ατόμων με χαμηλές επιδόσεις στην ΕΕ μειώθηκε: από 20,3 % το 2006 και 17,8 % το 2009 σε 16,6 % το 2012. Δέκα κράτη μέλη βρίσκονται κάτω από τον στόχο του 15%: CZ, DE, EE, IE, LV, NL, PL, SI, FI και UK. Σταθερή πρόοδο έχουν πραγματοποιήσει οι CZ, DE, EE, IE, HR, LT, LU, AT, PL και RO.
Η ανάλυση επισημαίνει ότι η κοινωνικοοικονομική κατάσταση των μαθητών έχει σημαντική επίπτωση στις επιδόσεις: εκείνοι που προέρχονται από νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος είναι πολύ πιθανότερο να έχουν χαμηλότερες επιδόσεις στα μαθηματικά, τις θετικές επιστήμες και την ανάγνωση. ¶λλοι σημαντικοί παράγοντες περιλαμβάνουν τις κυρίως αρνητικές συνέπειες που συνεπάγεται η προέλευση από οικογένειες μεταναστών, τη σημασία της συμμετοχής σε προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα, καθώς και το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των φύλων ως προς τις ικανότητες ανάγνωσης (τα κορίτσια τα καταφέρνουν πολύ καλύτερα απΆ ό,τι τα αγόρια).
Η ανάλυση αποδεικνύει, επίσης, τη σχέση μεταξύ των αποτελεσμάτων της μελέτης PISA και της έρευνας του ΟΟΣΑ σχετικά με τις δεξιότητες των ενηλίκων, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα ( IP/13/922). Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι πολιτικές, για να είναι αποτελεσματικές, πρέπει να εστιάζονται στη βελτίωση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μετά το επίπεδο αυτό είναι συνήθως πολύ αργά για να αντισταθμίσει η ευκαιρία που χάθηκε στο σχολείο.
ΠΙΝΑΚΑΣ
|