Αθήνα 10.5.2010, 22:04
Το νομοσχέδιο για το ασφαλιστικό (θα το βρείτε παρακάτω) παρουσίασε επίσημα σήμερα ο υπουργός Εργασίας Ανδρέας Λοβέρδος, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου και αφού λίγο νωρίτερα το παρουσίασε στο Υπουργικό Συμβούλιο. Θα κατατεθεί στη Βουλή με τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
O κ. Λοβέρδος τόνισε ότι υλοποιείται μία ακόμη προεκλογική υπόσχεση της κυβέρνησης και δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν θα επιτραπεί καμμία παρέμβαση που θα δημιουργούσε πρόβλημα επιβίωσης στα ασφαλιστικά ταμεία.
Μεταξύ άλλων, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει τη συγχώνευση των ασφαλιστικών ταμείων και την επαναφορά εισφοράς ανάλογης του ΛΑΦΚΑ.
* Δείτε την εισήγηση του Α. Λοβέρδου στο Υπουργικό Συμβούλιο.
* Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του νομοσχεδίου.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ Άρθρο 1 Εννοιολογικοί προσδιορισμοί 1. Βασική σύνταξη: Το ποσό της σύνταξης που δεν αναλογεί σε ασφαλιστικές εισφορές και χορηγείται μετά την 1.1.2018 υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος αυτός. 2. Αναλογική σύνταξη: Το ποσό της σύνταξης που αναλογεί στο ύψος των ασφαλιστικών εισφορών για τα έτη ασφάλισης, από 1.1.2013 και εφεξής, κάθε ασφαλισμένου που θεμελιώνει δικαίωμα σύνταξης μετά την 1.1.2018 σε φορείς κύριας ασφάλισης. Το αναλογικό ποσό σύνταξης βαρύνει τους προϋπολογισμούς των ασφαλιστικών οργανισμών κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο.
Άρθρο 2 Βασική σύνταξη 1. Από 1.1.2018 και εφεξής καθιερώνεται βασική σύνταξη. Το ύψος του ποσού της βασικής σύνταξης για το έτος 2010 καθορίζεται στο ποσό των τριακοσίων εξήντα ευρώ (360,00 €) και αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 11 του νόμου αυτού. 2. Την ανωτέρω βασική σύνταξη δικαιούνται: Α. Οι ασφαλισμένοι των οργανισμών κύριας ασφάλισης, καθώς και οι τακτικοί υπάλληλοι του δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμίδας, ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, που θεμελιώνουν για πρώτη φορά συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1.1.2018 και εφεξής. Η βασική σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία έναρξης της συνταξιοδότησης από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα ή το Δημόσιο. Στους ασφαλισμένους των οποίων η σύνταξη, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Κεφαλαίου αυτού, αποτελεί άθροισμα δύο τμημάτων, η βασική σύνταξη υπολογίζεται αναλογικά με βάση τα έτη ασφάλισης από 1.1.2013 και εφεξής προς το συνολικό χρόνο ασφάλισης. Το ποσό της βασικής σύνταξης μειώνεται στις περιπτώσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος, σε μειωμένη σύνταξη λόγω αναπηρίας καθώς και στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου. Η μείωση της βασικής σύνταξης προκειμένου για τους ασφαλισμένους που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη γήρατος, ανέρχεται σε 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης. Για τους συνταξιούχους που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη λόγω αναπηρίας με ποσοστό 67% έως και 79,99% χορηγείται το εβδομήντα πέντε (75%) της βασικής σύνταξης, και με ποσοστό από 50% έως και 66,99% χορηγείται το πενήντα τοις εκατό (50%) αυτής. Η μείωση αυτή δεν έχει εφαρμογή σε όσους συνταξιοδοτούνται με τις διατάξεις του ν. 612/1977 (Α' 164). Στις περιπτώσεις χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου, το ποσό της βασικής σύνταξης προσδιορίζεται για τον επιζώντα σύζυγο και κάθε συνδικαιούχο, με βάση το δικαιούμενο σύμφωνα με τη νομοθεσία κάθε φορέα ή σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις, ποσοστό σύνταξης λόγω θανάτου, όπως διαμορφώνεται. Προκειμένου για τέκνα, η καταβολή του εν λόγω ποσοστού της βασικής σύνταξης λήγει με τη συμπλήρωση των ορίων ηλικίας που ορίζονται από τη νομοθεσία. Το καταβαλλόμενο σε αυτά ποσοστό, μετά τη διακοπή χορήγησής του, προστίθεται στο ποσοστό που χορηγείται στον δικαιούχο επιζώντα σύζυγο και έως το ποσοστό της δικαιούμενης σύνταξης. Εάν ο συνταξιούχος λόγω θανάτου λαμβάνει σύνταξη και από ίδιο δικαίωμα ή περισσότερες της μιας συντάξεις λόγω θανάτου, δικαιούται βασική σύνταξη για την εξ ίδίου δικαιώματος σύνταξη και για την μεγαλύτερη από τις συντάξεις λόγω θανάτου. Εάν ο συνταξιούχος λόγω θανάτου σύζυγος εργάζεται ή απασχολείται δικαιούται βασική σύνταξη. Σε περίπτωση επιμερισμού της εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξης μεταξύ δικαιούχου και τέκνων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του νόμου αυτού, όπως ισχύει κάθε φορά, το ποσό της βασικής σύνταξης κατανέμεται κατά τα ίδια ποσοστά. Προκειμένου για συνταξιούχους εξ ιδίου δικαιώματος με περισσότερες της μιας συντάξεις χορηγείται μία βασική σύνταξη. Στην περίπτωση συνταξιούχου ή δικαιούμενου μιας πλήρους σε ποσό και μιας μειωμένης κύριας σύνταξης, το ποσό της χορηγούμενης βασικής σύνταξης είναι πλήρες και καταβάλλεται από τον φορέα που χορηγεί την πλήρη σύνταξη. Αρμόδιος φορέας καταβολής της βασικής σύνταξης σε αυτή την κατηγορία συνταξιούχων είναι ο απονέμων την αναλογική σύνταξη φορέας κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο. Β. Οι ανασφάλιστοι και όσοι έχουν πραγματοποιήσει λιγότερες από 4.500 ημέρες ή 15 έτη ασφάλισης σε ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, εφόσον πληρούν αθροιστικά τα παρακάτω κριτήρια: i) έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους. ii) το ατομικό και το οικογενειακό τους εισόδημα από οποιαδήποτε πηγή, κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, δεν υπερβαίνουν το 14πλάσιο και το 28πλάσιο του κατά τα ανωτέρω πλήρους ποσού βασικής σύνταξης αντίστοιχα. iii) διαμένουν στην Ελλάδα για τουλάχιστον δεκαπέντε (15) έτη μεταξύ του 15ου και του 65ου έτους της ηλικίας τους. Το ύψος της βασικής σύνταξης είναι πλήρες για όσους πληρούν αθροιστικά τα ανωτέρω κριτήρια και έχουν συμπληρώσει στη χώρα τουλάχιστον τριανταπέντε (35) πλήρη έτη διαμονής και μειώνεται κατά 1/35 για κάθε ένα έτος που υπολείπεται των τριανταπέντε (35) ετών διαμονής. Η βασική σύνταξη στην κατηγορία αυτή των δικαιούχων δεν μεταβιβάζεται σε δικαιοδόχα πρόσωπα. Αρμόδιος φορέας καταβολής της βασικής σύνταξης γι’ αυτή την κατηγορία είναι ο φορέας κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο από τον οποίο καταβάλλεται αναλογικό ποσό σύνταξης ή ο ΟΓΑ σε περίπτωση μη δικαιούχων αναλογικού ποσού σύνταξης.
Άρθρο 3 Αναλογικό ποσό σύνταξης ασφαλισμένων από 1.1.2013 και εφεξής 1. Οι ασφαλισμένοι για πρώτη φορά σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης από 1.1.2013 και εφεξής που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μετά την 1.1.2018, δικαιούνται αναλογικού ποσού σύνταξης με βάση το συνολικό χρόνο ασφάλισής τους, ο οποίος δεν μπορεί να είναι μικρότερος του ενός πλήρους έτους ασφάλισης ή τριακοσίων (300) ημερών και με τη συμπλήρωση των ορίων ηλικίας που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία κατά περίπτωση. Όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, αν ο χρόνος ασφάλισης είναι μικρότερος των 15 ετών ή 4.500 ημερών ασφάλισης, καθορίζεται το 65o έτος. Η μηνιαία σύνταξη των ανωτέρω, υπολογίζεται για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης, με βάση ποσοστά επί των προβλεπόμενων συντάξιμων αποδοχών ή ασφαλιστικών κατηγοριών, τα οποία καθορίζονται ως εξής: Α. ΜΙΣΘΩΤΟΙ Οι συντάξιμες αποδοχές με βάση τις οποίες ορίζονται τα αντίστοιχα ποσοστά, κατατάσσονται στις παρακάτω ασφαλιστικές κατηγορίες (Α.Κ.) Συντάξιμες αποδοχές μέχρι 850 ευρώ στην 1η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 850,01-1000 ευρώ στην 2η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 1000,01-1200 ευρώ στην 3η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 1200,01-1400 ευρώ στην 4η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 1400,01-1600 ευρώ στην 5η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 1600,01-1800 ευρώ στην 6η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 1800,01-2000 ευρώ στην 7η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 2000,01-2400 ευρώ στην 8η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 2400,01-2800 ευρώ στην 9η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 2800,01-3400 ευρώ στην 10η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 3400,01-4200 ευρώ στην 11η Α.Κ. Συντάξιμες αποδοχές από 4200,01 ευρώ και άνω στην 12η Α.Κ. Τα αντίστοιχα ποσοστά ανά κατηγορία ορίζονται ως εξής: Για την 1η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 0,7% ανά έτος ασφάλισης προσαυξανόμενο ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία κατά 0,02% και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 1,1% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 2η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 0,7% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,05% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 1,8% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 3η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 0,7% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,1% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 1,8% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 4η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 0,7% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,16% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 2,8% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 5η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 0,71% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,2% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 2,8% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 6η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 0,77% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,21% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 2,8% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 7η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 0,85% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,2% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 3% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 8η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 0,95% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,19% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 3% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 9η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 1,03% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,19% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 3% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 10η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 1,12% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,18% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 3% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 11η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 1,21% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,17% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 3% για κάθε έτος ασφάλισης. Για την 12η Α.Κ. και μέχρι το 15ο έτος ποσοστό 1,27% ανά έτος ασφάλισης, προσαυξανόμενο κατά 0,17% ανά έτος για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο έτος ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 3% για κάθε έτος ασφάλισης. Β. ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΙ Τα ποσοστά ανά ασφαλιστική κατηγορία ορίζονται ως εξής : Για τις Α.Κ. από την πρώτη μέχρι και την 6η ποσοστό 0,9% Για την 6η Α.Κ. ποσοστό 1% Για την 7η Α.Κ. ποσοστό 1,1% Για την 8η Α.Κ. ποσοστό 1,2% Για την 9η Α.Κ. ποσοστό 1,3% Για την 10η Α.Κ. – 14η ποσοστό 1,4% και μέχρι το 27ο έτος ασφάλισης. Από το 28ο έτος, το ανωτέρω ποσοστό προσαυξάνεται ανά έτος κατά 0,1% για κάθε επόμενη τριετία και μέχρι το 36ο ασφάλισης. Από το 37ο έτος και άνω, η προσαύξηση ανέρχεται σε 2,1% ανά έτος ασφάλισης. 2. Ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές, για τον υπολογισμό της αναλογικής σύνταξης γήρατος και αναπηρίας, στους φορείς κύριας ασφάλισης που ασφαλίζουν μισθωτούς, λαμβάνεται υπόψη το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος καθ’ όλη τη διάρκεια του εργασιακού του βίου, πλην των αποδοχών του μήνα κατά τον οποίο υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης και επί των οποίων καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές, χωρίς τον υπολογισμό δώρων εορτών και επιδόματος αδείας, δια του αριθμού των μηνών απασχόλησης που έχει πραγματοποιήσει ο ασφαλισμένος εντός της χρονικής αυτής περιόδου. Για τους φορείς κύριας ασφάλισης μισθωτών, στους οποίους ως βάση υπολογισμού των παροχών θεωρείται η ημέρα εργασίας, η κατά το προηγούμενο εδάφιο διαίρεση, γίνεται με τον αριθμό ημερών εργασίας για το ίδιο χρονικό διάστημα και το πηλίκο πολλαπλασιάζεται επί εικοσιπέντε (25). Για τον προσδιορισμό των παραπάνω συντάξιμων αποδοχών, οι αποδοχές του ασφαλισμένου ή ο συντάξιμος μισθός του προηγούμενου εδαφίου, για κάθε ημερολογιακό έτος, πλην των αποδοχών ή του μισθού του τελευταίου έτους ή τμήματος έτους κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης, λαμβάνονται υπόψη αυξημένες κατά τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή και με συντελεστή ωρίμανσης 0,06 για κάθε έτος ασφάλισης. Για τον υπολογισμό της αναλογικής σύνταξης στους φορείς κύριας ασφάλισης αυτοαπασχολουμένων, λαμβάνονται υπόψη οι ασφαλιστικές κατηγορίες που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, βάσει των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές καθ’ όλο το χρόνο ασφάλισης του ασφαλισμένου, όπως έχουν διαμορφωθεί την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης έτους. Για τους μισθωτούς ασφαλισμένους στους ανωτέρω φορείς, εφαρμόζονται αναλόγως τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του πρώτου, δεύτερου και τέταρτου εδαφίου της παραγράφου αυτής. 3. Το άθροισμα των ποσών της βασικής και της αναλογικής σύνταξης λόγω γήρατος για χρόνο ασφάλισης τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών ή λόγω αναπηρίας με ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω ή λόγω εργατικού ατυχήματος δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε δεκαπέντε (15) ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, όπως καθορίζονται κάθε φορά από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Το κατώτατο όριο που προβλέπεται από την ανωτέρω διάταξη μειώνεται σε κάθε περίπτωση που ο συνταξιούχος λαμβάνει σύνταξη μειωμένη. Το συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος συζύγου και των τέκνων δεν μπορεί να είναι κατώτερο του ογδόντα τοις εκατό (80%) των δύο προηγούμενων εδαφίων. 4. Για θέματα που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 43 του ν.2084/1992 (Α 165), όπως ισχύουν.
Άρθρο 4 Αναλογικό ποσό σύνταξης ασφαλισμένων πριν την 1.1.2013 1. Όσοι έχουν υπαχθεί για πρώτη φορά στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης έως και 31.12.2012 καθώς και οι τακτικοί υπάλληλοι του δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α και β βαθμίδας που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του Δημοσίου έως την ίδια ως άνω ημερομηνία και θεμελιώνουν δικαίωμα σε σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας μετά την 1.1.2018, δικαιούνται: α) αναλογικό τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους έως 31.12.2012, το οποίο υπολογίζεται με βάση τα ποσοστά και τις συντάξιμες αποδοχές ή ασφαλιστικές κατηγορίες ή τα οριζόμενα κατ’ έτος ποσά συντάξεων, όπως ισχύουν κατά το χρόνο συνταξιοδότησης και όπως προβλέπονται για κάθε φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο από γενικές ή καταστατικές διατάξεις που εξακολουθούν να ισχύουν. β) αναλογικό τμήμα σύνταξης με βάση το χρόνο ασφάλισής τους από 1.1.2013 έως την ημερομηνία συνταξιοδότησής τους. Το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε πλήρες έτος υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του Κεφαλαίου αυτού, αφού πρώτα συνυπολογιστούν τα έτη ασφάλισης που έχει πραγματοποιήσει ο ασφαλισμένος έως 31.12.2012, οι δε συντάξιμες αποδοχές ή ο συντάξιμος μισθός για τον υπολογισμό του αναλογικού τμήματος της σύνταξης από 1.1.2013 και εφεξής είναι αυτές που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3 του νόμου αυτού. Το συνολικό ποσό σύνταξης που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής και της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του νόμου αυτού, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης που προβλέπεται από καταστατικές ή γενικές διατάξεις νόμων για τους έως 31.12.1992 και από 1.1.1993 ασφαλισμένους αντίστοιχα. 2. Για τον υπολογισμό του αναλογικού ποσού σύνταξης από 1.1.2013 και εφεξής, σε φορείς ή τομείς στους οποίους δεν προβλέπονται συντάξιμες αποδοχές ή συντάξιμος μισθός ή ασφαλιστικές κατηγορίες, οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται στην πλησιέστερη ασφαλιστική κατηγορία των νέων ασφαλισμένων, με βάση τις εισφορές που κατέβαλαν στο φορέα ή τομέα από τον οποίο προέρχονται, όπως έχουν διαμορφωθεί την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης έτους. 3. Ειδικά για όσους έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση για πρώτη φορά μέχρι 31.12.1992 και θεμελιώνουν δικαίωμα σε σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας από φορείς κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο πριν την 1.1.2018, το τμήμα της μηνιαίας σύνταξης που αντιστοιχεί σε κάθε έτος ασφάλισης από 1.1.2013 και εφεξής δεν μπορεί να υπερβαίνει το 2% των μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών ή ασφαλιστικών κατηγοριών, όπως αυτές προβλέπονται από τις ισχύουσες γενικές ή καταστατικές διατάξεις κάθε φορέα κύριας ασφάλισης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 25 του νόμου αυτού. 4. Οι δικαιούχοι και το ποσό σύνταξης λόγω θανάτου ορίζονται σύμφωνα με τις γενικές ή καταστατικές διατάξεις κάθε φορέα κύριας ασφάλισης και τις διατάξεις του νόμου αυτού.
Άρθρο 5 Ρύθμιση Θεμάτων Διαδοχικής Ασφάλισης 1. Οι παράγραφοι 1,2,3 και 4 του άρθρου 2 του ν.δ. 4202/1961 (Α΄ 175), όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 9 του ν.1405/1983 (Α΄ 180) και άρθρο 14 του ν.1902/1990 (Α΄ 138), αντικαθίστανται ως ακολούθως: «1. Τα πρόσωπα τα οποία ασφαλίσθηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ασφαλιστικούς οργανισμούς, δικαιούνται σύνταξη από τον τελευταίο οργανισμό, στον οποίο ήταν ασφαλισμένα κατά την τελευταία χρονική περίοδο της απασχόλησης τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του οργανισμού αυτού, εφόσον πραγματοποίησαν στην ασφάλισή του: α. Πέντε ολόκληρα έτη ή χίλιες πεντακόσιες ημέρες ασφάλισης εκ των οποίων όμως 20 μήνες ή 500 ημέρες κατά την τελευταία πενταετία πριν την διακοπή της απασχόλησής ή την υποβολή αίτησης για την κρίση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος. β. Σαράντα μήνες ή χίλιες ημέρες εκ των οποίων όμως 12 μήνες ή 300 ημέρες αντίστοιχα κατά την τελευταία πενταετία πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω αναπηρίας ή θανάτου. Ως νομοθεσία του Οργανισμού για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής καθώς και των επόμενων παραγράφων 2 και 3, νοούνται οι διατάξεις που ορίζουν τον απαιτούμενο για τη συνταξιοδότηση χρόνο, την ηλικία, την αναπηρία και το θάνατο. Ειδικές διατάξεις, που αφορούν στην ύπαρξη ενεργού ασφαλιστικού δεσμού, στην συμπλήρωση του ορίου ηλικίας σε δεδομένο χρόνο σε σχέση με το χρόνο διακοπής της απασχόλησης, στην παραγραφή κ.τ.λ., δεν λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. 2. Αν ο ασφαλισμένος πραγματοποίησε στην ασφάλιση του τελευταίου οργανισμού τον αριθμό ημερών εργασίας ή των ετών ασφάλισης, που ορίζονται από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, αλλά στην περίπτωση αυτή δεν έχει πραγματοποιήσει τον απαιτούμενο από τη νομοθεσία του τελευταίου οργανισμού χρόνο ασφάλισης για τη συνταξιοδότησή του λόγω γήρατος ή αναπηρίας ή των μελών της οικογένειάς του λόγω θανάτου ή δεν πραγματοποίησε στην ασφάλιση του τελευταίου οργανισμού, τον αριθμό ημερών εργασίας ή ετών ασφάλισης που ορίζονται από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, δικαιούνται σύνταξη αυτός ή τα μέλη της οικογένειάς του από τον οργανισμό, στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες εργασίας ή έτη ασφάλισης, στον οποίο δεν περιλαμβάνεται ο τελευταίος, εφόσον: α. Ο ασφαλισμένος που αιτείται τη συνταξιοδότησή του λόγω γήρατος ή αναπηρίας, έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας ή είναι ανάπηρος με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του τελευταίου οργανισμού. β. Πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση που προβλέπει η νομοθεσία του οργανισμού με τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης. 3. Αν ο ασφαλισμένος δεν συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του οργανισμού, στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες εργασίας ή έτη ασφάλισης, τότε το δικαίωμα του ασφαλισμένου κρίνεται από τους άλλους οργανισμούς, στους οποίους ασφαλίσθηκε κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών εργασίας, εκτός από τον τελευταίο. Αν ο ασφαλισμένος δεν συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία όλων των οργανισμών, στους οποίους ασφαλίσθηκε πριν από τον τελευταίο, τότε ο τελευταίος οργανισμός είναι αρμόδιος για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος εφόσον ο ασφαλισμένος πραγματοποίησε στην ασφάλισή του 1000 ημέρες εργασίας ή 40 μήνες ασφάλισης, εκ των οποίων 300 ημέρες εργασίας ή 12 μήνες ασφάλισης αντιστοίχως την τελευταία πενταετία και για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω αναπηρίας και θανάτου, εφόσον ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει στην ασφάλισή του οποτεδήποτε 300 ημέρες εργασίας. 4. Ολόκληρος ο χρόνος της διαδοχικής ασφάλισης υπολογίζεται από τον αρμόδιο για την απονομή της σύνταξης οργανισμό ως χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλισή του, τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, όσο και για τον καθορισμό της σύνταξης και δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους του χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του κάθε οργανισμού.» 2. Περιπτώσεις, που απορρίφθηκαν ή εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, θα επανεξεταστούν σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1,2 και 3 του άρθρου 2 του ν.δ. 4202/1961 (Α΄ 175), όπως τροποποιούνται με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. Τα οικονομικά αποτελέσματα για τις εκκρεμείς περιπτώσεις αρχίζουν από την πρώτη του μήνα του επομένου εκείνου από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και για τις περιπτώσεις που έχουν κριθεί οριστικά από την πρώτη του μήνα του επομένου εκείνου που θα υποβάλουν αίτηση για επανεξέταση. 3. Ασφαλισμένες μητέρες ανηλίκων τέκνων που έχουν πραγματοποιήσει στην ασφάλιση του τελευταίου Οργανισμού τον αριθμό ημερών εργασίας ή ετών ασφάλισης που ορίζονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και δεν προβλέπεται από τη νομοθεσία του τελευταίου Οργανισμού η συνταξιοδότησή τους ή δεν πραγματοποίησαν στην ασφάλισή του τον αριθμό ημερών εργασίας ή ετών ασφάλισης που ορίζονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1, δικαιούνται σύνταξης από το Οργανισμό στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησαν τις περισσότερες ημέρες εργασίας ή έτη ασφάλισης. Αν δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του Οργανισμού με τις περισσότερες ημέρες, το δικαίωμα κρίνεται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου. 4. Το εδάφιο β΄ της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Το ανωτέρω τμηματικό ποσό δύναται κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου να καταβληθεί ταυτόχρονα με αυτό του απονέμοντα, μειωμένο κατά 1/200 για κάθε χρόνο που υπολείπεται έως τη συμπλήρωση των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του άρθρου 69 του ν. 2084/1992 (Α' 165) ορίων ηλικίας.» 5. Οι τελικές συντάξιμες αποδοχές των φορέων ασφάλισης μισθωτών που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2α, 5, 12β και 13 του άρθρου 1 του ν. 3232/2004 (Α' 48), προσαυξάνονται με συντελεστή 0,06 για κάθε έτος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε από τη διακοπή της ασφάλισης σ’ αυτούς, έως το προηγούμενο έτος του χρόνου υποβολής της αίτησης. Ο ανωτέρω συντελεστής μπορεί να μεταβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΑΝΑΠΗΡΙΚΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ Άρθρο 6 Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας 1. Από 1.1.2011 στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δημιουργείται Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), υπαγόμενο στη Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας της Διοίκησης ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, για την εξασφάλιση της ενιαίας υγειονομικής κρίσης όσον αφορά στον καθορισμό του βαθμού αναπηρίας των ασφαλισμένων όλων των ασφαλιστικών φορέων, συμπεριλαμβανομένου του δημοσίου και των στρατιωτικών, καθώς και των ανασφάλιστων, για τους οποίους απαιτείται η πιστοποίηση της αναπηρίας. 2. Στο ΚΕ.Π.Α. υπάγεται το Ειδικό Σώμα Ιατρών Υγειονομικών Επιτροπών Αναπηρίας του άρθρου 6 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 152 του ν. 3655/2008 (Α΄ 58). Στο Ειδικό Σώμα Ιατρών Υγειονομικών Επιτροπών εντάσσονται και ιατροί των λοιπών ΦΚΑ και του ΕΣΥ, μόνιμοι και Ι.Δ.Α.Χ., οιασδήποτε ειδικότητας, εξαιρουμένων παιδιάτρων, ακτινολόγων, μικροβιολόγων και οδοντιάτρων. Ο Πίνακας των συμμετεχόντων ιατρών του ΕΣΥ καταρτίζεται από τον Διοικητή της οικείας Δ.Υ.ΠΕ. Αντίστοιχοι Πίνακες των συμμετεχόντων ιατρών των ΦΚΑ αποστέλλονται από τους Διοικητές ή Προέδρους των φορέων στη Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας της Διοίκησης ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Οι ιατροί του Ειδικού Σώματος υποβάλλονται σε ειδική εκπαίδευση στο έργο των Υγειονομικών Επιτροπών. Τα προγράμματα της ειδικής εκπαίδευσης εκπονούνται από τη Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και εγκρίνονται με απόφαση του Διοικητή του Ιδρύματος. Οι ιατροί, μετά την ειδική εκπαίδευση, αξιολογούνται από επταμελή επιτροπή, αποτελούμενη από: α) Τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Υπηρεσιών Υγείας ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρωπίνων Πόρων. β) Τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας, με αναπληρωτή του τον προϊστάμενο της Υποδιεύθυνσης Υγειονομικής Υπηρεσίας του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Απονομής Συντάξεων ΙΚΑ-ΕΤΑΜ Αθήνας. γ) Έναν εκπρόσωπο του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου (Π.Ι.Σ), που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του. δ) Έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιατρών ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Επιστημονικού Υγειονομικού Προσωπικού (ΠΟΣΕΥΠ-ΙΚΑ). ε) Έναν εκπρόσωπο που υποδεικνύεται από την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (ΕΣΑΜεΑ), με τον αναπληρωτή του. στ) Τον προϊστάμενο του γραφείου Νομικού Συμβούλου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με τον αναπληρωτή του από την ίδια Υπηρεσία. ζ) Έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ο οποίος προτείνεται από τον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με τον αναπληρωτή του. 3. Από το σύνολο των επιλεγμένων ιατρών καθορίζονται με δημόσια κλήρωση, ανά εξάμηνο, οι ιατροί που απαιτούνται για τη λειτουργία των Υγειονομικών Επιτροπών, ο αριθμός των οποίων ορίζεται με απόφαση του Διοικητή του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και σύμφωνα με τις ανάγκες των Υγειονομικών Επιτροπών σε ιατρούς συγκεκριμένων ειδικοτήτων για τη λειτουργία των παραπάνω επιτροπών. Έργο των Υγειονομικών Επιτροπών είναι: α) Ο καθορισμός του ποσοστού αναπηρίας για σύνταξη αναπηρίας β) Ο χαρακτηρισμός ατόμων ως ΑμΕΑ γ) Ο καθορισμός ποσοστού αναπηρίας για όλες τις κοινωνικές και οικονομικές παροχές ή διευκολύνσεις, για τις οποίες απαιτείται γνωμάτευση αναπηρίας και τις οποίες δικαιούνται από την πολιτεία τα άτομα με αναπηρία. 4. Οι Υγειονομικές Επιτροπές προσδιορίζουν τα ποσοστά αναπηρίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Εκτίμησης Βαθμού Αναπηρίας (Κ.Ε.Β.Α.). Γραμματείς των Υγειονομικών Επιτροπών ορίζονται υπάλληλοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, των λοιπών Φ.Κ.Α και του Δημοσίου. Για τη συγκρότηση των Υγειονομικών Επιτροπών Αναπηρίας των Επαρχιών, τη θέση του Προέδρου και των μελών καλύπτουν ιατροί του Ειδικού Σώματος, που μετακινούνται από Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πειραιά. Σε περίπτωση που δεν καθίσταται δυνατή η συμμετοχή ιατρών του Ειδικού Σώματος ως μελών των Υγειονομικών Επιτροπών των Επαρχιών, μέλη ορίζονται, ύστερα από δημόσια κλήρωση, ιατροί που υπηρετούν σε κάθε υγειονομική μονάδα ή υποκατάστημα, ιατροί του ΕΣΥ και των ΦΚΑ από όμορους νομούς, εξαιρουμένων των παιδιάτρων, ακτινολόγων, μικροβιολόγων και οδοντιάτρων. Η κλήρωση διεξάγεται την ίδια ημέρα της συνεδρίασης της Υγειονομικής Επιτροπής. Για τη διαδικασία συγκρότησης και κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετικά με τη λειτουργία των Υγειονομικών Επιτροπών Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Επαρχιών, ισχύουν τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 152 του ν. 3655/2008 (Α΄ 58). 5. Η ειδική αποζημίωση που προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 7,10 και 14 του άρθρ. 6 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, για τους ιατρούς και τους εισηγητές των Υγειονομικών Επιτροπών καθώς και για τους ιατρούς της Επιτροπής Δειγματοληπτικού Ελέγχου των Γνωματεύσεων, δεν υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρ. 7 του ν. 3833/2010 (Α΄40). Για τις παρεχόμενες από τις Υγειονομικές Επιτροπές υπηρεσίες κρίσης αναπηρίας αποδίδεται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από όλους τους ΦΚΑ και το δημόσιο το ποσό που ορίζεται στη Φ40021/26407/205/2006 (Β΄ 1829) Υπ. Απόφαση. 6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καταρτίζεται Μητρώο Ατόμων με Αναπηρία. 7. Από 1.1.2011 καταργούνται όλες οι άλλες Επιτροπές πιστοποίησης αναπηρίας που λειτουργούν σήμερα στους ΦΚΑ, στις νομαρχίες και το δημόσιο.
Άρθρο 7 Ενιαίος Κανονισμός Προσδιορισμού Ποσοστού Αναπηρίας Το ποσοστό αναπηρίας που συνεπάγεται κάθε πάθηση ή βλάβη ή σωματική ή ψυχική ή πνευματική εξασθένιση ή η συνδυασμένη εμφάνιση τέτοιων παθήσεων ή βλαβών ή εξασθενήσεων καθώς και οι υποτροπές αυτών, προκαθορίζεται για όλους τους Ασφαλιστικούς Φορείς με εκατοστιαία αναλογία σε Ενιαίο Κανονισμό Προσδιορισμού Ποσοστού Αναπηρίας, που εκδίδεται εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, μετά από γνώμη Ειδικής Επιστημονικής Επιτροπής που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και στην οποία συμμετέχει υποχρεωτικά εκπρόσωπος που υποδεικνύεται από την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (ΕΣΑΜεΑ). Έως την έκδοση του νέου Ενιαίου Κανονισμού η αναπηρία προσδιορίζεται σύμφωνα με όσα σήμερα ισχύουν. Από της εφαρμογής του Ενιαίου Κανονισμού οι επιλαμβανόμενες των περιπτώσεων Υγειονομικές Επιτροπές υποχρεούνται στις γνωματεύσεις τους να μνημονεύουν ρητά το σχετικό εδάφιο ή τον συνδυασμό εδαφίων στα οποία ερείδεται ο προσδιορισμός του ποσοστού αναπηρίας.
Άρθρο 8 Μονιμοποίηση σύνταξης αναπηρίας των ασφαλισμένων από 1.1.1993 Το άρθρο 25 παρ. 3 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165) τροποποιείται ως ακολούθως: «Το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας, υφίσταται για όσο χρόνο ορίζεται από τις αρμόδιες Υγειονομικές Επιτροπές, παρατείνεται δε με τις ίδιες προϋποθέσεις ενώ δύναται να ελέγχεται και αυτεπαγγέλτως οποτεδήποτε, με την υποβολή του συνταξιούχου σε ιατρική εξέταση από τις ανωτέρω επιτροπές. Οι συντάξεις λόγω αναπηρίας είναι οριστικές για τις περιπτώσεις των ασθενειών που προβλέπονται από ρητή διάταξη, μπορεί δε να είναι οριστικές, εφ’ όσον οι υγειονομικές επιτροπές γνωματεύουν ότι η ανικανότητα είναι μόνιμη. Οι συντάξεις λόγω αναπηρίας καθίστανται αυτοδικαίως οριστικές όταν: α) Ο συνταξιούχος έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και χρόνο συνταξιοδότησης επτά (7) ετών συνεχώς, κατά τη διάρκεια των οποίων υποβλήθηκε σε τρεις τουλάχιστον εξετάσεις από τις οικείες υγειονομικές επιτροπές. β) Ο συνταξιούχος έχει συμπληρώσει το 60ο έτος της ηλικίας του και χρόνο συνταξιοδότησης πέντε (5) ετών συνεχώς, κατά τη διάρκεια των οποίων υποβλήθηκε σε δύο τουλάχιστον εξετάσεις από τις οικείες υγειονομικές επιτροπές. γ) Ο επί 12ετία συνεχώς συνταξιοδοτούμενος, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας. δ) Ο επί 20ετία διακεκομμένα, αλλά από τριετίας συνεχώς συνταξιοδοτούμενος ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας.»
Άρθρο 9 Προϋπάρχουσα αναπηρία Ο ασφαλισμένος δικαιούται συντάξεως αναπηρίας έστω και αν η πάθηση ή βλάβη ή εξασθένιση σωματική ή πνευματική είναι προγενέστερη της υπαγωγής του στην ασφάλιση εφόσον είτε λόγω ουσιώδους επιδείνωσης είτε λόγω σημαντικού περιορισμού της βιοποριστικής του ικανότητας πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι διατάξεις που αφορούν τον φορέα στον οποίο ασφαλίζεται.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΛΟΙΠΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ Άρθρο 10 Όρια ηλικίας συνταξιοδότησης πολιτικών υπαλλήλων του Δημοσίου 1.Από 1.1.2011 οι διατάξεις περί ορίων ηλικίας του άρθρου 143 του ν.3655/2008 (Α' 58) εφαρμόζονται ανάλογα και στους πολιτικούς υπαλλήλους του Δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α και β βαθμίδας. 2. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 155 του ν.3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ.» (ΦΕΚ 26 Α΄) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ο υπάλληλος με αίτησή του, που υποβάλλεται έξι (6) μήνες πριν τη συμπλήρωση τριάντα πέντε (35) ετών πραγματικής και συντάξιμης δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και του ορίου ηλικίας υποχρεωτικής αποχώρησης, μπορεί να ζητήσει να παραμείνει στην υπηρεσία έως τρία (3) επιπλέον έτη και έως τη συμπλήρωση κατ΄ανώτατο όριο του 65ου έτους της ηλικίας ή του 67ου έτους στην περίπτωση όπου ο υπάλληλος έχει συμπληρώσει λιγότερα από τριάντα πέντε (35) έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας». 3. Διατάξεις Κανονισμών Εργασίας και Επιχειρησιακών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας που εφαρμόζονται σε εργαζόμενους του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα και προβλέπουν αυτοδίκαιη και υποχρεωτική απόλυση με τη συμπλήρωση είτε του οριζόμενου σε αυτές χρόνου υπηρεσίας και ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας είτε του ορίου ηλικίας που προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις για συνταξιοδότηση λόγω γήρατος δεν εφαρμόζονται, εφόσον υποβληθεί από τον εργαζόμενο αίτηση παραμονής στην υπηρεσία που γίνεται υποχρεωτικά αποδεκτή και από τον εργοδότη. Η παραμονή δε μπορεί να είναι μεγαλύτερη των 3 ετών ή των ετών που απαιτούνται για τη λήψη πλήρους σύνταξης.
Άρθρο 11 Αναπροσαρμογή συντάξεων και ορίων ηλικίας 1. Από 1.1.2014 οι συντάξεις αναπροσαρμόζονται κατ’ έτος με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ανάλογα με την ποσοστιαία μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, του Ακαθαρίστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) και σε συνάρτηση με τις οικονομικές δυνατότητες των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης. 2. Τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των ασφαλισμένων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης και του δημοσίου, ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, τα οποία προβλέπονται από καταστατικές ή γενικές διατάξεις νόμων, ανακαθορίζονται ανά δεκαετία, κατά το 1/3 του μέσου όρου της μεταβολής του προσδόκιμου ζωής του πληθυσμού της χώρας, με σημείο αναφοράς την ηλικία των 65 ετών. Η αναπροσαρμογή των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, που εκδίδεται κατά το τελευταίο έτος κάθε δεκαετίας, με βάση τους σχετικούς δείκτες που προσδιορίζονται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή για την ίδια χρονική περίοδο, και αφορούν στην επόμενη δεκαετία. 3. Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από 01.01.2021 και κατά την πρώτη εφαρμογή της ως δεκαετία λαμβάνεται η χρονική περίοδος 2011 έως 2020.
Άρθρο 12 Γενικοί όροι συνταξιοδότησης επιζώντος συζύγου 1. Ο επιζών σύζυγος δεν δικαιούται σύνταξη από ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ή επικουρικής ασφάλισης ή το Δημόσιο στις εξής περιπτώσεις: α. Αν ο θάνατος του ασφαλισμένου συζύγου επήλθε πριν από την πάροδο ενός έτους από την τέλεση του γάμου, εκτός αν: i. Ο θάνατος οφείλεται σε ατύχημα εργατικό ή μη. ii. Κατά τη διάρκεια του γάμου γεννήθηκε, νομιμοποιήθηκε, αναγνωρίσθηκε ή υιοθετήθηκε τέκνο. iii. Η χήρα κατά το χρόνο του θανάτου τελούσε σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η οποία δεν διεκόπη και γεννήθηκε ζων τέκνο. β. Αν ο θανών ελάμβανε κατά την τέλεση του γάμου σύνταξη αναπηρίας ή γήρατος, ο δε θάνατος επήλθε πριν από την πάροδο πέντε ετών από την τέλεση του γάμου εκτός και εάν στην περίπτωση αυτή συντρέχει ένας από τους ανωτέρω με στοιχεία i και iii αναφερόμενους λόγους. 2. Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται τόσο για τους έως 31.12.1992 ασφαλισμένους όσο και για τους μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένους σε οποιονδήποτε φορέα ασφάλισης ή το Δημόσιο. Κάθε διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά το ανωτέρω θέμα καταργείται. Διατάξεις που θέτουν πρόσθετους περιορισμούς στη λήψη σύνταξης από τον επιζώντα σύζυγο εξακολουθούν να ισχύουν.
Άρθρο 13 Ειδικοί όροι συνταξιοδότησης επιζώντων δικαιούχων Το άρθρο 62 του ν.2676/1999 (Α΄ 1), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν.3385/2005 (Α΄ 210), αντικαθίσταται ως εξής: «1.α. Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου ασφαλιστικού οργανισμού κύριας ή επικουρικής ασφάλισης ή του Δημοσίου, καθώς και όσων ασφαλισμένων ή συνταξιούχων εμπίπτουν στις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων ή σε διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν, στον επιζώντα των συζύγων, που θεμελιώνει συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω θανάτου σύμφωνα με τις γενικές ή καταστατικές διατάξεις του κάθε οργανισμού, συμπεριλαμβανομένου και του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, καταβάλλεται η σύνταξη για μία τριετία από την πρώτη του επομένου του θανάτου μήνα. β. Μετά την πάροδο της τριετίας, σε περίπτωση που ο επιζών των συζύγων εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, η σύνταξη περιορίζεται στο 50% της σύνταξης λόγω θανάτου έως τη συμπλήρωση του 65ου έτους. Μετά τη συμπλήρωση του ορίου αυτού ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το 70% της σύνταξης αυτής. γ. Εάν ο επιζών των συζύγων, κατά την ημερομηνία θανάτου, είναι ανάπηρος σωματικά ή πνευματικά σε ποσοστό 67% και άνω, λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η αναπηρία του, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων. δ. Στην περίπτωση που ο επιζών των συζύγων λαμβάνει και σύνταξη από ίδιο δικαίωμα ή περισσότερες της μίας συντάξεις λόγω θανάτου, κύριες ή επικουρικές, ο περιορισμός του ποσού της σύνταξης που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή γίνεται σε μία από τις κύριες, καθώς και μία από τις επικουρικές συντάξεις της επιλογής του, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων της περ. δ της παρ. 6 του άρθρου 5 του ν.825/1978 (Α΄ 189), όπως ισχύουν κάθε φορά. 2. Εάν ο θανών καταλείπει τέκνα ανάπηρα ή ανήλικα ή σπουδάζοντα σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως του 24ου έτους της ηλικίας τους, που δικαιούνται σύνταξη σύμφωνα με τις γενικές ή καταστατικές διατάξεις των φορέων που χορηγούν τη σύνταξη θανάτου, το υπόλοιπο της σύνταξης του επιζώντα των συζύγων, σε περίπτωση που καταβάλλεται μειωμένη, επιμερίζεται στα τέκνα σε ίσα μέρη. Ο κατά τα ανωτέρω επιμερισμός χωρεί και στην περίπτωση που η σύνταξη του επιζώντα, που καταβάλλεται από τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, αναστέλλεται κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1379/1983 (Α΄ 101), όπως κάθε φορά ισχύουν ή μειώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν.2592/1998 (Α΄ 57), όπως ισχύουν. 3. Δεν καταλαμβάνονται από τις ανωτέρω ρυθμίσεις όσοι λαμβάνουν πολεμική σύνταξη από ίδιο δικαίωμα, καθώς και όσοι λαμβάνουν σύνταξη με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 (Α΄ 120) και 1977/1991 (Α΄ 185), καθώς και οι υπαγόμενοι στις διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν.2592/1998 (Α΄ 57), όπως κάθε φορά ισχύουν. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του Ο.Γ.Α., ο οποίος λαμβάνει σύνταξη με βάση τις διατάξεις του ν.4169/1961 (Α΄ 81), του ν.δ. 4575/1966 (Α΄ 227), του ν.δ. 1390/1973 (Α΄ 103), του ν. 1745/1987 (Α΄ 234) και του ν. 2458/1997 (Α΄ 15), καθώς και στην περίπτωση που ο επιζών σύζυγος είναι ασφαλισμένος ή συνταξιούχος του Ο.Γ.Α. και λαμβάνει σύνταξη σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις. 4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που ο θάνατος επέρχεται μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος άρθρου. 5. Διατάξεις που ρυθμίζουν το θέμα αυτό διαφορετικά καταργούνται.»
Άρθρο 14 Συνταξιοδότηση αγάμων και διαζευγμένων θυγατέρων 1. Από 1.1.2011 καταργούνται οι γενικές ή καταστατικές διατάξεις των ασφαλιστικών οργανισμών κύριας και επικουρικής ασφάλισης καθώς και οι διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών συντάξεων του Δημοσίου, για τη συνταξιοδότηση αγάμων και διαζευγμένων θυγατέρων και αδελφών. Συντάξεις που ήδη καταβάλλονται εξακολουθούν να καταβάλλονται. Όπου από τις γενικές ή καταστατικές διατάξεις προβλέπεται να επανακρίνεται το δικαίωμα συνταξιοδότησης, οι ήδη χορηγούμενες συντάξεις επανακρίνονται. Όπου προβλέπεται η σύνταξη να διακόπτεται και να επαναχορηγείται στο 65ο έτος, επαναχορηγείται. Κάθε αντίθετη διάταξη καταστατική ή γενική καταργείται. 2. Οι λοιπές διατάξεις για την συνταξιοδότηση τέκνων εξακολουθούν να ισχύουν.
Άρθρο 15 Επικουρικές Συντάξεις 1. Η Εθνική Αναλογιστική Αρχή, έως το τέλος του 2011, εκπονεί υποχρεωτικά αναλογιστικές μελέτες βιωσιμότητας των Επικουρικών Φορέων, Τομέων και Αυτοτελών Κλάδων. Η Εθνική Αναλογιστική Αρχή καλεί εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού τους Επικουρικούς Φορείς, Τομείς και Αυτοτελείς Κλάδους να αποστείλουν τα απαραίτητα στοιχεία για την εκπόνηση των αναλογιστικών μελετών. Τα Διοικητικά Συμβούλια των ανωτέρω φορέων εντός δύο μηνών από τη διαβίβαση της μελέτης καθορίζουν το ποσοστό αναπλήρωσης των συντάξεων, σύμφωνα με τις προτάσεις της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής. Η απόφαση αυτή εγκρίνεται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. 2. Αν δεν αποσταλούν τα απαραίτητα για την εκπόνηση της αναλογιστικής μελέτης στοιχεία ή δεν αναπροσαρμοστούν τα ποσοστά αναπλήρωσης, τα νέα ποσοστά καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης σύμφωνα με πρόταση της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής. 3. Για τους ασφαλισμένους μετά την 1.1.1993 ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 54 του ν.2084/1992 (Α 165). 4. Το άρθρο 146 του ν.3655/2008 (Α' 58) καταργείται.
Άρθρο 16 Απασχόληση Συνταξιούχων 1. Το άρθρο 63 του ν.2676/1999 (Α΄ 1) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι συνταξιούχοι λόγω γήρατος φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου, καθώς και όσοι λαμβάνουν σύνταξη γήρατος με βάση τoν Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων ή με διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν, που αναλαμβάνουν εργασία, υπόκεινται στους εξής περιορισμούς: α) Για όσους δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης ή των συντάξεων, κύριων και επικουρικών. β) Μετά τη συμπλήρωση του 55ου έτους, το ποσό της ακαθάριστης κύριας σύνταξης ή του αθροίσματος των ακαθάριστων κύριων συντάξεων, που υπερβαίνει τα τριάντα ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτά διαμορφώνονται κάθε φορά και ισχύουν την 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, καταβάλλεται μειωμένο κατά εβδομήντα τοις εκατό (70%). Για κάθε τέκνο που είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως τη συμπλήρωση του 24ου έτους ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία, ο αριθμός των ανωτέρω ημερομισθίων προσαυξάνεται κατά έξι ημερομίσθια, όπως αυτά διαμορφώνονται κάθε φορά. Σε περίπτωση συρροής συντάξεων, η μείωση γίνεται στο ποσό της μεγαλύτερης κύριας σύνταξης και εφόσον αυτό δεν επαρκεί, το υπόλοιπο ποσό περικόπτεται από την αμέσως επόμενη ή επόμενες σε ύψος κύριες συντάξεις. Ειδικότερα για τους δικαιούχους κατωτάτων ορίων συντάξεων η σύνταξή τους περιορίζεται στο οργανικό ποσό, όπως αυτό προκύπτει από τα ασφαλιστικά δεδομένα. Εάν το οργανικό ή τα οργανικά ποσά υπερβαίνουν τα προαναφερόμενα κατά περίπτωση ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, τότε τα ποσά αυτά περικόπτονται ως ανωτέρω. Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή και στα πρόσωπα της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (Α΄ 40). Για τον απασχολούμενο συνταξιούχο καταβάλλονται οι προβλεπόμενες από τις οικείες διατάξεις για τους λοιπούς ασφαλισμένους εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου, οι οποίες βαρύνουν τον εργοδότη και τον ασφαλισμένο αντίστοιχα. 2. Οι συνταξιούχοι της προηγούμενης παραγράφου, που ασκούν δραστηριότητα υπακτέα στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.) και το Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.), υπόκεινται στους εξής περιορισμούς: α) Για όσους δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης ή των συντάξεων, κύριων και επικουρικών. β) μετά τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας, υποχρεούνται να καταβάλουν τις προβλεπόμενες από τις οικείες διατάξεις εισφορές προσαυξημένες κατά πενήντα τοις εκατό (50%). Σε περίπτωση που το ποσό της κύριας ή των κύριων συντάξεων υπερβαίνει τα 60 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, όπως διαμορφώνονται κάθε φορά και ισχύουν την 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, το ποσό που υπερβαίνει το ανωτέρω όριο περικόπτεται. Για τους ανωτέρω συνταξιούχους, οι οποίοι υπάγονται στην ασφάλιση του Ε.Τ.Α.Α., καταβάλλονται οι προβλεπόμενες για τους από 1.1.1993 ασφαλισμένους εισφορές, εργοδότη και ασφαλισμένου. Από την καταβολή προσαυξημένων ασφαλιστικών εισφορών εξαιρούνται οι ανωτέρω συνταξιούχοι, οι οποίοι λόγω απασχόλησης υπάγονταν σε περισσότερους τους ενός ασφαλιστικούς φορείς ή το Δημόσιο, και οι οποίοι μετά τη συνταξιοδότησή τους από ένα εκ των ανωτέρω φορέων, συνεχίζουν για την ίδια απασχόληση υποχρεωτικά την ασφάλισή τους στον οικείο Τομέα ασφάλισης. 3. Ο συνταξιούχος που αναλαμβάνει εργασία ή αυτοαπασχολείται μπορεί να χρησιμοποιήσει το χρόνο ασφάλισης κατά το διάστημα της αναστολής, ή περικοπής της σύνταξης, ή της καταβολής προσαυξημένων ή μη ασφαλιστικών εισφορών, για την προσαύξηση της σύνταξης από τον φορέα που συνταξιοδοτείται, ή για τη θεμελίωση νέου συνταξιοδοτικού δικαιώματος από άλλο φορέα, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί διπλοσυνταξιούχων. Σε περίπτωση αξιοποίησης του χρόνου στον φορέα από τον οποίο συνταξιοδοτείται, ο υπολογισμός για την προσαύξηση της ήδη καταβαλλόμενης σύνταξης γίνεται με ποσοστό 1,714% επί των συντάξιμων αποδοχών, οι οποίες δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερες του 25πλάσιου του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη, ή επί των ασφαλιστικών κατηγοριών, για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας ή 300 ημέρες εργασίας. Ο Οργανισμός ή ο Τομέας στον οποίο ασφαλίστηκε ο συνταξιούχος, συμμετέχει στη δαπάνη συνταξιοδότησης και για τον διακανονισμό εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48). 4. Εάν οι συνταξιούχοι αναπηρίας φορέων κύριας ασφάλισης, καθώς και όσοι λαμβάνουν σύνταξη αναπηρίας με βάση τoν Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων ή με διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν, αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχολούνται, και κερδίζουν, ανάλογα με το βαθμό της αναπηρίας τους, περισσότερα από όσα κερδίζει υγιής απασχολούμενος, σύμφωνα με τους γενικούς όρους αμοιβής, διακόπτεται η σύνταξή τους ή οι συντάξεις τους, κύριες και επικουρικές. 5. Οι συνταξιούχοι των παρ. 1, 2 και 4 του παρόντος υποχρεούνται, πριν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν, να δηλώσουν τούτο στον φορέα ή στους φορείς από τους οποίους συνταξιοδοτούνται για κύρια σύνταξη. Στους φορείς επικουρικής ασφάλισης υποβάλλεται σχετική δήλωση από τους συνταξιούχους αναπηρίας, καθώς και από τους συνταξιούχους γήρατος, εφόσον οι τελευταίοι δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας. Παράλειψη της δηλώσεως συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του συνταξιούχου του ποσού των συντάξεων που έλαβε κατά το χρονικό διάστημα της εργασίας του ή κατά το διάστημα που αυτοαπασχολείτο, και πρόστιμο επί του καταλογισθέντος ποσού ίσο με το νόμιμο τόκο υπερημερίας. 6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν έχουν εφαρμογή: α) στον επιζώντα των συζύγων, β) στους συνταξιούχους του ΟΓΑ, γ) στους πολύτεκνους των οποίων το ένα τουλάχιστον των τέκνων είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας του ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία, δ) στις εξ ιδίου δικαιώματος πολεμικές συντάξεις, στις συντάξεις που καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 και 1977/1991, ε) στα πρόσωπα για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις των Καν. ΕΟΚ 1408/71 και 574/72 καθώς και των διμερών συμβάσεων κοινωνικής ασφάλειας. 7. Κάθε διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα καταργείται, εκτός των διατάξεων του εδαφίου α΄ της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν.2592/1998 και αυτών που προβλέπουν διακοπή ή αναστολή της καταβολής της σύνταξης σε περίπτωση απασχόλησης του συνταξιούχου σε εργασία υπαγόμενη στην ασφάλιση του φορέα ή Τομέα από τον οποίο συνταξιοδοτείται. 8. Με κοινή απόφαση των συναρμοδίων Υπουργών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να τροποποιείται το ποσό της περιπτώσεως β της παρ. 1 και 2 του άρθρου αυτού, καθώς και το ύψος του προστίμου της παρ. 5 του παρόντος». 2. Οι ανωτέρω ρυθμίσεις ισχύουν για όσους συνταξιούχους αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχολούνται ή διοριστούν σε θέσεις της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (Α΄ 40), από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και εφεξής. Όσοι συνταξιούχοι έχουν ήδη αναλάβει εργασία ή αυτοαπασχολούνται ή έχουν διοριστεί σε θέσεις της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (Α΄ 40), και έως την ισχύ του παρόντος νόμου δεν καταλαμβάνονταν από τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), όπως ίσχυαν έως την αντικατάστασή του με το παρόν άρθρο, οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται από 1.1.2012. Οι διατάξεις του άρθρου 63 του ν.2676/1999 (Α΄ 1), όπως αυτό ίσχυε έως την αντικατάστασή του με το παρόν, εξακολουθούν να ισχύουν έως 31.12.2011 για όσους συνταξιούχους είχαν ήδη υπαχθεί σε αυτές έως την ισχύ του παρόντος. Από 1.1.2012 εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, καταργουμένης κάθε αντίθετης διάταξης.
Άρθρο 17 Πίνακας Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων 1. Ο πίνακας των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων καταρτίζεται για όλους τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και το Δημόσιο με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ύστερα από γνώμη της προβλεπόμενης από την παρ. 1 του άρθρου 20 του ν.3790/2009 (Α΄ 143), Διαρκούς Επιτροπής Κρίσεως Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων και γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης (Σ.Κ.Α.). Ο νέος πίνακας Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων θα ισχύσει για όσους ασφαλίζονται για πρώτη φορά από 1.7.2011. 2. Ο πίνακας αυτός μπορεί να τροποποιείται ή να συμπληρώνεται με την ίδια διαδικασία, σε χρονικά διαστήματα μεγαλύτερα των τριών (3) ετών από τη δημοσίευση της Υπουργικής Απόφασης της πρώτης παραγράφου.
Άρθρο 18 Παράλληλη Ασφάλιση για ασφαλισμένους πριν 1.1.1993 1.Στην ασφάλιση του Κλάδου κύριας σύνταξης του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια οι δημόσιοι, δημοτικοί και κοινοτικοί υπάλληλοι που έχουν ασφαλισθεί σε οποιοδήποτε ασφαλιστικό φορέα έως 31.12.1992, οι οποίοι απασχολούνται σε εργασία ασφαλιστέα κατά την κείμενη νομοθεσία στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά το ίδιο χρονικό διάστημα που λογίζεται συντάξιμο σύμφωνα με τη νομοθεσία του δημοσίου . Οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 3 του α.ν. 1846/1951 (Α΄ 179) καταργούνται από την έναρξη ισχύος του παρόντος. 2. Η διάταξη που προστέθηκε με το άρθρο 40 του ν. 1469/1984 (Α' 111) στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 1296/1982 (Α΄ 128) καταργείται, υπαγόμενων των προσώπων αυτών από την έναρξη ισχύος της παρούσας στην ασφάλιση του κλάδου κύριας σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Τυχόν προγενέστερη της έναρξης ισχύος της παρούσας ασφάλιση των προσώπων των παρ.1 και 2 στο ΙΚΑ- ΕΤΑΜ θεωρείται ισχυρή. 3. Όσοι ασφαλίσθηκαν σε οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης πριν την 1.1.1993 και είναι σήμερα ασφαλισμένοι στον κλάδο κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ), υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών ΟΑΕΕ , εφόσον ασκούν δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του Οργανισμού. Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από τον επόμενο μήνα της δημοσίευσης στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.
Άρθρο 19 Ρυθμίσεις ΟΓΑ 1.Από 1.1.2011 η εισφορά του ασφαλισμένου για τον κλάδο Υγείας του ΟΓΑ ορίζεται σε ποσοστό 2,5% επί του ποσού των ασφαλιστικών κατηγοριών στις οποίες έχουν καταταγεί οι ασφαλισμένοι. Από την ίδια ημερομηνία καταργούνται οι διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 17 του ν.3144/2003 (Α' 111). 2. Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 (Α΄ 15), όπως έχει τροποποιηθεί με την παρ. 2 του άρθρου 67 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), αντικαθίσταται ως εξής: «3. Τα ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.2458/1997 (Α΄15), όπως έχουν διαμορφωθεί και ισχύουν σήμερα αναπροσαρμόζονται με Απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του ΟΓΑ.» 3. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παρ. 8α του άρθρου 7 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48), αναπροσαρμογή των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων του ΟΓΑ (ν.4169/1961 Α΄ 81), όπως διαμορφώθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν.3522/2006 (Α΄ 276), ορίζεται από 1ης Οκτωβρίου 2009 σε τριάντα (30) ευρώ. 4. Η παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 2458/1997 (Α΄ 15), όπως τροποποιήθηκε με τη παρ. 4β του άρθρου 7 του ν. 3050/2002 (Α΄ 214), αντικαθίσταται ως εξής: «2. Πρόσωπα υπαγόμενα στην ασφάλιση του Κλάδου υποχρεούνται να προσκομίζουν βεβαίωση του ΟΓΑ περί εξοφλήσεως των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους από ασφαλιστικές εισφορές προς τον Κλάδο, προκειμένου να τύχουν αποζημιώσεως γεωργικής παραγωγής από τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α.) ή δανειοδοτήσεως από τραπεζικά ιδρύματα ή επιχορηγήσεως ή επιδοτήσεως από το Ελληνικό Δημόσιο ή την Ευρωπαϊκή Ένωση, σχετικά με την επαγγελματική τους δραστηριότητα για την οποία ασφαλίζονται στον Κλάδο.» 5. Η παρ. 4 του άρθρου 15 του ν. 2458/1997 (Α΄ 15), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 4γ του άρθρου 7 του ν. 3050/2002 (Α΄ 214), αντικαθίσταται ως εξής: «5. Στις περιπτώσεις αποζημίωσης ή δανειοδότησης ή επιχορήγησης ή επιδότησης της παραγράφου 2 είναι δυνατή η μη προσκόμιση βεβαίωσης εξοφλήσεως των οφειλών του Κλάδου, εφόσον από τα αντίστοιχα ποσά παρακρατείται το σύνολο των οφειλών αυτών και αποδίδεται στον ΟΓΑ.».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ Άρθρο 20 Αμοιβή και παρακράτηση εισφορών περιστασιακά απασχολουμένων 1. Στις ρυθμίσεις του κεφαλαίου αυτού υπάγονται υποχρεωτικά: α) Το κατ’ οίκον απασχολούμενο προσωπικό που παρέχει εξαρτημένη εργασία ή υπηρεσίες, αμειβόμενο με την ώρα ή την ημέρα, σε τακτά ή μη χρονικά διαστήματα, είτε προς έναν είτε προς περισσότερους του ενός εργοδότες, για την ίδια μισθολογική περίοδο, που καλύπτεται από την ασφάλιση του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. Ενδεικτικά υπάγονται οι εξής εργασίες ή υπηρεσίες: Οι υπηρεσίες οικογενειακής βοηθητικής φροντίδας (οικιακή καθαριότητα, γενικό νοικοκυριό), οι κηπουρικές εργασίες, οι μεμονωμένες μικροεπισκευαστικές εργασίες που δεν συνιστούν οικοδομικές εργασίες, η παράδοση ιδιαιτέρων μαθημάτων, η φύλαξη και μεταφορά παιδιών νηπίων και βρεφών, η υποστήριξη με τη παροχή κάθε μορφής βοήθειας και φροντίδας σε ηλικιωμένα άτομα καθώς και σε άτομα με ειδικές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης και της διευκόλυνσης για συμμετοχή σε πολιτιστικές, θρησκευτικές, ψυχαγωγικές και κοινωνικές δραστηριότητες ή και σε συμμετέχοντες σε προγράμματα αποκατάστασης ατόμων σε ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, οι αισθητικές φροντίδες (κομμωτική, περιποίηση προσώπου και σώματος) η περιποίηση ή νοσηλευτική φροντίδα αρρώστων ή κατάκοιτων ατόμων, η βοήθεια σε άτομα με προβλήματα κινητικότητας (φυσικοθεραπεία, κινησιοθεραπεία, συνοδεία εκτός οικίας). β) Οι απασχολούμενοι ως εργάτες γης σε εργασίες καλυπτόμενες από την ασφάλιση του Ο.Γ.Α. κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 27 του ν.2639/1998 (Α΄ 205). 2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και ύστερα από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης, επιλύεται κάθε ζήτημα περί υπαγωγής ή εξαίρεσης συγκεκριμένης μορφής απασχόλησης ή παροχής υπηρεσιών στις διατάξεις του παρόντος άρθρου. 3. Για την καταβολή της αμοιβής των ανωτέρω προσώπων από κάθε φυσικό πρόσωπο που δέχεται ή χρησιμοποιεί τις εργασίες ή υπηρεσίες τους, καθώς και των εισφορών (εργοδότη και εργαζόμενου) που αναλογούν, τηρείται υποχρεωτικά η εξής διαδικασία: Από τους κατά περίπτωση αρμόδιους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εκδίδεται ειδικό εργόσημο, υπό τύπο πολύπττυχης επιταγής, συγκεκριμένης χρηματικής αξίας στην οποία περιλαμβάνεται το ποσό της αμοιβής του εργαζομένου και το ποσό της εισφοράς υπέρ του οικείου Φ.Κ.Α. Τα εργόσημα δύναται να διατίθενται στον εργοδότη από τα κατά τόπους Υποκαταστήματα των Φ.Κ.Α., από τις συνεργαζόμενες με τους Φ.Κ.Α. τράπεζες και υποκαταστήματα αυτών, από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία, από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών και από οποιονδήποτε άλλον φορέα ή δίκτυο έπειτα από απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, με καταβολή του οικείου ποσού. Τα εργόσημα μεταβιβάζονται ονομαστικώς από τον εργοδότη στους εργαζόμενους της παραγράφου 1 ως καταβολή για την αμοιβή της παρασχεθείσης εργασίας και, στη συνέχεια, εξοφλούνται από τους προαναφερόμενους φορείς διαθέσεως με καταβολή του αντίστοιχου ποσού, αφού προηγουμένως έχουν παρακρατηθεί οι αναλογούσες εισφορές. Οι παρακρατηθείσες ασφαλιστικές εισφορές και το καθαρό ποσό αναγράφονται στην πολύπτυχη επιταγή εκ των οποίων το ένα τμήμα φυλάσσεται από τον φορέα που εξοφλεί, το άλλο φυλάσσεται από τον εργοδότη. Στο τέλος κάθε έτους ο Φ.Κ.Α. στέλνει ετήσια συγκεντρωτική κατάσταση σε εργοδότη και εργαζόμενο. 4. Ο τύπος του εργοσήμου, τα αναγραφόμενα σ’ αυτό στοιχεία εργοδότη και εργαζόμενου, το ποσό που αντιστοιχεί στην αμοιβή, οι ασφαλιστικές εισφορές, τα τεχνικά χαρακτηριστικά διασφάλισης της γνησιότητας του εργοσήμου, της διαδικασίας που θα τηρηθεί για την είσπραξη και απόδοση των εισφορών στους οικείους ΦΚΑ, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ή στοιχείο για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ύστερα από γνώμη των κατά περίπτωση αρμόδιων Διοικητικών Συμβουλίων των φορέων. 5. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 8 του Κ.Φ.Ε. (Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος) όπως ισχύει, μετά την τροποποίησή από το άρθρο 2, παρ.1 του ν.3842/2010 (Α 58) προστίθεται περίπτωση υπό στοιχείο ια ως εξής: «ια. Οι ετήσιες καταβληθείσες εισφορές εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα. Ως δικαιολογητικά για την εφαρμογή του παρόντος συνυποβάλλεται με την φορολογική δήλωση η ετήσια απολογιστική κατάσταση του Φ.Κ.Α. που έχει σταλεί στον εργοδότη.»
Άρθρο 21 Ασφάλιση στο Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ., Ε.Τ.Ε.Α.Μ., Ο.Ε.Κ. 1. Οι εισφορές εργοδότη και εργαζόμενου για τον Κλάδο Σύνταξης και Ασθένειας Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ, Ο.Ε.Κ. καθώς και για την επικουρική ασφάλιση στο Ε.Τ.Ε.Α.Μ. ανέρχονται σε ποσοστό 20% και εμπεριέχονται στην αναγραφόμενη τιμή του εργοσήμου. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και ύστερα από εισήγηση των Διοικητικών Συμβουλίων των κατά περίπτωση αρμόδιων φορέων και μετά από γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξομειώνεται προσαρμοζόμενο στις εκάστοτε κοινωνικοασφαλιστικές συνθήκες. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. γίνεται επιμερισμός του ποσοστού αυτού ανά κλάδο ασφάλισης. 2. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 περ. α΄ του άρθρου 20 του παρόντος νόμου για τους οποίους έχουν καταβληθεί εισφορές με το εργόσημο, δικαιώνονται διπλάσιες ημέρες ασφάλισης από όσες προκύπτουν από τη διαίρεση του ποσού των εισφορών με το ανά ημέρα ή μήνα εργασίας ποσό εισφοράς που αντιστοιχεί στο ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη της 31/12 του προηγούμενου έτους σύμφωνα με την Ε.Σ.Σ.Εργασίας και δεν μπορούν να υπερβούν τις τριάντα (30) ημέρες ασφάλισης ανά μήνα ή τις τριακόσιες εξήντα (360) ημέρες ασφάλισης κατά έτος. 3. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 περ. α΄ του άρθρου 20 του παρόντος νόμου σε περίπτωση που ασφαλίζονται με αμοιβή που υπολείπεται κατά μήνα του 25πλασίου του ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη, προκειμένου να τύχουν των παροχών ασθένειας σε είδος του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ., θα πρέπει να έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον εκατόν πενήντα (150) ημέρες εργασίας, είτε κατά το προηγούμενο της ημέρας της ασθένειας ή της πιθανής ημέρας τοκετού ημερολογιακό έτος, είτε κατά το τελευταίο πριν την εν λόγω αναγγελία 15μηνο, μη συνυπολογιζόμενων των ημερών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν το τελευταίο τρίμηνο. 4. Κάθε ζήτημα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την ένταξη των προσώπων της παραγράφου 1 περ. α΄ του άρθρου 20 του παρόντος νόμου στον Κανονισμό του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. του Ε.Τ.Ε.Α.Μ και του Ο.Ε.Κ. ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ύστερα από γνώμη των Διοικητικών Συμβουλίων των κατά περίπτωση αρμοδίων φορέων. 5. Το άρθρο 26 του ν. 2639/1998 (Α΄ 205) παύει να ισχύει σε τρεις (3) μήνες από την ημέρα έναρξης της Υπουργικής Απόφασης του άρθρου 4 της παρ.4 του παρόντος. 6. Οι διατάξεις του άρθρου…. του ν.2084/1992 δεν έχουν εφαρμογή για τους υπαγόμενους στο ανωτέρω καθεστώς.
Άρθρο 22 Ασφάλιση στον ΟΓΑ 1. Τα πρόσωπα της παρ. 1 περίπτωση β’ του άρθρου 20 του παρόντος νόμου υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. ανεξαρτήτως των ημερών εργασίας τους ανά έτος. 2. Οι παρακρατούμενες εισφορές ορίζονται σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) επί της αξίας των καταβαλλομένων αμοιβών και καλύπτουν τη σύνταξη, την ασθένεια και τον Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ). Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ. του Ο.Γ.Α., το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξομειώνεται προσαρμοζόμενο στις εκάστοτε κοινωνικοασφαλιστικές συνθήκες. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Γ.Α. γίνεται επιμερισμός του ποσοστού αυτού ανά κλάδο ασφάλισης. 3. Οι ημέρες εργασίας των προσώπων της παρ.1 περ. β΄ του άρθρου 20 του παρόντος νόμου, υπολογίζονται ανά έτος με βάση τις αμοιβές τους και προκύπτουν από τη διαίρεση του συνόλου των καταβληθεισών εντός του έτους αμοιβών δια του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη της 31/12 του προηγούμενου έτους σύμφωνα με την Ε.Σ.Σ.Εργασίας, θεωρούνται δε ως πραγματοποιηθείσες κατά το μήνα εξόφλησης των εργοσήμων. Προκειμένου τα πρόσωπα αυτά να τύχουν των παροχών ασθενείας και ΛΑΕ του Ο.Γ.Α., θα πρέπει να έχουν πραγματοποιήσει εκατόν πενήντα (150) τουλάχιστον ημέρες εργασίας εντός του προηγουμένου δωδεκαμήνου. 4. Ημέρες εργασίας άνω των τριακοσίων (300) κατά έτος, που έχουν υπολογιστεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στη παρούσα διάταξη, δεν μεταφέρονται σε άλλο έτος. 5. Τα ανωτέρω πρόσωπα που έχουν πραγματοποιήσει εκατόν πενήντα (150) ημέρες εργασίας και άνω κατ’ έτος, ασφαλίζονται στον Ο.Γ.Α. για ολόκληρο το έτος. Με εκατόν πενήντα (150) ημέρες στην 1η κατηγορία και κλιμακωτά με τριακόσιες (300) ημέρες στην 7η κατηγορία. Για τους εργαζόμενους που έχουν πραγματοποιήσει ημέρες εργασίας λιγότερες των εκατόν πενήντα (150) κατ’ έτος, ο χρόνος ασφάλισης υπολογίζεται σε μήνες, όπως αυτοί προκύπτουν από τη διαίρεση του συνόλου των ημερών εργασίας δια του 25. Υπόλοιπο ημερών εργασίας άνω των δώδεκα (12), ανά έτος, λογίζεται ως μήνας. 6. Κάθε ζήτημα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την ένταξη των ανωτέρω προσώπων στον Κανονισμό του Ο.Γ.Α. ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Γ.Α.
Άρθρο 23 Αμοιβή και παρακράτηση εισφορών περιστασιακά απασχολουμένων σε επισιτιστικές και Θεάματος - Ακροάματος επιχειρήσεις. Η διαδικασία της παρ. 3 του άρθρου 20 του νόμου αυτού εφαρμόζεται και στους περιστασιακά απασχολουμένους στις πάσης φύσεως επισιτιστικές και θεάματος – ακροάματος επιχειρήσεις. Οι παρακρατούμενες, στην περίπτωση αυτή, εισφορές εργοδότη και εργαζομένου, είναι εκείνες που αναλογούν κάθε φορά στην αμοιβή του προσωπικού αυτού, με βάση τις ισχύουσες διατάξεις ή τις γενικές ή τις ειδικές ή τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Οι ασφαλιστικές διατάξεις που ισχύουν για την ασφάλιση του προσωπικού αυτού διατηρούν την ισχύ τους.
Άρθρο 24 Κυρώσεις Η παράβαση των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου και η μη πληρωμή με εργόσημο αποτελεί παράβαση των διατάξεων της ασφαλιστικής νομοθεσίας και συνεπάγεται πρόστιμο ίσο με το 50πλάσιο του ημερομίσθιου του ανειδίκευτου εργάτη της 31/12 του προηγούμενου έτους σύμφωνα με την Ε.Σ.Σ.Εργασίας και επιβάλλεται από τον αντίστοιχο Φ.Κ.Α. και ισχύουν οι διατάξεις που αφορούν στον έλεγχο από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας και τους αρμόδιους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, κατά τις ισχύουσες κατά περίπτωση διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ ΚΙΝΗΤΡΑ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΙΝΗΤΡΑ ΠΡΟΩΡΗΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗΣ Άρθρο 25 Προσαυξήσεις συντάξεων πέραν των 35 ετών 1. H παράγραφος 1 του άρθρου 145 του ν.3655/2008 (Α΄ 58), αντικαθίσταται ως εξής: «1. Το ποσό της σύνταξης, όσων συνταξιοδοτούνται από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, εφόσον συμπληρώνουν άνω των 10.500 ημερών ασφάλισης και το 60ο έτος της ηλικίας τους, προσαυξάνεται για κάθε τριακόσιες (300) ημέρες ασφάλισης, άνω των 10.500 και μέχρι 900 κατ’ ανώτατο όριο, κατά το ποσό που αντιστοιχεί στο γινόμενο του 25πλάσιου του τεκμαρτού ημερομισθίου της κλάσης κατάταξης, επί το ποσοστό που προκύπτει από τη διαφορά του ποσοστού του πίνακα β΄ του άρθρου 29 του α.ν 1846/1951 (Α΄ 179), όπως ισχύει, της ίδιας κλάσης και του ποσοστού τρεισήμισι τοις εκατό (3,5%). Στις περιπτώσεις που ο ασφαλισμένος δικαιούται και τη πριμοδότηση που προβλέπεται από την παρ. 8 του άρθρου 32 του ν.1902/1990 (Α΄ 138), για τον προσδιορισμό της διαφοράς μεταξύ του ποσοστού του ανωτέρω πίνακα β΄ της κλάσης κατάταξης και του τρεισήμισι τοις εκατό (3,5%), δεν λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό πριμοδότησης της ανωτέρω διάταξης». 2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 51 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165), τροποποιείται ως εξής: «2. Το ποσό της σύνταξης για όσους παραμένουν στην υπηρεσία μετά τη συμπλήρωση 35ετούς συντάξιμου χρόνου αυξάνεται κατά δυόμισι τοις εκατό (2,5%) για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης ή τριακόσιες (300) ημέρες υπηρεσίας πέραν του 35ου έτους μέχρι και του 37ου και κατά τρεισήμισι τοις εκατό (3,5%) για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης ή 300 ημέρες υπηρεσίας πέραν του 37ου έτους μέχρι και του 40ου. Η προσαύξηση αυτή χορηγείται και πέραν του ογδόντα τοις εκατό (80%) των συνταξίμων αποδοχών της προηγούμενης παραγράφου. Από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής εξαιρείται το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, για το οποίο έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της νομοθεσίας του». 3. Η αληθής έννοια των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 51 του ν.2084/1992 (Α΄ 165), είναι ότι το ποσό της σύνταξης κατά τον αρχικό υπολογισμό της δεν μπορεί να υπερβαίνει το τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν ΑΕΠ, όπως ισχύει κάθε φορά. 4. H παράγραφος 3 του άρθρου 5 του ν.1902/1990, αντικαθίσταται ως εξής: «3. Το ποσοστό σύνταξης του μηνιαίου συντάξιμου μισθού των υπαλλήλων που προς λήφθηκαν στο Δημόσιο μέχρι 31.12.1992 και παραμένουν στην υπηρεσία μετά τη συμπλήρωση 35ετούς συντάξιμου χρόνου, αυξάνεται κατά δυόμισι τοις εκατό (2,5%) για κάθε έτος ασφάλισης πέραν του 35ου έτους μέχρι και του 40ου.». 5. Οι προσαυξήσεις των παραγράφων 1, 2 και 4 του παρόντος άρθρου, καθώς και η προσαύξηση που προβλέπεται από τη διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2α του άρθρου 3 του ν.3029/2002 (Α' 160), όπως αντικαταστάθηκε με τη διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 145 του ν.3655/2008 (Α' 58), δεν ισχύει για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από 1.1.2018 και εφεξής.
Άρθρο 26 Προγράμματα Εθελουσίας Εξόδου 1. Ο πλασματικός χρόνος που προβλέπεται σε προγράμματα επιχειρήσεων για εθελούσια αποχώρηση του προσωπικού τους, δεν αναγνωρίζεται από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, προκειμένου για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος ή προσαύξηση του ποσού της σύνταξης. 2. Η εκ μέρους του εργοδότη παροχή οικονομικών κινήτρων πάσης φύσεως σε εργαζόμενους που έχουν συμπληρώσει ή συμπληρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, με σκοπό την αποχώρηση από την επιχείρηση και τη συνταξιοδότηση, γνωστοποιείται εντός 15 ημερών από την ημερομηνία καταβολής αυτής της παροχής στην αρμόδια ΔΟΥ του εργαζόμενου. Στην περίπτωση αυτή το οικονομικό αυτό κίνητρο υπάγεται στο άρθρο 8 παρ. 14 περίπτωση ζ΄ του ν. 3842/2010 (Α' 58). 3. Τροποποίηση της διάταξης αυτής προϋποθέτει προηγούμενη εκπόνηση σχετικής αναλογιστικής μελέτης από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή, γνώμη της Επιτροπής Δημοσίων Επιχειρήσεων, Τραπεζών, Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας και Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης της Βουλής, στο βαθμό που ο ΚτΒ της απονέμει την αρμοδιότητα αυτή και γνώμη της Επιτροπής Ανταγωνισμού
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΦΟΡΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ Άρθρο 27 Ενοποίηση Ασφαλιστικών Φορέων 1. Οι Κλάδοι Κύριας Ασφάλισης, οι οποίοι τελούν υπό την εποπτεία της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.), ενοποιούνται και συγκροτούν τρείς (3) Φορείς Κύριας Ασφάλισης, Μισθωτών, Αυτοαπασχολουμένων και Αγροτών. Έναρξη λειτουργίας των νέων Φορέων Κύριας Ασφάλισης ορίζεται η 1.1.2018. 2. Για την ενοποίηση των Κλάδων Κύριας Ασφάλισης εκπονούνται έως 31.12.2015 αναλογιστικές μελέτες. 3. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μέχρι 31.12.2016, με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, καθορίζονται οι Κλάδοι οι οποίοι στο εξής συγκροτούν τους Φορείς Κύριας Ασφάλισης Μισθωτών, Αυτοαπασχολούμενων και Αγροτών, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις ένταξης. 4. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται μέχρι 30.6.2017, μετά από γνώμη των Δ.Σ. των νέων Φορέων Κύριας Ασφάλισης καταρτίζονται οι Κανονισμοί Ασφάλισης και Παροχών τους. Επίσης, με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης εκδίδονται, μετά από πρόταση των Δ.Σ. των φορέων, οι Κανονισμοί Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας τους. 5. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται μέχρι 30.6.2017 με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από γνώμη των Δ.Σ. των νέων Proslipsis Φορέων Κύριας Ασφάλισης, καταρτίζονται οι Οργανισμοί λειτουργίας τους, ως προς το περιεχόμενο των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 20 του ν.2503/1997 (Α΄ 107). 6. Οι προσλαμβανόμενοι από 1.1.2013 τακτικοί υπάλληλοι στο δημόσιο, τα νπδδ καθώς και στους ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμίδας, υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια για στον κλάδο κύριας σύνταξης του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ. Οι ανωτέρω ασφαλίζονται για ασθένεια, επικουρική σύνταξη και εφάπαξ βοήθημα στους οικείους φορείς στους οποίους υπάγονται οι μετά την 1.1.1993 προσληφθέντες-ασφαλισμένοι στις ανωτέρω Υπηρεσίες. 7. Οι τομείς κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.) και του Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (Ε.Τ.Α.Π.-Μ.Μ.Ε.) παραμένουν στους φορείς αυτούς και καταβάλλουν εξ ιδίων πόρων τα ποσά της βασικής σύνταξης στους δικαιούχους όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του παρόντος.
Άρθρο 28 Οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια του Κλάδου Υγείας του ΙΚA.- ΕΤΑΜ Ο κλάδος Υγείας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που χορηγεί παροχές ασθένειας σε είδος και χρήμα, από 1.1.2011 λειτουργεί με πλήρη οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. Οι πόροι, τα ασφαλιστέα πρόσωπα, ο τρόπος λειτουργίας, τα είδη παροχών και οι αρμοδιότητες των Υπηρεσιών του κλάδου εξακολουθούν να διέπονται από την κείμενη νομοθεσία που ισχύει για το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Ο τρόπος και τα ποσοστά διαχωρισμού της περιουσίας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά κλάδο, τα ποσοστά στις δαπάνες διοίκησης και λειτουργίας του, ο τρόπος είσπραξης των εσόδων κατά κλάδο, καθώς και κάθε άλλο θέμα καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Οι έως τη δημοσίευση του παρόντος νόμου οικονομικές υποχρεώσεις του ΟΑΕΕ προς το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ περιέρχονται στον Κλάδο Υγείας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Ο κλάδος Υγείας καταρτίζει ξεχωριστό Προϋπολογισμό, διέπεται από κανόνες Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας και συντάσσει μέσα στις νόμιμες προθεσμίες αυτοτελή Ισολογισμό, ο οποίος υποβάλλεται με τους ισολογισμούς των άλλων κλάδων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για έγκριση στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης έως την 30η Ιουνίου κάθε έτους.
Άρθρο 29 Διάκριση των Κεντρικών Υπηρεσιών Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. 1. Για τη βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών ασφάλισης και υγείας, οι Κεντρικές Υπηρεσίες του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. εκσυγχρονίζονται, αναδιαρθρώνονται και διακρίνονται σε Υπηρεσίες Ασφάλισης και Υπηρεσίες Υγείας. 2. Οι Υπηρεσίες Ασφάλισης είναι οι αναφερόμενες στο άρθρο 2 παρ.1 περ. α, β, γ, ε, στ, ζ και θ του Οργανισμού του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. (π.δ. 266/1989 - Α΄ 127), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. 3. Οι Υπηρεσίες Υγείας είναι αυτές που συστήνονται με το άρθρο 30 του παρόντος νόμου και οι αναφερόμενες στο άρθρο 2 παρ. 1 περ. η΄ του Οργανισμού του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (π.δ. 266/1989 – A΄ 127), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. 4. Η Γενική Διεύθυνση Οικονομοτεχνικών Υπηρεσιών, η Γενική Διεύθυνση Πληροφορικής, η Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Ενημέρωσης της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών, η Διεύθυνση Γραμματείας, η Νομική Υπηρεσία, το Τμήμα Τύπου και το Τμήμα Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων είναι υπηρεσίες κοινές και για τις Υπηρεσίες Ασφάλισης και για τις Υπηρεσίες Υγείας.
Άρθρο 30 Οργανωτική διάρθρωση των Κεντρικών Υπηρεσιών Υγείας 1. Στις Κεντρικές Υπηρεσίες Υγείας του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. συστήνονται: α) Γενική Διεύθυνση Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Υπηρεσιών Υγείας και β) Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Υπηρεσιών, Αξιολόγησης και Ελέγχου Δαπανών Υγείας, καταργούμενης της Γενικής Διεύθυνσης Υπηρεσιών Υγείας του Ιδρύματος του άρθρου 2 παρ. 1 περ. δ΄ του π.δ. 266/1989 (Α΄ 127), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του π.δ. 363/1992 (Α΄184). 2. Η Γενική Διεύθυνση Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Υπηρεσιών Υγείας συγκροτείται από τις παρακάτω υπηρεσίες: α) Διεύθυνση Οργάνωσης - Αξιολόγησης-Μελετών και Εφαρμογών, αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα: Τμήμα Οργάνωσης Τμήμα Μελετών και Παρακολούθησης Ποιότητας Υπηρεσιών Τμήμα Αξιολόγησης και Παρακολούθησης Εφαρμογών β) Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινων Πόρων, αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα: Τμήμα Διαχείρισης Ανθρώπινων Πόρων Ιατρικού Προσωπικού Τμήμα Διαχείρισης Ανθρώπινων Πόρων Νοσηλευτικού και Λοιπού Υγειονομικού Προσωπικού Τμήμα Μητρώου Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων Τμήμα Πειθαρχικών Υποθέσεων γ) Διεύθυνση Βιοϊατρικής Τεχνολογίας, αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα: Τμήμα Προγραμματισμού και Εφαρμογών Τμήμα Οργάνωσης και Παρακολούθησης Εξοπλισμού Τμήμα Συντήρησης Ιατρικών Μηχανημάτων δ) Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας, αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα: Τμήμα Αναπηρίας Τμήμα Α΄ Προγραμματισμού Ειδικού Σώματος Τμήμα Β΄ Προγραμματισμού Ειδικού Σώματος Τμήμα Ιατρικής της Εργασίας Τμήμα Αποκατάστασης Το Τμήμα Β΄ Προγραμματισμού Ειδικού Σώματος εδρεύει στη πόλη της Θεσσαλονίκης και λειτουργεί ως αποκεντρωμένη υπηρεσία της Διεύθυνσης. Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Διεύθυνσης Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας καταργούνται οι προβλεπόμενες από το π.δ. 266/1989 (Α΄ 127), όπως τροποποιήθηκε με το π.δ. 363/1992 (Α΄ 184), περιφερειακές υπηρεσίες α) Υπηρεσία Υγειονομικών Επιτροπών Αναπηρίας Αθήνας και β) Υπηρεσία Υγειονομικών Επιτροπών Αναπηρίας Θεσσαλονίκης. 3. Η Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Υπηρεσιών, Αξιολόγησης και Ελέγχου Δαπανών Υγείας συγκροτείται από τις παρακάτω υπηρεσίες: α) Διεύθυνση Ανάλυσης, Αξιολόγησης και Ελέγχου Δαπανών Υγείας, με αρμοδιότητες την ανάλυση, αξιολόγηση και κοστολόγηση κάθε νέας παροχής υγείας που υιοθετείται από το Ίδρυμα καθώς και την παρακολούθηση και τον έλεγχο όλων των δαπανών υγείας στο πλαίσιο του προϋπολογισμού του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα: Τμήμα Παρακολούθησης Δαπανών Υγείας Τμήμα Ελέγχου Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Περίθαλψης Τμήμα Ελέγχου Φαρμακευτικής και Πρόσθετης Περίθαλψης β) Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα: Τμήμα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υπηρεσιών Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Τμήμα Οδοντιατρικής Περίθαλψης Τμήμα Εξωτερικών Προμηθευτών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Τμήμα Ιατρικής Φυσικής γ) Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Φροντίδας Υγείας, αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα: Τμήμα Δευτεροβάθμιας Φροντίδας Υπηρεσιών Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Τμήμα Εξωτερικών Προμηθευτών Δευτεροβάθμιας Φροντίδας Η Διεύθυνση αναδιαρθρώνεται με την πλήρη υπαγωγή των νοσοκομείων στο ΕΣΥ. δ) Διεύθυνση Προληπτικής Ιατρικής, αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα: Τμήμα Προληπτικής Ιατρικής Τμήμα Προληπτικής Οδοντιατρικής Τμήμα Δευτερογενούς Πρόληψης Τμήμα Κοινωνικής Μέριμνας και Λοιπών Μορφών Φροντίδας ε) Διεύθυνση Φαρμακευτική, αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα: Τμήμα Φαρμακευτικής Αντίληψης Τμήμα Συνταγογραφίας και Φαρμακευτικής Ενημέρωσης Τμήμα Κεντρικού Φαρμακείου Τμήμα Κεντρικής Μονάδας Επεξεργασίας Συνταγών (Κ.Μ.Ε.Σ.) Τμήμα Γραμματείας Οι αρμοδιότητες των Κεντρικών Υπηρεσιών Υγείας που συστήνονται με το παρόν άρθρο, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την οργάνωση και λειτουργία τους, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. H ημερομηνία έναρξης λειτουργίας τους καθορίζεται με απόφαση του Διοικητή Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. 4. Στη Γενική Διεύθυνση Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Υπηρεσιών Υγείας προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Ιατρών ή ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού με ειδίκευση στη Διαχείριση Υπηρεσιών Υγείας. Στις Διευθύνσεις που συγκροτούν τη Γενική Διεύθυνση και στα Τμήματα αυτών προΐστανται: α) Στη Διεύθυνση Οργάνωσης–Αξιολόγησης–Μελετών και Εφαρμογών, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού. Στα Τμήματα της Διεύθυνσης, υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και ελλείψει αυτών ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων. β) Στη Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινων Πόρων, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού. Στα Τμήματα της Διεύθυνσης, υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και ελλείψει αυτών ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων. γ) Στη Διεύθυνση Βιοϊατρικής Τεχνολογίας, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Ιατρών με εξειδίκευση στο αντικείμενο. Στα Τμήματα Προγραμματισμού και Εφαρμογών και Οργάνωσης και Παρακολούθησης Εξοπλισμού της Διεύθυνσης, υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΠΕ Μηχανικών. Στο Τμήμα Συντήρησης Ιατρικών Μηχανημάτων, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Μηχανικών με εξειδίκευση στη Βιοϊατρική Τεχνολογία ή ΤΕ Μηχανικών, ειδικότητας ιατρικών εφαρμογών. δ) Στη Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Ιατρών. Στο Τμήμα Αναπηρίας, υπάλληλος του Κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και ελλείψει αυτού ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων. Στα Τμήματα Α΄ Προγραμματισμού Ειδικού Σώματος, Β΄ Προγραμματισμού Ειδικού Σώματος και στο Τμήμα Ιατρικής της Εργασίας, υπάλληλοι του Κλάδου ΠΕ Ιατρών. Ειδικότερα για το Τμήμα Ιατρικής της Εργασίας απαιτείται ο ιατρός να κατέχει την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας. Στο Τμήμα Αποκατάστασης, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Ιατρών ή υπάλληλος του Κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και ελλείψει αυτού, ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων. 5. Στη Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Υπηρεσιών, Αξιολόγησης και Ελέγχου Δαπανών Υγείας προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Ιατρών. Στις Διευθύνσεις που συγκροτούν τη Γενική Διεύθυνση και στα Τμήματα αυτών προΐστανται: α) Στη Διεύθυνση Ανάλυσης, Αξιολόγησης και Ελέγχου Δαπανών Υγείας, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού με ειδικότητα Οικονομολόγου. Στα Τμήματα της Διεύθυνσης, υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού. β) Στη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Ιατρών ή ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού. Στα Τμήματα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υπηρεσιών ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και Εξωτερικών Προμηθευτών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και ελλείψει αυτών ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων. Στο Τμήμα Οδοντιατρικής Περίθαλψης, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Οδοντιάτρων. Στο Τμήμα Ιατρικής Φυσικής, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Φυσικών Ιατρικής-Ακτινοφυσικών. γ) Στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Φροντίδας Υγείας, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Ιατρών ή ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού. Στα Τμήματα της Διεύθυνσης, υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και ελλείψει αυτών ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων. δ) Στη Διεύθυνση Προληπτικής Ιατρικής, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Ιατρών. Στα Τμήματα Προληπτικής Ιατρικής και Δευτερογενούς Πρόληψης, υπάλληλοι του κλάδου ΤΕ Επισκεπτών Υγείας. Στο Τμήμα Προληπτικής Οδοντιατρικής, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Οδοντιάτρων. Στο Τμήμα Κοινωνικής Μέριμνας και λοιπών Μορφών Φροντίδας, υπάλληλος του Κλάδου ΠΕ Ψυχολόγων και Κοινωνικής Εργασίας ειδικότητας Κοινωνικής Εργασίας ή υπάλληλος του Κλάδου ΤΕ Κοινωνικής Εργασίας ή υπάλληλος του Κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και ελλείψει αυτού ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων. ε) Στη Διεύθυνση Φαρμακευτική και στα Τμήματά της, υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Φαρμακοποιών. 6. Οι διατάξεις του άρθρου 29 και του παρόντος αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του Οργανισμού του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (π.δ. 266/1898 - Α΄127), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και τροποποιούνται εφεξής με τη διαδικασία που ισχύει για την τροποποίηση του Οργανισμού του Ιδρύματος. 7. Η παρ. 4 του άρθρου 20 του ν. 2503/1997 (Α΄ 107) συμπληρώνεται ως ακολούθως: «Για το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ο Οργανισμός του τροποποιείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ.»
Άρθρο 31 Ενιαίο Σύστημα Υπηρεσιών Υγείας 1. Για τη διαμόρφωση ενιαίου πλαισίου παροχής υπηρεσιών υγείας στον πληθυσμό της χώρας οι μονάδες πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας υγείας του ΕΣΥ και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Φ.Κ.Α.) αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων εντάσσονται και λειτουργούν σε ενιαίο πλαίσιο. 2. α. Για την ομαλή μετάβαση στο Ενιαίο Σύστημα Υπηρεσιών Υγείας συστήνεται στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Συμβούλιο Συντονισμού, το οποίο αποτελείται από: i) Τον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ως Πρόεδρο. ii) Τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. iii) Τον Γενικό Γραμματέα Υγείας των Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης iv) Τον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. v) Το Διοικητή του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ως μέλος, αναπληρωτή του τον Υποδιοικητή ΙΚΑ-ΕΤΑΜ σε θέματα υγείας. vi) Έναν (1) εκπρόσωπο των ασφαλισμένων με τον αναπληρωτή του, που υποδεικνύεται από τη Γ.Σ.Ε.Ε. vii) Έναν (1) εκπρόσωπο των υπαλλήλων με τον αναπληρωτή του, που υποδεικνύεται από την ΑΔΕΔΥ viii) Έναν (1) εκπρόσωπο του ΚΕΣΥ με τον αναπληρωτή του. ix) Έναν (1) ειδικό επιστήμονα με εξειδίκευση στα θέματα αρμοδιότητας του Συμβουλίου, που διορίζεται από τον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. β. Τα μέλη του Συμβουλίου με τους αντίστοιχους αναπληρωτές τους, ο εισηγητής και οι γραμματείς υποστήριξης του Συμβουλίου διορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών. γ. Το Συμβούλιο είναι αρμόδιο για: i) τον καθορισμό των όρων λειτουργίας και συνεργασίας των συμμετεχόντων με τις δομές τους μονάδων ΕΣΥ και Φ.Κ.Α., ii) τον καθορισμό του είδους και της κοστολόγησης των παρεχόμενων υπηρεσιών από αυτούς, iii) τον επιμερισμό των λειτουργικών εξόδων και των δαπανών περίθαλψης μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων, iv) τα θέματα μεταβίβασης των περιουσιακών στοιχείων των ως άνω μονάδων και v) τα θέματα διοίκησης, μεταφοράς προσωπικού και μισθολογικής και βαθμολογικής τακτοποίησης αυτού. δ. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου υλοποιούνται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που εκδίδονται εντός προθεσμίας δύο (2) ετών από της σύστασής του. 3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που εκδίδεται το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, επιλέγονται διοικητικές περιφέρειες της χώρας για την έναρξη της πιλοτικής εφαρμογής των ανωτέρω.
Άρθρο 32 Σύμπραξη Φ.Κ.Α. για παροχές υγείας 1. Το δεύτερο κλιμάκιο του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλειας (Σ.Κ.Α.), που λειτουργεί στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετονομάζεται σε Συντονιστικό Συμβούλιο Παροχών Υγείας (ΣΥ.Σ.Π.Υ). Το Συμβούλιο αποτελείται από: α) Το Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του. β) Τους Διοικητές Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., Ο.Γ.Α. και Ο.Α.Ε.Ε. και τους Προέδρους Ο.Π.Α.Δ., Ε.Τ.Α.Α., Ε.Τ.Α.Π.-Μ.Μ.Ε. και Τ.Α.Υ.Τ.Ε.Κ.Ω., ως μέλη, με αναπληρωτές τούς τους αρμόδιους Γενικούς Διευθυντές των παραπάνω Φορέων. γ) Το Γενικό Επιθεωρητή της ΥΠΕΔΥΦΚΑ, ως μέλος, με αναπληρωτή του ένα Διευθυντή της ΥΠΕΔΥΦΚΑ. δ) Το Νομικό Σύμβουλο της Γ.Γ.Κ.Α., ως μέλος, με αναπληρωτή του τον αρχαιότερο Πάρεδρο της ΓΓΚΑ. ε) Έναν (1) εκπρόσωπο των ασφαλισμένων με τον αναπληρωτή του, που υποδεικνύεται από τη Γ.Σ.Ε.Ε. στ) Έναν (1) εκπρόσωπο των εργοδοτών, με τον αναπληρωτή του, που υποδεικνύεται από το Σ.Ε.Β., τη Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε. και την Ε.Σ.Ε.Ε. 2. Ως εισηγητής ορίζεται ο Διευθυντής της Δ/νσης Ασφάλισης Ασθένειας και Μητρότητας της Γ.Γ.Κ.Α, με αναπληρωτή του Τμηματάρχη της ίδιας Δ/νσης. 3. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της παραπάνω Δ/νσης, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του με την απόφαση διορισμού των μελών. 4. Το Συντονιστικό Συμβούλιο Παροχών Υγείας είναι αρμόδιο και αποφασίζει για: α) Το σχεδιασμό ενιαίων κανόνων αγοράς υπηρεσιών υγείας σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα για λογαριασμό των ασφαλιστικών οργανισμών και του ΟΠΑΔ. β) Τον καθορισμό των κριτηρίων και των όρων σύναψης συμβάσεων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και ΟΠΑΔ με όλους τους παρόχους υγείας. γ) Την αναθεώρηση και τροποποίηση των όρων αυτών, όπου και όποτε αυτό απαιτείται. δ) Το ύψος της αποζημίωσης από τους ΦΚΑ και τον ΟΠΑΔ των υλικών, των πρόσθετων ειδών και των υλικών για χειρουργικές επεμβάσεις. ε) Τη μέτρηση ποιότητας και κόστους των υπηρεσιών υγείας από το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. 5. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου κοινοποιούνται από τον Πρόεδρο αυτού σε όλους τους συμμετέχοντες Φορείς και είναι δεσμευτικές για αυτούς. 6. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου με τους αντίστοιχους αναπληρωτές τους διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών. 7. Το Συμβούλιο συνεδριάζει όσες φορές παρίσταται ανάγκη προς τούτο. 8. Για τον τρόπο λειτουργίας του εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας. 9. Οι αρμοδιότητες του υφιστάμενου, έως τη δημοσίευση του παρόντος δευτέρου κλιμακίου του Σ.Κ.Α. ασκούνται από το πρώτο κλιμάκιο, το οποίο μετονομάζεται σε Συμβούλιο Κοινωνικής Ασφάλειας (Σ.Κ.Α.). Μετά την κατάργηση του δευτέρου κλιμακίου του Σ.Κ.Α., οι υπάλληλοι της Γ.Γ.Κ.Α. διορίζονται ως μέλη στα Διοικητικά Συμβούλια των ασφαλιστικών οργανισμών χωρίς διαδικασία επιλογής. 10. Το στοιχείο ε΄ της περίπτωσης Α της παραγράφου 7 του άρθρου 23 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48) αντικαθίσταται ως εξής: «Τον αρμόδιο για κάθε θέμα Γενικό Διευθυντή της Γ.Γ.Κ.Α., που αναπληρώνεται από Διευθυντή της Γ.Γ.Κ.Α.»
Άρθρο 33 Μικτά κλιμάκια για την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής 1. Στο Τμήμα Εποπτείας και Καταγγελιών Διαχείρισης της Διεύθυνσης Επιθεώρησης της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης προστίθενται αρμοδιότητες ως εξής: - Ο σχεδιασμός, ο προγραμματισμός και η συγκρότηση των μικτών κλιμακίων ελέγχου επιχειρήσεων για έσοδα και ανασφάλιστη εργασία στις επιχειρήσεις γενικά. - Η εποπτεία και ο συντονισμός των ενεργειών των εν λόγω κλιμακίων. - Η διαμόρφωση των επιμέρους επιχειρησιακών προγραμμάτων για την υλοποίηση των γενικών και ειδικών σχεδίων δράσης που καθορίζονται από τις Διοικήσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης. 2. Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Επιθεώρησης της ΓΓΚΑ έχει την ευθύνη για τη συγκρότηση των μικτών κλιμακίων, αποτελουμένων από υπαλλήλους της Διεύθυνσης Επιθεώρησης της ΓΓΚΑ και από υπαλλήλους των ΦΚΑ, πλην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που υπηρετούν στις Διευθύνσεις Επιθεώρησης και στα Τμήματα Εσόδων αυτών, σε συνεργασία με τους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων Επιθεώρησης των ΦΚΑ. Οι ανωτέρω υπάλληλοι δύναται να συμμετέχουν και στα μικτά κλιμάκια της παρ. 1 του άρθρου 151 του ν.3655/2008 (Α΄ 58), σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο εν λόγω άρθρο. 3. Τα μικτά κλιμάκια διενεργούν επιτόπιους ελέγχους στις κάθε είδους επιχειρήσεις που λειτουργούν σε όλη την επικράτεια για τη διαπίστωση των απασχολουμένων και μη ασφαλισμένων στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και τον εντοπισμό της εισφοροδιαφυγής γενικότερα, είτε μετά από προγραμματισμένη εντολή, είτε μετά από υπηρεσιακή αναφορά, είτε μετά από καταγγελία. Ένας υπάλληλος της Δ/νσης Επιθεώρησης, από τα μέλη κάθε μικτού κλιμακίου ορίζεται με την εντολή ελέγχου ως «υπεύθυνος κλιμακίου». 4. Οι υπάλληλοι που συμμετέχουν στα μικτά κλιμάκια κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ενεργούν και ως ανακριτικοί υπάλληλοι, έχουν πρόσβαση στα αρχεία και έγγραφα της επιχείρησης και λαμβάνουν γνώση οποιουδήποτε από τα τηρούμενα βιβλία, μητρώα, έγγραφα και κάθε είδους σχετικού με το διενεργούμενο έλεγχο στοιχείου της επιχείρησης χρήσιμου για την άσκηση του έργου τους. Η δαπάνη για τη μετακίνηση των υπαλλήλων των ΦΚΑ θα βαρύνει την υπηρεσία στην οποία υπηρετούν. 5. Τα προγράμματα εργασίας των μικτών κλιμακίων διαμορφώνονται από τη Διεύθυνση Επιθεώρησης με χρονική διάρκεια ενός μηνός και κοινοποιούνται στους υπαλλήλους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος πριν από την ημερομηνία διενέργειας του ελέγχου. 6. Ο παρεμποδίζων την είσοδο των υπαλλήλων των μικτών κλιμακίων στους τόπους εργασίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ως και ο υπόχρεος προς παροχή στοιχείων ή πληροφοριών εργοδότης, διευθυντής της επιχείρησης ή εκπρόσωπος ή υπάλληλος, που αρνείται την παροχή των στοιχείων και πληροφοριών ή παρέχει ψευδείς πληροφορίες ή στοιχεία, τιμωρείται με διοικητικό πρόστιμο ανάλογο με το επιβαλλόμενο από τις υπηρεσίες του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που εκδίδεται με σχετικό παραστατικό από τους αρμόδιους ΦΚΑ κατόπιν εγγράφου εντολής των ελεγκτών των μικτών κλιμακίων. 7. Τα μικτά κλιμάκια κατά τη διάρκεια του ελέγχου συντάσσουν ειδικό Έντυπο Ελέγχου, το οποίο υπογράφεται από τον υπεύθυνο του μικτού κλιμακίου και τον ελεγχόμενο. Τα σχετικά Έντυπα Ελέγχου σχεδιάζονται από τη Διεύθυνση Επιθεώρησης της ΓΓΚΑ. Αντίγραφο του Εντύπου Ελέγχου διαβιβάζεται από τη Διεύθυνση Επιθεώρησης στις αρμόδιες υπηρεσίες των ΦΚΑ, οι οποίες εντός μηνός πρέπει να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες για τη λήψη μέτρων, σύμφωνα με τις καταστατικές τους διατάξεις, με άμεση κοινοποίησή τους στη Διεύθυνση Επιθεώρησης της ΓΓΚΑ. 8. Η Διεύθυνση Επιθεώρησης και οι αρμόδιες υπηρεσίες των ΦΚΑ ασκούν ελέγχους παράλληλα και ανεξάρτητα από αυτούς που διενεργούν τα μικτά κλιμάκια. 9. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 32 του ν. 2676/1999 (Α΄ 19), που προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου Δέκατου του ν. 3607/2007 (Α΄ 245), αντικαθίσταται ως εξής: «Σε περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητη η συμμετοχή στα μικτά κλιμάκια ιατρών ή φαρμακοποιών, αυτή θα είναι υποχρεωτική με ευθύνη της Διοίκησης του ασφαλιστικού φορέα στον οποίο υπηρετούν. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατό να διεξάγονται με απόφαση της Διοίκησης του φορέα συμπληρωματικοί έλεγχοι και από τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης». 10. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρ. 18 του ν. 3260/2004 (Α΄ 151), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 33 του ν. /2010 (Α΄ ), έχουν ανάλογη εφαρμογή για τους συμμετέχοντες στα μικτά κλιμάκια του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 34 Σύσταση Κέντρου Εξυπηρέτησης Ασφαλισμένων (Κ.Ε.Α.) 1. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων συστήνεται Κέντρο Εξυπηρέτησης Ασφαλισμένων (Κ.Ε.Α.), σε επίπεδο Αυτοτελούς Τμήματος, το οποίο υπάγεται απευθείας στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ως ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του καθορίζεται η 1.1.2011. 2. Το Κ.Ε.Α. στεγάζεται σε χώρο προσβάσιμο στα άτομα με αναπηρία, το δε έργο του είναι: α. Η παροχή πληροφοριών και η σωστή ενημέρωση των ασφαλισμένων σχετικά με τα δικαιώματα και τις ενέργειες που απαιτούνται για τη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους σε θέματα αρμοδιότητας της Γ.Γ.Κ.Α. β. Η κατεύθυνση των ασφαλισμένων στις αρμόδιες για την υπόθεσή τους υπηρεσίες. γ. Η διερεύνηση των παραπόνων των συναλλασσόμενων με τις υπηρεσίες της Γ.Γ.Κ.Α. και των Φ.Κ.Α., η υποβολή προτάσεων για τη βελτίωση της λειτουργίας τους και την απλούστευση διαδικασιών. δ. Η διασύνδεση και η συνεργασία με τις οργανικές μονάδες των Φ.Κ.Α. που έχουν ως αρμοδιότητα την εξυπηρέτηση του πολίτη. ε. Η διασύνδεση και η συνεργασία με τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) σε θέματα ασφάλισης και παροχών. στ. Η ηλεκτρονική διασύνδεση με τα υφιστάμενα και μελλοντικά Πληροφοριακά Συστήματα των Φ.Κ.Α. και των Κ.Ε.Π. για την άντληση των απαραίτητων πληροφοριών και την υποστήριξη του έργου του. ζ. Η συνεχής παρακολούθηση των αλλαγών που επέρχονται σε θέματα ασφάλισης, παροχών και υγείας, αρμοδιότητας Γ.Γ.Κ.Α. η. Η παραλαβή αιτήσεων ασφαλισμένων για την έκδοση προσωρινών συνταξιοδοτικών πράξεων. 3. Το Κ.Ε.Α. στελεχώνεται με διοικητικό προσωπικό της Γ.Γ.Κ.Α. και των Φ.Κ.Α., το οποίο αποσπάται από τους φορείς με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης χωρίς χρονικό περιορισμό κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Οι εν λόγω υπάλληλοι προέρχονται από διάφορες κατηγορίες και κλάδους με γνωστικό αντικείμενο σχετικό με το έργο του Κ.Ε.Α. και μοριοδοτούνται με 5 μόρια επιπλέον, όπως αυτά καθορίζονται στο ν. 3839/2010 (Α΄ 510), για κάθε έτος υπηρεσίας τους στο Κ.Ε.Α. και έως 300 μόρια, για την επιλογή τους ως προϊστάμενοι οργανικών μονάδων. Του Κ.Ε.Α. προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Κοινωνικής Ασφάλισης. 4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά τις αρμοδιότητες και τη λειτουργία του Κ.Ε.Α..
Άρθρο 35 Ενιαίο σύστημα ελέγχου συντάξεων 1. Δημιουργείται ενιαίο σύστημα ελέγχου καταβολής των συντάξεων. Αρμόδιος φορέας για τη λειτουργία του συστήματος αυτού ορίζεται η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης (Η.ΔΙ.Κ.Α. ΑΕ.). Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εποπτείας Υπουργείων Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, και Εθνικής Άμυνας, υποχρεούνται να αποστέλλουν στην Η.ΔΙ.Κ.Α. ΑΕ, σε ηλεκτρονική μορφή, αρχείο πληρωμών συντάξεων, στο οποίο περιέχονται αναλυτικά και ανά συνταξιούχο τα ποσά των συντάξεων που καταβάλλει ο κάθε φορέας. 2. Η Η.ΔΙ.Κ.Α. ΑΕ υποχρεούται στην ανάπτυξη διοικητικού και πληροφοριακού συστήματος, μέσω του οποίου πραγματοποιείται έλεγχος διασταύρωσης καταβολής των συντάξεων στους δικαιούχους. Ο έλεγχος περιλαμβάνει διασταυρώσεις στοιχείων με βάση τον ΑΜΚΑ ή με χρήση κάθε άλλου πρόσφορου αριθμού ταυτοποίησης, χρήση αρχείων από άλλες υπηρεσίες, καθώς και κατά περίπτωση συνεργασία με τις διευθύνσεις πληροφορικής των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης για θέματα που ανακύπτουν κατά τον έλεγχο. Η διενέργεια του ελέγχου γίνεται από την Η.ΔΙ.Κ.Α. ΑΕ, στο χώρο της Η.ΔΙ.Κ.Α. ΑΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων. 3. Σε περίπτωση που από τον έλεγχο προκύπτει για ασφαλισμένο ή συνταξιούχο η μη τήρηση του νομοθετικού πλαισίου και του συνόλου των κριτηρίων που έχουν τεθεί για τους σχετικούς ελέγχους, η Η.ΔΙ.Κ.Α. ΑΕ ενημερώνει σχετικά τους αρμόδιους φορείς για περαιτέρω ενέργειες.
Άρθρο 36 Παρακολούθηση Αναγκαστικής Είσπραξης Ασφαλιστικών Εισφορών των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης 1. Οι ΦΚΑ οι οποίοι στερούνται αρμοδίων υπηρεσιών ή οι υφιστάμενες αδυνατούν ή καθυστερούν υπέρμετρα για την είσπραξη των οφειλόμενων από τους υπόχρεους ασφαλιστικών εισφορών ή στερούνται του αναγκαίου προσωπικού, δύνανται μετά από απόφαση των Διοικητικών Συμβουλίων τους να αναθέτουν τη διεκπεραίωση των εν λόγω υποθέσεων, σε άλλους ΦΚΑ, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή φυσικά πρόσωπα. 2. Ο χειρισμός των θεμάτων που αφορούν στην παρακολούθηση της αναγκαστικής είσπραξης των εσόδων από καθυστερούμενες εισφορές και τη λήψη κάθε αναγκαστικού μέτρου, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, διενεργείται από την αρμόδια ενιαία υπηρεσία των ΦΚΑ σε συνεργασία με τη Νομική Υπηρεσία αυτών. Εξαιρείται το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, στις υπηρεσίες του οποίου εφαρμόζεται ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο οφειλετών. 3. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν σχετικές υπηρεσίες στους ΦΚΑ ή οι υφιστάμενες αδυνατούν ή καθυστερούν υπέρμετρα στη διεκπεραίωση των εν λόγω υποθέσεων, δύνανται μετά από απόφαση των Διοικητικών Συμβουλίων τους να αναθέτουν την παρακολούθηση της αναγκαστικής είσπραξης σε άλλους ΦΚΑ ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. 4. Για τις παραπάνω περιπτώσεις και εφόσον η ανάθεση γίνει σε ΦΚΑ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 82 του ν. 2084/1992 (Α΄165). Αν η εν λόγω ανάθεση γίνει σε ν.π.δ.δ. ή φυσικά πρόσωπα, εφαρμόζονται τα οριζόμενα στο άρθρο 89 του ν. 2084/1992 (Α΄165).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ ΘΕΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ Άρθρο 37 Χρηματοδότηση Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης 1. Από 1.1.2011 το Κράτος συμμετέχει ετήσια στη χρηματοδότηση των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και του ΝΑΤ ως εξής: I) ΚΛΑΔΟΙ ΣΥΝΤΑΞΗΣ α) Στον κλάδο σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με ποσοστό ίσο προς το 1,3% του ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένου και του ΤΑΠΟΤΕ. Στον Τομέα Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ [DEHr.AT] σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. β) Στον κλάδο σύνταξης του ΟΑΕΕ, με ποσοστό ίσο προς το 0,4% του ΑΕΠ. Από την ίδια ημερομηνία το κράτος αναλαμβάνει επιπλέον την κάλυψη του κόστους των προνοιακών παροχών του Οργανισμού όπως αυτές προσδιορίζονται στην παρ.3 του άρθρου 40 του παρόντος Νόμου. γ) Στον κλάδο κύριας ασφάλισης του ΟΓΑ η χρηματοδότηση γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 12 του άρθρου 7 του ν.3232/2004 (Α΄ 48) και του άρθρου 3 του ν.2458/1997 (Α΄ 15) και σε ετήσια βάση το ποσό δεν θα ξεπερνά το 0,30% του ΑΕΠ. Η χρηματοδότηση της προνοιακής σύνταξης γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4169/1961 (Α΄ 81). Το ποσό μειώνεται ετήσια σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν.2458/1997 (Α΄ 15). δ) Για τη χρηματοδότηση του ΕΤΑΑ έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 22 του ν.2084/1992 (Α΄ 165). ε) Στον κλάδο κύριας ασφάλισης του ΝΑΤ με ποσοστό ίσο προς το 0,5% του ΑΕΠ. II) ΚΛΑΔΟΙ ΥΓΕΙΑΣ α) Για τον ΟΓΑ ο Κρατικός Προϋπολογισμός καλύπτει το έλλειμμα, όχι όμως σε ποσοστό μεγαλύτερο από 0,15% του ΑΕΠ. Από 1.1.2011 θεσπίζεται κρατική μηνιαία εισφορά η οποία ορίζεται σε ποσοστό 2,5% και υπολογίζεται επί του ποσού των ασφαλιστικών κατηγοριών στις οποίες έχουν καταταγεί οι ασφαλισμένοι. β) Η χρηματοδότηση των λοιπών κλάδων υγείας ΕΤΑΑ, ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ΟΑΕΕ και ΤΑΥΤΕΚΩ, για τους ασφαλισμένους που υπήχθησαν στην ασφάλιση από 1.1.1993 και μετά, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 του ν.2084/1992 (Α' 165). γ) Η χρηματοδότηση για τους Τομείς Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ που υπάγονται στο ΤΑΥΤΕΚΩ με ποσοστό όχι μεγαλύτερο από το 0,1% του ΑΕΠ. 2. Από 1.1.2018 το κράτος αναλαμβάνει τη χρηματοδότηση της βασικής σύνταξης όλων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και του ΝΑΤ. Το ποσό αυτό επιμερίζεται στους οργανισμούς ανάλογα με τον αριθμό των δικαιούχων και των ποσών που καταβάλλονται. Εξαιρούνται της χρηματοδότησης Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, κλάδοι σύνταξης και τομείς, των οποίων τα έσοδα από κοινωνικούς πόρους ξεπερνούν το 1/3 των ετήσιων εσόδων τους από ασφαλιστικές εισφορές.
Άρθρο 38 Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων 1. Από 1.10.2010 θεσπίζεται «Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων» (ΕΑΣ) η οποία τηρείται σε «Λογαριασμό» με οικονομική αυτοτέλεια, στο Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ) το οποίο συστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 149 του ν.3655/2008 (Α 58). 2. Η «Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων» παρακρατείται μηνιαία κατά την καταβολή της σύνταξης από τις συντάξεις κύριας ασφάλισης των συνταξιούχων του δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Φ.Κ.Α.) αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και καθορίζεται ως εξής: α. Για συντάξεις από 1.401,00 € έως 1.700,00 €, ποσοστό 3% β. Για συντάξεις από 1.701,00 € έως 2.300,00 €, ποσοστό 5% γ. Για συντάξεις από 2.301,00 € έως 2.900,00 €, ποσοστό 7% δ. Για συντάξεις από 2.901,00 € και πάνω, ποσοστό 9% 3.Για την πρώτη κατηγορία το ποσό της σύνταξης μετά την παρακράτηση της εισφοράς δε μπορεί να υπολείπεται των χιλίων τετρακοσίων ευρώ (1.400€). Σε κάθε περίπτωση το τελικό ποσό της σύνταξης μετά την παρακράτηση της εισφοράς δε μπορεί να υπολείπεται του ανώτατου ποσού της σύνταξης που προκύπτει μετά την παρακράτηση της εισφοράς για την αμέσως προηγούμενη κατηγορία. Στις περιπτώσεις καταβολής στο ίδιο πρόσωπο περισσοτέρων της μίας κύριας σύνταξης λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των συντάξεων αυτών. Το Κέντρο Ελέγχου της Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε. ενημερώνει τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης για το ποσό της παρακράτησης. Η παρακράτηση γίνεται από το Φορέα που χορηγεί το μεγαλύτερο ποσό σύνταξης. 4. Τα ποσά που παρακρατούνται με ευθύνη του Δημοσίου και των Φ.Κ.Α. αποδίδονται στο «Λογαριασμό» του ΑΚΑΓΕ το αργότερο μέχρι το τέλος του επομένου, από την παρακράτηση, μήνα. Τα ποσά του Λογαριασμού της «Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων» διατίθενται για την κάλυψη των ελλειμμάτων των κλάδων κύριας σύνταξης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης. 5 Η λογιστική λειτουργία του «Λογαριασμού» της «Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων» είναι η ίδια με αυτή που ισχύει για το ΑΚΑΓΕ. Τα κεφάλαια του «Λογαριασμού» επενδύονται στο «Κοινό Κεφάλαιο Τραπέζης Ελλάδος». 6. Mε κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται η διαδικασία χρηματοδότησης των κλάδων σύνταξης των Φ.Κ.Α. και ο τρόπος απόδοσης της «Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων». 7. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται το ποσό που διατίθεται σε κάθε Οργανισμό. 8. Μετά την 1.1.2015 τα ποσά της «Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων» μεταφέρονται στο ΑΚΑΓΕ και αποτελούν έσοδο του Ασφαλιστικού Κεφαλαίου Αλληλεγγύης Γενεών.
Άρθρο 39 Λογιστικός διαχωρισμός Προνοιακών - Ασφαλιστικών Παροχών 1. Από 1.1.2011 η σύνταξη και οι λοιπές συνταξιοδοτικές παροχές που καταβάλλονται στους δικαιούχους όλων των Ασφαλιστικών Οργανισμών και του Δημοσίου κύριας και επικουρικής ασφάλισης, διαχωρίζονται λογιστικά στο οργανικό και στο προνοιακό τμήμα. 2. Για την τήρησή τους διατηρούνται δύο αυτοτελείς λογιστικοί λογαριασμοί με την ονομασία «Λογαριασμός Οργανικού Ποσού» και «Λογαριασμός Συμπληρωματικού-Προνοιακού Ποσού» με διαφορετικούς κωδικούς, οι οποίοι εγγράφονται στους Προϋπολογισμούς των κατ’ ιδίαν Ασφαλιστικών Οργανισμών και Τομέων αντίστοιχα. Το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης στο δικαιούχο εξακολουθεί να αποτελείται από το συνολικό άθροισμα των δύο ανωτέρω τμημάτων. 3.Προνοιακές παροχές αποτελούν: το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης του ν. 3808/2009 (Α 227) όπως ισχύει, το Εξωιδρυματικό Επίδομα, το Επίδομα Απολύτου Αναπηρίας, το Επίδομα Τυφλότητας του άρθρου 42 του ν.1140/1981 (Α΄ 68) όπως ισχύει, το Συμπληρωματικό-Προνοιακό ποσό της σύνταξης καθώς και κάθε άλλη παροχή, η οποία απονέμεται από τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς χωρίς τη καταβολή ασφαλιστικής εισφοράς.
Άρθρο 40 Συναλλαγές μέσω διατραπεζικού συστήματος 1. Από 1.1.2011 η καταβολή των συντάξεων, του συνόλου των παροχών, των αποδοχών των υπαλλήλων καθώς και των λοιπών πληρωμών των Ασφαλιστικών Φορέων διενεργείται μέσω του διατραπεζικού συστήματος πληρωμών Διατραπεζικά Συστήματα Α.Ε.). Μέσω του ιδίου συστήματος γίνεται από αυτούς και η είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών τους. 2. Από 1.7.2011 οι αποδοχές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα κατατίθενται από τους εργοδότες ταυτόχρονα και συνολικά με τις ασφαλιστικές εισφορές και το φόρο μισθωτών υπηρεσιών σε τράπεζα και μεταφέρονται και αποδίδονται από αυτή στους λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών, στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και το Δημόσιο, αντίστοιχα. Για το σκοπό αυτό κάθε υπόχρεη επιχείρηση υπογράφει σχετική σύμβαση με την τράπεζα που επιλέγει. Οι συμβαλλόμενες τράπεζες δεν θεωρούνται δημόσιοι υπόλογοι και ευθύνονται μόνο για τυχόν λάθη από δική τους υπαιτιότητα. 3. Η όλη διαδικασία, τα χρονικά πλαίσια καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
Άρθρο 41 Κατάταξη απαιτήσεων Οργανισμών και Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης 1. Στις διατάξεις της περίπτωσης 3 του άρθρου 975 ΚΠολΔ, όπως έχει συμπληρωθεί με το άρθρο 31 του ν. 1545/1985 (Α΄ 91) υπάγονται και οι απαιτήσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων εφόσον προέκυψαν έως την ημέρα του πλειστηριασμού ή την κήρυξη της πτώχευσης. Η περίπτωση 6 του ιδίου άρθρου του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 16 του ν. 2972/2001 (Α΄ 291) καταργείται, αναριθμουμένων των επομένων περιπτώσεων. 2. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τις πτωχευτικές διανομές που διενεργούνται κατά τις διατάξεις του ν. 3588/2007 (Α΄ 153). 3. Η διάταξη της παραγράφου 6 στοιχ γ΄ του άρθρου 4 του ν. 3808/2009 (Α΄ 237) εφαρμόζεται αναλόγως και στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και καταλαμβάνει τις πτωχεύσεις που κηρύχθηκαν ή κηρύσσονται κατά τις διατάξεις του ν. 3588/2007 (Α΄ 153). 4. Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 58 του ν.δ. 356/1974 (Α' 90) εφαρμόζεται αναλόγως και στους συντασσόμενους από τους συνδίκους της πτώχευσης πίνακες διανομής κατά τις διατάξεις του ν. 3588/2007 (Α' 291).
Άρθρο 42 Ανακατανομή των εισφορών μεταξύ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ΟΑΕΔ ΟΕΚ και Εργατικής Εστίας 1.Τα ποσοστά εισφορών ασφαλισμένου και εργοδότη για τον κλάδο αναπηρίας, γήρατος και θανάτου του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. που προβλέπονται από το άρθρο 25 παρ.1 του α.ν. 1846/51, όπως διαμορφώθηκαν με την παρ. 1 των άρθρων 22 και 44 του ν.2084/92 και ισχύουν, αυξάνονται εντός των επομένων τριών ετών, σταδιακά κατά τρεις (3) ποσοστιαίες μονάδες, αρχής γενομένης από το 2011 και διαμορφώνονται ως ακολούθως: α) Για το έτος 2011: i) Σε βάρος του ασφαλισμένου: 6,99% ii) Σε βάρος του εργοδότη:14,01% β) Για το έτος 2012: i) Σε βάρος του ασφαλισμένου:7,31% ii) Σε βάρος του εργοδότη:14,69% γ) Για το έτος 2013: i) Σε βάρος του ασφαλισμένου:7,63% ii) Σε βάρος του εργοδότη:15,37% Παράλληλα, μειώνονται εντός των ιδίων τριών (3) ετών σταδιακά και κατά το ίδιο ποσοστό, ήτοι κατά τρεις (3) μονάδες, τα ποσοστά εισφορών φορέων, κλάδων ή λογαριασμών των οργανισμών κοινωνικής πολιτικής που συνεισπράττει το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 του ν.δ. 2698/1953. 2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από γνώμη των ΔΣ του ΟΑΕΔ, ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ΟΑΕΔ, ΟΕΚ και Εργατικής Εστίας ορίζονται τα νέα ποσοστά εισφορών για τους Οργανισμούς αυτούς, κατ’ εφαρμογήν της προηγούμενης παραγράφου. 3. Από τη ανωτέρω ρύθμιση εξαιρούνται οι ασφαλισμένοι του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ που δεν υπάγονται στην ασφάλιση των οργανισμών, φορέων και κλάδων, τις εισφορές των οποίων συνεισπράττει το Ίδρυμα.
Άρθρο 43 Οικοδομοτεχνικά Έργα Τα εδάφια β΄, γ΄ και δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 25 του α.ν. 1846/1951 (Α΄ 179) που είχαν προστεθεί με το άρθρο 23 του ν. 2434/1966 (Α΄ 188) αντικαθίστανται ως εξής: « … Για τα κατασκευαζόμενα ιδιωτικά οικοδομικά έργα και οικοδομικές εργασίες οι εισφορές που καταβάλλονται κατ’ ελάχιστον υπολογίζονται με βάση τις ημέρες εργασίας που απαιτούνται για την κατασκευή τους, όπως οι ημέρες αυτές προσδιορίζονται από τον Κανονισμό που προβλέπει η περίοδος α΄ του εδαφίου β΄ της παρ. 2 του επόμενου άρθρου, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από την παρ. 6 του άρθρου 21 του ν. 1902/1990 (Α΄ 138). Κατά την εκκαθάριση του λογαριασμού εισφορών ιδιωτικών οικοδομικών έργων, που διενεργείται σύμφωνα με τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις, εφόσον δεν προκύψει λόγος μείωσης των ημερών εργασίας που υπολογίζονται σύμφωνα με τα παραπάνω, τότε αυτές λογίζονται ότι έχουν σε κάθε περίπτωση πραγματοποιηθεί, έστω και εάν δεν συναρτώνται με την απασχόληση συγκεκριμένων προσώπων, και οι εισφορές που αναλογούν σε αυτές καθίσταται απαιτητές και καταλογίζονται από τα αρμόδια όργανα του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. Η διαφορά μεταξύ των δηλωθεισών από τον υπόχρεο εργοδότη ασφαλιστικών εισφορών και αυτών που καταλογίσθηκαν σε βάρος τούτου ως κατ’ ελάχιστον οφειλόμενες, σύμφωνα με τα ανωτέρω, συμψηφίζεται με εισφορές για ασφαλιστική τακτοποίηση συγκεκριμένου προσώπου, εάν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι αυτό απασχολήθηκε στις εργασίες για τις οποίες εχώρησε ο κατά τα άνω καταλογισμός ελαχίστων εισφορών, χωρίς να έχει ασφαλισθεί στον υπόχρεο εργοδότη. Για κάθε υπολογισμό ελαχίστων καταβλητέων εισφορών που έγινε από 1.1.1993 όπως για οικοδομικά έργα και οικοδομικές εργασίες που εκτελέστηκαν από την ανωτέρω ημερομηνία έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος και δεν δηλώθηκε απασχόληση ισχύουν οι παρούσες διατάξεις.».
Άρθρο 44 Οικονομική οργάνωση ΦΚΑ 1. Κατά τη διαδικασία έγκρισης των προϋπολογισμών των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από τη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύναται: α) Να διορθώνονται τυχόν αθροιστικά λάθη που διαπιστώνονται στον προϋπολογισμό. β) Να εγγράφονται έσοδα που προβλέπονται από διατάξεις νόμου και έχουν παραληφθεί ή να διορθώνονται, εφόσον έχουν υπολογιστεί με λανθασμένο τρόπο. γ) Να αυξάνονται ή να μειώνονται κατά περίπτωση πιστώσεις που αφορούν σε δαπάνες που προβλέπονται από διατάξεις και έχουν υπολογιστεί με τρόπο λανθασμένο. δ) Να διαγράφονται πιστώσεις στο σκέλος των εσόδων ή των εξόδων του προϋπολογισμού, εφόσον έχουν εγγραφεί χωρίς να προβλέπονται από τις ισχύουσες ειδικές ή γενικές διατάξεις. 2. Ο Τομέας Επικουρικής Ασφάλισης Ελληνικής Χωροφυλακής (ΤΕΑΕΧ) του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας (ΤΕΑΠΑΣΑ) δύναται να συστήσει νέο έντοκο λογαριασμό διαθεσίμων στην Τράπεζα της Ελλάδος, στον οποίο θα μεταφέρονται ανά δεκαπενθήμερο, τα κατατιθέμενα στην Εθνική Τράπεζα [NBGr.AT] της Ελλάδος ποσά, που προέρχονται από το ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) επί του αντιτίμου του εισιτηρίου των αγώνων ποδοσφαίρου, καλαθοσφαίρισης, πετοσφαίρισης, υδατοσφαίρισης και χειροσφαίρισης. Τα ανωτέρω ποσά αποτελούν κοινό πόρο των τομέων Επικουρικής Ασφάλισης Ελληνικής Χωροφυλακής (ΤΕΑΕΧ) και Επικουρικής Ασφάλισης Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων (ΤΕΑΥΑΠ) του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας (ΤΕΑΠΑΣΑ), το οποίο κατανέμεται αντίστοιχα σε ποσοστό εξήντα οχτώ τοις εκατό (68%) και τριάντα δύο τοις εκατό (32%), στη λήξη κάθε οικονομικού έτους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ Αρθρο 45 Επενδύσεις διαθεσίμων σε κινητές αξίες που διενεργούνται χωρίς όρια 1.Το άρθρο 3 του ν. 3586/2007(Α'151) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 3 Επενδύσεις διαθεσίμων σε κινητές αξίες που διενεργούνται χωρίς όρια 1. Οι Φ.Κ.Α. επενδύουν χωρίς περιορισμούς στις παρακάτω κινητές αξίες : α. σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, σταθερού ή κυμαινόμενου επιτοκίου πλην των σύνθετων (structured) ομολόγων β. σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου με τη μορφή της αγοράς με σύμφωνο επαναπώλησης (πράξεις REPOS). 2. Η διαχείριση των επενδύσεων αυτών γίνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία περί «Κοινού Κεφαλαίου των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ασφαλιστικών Φορέων». 3. Χωρίς περιορισμούς πραγματοποιούνται και οι ρευστοποιήσεις όλων των κινητών αξιών της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. 4. Οι τίτλοι που αναφέρονται στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου και τα δομημένα ομόλογα του Δημοσίου που βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια των Φ.Κ.Α. μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, μεταφέρονται στην Τράπεζα της Ελλάδος χωρίς προμήθεια, η οποία λειτουργεί ως θεματοφύλακάς τους. Οι Φ.Κ.Α., σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος, δύνανται με αποφάσεις των Δ.Σ. τους να δίνουν εντολές ρευστοποίησής τους προς την Τράπεζα, στο πλαίσιο της προσπάθειας ενσωμάτωσης των κεφαλαίων αυτών στο Κοινό Κεφάλαιο χωρίς τη δημιουργία κεφαλαιακών ζημιών για τους Φορείς ή την Τράπεζα της Ελλάδος. 5. Η διαχείριση του Κεφαλαίου με την επωνυμία «Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών» (Α.Κ.Α.ΓΕ.), το οποίο ιδρύθηκε με τις διατάξεις του άρθρ.149 του ν.3655/2008 (Α΄ 58), γίνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία περί «Κοινού Κεφαλαίου των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ασφαλιστικών Φορέων».» 2. Η Διεύθυνση Εγγυοδοσίας και Πιστοδοσίας του Τομέα Μηχανικών του ΕΤΑΑ εφαρμόζει τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν.δ.2724/1953, του άρθρου 7 του ν.440/1945 και ασκεί τις αρμοδιότητές της, χρηματοδοτούμενη από τις καταθέσεις του Τομέα Μηχανικών στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Άρθρο 46 Επενδύσεις διαθεσίμων σε περιουσιακά στοιχεία που διενεργούνται με προϋποθέσεις και όρια Το άρθρο 4 του ν. 3586/2007 (Α΄ 151) τροποποιείται και συμπληρώνεται ως εξής: 1. Η παρ. 3 αντικαθίσταται ως κατωτέρω : «3. Επίσης, οι Φ.Κ.Α. δύνανται, με αποφάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων τους, να επενδύουν, μέχρι ποσοστού τρία τοις εκατό (3%) του ποσού που προκύπτει από το συνυπολογισμό των στοιχείων της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου σε προθεσμιακές καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής.» 2. Το τελευταίο εδάφιο της παρ.5 καταργείται. 3. Οι παράγραφοι 8 και 9 αντικαθίστανται ως εξής: «8. Παρέχεται η δυνατότητα στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης να συστήνουν Ανώνυμες Εταιρείες Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (Α.Ε.Δ.Α.Κ.) και Εταιρείες Επένδυσης Ακίνητης Περιουσίας (Ε.Ε.Α.Π.) σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13 του παρόντος, και με την προϋπόθεση ότι συμμετέχουν τουλάχιστον τρεις Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. 9. Με αποφάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων τους, οι Φ.Κ.Α. δύνανται να διαθέτουν εκ των διαθεσίμων τους ποσά για τη χορήγηση δανείων προς ασφαλισμένους, συνταξιούχους και υπαλλήλους τους, σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 του παρόντος. Επίσης, με παρόμοιες αποφάσεις, οι Φορείς ή Κλάδοι ή Τομείς Κοινωνικής Ασφάλισης δύνανται, μετά από σύμφωνη γνώμη των εκπροσώπων των Φορέων ή Κλάδων ή Τομέων, να διαθέτουν έντοκα δάνεια προς άλλους Φορείς ή Κλάδους ή Τομείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης εγκρίνονται οι όροι και η διαδικασία χορήγησης αυτών των δανείων, το χορηγούμενο ποσό, η διάρκειά του καθώς και ο τρόπος εξόφλησης αυτού. Το επιτόκιο χορήγησης των δανείων προς άλλους Φορείς ή Κλάδους ή Τομείς Κοινωνικής Ασφάλισης είναι κυμαινόμενο για κάθε εξάμηνο, και αντιστοιχεί με το ποσοστό απόδοσης του «Κοινού Κεφαλαίου Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου & Ασφαλιστικών Φορέων» («Κοινό Κεφάλαιο») που διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος, όπως αυτό διαμορφώθηκε στο τέλος της τελευταίας διαχειριστικής χρήσης του «Κοινού Κεφαλαίου».» 4. Στο τέλος του άρθρου προστίθεται παράγραφος 13 ως εξής: «13. Οι κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο κινητές αξίες των Φ.Κ.Α., κατατίθενται προς φύλαξη σε θεματοφύλακα, ο οποίος επιλέγεται από τον Φορέα σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρ.83 του ν.2362/1995 (Α΄ 247) και του π.δ. 60/2007 (Α΄ 64), ή από τον διαχειριστή.»
Αρθρο 47 Διαδικασία διενέργειας επενδύσεων σε κινητές αξίες Το άρθρο 5 του ν. 3586/2007(151΄Α) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 5 Διαδικασία διενέργειας επενδύσεων σε κινητές αξίες 1. Διενέργεια Επενδύσεων. Τα ποσά προς επένδυση σε κινητές αξίες αποφασίζονται από τα Δ.Σ. των Φ.Κ.Α. μετά από εμπεριστατωμένη και πλήρως αιτιολογημένη εισήγηση των υπηρεσιών τους. Η ανάληψη των απαιτούμενων κεφαλαίων για όλες τις επενδύσεις πραγματοποιείται με εντολή του Φ.Κ.Α. προς την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία συνοδεύεται από την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. 2. Καταθέσεις σε Πιστωτικά Ιδρύματα. Η ανάθεση από Φ.Κ.Α. της ταμιακής του διαχείρισης σε Πιστωτικό Ίδρυμα περιορίζεται αποκλειστικά στην είσπραξη και πληρωμή τακτικών μόνο εσόδων και δαπανών του οικείου Φ.Κ.Α., σύμφωνα με το ν.1611/1950, όπως ισχύει και ενεργείται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Φορέα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 του ν.2362/1995 (Α΄ 247) και του άρθρου 6 του ν.2527/1997 (Α΄ 206). 3. Προθεσμιακές Καταθέσεις. Οι προθεσμιακές καταθέσεις σε Πιστωτικά Ιδρύματα ενεργούνται με απόφαση του Δ.Σ. του Φορέα με τη διαδικασία που ορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 83 του ν.2362/1995 (Α΄ 247). Με σύμβαση που καταρτίζεται καθορίζονται το ύψος του επενδυόμενου ποσού κατάθεσης, η χρονική διάρκεια αυτής, το ύψος του επιτοκίου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια διασφάλισης των κεφαλαίων του Φ.Κ.Α. 4. Συμβάσεις Χρηματοδοτικής Μίσθωσης. Οι Φ.Κ.Α. δύνανται να συνάπτουν συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1665/1986 (Α΄ 194), όπως ισχύει, που διέπουν την κατάρτιση αυτών των συμβάσεων. Εάν η χρηματοδοτική μίσθωση καταλήξει είτε σε απόκτηση είτε σε οριστική μεταβίβαση του κινητού ή ακίνητου περιουσιακού στοιχείου, ισχύουν οι σχετικές με την εν λόγω απόκτηση ή μεταβίβαση διατάξεις. 5. Κινητές αξίες Η πραγματοποίηση των επενδύσεων σε Αμοιβαία Κεφάλαια γίνεται μέσω της Α.Ε.Δ.Α.Κ. Α.Ο. και των Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α. που δύνανται να συστήνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Η πραγματοποίηση των επενδύσεων σε κινητές αξίες των περιπτώσεων β1, β2 και β3 της παρ.1 του άρθρου 4 του ν.3586/2007 (Α΄ 151) γίνεται μέσω της Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ. στην οποία οι Φ.Κ.Α. αναθέτουν τη διαχείριση αυτών των αξιών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν.3586/2007 (Α΄ 151). 6. Υποχρεώσεις διαχειριστών Ο διαχειριστής υποχρεούται να ενημερώνει στο τέλος κάθε μήνα, το Φορέα του οποίου το χαρτοφυλάκιο διαχειρίζεται, ως προς τις αγορές και πωλήσεις τίτλων, εφόσον έχουν γίνει πράξεις διαχείρισης. Επίσης, ανεξάρτητα από το εάν έχουν γίνει πράξεις διαχείρισης, υποχρεούται να ενημερώνει στο τέλος κάθε μήνα την Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Επενδύσεων Φ.Κ.Α., με κοινοποίηση στην αρμόδια διεύθυνση της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ως προς το σύνολο των υποχρεώσεών του έναντι του Φ.Κ.Α. σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία φυλάσσει ή διαχειρίζεται.»
Άρθρο 48 Διαδικασίες διενέργειας επενδύσεων σε ακίνητα Το άρθρο 6 του ν. 3586/2007(Α΄ 151) τροποποιείται ως εξής: 1. Η παρ. 3 αντικαθίσταται ως κατωτέρω: «3. Οι εκποιήσεις ακινήτων ενεργούνται με αιτιολογημένη απόφαση των Διοικητικών Συμβουλίων των Φ.Κ.Α. μετά από εμπεριστατωμένη και αιτιολογημένη εισήγηση της αρμόδιας Υπηρεσίας του Φορέα.» 2. Η παρ. 8 καταργείται. 3. Η παρ. 9 αναριθμείται σε 8.
Αρθρο 49 Ανάθεση έργων και εργασιών αξιοποίησης ακινήτων Το άρθρο10 του ν. 3586/2007(Α΄ 151) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 10 Ανάθεση έργων και εργασιών αξιοποίησης ακινήτων 1. Η διαχείριση και αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας ενεργείται με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Φ.Κ.Α., μετά από εμπεριστατωμένη εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας του. 2. Με αποφάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων τους, οι Φ.Κ.Α., στο πλαίσιο αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας τους, υποχρεούνται να αναθέτουν σε εταιρίες διαχείρισης και αξιοποίησης ακινήτων τα ακόλουθα έργα και εργασίες: α. Τη μελέτη και πρόταση αξιοποίησης ακινήτων ιδιοκτησίας τους για την αποδοτικότερη εκμετάλλευσή τους. β. Τις διαδικασίες αγοράς, πώλησης, μισθώσεως, εκμισθώσεως και ανταλλαγής ακινήτων. Τη σύνταξη προδιαγραφών και την κατάρτιση σχεδίου συμβάσεων για αγορές, πωλήσεις, μισθώσεις, εκμισθώσεις και ανταλλαγές ακινήτων, την οργάνωση αρχείου ακινήτων, καθώς και την έρευνα αγοράς για αγορές, πωλήσεις, μισθώσεις, εκμισθώσεις και ανταλλαγές ακινήτων. γ. Την κατάρτιση προγραμμάτων στέγασης των διοικητικών και υγειονομικών υπηρεσιών αυτών, με τα οποία εξετάζονται οι εναλλακτικές δυνατότητες αγοράς ακινήτων ή αξιοποίησης των υφισταμένων. δ. Το σύνολο ή μέρος των διαδικασιών και εργασιών διαχείρισης της ακίνητης περιουσίας, καθώς και εργασίες συντήρησης των ακινήτων. ε. Την ανάληψη και διεκπεραίωση των απαιτούμενων διαδικασιών για εκπόνηση τεχνικών μελετών ή εκτέλεση τεχνικών έργων. στ. Τη διεκπεραίωση των διαδικασιών έκδοσης τίτλων μεταφοράς συντελεστή δόμησης ακινήτων που έχουν κριθεί διατηρητέα με σκοπό την αξιοποίηση του υπολειπόμενου συντελεστή δόμησης. ζ. Τις αποτυπώσεις οικοπέδων και κτιρίων, τις επιθεωρήσεις και πραγματογνωμοσύνες των ακινήτων, καθώς και τις εκτιμήσεις για αγορά, πώληση, εκμίσθωση, μίσθωση και ανταλλαγή ακινήτων. η. Κάθε άλλη απαιτούμενη προκαταρτική ή συμπληρωματική πράξη ή ενέργεια που αφορά στην εκτέλεση οποιουδήποτε από τα παραπάνω έργα ή εργασίες. 3. Η ανάθεση γίνεται με σύμβαση η οποία συνάπτεται μεταξύ των νομίμων εκπροσώπων των συμβαλλομένων. 4. Με τη σύμβαση ανάθεσης περιγράφεται το ανατιθέμενο έργο και καθορίζεται το ύψος της αμοιβής, ο τρόπος πληρωμής, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εκτέλεση του έργου. Με την ίδια σύμβαση δύναται να παρέχεται πληρεξουσιότητα στους αντισυμβαλλόμενους της παρ. 2 του παρόντος άρθρου φορείς, να ενεργούν ως νόμιμοι αντιπρόσωποι, με δικαίωμα υπογραφής εγγράφων για λογαριασμό του Διοικητικού Συμβουλίου του Φ.Κ.Α., στην ευθύνη του οποίου εναπόκειται η οριστική απόφαση αγοράς, πώλησης, μίσθωσης και εκμίσθωσης ακινήτων και η εν γένει αξιοποίηση της περιουσίας. 5. Οι εταιρίες διαχείρισης και αξιοποίησης ακινήτων στις οποίες ανατίθενται τα οριζόμενα στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου έργα και εργασίες ενεργούν σύμφωνα με τις δικές τους διαδικασίες, δεν υπόκεινται στην τήρηση των διαδικασιών του π.δ. 715/1979 (Α΄ 212), κατά την εκπλήρωση του ανατεθέντος σε αυτές έργου για τη διενέργεια αγοραπωλησιών, μισθώσεων και εκμισθώσεων ακινήτων και εν γένει για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας των Φ.Κ.Α. 6. Οι εταιρίες διαχείρισης και αξιοποίησης ακινήτων επιλέγονται από την Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ. που δημοσιεύει προκήρυξη διαγωνισμού με την οποία καλεί όλες τις ενδιαφερόμενες εταιρίες διαχείρισης και αξιοποίησης ακινήτων να υποβάλουν προσφορές, εντός προκαθορισμένης προθεσμίας αρχομένης από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης, για να γίνουν δεκτοί στο σύστημα επιλογής, προκειμένου να συμμετάσχουν σε διαγωνισμούς ανάθεσης έργων και εργασιών αξιοποίησης ακίνητης περιουσίας Φ.Κ.Α. Στο σύστημα επιλογής γίνονται δεκτές όσες εταιρίες διαχείρισης και αξιοποίησης ακινήτων υποβάλλουν προσφορές των οποίων τα στοιχεία πληρούν τα κριτήρια επιλογής και η προσφορά τους είναι σύμφωνη προς τη συγγραφή υποχρεώσεων και τα λοιπά τεύχη του διαγωνισμού. Η Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ. παρέχει τη δυνατότητα σε κάθε εταιρία διαχείρισης και αξιοποίησης ακινήτων να υποβάλλει, μετά την κατάρτιση του πίνακα επιλογής, σχετικές προσφορές με σκοπό να γίνει δεκτή στο σύστημα, και ενημερώνει το ταχύτερο δυνατό την προσφέρουσα, για την αποδοχή της στο σύστημα επιλογής για συμμετοχή ή για την απόρριψη της σχετικής προσφοράς της. Επίσης, η Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ. υποχρεούται να διαγράφει από το σύστημα επιλογής όσες εταιρίες διαχείρισης και αξιοποίησης ακινήτων έχουν παύσει να πληρούν τα οριζόμενα από τη σχετική προκήρυξη κριτήρια επιλογής. Η διαδικασία επιλογής των εταιριών διαχείρισης και αξιοποίησης ακινήτων από την Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ. θα ξεκινήσει από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. 7. Οι Φ.Κ.Α. συνάπτουν συμφωνίες-πλαίσια με τις εταιρίες διαχείρισης και αξιοποίησης ακινήτων, που έχουν γίνει δεκτές από το σύστημα επιλογής της «Εταιρίας Διαχείρισης Επενδυτικών Κεφαλαίων Ταμείων Ασφάλισης Ανώνυμη Εταιρία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ.), ακολουθώντας τους διαδικαστικούς κανόνες που ορίζονται στο π.δ. 60/2007 (Α΄ 64) και στο παρόν άρθρο. Η επιλογή των συμβαλλομένων στη συμφωνία γίνεται κατ’ εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης, τα οποία καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 51 του π.δ. 60/2007 (Α΄ 64). Οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνίες-πλαίσια για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας των Φ.Κ.Α. συνάπτονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις. Η διάρκεια μιας συμφωνίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τέσσερα (4) έτη, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων που δικαιολογούνται ειδικώς, ιδίως λόγω του αντικειμένου της συμφωνίας. 8. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν για όλους τους εποπτευόμενους από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Οργανισμούς, ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ. Κατά τη διαδικασία ανάθεσης, μέρος των οριζομένων από την παρ.2 του παρόντος άρθρου έργων και εργασιών, δύναται να ανατίθενται από τα Δ.Σ. των Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ και Ο.Ε.Κ. στις Τεχνικές Υπηρεσίες των Φορέων τους. 9. Τα άρθρα 7 και 8 του ν.3586/2007 (Α΄ 151) καταργούνται ένα (1) έτος μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Έως τότε η αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας των Φ.Κ.Α. πραγματοποιείται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.»
Άρθρο 50 Τήρηση στοιχείων επενδύσεων Το άρθρο 11 του ν. 3586/2007 (Α΄ 151) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 11 Τήρηση στοιχείων επενδύσεων Οι Φ.Κ.Α. ή Κλάδοι ή Τομείς Κοινωνικής Ασφάλισης υποχρεούνται να τηρούν μηχανογραφικές καταστάσεις βεβαίας χρονολογίας οι οποίες περιέχουν τα εξής στοιχεία που σχετίζονται με τις επενδύσεις τους: α) Μερίδες Διαχειριστών για τα επενδεδυμένα κεφάλαια. Τηρείται από τους Φ.Κ.Α σε ειδικούς για κάθε διαχειριστή λογαριασμούς, και περιλαμβάνει σε ειδικές στήλες, τους τίτλους κατ’ είδος οι οποίοι αγοράστηκαν και πωλήθηκαν, την ένδειξη του καταβληθέντος αντιτίμου και τον αριθμό του παραληφθέντος πινακιδίου. β) Μητρώο Συμβάσεων Επενδύσεων. Σε αυτό αναγράφονται με χρονολογική σειρά όλες τις συμβάσεις που συνάπτουν είτε με διαχειριστές είτε με θεματοφύλακες. Για κάθε σύμβαση αναγράφονται τα εξής στοιχεία: βα) Το είδος της σύμβασης. ββ) Η επωνυμία του αντισυμβαλλόμενου. βγ) Το είδος και η χρονική διάρκεια της παροχής υπηρεσιών, καθώς και η αμοιβή. βδ) Η ημερομηνία σύναψης της σύμβασης. βε) Κάθε άλλο στοιχείο το οποίο κρίνεται αναγκαίο από τον Φορέα. γ) Εντολές προς διαχειριστές πραγματοποίησης επενδύσεων ή ρευστοποιήσεων προϊόντων που βρίσκονται στην κατοχή των Φ.Κ.Α. Οι Φ.Κ.Α. οφείλουν να διατηρούν φακέλους ανά διαχειριστή και θεματοφύλακα στους οποίους τηρούνται όλα τα στοιχεία σχετικά με τις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου και φύλαξης, τις εντολές του Φορέα στους διαχειριστές και τις πράξεις που εκτελούν οι διαχειριστές και οι θεματοφύλακες στο πλαίσιο των παρεχομένων από αυτούς υπηρεσιών, την κατάθεση και ανάληψη τίτλων στα πλαίσια είτε υπηρεσιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου είτε υπηρεσιών φύλαξης.»
Αρθρο 51 Α.Ε.Δ.Α.Κ. Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης Το άρθρο 13 του ν. 3586/2007 (Α΄ 151) αναριθμείται ως άρθρο 12 και αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 12 Α.Ε.Δ.Α.Κ. Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης 1. Οι επενδύσεις των Φ.Κ.Α. σε αμοιβαία κεφάλαια γίνεται μέσω της Α.Ε.Δ.Α.Κ. των Ασφαλιστικών Οργανισμών (Α.Ε.Δ.Α.Κ. Α.Ο.) ή μέσω άλλων Ανωνύμων Εταιριών Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Α.Ε.Δ.Α.Κ.- Φ.Κ.Α.) που συστήνονται για το σκοπό αυτό. Η σύσταση νέων Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α. έχει ως αποκλειστικό σκοπό τη διαχείριση, συγκρότηση και λειτουργία αμοιβαίων κεφαλαίων, που διέπονται από τις διατάξεις του ν. 3283/2004 (Α΄ 210). 2. Τα υφιστάμενα, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, επενδεδυμένα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων των Φ.Κ.Α. αποτιμώνται και απορροφώνται από τα αμοιβαία κεφάλαια της Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Α.Ο. και απαλλάσσονται κατά την απορρόφησή τους από κάθε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, δικαίωμα ή οποιαδήποτε άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. και γενικώς τρίτων. 3. Για τη σύσταση της Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α., εκτός των προβλεπομένων από τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.3283/2004 (Α΄ 210), απαιτείται απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Φορέα ή των Φορέων που εισφέρουν τα κεφάλαια, η οποία εγκρίνεται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων της παρ.3 του άρθρου 3 του παρόντος. Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Φ.Κ.Α. θα πρέπει να αναφέρει τους ενδιαφερόμενους φορείς που θα συμμετάσχουν στη σύσταση της εταιρίας, τον τίτλο, το ποσό που θα συνεισφέρουν και αντιστοιχεί στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας και τη διάρκεια της λειτουργίας της. Επίσης, με την απόφαση υποβάλλεται και το επιχειρησιακό ή επενδυτικό σχέδιο και έκθεση σχετικά με την οργανωτική διάρθρωση και τα τεχνικά και οικονομικά μέσα της υπό ίδρυση Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α. 4. Η διαχείριση αμοιβαίων κεφαλαίων των Φ.Κ.Α. από την Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α. περιλαμβάνει: α. τη συγκρότηση αμοιβαίων κεφαλαίων, β. τη διαχείριση επενδύσεων και γ. τη διοίκηση της Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α. Σε αυτήν περιλαμβάνονται νομικές υπηρεσίες, υπηρεσίες λογιστικής διαχείρισης του Αμοιβαίου Κεφαλαίου, υπηρεσίες εξυπηρέτησης Φ.Κ.Α., αποτίμηση του ενεργητικού του Αμοιβαίου Κεφαλαίου και καθορισμός της αξίας των μεριδίων του, έλεγχος τήρησης των κανονιστικών διατάξεων, έκδοση και εξαγορά μεριδίων Αμοιβαίου Κεφαλαίου, διεκπεραίωση εγγράφων και αποστολής εντύπων και βεβαιώσεων και τήρηση αρχείων. 5. Οι μετοχές της Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α. είναι ονομαστικές και δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά. Το μετοχικό κεφάλαιο της Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α. ανήκει σε περισσότερους του ενός Φ.Κ.Α., καταβάλλεται σε μετρητά και έχει ελάχιστο ύψος τριών εκατομμυρίων (3.000.000) ευρώ, και δύναται να μεταβιβάζεται από Φ.Κ.Α. σε Φ.Κ.Α. Οι διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 3283/2004 (Α΄ 210), εφαρμόζονται προκειμένου για την αύξηση των ιδίων κεφαλαίων της με πρόσθετο ποσό, όταν η αξία των χαρτοφυλακίων της Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α. υπερβαίνει τα διακόσια πενήντα εκατομμύρια (250.000.000) ευρώ. Οι Α.Ε.Δ.Α.Κ.-Φ.Κ.Α. καθώς και η Α.Ε.Δ.Α.Κ. Α.Ο. συγκροτούν και λειτουργούν αμοιβαία κεφάλαια όλων των κατηγοριών σύμφωνα με το ν. 3283/2004 (Α΄ 210).»
Αρθρο 52 Διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων Το άρθρο 19 του ν. 3586/2007 (Α΄ 151) αναριθμείται ως άρθρο 17 και αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 17 Διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων 1. Η διαχείριση των κινητών αξιών του άρθρου 4 του παρόντος νόμου γίνεται αποκλειστικά μέσω διαχειριστών. 2. Οι Φ.Κ.Α. αναθέτουν στην Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ., η οποία ασκεί διαχείριση μέσω εξωτερικών διαχειριστών, τη διαχείριση των περιουσιακών τους στοιχείων, όπως αυτά ορίζονται από το άρθρο 4 του παρόντος νόμου. Με την Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ. καταρτίζεται σχετική σύμβαση παροχής υπηρεσιών, στην οποία καθορίζονται: α) η χρονική διάρκεια αυτής, β) το ύψος και ο συγκεκριμένος τρόπος της αμοιβής, γ) το είδος και η διαδικασία παροχής υπηρεσιών, δ) τα προς επένδυση κεφάλαια, ε) κάθε άλλο στοιχείο που είναι αναγκαίο για την υλοποίηση αυτής της παροχής. 3. Έργο του διαχειριστή είναι: α. Η διαχείριση επενδυτικών χαρτοφυλακίων Φ.Κ.Α., στο πλαίσιο εντολής τους, εφόσον τα χαρτοφυλάκια συμπεριλαμβάνουν έναν ή περισσότερους από τους τίτλους που αναφέρονται στο άρθρο 4 του παρόντος νόμου. β. Η εκτέλεση εντολών για αγοραπωλησία τίτλων που βρίσκονται στη κατοχή των Φ.Κ.Α. γ. Η τακτική, περιοδική, έγγραφη ενημέρωση του Φ.Κ.Α. για τις πράξεις που έχει κάνει ο διαχειριστής κατά τη διάρκεια διαχείρισης του χαρτοφυλακίου επενδύσεων, καθώς και έκτακτη ενημέρωση για γεγονότα που ενδέχεται να επηρεάσουν σημαντικά τις επενδύσεις του Φ.Κ.Α. 4. Κριτήρια για την πρόσληψη των εξωτερικών διαχειριστών είναι: α. Η ορθολογική, διοικητική και τεχνικοοικονομική οργάνωση, οι κατάλληλοι μηχανισμοί ελέγχου και ασφαλείας στον τομέα της ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων, οι αποτελεσματικοί μηχανισμοί εσωτερικού ελέγχου των πράξεων που διενεργούνται από όργανα του διαχειριστή για λογαριασμό του Φ.Κ.Α. και το σύστημα λογιστικής καταχώρησης των διενεργούμενων πράξεων για λογαριασμό του Φ.Κ.Α. β. Η οργάνωση και οι μηχανισμοί ελέγχου και ασφάλειας που διασφαλίζουν την προστασία των τίτλων που ανήκουν στους Φ.Κ.Α. και αποτρέπουν τη χρησιμοποίηση από το διαχειριστή των υπό διαχείριση κινητών αξιών του Φορέα για δικό του λογαριασμό. γ. Να είναι αδειοδοτημένοι και να εποπτεύονται από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, σύμφωνα με τη νομοθεσία που τους διέπει. Η πιστοποίηση ελληνικών εταιρειών γίνεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δ. Και κάθε άλλο κριτήριο σχετικό με τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες του Φορέα. 5. Η ανάθεση της διαχείρισης των κινητών αξιών που προβλέπονται από το άρθρο 4 του παρόντος νόμου γίνεται, με απόφαση του Δ.Σ. του Φορέα, στην «Εταιρία Διαχείρισης Επενδυτικών Κεφαλαίων Ταμείων Ασφάλισης Ανώνυμη Εταιρία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ.), στην οποία μπορεί και ο ίδιος ο Φορέας να είναι μέτοχος. Οι Φ.Κ.Α., κατά την ανάθεση της διαχείρισης οφείλουν να τηρούν τις αρχές επενδυτικής πολιτικής και διαχείρισης της περιουσίας τους που ορίζονται στο άρθρο 14 του ν. 3586/2007 (Α 151), καθώς και στις κατ΄εξουσιοδότηση αυτού Υπουργικές Αποφάσεις. Στην Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ. ανατίθεται η παροχή συμβουλών σε Φ.Κ.Α. σχετικά με τη διάρθρωση του κεφαλαίου τους, τη διαμόρφωση της επιχειρηματικής τους στρατηγικής καθώς και κάθε θέματος σχετιζόμενου με την επιχειρηματική τους δραστηριότητα και την παροχή συμβουλών στον τομέα των επενδύσεων με αντικείμενο έναν ή περισσότερους τίτλους από τους αναφερόμενους στο άρθρο 4 του παρόντος νόμου. 6. Η σύμβαση παροχής υπηρεσιών της Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ. με τους εξωτερικούς διαχειριστές συνάπτεται για ορισμένο χρόνο, ενός (1), ή δύο (2) ή τριών (3) ετών, με δυνατότητα ανανέωσης μιας (1) φοράς για χρονικό διάστημα ενός (1) έως τριών (3) ετών. Στη σύμβαση περιγράφονται, μεταξύ άλλων, οι όροι της διαχείρισης, το ύψος, ο τρόπος και ο χρόνος καταβολής της αμοιβής του Διαχειριστή, καθώς και τυχόν λοιπά έξοδα που θα βαρύνουν τον Φ.Κ.Α. Επίσης ο διαχειριστής ενημερώνει τον Φ.Κ.Α. και τον ενδιάμεσο για σημαντικές εξελίξεις στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου, που αναμένεται να επηρεάσουν ουσιωδώς τις αποδόσεις των υπό διαχείριση χαρτοφυλακίων, ενημερώνει την αρμόδια υπηρεσία του Φ.Κ.Α. που του έχει υποδειχθεί, για γεγονότα που σχετίζονται με δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από την κατοχή τίτλων. Στην σύμβαση έργου θα περιλαμβάνεται απαραιτήτως όρος για την τήρηση από τον διαχειριστή όλων των διατάξεων της νομοθεσίας των Φ.Κ.Α. και την αποφυγή κάθε συμπεριφοράς του ιδίου ή των υπαλλήλων και στελεχών του, που αποτελούν παραβίαση των κανόνων εχεμύθειας ή διαρροής πληροφοριών που αφορούν το ανατεθέν σε αυτούς έργο και όλων των κανόνων ασυμβιβάστων και δεοντολογίας που τους επιβάλλονται από τη νομοθεσία που ρυθμίζει τη λειτουργία τους. Επίσης, θα περιγράφεται κάθε διαδικασία για την παρακολούθηση του αποτελέσματος της διαχείρισης, από τον Φ.Κ.Α. Στη σύμβαση προβλέπονται λόγοι καταγγελίας της για παραβιάσεις των όρων της συμβάσεως, πάντα αζημίως για τα συμφέροντα του Φ.Κ.Α.. 7. Στα υπό διαχείριση επενδυτικά χαρτοφυλάκια των Φ.Κ.Α. στο πλαίσιο εντολής τους, δεν επιτρέπεται η απόκτηση κινητών αξιών εκδόσεως του διαχειριστή ή εταιρειών του ομίλου αυτού άνω του πέντε τοις εκατό (5%) της αξίας, όπως αυτή προκύπτει από την ημερήσια αποτίμηση των χαρτοφυλακίων των οποίων του έχει ανατεθεί η διαχείριση. 8. Η ανάθεση της διαχείρισης των κινητών αξιών των Φ.Κ.Α. στην Ε.Δ.Ε.Κ.Τ. Α.Ε.Π.Ε.Υ. θα πραγματοποιηθεί εντός μηνός από την δημοσίευση του παρόντος. Έως τότε, και μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι επενδύσεις της παρ.1β του άρθρου 4 του παρόντος διενεργούνται με αποφάσεις των Δ.Σ. των Φορέων με βάση τους ισχύοντες επενδυτικούς κανόνες.»
Άρθρο 53 Καταργούμενες διατάξεις Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται τα άρθρα 12, 18 και 20 του ν. 3586/2007 (Α 151), και γίνεται αναρίθμηση των άρθρων 14 σε 13, 15 σε 14, 16 σε 15, 17 σε 16, 19 σε 17, 21 σε 18, 22 σε 19 και 23 σε 20.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ ΕΝΙΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ Άρθρο 54 Ρύθμιση οφειλόμενων εισφορών Με αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων όλων των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης παρέχεται η ευχέρεια εξόφλησης σε δόσεις, των καθυστερούμενων ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών μετά των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων, μετά από αίτηση του οφειλέτη. Στις οφειλόμενες εισφορές συμπεριλαμβάνονται και οι εισφορές που εισπράττονται από ασφαλιστικούς φορείς για λογαριασμό τρίτων φορέων κοινωνικής πολιτικής ως και το αγγελιόσημο.
Άρθρο 55 Αρμόδια Όργανα - Αρμοδιότητες 1. Αρμόδια όργανα για την χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης είναι: α) Για το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ: Ο διευθυντής των οικείων Περιφερειακών ή τοπικών Υποκαταστημάτων ή οι διευθυντές των οικείων ταμείων προκειμένου για περιφερειακά ή τοπικά υποκαταστήματα στην περιοχή των οποίων λειτουργούν ταμεία είσπραξης εσόδων ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και εφόσον το ποσό της οφειλόμενης κύριας εισφοράς, των προσθέτων τελών, προστίμων και λοιπών προσαυξήσεων δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (300.000 €). β) Για τους λοιπούς ασφαλιστικούς φορείς: Ο αρμόδιος διευθυντής του οικείου φορέα ή οι διευθυντές ή προϊστάμενοι των περιφερειακών ή λοιπών τοπικών μονάδων εφόσον το ποσό οφειλής από κύριες εισφορές, αυτοτελή πρόσθετα τέλη, πρόστιμα και λοιπές επιβαρύνσεις δεν υπερβαίνει τις ογδόντα χιλιάδες ευρώ (80.000€). Για τις οφειλές των επιχειρήσεων προς τον Ο.Γ.Α. το ποσό των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (200.000€). γ) Για όλους τους ασφαλιστικούς φορείς κι εφόσον το προς ρύθμιση ποσό συνολικής οφειλής υπερβαίνει τα ως άνω όρια: η Ειδική Επιτροπή Εσόδων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. 2. Τα πιο πάνω όργανα κρίνουν, για κάθε περίπτωση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 57 του παρόντος Νόμου και αποφασίζουν για τον καθορισμό της τμηματικής εξόφλησης των καθυστερούμενων εισφορών μετά των αναλογούντων πρόσθετων τελών, προστίμων και λοιπών προσαυξήσεων, εκτός από τις περιπτώσεις θεομηνιών, οπότε η ρύθμιση των οφειλών γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 2556/1997 (Α΄270), όπως ισχύει. 3. Στα πιο πάνω όργανα ανήκει και η αρμοδιότητα: α) Της αναστολής επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των οφειλετών του ασφαλιστικού φορέα και των περιουσιακών στοιχείων αυτών. β) Της επιβολής ποσοστού παρακράτησης στα χορηγούμενα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, αποδεικτικά ασφαλιστικής ενημερότητας, και γ) Της λήψης κάθε νόμιμου μέτρου προς είσπραξη και εξασφάλιση των απαιτήσεων των ασφαλιστικών φορέων.
Άρθρο 56 Ειδική Επιτροπή Ρύθμισης Εσόδων 1. Η Ειδική Επιτροπή Ρύθμισης Εσόδων εδρεύει στην Γ.Γ.Κ.Α. και απαρτίζεται από: α) Τον Προϊστάμενο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου της Γ.Γ.Κ.Α., Νομικό Σύμβουλο, ως πρόεδρο, αναπληρούμενο από τον αρχαιότερο Πάρεδρο της ίδιας υπηρεσίας. β) Τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Κοινωνικής Ασφάλισης του Υπουργείου, αναπληρούμενο από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ασφάλισης του Υπουργείου. γ) Έναν (1) εκπρόσωπο της Γ.Σ.Ε.Ε., ως μέλος, με τον αναπληρωτή του. δ) Έναν (1) εκπρόσωπο των εργοδοτών, ο οποίος υποδεικνύεται από τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.), τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.) και την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.), ως μέλος, με τον αναπληρωτή του, που θα συμμετέχει εναλλάξ ανά εξάμηνο από κάθε οργάνωση. ε) Έναν (1) εκπρόσωπο των Γεωργικών Οργανώσεων. Ως εκπρόσωπος των εργοδοτών συμμετέχει κάθε φορά, ανάλογα με το είδος της επιχείρησης, ο εκπρόσωπος της αντίστοιχης εργοδοτικής οργάνωσης. Χρέη εισηγητού της Επιτροπής εκτελεί ο Προϊστάμενος του τμήματος αναγκαστικών μέτρων ή εσόδων της αντίστοιχης Διεύθυνσης Εσόδων του Ασφαλιστικού Φορέα στον οποίο υπάγεται ο αιτών την ρύθμιση των εισφορών οφειλέτης, χρέη δε γραμματέα ένας υπάλληλος της Γ.Γ.Κ.Α. Η θητεία της Επιτροπής ορίζεται σε ενάμιση (1 ½) έτος. 2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης διορίζεται ο Πρόεδρος, τα μέλη, ο γραμματέας της Επιτροπής και οι αντίστοιχοι αναπληρωτές τους.
Άρθρο 57 Υποβολή αίτησης- Λοιπά δικαιολογητικά 1. Για τη λήψη απόφασης επί των οριζόμενων στα άρθρα 54 έως και 56 του παρόντος νόμου υποβάλλεται αίτηση από τον ενδιαφερόμενο στο αρμόδιο προς ρύθμιση όργανο των παραγράφων α ή β του άρθρου 55, το οποίο αφού λάβει υπόψη του το σύνολο της απαιτητής οφειλής κρίνει επί του αιτήματος ή διαβιβάζει την αίτηση στην Ειδική Επιτροπή Εσόδων. 2. Για τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης Μισθωτών, σε περίπτωση που η επιχείρηση ή το φυσικό πρόσωπο αναπτύσσει δραστηριότητα με την ίδια επωνυμία και νομική μορφή σε περιοχές διαφόρων Υποκαταστημάτων ασφαλιστικών οργανισμών, υποβάλλεται αίτηση από τον ενδιαφερόμενο στα οικεία Υποκαταστήματα, κρίνεται όμως το αίτημα ρύθμισης για το σύνολο των επιμέρους οφειλών από τον αρμόδιο Διευθυντή της έδρας της επιχείρησης ή της Ειδικής Επιτροπής Εσόδων αναλόγως του ύψους της οφειλής. 3. Η αίτηση για ρύθμιση οφειλής εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο εφόσον έχει καταβληθεί παράβολο υπέρ του ασφαλιστικού φορέα κι έχει επισυναφθεί γραμμάτιο είσπραξης. Το ποσό του παραβόλου που πρέπει να καταβληθεί είναι ίσο: α) Με πενήντα ευρώ (50€) για οφειλή μέχρι πενήντα χιλιάδες ευρώ (50.000€). β) Με εκατό ευρώ (100€) για οφειλές από πενήντα χιλιάδες ένα ευρώ (50.001€) μέχρι εκατόν χιλιάδες ευρώ (100.000€). γ) Με εκατόν πενήντα ευρώ (150€) για οφειλή από εκατό χιλιάδες ένα ευρώ (100.001€) μέχρι εκατό πενήντα χιλιάδες ευρώ (150.000€). δ) Με διακόσια ευρώ (200€) για οφειλή από εκατό πενήντα χιλιάδες ένα ευρώ (150.001€) μέχρι διακόσιες χιλιάδες ευρώ (200.000€). ε) Με διακόσια πενήντα ευρώ (250€) για οφειλή από διακόσιες χιλιάδες ένα ευρώ (200.001€) μέχρι διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (250.000€). στ) Με τριακόσια ευρώ (300€) για οφειλή από διακόσιες πενήντα χιλιάδες ένα ευρώ (250.001€) μέχρι τριακόσιες χιλιάδες ευρώ(300.000€). ζ) Με τετρακόσια ευρώ (400€) για οφειλή από τριακόσιες χιλιάδες ένα ευρώ (300.001€) και άνω. η) Με είκοσι ευρώ (20€) για αυτοαπασχολούμενους του ΟΓΑ. 4. Οι αιτήσεις διαβιβάζονται στα αρμόδια όργανα και συνοδεύονται: α) Από πληροφοριακό δελτίο περί του ποσού της οφειλής, των ληφθέντων αναγκαστικών και άλλων μέτρων και κάθε άλλου στοιχείου απαραίτητου για την μόρφωση γνώμης. Επί επιχειρήσεων τις κατά καιρούς προηγούμενες ρυθμίσεις και την τήρηση τους ή μη, την απόδοση τους, την απρόσκοπτη αναγγελία ασφάλισης του προσωπικού, την ύπαρξη καταγγελιών ή ευρημάτων ελέγχου περί ανασφάλιστου προσωπικού. β) Την εισήγηση του Προϊσταμένου Διεύθυνσης ή τμήματος της αρμόδιας υπηρεσίας για το υποβληθέν αίτημα. γ) Οικονομικά στοιχεία προσκομισθέντα από την επιχείρηση όπως Ισοζύγιο Αναλυτικού Καθολικού τελευταίου μήνα, Ισολογισμό τελευταίου χρόνου, αντίγραφο φορολογικών δηλώσεων και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο διευκολύνει τη μόρφωση γνώμης των οργάνων.
Άρθρο 58 Τμηματική εξόφληση της οφειλής 1. Ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται σε τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση της καταβολής από τον οφειλέτη των τρεχουσών εισφορών. Το οφειλόμενο ποσό συμπεριλαμβάνει κύριες οφειλές, προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη, πρόστιμα κ.λπ. έξοδα αναγκαστικών μέτρων. 2. Η μηνιαία δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ποσού των διακοσίων ευρώ (200€) και η διμηνιαία των τετρακοσίων ευρώ (400€) και προκειμένου για οφειλέτες του ΟΓΑ και του Ο.Α.Ε.Ε. του ποσού των εκατό ευρώ (100€) και η διμηνιαία των διακοσίων ευρώ (200€). 3. Εάν ο οφειλέτης αδυνατεί να καταβάλει την προβλεπόμενη δόση μέχρι και τέσσερις (4) συνεχόμενους μήνες ή έξι (6) μήνες για τους οφειλέτες του Ο.Γ.Α., μπορεί να συνεχίσει κανονικά την καταβολή από τον επόμενο μήνα. Το 36μηνο παρατείνεται τόσους μήνες όσοι είναι οι μήνες της μη καταβολής της δόσης. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται μέχρι και τρεις φορές κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, με την προϋπόθεση ότι καταβάλλονται κανονικά οι δόσεις και οι τρέχουσες εισφορές για οκτώ (8) συνεχόμενους μήνες κάθε φορά. Σε περίπτωση μηχανογραφικής εφαρμογής συστημάτων υπολογισμού των εισφορών σε διμηνιαία βάση ή εξαμηνιαία για τον ΟΓΑ η καταβολή γίνεται σε ισόποσες δεκαοχτώ (18) διμηνιαίες δόσεις ή έξι (6) εξαμηνιαίες για τον ΟΓΑ. 4. Κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, οι οφειλές που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ειδικής Επιτροπής Εσόδων ρυθμίζονται σε 48 δόσεις. Εάν ο οφειλέτης αδυνατεί να καταβάλει την προβλεπόμενη δόση μέχρι και τέσσερις (4) συνεχόμενους μήνες, μπορεί να συνεχίσει κανονικά την καταβολή από τον επόμενο μήνα. Το 48μηνο παρατείνεται τόσους μήνες όσοι είναι οι μήνες της μη καταβολής της δόσης. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται μέχρι και τρεις φορές κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, με την προϋπόθεση ότι καταβάλλονται κανονικά οι δόσεις και οι τρέχουσες εισφορές για οκτώ (8) συνεχόμενους μήνες κάθε φορά. Σε κάθε περίπτωση απαραίτητη προϋπόθεση είναι η καταβολή από τον οφειλέτη των τρεχουσών εισφορών. 5.Οι οφειλές που βεβαιώνονται ή προκύπτουν μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση και ανάγονται σε μισθολογικές περιόδους απασχόλησης μέχρι και τον τελευταίο μήνα υπαγωγής των οφειλών στη ρύθμιση δεν θεωρούνται τρέχουσες. Οι οφειλές αυτές, αν δεν εξοφληθούν εφάπαξ, εντάσσονται αυτεπαγγέλτως στην υφιστάμενη ρύθμιση, με ανακαθορισμό του ποσού των υπολειπόμενων δόσεων. 6. Αν διαγραφεί μέρος της οφειλής, οι δόσεις αναπροσαρμόζονται οίκοθεν από το αρμόδιο όργανο. 7. Εάν ο οφειλέτης απωλέσει ολοκληρωτικά το δικαίωμα της τμηματικής εξόφλησης εισφορών σε δόσεις, δύναται να υποβάλει νέα αίτηση για ρύθμισης, μετά από ένα (1) έτος από την έκδοση της προηγούμενης απόφασης. Το δωδεκάμηνο αρχίζει από τον μήνα καταβολής της πρώτης δόσης. Το αρμόδιο όργανο δύναται να ρυθμίσει εκ νέου τις οφειλές σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου. 8.α) Σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών παρέχεται έκπτωση σαράντα τοις εκατό (40%) επί των πρόσθετων τελών. β) Σε περίπτωση τμηματικής εξόφλησης παρέχεται έκπτωση είκοσι τοις εκατό (20%) επί των πρόσθετων τελών. Το ποσό μείωσης των πρόσθετων τελών στην περίπτωση τμηματικής καταβολής επιμερίζεται ισόποσα σε όλες τις δόσεις. 9. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή των δόσεων, καθώς και η μη καταβολή των τρεχουσών εισφορών συνεπάγεται την έκπτωση από το δικαίωμα της τμηματικής εξόφλησης των οφειλόμενων εισφορών και καθιστά άμεσα απαιτητό το σύνολο του οφειλόμενου ποσού. Το οφειλόμενο ποσό υπολογίζεται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του φορέα. 10. Σε περίπτωση που υποβάλλεται αίτημα τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων εισφορών από: α. Επιχείρηση που βρίσκεται στο στάδιο της εκκαθάρισης ή έχει κηρυχθεί σε πτώχευση, της οποίας η κύρια οφειλή έχει επιβαρυνθεί με το ανώτατο ποσοστό προσαυξήσεων και δεν έχουν αποδώσει όλα τα αναγκαστικά και άλλα μέτρα είσπραξης που ισχύουν, είναι δυνατόν, τα αρμόδια όργανα να αποφασίζουν τη ρύθμιση σε εξήντα (60) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση προκαταβολής ποσού ίσου με το δύο τοις εκατό (2%) της συνολικής οφειλής. β. Εποχική επιχείρηση, είναι δυνατόν τα αρμόδια όργανα να αποφασίζουν τη ρύθμιση σε μηνιαίες δόσεις, σύμφωνα με τα ανωτέρω οριζόμενα, με τη δυνατότητα αυξημένου ποσού μηνιαίας δόσης, κατά τη διάρκεια λειτουργίας αυτής και μειωμένου ποσού μηνιαίας δόσης κατά τριάντα τοις εκατό (30%), όταν αυτή δεν λειτουργεί. 11. Στην περίπτωση επίσπευσης πλειστηριασμού από τον ασφαλιστικό φορέα πριν την παρέλευση ενός (1) έτους από την έκδοση της απόφασης ρύθμισης, είναι δυνατή η αναστολή αυτού μόνο εφόσον καταβληθεί το 1/5 της συνολικής οφειλής, πλέον των εξόδων εκτέλεσής του και ρυθμιστεί το υπόλοιπο της οφειλής σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου. 12. Εφόσον δεν τηρηθούν οι όροι αυτής της ρύθμισης και με την λήψη των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης δεν έχει εξοφληθεί η οφειλή, τότε επισπεύδεται η διαδικασία για κήρυξη του οφειλέτη σε πτώχευση. Η παραπάνω διαδικασία αναστέλλεται με την καταβολή του τριάντα τοις εκατό (30%) της οφειλής και τη ρύθμιση του υπολοίπου σε δόσεις σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου. 13. Στη ρύθμιση αυτή παρέχεται η δυνατότητα υπαγωγής και όσων έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με άλλες διατάξεις νόμων για το μέρος της οφειλής που δεν έχει εισπραχθεί.
Άρθρο 59 Χορήγηση ασφαλιστικής ενημερότητας 1. Στους οφειλέτες που υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, χορηγείται βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας διάρκειας ενός (1) μηνός υπό την προϋπόθεση ότι η ρύθμιση τηρείται έναντι όλων των φορέων κυρίας και επικουρικής ασφάλισης στους οποίους υπάγεται το προσωπικό των επιχειρήσεων ή ο αυτοαπασχολούμενος. 2. Στο πλαίσιο της ανωτέρω ρύθμισης αποφασίζεται από τα αρμόδια όργανα των ασφαλιστικών φορέων η επιβολή ποσοστού παρακράτησης για τη χορήγηση ασφαλιστικής ενημερότητας, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, για τη λήψη χρημάτων από τράπεζες ή πιστωτικά ιδρύματα, με ελάχιστο ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) . Μετά τρεις μήνες από την έκδοση της απόφασης, το όργανο που την εξέδωσε μπορεί να αποφασίσει τη μείωση του ανωτέρω ποσοστού παρακράτησης μέχρι του δύο τοις εκατό (2%), εφόσον τα μηνιαία ποσά από παρακρατήσεις είναι μεγαλύτερα του πενήντα τοις εκατό (50%) της μηνιαίας δόσης. 3. Για την εντός του μήνα της ρύθμισης είσπραξη όλων των εκκαθαρισμένων απαιτήσεων των επιχειρήσεων από το Δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμίδας, δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, δημόσιας ή κοινής ωφέλειας και γενικά επιχειρήσεις και οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία, καθώς και από αυτούς που ενεργούν πληρωμές με εντολή ή εξουσιοδότηση των πιο πάνω, εφόσον το ποσό της εκκαθαρισμένης απαίτησης υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (3.000€), χορηγείται από τα αρμόδια όργανα των ασφαλιστικών φορέων βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας με παρακράτηση του διπλασίου ποσού δόσης, που μπορεί να συμψηφίζεται με το ποσό της πρώτης δόσης και το υπόλοιπο ποσό με τις τελευταίες κατά σειρά δόσεις, όπως αυτές ορίζονται στην απόφαση του αρμόδιου οργάνου του ασφαλιστικού φορέα. 4. Σε περίπτωση λήψης χρημάτων από Τράπεζες ή πιστωτικά ιδρύματα χορηγείται βεβαίωση οφειλής με παρακράτηση εκτός του οριζόμενου στην απόφαση ρύθμισης ποσοστού παρακράτησης και του ποσού της οφειλόμενης τρέχουσας δόσης, όπως αυτή ορίζεται στη απόφαση του αρμοδίου οργάνου. 5. Σε περίπτωση μη είσπραξης των ποσών των παραγράφων 2 έως και 4 του παρόντος άρθρου, ο οφειλέτης δεν θεωρείται ενήμερος για τη ρύθμιση. 6. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης και εφόσον ο οφειλέτης είναι ενήμερος με τους όρους αυτής, του χορηγείται ασφαλιστική ενημερότητα με παρακράτηση του διπλασίου ποσού δόσης, που συμψηφίζεται με τις τελευταίες σειρά δόσεις, όπως αυτές ορίζονται στην απόφαση του αρμόδιου οργάνου του ασφαλιστικού φορέα. 7. Εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 5ε΄του α. ν. 1846/1951 (Α΄179),όπως ισχύει.
Άρθρο 60 Δικαιώματα φορέων κοινωνικής ασφάλισης Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης παρά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη χορηγηθείσα διευκόλυνση τμηματικής καταβολής διατηρούν το δικαίωμα: α) Να δίνουν εντολές παρακράτησης μέρους ή του συνόλου της χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτων προσώπων, για την είσπραξη της οποίας ζητείται βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας β) Να προβαίνουν σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του οικείου ασφαλιστικού φορέα και μέχρι του ύψους των ληξιπρόθεσμων οφειλών του.
Άρθρο 61 Λοιπές διατάξεις 1. Με την απόφαση παροχής διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής των οφειλών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 87 του ν.2362/1995 (Α΄ 247), που αναλογικά εφαρμόζεται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και ΕΤΕΑΜ κατά τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270), καθώς και στο άρθρο 137 του ν. 3655/2008 (Α΄ 58) προκειμένου για τους λοιπούς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. 2. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 31 του ν. 2972/2001 (Α΄ 291), περί διαγραφής οφειλομένων προς το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ εισφορών εφαρμόζονται και στους λοιπούς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.
Άρθρο 62 Έναρξη καταβολής σύνταξης σε οφειλέτη 1. Όπου από τις κείμενες διατάξεις κάθε ασφαλιστικού οργανισμού ορίζεται ως προϋπόθεση για την έναρξη καταβολής σύνταξης η προηγούμενη εξόφληση των οφειλών, σε περίπτωση υπαγωγής του οφειλέτη στον παρόντα διακανονισμό, η ως άνω προϋπόθεση εξακολουθεί να ισχύει και η σύνταξη καταβάλλεται από την 1η του επόμενου μήνα της εξόφλησης. 2. Η σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία, που ορίζουν οι καταστατικές διατάξεις του ασφαλιστικού φορέα, αν το οφειλόμενο ποσό δεν είναι μεγαλύτερο των είκοσι (20) μηνιαίων συντάξεων κατώτατων ορίων, όπως αυτά ισχύουν κάθε φορά για καθέναν ασφαλιστικό οργανισμό. 3. Τα ανωτέρω ποσά οφειλής προσαυξημένα με τα πρόσθετα τέλη συμψηφίζονται ή παρακρατούνται από τα ποσά των συντάξεων, σε ίσες μηνιαίες δόσεις, που δεν μπορεί να είναι περισσότερες από σαράντα (40). Η 1η δόση παρακρατείται από τον πρώτο μήνα που απονεμήθηκε η σύνταξη.
Άρθρο 63 Εξουσιοδότηση για έκδοση υπουργικών αποφάσεων 1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μετά γνώμη των αρμοδίων Διοικητικών Συμβουλίων των Ασφαλιστικών Φορέων και γνωμοδότηση του Σ.Κ.Α. ρυθμίζονται θέματα λειτουργίας της Ειδικής Επιτροπής Ρύθμισης Εσόδων καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου. 2. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου τροποποιούνται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, και εφόσον δεν μεταβάλλονται ως προς διατάξεις τους με τεχνικό ή λεπτομερειακό περιεχόμενο, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, στο βαθμό που ο ΚτΒ της απονέμει την αρμοδιότητα αυτή, της Επιτροπής Ανταγωνισμού και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 64 Ασφαλιστική Τακτοποίηση Προσωπικού Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης 1. Οι προβλεπόμενες εισφορές για την κύρια ασφάλιση του τακτικού προσωπικού των πρώην ασφαλιστικών φορέων ΤΥΔΚΥ και ΤΑΠΕΛ, το οποίο συνταξιοδοτείτο από τους φορείς αυτούς με διατάξεις ανάλογες του Δημοσίου και του Ειδικού Συνταξιοδοτικού Καθεστώτος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και επέλεξε μετά την ισχύ του ν. 3655/2008 (Α΄ 58), το προηγούμενο καθεστώς ασφάλισης με βάση τις διατάξεις της παρ.17 του άρθρου 4 του ν. 3513/2006 (Α΄ 265), καταβάλλονται στον τομέα στον οποίο εντάχθηκε ο φορέας ή κλάδος ο οποίος βαρύνετο με την καταβολή της κύριας σύνταξης κατά την έναρξη ισχύος του ν.3655/2008 (Α΄58). Ο ίδιος τομέας καταβάλλει τις συντάξεις του προσωπικού που υπηρετεί καθώς και αυτού που έχει ήδη συνταξιοδοτηθεί. Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή και για το προσωπικό των ταμείων αυτών, το οποίο είχε μεταταχθεί ή μεταφερθεί σε θέσεις άλλων υπηρεσιών πριν την ένταξη των Ταμείων σε άλλους Φορείς Ασφάλισης και είχε επιλέξει τη διατήρηση του προηγούμενου της μετάταξης ασφαλιστικού - συνταξιοδοτικού καθεστώτος. 2. Οι προβλεπόμενες εισφορές για την κύρια ασφάλιση του τακτικού προσωπικού του πρώην ΤΑΔΚΥ, που υπηρετούσε σ’ αυτό κατά την 1.8.2008, το οποίο συνταξιοδοτείτο από τον φορέα αυτό με διατάξεις ανάλογες του Δημοσίου και του Ειδικού Συνταξιοδοτικού Καθεστώτος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και επέλεξε μετά την ισχύ του ν.3655/2008 (Α΄ 58), το προηγούμενο καθεστώς ασφάλισης με βάση τις διατάξεις της παρ.17 του άρθρου 4 του ν.3513/2006 (Α΄ 265), καταβάλλονται στους τομείς των φορέων στους οποίους εντάχθηκαν οι επιμέρους κλάδοι του πρώην ταμείου και στους οποίους μεταφέρθηκε το προσωπικό. Οι ίδιοι τομείς βαρύνονται και με την καταβολή της σύνταξής τους. 3. Ειδικά για το προσωπικό που μετατάχθηκε ή μεταφέρθηκε από το πρώην ΤΑΔΚΥ σε θέσεις άλλων υπηρεσιών πριν την 1.8.2008 και διατήρησε το προηγούμενο της μετάταξης ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς, οι προβλεπόμενες εισφορές κύριας ασφάλισης καταβάλλονται στον τομέα ΤΑΔΚΥ του ΤΕΑΔΥ, ο οποίος βαρύνεται και με την καταβολή της σύνταξής τους. 4.Το προσλαμβανόμενο από 1.10.2008 τακτικό προσωπικό των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, με τις επωνυμίες «Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων» (ΕΤΑΑ), «Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Προσωπικού Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης » (ΕΤΑΠ ΜΜΕ), «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιωτικού Τομέα» (ΤΕΑΙΤ) , «Ταμείο Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας» (ΤΑΥΤΕΚΩ), «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας» (ΤΕΑΠΑΣΑ) , «Ταμείο Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα» (ΤΑΠΙΤ) , το οποίο διέπεται από τις διατάξεις του ν.3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α΄) όπως ισχύει « Κώδικας Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων νπδδ» και το οποίο ασφαλίζεται στον κλάδο συντάξεων και στον κλάδο παροχών ασθένειας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών ΙΚΑ – ΕΤΑΜ), υπάγεται στις διατάξεις του αρ. 11 του ν.δ. 4277/1962 (Α’191), όπως ισχύουν. 5. α. Το προσλαμβανόμενο από 1.01.2007 τακτικό προσωπικό του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, με την επωνυμία «Οργανισμός Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών – ΟΑΕΕ», , το οποίο διέπεται από τις διατάξεις του ν.3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α΄) όπως ισχύει « Κώδικας Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων νπδδ» και το οποίο ασφαλίζεται στον κλάδο συντάξεων και στον κλάδο παροχών ασθένειας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (ΙΚΑ – ΕΤΑΜ), υπάγεται στις διατάξεις του αρ. 11 του ν.δ. 4277/1962 (Α’ 191), όπως ισχύουν. β. Η ασφαλιστική τακτοποίηση του προσωπικού του προηγούμενου εδαφίου για το χρονικό διάστημα από το διορισμό του στον ΟΑΕΕ έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3163/1955 (ΦΕΚ 71 Α’), όπως αυτές ισχύουν.
Άρθρο 65 Ασφάλιση του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος 1. Από την επομένη της δημοσιεύσεως του παρόντος η Τράπεζα της Ελλάδος αναλαμβάνει την κοινωνική ασφάλιση του προσωπικού της, στους κλάδους κύριας σύνταξης και επικουρικής σύνταξης (μερίσματος και συναφών παροχών) και καταβάλλει τις αντίστοιχες παροχές στους ασφαλισμένους, μέλη του προσωπικού της, καθώς και στους προερχόμενους από αυτό ήδη δικαιούχους των αντίστοιχων παροχών. Από την ίδια ημερομηνία παύει η ασφάλιση του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος για κύρια σύνταξη στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και καταργείται το «Μετοχικό Ταμείο Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος», η δε Τράπεζα της Ελλάδος υποκαθίσταται, ως καθολικός διάδοχος, σε όλα τα δικαιώματα κι υποχρεώσεις τόσον του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, όσον αφορά στους προερχόμενους από το προσωπικό της ασφαλισμένους και συνταξιούχους, όσον και του καταργούμενου Ταμείου. Ο χρόνος απασχόλησης στην Τράπεζα της Ελλάδος που πραγματοποιήθηκε στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ή του καταργούμενου Ταμείου, καθώς και ο χρόνος που αναγνωρίσθηκε από αυτά, θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε στην ασφάλιση της Τράπεζας της Ελλάδος. Από την ίδια ως άνω ημερομηνία το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού τόσο του τότε «Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος» που είχε περιέλθει στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ βάσει του ν.3655/2008 (Α 58), όπως έχει διαμορφωθεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος, όσο και του καταργούμενου Ταμείου, περιέρχεται αυτοδικαίως στην Τράπεζα της Ελλάδος, ως καθολική διάδοχο, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε φόρου, τέλους ή δικαιώματος τρίτων. Για την μεταβίβαση της κυριότητας των περιλαμβανομένων στην ως άνω περιουσία ακινήτων εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου. Εκκρεμείς δίκες με διάδικο το καταργούμενο Ταμείο ή το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, σχετικά με τους ασφαλισμένους προερχομένους από το προσωπικό της Τράπεζας της Ελλάδος, συνεχίζονται από την Τράπεζα της Ελλάδος χωρίς διακοπή. Δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται ισχύουν έναντι της Τράπεζας της Ελλάδος. 2. Συστήνεται «Συμβούλιο Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος», το οποίο αποφασίζει για όλα τα θέματα που ανήκαν, σύμφωνα με τα Καταστατικά του τότε Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος και του Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος, στην αρμοδιότητα του οικείου Διοικητικού Συμβουλίου. Το Συμβούλιο Ασφάλισης συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, έχει τριετή θητεία και αποτελείται από τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ως Πρόεδρο, αναπληρούμενο από έναν Υποδιοικητή ή ένα μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας που υποδεικνύει το Συμβούλιο αυτό, έναν υπάλληλο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και έναν υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομικών που ορίζονται, με τους αναπληρωτές τους, από τον αντίστοιχο Υπουργό, έναν ανώτερο υπάλληλο της Τράπεζας της Ελλάδος που υποδεικνύεται, με τον αναπληρωτή του, από το Γενικό Συμβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδος, δύο εκπροσώπους των ασφαλισμένων, μέλη του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος, που υποδεικνύονται, με τους αναπληρωτές τους, από τον Σύλλογο Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος και έναν εκπρόσωπο των συνταξιούχων που υποδεικνύεται, με τον αναπληρωτή του, από το Σύλλογο Συνταξιούχων της Τράπεζας της Ελλάδος. Το Συμβούλιο καταρτίζει κανονισμό λειτουργίας, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφάλισης επί αιτήσεων απονομής σύνταξης και αναγνώρισης προϋπηρεσίας υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων. Η οργάνωση και λειτουργία του συστήματος χορήγησης των παροχών κύριας και επικουρικής σύνταξης του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδοςδιέπονται αντιστοίχως από τις διατάξεις του Καταστατικού του τότε «Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος» όπως ίσχυε την 31.7.2008, και εκείνες του Καταστατικού του «Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος», σε συνδυασμό με τις γενικές διατάξεις της ασφαλιστικής νομοθεσίας που αφορούν στους ασφαλισμένους των Ειδικών Ταμείων του Προσωπικού των Τραπεζών. Τα εν λόγω Καταστατικά, προσαρμοσμένα στη ρύθμιση της προηγούμενης παραγράφου, τροποποιούνται με απόφαση του Συμβουλίου Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος, εγκρινόμενη με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της ίδιας Τράπεζας, προκειμένου δε περί του κλάδου κύριας σύνταξης, και με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Οι διατάξεις για τη διαδοχική ασφάλιση εφαρμόζονται και στην ασφάλιση της Τράπεζας της Ελλάδος, τόσο ως προς τη θεμελίωση του δικαιώματος για ασφαλιστικές παροχές όσο και ως προς τον υπολογισμό του ποσού τους. 3. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ρυθμίζεται κάθε ζήτημα που ανακύπτει κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 66 Συμβάσεις εργολαβίας Εταιριών Παροχής Υπηρεσιών Α. 1. Στις περιπτώσεις παροχής εργασίας, μέσω Εταιρειών Παροχής Υπηρεσιών-Εργολάβων με αποδέκτη το δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμίδας, τις δημόσιες και δημοτικές επιχειρήσεις καθώς και τις λοιπές επιχειρήσεις του Ιδιωτικού Τομέα, καθιερώνεται η τήρηση βιβλίου ημερήσιων δελτίων απασχολούμενου προσωπικού στον τόπο εργασίας. Την ευθύνη για την τήρηση και διατήρηση του ως άνω βιβλίου για μία δεκαετία έχει η Εταιρεία Παροχής Υπηρεσιών-Εργολάβος. Το βιβλίο ημερήσιων δελτίων απασχολούμενου προσωπικού αντικαθιστά το πρόγραμμα εργασίας που προβλέπεται στην παρ. 6 του άρθρου 16 του ν. 2874/2000 (Α' 286). Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 16 του ίδιου νόμου, διατηρεί την ισχύ της. 2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται ο τύπος του βιβλίου, τα στοιχεία που θα περιλαμβάνει, καθώς και οτιδήποτε άλλο κρίνεται απαραίτητο για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης. 3. Σε κάθε υπόχρεο που δεν τηρεί ή τηρεί με ελλιπή ή ανακριβή ή παραποιημένα στοιχεία, ή δεν επιδεικνύει για οποιοδήποτε λόγο στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα το βιβλίο αυτό, επιβάλλονται από τους Κοινωνικούς Επιθεωρητές Εργασίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 16 του Ν. 2639/98 (Α΄ 205), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. Το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μπορεί κατά τον έλεγχο να λαμβάνει γνώση του ως άνω βιβλίου, καθώς και αντίγραφο αυτού. Β. 1. Το δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμίδας, οι δημόσιες και δημοτικές επιχειρήσεις και όλες οι επιχειρήσεις που ανήκουν στο Δημόσιο, σε περίπτωση που συνάπτουν σύμβαση εργολαβίας με Εταιρείες Παροχής Υπηρεσιών-Εργολάβους, έχουν την υποχρέωση να αναφέρουν στο περιεχόμενο της σύμβασης και τα παρακάτω: α) τον αριθμό των εργαζομένων, β) τις ώρες και τις ημέρες εργασίας, γ) τις πάσης φύσεως νόμιμες αποδοχές, δ) τις ασφαλιστικές εισφορές με βάση τα προϋπολογισθέντα ποσά, ε) την καταβολή των αποδοχών των εργαζομένων μέσω Τραπέζης και γνωστοποίηση του αποδεικτικού αυτού στον αποδέκτη των υπηρεσιών και στ) την υποχρέωση της συμμετέχουσας Εταιρείας Παροχής Υπηρεσιών-Εργολάβου για εφαρμογή των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας περί ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων και πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου. Απαιτείται ειδική αναφορά στις υποχρεώσεις για τεχνικό ασφάλειας και γιατρό εργασίας, για εκτίμηση κινδύνου, για παροχή μέσων ατομικής προστασίας, για προστασία από βλαπτικούς παράγοντες και για την ενημέρωση των εργαζομένων όσον αφορά τους κινδύνους. Η μη αναγραφή του ως άνω υποχρεωτικού περιεχομένου στη σύμβαση εργολαβίας επιφέρει την απόρριψη της δαπάνης πληρωμής. 2. Αν για την ανάθεση του έργου απαιτείται διακήρυξη θα αναφέρονται σ’ αυτή και τα παρακάτω: α) ο αριθμός των εργαζομένων, β) οι ώρες και οι ημέρες εργασίας, γ) οι πάσης φύσεως νόμιμες αποδοχές, δ) οι ασφαλιστικές εισφορές με βάση τα προϋπολογισθέντα ποσά, ε) η καταβολή των αποδοχών των εργαζομένων μέσω Τραπέζης και γνωστοποίηση του αποδεικτικού αυτού στον αποδέκτη των υπηρεσιών και στ) η υποχρέωση της συμμετέχουσας Εταιρείας Παροχής Υπηρεσιών-Εργολάβου για εφαρμογή των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας περί ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων και πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου. Απαιτείται ειδική αναφορά στις υποχρεώσεις για τεχνικό ασφάλειας και γιατρό εργασίας, για εκτίμηση κινδύνου, για παροχή μέσων ατομικής προστασίας, για προστασία από βλαπτικούς παράγοντες και για την ενημέρωση των εργαζομένων όσον αφορά τους κινδύνους. 3. Αν από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς ΣΕΠΕ και ΙΚΑ-ΕΤΑΜ διαπιστώνονται παραβάσεις που αφορούν αδήλωτη εργασία, ή τα χρονικά όρια εργασίας, ή την αμοιβή, ή την απασχόληση αλλοδαπών που διαμένουν παράνομα στη χώρα μας, ή την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, ή την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, κοινοποιείται στον αποδέκτη των υπηρεσιών αντίγραφο των δελτίων ελέγχου ή των εκθέσεων ελέγχου και των παραστατικών των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών, των υπηρεσιών ΣΕΠΕ και ΙΚΑ-ΕΤΑΜ αντίστοιχα. Αν διαπιστώνεται υποτροπή των παραβάσεων ως προς τα παραπάνω θέματα, από την Εταιρεία Παροχής Υπηρεσιών, καταγγέλλεται η σύμβαση και αποκλείεται η εν λόγω εταιρεία από δημόσιους διαγωνισμούς έως και τρία χρόνια. 4. Οι υπηρεσίες του δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμίδας, των δημοσίων και δημοτικών επιχειρήσεων υποχρεούνται κατά τη σύναψη των συμβάσεων με εταιρείες παροχής υπηρεσιών να αναφέρουν τον ορισμό επιτροπών ή εντεταλμένων οργάνων, τα οποία προ της καταβολής της συμφωνηθείσας αμοιβής κατά τακτά διαστήματα ή/και κατά την ολοκλήρωση του έργου, ελέγχουν την πρόοδο ή την καλή εκτέλεση αυτού. Παράλληλα να ελέγχουν την τήρηση των αναφερομένων όρων στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. 5. Όταν διαπιστώνεται μη τήρηση εν όλω ή εν μέρει των όρων σύμβασης εργολαβίας τα αρμόδια ως άνω όργανα γνωμοδοτούν και εισηγούνται στον αποδέκτη των υπηρεσιών την έκπτωση της σύμβασης εργολαβίας. Γ. Λοιπές επιχειρήσεις που αναθέτουν σε Εταιρείες Παροχής Υπηρεσιών–Εργολάβους την εκτέλεση έργου και απασχολούν άνω των είκοσι (20) ατόμων, έχουν την υποχρέωση να συνάπτουν σύμβαση στην οποία θα περιέχονται και τα παρακάτω: α) ο αριθμός των εργαζομένων, β) οι ώρες και ημέρες εργασίας, γ) οι πάσης φύσεως νόμιμες αποδοχές, δ) οι ασφαλιστικές εισφορές με βάση τα προϋπολογισθέντα ποσά, ε) καταβολή των αποδοχών των εργαζομένων μέσω Τραπέζης και γνωστοποίηση του αποδεικτικού αυτού στον αποδέκτη των υπηρεσιών και στ) την υποχρέωση της συμμετέχουσας Εταιρείας Παροχής Υπηρεσιών - Εργολάβου για εφαρμογή των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας περί ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων και πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου με ειδική αναφορά στις υποχρεώσεις για τεχνικό ασφάλειας και γιατρό εργασίας, για εκτίμηση κινδύνου, για παροχή μέσων ατομικής προστασίας, για προστασία από βλαπτικούς παράγοντες και για την ενημέρωση των εργαζομένων όσον αφορά τους κινδύνους. Οι Επιχειρήσεις Παροχής Υπηρεσιών–Εργολάβοι, υποχρεούνται να γνωστοποιούν στους αποδέκτες των υπηρεσιών τα αποδεικτικά Τραπέζης που αφορούν την καταβολή αποδοχών και τα αποδεικτικά καταβολής τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών. Αν διαπιστώνεται οφειλή για τα παραπάνω, ο αποδέκτης των υπηρεσιών καλύπτει από το συμφωνηθέν τίμημα τις απαιτήσεις που αφορούν τις μισθολογικές υποχρεώσεις και ασφαλιστικές εισφορές, μέχρι του οφειλομένου ποσού. Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί ΣΕΠΕ και ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αν διαπιστώνουν παραβάσεις της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας, υποχρεούνται να γνωστοποιούν στον αποδέκτη των υπηρεσιών αντίγραφο του δελτίου ελέγχου και της έκθεσης ελέγχου αντίστοιχα. Αν διαπιστώνεται υποτροπή των παραβάσεων ως προς τα παραπάνω θέματα, από την Εταιρεία Παροχής Υπηρεσιών, καταγγέλλεται η σύμβαση και αποκλείεται η εν λόγω εταιρεία από δημόσιους διαγωνισμούς έως και τρία χρόνια. Σε επιχειρήσεις που απασχολούν κάτω των 20 ατόμων και φυσικά πρόσωπα, που συνάπτουν σύμβαση με Εταιρεία Παροχής Υπηρεσιών–Εργολάβο, οι εργαζόμενοι για τις μισθολογικές υποχρεώσεις και ασφαλιστικές εισφορές, έχουν απαίτηση απευθείας κατά του αποδέκτη των υπηρεσιών και μέχρι του ποσού που οφείλει. Δ. Κάθε Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών–Εργολάβος έχει υποχρέωση να υποβάλει στην οικεία Κοινωνική Επιθεώρηση του ΣΕΠΕ με την κατάθεση του Πίνακα Προσωπικού και Ωρών Εργασίας, αναλυτική κατάσταση στην οποία θα αναφέρονται οι αποδέκτες των υπηρεσιών, με τους οποίους έχει συνάψει σύμβαση εργολαβίας. Επίσης, έχουν την υποχρέωση εντός 15 ημερών να υποβάλουν αντίγραφο της ως άνω κατάστασης, καθώς και αντίγραφα των συμβάσεων που συνάπτονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου στην οικεία Υπηρεσία του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Ο αποδέκτης των υπηρεσιών έχει υποχρέωση ελέγχου τήρησης των υποχρεώσεων αυτών, αλλιώς φέρει την ευθύνη για τη μη κατάθεση των ως άνω συμβάσεων. Αν οι συμβάσεις της παραγράφου Γ, δεν γνωστοποιούνται στην οικεία Υπηρεσία του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μέσα στην προβλεπόμενη από το προηγούμενο εδάφιο προθεσμία, ο αποδέκτης των υπηρεσιών καθίσταται υπόχρεος για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων. Ε. Για την παροχή εργασίας μέσω Εταιρειών Παροχής Υπηρεσιών-Εργολάβων απαιτείται προηγούμενη έγγραφη σύμβαση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου. Η σύμβαση συνάπτεται μεταξύ της Εταιρείας Παροχής Υπηρεσιών-Εργολάβου και του μισθωτού και σε αυτήν πρέπει απαραιτήτως να αναφέρονται οι όροι εργασίας και η διάρκειά της, οι όροι παροχής της εργασίας στον ή στους αποδέκτες των υπηρεσιών, οι όροι αμοιβής και ασφάλισης του μισθωτού, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο το οποίο, κατά την καλή πίστη και τις περιστάσεις, πρέπει να γνωρίζει ο μισθωτός αναφορικά με την παροχή της εργασίας του. Σε κάθε περίπτωση ο μισθωτός διατηρεί στο ακέραιο τις απαιτήσεις του από τη σχέση εργασίας. ΣΤ. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζονται τα τυχόν επιπλέον στοιχεία που πρέπει να περιέχουν οι συμβάσεις που συνάπτονται, μεταξύ των Εταιρειών Παροχής Υπηρεσιών–Εργολάβων και των μισθωτών, καθώς και οτιδήποτε άλλο κρίνεται απαραίτητο για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης. Ζ. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου καταλαμβάνουν συμβάσεις που συνάπτονται μετά την ισχύ του παρόντος νόμου.
Άρθρο 67 Παροχές ασθένειας ανέργων ελευθέρων επαγγελματιών και εφαρμογή προγραμμάτων κοινωνικού τουρισμού. 1. Ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ, ηλικίας άνω των 30 και μέχρι 65 ετών, που διέκοψαν την άσκηση του επαγγέλματός τους, καλύπτονται για παροχές ασθένειας σε είδος (ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη) από τον Κλάδο Υγείας του Οργανισμού για δύο (2) χρόνια από τη διακοπή της ασφάλισης, εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α. έχουν πραγματοποιήσει στην ασφάλιση οποιουδήποτε ασφαλιστικού οργανισμού εξακόσιες (600) ημέρες εργασίας ή δύο (2) χρόνια. Το κατώτατο όριο των εξακοσίων (600) ημερών εργασίας ή των δύο (2) ετών αυξάνεται ανά εκατόν είκοσι (120) ημέρες ή τέσσερις (4) μήνες κάθε χρόνο μετά τη συμπλήρωση του τριακοστού (30ου) έτους της ηλικίας και μέχρι τη συμπλήρωση τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων (4.500) ημερών ή δέκα πέντε (15) ετών ασφάλισης. β. να μην ασφαλίζονται για οποιοδήποτε λόγο στο Δημόσιο ή σε ασφαλιστικό οργανισμό. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε. καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ρυθμίσεων της παραγράφου αυτής. 2. Στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) συνιστάται λογαριασμός με τίτλο « Ειδικός Λογαριασμός Επαγγελματιών (Ε.Λ.Ε.)» με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. Σκοπός του λογαριασμού αυτού είναι η κάλυψη δαπανών για ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη των ελεύθερων επαγγελματιών, μετά τη διακοπή του επαγγέλματός τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Πόροι του λογαριασμού είναι το 60% της μηνιαίας ατομικής εισφοράς των ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος, οι τόκοι των κεφαλαίων του λογαριασμού και κάθε παροχή από χαριστική αιτία. 3. Στον Οργανισμό Εργατικής Εστίας (Ο.Ε.Ε.) συνιστάται λογαριασμός με τίτλο « Ειδικός Λογαριασμός Επαγγελματικής Εστίας (Ε.Λ.Ε.Ε.)» με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. Πόροι του λογαριασμού είναι το 40% της μηνιαίας ατομικής εισφοράς των ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος, οι τόκοι των κεφαλαίων του λογ/σμού και κάθε παροχή από χαριστική αιτία. Ο σκοπός του λογαριασμού αυτού είναι η οργάνωση και η εφαρμογή προγραμμάτων κοινωνικού τουρισμού, διακοπών και εκδρομών. Δικαιούχοι των παροχών του λογαριασμού είναι οι ασφαλισμένοι του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ), οι οποίοι είναι ταμειακά ενήμεροι κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για συμμετοχή στις παροχές καθώς και τα μέλη οικογενείας τους. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Ε.Ε καθορίζεται για κάθε έτος ο αριθμός των δικαιούχων που εντάσσονται στα προγράμματα και στις παροχές, οι προϋποθέσεις, τα κριτήρια επιλογής τους καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίηση των σκοπών της παρούσης παραγράφου. 4. Για την κάλυψη των παραπάνω παροχών, θεσπίζεται ατομική μηνιαία εισφορά ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ ύψους 5 €, η οποία συνεισπράττεται με τις τακτικές εισφορές του Οργανισμού, κατανέμεται σε ποσοστό 60% υπέρ του Ε.Λ.Ε. και 40% υπέρ του ΕΛ.Ε.Ε. και αποδίδεται σε αυτούς μετά από απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε. ανά τετράμηνο με την ολοκλήρωση της είσπραξης της εισφοράς κάθε δεύτερου διμήνου του οργανισμού αυτού. 5. Τα της λογιστικής οργάνωσης, διαχείρισης, κατάρτισης ισοζυγίων, προϋπολογισμών, ισολογισμών, απολογισμών, διενέργειας προμηθειών αγαθών και υπηρεσιών αναγκαίων για τη λειτουργία των λογαριασμών των παρ. 2 και 3 του παρόντος, διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για τον Ο.Α.Ε.Δ. και τον Ο.Ε.Ε. αντίστοιχα. 6. Με απόφαση του αρμοδίου Υπουργού και γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Δ. ή του Ο.Ε.Ε. αντίστοιχα, καθορίζεται η συμμετοχή των ειδικών λογαριασμών στις δαπάνες διοίκησης των φορέων καθώς και κάθε θέμα που ανακύπτει κατά την εφαρμογή των παραπάνω αναφερομένων.
Άρθρο 68 Μικτά κλιμάκια ελέγχου χημικών του Γενικού Χημείου του Κράτους & των Τεχνικών Υγειονομικών Επιθεωρητών του ΣΕΠΕ 1. Οι έλεγχοι που διενεργούνται στις επιχειρήσεις και γενικότερα στους χώρους εργασίας, τόσο από τους υπαλλήλους (χημικούς και χημικούς μηχανικούς) του Γενικού Χημείου του Κράτους (ΓΧΚ), σύμφωνα με την ΥΑ 450/2008 (Β΄ 2553), όσο και από τους Τεχνικούς και Υγειονομικούς Επιθεωρητές Εργασίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), σύμφωνα με το ν. 2639/1998 (Α΄ 205), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, δύνανται να διενεργούνται και από μικτά κλιμάκια ελέγχου, αποτελούμενα από υπαλλήλους και των δύο παραπάνω Υπηρεσιών. 2. Ο σχεδιασμός, προγραμματισμός, συντονισμός και η συγκρότηση των παραπάνω μικτών κλιμακίων ελέγχου γίνεται με τη συνεργασία των Προϊσταμένων των Περιφερειακών Χημικών Υπηρεσιών (ΧΥ) του ΓΧΚ αφενός και των Προϊσταμένων των Κέντρων Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου (ΚΕΠΕΚ) του ΣΕΠΕ αφετέρου, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους. 3. Μετά την περάτωση του κοινού ελέγχου, οι υπάλληλοι του ΓΧΚ και οι Τεχνικοί και Υγειονομικοί Επιθεωρητές Εργασίας του ΣΕΠΕ προβαίνουν αυτοτελώς σε όλες τις νόμιμες ενέργειες, όπως αυτές προβλέπονται από τις αρμοδιότητες της κάθε υπηρεσίας.
Άρθρο 69 Ρυθμίσεις για το προσωπικό της εταιρίας «Ολυμπιακό χωριό 2004 ΑΕ» 1. Το προσωπικό που υπηρετεί με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου στην εταιρία με την επωνυμία «Ολυμπιακό Χωριό 2004 Α.Ε.» κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, μπορεί να μεταφέρεται με αίτησή του, που υποβάλλεται εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, σε Υπηρεσίες του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.) ή Οργανισμών ή Εταιριών που υπάγονται στην εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και να κατατάσσεται σε αντίστοιχες κενές θέσεις με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου υπό τον όρο ότι έχει τα προσόντα που προβλέπονται για τις θέσεις αυτές και με τις αποδοχές και τους όρους απασχόλησης που προβλέπονται για τις θέσεις αυτές. Αν δεν υπάρχουν κενές θέσεις, η κατάταξη γίνεται σε θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, αντίστοιχης βαθμίδας, οι οποίες συστήνονται αυτοδικαίως με απόφαση του αρμοδίου Υπουργού κατά ειδικότητα και αριθμό ίσο με τον αριθμό των προσώπων που θα καταταγούν σε αυτές. Στο μεταφερόμενο προσωπικό ουδεμία αποζημίωση οφείλεται από οποιαδήποτε αιτία. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία κατανομής των κενών θέσεων, των θέσεων που συστήνονται καθώς και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος. 2. Στην ρύθμιση αυτή δεν περιλαμβάνονται: α) το προσωπικό που τελεί υπό σχέση έμμισθης εντολής, το οποίο μετά τη λύση της εταιρίας απολύεται με καταβολή των τυχόν προβλεπομένων από το νόμο αποζημιώσεων και β)το προσωπικό που υπηρετεί με απόσπαση στην εταιρία, το οποίο μετά τη λύση της εταιρίας, επανέρχεται στις οργανικές θέσεις που κατείχε. 3. Μετά τη λύση της εταιρίας και τη θέση της σε εκκαθάριση, περιορισμένος αριθμός μελών του προσωπικού και πάντως όχι περισσότερων των δέκα (10) ατόμων των παρ. 1 και 2 του παρόντος, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της εταιρίας και ύστερα από πρόταση των εκκαθαριστών, μπορεί να μείνει στη διάθεση των εκκαθαριστών για όσο διάστημα διαρκεί η εκκαθάριση ή να απασχοληθεί με διαφορετικούς όρους, αποκλειστικά για τις ανάγκες της εκκαθάρισης. 4. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 1 του ν.2819/2000 (Α' 84) καταργείται.
Άρθρο 70 Αμοιβή εμπειρογνωμόνων και αξιολογητών που συμμετέχουν σε επιτροπές και ομάδες εργασίας των διαγωνισμών του ΕΣΠΑ Η περ. (γ) της παρ. 8 του άρθρου 19 του ν. 3614/2007 (Α΄ 267) αντικαθίστανται ως εξής : «(γ) το είδος των αμειβόμενων επιτροπών ή ομάδων εργασίας, το πλαίσιο και τα ανώτατα όρια της αποζημίωσης των μελών των ως άνω επιτροπών ή ομάδων εργασίας, των εμπειρογνωμόνων και των αξιολογητών. Μέχρι την έκδοση της κοινής Υπουργικής Απόφασης του προηγούμενου εδαφίου, ο καθορισμός της αποζημίωσης των αξιολογητών στο πλαίσιο των συγχρηματοδοτούμενων δράσεων του ΕΣΠΑ θα γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 3205/2003 (Α΄ 297), αναδρομικά από την έναρξη υλοποίησης των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ και κατά παρέκκλιση του άρθρου 40 του ν. 849/1978 (Α΄ 232). Τυχόν πρόσθετες αμοιβές, που καταβάλλονται σε στελέχη των ειδικών υπηρεσιών λόγω συμμετοχής τους σε επιτροπές ή ομάδες εργασίας, δεν δύναται να υπερβαίνουν ετησίως το ένα όγδοο (1/8) των αποδοχών του προηγούμενου έτους».
Άρθρο 71 1. Κάθε διάταξη αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου καταργείται. 2. Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από την ημερομηνία της δημοσίευσής του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ Ι. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ Α. ΛΟΒΕΡΔΟΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ
|