Αθήνα 4.2.2011, 14:32
Σε σίγουρη υποβάθμιση των υπηρεσιών προς τους εργαζόμενους και την πλήρη απαξίωση αν όχι κατάργηση ειδικότητας των Ιατρών Εργασίας, οδηγεί το προτεινόμενο άρθρο 30 του σχεδίου νόμου "Ρυθμίσεις για Ιατρούς Εργασίας και Σύμβουλους Ασφάλειας της Εργασίας", τονίζει σε ανακοίνωσή του το Διοικητικό Συμβούλιο της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρικής της Εργασίας και Περιβάλλοντος.
Το ΔΣ εκφράζει την έκπληξή του για το γεγονός ότι τα μέλη της Εταιρείας δεν ενημερώθηκαν από την αρμόδια αρχή για την ύπαρξη του σχεδίου νόμου, ούτε ζητήθηκε η γνώμη τους, και επισημαίνει ότι αυτό περιέχει ασάφειες, αλληλοεπικαλύψεις, αυτοαναιρέσεις, αλλά και παραβιάσεις της ιατρικής δεοντολογίας, του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου και των ευρωπαϊκών οδηγιών.
Κατά την Εταιρεία, "οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 30 «αυτοαναιρούνται» γιατί σύμφωνα με την προγενέστερη παρ. 1 του άρθρου 30, μόνο οι Ειδικοί Γιατροί εργασίας μπορούν να «ασκούν τα καθήκοντά τους σε όλη την ελληνική επικράτεια, χωρίς προηγούμενη άδεια των κατά τόπους Ιατρικών Συλλόγων». Επίσης, η παρ. 2 του άρθρου 30 αντίκειται στην επιστημονική πρακτική και παραβιάζει την ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία «περί Ιατρικών Ειδικοτήτων», γιατί απλά εξισώνει -ως προς την άσκηση καθηκόντων μιας Ιατρικής Ειδικότητας- τους ειδικευμένους στη συγκεκριμένη ειδικότητα με τους αυτοδίδακτους ανειδίκευτους στην ειδικότητα αυτήν. Επιπλέον, από την παρ. 2 απουσιάζει ο κατάλογος των ειδικών γιατρών εργασίας και έτσι στο μοναδικό κατάλογο που θα υπάρχει θα περιλαμβάνονται διάφοροι άλλοι - πιθανώς καταξιωμένοι στις ειδικότητές τους - γιατροί, αλλά σαφώς άσχετοι με το αντικείμενο της ιατρικής της εργασίας και εντελώς ανεκπαίδευτοι".
"Είναι απόλυτα σαφές ότι πρόκειται για υπαναχώρηση του υπουργείου Εργασίας (με τις δηλώσεις του Ειδικού Γραμματέα του ΣΕΠΕ στις 11 Ιουλίου 2010) για δυο ξεχωριστούς καταλόγους γιατρών που δύνανται να ασκούν καθήκοντα γιατρού εργασίας, δηλαδή έναν που περιλαμβάνει τους Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας και έναν με όσους μπορούν να ασκήσουν καθήκοντα γιατρού εργασίας σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ειδικοί", συνεχίζει η ανακοίνωση. "Πρόκειται για υπαναχώρηση από τη σαφή του δήλωση πως στην παροχή υπηρεσιών Ιατρικής της Εργασίας πρέπει να προηγούνται φυσικά οι Ειδικοί Ιατροί εργασίας έναντι των συναδέλφων άλλων ειδικοτήτων. Το ζήτημα αυτό έχει επιστημονική διάσταση που εστιάζει στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους εργαζόμενους και όχι συντεχνιακή χροιά. Η παρ. 6 είναι προσβλητική για την επιστημονική αξιοπρέπεια του Ειδικού Ιατρού Εργασίας (αλλά και του Τεχνικού Ασφαλείας). Υπάρχει σαφής νομοθεσία, όταν και όπου δεν τηρείται το ωράριο εργασίας του ιατρού εργασίας είτε του τεχνικού ασφαλείας, οι επιθεωρητές είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν αυστηρά τις προβλεπόμενες κυρώσεις, όπως ίσχυαν εδώ και μία δεκαετία και πρόσφατα εξαγγέλθηκε νεώτερη διαδικασία τήρησής τους".
Σχετικά με την καθημερινή καταχώρηση στοιχείων στο ειδικό βιβλίο υποδείξεων και την καθημερινή συνυπογραφή του εργοδότη ότι έλαβε γνώση, η Εταιρεία διατυπώνει την άποψη ότι "μόνο ως γραφειοκρατική διαδικασία μπορεί να εκληφθεί και αφορά όσους ασκούν τα καθήκοντα ιατρικής της εργασίας με τουριστική προσέγγιση. Το βιβλίο υποδείξεων είναι ένα «πολιτειακό έγγραφο» και ότι γράφεται σε αυτό έχει ως στόχο την προαγωγή της υγείας των εργαζομένων. Δεν είναι ένα καθημερινό απουσιολόγιο του γιατρού εργασίας και του τεχνικού ασφαλείας (και του εργοδότη βεβαίως), ενώ ακυρώνει την ευελιξία της επικοινωνίας μέσω των προφορικών υποδείξεων που προβλέπονται και νομοθετικά".
Κατόπιν αυτών, η Εταιρεία ζητεί την απόσυρση του άρθρου 30 και την αντικατάστασή του με τις προτάσεις που έχουν κατΆ επανάληψη κατατεθεί στους αρμόδιους φορείς από την ΕΕΙΕΠ.
|