Αθήνα 12.11.2008 Του ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Βρίσκεται προ των πυλών της χώρας και τις πολιορκεί έντονα με στόχο να τις παραβιάσει και να φέρει τη μεγάλη ανατροπή στην αγορά εργασίας. Ακούει στο όνομα «πιστοποίηση επαγγελματικών δεξιοτήτων» και ανήκει στην κατηγορία της εισαγόμενης παραπαιδείας.
Η «φιλοσοφία» της πιστοποίησης είναι απλή. Θεωρεί ότι οι γνώσεις που απέκτησε κάποιος στο σχολείο ή στο πανεπιστήμιο ή και αργότερα δεν είναι ικανές να του εξασφαλίσουν ομαλή επαγγελματική πορεία και ότι θα πρέπει διαρκώς να τις ανανεώνει, να τις διευρύνει και να τις εμπλουτίζει, αλλά κυρίως να τις πιστοποιεί με «πιστοποιητικό διεθνώς αναγνωρισμένου φορέα». Με το ανάλογο κόστος φυσικά. Πρόκειται δηλαδή για μια βιομηχανία που έχει στηθεί πάνω στην αδιαμφισβήτητη αναγκαιότητα της συνεχιζόμενης και δια βίου εκπαίδευσης.
Ήδη περισσότεροι από πενήντα τέτοιοι «διεθνώς αναγνωρισμένοι» φορείς εκπροσωπούνται και δραστηριοποιούνται στην χώρα μας, πιστοποιώντας κάθε είδους δεξιότητα. Μάλιστα μερικοί από αυτούς προσπαθούν να πείσουν ότι δεν έχουν εμπορικούς σκοπούς και δηλώνουν «μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί»! Τους διαψεύδει όμως οικτρά το οικονομικό «πανηγύρι» που στήνεται γύρω από την τσέπη των εργαζομένων.
Παγκοσμίως το φαινόμενο γνωρίζει μεγάλη άνθηση και ο αγώνας των φορέων για κυριαρχία είναι έντονος. Στην πιστοποίηση των ορκωτών λογιστών για παράδειγμα δραστηριοποιούνται έξι φορείς, όλοι «διεθνώς αναγνωρισμένοι». Υπάρχουν φορείς που πιστοποιούν ακόμα και οικοδόμους, ενώ άλλοι διαθέτουν... τεχνογνωσία επί παντός του επιστητού και χορηγούν πιστοποιητικά αφειδώς και φυσικά πάντα με το αζημίωτο.
Με το επιχείρημα ότι «η πιστοποίηση δεξιοτήτων αποτελεί το σημερινό καθοριστικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην αγορά εργασίας», οι φορείς αυτοί προσπαθούν να διεισδύσουν στην αγορά εργασίας των κρατών και να πείσουν τόσο τους εργαζόμενους όσο και τους επιχειρηματίες για την νέα αναγκαιότητα. Παράλληλα πιέζουν τις κυβερνήσεις για επίσημη αναγνώριση με στόχο να διευκολυνθεί η εξάπλωσή τους και συγχρόνως να «πατήσουν πόδι» και στην όχι ευκαταφρόνητη αγορά εργασίας του δημόσιου τομέα. Στην προσπάθειά τους αυτή επιστρατεύουν όχι μόνο όσους κατά τόπους μπορούν να επηρεάσουν κυβερνητικές αποφάσεις, αλλά και τις πρεσβείες τους. Έχουμε ιδίαν αντίληψιν των πιέσεων που ασκήθηκαν στην ελληνική κυβέρνηση από πρεσβείες ξένων χωρών προκειμένου να αναγνωρίσει ορισμένα πτυχία ξένων γλωσσών.
Το παρήγορο είναι ότι η διείσδυση της νέας, ξενόφερτης παραπαιδείας δεν έχει βρει προς το παρόν πρόσφορο έδαφος στην χώρα μας, αν και υπάρχουν επιχειρήσεις και εργαζόμενοι που την αποδέχονται ή και την επιζητούν. Εξαίρεση φυσικά αποτελεί ο τομέας της πληροφορικής, στον οποίον εφαρμόζεται ήδη ευρέως σύστημα πιστοποίησης, που φέρει μάλιστα και την βούλα της ελληνικής πολιτείας. Έτσι, η χώρα μας μάλλον έχει στη διάθεσή της το χρόνο να αντιμετωπίσει την κατάσταση προτού αυτή γιγαντωθεί ανεξέλεγκτα και κάνει ακόμα πιο δύσκολη την ζωή των εργαζομένων.
Το λόγο έχουν τα συναρμόδια υπουργεία και η εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά και οι συνδικαλιστικοί και επαγγελματικοί φορείς των εργαζομένων. Αφενός θα πρέπει να διερευνηθεί το φαινόμενο και να αποδoθεί στις σωστές διαστάσεις του και αφετέρου να δημιουργηθούν, όπου κριθεί σκόπιμο, εγχώριοι, αξιόπιστοι φορείς πιστοποίησης, με στόχο να περιοριστεί -όσον είναι δυνατόν- η οικονομική αφαίμαξη των εργαζομένων, η διαρροή συναλλάγματος και η... εκδούλευση.
|