Αθήνα 16.7.2013, 11:54
Σοβαρές ενστάσεις κατά διατάξεων των νομοσχεδίων "Φορολογία εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις" και "Απλούστευση διαδικασιών για την ενίσχυση της τουριστικής επιχειρηματικότητας, αναδιάρθρωση του ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού και λοιπές διατάξεις", προβάλλει η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Ελλάδος (ΟΚΕ).
Αναλυτικά:
1. Η ΟΚΕ διαπιστώνει ότι το νέο φορολογικό νομοσχέδιο περιορίζεται κυρίως στο πλαίσιο μιας μονομερούς εισπρακτικής λογικής.
Δυστυχώς έως σήμερα, μετά από συνεχείς αλλαγές του φορολογικού συστήματος, και το νέο φορολογικό νομοσχέδιο δεν διακρίνεται από χαρακτηριστικά κοινωνικής δικαιοσύνης, αναπτυξιακού προσανατολισμού, αναδιανομής του εισοδήματος και κατανομής των φορολογικών βαρών ανάλογα με την φοροδοτική ικανότητα των φορολογουμένων.
Η ΟΚΕ επανέρχεται στην πάγια θέση της ότι η απόλυτη προτεραιότητα της δημοσιονομικής πολιτικής πρέπει να είναι η αντιμετώπιση του προβλήματος της εκτεταμένης φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.
Στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο διατηρείται η διαφοροποίηση των φορολογουμένων ανάλογα με την πηγή και όχι το ύψος του εισοδήματος. Η ΟΚΕ προτείνει την κατάργηση της διαφορετικής φορολογικής μεταχείρισης εισοδημάτων από διαφορετικές πηγές και την εφαρμογή ενιαίας προοδευτικής κλίμακας για όλες τις κατηγορίες και πηγές εισοδήματος. Δεδομένης της αβεβαιότητας της παρούσας οικονομικής συγκυρίας, θετικά αξιολογείται η ρύθμιση που αναγνωρίζει τον υπολογισμό επισφαλειών (άρθρο 26).
Η ΟΚΕ εκφράζει τον προβληματισμό της για το γεγονός ότι στο παρόν νομοσχέδιο επαναφέρεται γενικά και αόριστα ο εξωλογιστικός προσδιορισμός εισοδημάτων για τις επιχειρήσεις, ο οποίος είχε καταργηθεί με προηγούμενο νόμο.
Η ΟΚΕ είναι αντίθετη με την κατάργηση του μέτρου των αποδείξεων το οποίο θεωρεί ότι θα έπρεπε να εξελιχθεί σε ένα σύγχρονο και στοχευμένο μηχανισμό ελέγχου, για συγκεκριμένες δαπάνες και επιχειρηματικές δραστηριότητες, με αποδείξεις που κατατίθενται ηλεκτρονικά με πλήρη στοιχεία (ημερ/νίες, στοιχεία επιχείρησης, ΑΦΜ κλπ.), και μπορούν να αξιοποιηθούν σε ηλεκτρονικές διασταυρώσεις.
Επιπλέον, η ΟΚΕ τονίζει ότι απαιτείται η πλήρης και ολοκληρωμένη λειτουργία Περιουσιολογίου ώστε να καταγράφονται τα περιουσιακά προς φορολόγηση στοιχεία. Επίσης απαιτείται η πλήρης και ουσιαστική εφαρμογή του πόθεν έσχες.
Τέλος η ΟΚΕ επισημαίνει ότι η διεύρυνση της φορολογικής βάσης αποτελεί προϋπόθεση για την ελάφρυνση των φορολογικών βαρών. Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης θα πρέπει να είναι στοχευμένη κυρίως προς ομάδες που αποδεδειγμένα είναι «θύλακες φοροδιαφυγής» και υψηλά εισοδήματα που διαφεύγουν με νομότυπες διαδικασίες. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι για την αύξηση της φορολογητέας ύλης απαιτείται η δημιουργία «συγκρουόμενων συμφερόντων» μεταξύ τελικών καταναλωτών και λιανεμπόρων ή ελεύθερων επαγγελματιών, ώστε να μην χάνονται έσοδα ΦΠΑ από την Πολιτεία, αλλά το κυριότερο, να μην διαφεύγει η φορολογητέα ύλη.
Συμπερασματικά, η ΟΚΕ επισημαίνει ότι η ανισομερής περικοπή μισθών και εισοδημάτων σε συνδυασμό με την επιβολή καθεστώτος πολύ υψηλής φορολόγησης στην οικονομική δραστηριότητα στραγγαλίζουν κάθε προοπτική ανάπτυξης. Για να μπορέσει η χώρα να επιτύχει τον περιορισμό των συνεπειών της κρίσης στην οικονομία και την κοινωνία και να ακολουθήσει ένα αναπτυξιακό μοντέλο που θα οδηγήσει σε υπέρβαση της κρίσης, το φορολογικό σύστημα δεν μπορεί να έχει ως στρατηγική στόχευση μόνο την αύξηση των εσόδων σε σχέση με το προηγούμενο έτος, αλλά θα πρέπει αφενός να λειτουργεί αναδιανεμητικά και αφετέρου να στοχεύει στην ενίσχυση και επαναδραστηριοποίηση της πραγματικής οικονομίας, ώστε να ανταποκρίνεται στις κοινωνικές, αναπτυξιακές και δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας.
2. Η ΟΚΕ διαφωνεί με τη νομοθέτηση μηχανισμού για τον καθορισμό νομοθετημένου κατώτατου μισθού.
Με το άρθρο 103 του πολυνομοσχεδίου, το οποίο βρίσκεται προς ψήφιση στη Βουλή των Ελλήνων, επεκτείνεται η νομοθέτηση του κατώτατου μισθού και πέραν του 2017 και διαμορφώνεται ένας μόνιμος μηχανισμός καθορισμού νομοθετημένου κατώτατου μισθού.
Σύμφωνα με την ΟΚΕ στο σύστημα αυτό η διαβούλευση μεταξύ κυβέρνησης και κοινωνικών εταίρων και των κοινωνικών εταίρων μεταξύ τους είναι παρωδία, αφού ακόμα και πιθανή συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων όχι μόνο δεν δεσμεύει την κυβέρνηση, αλλά τίθεται και στην κρίση και αξιολογείται ελευθέρως από Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων μέσω Εκθέσεως που συντάσσει το ΚΕΠΕ.
Η ΟΚΕ θεωρεί ότι δεν θα πρέπει να νομοθετηθεί μηχανισμός καθορισμού κατώτατου μισθού και ζητά την επαναφορά της διαδικασίας καθορισμού του κατώτατου μισθού μέσω της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, η οποία έχει λειτουργήσει με αποτελεσματικότητα τα τελευταία εξήντα χρόνια και ειδικότερα κατά την περίοδο 1990-2010, διάστημα κατά το οποίο οι κοινωνικοί εταίροι κατέληγαν πάντα σε συμφωνία, μετά από απευθείας διαπραγματεύσεις.
Η ΟΚΕ στη Γνώμη Πρωτοβουλίας της «Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις ως παράγοντες κοινωνικής συνοχής», που εκπόνησε τον Απρίλιο του 2013 και η οποία σας έχει αποσταλεί στο παρελθόν, διαπίστωσε την πλήρη αποδυνάμωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων με τις νομοθετικές ρυθμίσεις της τελευταίας διετίας και υπογράμμισε την ανάγκη συνολικής επανεξέτασης του νομικού πλαισίου για την αποκατάσταση της διαπραγματευτικής ισορροπίας μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και τη δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ τους και μεταξύ αυτών και της Κυβέρνησης κατά την αναζήτηση κοινά αποδεκτών λύσεων. Οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτελούν το μόνο εχέγγυο για την εργασιακή ειρήνη και την κοινωνική συνοχή.
Στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα κατέληξε και η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας η οποία διαπίστωσε πολυάριθμες παρεμβάσεις στις συλλογικές συμβάσεις από την Ελληνική Κυβέρνηση στο πλαίσιο των μέτρων λιτότητας, γεγονός που παραβιάζει κατάφορα την ελευθερία των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Κάλεσε δε την ελληνική Κυβέρνηση να δημιουργήσει περιθώρια διαλόγου με τους κοινωνικούς εταίρους και να επανεξετάσει το όλο πλαίσιο, όπως διαμορφώθηκε από τις πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις οι οποίες οδήγησαν σε πλήρη απορρύθμιση την αγορά εργασίας.
3. Η ΟΚΕ διαπιστώνει ότι επιχειρείται η αναβάθμιση του Ελληνικού Τουρισμού.
Είναι κοινή διαπίστωση ότι η χώρα χρειάζεται μια νέα τουριστική πολιτική, στο πλαίσιο της οποίας το ελληνικό τουριστικό προϊόν μπορεί και πρέπει να εμπλουτισθεί και να αναβαθμισθεί, μέσα από την υιοθέτηση σύγχρονων εργαλείων ανάπτυξης και προβολής της τουριστικής δραστηριότητας και νέα τουριστικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Η ΟΚΕ θεωρεί ότι το νομοσχέδιο «Απλούστευση διαδικασιών για την ενίσχυση της τουριστικής επιχειρηματικότητας, αναδιοργάνωση του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού και λοιπές διατάξεις» κινείται προς την σωστή κατεύθυνση και έρχεται να καλύψει τα υφιστάμενα κενά και να συμβάλει στην αντιμετώπιση βασικών δομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο τουρισμός στη χώρα μας και τα οποία λόγω της κρίσης εντείνονται. Οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου στοχεύουν στην ποιοτική αναβάθμιση του τουρισμού, εξορθολογίζουν το ρυθμιστικό πλαίσιο της τουριστικής κατοικίας, διευρύνουν το τουριστικό προϊόν με τη στήριξη νέων μορφών τουρισμού και βελτιώνουν σε σημαντικό βαθμό τη σχέση μεταξύ τουρισμού αφενός, περιβάλλοντος και κατοικίας αφετέρου, στη κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης. Τέλος, δημιουργείται ένα βασικό πλαίσιο από άποψη τουριστικής νομοθεσίας που επιτρέπει τις χωρικές ρυθμίσεις από το αναμενόμενο νέο Ειδικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό.
Ειδικότερα η ΟΚΕ επισημαίνει ότι από την ανάγνωση των επιμέρους διατάξεων προκύπτει η πρόθεση του αρμόδιου Υπουργείου να διαμορφωθεί ένα νέο θεσμικό πλαίσιο για την άσκηση μιας διαφοροποιημένης τουριστικής πολιτικής, με προτεραιότητα στη δημιουργία σύνθετων και οργανωμένων τουριστικών αναπτύξεων, ενώ παράλληλα επιχειρείται και η απλούστευση των διαδικασιών για την αδειοδότηση και την λειτουργία των τουριστικών επιχειρήσεων και η αναδιάρθρωση του Ε.Ο.Τ., με σκοπό τη διευκόλυνση των επενδύσεων. Επιχειρείται επίσης η εισαγωγή - προώθηση νέων τουριστικών προϊόντων, τα οποία ήδη διατίθενται σε ανταγωνιστικές προς την Ελλάδα χώρες, και ορισμένα από τα οποία πράγματι, αν αξιοποιηθούν σωστά, είναι δυνατόν να δώσουν μια επιπλέον ώθηση στην τουριστική ανάπτυξη της χώρας.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η προσπάθεια οργάνωσης σε ένα ενιαίο πλαίσιο των οργανωμένων υποδοχέων τουριστικών δραστηριοτήτων που διαπιστώνεται, μέσω της οποίας επιδιώκεται η βελτίωση της σημερινής χαοτικής εικόνας (διαφορετικοί φορείς και διαφορετική νομοθεσία για κάθε ένα) και δημιουργείται μία ενιαία κατάσταση που διευκολύνει σημαντικά τις επενδυτικές πρωτοβουλίες.
Τέλος, θετικά αξιολογείται και η ρύθμιση για την τουριστική κατοικία, όπου οι συντελεστές δόμησης και οι πυκνότητες δεν έχουν καμία σχέση με το μοντέλο της Ισπανίας που βασίστηκε σε δεκαπλάσιους συντελεστές, πολυόροφα και πυκνά κτίσματα. Η τουριστική κατοικία πιστεύεται ότι θα δώσει νέα ώθηση στην ανάπτυξη του τουρισμού καθώς η διεθνής ζήτηση είναι μεγάλη και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας παρέμεναν αναξιοποίητα μέχρι σήμερα.
|