Αθήνα 8.5.2010 Του ΠΡΟΣΠΕΡΟΥ
Γιατί, ώ έλληνες, τόσα χρόνια προσμένουμε "βαρβάρους" επενδυτές, αφού και οι λίγοι που ξεκάμπισαν στα μέρη μας για τα φιλέτα κυρίως του real estate ενδιαφέρονται κι όχι για κάποια παραγωγική επένδυση;
Αλλά και τι χρείαν έχωμεν, ώ έλληνες, "βαρβάρων", εδώδιμων και αποικιακών, όταν διαθέτουμε ένα ικανότατο νεανικό δυναμικό, που θα μπορούσε να βάλει μπρος την ατμομηχανή της ανάπτυξης και να την τρέξει με χίλια;
Μήπως -μα τον Δία- είναι ευκαιρία να το απελευθερώσουμε από τα δεσμά του και να στηρίξουμε πάνω του την ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας τώρα που έσκασε η φούσκα της φαντασιακής συμπαρασύροντας και την εργασία; Μια φούσκα που εν πολλοίς στηρίζονταν στην απάτη, στην κλοπή, στον παρασιτισμό, στην μαλθακότητα και στις επίπλαστες ανάγκες.
Mήπως πρέπει να αφουγκραστούμε τους «ανθρώπους χωρίς φωνή», τους νέους, και να κλείσουμε τα αυτιά μας στην οργανωμένη επαγγελματική μαφία που τόσα χρόνια επιβάλλει ατελέσφορες πολιτικές, πότε με συναλλαγές, πότε με κλαυθμούς, πότε με κραυγές και πότε με απειλές;
Όποιοι μπορούν να πιάσουν το υποτονθόρισμά τους ακούνε ένα ηχηρό «άει σιχτίρ». Για τα πρότυπα που τους καλλιεργήσαμε, για τις δυνατότητες που τους αφαιρέσαμε, για τα αδιέξοδα που τους οδηγήσαμε, για την αθλιότητά μας. Που τους εγκλωβίσαμε στο πτυχίο τους και περιορίσαμε τα όνειρά τους σε μια θεσούλα στο Δημόσιο.
Από χθες, πατριώτες, έπρεπε να κάνουμε κεντρικό σύνθημα το: "Όλα για τους νέους", όπως επιβάλλει κι ο νέος πατριωτισμός.
Υ.Γ.: Τι να μας πεις και συ αδαή καθηγητά του Οικονομικού Πανεπιστημίου, που καταπίνεις την κάμηλο και διυλίζεις τον κώνωπα. Δολιχοδρομείς, έρμε, στην επιστημονοσύνη σου και σου ξεφεύγουν τα απλά και ουσιώδη. Τραγούδα όσο θες, το κατάντημά μας είναι η ξεφτίλα σου (και η τραγωδία σου), καλοπληρωμένε πίθηκε.
|